Άρθρο
Καπιταλισμός και αναπηρία

Αντιπροσωπεία της Κίνησης “Μηδενική Ανοχή” συ

Οι παραολυμπιακοί αγώνες στο Ρίο έφεραν στη δημοσιότητα τους ανάπηρους ανθρώπους.1 Συγκινητικές εικόνες έκαναν το γύρο του κόσμου, μιλώντας ακόμα και για «υπερανθρώπους» και προσωρινά δόθηκε η εντύπωση ότι η εποχή που οι ανάπηροι και οι ανάπηρες αντιμετωπίζονταν με οίκτο ή περιφρόνηση σαν «σπαστικά» και «σακάτηδες» έχει παρέλθει οριστικά. 

Πριν σβήσουν τα φλας από τις κάμερες έγινε γνωστό ότι ανάπηροι αθλητές από φτωχότερες χώρες δεν κατάφεραν καν να ταξιδέψουν στη Βραζιλία γιατί είχαν κοπεί τα έξοδα για τα οδοιπορικά τους. Στη Βρετανία, ακτιβιστές οργάνωσαν διαμαρτυρίες ενάντια στις περικοπές και τη διάλυση του κοινωνικού κράτους. Στην Ελλάδα η κίνηση «Μηδενική ανοχή» μίλησε ανοιχτά για καλλιέργεια λανθασμένων εντυπώσεων από την καμπάνια του ΟΠΑΠ με τίτλο «Αδύνατον», με αποκορύφωμα ένα σποτ που ουσιαστικά εκβιάζει την στιγμιαία συγκίνηση και συμπάθεια προς τους ανάπηρους και ένα γενικόλογο ευχολόγιο κατανόησης και καταξίωσης, αγνοώντας το πραγματικό υπόβαθρο: τον κοινωνικό χαρακτήρα της διάκρισης που αντιμετωπίζουν οι ανάπηροι μέσα στην καπιταλιστική κοινωνία.2

Παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί σε επίσημο επίπεδο σχετικά με την αποδοχή των ανάπηρων, η παγκόσμια κατάσταση είναι σοκαριστική. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ),3 οι ανάπηροι-ες αποτελούν πλέον περίπου το 15% του πληθυσμού του πλανήτη (από 10% το 2008), δηλαδή 1 δισεκατομμύριο. Οι διακρίσεις που αντιμετωπίζουν είναι μεγάλες και ξεκάθαρες: Το ποσοστό απασχόλησης στις αναπτυγμένες χώρες είναι μόλις 44% σε σχέση με τον μέσο όρο που φτάνει το 75%, και η πρόσβαση στην εκπαίδευση αποτελεί μέχρι και σήμερα πολυτέλεια για τους περισσότερους. Η μεγάλη πλειοψηφία των ανάπηρων είναι φτωχοί και ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό ζει στις φτωχές χώρες, χωρίς οικονομική υποστήριξη και υποδομές. 

Τα μνημόνια βλάπτουν σοβαρά τους ανάπηρους

Η διάλυση του κοινωνικού κράτους στις χώρες της Δύσης έχει αρχίσει να ξηλώνει τη δημόσια υγεία και τις κατακτήσεις που είχαν κερδίσει οι ανάπηροι με τις διεκδικήσεις τους στο παρελθόν, ενώ οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις έχουν εξαπολύσει κυριολεκτικά κυνήγι μαγισσών ενάντια στους «δήθεν ευπαθείς που ρημάζουν την οικονομία». Στόχος τους το τσάκισμα όχι μόνο των επιδομάτων, αλλά και όλου του πλέγματος υγείας, παιδείας, προσβασιμότητας και ανεξάρτητης διαβίωσης που είχε κτιστεί μια προηγούμενη περίοδο. 

Η Ελλάδα υπέγραψε το 2007 το πρωτόκολλο του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρία, το οποίο τυπικά κατοχυρώνει τεράστιες δυνατότητες.4 Όμως η κατάσταση για τους περίπου ένα εκατομμύριο ανάπηρους είναι απλά τραγική: Η συμμετοχή τους στην εκπαίδευση είναι μόλις 15%, το ποσοστό απασχόλησης 20 με 25%, για τους περισσότερους δεν υπάρχουν δυνατότητες για αξιοπρεπή ανεξάρτητη ζωή, οπότε τα βάρη πέφτουν στις εργατικές οικογένειες, συχνά με κατάληξη τα νοσοκομεία και ιδρύματα, που λειτουργούν σε οριακές συνθήκες χωρίς ειδικευμένο προσωπικό. Τα άσυλα έπρεπε μέχρι το 2015 να έχουν αντικατασταθεί από δομές αποασυλοποίησης, δηλαδή ξενώνες, οικοτροφεία και κέντρα προεπαγγελματικής εκπαίδευσης. Είναι όμως γνωστό ότι περισσότεροι από 900 ανάπηροι εξακολουθούν να είναι τρόφιμοι κρατικών ιδρυμάτων (δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για το «έργο» των ιδρυμάτων της Εκκλησίας). Μια «έφοδος» ακτιβιστών στο ΚΕΠΕΠ στα Λεχαινά τον Νοέμβρη του 2015 αποκάλυψε παιδιά δεμένα με ιμάντες πάνω σε κρεβάτια-κλουβιά και απάνθρωπες καταστάσεις άγνοιας, παραίτησης και εγκατάλειψης.5 

