Άρθρο
Το μέλλον του κινήματος

Εξώφυλλο του τευχους 57

Οι πολεμικές απειλές κατά του Ιράν κορυφώνονται, η κρίση του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη παίρνει νέες διαστάσεις. Το 4ο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ της Αθήνας είναι η στιγμή για να αντιμετωπίσουμε τις κρίσιμες επιλογές που ανοίγονται μπροστά στο κίνημα, υποστηρίζει ο Πάνος Γκαργκάνας.

Στις 4-7 Μάη οργανώνεται στην Αθήνα το 4ο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ. Είναι η συνέχεια των μεγάλων συναντήσεων της Φλωρεντίας, του Παρισιού και του Λονδίνου. Και όπως εκείνες, λειτουργεί σαν μια ευκαιρία για να σταθούμε και να σκεφτούμε την πορεία των πραγμάτων, θα έλεγε κανείς ότι είναι μια στιγμή που το κίνημα "επιθεωρεί τις δυνάμεις του". Μπορούμε να εκτιμήσουμε τις δυνατότητες που ανοίγονται, να επιλέξουμε προσανατολισμούς, να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματα. Μπορούμε να δούμε τα πράγματα πιο καθαρά, από το ύψος ενός "σταθμού" που μας προσφέρει ευρύτερο οπτικό πεδίο.

Ας αξιοποιήσουμε, λοιπόν, την ευκαιρία κοιτάζοντας την ευρύτερη εικόνα. Για να αποφασίσουμε για το μέλλον, χρειάζεται να κοιτάξουμε και το παρελθόν.

Το πρώτο στοιχείο για να προσανατολιστούμε σωστά είναι να εντοπίσουμε την καμπή στην πορεία του κινήματος. Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ εντάσεται σε μια ανοδική φάση που ήρθε μετά από δεκαετίες υποχώρησης. Οι δεκαετίες του 80 και του 90 ήταν κατηφορικές, διεθνώς και στην Ελλάδα. Ηταν τα χρόνια της δεξιάς αντεπίθεσης του Ρήγκαν και της Θάτσερ που εγκαινίασε μια περίοδο ήττας για τους εργατικούς αγώνες, δεξιάς προσαρμογής για τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, κατακερματισμού και ιδεολογικής υποχώρησης για όλα τα κινήματα.

Στην Ελλάδα ο πιο απλός τρόπος να δούμε αυτήν την κατηφόρα είναι να συγκρίνουμε το "στις 18, Σοσιαλισμό" του ΠΑΣΟΚ το 1981 με το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη είκοσι χρόνια αργότερα. Οι υποσχέσεις για σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις όχι μόνο δεν υλοποιήθηκαν και εγκαταλείφθηκαν σταδιακά, αλλά στο τέλος έγιναν και στόχος επιθέσεων. Η ηγεσία Σημίτη έφτασε να μιλάει για "δανεικό σοσιαλισμό" και "χαμένη δεκαετία", αναπαράγοντας τα ιδεολογήματα και τις πραχτικές του νεοφιλελευθερισμού.

Χρειάστηκε να φτάσουμε στις πανεργατικές του 2001 για το ασφαλιστικό και στα αντιπολεμικά συλλαλητήρια του 2003 για να ακουστεί η φράση "η Αθήνα έχει να δει τέτοιες κινητοποιήσεις από την εποχή της Μεταπολίτευσης". Αυτή η έκφραση ήταν αδιάψευστο σημάδι ότι η εποχή αλλάζει. Μπορεί ένα χελιδόνι να μην φέρνει την άνοιξη αλλά σίγουρα διαψεύδει όσους πιστεύουν ότι ακόμα βρίσκονται στη μέση του χειμώνα.

Κάπου εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του 90, αρχές του νέου αιώνα, σημειώνεται μια αναστροφή. Ο κατήφορος παίρνει τέλος και αρχίζει μια μακρόσυρτη ανάκαμψη του κινήματος, με πολλούς σταθμούς: Σιάτλ, Γένοβα, 15 Φλεβάρη 2003, Βολιβία και Βενεζουέλα, Γαλλία της νίκης ενάντια στο Ευρωσύνταγμα και τώρα ενάντια στην Σύμβαση Πρώτης Απασχόλησης (CPE).

