Άρθρο
Ποιος φοβάται την εργατική τάξη;

19 Iούνη στο Συλλαλητήριο ΓΣEE και AΔEΔY ενάν

Ακρίβεια, σκάνδαλα και πολιτική αβεβαιότητα. Αυτό μοιάζει με λίγα λόγια να είναι το σκηνικό όπου ξετυλίγονται οι πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις αυτό το καλοκαίρι. Ακόμα και ο επίσημος πληθωρισμός καταγράφει τον υψηλότερο ρυθμό εδώ και δέκα χρόνια, ενώ ο χορός των εκατομμυρίων της SIEMENS κάνει το σκάνδαλο Ζαχόπουλου να μοιάζει με απλό πρελούδιο στο κυρίως έργο που μόλις αρχίζει. Το ΠΑΣΟΚ ήδη συγκλονίζεται από τις αποκαλύψεις για τον Τσουκάτο και τη σύγκρουση Παπανδρέου – Σημίτη. Όλοι περιμένουν με αγωνία το ξέσπασμα των αντίστοιχων προβλημάτων σε μια κυβέρνηση με κοινοβουλευτική πλειοψηφία του ενός.

Πίσω από αυτή την εικόνα βρίσκονται δύο καθοριστικοί παράγοντες. Η οικονομική κρίση και η εργατική αντίσταση στις κυβερνητικές επιθέσεις. Αν δεν πάρουμε υπόψη αυτό το υπόβαθρο, όλα τα άλλα μπορεί να φαίνονται σαν ασύνδετα στοιχεία μιας «δημοσιογραφικής» επικαιρότητας που φουσκώνει ή ξεφουσκώνει ανάλογα με κάθε είδους σκοπιμότητες. Όμως οι πιέσεις που διαμορφώνουν το σκηνικό είναι πραγματικές. 

Η Ε.Ε νόμιζε οτι είχε ελέγξει τον πληθωρισμό τα τελευταία τουλάχιστον 20 χρόνια. Ιδιαίτερα μετά την καθιέρωση του ευρώ και την ανοδική του πορεία, αυτό το πρόβλημα έμοιαζε να ανήκει στο παρελθόν. Στο μακρινό παρελθόν της δεκαετίας του ’70, τότε που είχε καθιερωθεί ο όρος στασιμοπληθωρισμός. Και όμως αυτό το τέρας επιστρέφει. Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και οι Κεντρικές Τράπεζες συμφωνούν οτι βρισκόμαστε στην αρχή μιας οικονομικής ύφεσης με άγνωστη διάρκεια, στην οποία η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας δεν συνδυάζεται με συγκράτηση των τιμών αλλά με αλματώδη άνοδο. Η τιμή του πετρελαίου που έφτασε στα 130 δολάρια το βαρέλι και μπορεί να βαδίσει προς τα 200 (!) συμβολίζει και τροφοδοτεί την έκρηξη του πληθωρισμού.

Η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε τον Ιούνη κατέγραψε με ένταση το πρόβλημα. Οι ηγέτες της ανησυχούν οτι η ακρίβεια θα μετατραπεί σε πρόβλημα «εθνικής ασφάλειας» καθώς αποσταθεροποιεί ήδη ολόκληρα καθεστώτα σε μια σειρά χώρες της περιφέρειας. Στη Νοτιοανατολική Ασία, δέκα χρόνια μετά την κρίση που συγκλόνισε την περιοχή και γκρέμισε δικτατορίες, η Ινδονησία φλέγεται ξανά από διαδηλωτές που διαμαρτύρονται για τις τιμές των τροφίμων. Το ίδιο στην άλλη άκρη του κόσμου στην Αϊτή. Η Σύνοδος του Οργανισμού Τροφίμων του ΟΗΕ (FAO) μίλησε με εξίσου μελανά χρώματα για την επισιτιστική κρίση που προκαλεί η πληθωριστική έκρηξη. Όμως, καμία Σύνοδος δεν έχει να προσφέρει λύση.

Η επιστροφή του στασιμοπληθωρισμού είναι πρόβλημα του ίδιου του καπιταλισμού. Η οικονομική ύφεση ξεκίνησε πριν ένα χρόνο από τις ΗΠΑ με την κατάρρευση της οικοδομικής δραστηριότητας και τα προβλήματα των Τραπεζών που είχαν ανοιχτεί κερδοσκοπικά στην αγορά στεγαστικών δανείων. Οι Κεντρικές Τράπεζες ΗΠΑ, Βρετανίας και Ευρώπης αντέδρασαν τροφοδοτώντας με χρήμα τους τραπεζίτες που κινδυνεύουν. Αλλά αντί για ανάκαμψη, αυτές οι ενέσεις χρήματος έφεραν νέα έξαρση της κερδοσκοπίας. Τα κεφάλαια που έπαιζαν με τη φούσκα των σύνθετων ομολόγων γύρω από τα στεγαστικά δάνεια στράφηκαν στις φούσκες της αγοράς πρώτων υλών και βασικών προϊόντων: φούσκα στο πετρέλαιο, στα μέταλλα, στο ρύζι, στα δημητριακά.