Πολλές από τις κατακτήσεις του κινήματος ανάπηρων είναι άγνωστες στην Ελλάδα, όπως οι υποδομές για την κίνηση και προσβασιμότητα για ανάπηρους, οι οποίες είναι θεμελιώδεις ώστε να μπορούν, ακόμα κι όταν έχουν κατακτήσει κάποια δικαιώματα να τα μετατρέψουν σε πραγματικότητα: Αν και ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός από το 2000 προβλέπει υποχρεωτικό «Καθολικό σχεδιασμό», αυτό συχνά δεν τηρείται. Αποτέλεσμα: σχολεία και δημόσια κτήρια χωρίς ράμπες και χωρίς ασανσέρ, μέσα μαζικής μεταφοράς χωρίς πρόβλεψη για αμαξίδιο, περιστατικά όπου σκύλοι-συνοδοί πετάγονται έξω από δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. 

Τα μνημόνια και οι περικοπές τείνουν να αποτελειώσουν την πολιτική των πενιχρών επιδομάτων και την υγειονομική περίθαλψη και υποστήριξη. Ποιός μπορεί να ξεχάσει την άθλια προπαγάνδα με αφορμή τους «ψευτο-τυφλούς» της Ζακύνθου τo 2010, εξ’αιτίας της οποίας χιλιάδες αληθινοί τυφλοί έμειναν για μήνες χωρίς σύνταξη και από τότε πολλοί ανάπηροι αντιμετωπίζουν σφιχτότερες διαδικασίες και κλειστές πόρτες; Ποιός μπορεί να αγνοήσει το οριζόντιο κόψιμο των δωρεάν ορθοπεδικών ειδών και τεχνητών μελών για ανθρώπους με κινητικά προβλήματα με το δεύτερο μνημόνιο; Όταν ένα αμαξίδιο κοστίζει 5000 ευρώ και το κράτος καλύπτει τα 800, η κατάληξη είναι ανάπηροι που έχουν να βγουν από το σπίτι τους χρόνια6 και βέβαια πεθαίνουν σε μικρή ηλικία. Απέναντι σε αυτή την συνειδητή εγκατάλειψη, η κίνηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να αυξήσει το ποσοστό εισόδου των ΑμεΑ στο Δημόσιο εκτός διαδικασίας ΑΣΕΠ από 10 σε 15% είναι συμβολική αν όχι υποκριτική, μια και ο αριθμός προσλήψεων παραμένει εδώ και χρόνια σε αμελητέα επίπεδα.

Ο καπιταλισμός δημιουργεί ανάπηρους

Στις περισσότερες νομαδικές και προ-φεουδαρχικές κοινωνίες γενικά υπήρχε φροντίδα για τους ανάπηρους και τα πρεσβύτερα μέλη της κοινότητας, καταμερίζοντας τις εργασίες ανάλογα με την δυνατότητα και την φυσική δύναμη του κάθε μέλους. Στις φεουδαρχικές κοινωνίες, παρά τις προκαταλήψεις που κυριαρχούσαν, υπήρχε πάντα θέση για αυτούς στο οικογενειακό νοικοκυριό. Η «ιστορική ήττα» των ανάπηρων ήρθε με την επικράτηση του καπιταλισμού και κυρίως με τη βιομηχανική επανάσταση, όταν η παραγωγή μεταφέρθηκε στα εργοστάσια καταστρέφοντας τα μικρά νοικοκυριά και επιβάλλοντας ένταση, ταχύ ρυθμό και πολύωρες βάρδιες στην εργασία. Οι αλλαγές αυτές επέβαλαν το πρότυπο του αρτιμελούς, αποδοτικού εργάτη. Αυτός άξιζε το μεροκάματο κι ας ήταν πενιχρό. Ασθενείς (σωματικά ή ψυχικά), ανάπηροι, ηλικιωμένοι δεν είχαν θέση σ’αυτό τον κόσμο, αποκλείστηκαν από την παραγωγή και χωρίς μισθό έπρεπε να στηρίζονται στις οικογένειές τους. 

Σιγά-σιγά εμφανίστηκαν οι θεωρίες που μιλούσαν για «βάρος» και κοινωνικό πρόβλημα στις πλάτες της εργατικής οικογένειας που ήδη βρισκόταν στο όριο της επιβίωσης και ξεκίνησε η διαδικασία ιδρυματοποίησης, ο εγκλεισμός σε άσυλα, ειδικά σχολεία και νοσοκομεία. Παράλληλα ξεκίνησε η προσπάθεια μέσω της ιατρικής για έρευνα, ταξινόμηση και επιστημονική αντιμετώπιση των ασθενειών και των μορφών αναπηρίας. Για πρώτη φορά μπόρεσε να γίνει διαχωρισμός των ψυχικών νοσημάτων και απόπειρα κατανόησής τους, αν και συχνά με αντιδραστική θεωρητικοποίηση. Για παράδειγμα, το 1866 έγινε ταυτοποίηση του συνδρόμου Ντάουν από τον μεταρρυθμιστή Λάνγκτον Ντάουν, όμως ακολουθώντας τα βικτωριανά ήθη της εποχής κατέληξε στο ότι πρόκειται για εκφυλισμένο είδος και έμεινε για χρόνια γνωστό σαν «Μογγόλοι»!7