Αλλαγή

Εχει σημασία να εντοπίσουμε αυτή τη μεγάλη αλλαγή κατεύθυνσης από την υποχώρηση προς την ανάκαμψη, γιατί τέτοιες καμπές πάντα έχουν ανάμεικτα στοιχεία από το παλιό και το καινούργιο και γι αυτό είναι εύκολο να μπερδευτεί κανείς, να βλέπει σημάδια "σύγχυσης" ή, ακόμα χειρότερα, να θεωρεί ότι η παλιά κατάσταση συνεχίζεται και τίποτα δεν άλλαξε. Μόνο μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της αλλαγής φάσης που περνάει το κίνημα είναι δυνατό να εντοπίσουμε και να προβάλουμε τα βήματα που έγιναν με την Φλωρεντία, το Παρίσι, το Λονδίνο και να προσδιορίσουμε και τα βήματα που μπορεί να κάνει η Αθήνα.

Τα προχωρήματα ήρθαν πάντοτε μέσα από ένα συνδυασμό μεγάλων κινητοποιήσεων και ανοίγματος ιδεολογικών μετώπων. Το μεγάλο νικηφόρο απεργιακό κύμα στη Γαλλία του Δεκέμβρη του 1995 ακολουθήθηκε από την δημιουργία του ATTAC το 1998. Τυπικά, ήταν μια πρωτοβουλία για την επιβολή φορολογίας στους διεθνείς κερδοσκόπους. Στην πράξη αναδείχθηκε ένα μαζικό ιδεολογικό ρεύμα ενάντια στο νεοφιλελεύθερο παγκοσμοποιημένο καπιταλισμό. Η κριτική της οικονομίας και της κοινωνίας της "ελεύθερης αγοράς" από διανοούμενους όπως η οικονομολόγος Σούζαν Τζόρτζ και ο κοινωνιολόγος Πιερ Μπουρντιέ πέρασε από το περιθώριο του ακαδημαϊκού κόσμου στο κέντρο της προσοχής χιλιάδων ακτιβιστών. Και δεν περιορίστηκε στην Γαλλία.

Στην Ιταλία, η προσπάθεια του Μπερλουσκόνι να πνίξει την κινητοποίηση κατά των G8 στην Γένοβα τον Ιούλη του 2001, μετατράπηκε σε μπούμερανγκ. Το κύμα οργής απλώθηκε με διαδηλώσεις κατά της καταστολής αλλά σύντομα βρήκε έκφραση και σε εργατικές κινητοποιήσεις. Στις 23 Μάη 2002 η Γενική Συνομοσπονδία CGIL κάλεσε πανεργατική απεργία, στην οποία ανταποκρίθηκαν 13 εκατομμύρια εργάτες. Η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στην Φλωρεντία το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, ήταν ο καρπός αυτού του συνδυασμού των εξελίξεων.

Το ΕΚΦ της Φλωρεντίας ήταν ένα γεγονός πρώτου μεγέθους. Τράβηξε τα μάτια χιλιάδων και χιλιάδων ανθρώπων και είναι δύσκολο να βρεί κανείς μέτρο σύγκρισης γυρίζοντας προς τα πίσω. Σίγουρα οι συναντήσεις της Σοσιαλδημοκρατίας ή παλιότερα των Κ.Κ. ποτέ δεν έπαιξαν τέτοιο ρόλο έμπνευσης για το ευρύτερο κίνημα. Ούτε στο απόγειο τους δεν είχαν τέτοια ευρύτητα και τέτοια ζωντάνια. Η αξία της Φλωρεντίας δεν ήταν, όμως, μόνο η αίσθηση του νέου και η επιστροφή του μαζικού. Το νέο κίνημα γινόταν πιο ακτιβίστικο και πιο πολιτικό. Η απόφαση για παγκόσμια μέρα δράσης κατά του πολέμου στις 15 Φλεβάρη 2003 και η εκπληκτική επιτυχία της συμβόλιζε και τα δυο αυτά προχωρήματα.

