Άρθρο
Γυναίκες ενάντια στην καταπίεση - Από την ατομική αντίδραση στη συλλογική πάλη

Φλεβάρης 2017. Απεργιακή συγκέντρωση των καθαριστριών των νοσοκομείων.

Από το κίνημα #metoo μέχρι τις απεργίες η αντίσταση στον σεξισμό απλώνεται. Η Μαρία Στύλλου γράφει για τις ρίζες την ιστορία και την προοπτική.

Το σκάνδαλο Γουαϊνστάιν στο Χόλιγουντ, ήταν η αφορμή για να ξεδιπλωθεί η ιστορία της γυναικείας καταπίεσης, όχι στον προηγούμενο αιώνα, αλλά το 2017, μέσα στον αιώνα της ρομποτικής, του ίντερνετ, των μεγάλων τεχνολογικών εξελίξεων και της (αυτο)προβολής της αγοράς σαν το μηχανισμό που υποτίθεται πως εξασφαλίζει ότι οι διακρίσεις είναι ξεπερασμένες, όχι μόνο σε όλον τον κόσμο, αλλά κύρια ανάμεσα στα δύο φύλα.

Όταν στην Ελλάδα η κυβέρνηση του Καραμανλή με υπουργό την Πετραλιά ψήφιζε το νέο τότε ασφαλιστικό νόμο, το επιχείρημά της για την αύξηση του συντάξιμου χρόνου συνολικά για άντρες και γυναίκες ήταν ότι η «ισότητα» ανάμεσα στα δυο φύλα που υπάρχει σε όλα τα άλλα, χρειάζεται να καταγραφεί και στο συνταξιοδοτικό.

Η πραγματική εικόνα γι' αυτήν την “ισότητα” μετά από τις απανωτές ιστορίες σεξουαλικών παρενοχλήσεων, όχι μόνο στο Χόλιγουντ αλλά σε όλους τους εργατικούς χώρους είναι αποκαλυπτική.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε ο “δείκτης ισότητας των φύλων” που καταγράφει την ανισότητα ανάμεσα στις γυναίκες και τους άντρες στους τομείς της εργασίας, του χρήματος, της γνώσης, του χρόνου, της εξουσίας και της υγείας σε όλο τον κόσμο.! Σ’αυτόν, ο μέσος όρος των κρατών μελών της Ε.Ε. φτάνει στο 66,2 και πρώτη στην ανισότητα είναι η Ελλάδα με 50,0, δηλαδή με τον χαμηλότερο δείκτη ισότητας σε σχέση με τις άλλες χώρες.

Σε σχέση με την Ελλάδα έχουν δημοσιευτεί στοιχεία από το ΙΚΑ για τη διαφορά στους μισθούς ανάμεσα σε γυναίκες και άντρες σε όλους τους κλάδους που είναι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ. Είναι στοιχεία που έχουν κυκλοφορήσει πριν δυο χρόνια (τον Μάρτη του 2016) και περιγράφουν με καταιγιστικό τρόπο πόσο έχει ανοίξει τα τελευταία χρόνια η ψαλίδα των οικονομικών διακρίσεων και τι σημαίνει αυτό για τη ζωή των εργαζομένων γυναικών. Ο μισθός των γυναικών είναι κατά 226 ευρώ το μήνα χαμηλότερος. Επιβεβαιώνει ότι η μισθολογική διαφορά στην Ελλάδα φτάνει το 45,2% ενώ στην Ευρώπη είναι 41,1%. Οι εργαζόμενες γυναίκες χαρίζουν στους εργοδότες 59 μέρες περισσότερες από τους άντρες που δεν τις πληρώνονται και δίνουν κατά μέσο όρο 26 ώρες την εβδομάδα για δουλειές του σπιτιού. Αυτό σημαίνει 4 ώρες κάθε μέρα απλήρωτης δουλειάς στο σπίτι.

Τη δεκαετία του ’70, μέσα από το φούντωμα των εργατικών αγώνων και την ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος σε όλον τον κόσμο, αναγκάστηκαν πολλές κυβερνήσεις να περάσουν νόμο που αναγνώριζε την ίση αμοιβή για ίση εργασία. Είναι νόμος γεμάτος τρύπες και παραθυράκια, αλλά ήταν μια υποχώρηση απέναντι σε ένα μεγάλο απεργιακό κίνημα και σε ξεσηκωμούς των εργατριών παντού. Στην Ελλάδα ο ρυθμός των αλλαγών ήταν πιο βραδύς από παντού αλλού – όχι γιατί το κίνημα πάλεψε και διεκδίκησε λιγότερα, αλλά γιατί η κυρίαρχη τάξη αντιδρούσε με κάθε τρόπο. Ο νόμος για ίση αμοιβή για ίση εργασία ψηφίζεται το 1984 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Η ισότητα των γυναικών αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο Σύνταγμα του 1975. Από τότε δηλαδή πέρασαν 9 χρόνια για να ψηφιστεί ο νόμος, που στην πραγματικότητα ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Όπως πολύ εύστοχα γράφει η Ίρις Καλκάνη «Η εφαρμογή της ισότητας είναι δαπανηρή. Η διάσταση που υπάρχει και συντηρείται ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη στον τομέα της εργασίας οφείλεται κυρίως στο οικονομικό κόστος της εφαρμογής της ισότητας, ιδιαίτερα στην μισθωτή εργασία. Και αυτό γιατί κύριο χαρακτηριστικό της μορφής αυτής της απασχόλησης, στα πλαίσια του κοινωνικοοικονομικού μας συστήματος είναι το κέρδος του εργοδότη από την εργατική δύναμη των εργαζομένων και ακόμη και η προσπάθεια να δημιουργηθούν συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ τους».2