Ο καπιταλισμός εξελισσόταν στην πρώτη ιστορικά μορφή παραγωγικής οργάνωσης που είχε τη δυνατότητα να θρέψει, να ντύσει και να στεγάσει τον πληθυσμό ολόκληρου του πλανήτη, ενώ η επιστημονική και ιατρική πρόοδος παρείχε τις βάσεις για κατανόηση και θεραπεία πολλών ασθενειών. Όμως η εργατική τάξη που παρήγαγε όλο αυτό τον πλούτο βρισκόταν αποκλεισμένη από οποιοδήποτε έλεγχο στη διαδικασία παραγωγής και τις αποφάσεις. Όποιος εξαιρείτο από την παραγωγή λόγω εργατικού ατυχήματος, ή άλλης βλάβης (γενετήσιας ή επίκτητης), πεταγόταν στο περιθώριο και εξοστρακιζόταν από την κοινωνία γενικότερα. Η αναπηρία είναι καρπός του καπιταλιστικού συστήματος και βιώνεται σαν ειδική μορφή κοινωνικής καταπίεσης. Η διάκριση γεννήθηκε μέσα στη βιομηχανική επανάσταση αλλά επεκτάθηκε μαζί με την παγκοσμιοποίηση του συστήματος σε όλες τις γωνιές του πλανήτη, συχνά με την πιο ακραία εξαθλιωμένη μορφή που βλέπουμε στις φτωχογειτονιές των μεγαλουπόλεων των φτωχών χωρών.

H οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη του συστήματος αντί να μειώσει, αύξησε τους ανάπηρους. Δίπλα στα θύματα των πολεμικών συγκρούσεων προστέθηκαν οι τερατογενέσεις και οι καρκίνοι της ατομικής ενέργειας και της μόλυνσης του περιβάλλοντος. Οι φαρμακευτικές εταιρίες ευθύνονται για χιλιάδες ανάπηρα παιδιά, από τα «παιδιά της θαλιδομίδης», μέχρι τα παιδιά φορέων του HIV στην Αφρική που δεν μπορούν να προμηθευτούν τα πανάκριβα σχετικά φάρμακα. Πρόσφατα στην Ινδία 47.000 νήπια χρησιμοποιήθηκαν ουσιαστικά σαν πειραματόζωα για ένα νέο εμβόλιο πολιομυελίτιδας και κόλλησαν την ασθένεια μέσω του εμβολίου! Η στέρηση των φτωχών χωρών από υποδομές, καθαρό νερό και στοιχειώδεις ιατρικούς ελέγχους προκαλεί ασθένειες που σήμερα θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Το 80% των ανάπηρων ζει στις φτωχές χώρες. 

Τα τελευταία χρόνια η οικονομική κρίση, οι ανισότητες και το εργασιακό άγχος έχουν πολλαπλασιάσει τα ψυχικά νοσήματα κάθε είδους, ενώ οι μεγαλύτερες απαιτήσεις σε γνώση έκαναν ορατές μαθησιακές δυσκολίες όπως η δυσλεξία. Κάθε φορά τις επιπτώσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν οι παθόντες σε ατομικό επίπεδο και όχι αυτός που τις προκάλεσε.

Η ιδέα ότι οι ανάπηροι είναι λιγότερο παραγωγικοί, λιγότερο ικανοί, περισσότερο εξαρτώμενοι από κάποιου είδους υποστήριξη είναι σήμερα κυρίαρχη –ακόμη κι αν δεν ομολογείται ανοιχτά-, και με καπιταλιστικούς όρους αρκετά πραγματική. Οι αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες επενδύουν σε λειτουργίες που συνδέονται με την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης όπως η υγεία, η παιδεία, οι κοινωνικές υπηρεσίες γιατί χρειάζονται εργατικό δυναμικό υγιές, εξειδικευμένο και έτοιμο για δουλειά. Αλλά σε κάθε σχεδιασμό μπαίνουν τεχνο-οικονομικά κριτήρια. Η αποκατάσταση μικρότερων «βλαβών» είναι προτιμότερη από τη χρονοβόρα και απαιτητική αγωγή μακρόχρονων παθήσεων με αμφίβολη κατάληξη για την τελική υγεία του ασθενούς, που περνάει σε χαμηλότερη προτεραιότητα. Η ρίζα της καταπίεσης βρίσκεται στο κριτήριο της κερδοφορίας. Οι περισσότεροι εργοδότες θεωρούν τους ανάπηρους εργαζόμενούς τους «πρόβλημα», κάτι το δύσκολο, ιδιαίτερο και διαφορετικό, που τους κοστίζει περισσότερο και αποδίδει λιγότερο κι επομένως είναι οι πρώτοι που πετάνε εκτός παραγωγής αν και έρευνες απέδειξαν ότι η επιβάρυνση δεν είναι τελικά τόσο μεγάλη. Οι ανάπηροι εργάτες παράγουν πλούτο και υπεραξία αλλά με κριτήριο το κέρδος οι καπιταλιστές τους θεωρούν «φύρα». 