Στην αρχή, κάποιοι τρόμαξαν από την ίδια την επιτυχία. Οι διανοούμενοι του ATTAC με πρώτο τον Μπερνάρ Κασέν αμφισβήτησαν και τα δυο σκέλη: δεν χρειαζόμαστε διαρκώς μεγάλες διαδηλώσεις, που εγκυμονούν τον κίνδυνο βίαιων συγκρούσεων και μπορεί να αποσπούν την προσοχή μας από τη διάδοση των ιδεών κατά του νεοφιλελευθερισμού, ήταν μια πρώτη αντίδραση. Και δεν πρέπει να αφήσουμε την αντίθεση στον πόλεμο να επισκιάσει τα άλλα, τα κυρίως περιεχόμενα, ήταν μια δεύτερη.

Ηταν αντιρρήσεις που αποδείχθηκαν λαθεμένες και δεν κατάφεραν να ανακόψουν την δυναμική που αναπτύχθηκε. Τέσσερα χρόνια αργότερα η αξία του να κατεβάζεις εκατομμύρια στους δρόμους είναι αναμφισβήτητη μετά τη νίκη των φοιτητών της Γαλλίας που σταμάτησαν τη Σύμβαση Πρώτης Απασχόλησης με διαδηλώσεις που ξεπέρασαν τρία εκατομμύρια σε μια μέρα δράσης. Οσο για το αντιπολεμικό κίνημα, αντί για "παγίδα" αποδείχθηκε πιο πλατύ και πλειοψηφικό από την αντίθεση στο νεοφιλελευθερισμό, παρά τον μεγαλύτερο ριζοσπαστισμό του.

Οι συναντήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στο Παρίσι και στο Λονδίνο κυριαρχήθηκαν από αυτή την δυναμική, παρά της αντιρρήσεις που αναφέραμε. Στο ΕΚΦ στο Παρίσι το φθινόπωρο του 2003 συμφωνήθηκε η μέρα δράσης ενάντια στην "Ατζέντα 2010" της κυβέρνησης Σρέντερ στη Γερμανία στις 3 Μάρτη 2004. Εκείνη την μέρα 500.000 διαδήλωσαν στο Βερολίνο, στην Κολονία και στην Στουτγάρδη. Ηταν η μεγαλύτερη κοινωνική διαμαρτυρία στη Γερμανία από την εποχή του Β1 Παγκόσμιου Πόλεμου και η μεγαλύτερη κινητοποίηση των συνδικάτων ενάντια σε κυβέρνηση του SPD. Οπως φάνηκε στη συνέχεια, ήταν η αφετηρία για τις εξελίξεις που έφεραν την Αριστερά στο προσκήνιο στις περσινές εκλογές και ανάγκασαν τους Χριστιανοδημοκράτες και στους Σοσιαλδημοκράτες να σχηματίσουν κυβέρνηση "Μεγάλου Συνασπισμού". Ποια άλλη διεθνής συνάντηση ακτιβιστών μπορεί να περηφανευτεί ότι συγκεντρώνει τους πρωταγωνιστές τέτοιων πρωτοβουλιών;

Το 3ο ΕΚΦ στο Λονδίνο το φθινόπωρο του 2004 σημείωσε πρόοδο σε ένα άλλο μέτωπο: τη σύνδεση του κινήματος με τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Ευρώπης που αντιμετωπίζουν τις ρατσιστικές διακρίσεις της Ισλαμοφοβίας. Στη Γένοβα και στη Φλωρεντία οι αντιρατσιστικές ιδέες ήταν παρούσες αλλά δεν έπαιξαν κάποιο καθοριστικό ρόλο. Στο Παρίσι είχε σημειωθεί κάποιο πισωγύρισμα. Η πρόσκληση σε έναν μουσουλμάνο λόγιο, τον Ταρικ Ραμαντάν, να είναι ομιλητής σε κάποιες συζητήσεις αμφισβητήθηκε, αποκαλύπτοντας μια αδυναμία που ήταν ήδη ορατή και θα γινόταν πιο φανερή, όταν τα εργατικά περίχωρα του Παρισιού φλέγονταν και η Γαλλική αριστερά δυσκολευόταν να συμπαρασταθεί στα "αποβράσματα" που κυνηγούσε ο Σαρκοζί. Τμήματα της αριστεράς και του κινήματος στη Γαλλία είχαν θεωρήσει την απαγόρευση της Ισλαμικής μαντήλας στα σχολεία προοδευτικό μέτρο. Ηταν μια αφηρημένη αντιμετώπιση, από την σκοπιά του διαχωρισμού Εκκλησιών και κράτους, την ώρα που το ζήτημα που άνοιγε βρισκόταν αλλού: στις ογκούμενες διακρίσεις σε βάρος των μεταναστών (πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς) με μουσουλμανική καταγωγή.