Οι κυβερνήσεις και οι Κεντρικές Τράπεζες βρίσκονται σε δίλημμα αναζητώντας ένα πακέτο μέτρων που να αναθερμαίνει την οικονομία χωρίς να φουντώνει τον πληθωρισμό. Για την ώρα ξύνουν το κεφάλι τους. Το μόνο μέτρο στο οποίο συμφωνούν ομόφωνα είναι ο περιορισμός στις αυξήσεις των μισθών. Κάνουν οτι δεν βλέπουν τις δραστηριότητες των «παικτών» στα Χρηματιστήρια πρώτων υλών και βασικών εμπορευμάτων και επισείουν  την απειλή οτι οι αυξήσεις των μισθών θα επιδεινώσουν τον πληθωρισμό.

Ο Αλογοσκούφης δεν περίμενε να πάρει τέτοιες οδηγίες από τα διεθνή οικονομικά επιτελεία. Η Νέα Δημοκρατία ξέρει πολύ καλά οτι ο ελληνικός καπιταλισμός πιέζεται από την οικονομική κρίση. Η οικοδομή και ο τουρισμός, δύο κολώνες της ελληνικής οικονομίας, βρίσκονται σε κάμψη. Τα έσοδα του προϋπολογισμού μειώνονται, τα ελλείμματα απειλούν να σπάσουν ξανά το όριο του 3% που επιβάλει η Ε.Ε. Όλες αυτές οι πιέσεις οδηγούν τον Αλογοσκούφη στο ίδιο συμπέρασμα: πρέπει να χτυπήσει τις Συλλογικές Συμβάσεις για να συγκρατήσει τους μισθούς και πρέπει να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις για να καλύψει τα ελλείμματα. 

Αυτός ο συνδυασμός βάζει στο στόχαστρο τα συνδικάτα των ΔΕΚΟ. Εκεί ξετυλίγεται η πιο κρίσιμη σύγκρουση, γιατί αν λυγίσει αυτή την αντίσταση, η κυβέρνηση θα βγει πολλαπλά κερδισμένη. Ελπίζει ότι όχι μόνο θα ανεβάσει τα έσοδα του προϋπολογισμού ιδιωτικοποιώντας τμήματα των ΔΕΚΟ, αλλά και οτι θα ξανατραβήξει ξένους επενδυτές να επιστρέψουν στην Αθήνα. Υπολογίζει οτι χτυπώντας τις Συλλογικές Συμβάσεις σε αυτά τα πιο συνδικαλισμένα τμήματα της εργατικής τάξης, θα ενθαρρύνει τη λιτότητα και την εργασιακή «ευελιξία» σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Αυτή η σύγκρουση, όμως, δεν εξελίσσεται στο κενό. Η βάση των συνδικάτων στις ΔΕΚΟ είναι ο κόσμος που έχει δεχτεί τα πιο δυνατά μηνύματα από την απεργιακή έκρηξη του Ασφαλιστικού. Όχι μόνο οι τεράστιες Πανεργατικές αλλά και οι απεργίες διαρκείας στη ΔΕΗ και στην Τράπεζα της Ελλάδος έχουν επηρεάσει τις διαθέσεις και τις ιδέες ακριβώς σ’ αυτά τα πιο δυνατά και κρίσιμα κομμάτια της εργατικής τάξης. Καμία επίθεση δεν περνάει χωρίς αντίσταση. Οι ηγεσίες έχουν διαρκώς  την πίεση οτι θα ξεσπάσει ανταρσία της βάσης, η οποία γεύτηκε την μαζικότητα των απεργιακών συλλαλητηρίων και ξαναθυμήθηκε την αξία της Συνέλευσης, της περιφρούρησης, της κατάληψης.

