Βιβλιοκριτική
Τάκης Μαστρογιαννόπουλος: Η άνοδος και η πτώση των Τριών Διεθνών - Κύκλος 1ος: Από τους Προδρόμους στην 1η Διεθνή

Εξώφυλλο του τευχους 101

Το κόκκινο νήμα

Το βιβλίο του Τάκη Μαστρογιαννόπουλου (ΤΜ) καταπιάνεται με την περίοδο του εργατικού κινήματος που κορυφώνεται με την Παρισινή Κομμούνα του 1871 και τελειώνει με την επίσημη αυτοδιάλυση της Διεθνούς Ένωσης Εργατών, της Πρώτης Διεθνούς όπως είναι γνωστή, το 1874. Πρόκειται για τον πρώτο τόμο μιας τριλογίας: θα ακολουθήσουν οι τόμοι για τη Σοσιαλιστική (Δεύτερη) Διεθνή και την Κομμουνιστική (Τρίτη) Διεθνή.

Από τις σελίδες του βιβλίου παρουσιάζονται τα πρώτα εργατικά κινήματα, όπως οι Λουδίτες στην Αγγλία της δεκαετίας του 1810, και στη συνέχεια το πολιτικό κίνημα των Χαρτιστών στη δεκαετία του 1830 και 1840, αλλά και αυτά λιγότερο γνωστών περιπτώσεων όπως της Ιταλίας και της Ισπανίας ή τα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος στις ΗΠΑ και στον αντίποδα, της Γερμανίας. Οι επαναστάσεις του 1848, η αυγή των εργατικών επαναστάσεων, είναι ένα άλλο κεφάλαιο.

Αυτή η παρουσίαση γίνεται σε συνδυασμό με δυο άλλες. Τις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που έφερνε η ανάπτυξη του καπιταλισμού στις διάφορες χώρες. Επίσης, παρουσιάζονται οι οργανώσεις και τα ιδεολογικά ρεύματα που αντιπαρατέθηκαν σε αυτή την πορεία του κινήματος. Το βιβλίο ξεκινάει με την παρουσίαση της πρώτης επαναστατικής οργάνωσης που καθόρισαν με την συμμετοχή τους ο Μαρξ κι ο Ένγκελς και που ονομάστηκε Ένωση των Κομμουνιστών. Έγραψαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο για λογαριασμό αυτής της οργάνωσης, στις παραμονές της θύελλας του 1848. Στη συνέχεια στο βιβλίο παρουσιάζονται οι ιδέες του Προυντόν, του Μπακούνιν και των αναρχικών, η Πρώτη Διεθνής, η δράση της, οι εσωτερικές της συγκρούσεις, οι πολιτικές εργατικές οργανώσεις στην Γερμανία, του Λασάλ και των συντρόφων του Μαρξ, που θα γεννούσαν το πιο ισχυρό κόμμα της Β’ Διεθνούς.

Στην εισαγωγή του ο συγγραφέας γράφει ότι «η επιστροφή στις αφετηρίες του κινήματος έχει, με ένα έμμεσο τρόπο πολλά να μας διδάξει για το μέλλον του προσφέροντάς μας γνώση, εμπειρία, προσανατολισμό και πρότυπα». Έτσι είναι. Η γνώση της ιστορίας του κινήματός μας είναι πηγή έμπνευσης και διδαγμάτων και όσο πιο λεπτομερής τόσο καλύτερα. Απ’ αυτή την άποψη ο συγγραφέας παρουσιάζει ευσυνείδητα ένα πανόραμα αγωνιστών, ιδεών και γεγονότων που διαφορετικά κάποιος/α θα πρέπει να δώσει πολύτιμο χρόνο και χρήμα για να τα εντοπίσει σε άρθρα και βιβλία που έτσι κι αλλιώς είναι δυσεύρετα.

Όμως, το βιβλίο έχει μια βασική αδυναμία. Μένει πολλές φορές στην επιφάνεια των αντιπαραθέσεων που διαπέρασαν το εργατικό κίνημα και τις οργανώσεις του και συγκεκριμένα των κριτηρίων που οδηγούσαν τον Μαρξ και τον Ένγκελς να ανοίξουν (ή να μην ανοίξουν όσο θα προτιμούσαν) τέτοιες αντιπαραθέσεις. Από μια άποψη αυτή η αδυναμία οφείλεται στη τεράστια γκάμα των ζητημάτων. Θα χρειαζόταν για παράδειγμα ένα ξεχωριστό βιβλίο για την ιστορία της αντιπαράθεσης με τον Μπακούνιν στη Πρώτη Διεθνή – αναγκαστικά ο χώρος σε ένα τέτοιο τόμο είναι περιορισμένος.