Το καπιταλιστικό σύστημα διαιρεί την κοινωνία σε τάξεις με αντικρουόμενα συμφέροντα και υπονομεύει τον τρόπο που σχετίζονται οι άνθρωποι μεταξύ τους. Οι ανθρώπινες σχέσεις υποβιβάζονται σε συναλλαγές μεταξύ πελατών και εμπόρων που ανταγωνίζονται για το ποιός θα διαπρέψει στην κούρσα για βαθμούς, για μπόνους, για προαγωγή, για ατομική διάκριση. Πολλοί ανάπηροι εστιάζουν στη νοοτροπία του μέσου όρου της κοινωνίας και στις απαράδεκτες συμπεριφορές που πράγματι συμβαίνουν, όμως η ουσία της καταπίεσης δεν βρίσκεται στα μυαλά των ανθρώπων. Αμηχανία και συντηρητισμός απέναντι στους ανάπηρους ασφαλώς υπάρχει αλλά ο στιγματισμός είναι σύμπτωμα, όχι ρίζα του προβλήματος. Γι’ αυτό δεν αρκούν οι ευχές και η επιμόρφωση ούτε η αντικατάσταση των λέξεων με πολιτικά ορθούς όρους για να σταματήσει η καταπίεση (παρόλο που είναι σωστό να σταματήσει η προσβλητική γλώσσα). 

Η καταπίεση των ανάπηρων έχει ομοιότητες με άλλες μορφές καταπίεσης που βιώνουν κοινωνικές ομάδες όπως οι ΛΟΑΤΚΙ και οι μετανάστες αλλά η καρδιά της καταπίεσης βρίσκεται λιγότερο στη δαιμονοποίηση του «διαφορετικού» και περισσότερο στην εγκατάλειψη και την περιθωριοποίηση ενός κομματιού που δεν αποδίδει τόσο όσο απαιτεί το σύστημα. 

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ανάπηροι δεν έχουν χρησιμοποιηθεί σαν αποδιοπομπαίοι τράγοι.Τη δεκαετία του 1920, εμφανίστηκε η ρατσιστική θεωρία του Ευγονισμού που κήρυσσε τον μύθο της τετελεσμένης σύνδεσης ανάμεσα στην αναπηρία (φυσική ή διανοητική) και την εγκληματικότητα. Πατώντας στις χειρότερες δοξασίες περί φυλετικής ανωτερότητας ισχυριζόταν ότι η συνεχιζόμενη γέννηση ανάπηρων παιδιών αποτελούσε απειλή για τη φυλετική καθαρότητα. Μέχρι το 1938 είχε εξελιχθεί σε επίσημη πολιτική και 33 πολιτείες των ΗΠΑ νομοθέτησαν προγράμματα στείρωσης, τα οποία ευθύνονται για την υποχρεωτική στείρωση πάνω από 63.000 ανάπηρων από το 1921 μέχρι το 1964. Μέσω νόμων ή όχι, η ευγονική στείρωση ήταν συνηθισμένη πρακτική μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα σε χώρες όπως η Βρετανία, η Δανία, η Ελβετία, η Σουηδία, ο Καναδάς.8

Δεν είναι να απορεί κανείς, που η ακραία απόληξη της Ευγονικής θεωρίας βρήκε άξια εφαρμογή στη ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ. Εκεί, η εξόντωση των ανάπηρων αποτέλεσε το πρώτο στάδιο στα σχέδια του για «εξαγνισμό» της Άριας φυλής από αυτούς που θεωρούσε αδύναμους ή μη παραγωγικούς. Ο ναζισμός πρέσβευε ότι η αναπηρία είναι δείγμα εκφυλισμού και επομένως οι ανάπηροι «δεν άξιζαν να ζουν» ούτε να «τους τρέφουν». Η υποχρεωτική στείρωση για ανθρώπους με αναπηρίες ψηφίστηκε το 1933, και εφαρμόστηκε σε 400.000 ανάπηρους. Η κορύφωση αυτής της εκστρατείας ήταν η επιχείρηση Τ-4, το διαβόητο πρόγραμμα μαζικής εξόντωσης ανάπηρων με δηλητηριώδη αέρια σε υποτιθέμενα λουτρά και πούλμαν. Οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν λίγα χρόνια μετά στο Ολοκαύτωμα των Εβραίων είχαν δοκιμαστεί με το πρόγραμμα Τ-4, με αποτέλεσμα πάνω από 275.000 νεκρούς, χωρίς να υπολογίζονται τα θύματα που εξοντώθηκαν μέσα στα στρατόπεδα.9 Για αυτό το έγκλημα δεν έχει ζητήσει συγγνώμη κανείς. Ούτε όμως για τις ευγονικές στειρώσεις, που διακριτικά εγκαταλείφθηκαν μετά την κατακραυγή από τις θηριωδίες του ναζισμού.