Στο Λονδίνο, με το πιο πλούσιο μωσαϊκό ανθρώπων στον πληθυσμό του, αυτά ξεπεράστηκαν. Νεαρές μουσουλμάνες με μαντήλα στο κεφάλι συμμετείχαν στην συγκέντρωση του ΕΚΦ και στο μεγάλο συλλαλητήριο φορώντας αυτοκόλλητα του τύπου: "fuck capitalism". Φυσικά αυτό δεν έγινε αυτόματα. Ηταν μια πολιτική μάχη που κερδήθηκε με μεγάλη και συστηματική προσπάθεια και αναδείχθηκε πολύτιμη. Οταν το επόμενο καλοκαίρι, τον Ιούλη του 2005, βομβιστκές ενέργειες κόστισαν τις ζωές 50 ανθρώπων στο Μετρό και τα λεωφορεία του Λονδίνου, η κυβέρνηση Μπλερ δεν κατάφερε να δημιουργήσει κλίμα υστερίας. Πολύ γρήγορα, το κίνημα την στρίμωξε σε θέση κατηγορούμενου, όταν η Αστυνομία δολοφόνησε εν ψυχρώ έναν νεαρό Βραζιλιάνο δήθεν ύποπτο για τρομοκρατία. Το αντιπολεμικό κίνημα στη Βρετανία αποδείχθηκε ασπίδα προστασίας για τον μουσουλμανικό πληθυσμό, και οι Εργατικοί του Μπλερ έφτασαν να κατηγορούν τη νέα αριστερά το Respect, ότι σημειώνει εκλογικές επιτυχίες χάρη στην ψήφο των μουσουλμάνων!

Τα πολιτικά ξεκαθαρίσματα του Λονδίνου αποδείχθηκαν βοηθητικά και για το κίνημα στην Ελλάδα, όταν αργότερα άνοιγε το ζήτημα της απαγωγής των Πακιστανών μεταναστών. Η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο έτρεξε να υψώσει προστατευτική ασπίδα κατά των απαγωγών, κατά της Ισλαμοφοβίας, κατά των υποκλοπών και της καταπάτησης των ελευθεριών όλων μας.

Κοινωνικό vs πολιτικό

Από όλες τις διαφωνίες και τις διαμάχες που συνόδευσαν τα τρία πρώτα ΕΚΦ, η πιο βαθειά και βλαπτική ήταν η αντιπαράθεση ανάμεσα "στο κοινωνικό και στο πολιτικό". Από την Γένοβα και τη Φλωρεντία μέχρι σήμερα υπάρχει ένα ρεύμα ιδεών που ισχυρίζεται ότι το νέο κίνημα κινδυνεύει να αποδυναμωθεί γιατί γίνεται υπερβολικά πολιτικό, ενώ η πραγματική δύναμη του είναι η συνεργασία ανάμεσα σε πολλά και διαφορετικά καθαρά κοινωνικά κινήματα.

Δεν πρόκειται για κάποια ιστορικά πρωτοφανή διαμάχη. Αν γυρίσουμε πίσω στις αρχές του 20ου αιώνα θα βρούμε διάφορα κινήματα που στηρίζονταν στη βασική ιδέα ότι η πολιτική είναι βρώμικη και η λύση είναι η αποχή και η συγκέντρωση σε καθαρά κοινωνικά ζητήματα. Τότε διεκδικούσαν τον τίτλο του αναρχοσυνδικαλιστή. Σήμερα προτιμούν τον αυτοπροσδιορισμό της Αυτονομίας. Και στη μια περίπτωση και στην άλλη μπορούμε να πούμε ότι είναι ιδέες που γίνονται δημοφιλείς στα πρώτα στάδια ανάπτυξης του κινήματος.