Ιστορία αγώνων

Η πάλη των γυναικών για ισότητα και για απελευθέρωση έχει ξεκινήσει στην Ελλάδα από το τέλος του 19ου αιώνα. Η απεργία των υφαντριών στο εργοστάσιο Ρετσίνα στον Πειραιά, από τα μεγαλύτερα εργοστάσια των Βαλκανίων, ξεκίνησε το 1892, ενάντια στην απόφαση της εργοδοσίας να μειώσει τους μισθούς τους κατά 20%. Ήταν το ξέσπασμα της πρώτης μεγάλης οικονομικής κρίσης και οι εργοδότες προσπάθησαν να αντιδράσουν με τον γνωστό τρόπο. Όμως μπροστά στην απεργία των υφαντριών που τράβηξε και όλους τους άλλους εργάτες, αναγκάστηκε να υποχωρήσει η εργοδοσία.3

Αυτές είναι μικρές ιστορίες από τη μεγάλη ιστορία του εργατικού κινήματος και σίγουρα από την κρυμμένη ιστορία των εργατριών. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος έβγαλε μαζικά τις γυναίκες στην παραγωγή και αυτό συνεχίστηκε και μετά. Οι γυναίκες δεν γύρισαν στο σπίτι τους, ούτε δούλευαν όπως επισημαίνει η Λήδα Παπαστεφανάκη, περιστασιακά στα εργοστάσια.4 «Το 1921, πάνω από 50% των εργατριών στην κλωστοϋφαντουργία του Πειραιά δούλευαν ήδη πάνω από 10-15 χρόνια». Ήταν δηλαδή εργάτριες από την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα και ο ρόλος τους στις απεργίες εντυπωσιακός. «Στις 30 Ιουνίου 1933, περίπου 300 εργάτριες στο Ε’ εργοστάσιο του Ρετσίνα κατέβηκαν σε απεργία όταν η διεύθυνση επέβαλε βαριά πρόστιμα σε 30 εργάτριες. Η απεργία γενικεύτηκε, η περιφρούρηση δεν άφησε κανέναν απεργοσπάστη να δουλέψει, οι απεργοί έκλεξαν απεργιακή επιτροπή διεκδικώντας αύξηση 40% στο μεροκάματο, εφαρμογή του δώρου και αναγνώριση του σωματείου. Η απεργία κράτησε για περίπου ένα μήνα και έκλεισε με υπόσχεση της εργοδοσίας ότι θα δώσει αύξηση 10%...»

Η καθολική ψηφοφορία μπήκε για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1864, εκτός από μια “μικρή εξαίρεση”, ότι απ’ αυτό το δικαίωμα εξαιρούνταν συνολικά οι γυναίκες. Το 1930 δόθηκε το δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές εκλογές μόνο στις «εγγράμματες» γυναίκες, που ήταν μια μικρή μειοψηφία. Η αναγνώριση για όλες έγινε το 1952. Το Σύνταγμα του ’52 αναγνώρισε το δικαίωμα ψήφου των γυναικών, αλλά όχι και την ισότητα αντρών και γυναικών. Αυτή ήρθε τυπικά 23 χρόνια αργότερα, στο Σύνταγμα του 1975 μετά την κατάρρευση της δικτατορίας και το κίνημα της Μεταπολίτευσης.

Σε όλη αυτή την περίοδο μόνο το ΣΕΚΕ στο καταστατικό του και στη συνέχεια το ΚΚΕ έβαζαν το ζήτημα εξίσωσης των γυναικών. Κανένα αστικό κόμμα μέχρι τη δεκαετία του 1950 δεν είχε σχετική πρόταση. Το επιχείρημα όλων αυτών ήταν ένα: «αν ψήφιζαν οι γυναίκες προμηνύονται η κατάλυση της μητρότητας, η διάλυση της οικογένειας και όλου του κοινωνικού ιστού, καθώς και στις ίδιες τις δομές του κράτους» .5

Οι ρίζες της γυναικείας καταπίεσης

Στο βιβλίο του «Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ιδιοκτησίας και του Κράτους»,6 ο Ένγκελς εξηγεί πώς ιστορικά προέκυψε η καταπίεση των γυναικών. Η καταπίεση δεν υπήρχε πάντοτε, ούτε γεννήθηκε μέσα στον καπιταλισμό. Η καταπίεση γεννήθηκε μαζί με τη διαίρεση των κοινωνιών σε τάξεις και από τότε συνεχίζεται μέχρι σήμερα, χωρίς διαλείμματα. Η εμφάνιση των τάξεων στην ιστορία ήρθε σαν αποτέλεσμα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή που έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργηθεί πλεόνασμα στην παραγωγή. Ο έλεγχος αυτού του πλεονάσματος σημαίνει το πέρασμα από τις πρωτόγονες στις ταξικές κοινωνίες και την αρχή της γυναικείας καταπίεσης. 