Ας μιλήσουμε για αναπηρία

Η δημόσια εικόνα για τους ανάπηρους και τις ανάπηρες έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα επιφανειακά. Η ουσία της καταπίεσης που αντιμετωπίζουν κρύβεται πίσω από τις πρακτικές της φιλανθρωπίας και του πολιτικά ορθού λόγου.

Ακόμα όμως και κυρίαρχοι οργανισμοί όπως ο ΠΟΥ και ο ΟΗΕ έχουν αναγκαστεί να γίνουν πιο περιεκτικοί στους ορισμούς της αναπηρίας. Έτσι η έκθεση του ΠΟΥ (2011) αναφέρεται σε τρία διαφορετικά στοιχεία: Το πρώτο είναι οι βλάβες στις σωματικές δομές και λειτουργίες, η στέρηση μέρους ή του συνόλου ενός μέλους, η ύπαρξη ενός ελαττωματικού μέλους, το δεύτερο είναι οι περιορισμοί στις ατομικές δραστηριότητες και το τρίτο είναι οι περιορισμοί που σχετίζονται με τη συμμετοχή στην κοινωνία και στα κοινά.10 

Πρόκειται για μεγάλο βήμα σε σχέση με το «ιατρικό μοντέλο» που θεωρεί την αναπηρία ατομικό πρόβλημα που πρέπει να θεραπευθεί ώστε το άτομο να ομαλοποιηθεί, να γίνει δηλαδή ίδιο με αυτό που θεωρείται «φυσιολογικό» στην κοινωνία. Η ιατρική προσέγγιση έχει σήμερα υποχωρήσει σε σχέση με το «κοινωνικό μοντέλο», σύμφωνα με το οποίο δεν υπάρχει ζήτημα «δυσλειτουργίας» του μεμονωμένου ανάπηρου ανθρώπου, δηλαδή την αναπηρία δεν την προκαλεί η βλάβη, αλλά η κοινωνία μέσω των αρνητικών συμπεριφορών, του στιγματισμού και των αποκλεισμών από τη δημόσια ζωή. Το ζήτημα επομένως δεν είναι να γιατρευτεί το ανάπηρο άτομο, αλλά να αλλάξει η κοινωνία, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τους ανάπηρους, ώστε να ζουν με ισοτιμία και αξιοπρέπεια. 

Το «κοινωνικό μοντέλο» δεν έπεσε από τον ουρανό. Υπήρξε καρπός της ανάλυσης μιας ομάδας αριστερών, της «Ένωσης Αναπήρων κατά του Διαχωρισμού» (UPIAS), που το 1976 δήλωνε: «Κατά την άποψή μας, είναι η κοινωνία που καθιστά ανάπηρους τους ανθρώπους με σωματικές βλάβες. Η αναπηρία επιβάλλεται επιπρόσθετα από τις βλάβες μας με τρόπο τέτοιο που απομονωνόμαστε χωρίς λόγο και αποκλειόμαστε από την πλήρη συμμετοχή μας στην κοινωνία. Επομένως οι ανάπηροι είναι ένα καταπιεσμένο κομμάτι της κοινωνίας».11 Η θεωρία αυτή εξελίχθηκε στη συνέχεια από τον μαρξιστή Μάικλ Όλιβερ12 με στόχο (κατά τον ίδιο) να δώσει εργαλεία στους ανάπηρους που θέλουν να αγωνιστούν.

Από τη φιλανθρωπία στα κινήματα χειραφέτησης

Η πρώτη μορφή στήριξης των ανάπηρων έφερε τη σφραγίδα του καπιταλιστικού συστήματος και της κυρίαρχης τάξης. Κυρίες της καλής κοινωνίας και καλοστεκούμενοι χορηγοί έστησαν τις πρώτες φιλανθρωπικές οργανώσεις για την προστασία και την υποστήριξη των ανάπηρων, σε εποχές που το μέσο προσδόκιμο ζωής στις εργατουπόλεις ήταν από 17 μέχρι 37 χρόνια και οι μεταδοτικές αρρώστιες θέριζαν. Με τη στροφή του εικοστού αιώνα όμως, η άνοδος του εργατικού κινήματος και του συνδικαλισμού στην Ευρώπη τροφοδότησε τον σχηματισμό των πρώτων συλλογικοτήτων αναπήρων, που σε συνεργασία με τα εργατικά σωματεία διεκδίκησε καλύτερες συνθήκες δουλειάς και ανθρώπινες συντάξεις. Το 1920 η Εθνική Ένωση Τυφλών και Ανάπηρων οργάνωσε μια πανεθνική διαδήλωση στην πλατεία Τραφάλγκαρ με σύνθημα «Δικαιώματα, όχι φιλανθρωπία». Ήδη το 1913 η Έλεν Κέλερ έγραφε «Πολλές νέες γυναίκες γεμάτες αφοσίωση και καλή θέληση ασχολούνται με επιφανειακές αγαθοεργίες. Προσπαθούν να ταϊσουν τους φτωχούς χωρίς να γνωρίζουν τα αίτια της φτώχειας, να περιθάλψουν τους άρρωστους χωρίς να ξέρουν τα αίτια της αρρώστιας... Εμείς αγωνιζόμαστε για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όμως έχουμε ανάγκη για κοινωνικό μετασχηματισμό».13 