Ενώ, από πρώτη ματιά, αυτές είναι ιδέες που προβάλονται από τη ριζοσπαστική πτέρυγα του κινήματος, στην πραγματικότητα συμβαδίζουνε με τις πιο συντηρητικές φωνές στην αμφισβήτηση της σημασίας του αντιπολεμικού κινήματος, που ήταν η πολιτική αιχμή από την Φλωρεντία μέχρι σήμερα. Ετσι είχαμε το παράδοξο να συμπλέουν στο δια ταύτα απόψεις όπως του Μπερνάρ Κασέν και της Αυτονομίας.

Η δεξιά πτέρυγα συμβουλεύει το κίνημα να αποφύγει τις πολιτικές πρωτοβουλίες, με την συλλογιστική ότι είναι πιο αποτελεσματικό να διαμορφώνει ιδέες, προγράμματα, εναλλακτικές λύσεις και να τις επιβάλει στα πολιτικά κόμματα μέσα από την πίεση της κοινής γνώμης που διαμορφώνει. Είναι μια πρόταση στρατηγικής "ηγεμονίας" μέσω των ιδεών, που στην πράξη κινδυνεύει να μετατρέψει το κίνημα σε ομάδα πίεσης πάνω στα κόμματα εξουσίας, κύρια τη Σοσιαλδημοκρατία. Από αυτή τη συλλογιστική απέρρεε η αμφισβήτηση της αναγκαιότητας των μεγάλων κινητοποιήσεων και η αντίρρηση για τις μεγάλες αντιπολεμικές πρωτοβουλίες.

Από τη μεριά της Αυτονομίας υπήρξε σύμπλευση με αυτές τις αντιρρήσεις μέσα από τη δική της συλλογιστική: τα μεγάλα συλλαλητήρια είναι συγκεντρωτικά και "εξουσιαστικά", η αντιπολεμική αιχμή επισκιάζει τη δυνατότητα κάθε ομάδας να κάνει τη δική της "επανάσταση" στο χώρο της που σε τελική ανάλυση είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Αυτή η σύμπλευση κορυφώθηκε στο ΕΚΦ του Λονδίνου, όπου οι οργανωτές κατηγορήθηκαν ότι παραβίασαν τον κοινωνικό χαρακτήρα του Φόρουμ και οι σχετικές καταγγελίες έφτασαν μέχρι βιαιοπραγίες και απαράδεκτες συκοφαντίες κατά του SWP και του ΣΕΚ.

Στην πράξη αυτού του είδους οι "αριστεροδεξιές" συνεργασίες έχουν κάνει τη ζωή δύσκολη για όλο τον κόσμο που θέλει να συμμετέχει στην διοργάνωση των ΕΚΦ. Αλλά δεν έχουν καταφέρει να ανακόψουν την δυναμική του.

Αυτό φάνηκε με τον πιο καθαρό τρόπο την περασμένη Ανοιξη, όταν ξεδιπλώθηκε η μεγάλη καμπάνια υπέρ του ΟΧΙ στο Γαλλικό δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα. Ηταν η πιο καθαρά πολιτική πρωτοβουλία του νέου κινήματος και πέτυχε την πιο μεγάλη νίκη του, σε πείσμα όλων των θεωρητικών του "κοινωνικού". Ηταν η επιστροφή της πολιτικής με κεφαλαίο Π. Ο Μπερνάρ Κασέν και το ATTAC έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην καμπάνια του ΟΧΙ, αντίστοιχο αν όχι μεγαλύτερο με το Κ.Κ. Γαλλίας, τους διαφωνούντες του Σοσιαλιστικού Κόμματος και την επαναστατική Αριστερά της LCR. Ηταν μια ζωντανή αντίφαση με όσα έλεγε ο Κασέν προηγούμενα. Ο θεωρητικός της Αυτονομίας, Αντόνιο Νέγκρι, επιβεβαίωσε τον πρωτογονισμό της σκέψης του υποστηρίζοντας το ΝΑΙ στο Ευρωσύνταγμα.