Η κυβέρνηση της Ν.Δ  είναι υποχρεωμένη διαρκώς να ισορροπεί ανάμεσα στις τεράστιες πιέσεις για κλιμάκωση των επιθέσεων και στο φόβο μιας νέας απεργιακής ανάφλεξης που μπορεί να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Μέσα στο σημερινό κλίμα πολιτικής φθοράς όχι μόνο της Ν.Δ αλλά και του ΠΑΣΟΚ, μια λάθος κίνηση μπορεί να βγάλει στους δρόμους ένα κίνημα που δεν ξέρουν ποιος θα είναι σε θέση να το μαζέψει. Ο τρόπος με τον οποίο η άρχουσα τάξη έχασε το δημοψήφισμα για την Ευρωσυνθήκη στην Ιρλανδία χτύπησε καμπανάκια για όλες τις άρχουσες τάξεις της Ευρώπης. Σχεδόν όλα τα κόμματα της Βουλής είχαν ταχθεί υπέρ του ΝΑΙ, αλλά ο κόσμος έκανε μια ηχηρή μαζική ανταρσία.

Σ’ αυτές τις συνθήκες, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες έχουν σηκώσει στις πλάτες τους τον μανδύα της «υπευθυνότητας». Μετά τις 19 Μάρτη που έβαλαν τέλος στο απεργιακό κύμα κατά του Ασφαλιστικού, μιλάνε για κάθε είδους μορφές διαμαρτυρίας εκτός από απεργίες. Οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, συνεπικουρούμενες από τις ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, υποσχέθηκαν καμπάνια για δημοψήφισμα κατά του Ασφαλιστικού, έκαναν απογευματινά συλλαλητήρια για την ακρίβεια, υπόσχονται να αναπτύξουν «καταναλωτικό κίνημα» για να επιβάλουν έλεγχο τιμών, με δύο λόγια οτιδήποτε εκτός από την ανάπτυξη απεργιακού κινήματος. 

Ιδιαίτερα προβληματική είναι η προσπάθεια να αντιμετωπίσουν τους εργαζόμενους ως πολίτες και καταναλωτές αντί για ανθρώπους της δουλειάς που έχουν τη δύναμη να σταματήσουν την παραγωγή για να επιβάλουν το δίκιο τους. Οι υποσχέσεις για «έλεγχο τιμών» έχουν λειτουργήσει ιστορικά σαν η άλλη όψη του ελέγχου των μισθών. Όλη η εμπειρία από την προηγούμενη κρίση του στασιμοπληθωρισμού στη δεκαετία του ΄70 δείχνει οτι «προοδευτικές» κυβερνήσεις φρόντισαν να επιβάλουν διπλό έλεγχο τιμών –μισθών, εφαρμόζοντας μια ψεύτικη ισορροπία ανάμεσα στις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους. Στην πράξη καθήλωναν τους μισθούς με τη βοήθεια των συνδικαλιστικών ηγεσιών, ενώ τα αφεντικά ξεγλιστρούσαν άνετα από τις όποιες «συμφωνίες κυρίων».

Παρόλα αυτά, στη σημερινή συγκυρία όλες αυτές οι κινήσεις δεν έχουν καταφέρει να σταματήσουν τις απεργίες. Απλά τις έχουν αποσυντονίσει φρενάροντας έτσι τη δυναμική τους. Ανταρσίες είδαμε στην ΟΕΝΓΕ και στα Λεωφορεία, σποραδικές απεργίες από την ΠΟΕΔΗΝ και την ΠΟΕ-ΟΤΑ, ακόμα και από την ΟΜΕ-ΟΤΕ που το 2005 ήταν η πρωτοπορία του «υπεύθυνου» συνδικαλισμού με τη συμφωνία για την «εθελούσια» έξοδο χιλιάδων εργαζομένων. Oι μάχες για να ξεδιπλωθεί ένα μαζικό απεργιακό κίνημα για αυξήσεις και σταθερές εργασιακές σχέσεις και ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις βρίσκονται μπροστά μας.

Αυτό το ξέρουν και τα κυβερνητικά επιτελεία, γι’ αυτό πιέζουν υστερικά την Αριστερά να αποδοκιμάζει «ακραίες» μορφές πάλης. Είναι χαρακτηριστική η καμπάνια που έγινε ενάντια στις νέες φοιτητικές καταλήψεις, όταν οι φοιτητές και η ΠΟΣΔΕΠ αντέδρασαν στις απόπειρες του Στυλιανίδη να εφαρμόσει το Νόμο –Πλαίσιο της Γιαννάκου στο τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς. Υψώθηκε ένα ενορχηστρωμένο κύμα από κραυγές κατά της «βίας» των καταλήψεων και από συκοφαντίες οτι τέτοιες «τυχοδιωκτικές ενέργειες» παίζουν το παιχνίδι της αντίδρασης. Ήταν μια πρόβα τζενεράλε  για να δουν μέχρι πού μπορεί να συρθούν οι ηγεσίες της Αριστεράς σε ένα τέτοιο μέτωπο απομόνωσης των «ακραίων». 