Το σύγχρονο κίνημα χειραφέτησης ανάπηρων εμφανίστηκε στις ΗΠΑ και αρκετοί ακτιβιστές το περιέγραψαν με τον όρο «το τελευταίο κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων» σε αντιστοιχία με το κίνημα για τα δικαιώματα των μαύρων που έδωσε την έμπνευση και την αυτοπεποίθηση για αγώνες. Τα «Κυλιόμενα τετράτροχα» (Rolling Quads) ήταν μια οργάνωση φοιτητών σε αμαξίδια στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια που ίδρυσαν το 1971 το πρώτο Κέντρο Ανεξάρτητης Διαβίωσης και πρόβαλαν αιτήματα για τερματισμό του ιδρυματισμού μέσα από τη δυνατότητα για αυτοδύναμη διαβίωση. Μέσα σε λίγα χρόνια είχαν δημιουργηθεί εκατοντάδες παρόμοια κέντρα στις ΗΠΑ, τον Καναδά, τη Βραζιλία, τη Βρετανία. Οι ανάπηροι βρέθηκαν στην καρδιά της γενικής ριζοσπαστικοποίησης της αμερικάνικης νεολαίας. Χαρακτηριστικές φωτό από το συνέδριο του Δημοκρατικού κόμματος στο Σικάγο το 1968 δείχνουν ανάπηρους σε αμαξίδια στην πρώτη γραμμή να δίνουν τη μάχη μαζί με τους αγωνιστές του αντιπολεμικού κινήματος. Συνδυάζοντας τον ακτιβισμό με την πολιτική πίεση στα κόμματα που κυβερνούσαν, τα κινήματα χειραφέτησης ανάπηρων απέσπασαν από τις κυβερνήσεις νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, προγράμματα ανεξάρτητης διαβίωσης και «καθολικού σχεδιασμού» των πόλεων. Αυτές τις κατακτήσεις προσπαθούν σήμερα να πάρουν πίσω οι διαχειριστές του συστήματος με τις νεοφιλελεύθερες τακτικές τους. Παρά την υποχώρηση των παλιών πρωτοπόρων ακτιβιστών, νέες συλλογικότητες ανάπηρων έχουν αναδυθεί μέσα από τους αγώνες ενάντια στις περικοπές. Στη Βρετανία οι «Ανάπηροι ενάντια στις περικοπές» (DPAC) και τα «Μαύρα τρίγωνα», στον Καναδά το TDPM, στην Ελλάδα η «Μηδενική ανοχή».

Και στην Ελλάδα

Με το σύνθημα «Ψωμί, παιδεία και όχι επαιτεία» στις 2 Μάη 1976 300 περίπου άνθρωποι με προβλήματα όρασης κατέλαβαν τον «Οίκο τυφλών» στην Καλλιθέα και για μήνες τον μετέτρεψαν σε ορμητήριο δυναμικών και οργανωμένων κινητοποιήσεων με αίτημα την αλλαγή του καθεστώτος διοίκησης και διαχείρισης, του οποίου τον αποκλειστικό έλεγχο είχε ως τότε η Αρχιεπισκοπή Αθηνών σε συνεργασία με την αμερικανική πρεσβεία. Οι οικότροφοι του ιδρύματος και οι συμπαραστάτες τους κατήγγειλαν δημόσια τη διοίκηση για κακοδιαχείριση και ανάλγητη συμπεριφορά και υπερβαίνοντας, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, την περιθωριοποίηση των ανθρώπων με αναπηρία, διεκδίκησαν με συγκεντρώσεις, καταλήψεις και δικαστικούς αγώνες την παρέμβαση του κράτους και την ενεργοποίηση του κόσμου, ώστε να αλλάξουν ριζικά οι όροι της καθημερινής τους διαβίωσης. Αυτός ο τρομερός αγώνας ήταν παιδί της ριζοσπαστικοποίησης της μεταπολίτευσης και της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, από την οποία παράφρασαν το κεντρικό τους σύνθημα, αλλά και τα υπόλοιπα «Έξω η χούντα απ’ τη σχολή», «Ψωμί, δουλειά και όχι ζητιανιά», «Έξω οι εκμεταλλευτές» που εξέφραζαν το κλίμα και τη διάθεση της περιόδου.