Κάτω από αυτούς τους όρους έρχεται στην Αθήνα το 4ο ΕΚΦ. Ερχεται σε μια χώρα όπου το κίνημα έχει περπατήσει παράλληλα με την διεθνή πορεία του. Σε μια χώρα όπου το καλοκαίρι της Γένοβας ήρθε μετά τις Πανεργατικές του Ασφαλιστικού και οι δημοσκοπήσεις έδειχναν μια πλειοψηφία 53% υπέρ των διαδηλώσεων της

Γένοβας. Στη χώρα όπου την Ανοιξη του 2003 γινόντουσαν συνεχώς αντιπολεμικά συλλαλητήρια από τις 15 Φλεβάρη μέχρι τις 16 Απρίλη, κλείνοντας χώρους δουλειάς σχολές και σχολεία. Και βέβαια στη χώρα όπου οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις έδειξαν ένα 72% όχι απλά να τάσεται στο πλευρό των κινητοποιήσεων στην Γαλλία αλλά και να δηλώνει ότι τα ίδια θα γίνουν και στην Ελλάδα! Αν το ΕΚΦ της Αθήνας δεν σημειώσει επιτυχία, η ευθύνη δεν θα πρέπει να αναζητηθεί πουθενά αλλού πέρα από τους διοργανωτές του.

Πέντε χρόνια ΓΕΝΟΒΑ

Αυτές τις μέρες έκλεισαν πέντε χρόνια από την δημιουργία της Πρωτοβουλίας ΓΕΝΟΒΑ 2001. Ηταν πέντε χρόνια γεμάτα δράση και προσπάθειες για να ξεδιπλωθεί η δυναμική του νέου κινήματος. Οι ρίζες βρίσκονται πίσω στην Πράγα και στις απόπειρες να γίνει το Σιατλ της Ευρώπης. Και φτάνουν σήμερα στη συμμετοχή στην Οργανωτική Επιτροπή του 4ο ΕΚΦ.

Μέσα σε αυτό το διάστημα, η Πρωτοβουλία ΓΕΝΟΒΑ αγωνίστηκε για να υπερασπίσει το νέο κίνημα απέναντι σε όσους το καταπολέμησαν και σε όσους το υποτίμησαν σεχταριστικά. Στην πράξη, αλλά και στις ιδέες. Ειδικότερα τα μέλη του ΣΕΚ που έγιναν ψυχή αυτής της Πρωτοβουλίας, δεν λυπηθήκαμε κανένα κόπο και καμιά θυσία για να δείξουμε οτι οι επαναστάτες μπορούν να αξιοποιούν τη δυναμική του κινήματος για να ανοίγουν δρόμους, ξεπερνώντας αρνητικούς συσχετισμούς και ρεφορμιστικά εμπόδια.

Οταν η ηγεσία του ΚΚΕ κατάγγελνε το κίνημα του Σιατλ σαν "θολό", αν όχι ύποπτο, εμείς καλούσαμε τον κόσμο του ΚΚΕ να έρθει μαζί μας στη Γένοβα. Το ρεύμα εκείνο αποδείχθηκε τόσο ισχυρό ώστε το ΚΚΕ οργάνωσε την δική του αποστολή, έστω αυστηρά περιφρουρούμενη γύρω-γύρω για να μην έρθει σε επικοινωνία με αυτό το "θολό" κίνημα.

Το ίδιο επαναλήφθηκε πηγαίνοντας προς τις 15 Φλεβάρη 2003. Η πρώτη αντίδραση του Ριζοσπάστη ήταν να αναρωτηθεί ποιος νομιμοποιούνταν να καλέσει μια παγκόσμια μέρα αντιπολεμικής δράσης. Δεν αναγνώριζε στο ΕΚΦ της Φλωρεντίας αυτό το δικαίωμα. Αλλά στην πορεία προσαρμόστηκε διεκδικώντας για τον εαυτό του αυτή τη "δόξα" και φροντίζοντας να οργανώνει τις δικές του χωριστές συγκεντρώσεις.