Σ’ αυτές τις κοινωνίες πλέον άρχισαν να έχουν σημασία βιολογικές διακρίσεις ανάμεσα στα φύλα που μέχρι τότε δεν είχαν. Στα πρώτα στάδια απαγορευόταν στις γυναίκες να έχουν συμμετοχή στην παραγωγή και τους επιβαλλόταν να ασχοληθούν με το να κάνουν παιδιά και να τα μεγαλώνουν. Από μια στιγμή και πέρα, οι διακρίσεις έγιναν μεγαλύτερες, οι άντρες της κυρίαρχης τάξης ήθελαν να εξασφαλίσουν όχι μόνο παιδιά αλλά τους κληρονόμους της περιουσίας τους. Στις γυναίκες επιβλήθηκε η μονογαμία, ενώ οι άντρες ήταν ελεύθεροι να έχουν όσες γυναίκες ήθελαν.

Από τη στιγμή που οι σχέσεις παραγωγής οδήγησαν στην καταπίεση των γυναικών, αυτή η αλλαγή εκφράστηκε και ιδεολογικά. Η κατωτερότητα του γυναικείου φύλου και η υποταγή του στους άντρες εμφανίστηκε σαν φυσική εξέλιξη και έτσι άρχισε να υφαίνεται ένας ιστός από θεσμούς, ιδέες, θεωρίες και νόμους που στήριζαν αυτή την καταπίεση.

Φέτος είναι η επέτειος από τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Μαρξ και 170 χρόνια από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Για να εξηγήσουμε την καταπίεση των γυναικών σήμερα χρειάζεται να καταλάβουμε πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός. Είναι το σύστημα που στηρίζεται στο κέρδος και πηγή αυτού του κέρδους είναι η δυνατότητα των καπιταλιστών να εκμεταλλεύονται την εργατική τάξη. Η εκμετάλλευση παίρνει μια συγκεκριμένη μορφή, τη δυνατότητα που έχουν οι καπιταλιστές να παίρνουν την παραγωγή από το σύνολο των ωρών δουλειάς των εργατών/τριών και να την μοιράζουν όπως θέλουν.

 Έχουν αυτή τη δυνατότητα επειδή έχουν τον έλεγχο των μέσων παραγωγής (εργοστάσια, επιχειρήσεις, συγκοινωνίες) ενώ η εργατική τάξη δεν έχει τίποτα παρά μόνο τη δυνατότητα να πουλήσει χρόνο εργασίας (εργατική δύναμη κατά Μαρξ) στον καπιταλιστή. Πόσο τον πουλάει; Παλιά επικρατούσε η παροιμία «Αντί πινακίου φακής», εννοώντας όσο του χρειάζεται για να εξασφαλίσει τα προς το ζειν. Αυτή είναι και η πραγματικότητα, γιατί δεν είναι οι εργάτες που το καθορίζουν αλλά οι εργοδότες. 

Αυτές οι σχέσεις ανάμεσα στις δυο βασικές τάξεις της κοινωνίας ονομάζονται στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο σχέσεις παραγωγής μέσα στον καπιταλισμό και αυτές καθορίζουν και όλα τα υπόλοιπα, τους θεσμούς, το κράτος, την οικογένεια, τις ιδέες που κυριαρχούν για μια ολόκληρη περίοδο, ακόμα και τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία.

Η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης στηρίζεται στην αναπαραγωγή της. Στη γέννηση, στην ανατροφή, στη μόρφωση, στη διαπαιδαγώγηση, στην εξασφάλιση της υγείας αυτής της τάξης για να μπορεί να δουλεύει και να εξασφαλίζει τα κέρδη για τους καπιταλιστές. Αυτόν τον ρόλο σε ένα μεγάλο βαθμό τον αναλαμβάνει η εργατική οικογένεια και κύρια οι γυναίκες μέσα σ’ αυτήν.

Η κυρίαρχη αντίληψη είναι ότι ο άντρας δουλεύει όλη την ημέρα για να εξασφαλίζει τα προς το ζειν για όλη την οικογένεια και η γυναίκα αναλαμβάνει την ανατροφή. Όμως αυτό το μοντέλο δεν δουλεύει στην πράξη. Οι γυναίκες από την αρχή του καπιταλισμού βγήκαν έξω στη δουλειά για να συμπληρώνουν το εισόδημα ενώ ταυτόχρονα είχαν και έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη στο σπίτι και στο μεγάλωμα των παιδιών. 

Το παράδοξο σ’ αυτή την εξέλιξη είναι ότι η δουλειά των γυναικών έξω από το σπίτι πληρώνεται λιγότερο από αυτή των αντρών, και η δουλειά τους στο σπίτι δεν πληρώνεται καθόλου. Αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορούν να εξασφαλίσουν οι καπιταλιστές, με το μισό της εργατικής τάξης να παίρνει γύρω στο μισό του μισθού των αντρών (σύμφωνα με τα σχοιχεία του ΙΚΑ και των διεθνών οργανισμών), ενώ από την άλλη η αναπαραγωγή αυτής της εργατικής δύναμης έχει σχεδόν μηδέν κόστος για τους εργοδότες. Και εδώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, οι γυναίκες δουλεύουν άλλο ένα τετράωρο (κατά μέσον όρο) απλήρωτο στο σπίτι.