Δυστυχώς, κατάφεραν να αποσπάσουν τέτοια δείγματα γραφής. Οι γνωστοί λεγόμενοι «1000» Πανεπιστημιακοί του Συνασπισμού και του ΠΑΣΟΚ πρωτοστάτησαν στις συκοφαντίες κατά της ΠΟΣΔΕΠ και των φοιτητικών συνελεύσεων. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ περιορίστηκε σε φραστικές ισορροπίες, ενώ η ηγεσία του ΚΚΕ εισέπραξε ευχαριστίες από τον Καραμανλή από το βήμα της Βουλής. 

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν σημαίνει οτι η κυβέρνηση καταφέρνει να οργανώσει ένα μέτωπο συναίνεσης γύρω από τις «μεταρρυθμίσεις» της. Το βάθος της κρίσης και η έκταση των εργατικών αντιστάσεων είναι τόσο έντονα ώστε η Ν.Δ να κινείται από κρίση σε κρίση, εκ των ενόντων, χωρίς μεγάλες δυνατότητες σχεδιασμού για τη διέξοδο. 

Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που έχει ξεφτίσει γρήγορα η μεθόδευση για πατριωτική συναίνεση γύρω από το ελληνικό «βέτο» για το όνομα της Μακεδονίας. Στην Ε.Ε, τα προβλήματα μετά το Ιρλανδικό ΟΧΙ σημαίνουν οτι ένα ελληνικό βέτο είναι το τελευταίο των ζητημάτων στο δρόμο της διεύρυνσης προς τα Δυτικά Βαλκάνια. Στο ΝΑΤΟ, το ελληνικό βέτο είναι τόσο δουλικό ώστε η κυβέρνηση να συνεργάζεται με το Ισραήλ στις προετοιμασίες για επίθεση κατά του Ιράν. Στο εσωτερικό, η Ντόρα Μπακογιάννη βρίσκεται από την αίγλη του βέτο να είναι ένα βήμα από τα τάρταρα του σκανδάλου SIEMENS. Οι διπλωματικές ισορροπίες στο τρίγωνο ΗΠΑ- Γερμανία- Ρωσία έχουν τα μεγαλεία τους αλλά έχουν και πικρά ποτήρια όταν αμερικάνοι δικηγόροι σκαλίζουν τα μαύρα ταμεία στη Γερμανία.

Ακόμα πιο μεγάλες δυσκολίες στα σενάρια μιας αντεργατικής συναίνεσης δημιουργεί η κρίση στο ΠΑΣΟΚ. Η σύγκρουση Σημίτη-Παπανδρέου διχάζει ξανά την ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, χωρίς να δίνει στον «Γιωργάκη» τις αριστερές περγαμηνές που υπολόγιζε αν διέγραφε το Σημιτικό παρελθόν του. Ένα παράλυτο ΠΑΣΟΚ αντί να παραλύει τον κόσμο που αγωνίζεται, τον αποδεσμεύει. Αυτό το καταγράφουν «μεγαλοπρεπώς» οι δημοσκοπήσεις και πρέπει να είναι κάποιος τυφλός για μην καταλαβαίνει οτι αυτή η αποδέσμευση μεταφέρεται και μέσα στους χώρους δουλειάς και σπουδών.

Η Αριστερά έχει μπροστά της δυνατότητες και ευκαιρίες, αρκεί να αποδείξει οτι δεν ενδίδει στις πιέσεις αυτών που φοβούνται τον αυθορμητισμό και το δυναμισμό μιας οργισμένης εργατικής τάξης. Πρέπει να τρέχει να προσφέρει τη στήριξη της στα πρωτοπόρα κομμάτια της νεολαίας που δίνουν τις μάχες της Παιδείας και στις εργατικές ανταρσίες που κυοφορούνται μέσα στα πιο δυνατά συνδικάτα, καθώς αντιμετωπίζουν τις θύελλες της κρίσης. Το φθινόπωρο που θα ακολουθήσει έχει τις δυνατότητες να είναι πραγματικά καυτό, όπως τα φθινόπωρα που ακολούθησαν τον Μάη του ’68 πριν 40 χρόνια. Η αντικαπιταλιστική Αριστερά που συνεχίζει στο δρόμο του Μάη, οι δυνάμεις του ΣΕΚ και της ΕΝ.ΑΝΤΙ.Α έχουν έναν ξεχωριστό ρόλο να παίξουν σ’ αυτή την προσπάθεια.