Στην προσπάθεια για την οικοδόμηση του αντιπολεμικού κινήματος χρειάστηκε να συγκρουστούμε με τις ταλαντεύσεις και της ηγεσίας του Συνασπισμού. Στα πρώτα βήματα κινήθηκε με την γραμμή των ίσων αποστάσεων ανάμεσα στον Μπους και τους Ταλιμπάν, οργανώνοντας κινητοποίηση κατά της τρομοκρατίας στο Σύνταγμα. Χρειάστηκε να περάσει αρκετός καιρός για να φανεί ότι η Πρωτοβουλία ΓΕΝΟΒΑ αρχικά και η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο στην συνέχεια είχε πολύ πιο σωστή αντιμετώπιση, αν και η ηγεσία του ΣΫΝ ποτέ δεν παραδέχθηκε τίμια και ανοιχτά εκείνα τα λάθη της.

Για την ακρίβεια, τα λάθη συνεχίστηκαν με την ηγεσία του ΣΥΝ να υιοθετεί τις επικρίσεις κατά του 3ου ΕΚΦ του Λονδίνου και να συμπλέει με το μοντέλο της Αυτονομίας για την διοργάνωση του 4ου ΕΚΦ στην Αθήνα: όχι πολιτικές επιλογές, κατάργηση των Ολομελειακών συζητήσεων που διοργανώνονται κεντρικά, κατακερματισμός σε επιμέρους σεμινάρια όπου δεν υπάρχει κανένα κριτήριο επιλογής -"κάθε πρόταση έχει την ίδια αξία με κάθε άλλη".

Η Πρωτοβουλία ΓΕΝΟΒΑ ήταν αυτή που μαζί με αδερφές κινήσεις από άλλες χώρες επέμενε ότι αυτό το μοντέλο είναι προβληματικό. Υποστηρίξαμε ότι οι πολιτικές επιλογές είναι αναγκαίες και όποιος τις αποφεύγει κρύβεται πίσω από το δάχτυλο του. Υποστηρίξαμε ότι η διεύρυνση του κινήματος δεν γίνεται με την "πολυσυλλεκτική" μέθοδο του "ο καθένας το σεμινάριο του". Λες και αθροίζουμε πατάτες σε κάποιο σακί. Υπάρχουν μέτωπα που ανοίγει το κίνημα στην δράση και αυτά καθορίζουν τις επιλογές για τις κεντρικές συζητήσεις και τους άξονες που μπορούν να συσπειρώνουν τον κόσμο. Τίποτα από αυτά δεν μπορεί να αντικατασταθεί από ελκυστικές συναυλίες τα βράδια, δηλαδή την παλιά καλή συνταγή των κομματικών Φεστιβάλ όπως κατάντησαν στον εκφυλισμό τους.

Στην πραγματικότητα αποδείχθηκε ότι είχαμε δίκιο. Οταν συγκεντρώθηκε η Ευρωπαϊκή Ομάδα Προγράμματος για να εξετάσει τις προτάσεις που είχαν υποβληθεί διαπιστώθηκε ότι τα πιο πολλά σεμινάρια είχαν προταθεί στις θεματικές ενότητες του πολέμου και της στρατηγικής του κινήματος. Οι διάφορες κινήσεις που συμμετείχαν στο 4ο ΕΚΦ αυθόρμητα ανάδειξαν αυτά τα θέμματα σε κυρίαρχα αφού όλες ήθελαν να οργανώσουν κάποια συζήτηση γι'αυτά. Η πολιτική επιστρέφει και τίποτα δεν μπορεί να τη σταματήσει τεχνητά.

Παρόλα αυτά, αντιμετωπίσαμε και πάλι πιέσεις για να περιοριστεί ο αριθμός των συζητήσεων με θέμα τον πόλεμο και την στρατηγική του κινήματος.

Ευτυχώς, η Πρωτοβουλία ΓΕΝΟΒΑ και η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο δεν υπέκυψαν σε αυτές τις πιέσεις, θα ήταν τραγικό λάθος κάτι τέτοιο, την ώρα που η Κοντολίζα Ράϊς ερχόταν στην Αθήνα κλιμακώνοντας τις πιέσεις για ελληνική και γενικότερα ευρωπαϊκή εμπλοκή στα τελεσίγραφα κατά του Ιράν.