Αυτή είναι η εργατική οικογένεια μέσα στον καπιταλισμό, και αυτόν τον ρόλο προσπαθεί να εξασφαλίσει το σύστημα όχι μόνο οικονομικά αλλά και ιδεολογικά. Η οργάνωση της οικογένειας και ο ρόλος των γυναικών στην αναπαραγωγή της εργατικής τάξης είναι η υλική βάση της γυναικείας καταπίεσης. Αλλά δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό, η καταπίεση ενισχύεται από μια σειρά από ιδεολογήματα και ιδεολογικές επιθέσεις.

Οι ιδέες που υπάρχουν σε μια κοινωνία είναι η ιδέες της κυρίαρχης τάξης, όπως τόνιζε ο Μαρξ στη Γερμανική Ιδεολογία. Το σύστημα έχει τη δυνατότητα να προωθεί αυτή την ιδεολογική κυριαρχία με πάρα πολλούς τρόπους – με θεσμούς, όπως εκκλησία, σχολείο, μέσα πληροφόρησης, και με νόμους, όπως για τη μητρότητα, την εγγυμοσύνη, την πορνεία, κλπ. Όλα αυτά δημιουργούν ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που βάζει τις γυναίκες στη θέση τους, τιμωρεί την παραβίασή του και καθορίζει την εικόνα για το τι είναι σωστό και τι είναι λάθος, τι είναι «φυσιολογικό» και τι είναι «ανώμαλο». 

Η ιδεολογία που ανταποκρίνεται στις ανάγκες αυτού του συστήματος περιγράφει τα χαρακτηριστικά των γυναικών σαν «συναισθηματικές γατούλες» απέναντι στους σκληρούς μάτσο. Αυτοί οι χαρακτηρισμοί δεν περιγράφουν την πραγματικότητα, αλλά δημιουργούν στερεότυπα που επηρεάζουν άντρες και γυναίκες στον τρόπο που εξηγούν τις διαφορές και βλέπουν τις σχέσεις τους ανάμεσά τους.

Ο καπιταλισμός προσπαθεί να δημιουργήσει έναν διαχωρισμό μέσα στην εργατική τάξη, προτρέποντας τους άντρες εργάτες να ταυτίζονται με τις αξίες που υπάρχουν στο απέναντι στρατόπεδο, σ’ αυτό των εκμεταλλευτών. Μ’ αυτόν τον τρόπο, τα αφεντικά προσπαθούν να εξασφαλίσουν συμμάχους στην καταπίεση των γυναικών. Όμως λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο. Όλες αυτές οι προσπάθειες συναντούν αντίσταση μέσα σε περιόδους ανάπτυξης του εργατικού κινήματος και συγκρούσεων ενάντια στον σεξισμό και την καταπίεση.

Στον καπιταλισμό η κινητήρια δύναμη δεν είναι ούτε η εργατική οικογένεια, ούτε η καταπίεση των γυναικών. Η κινητήρια δύναμη είναι το κυνήγι του κέρδους και της συσσώρευσης και ο τρόπος που αυτό εξασφαλίζεται είναι η εκμετάλλευση μέσα στην παραγωγή. Στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο ο Μαρξ και ο Ένγκελς εξηγούν πώς το κυνήγι της συσσώρευσης αλλάζει συνεχώς τη μορφή που παίρνουν οι θεσμοί μέσα στο σύστημα. 

Στο ξεκίνημα του καπιταλισμού δεν υπήρχε οικογένεια μέσα στο προλεταριάτο. Γυναίκες, άντρες και παιδιά δούλευαν από το πρωί μέχρι το βράδυ και ζούσαν σε κοιτώνες που στην πλειοψηφία τους εξασφάλιζαν ένα κρεβάτι αντί μιας μικρής αμοιβής. Οι καπιταλιστές ανακάλυψαν από μια στιγμή και πέρα ότι αυτό εμπόδιζε την αναπαραγωγή της εργατικής τάξης, δηλαδή της κότας που γεννά τα χρυσά αυγά. Και τότε επέβαλαν με νόμους τη δημιουργία της εργατικής οικογένειας έτσι όπως λειτούργησε από κει και πέρα. Η νέα εργατική οικογένεια αποτελούνταν τώρα πια από το αντρόγυνο και τα παιδιά του. 

Στον καπιταλισμό υπάρχει καταπίεση και στις αστές γυναίκες, μόνο που αυτή η καταπίεση διαφέρει και στις ρίζες και στο περιεχόμενο. Η αστή γυναίκα δεν έχει να δουλεύει στο σπίτι για να μεγαλώνει τα παιδιά, συνήθως έχει υπηρετικό προσωπικό και δασκάλες στο σπίτι που αναλαμβάνουν αυτόν τον ρόλο, ενώ αντίστοιχα δεν έχει πάντοτε την ανάγκη να δουλέψει στην παραγωγή για να εξασφαλίσει τα προς το ζειν. Οι άντρες της κυρίαρχης τάξης και των στηριγμάτων της έχουν αρκετά εισοδήματα για να κρατήσουν ένα, δυο, τρία πολλά σπίτια. 

Η καταπίεση δεν είναι μόνο οικονομική

Οι αγώνες του 1960 και ιδιαίτερα ο Μάης του '68, αλλάζουν τη ζωή των γυναικών ριζικά. 