Το ντοκιμαντέρ της Μαίρης Χατζημιχάλη-Παπαλιού «Ο αγώνας των τυφλών» κατέγραψε τα γεγονότα και κάθε φορά που προβάλλεται θυμίζει ότι δεν επρόκειτο για μεμονωμένη στιγμή αλλά για πολιτικό αγώνα διαρκείας ενάντια στον αρχιεπίσκοπο, την αμερικάνικη πρεσβεία και την κυβέρνηση Καραμανλή, γι’ αυτό συγκέντρωσε τη συμπαράσταση της εργατικής τάξης, της αριστεράς, της νεολαίας, της προοδευτικής διανόησης. Εργάτες με πανό από την «Πίτσος» βάδισαν με πορεία προς το κατειλημμένο κτήριο, εκατοντάδες αλληλέγγυοι στήριξαν τους εξεγερμένους όταν η διοίκηση κλείδωσε τις αποθήκες με τα τρόφιμα και κάλεσε την αστυνομία, είκοσι χιλιάδες συγκεντρώθηκαν σε συναυλία αλληλεγγύης στο γήπεδο του Πανιωνίου. Χρειάστηκαν πάνω από τρία χρόνια καθημερινών αγώνων έξω από το κοινοβούλιο, στο ΙΚΑ, στα δικαστήρια (οι πρωτεργάτες παραπέμφθηκαν σε δίκη με τον νόμο 4000 για τεντιμποϊσμό!) μέχρι να νικήσουν. Ο Οίκος τυφλών και η τεράστια περιουσία του που τη λυμαίνονταν το παπαδαριό και οι παρατρεχάμενοι της πρεσβείας πέρασε στο κράτος σαν Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών, που περιλάμβανε δημόσιο αναγνωρισμένο σχολείο και αρκετά πράγματα (όχι όλα) άλλαξαν προς το καλύτερο. Πάνω απ’όλα όμως οι άνθρωποι με προβλήματα όρασης κέρδισαν την αξιοπρέπεια και τη θέση τους σαν ισότιμα μέλη της μαχόμενης εργατικής τάξης και όχι σαν μηχανές οίκτου (και ουσιαστικά εκμετάλλευσης) όπως τους αντιμετώπιζαν μέχρι τότε. Όσο για το ντοκιμαντέρ, δεν προβλήθηκε στο επίσημο πρόγραμμα του φεστιβάλ Καννών γιατί η κυβέρνηση Καραμανλή αρνήθηκε να του δώσει την απαραίτητη «ελληνικότητα», αλλά παίχτηκε σε παράπλευρη εκδήλωση και ξεσήκωσε τη στήριξη όλου του αριστερού κόσμου του φεστιβάλ και της Γαλλίας.

Η μάχη του Οίκου τυφλών έδωσε έμπνευση και σε άλλα κομμάτια ανάπηρων, με πιο γνωστό τον χώρο των κωφών14 που οργανώθηκε και έκδωσε την εφημερίδα «Ο κόσμος της σιωπής». Βασικό αίτημα των κωφών ήταν η αναγνώριση και προώθηση της νοηματικής γλώσσας, που για χρόνια ήταν απαγορευμένη γιατί δεν την θεωρούσαν γλώσσα αλλά παντομίμα -ένα είδος επικοινωνίας που ταιριάζει σε κατώτερα όντα! Η επίσημη αναγνώριση της ελληνικής νοηματικής γλώσσας έγινε μόλις πριν από μερικά χρόνια, με την ψήφιση του νόμου 2817/2000.

Για μια κοινωνία χωρίς αναπηρία

Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ανάπηρων, της ανεξάρτητης διαβίωσής τους, της πρόσβασής τους σε όλους τους χώρους της πόλης και όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής, στην εργασία, την εκπαίδευση, την υγεία είναι σήμερα ζωτικής σημασίας και είναι ζήτημα ταξικό. Είναι δεμένο με τις μάχες ενάντια στις περικοπές και τη λιτότητα, άρα ενάντια στα μνημόνια. Δεν θέλουμε επιστροφή στα άσυλα, αλλά να κλείσουν αυτά που ακόμη υπάρχουν και να αντικατασταθούν από ανθρώπινες δομές. Να μην εξαρτώνται οι ανάπηροι από τη φιλανθρωπία της αστικής τάξης και των ΜΚΟ, αλλά να ζουν με αξιοπρέπεια. Οι ανάπηροι και οι ανάπηρες δεν είναι μόνοι-ες. Η εργατική τάξη, τα συνδικάτα, η αριστερά μπορούν να παίξουν τεράστιο ρόλο. Άλλωστε είναι αποδεδειγμένο ότι η αναπηρία έχει ταξικό πρόσημο.

Οι διακρίσεις ισχύουν για όλους τους ανάπηρους και τις ανάπηρες, όμως δεν βιώνουν όλες οι κοινωνικές τάξεις με τον ίδιο τρόπο και ένταση τις επιπτώσεις της. Τα μέλη της αστικής τάξης διαθέτουν μέσα για περίθαλψη και υποστήριξη που κάνει την αναπηρία τους βιώσιμη, τα μέλη της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς όχι. Ο ίδιος ο Στίβεν Χόκινγκ δηλώνει: «Επωφελούμαι από την πρόσβαση σε πρώτης τάξης υγειονομική φροντίδα. Μέσω μιας ομάδας από προσωπικούς βοηθούς μπορώ να ζω και να δουλεύω με άνεση και αξιοπρέπεια. Το σπίτι και το γραφείο μου είναι σχεδιασμένα με πλήρη προσβασιμότητα... Είναι καθαρό ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων με αναπηρίες στον πλανήτη αντιμετωπίζουν εξαιρετική δυσκολία με την καθημερινή επιβίωση, για να μην αναφερθούμε στην απασχόληση και την προσωπική αυτοεκπλήρωση».15