Όμως, η αδυναμία είναι πολιτική. Ένα παράδειγμα είναι η σύγκρουση του Μαρξ και του Ένγκελς με τον Φερδινάνδο Λασάλ, που ηγήθηκε της πρώτης μαζικής πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης στην Γερμανία, της Γενικής Ένωσης Γερμανών Εργατών. Ο ΤΜ αναφέρει και σωστά την κριτική του Μαρξ στον Λασάλ για τον προσανατολισμό του σε συνεργασία με το πρωσικό γραφειοκρατικό-στρατιωτικό κράτος και τον Μπίσμαρκ ενάντια στους φιλελεύθερους αστούς, για τις «πανάκειες» του προγράμματός του για παραγωγικούς εργατικούς συνεταιρισμούς με τη χρηματοδότηση του κράτους, τον «σιδερένιο νόμο των μισθών» και την εχθρότητά του στις απεργίες.

Αυτό που ενοποιούσε όλες αυτές τις κριτικές, όμως, ήταν η απόλυτη αντίθεση του Μαρξ και του Ένγκελς σε κάθε εκδοχή «σοσιαλισμού από τα πάνω» – για λογαριασμό της εργατικής τάξης. Η αφετηρία της κριτικής τους στον Λασάλ ήταν ότι υπέφερε από την αρρώστια της «λατρείας για το κράτος», την «άσβεστη πατρογονική εστία κάθε πολιτισμού» όπως το είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος. Για τον Λασάλ το πρόβλημα με την αστική τάξη ήταν ότι αντιμετώπιζε το κράτος σαν προστάτη ιδιοτελών συμφερόντων, ήθελε «κράτος νυχτοφύλακα». Ενώ οι εργάτες είχαν «ηθικό δικαίωμα» στο κράτος για όλη την κοινωνία.

Επίσης ο Λασάλ ενώ πίστευε ότι το γενικό εκλογικό δικαίωμα που θα έστελνε τον εαυτό του και τους οπαδούς του σε ένα κοινοβούλιο δεν ήταν ακόμα σοσιαλισμός αλλά το πρώτο βήμα προς εκεί, θεωρούσε ότι ο «όχλος» δεν χρειάζεται να γνωρίζει και πολλά για τον τελικό στόχο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τέτοιες απόψεις θυμίζουν τις εκδοχές του σύγχρονου ρεφορμισμού από τη σοσιαλδημοκρατία μέχρι τον σταλινισμό.

Το πρώτο σημείο στη μετάβαση των ιδεών του Μαρξ από την αριστερή πτέρυγα του δημοκρατικού κινήματος στον κομμουνισμό, δεν ήταν ένα πρόγραμμα για την σοσιαλιστική κοινωνία, αλλά η απόρριψη της εξύμνησης του κράτους από τον Χέγκελ. Η άλλη όψη αυτής της απόρριψης ήταν ο προσανατολισμός του ίδιου και του Ένγκελς στην εργατική τάξη και στις μάχες που πρέπει να δώσει για να πάρει την πολιτική εξουσία και στη συνέχεια να απαλλάξει την κοινωνία από το κράτος. Ήταν βαθύτατα δημοκρατικοί γιατί πίστευαν ότι η αλλαγή της κοινωνίας είναι έργο αυτής της τάξης όχι κάποιων σωτήρων της.

Άλλωστε επίσης δεν είναι τυχαίο ότι ο Μαρξ κάνει τη διάκριση ανάμεσα στην «τάξη ενάντια στον καπιταλισμό» και την «τάξη για τον εαυτό της» στην πολεμική του με τον Προυντόν, έναν από τους γεννήτορες του ρεύματος της αναρχίας. Για τον Μαρξ η εργατική τάξη είναι η τάξη που παλεύει από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής της, αμφισβητεί με την καθημερινή αντίσταση αλλά και τους αγώνες της το δικαίωμα των καπιταλιστών να την εκμεταλλεύονται – και μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία γίνεται «τάξη για τον εαυτό της», το επαναστατικό υποκείμενο.

Αυτό το «κόκκινο νήμα» του σοσιαλισμού από τα κάτω, απουσιάζει ή υποτιμάται στο βιβλίο. Ίσως, ο συγγραφέας να θεωρεί ότι σε μια περίοδο που εκτιμάει ότι σφραγίζεται από την ήττα, κι όπου η «πρωτοπορία πρέπει να συγκροτηθεί ‘εκ του μη όντος’», δεν χρειάζονται τόσο οξείες διαχωριστικές γραμμές. Αν όντως είναι έτσι, τότε κάνει λάθος και για το σήμερα και για το χθες. Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς ήξεραν πώς να συνεργάζονται με άλλες δυνάμεις σε κινήματα, όπως της Πρώτης Διεθνούς, που εκφράζανε πραγματικά βήματα μπροστά για την τάξη, ξεπηδούσαν μέσα από τους αγώνες της. Αλλά ποτέ δεν απέφυγαν τις μάχες, ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές, που έκριναν το μέλλον του κινήματος ή ξεκαθάριζαν την πρωτοπορία του.

Τιμή 20€, 645 σελίδες

Εκδόσεις Τόπος 2013