Γυναίκες που δεν μπορούσαν να ανεχτούν το σπίτι-παιδιά-δουλειά και πάλι πίσω, ότι στο μισό της ημέρας ανήκαν στον εργοδότη και το άλλο μισό στον άντρα τους, ξεσηκώθηκαν και διεκδίκησαν να μπει τέρμα στις διακρίσεις. Έδωσαν μάχες σε όλους τους τομείς. Για ίσους μισθούς, για το δικαίωμα να αποφασίζουν οι ίδιες εάν θα κάνουν παιδιά ή όχι. Για την αντισύλληψη, για την έκτρωση. Για το ελεύθερο διαζύγιο, αλλά και τη διεκδίκηση από το κράτος να αναλάβει ένα μεγάλο μέρος από τα βάρη για το μεγάλωμα των παιδιών. Για δωρεάν παιδικούς σταθμούς, για πληρωμένες γονικές άδειες. 

Σε μια σειρά από χώρες, αναγκάστηκαν οι κυβερνήσεις, κάτω από τη δύναμη αυτών των αγώνων, να υποχωρήσουν. Στην Αμερική το 1960 εγκρίθηκε το χάπι για την αντισύλληψη. Το Κογκρέσο ψήφισε το νόμο για ίση αμοιβή το 1963, γεγονός που καθιστούσε παράνομο να πληρώνεται ένας άντρας περισσότερο από μια γυναίκα για την ίδια δουλειά. Ο νόμος για τα πολιτικά δικαιώματα που ψηφίστηκε το 1964, απαγόρευε τις διακρίσεις με βάση τη φυλή, το φύλο, τη θρησκεία... Το 1966 ιδρύθηκε Εθνική Οργάνωση Γυναικών (NOW), και το 1969 η Εθνική Οργάνωση για την Ακύρωση του νόμου κατά των εκτρώσεων (NARAL). η πρώτη έκδοση του βιβλίου “Εμείς και το σώμα μας” (Our bodies – ourselves) έγινε το 19707 και αποτέλεσε τον σεξουαλικό οδηγό για τις φεμινίστριες και τις προοδευτικές γυναίκες. Αυτές οι κατακτήσεις δεν περιορίστηκαν μόνο στην Αμερική, αλλά απλώθηκαν σε όλον τον κόσμο και δεν ήρθαν σαν αποτέλεσμα απλοχεριάς της κυρίαρχης τάξης αλλά του κινήματος του 1968, των αγώνων της εργατικής τάξης και του κινήματος των γυναικών. 

Οι επόμενες δεκαετίες του '80 και του '90 σηματοδοτούν την προσπάθεια της κυρίαρχης τάξης να πάρει πίσω τις κατακτήσεις. 

Μια καλή περιγραφή γι' αυτές τις δεκαετίες της οπισθοχώρησης υπάρχει στο βιβλίο της Σούζαν Φαλούντι με τίτλο “Η Αντίδραση – ο ακήρυχτος πόλεμος ενάντια στις γυναίκες” που κυκλοφόρησε το 1991 με τίτλο “Backlash – the undeclared war against women”.8 Είναι γεμάτο ανατριχιαστικές περιγραφές όπου ομάδες ακροδεξιών και φανατικών χριστιανών χτυπάνε γυναίκες, καίνε κέντρα οικογενειακού προγραμματισμού και βομβαρδίζουν κλινικές που έκαναν εκτρώσεις. Οι επιθέσεις αυτές δεν ήταν απλά πρωτοβουλίες κάποιων φανατικών, αλλά είχαν την κάλυψη των κυβερνήσεων του Ρήγκαν και στη συνέχεια του Μπους. Στη δεκαετία του '80 δεν χτυπούσαν μόνο τα σύμβολα της σεξουαλικής απελευθέρωσης, αλλά απαγόρευαν και τη διδασκαλία μαθήματος για το σεξ μέσα στα σχολεια. Από τότε η μόνη προφύλαξη που συνιστούσαν στους νέους ήταν αυτή της αποχής. 

Την ίδια περίοδο με τον ακήρυχτο πόλεμο ενάντια στις γυναίκες, ο Ρήγκαν ξεκίναγε τον ανοιχτό πόλεμο ενάντια στην εργατική τάξη, διαλύοντας το σωματείο των Ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας που τόλμησαν να κατέβουν σε απεργία. 

Η Αριέλ Λεβύ στο βιβλίο της “Θηλυκές φαλοκράτισσες”, περιγράφει την προσπάθεια από την οικονομική και πολιτική ελίτ της Αμερικής να περάσει το μήνυμα ότι οι γυναίκες μπορούν να γίνουν δυνατές σαν τους άντρες, εάν αποδεχτούν ότι πρέπει να συμπεριφέρονται, να σκέφτονται και να λειτουργούν σαν σεξουαλικά αντικείμενα. Είναι μια αντίληψη που την καλλιεργούν τα ΜΜΕ, τα περιοδικά “λαϊκής κουλτούρας”, η βιομηχανία ρούχων, καλλυντικών, και μαζί και οι κυβερνήσεις που τα τελευταία 30 χρόνια, καλλιεργούν συστηματικά τον μύθο των απελευθερωτικών δυνάμεων της αγοράς. Το μοτίβο είναι “δεν χρειαζόμαστε τη συλλογική δράση του '60 για να απελευθερωθούμε, αρκεί να κάνουμε αυξητική χειρουργική στο στήθος μας, να κάνουμε πλαστική στο αιδοίο μας, και να μάθουμε να λικνιζόμαστε γύρω από μια μπάρα με ύφος πουτανέ”.9 Αυτή η περίοδος ταυτίζεται με τα τεράστια κέρδη της βιομηχανίας καλλυντικών και “ομορφιάς”, ενώ ταυτόχρονα πολλαπλασιάστηκαν οι επιθέσεις και οι βιασμοί γυναικών. 