Γιατί δεν μπορούν όλοι οι ανάπηροι να έχουν την υποστήριξη που απολαμβάνει ο Στίβεν Χόκινγκ; Αυτό φέρνει τη συζήτηση στην αλλαγή της κοινωνίας. Ο καπιταλισμός δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια κοινωνία που θα μπορούσε να ικανοποιεί τις ανάγκες όλων των πολιτών της, όμως αυτή η δυναμική εμποδίζεται από τους όρους διαιώνισης του συστήματος της εκμετάλλευσης. Η ανθρώπινη υπόσταση, η δυνατότητα -κατά τον Μαρξ- να αλλάζει ο άνθρωπος την κοινωνία και τον εαυτό του μέσα από την εργασία παραμένει στον έλεγχο της καπιταλιστικής τάξης. Η ανατροπή αυτής της τάξης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να σταματήσει η εκμετάλλευση και να απελευθερωθεί η κοινωνία, προς μια κοινωνία, η οποία «...θα γράψει κάτω από τη σημαία της: από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του».16 Με αυτή τη βασική αρχή, οι επιστήμες, η τεχνική, η ιατρική θα μπορούν να περάσουν στον έλεγχο των ίδιων των ενδιαφερόμενων και όχι των αφεντικών. 

Μια κομμουνιστική κοινωνία πιθανά δεν θα μπορεί να διορθώσει όλες τις βλάβες των ανάπηρων ανθρώπων, αλλά θα αλλάξει το πώς βιώνεται η βλάβη από τον καθένα και την καθεμιά. Θα σταματήσει την ανταγωνιστική συσσώρευση -ρίζα των πολέμων και της μόλυνσης του περιβάλλοντος που αποτελούν πηγή για πολλά είδη βλαβών. Ένα παράδειγμα είναι οι αιτίες τύφλωσης, που μπορούν να εκμηδενιστούν με απλά μέτρα.17 Μέσω της ισότιμης συνεργασίας (αντί της εκμετάλλευσης) θα είναι δυνατή η αποδοχή της διαφορετικότητας κάθε τύπου. Μια τέτοια κοινωνία μπορεί να ελαττώσει σοβαρά τις αιτίες και τις επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων με βλάβες –σωματικές ή διανοητικές-, ώστε επιτέλους να μην υπάρχουν ανάπηροι.  n

Σημειώσεις

1. Ορολογία: Χρησιμοποιούμε τις λέξεις «ανάπηροι-ες», «άνθρωποι με αναπηρία», σε αντιπαράθεση με το «ΑΜΕΑ» (άνθρωποι με ειδικές ανάγκες που είναι προϊόν «φιλανθρωπικής» αντιμετώπισης του προβλήματος και απορρίπτεται πλέον από το μεγαλύτερο τμήμα των ίδιων.

2. Βλ. https://www.facebook.com/mideniki.anoxi/videos/ 1228611453865862/?__mref=message_ Πολλά από τα στοιχεία αυτού του άρθρου προέρχονται από τη δουλειά της κίνησης χειραφέτησης ΑμεΑ «Μηδενική Ανοχή», στους ακτιβιστές της οποίας και στον Αντώνη Ρέλλα οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ.

3. http://www.who.int/disabilities/world_report/2011/report .pdf

4. http://www.unric.org/el/index.php?option=com_content &view=article&id=46

5. https://www.youtube.com/watch?v=msOyfOG4rEk& feature=youtu.be

6. https://insidestory.gr/article/mia-hora-gia-toys-artimeleis?token=DAAII92352

7. Roddy Slorach, Marxism and disability, International Socialism Journal, No 129, σελ. 115

8. Roddy Slorach, όπ.π., σελ. 116

9. Disability Rights Advocates, 2001, Forgotten Crimes: The Holocaust And People With Disabilities, http://www.canonsociaalwerk.eu/1943_apeldoorn/forgotten_crimes.pdf

10. http://www.who.int/disabilities/world_report/2011/report .pdf, σελ.5

11. http://disability-studies.leeds.ac.uk/files/library/UPIAS-fundamental-principles.pdf

12. Oliver, Michael, 1990, The Politics of Disablement (Palgrave Macmillan).

13. Crow, Liz, 2000, “Helen Keller: Rethinking the Problematic Icon”, Disability and Society, volume 15, number 6, αναφέρεται από Roddy Slorach, όπ.π.

14. Ο όρος «κωφάλαλοι» δεν είναι αποδεκτός απο τους ίδιους-ες (δεν θεωρούν τον εαυτό τους άλαλο) http://www.idrimakofon.gr/?tag=%CE%BA%CF%89%CF%86%CE%AC%CE%BB%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CF%82

15. http://www.who.int/disabilities/world_report/2011/report .pdf, σελ. 9

16. Μαρξ, Κριτική του προγράμματος της Γκότα 

17. http://www.who.int/mediacentre/factsheets/fs282/en/