Πλειοψηφία

Στην πραγματικότητα το 4ο ΕΚΦ της Αθήνας συμπίπτει με την αρχή μιας νέας φάσης για το κίνημα, όπου το αντιπολεμικό γίνεται σαρωτικά πλειοψηφικό και η κρίση του νεοφιλελευθερισμού κορυφώνεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη μεγαλύτερη αντιπολεμική κίνηση των ΗΠΑ, στο United for Peace and Justice, η συζήτηση που ανοίγει αφορά το ερώτημα "Πώς μπορεί η αντιπολεμική πλειοψηφία να επιβάλει τη θέληση της ώστε να σταματήσει ο πόλεμος;" Προφανώς αυτό δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ. Και στη Βρετανία το αντιπολεμικό κίνημα έχει κερδίσει την πλειοψηφία με το μέρος της άποψης ότι ο πόλεμος στο Ιράκ ήταν άδικος, η κατοχή αποδείχθηκε καταστροφική και τα στρατεύματα πρέπει να αποχωρήσουν. Παρόλα αυτά, ο Μπλερ στέκεται στο πλευρό του Μπους και στο Ιράκ και στο Ιράν και περιφρονούν προκλητικά την γνώμη της πλειοψηφίας. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα.

Για να είμαστε ακριβείς, το πρόβλημα είναι γενικότερο. Στη Γαλλία, η πλειοψηφία χρειάστηκε να βγεί σε απεργίες, καταλήψεις και διαδηλώσεις για να βρεί το δίκιο της απέναντι στον άδικο νόμο του Βιλπέν. Οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις βρίσκονται όλο και περισσότερο απονομιμοποιημένες στα μάτια της πλειοψηφίας. Στην Λατινική Αμερική αυτό έχει φτάσει στην ανάδειξη κυβερνήσεων που διακηρύτουν ανοιχτά την αντιπαλότητα τους με το νεοφιλελευθερισμό και το ζήτημα που ανοίγει είναι αν ο Μοράλες και ο Τσάβες θα υλοποιήσουν τις διακηρύξεις τους ή θα συμβιβαστούν ή θα ανατραπούν. Στην Ευρώπη δεν έχουν φτάσει ακόμα εκεί τα πράγματα, αλλά και εδώ η εναλλαγή ανοιχτά νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων αμφισβητείται. Παντού το κίνημα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και τον πόλεμο παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις, πλειοψηφίας. Δεν είναι ένα κίνημα σε κάμψη, είναι ένα κύμα ογκούμενο που αναζητεί τρόπους για να είναι νικηφόρο.

Προφανώς αυτό κάνει επίκαιρη στο εσωτερικό του τη συζήτηση για επανάσταση. Για τους μαρξιστές, είναι ξεκάθαρο ότι μόνο μέσα από τον επαναστατικό δρόμο μπορεί η πλειοψηφία να επιβάλει το δίκιο της. Τώρα, αυτή η σκέψη απασχολεί πολύ περισσότερους ακτιβιστές, έστω κι αν ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες.

Ισως αυτή η διαπίστωση να τρομάζει κάποιες ηγεσίες που θεωρούν ότι η επανάσταση ανήκει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Αυτό μπορεί να σημαίνει εντάσεις και συγκρούσεις μέσα στο κίνημα, όχι μόνο για τον στρατηγικό προσανατολισμό και την επικαιρότητα της επανάστασης, αλλά και για πολλές πιο άμεσες επιλογές: πώς θα αντιμετωπίζουμε την συμμετοχή της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης στην κυβέρνηση Πρόντι στην Ιταλία; θα υπάρχει μετά από λίγο παρόμοιο ζήτημα στη Γαλλία; Ποια θα είναι η εναλλακτική λύση απέναντι στην ΝΔ στην Ελλάδα;

Ολα αυτά είναι συζητήσεις που ανοίγουν, και το μέλλον του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ είναι δεμένο με την πορεία τους. Οσοι προσπαθήσουν να τις αποφύγουν, εθελοτυφλούν. Το σίγουρο είναι ότι οι επαναστάτες αντιμετωπίζουν την πρό(σ)κληση να είναι εκεί και να δώσουν τις καλύτερες απαντήσεις.