Η αντίσταση ξεδιπλώνεται

Σε δημοσκόπηση που απευθυνόταν σε εργαζόμενες και είχε το ερώτημα «Έχετε αντιμετωπίσει σεξιστική συμπεριφορά στη δουλειά σας;», οι απαντήσεις ήταν 42% ΝΑΙ με συχνότητα βδομάδας ή το αργότερο μήνα, το 31% ΝΑΙ τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, και μόνο το 24% απάντησε ΟΧΙ.10 Οι αποκαλύψεις μετά τον Γουαινσταιν έχουν πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας, όχι μόνο στο χώρο του θεάματος, αλλά σε κλάδους αιχμής με μεγάλη απασχόληση και πολλές γυναίκες εργαζόμενες. 

Στην ίδια έρευνα, εκτός από τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, πολλές γυναίκες στέλνουν γράμματα που εξηγούν τι σημαίνει να είσαι εργαζόμενη γυναίκα σήμερα. «Οι γυναίκες στον χρηματοπιστωτικό τομέα, που θεωρείται από τους πιο προνομιούχους, πληρώνονται λιγότερα από τους άντρες για την ίδια ακριβώς δουλειά. Επίσης παίρνουν πολύ πιο δύσκολα προαγωγή». Οι γυναίκες διαμαρτύρονται για τις διακρίσεις, ιδιαίτερα όταν μένουν έγκυες. «Δεν μπορούμε να πάρουμε προαγωγή, και οι προϊστάμενοι μας ρωτάνε αν πρόκειται να κάνουμε και άλλα παιδιά».

 Αυτές οι διακρίσεις δεν είναι καινούργιες, αλλά η επίθεση του νεοφιλελευθερισμού τις έκανε πιο έντονες επειδή βάλθηκε να ξηλώσει τις κατακτήσεις των γυναικών μιας προηγούμενης περιόδου και άνοιξε την πόρτα για τον σεξισμό.

Στις 8 Μάρτη του 2016 ο Τσίπρας χαιρέτισε τη μέρα των γυναικών κάνοντας τη δήλωση “Η μνήμη είναι αρκετή και η διατήρησή της χρέος”. Το 1980 η Κίνηση Δημοκρατικών Γυναικών (γυναίκες της ανανεωτικής αριστεράς που στη συνέχεια στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ), μαζί με άλλες γυναικείες οργανώσεις και κινήσεις πάλεψαν για να κατακτήσουν την ισότητα στους μισθούς, τις δωρεάν και ελεύθερες εκτρώσεις, παιδικούς σταθμούς σε 24ωρη βάση, δουλειά, παιδεία, δημόσια υγεία, και συνδικάτα που πάλευαν για τη γυναικεία απελευθέρωση και ενάντια στις σεξιστικές διακρίσεις. Χρήσιμη μαρτυρία για όλα αυτά είναι η έκθεση που οργάνωσε το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων το 2017 και είχε τον τίτλο “Ο φεμινισμός στα χρόνια της Μεταπολίτευσης 1974-1990”.11

Στα τέλη της δεκαετίας του '90, η κυβέρνηση, αρχικά η Ν.Δ. επί Μητσοτάκη (1990-1993) αλλάζει το ασφαλιστικό και στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ προχωράει στην κατεδάφιση όλων των κατακτήσεων. Ο ίσος μισθός για ίση εργασία μετατρέπεται σε τετράωρα, συμβάσεις έργου, δουλειά με το κομμάτι, ανασφάλιστη εργασία, κλείσιμο παιδικών σταθμών, επιθέσεις στο κοινωνικό κράτος και ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής πρόνοιας. Ο έλεγχος της αναπαραγωγής και το δικαίωμα στην έκτρωση από απόφαση των γυναικών ξαναγύρισε στις ιδιωτικές κλινικές και στις πιο αντιδραστικές απόψεις των θρησκευτικών οργανώσεων και της εκκλησίας. Τα μνημόνια και η δεκαετία της κρίσης ήταν η ευκαιρία για την κυρίαρχη τάξη να δηλώσει ότι όλες οι κατακτήσεις ανήκουν πια στο παρελθόν, ότι κεντρικό καθήκον είναι να πληρώσουμε το χρέος στους τραπεζίτες και γι' αυτό οι θυσίες είναι μεγάλες και χωρίς διακρίσεις. 

Μέσα σ' αυτή την περίοδο, η ιδεολογική επίθεση οργιάζει. Στη Γαλλία η απαγόρευση του τσαντόρ (να φοράνε οι γυναίκες τη μαντήλα), δημιούργησε μια μεγάλη διάσπαση μέσα στο εργατικό και το γυναικείο κίνημα. Η Αριστερά παραδόθηκε στο φιλελευθερισμό του Βολταίρου και του γαλλικού διαφωτισμού και κατέληξε να στηρίξει τη γαλλική κυβέρνηση και να αφοπλιστεί ιδεολογικά απέναντι σε ό,τι ακολούθησε: Την ισλαμοφοβική υστερία, τα συλλαλητήρια του Charlie Hebdo και τη δυνατότητα της Λεπέν και όλης της ακροδεξιάς στην Ευρώπη να μεγαλώνουν στοχοποιώντας τους μετανάστες και τις μετανάστριες. 

Μια σειρά από γυναικείες οργανώσεις και ομάδες όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και στην Ελλάδα υποστήριξαν την επέμβαση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και στη Μέση Ανατολή και ταυτίστηκαν με την προπαγάνδα του Αμερικάνικου Ιμπεριαλισμού ότι οι στρατιωτικές επεμβάσεις γίνονται για ανθρωπιστικούς και πολιτιστικούς σκοπούς. 

Οι γυναίκες ψήφισαν μαζικά στην Ελλάδα τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά παρά τις δηλώσεις του Τσίπρα, έχουν την εμπειρία της κλιμάκωσης των επιθέσεων σ' αυτές και στην τάξη τους. Και αυτό τις έχει σπρώξει να μπουν πιο αποφασιστικά και πιο συλλογικά και στους αγώνες ενάντια στα μνημόνια και στις μάχες ενάντια στον σεξισμό.

Το 2017 άνοιξε με τα τεράστια συλλαλητήρια των γυναικών ενάντια στις σεξιστικές δηλώσεις του Τραμπ και του επιτελείου του και ήταν καθοριστικά όχι μόνο για την Αμερική αλλά για όλον τον κόσμο. Αυτά τα συλλαλητήρια έδωσαν το θάρρος και την αυτοπεποίθηση να ξεκινήσουν μια σειρά αποκαλύψεις για βιασμούς, σεξουαλικές επιθέσεις, παρενοχλήσεις στους χώρους δουλειάς, στην οικογένεια, στο δρόμο, παντού. Ακόμα και οι εφημερίδες και μια σειρά ΜΜΕ αναγκάστηκαν να σπάσουν τη σιωπή τους. Οι Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς έστειλαν κρυφά δυο δημοσιογράφους να αποκαλύψουν το “σκάνδαλο του Ντόρτσεστερ” εκεί που η καλή κοινωνία της Βρετανίας σε φιλανθρωπική συγκέντρωση “μόνο για άντρες” επιτέθηκε σεξουαλικά στις γυναίκες που έπαιζαν το ρόλο της συνόδου.12

Στη Φλωρεντία έγινε πανζουρλισμός όταν στο φινάλε της όπερας Κάρμεν, ο σκηνοθέτης άλλαξε τους ρόλους και έτσι στο τέλος η Κάρμεν, αντί να δολοφονηθεί από τον τυφλωμένο από ζήλια στρατιώτη-εραστή της, παίρνει το πιστόλι από τη στολή του και τον δολοφονεί αυτή. Κυβέρνηση, βουλευτές, εκκλησία ξεσηκώθηκαν, θεώρησαν την αλλαγή ιεροσυλία και έκαναν ό,τι τους περνούσε από το χέρι να κατεβάσουν το έργο. Αλλά οι αντιδράσεις των γυναικών απλώνονται παντού, η κίνηση #metoo στο ίντερνετ έγινε αφορμή για καταρράκτη αποκαλύψεων και αντιδράσεων. 

Όμως δεν περιορίστηκαν εκεί. Ήρθαν και συνδέθηκαν με τους αγώνες των συνδικάτων και των γυναικών για μαζικές προσλήψεις, σε σχολεία, δήμους, νοσοκομεία, ενάντια στο κλείσιμο παιδικών σταθμών, των σχολείων και των σχολών, για να σταματήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις και τα κλεισίματα. Είναι οι αγώνες που δίνει το εργατικό κίνημα, με τις γυναίκες στην πρώτη γραμμή όλο το τελευταίο διάστημα. Οι γυναίκες που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, μπαίνουν μπροστά στις απεργίες των δήμων για να μην κλείσουν οι παιδικοί σταθμοί, για να μην απολυθούν αλλά αντίθετα να μονιμοποιηθούν όλοι οι συμβασιούχοι, για να μπουν τα συνδικάτα μπροστά στους αγώνες για μισθούς, απασχόληση, κοινωνικοποίηση της αναπαραγωγής με σχολεία, νοσοκομεία και δημιουργική απασχόληση για όλα τα παιδιά. 

Δεν εμπιστευόμαστε τα αφεντικά να αλλάξουν τις συνθήκες απασχόλησης στους χώρους δουλειάς, να σταματήσουν τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις, αλλά το διεκδικούμε από τα συνδικάτα. Κάθε συνδικάτο (σωματείο ηθοποιών, σωματείο τραπεζοϋπαλλήλων) σε κάθε συλλογική σύμβαση διεκδικεί όρους και συνθήκες που ισχύουν για τις γυναίκες εργαζόμενες. Η μεγάλη απεργία των τηλεφωνητριών το 1978 εξακολουθεί να είναι φωτεινό παράδειγμα γιατί εξασφάλισε πράγματα όπως μισθολογική και βαθμολογική εξίσωση με τους άντρες του ΟΤΕ, οικογενειακό επίδομα και στις γυναίκες (τότε ίσχυε μόνο για τους άντρες), παιδικούς σταθμούς σε 24ωρη βάση, 6ωρη απασχόληση και να σταματήσει η τρομοκρατία και η αστυνόμευση του ΟΤΕ σε βάρος τους. 

Το παράδειγμα απλώθηκε σαν φλόγα σε όλους τους κλάδους και τα συνδικάτα αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν. Μ' αυτή την παράδοση ξεκινάνε οι εργατικοί αγώνες και οι διεκδικήσεις των γυναικών σήμερα. Εάν μπορούσε να γίνει αυτό πριν 40 χρόνια, γιατί δεν μπορεί να γίνει σήμερα; 

Όμως υπάρχει η μεγάλη εμπειρία, ότι αυτές οι κατακτήσεις μέσα στον καπιταλισμό δεν είναι μόνιμες. Η εμπειρία των επιθέσεων των μνημονίων και των ανατροπών ακόμα και με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ανοίγει τη συζήτηση για την προοπτική. Γιατί μόνο με την ανατροπή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής μπορεί να σημάνει το τέλος της καταπίεσης και η απελευθέρωση των γυναικών. Όταν οι εργάτριες και οι εργάτες ξεκινάνε το κτίσιμο μιας νέας κοινωνίας, έχουν τη δυνατότητα να αλλάζουν όχι μόνο τις υλικές συνθήκες αλλά και τις ιδέες που κουβαλάει ο καθένας και η καθεμιά. 

Η Αλεξάνδρα Κολοντάϊ στην ομιλία της στο Πανρωσικό Συνέδριο Γυναικών που έγινε στην Πετρούπολη το 1908, ξεκαθάρισε την υπόθεση ως εξής: “Το γυναικείιο ζήτημα, λένε οι φεμινίστριες, είναι ζήτημα “δικαιωμάτων και δικαιοσύνης”. Το γυναικείο ζήτημα, απαντάνε οι προλετάριες, είναι ζήτημα “για ένα κομμάτι ψωμί”. Το ξύπνημα των γυναικών, η ανάπτυξη των ειδικών αναγκών και αιτημάτων τους, θα συμβεί μόνον όταν θα ενωθούν με τον στρατό του ανεξάρτητου εργαζόμενου πληθυσμού... Η απελευθέρωση της γυναίκας είναι εφικτή μόνο μαζί με τη λύση του γενικότερου κοινωνικού ζητήματος, τη ριζική αλλαγή της σημερινής κοινωνικής κατάστασης”.13

 

Σημειώσεις

1. Εφημερίδα των Συντακτών 12/10/2017, άρθρο της Χριστίνας Πάντζου: «Ο δείκτης της ισότητας που αποθεώνει την ανισότητα», σελ. 16-17

2. Ίρις Καλκάνη, βιβλίο «Φεμινισμός και εργασία στην Ελλάδα σήμερα», εκδόσεις «Νέοι Καιροί», Αθηναϊκές Εκδόσεις ΕΠΕ, Δεκέμβρης 1988.

3. Ίρις Καλκάνη, «Εκείνο το πρωί - Πειραιάς 1892 – Η πρώτη απεργία εργατριών στην Ελλάδα», εκδ. Νέοι Καιροί, 1992, Αθήνα.

4. Λήδα Παπαστεφανάκη, «Εργασία, Ταχυολογία και Φύλο στην ελληνική βιομηχανία – Η κλωστοϋφαντουργία του Πειραιά, 1870-1940», Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2009

5. Δήμητρα Σάμιου, άρθρο με τίτλο «Όψεις έμφυλης ιδιότητας των πολιτών στην Ελλάδα» στο βιβλίο «Το φύλο στην Ιστορία», Εκδόσεις Ασίνη, 2015

6. Φρειδερίκος Ένγκελς, «Η καταγωγή της οικογένειας, της ιδιοκτησίας και του κράτους», εκδόσεις Θεμέλιο.

7. Boston Women’w Health Book Collective, Our  Bodies Ourselves

8. Susan Faludi, “Backlash – The undeclared wars against women”, εκδόσεις Chatto & Windows, Λονδίνο 1992

9. Ariel Levy, “Female Chauvinist Pigs”, εκδοση Pocket Books. Ελληνικά, εκδόσεις Κουκίδα, 2011.

10. Αυτή η δημοσκόπηση έγινε σε εργαζόμενες στον χρηματοπιστωτικό κλάδο (τράπεζες, funds, χρηματιστήρια, κ.α.), ανάμεα στο τρίμηνο Οκτώβρη-Δεκέμβρη του 2017.

11. Κατερίνα Θωίδου, “Ιστορία αγώνων για τη γυναικεία απελευθέρωση”, περιοδικό “Σοσιαλισμός από τα Κάτω”, τεύχος 124 (Σεπτ-Οκτ 2017)

12. Πάνος Γκαργκάνας, Εργατική Αλληλεγγύη Νο 1309, 31 Γενάρη 2018.

13. Cathy Porter, Alexandra Kollontai a biography, Merlin Press 2013.