Άρθρο
Οι αγώνες και η Αριστερά στη “μεταμνημονιακή” περίοδο

Απεργιακή συγκέντρωση των εργατών στην Cosco.

O Πάνος Γκαργκάνας γράφει για την αριστερή εναλλακτική απέναντι στις δεξιές επιλογές του Μητσοτάκη και του Τσίπρα

 

Ποια είναι τα κυριότερα μέτωπα στα οποία θα αναμετρηθούν οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις στη νέα περίοδο που άνοιξε με τη λήξη του τρίτου μνημόνιου; Αυτό είναι το ζήτημα που απασχολεί όλα τα κομματικά επιτελεία μετά την 21 Αυγούστου. Καμιά από τις συγκρούσεις που άνοιξαν μέσα στη σκληρή οκταετία των μνημονίων δεν έχει κλείσει. Τα μνημόνια εξακολουθούν να υπάρχουν και σαν νομικό οπλοστάσιο σε βάρος της εργατικής τάξης και σαν εποπτεία από ΕΕ και ΔΝΤ για την πορεία της οικονομίας και σαν κυρίαρχη διαχείριση για το χρέος που παραμένει σε επίπεδα υψηλότερα σήμερα από το 2010.

Όμως, πάνω στο έδαφος των μνημονιακών συγκρούσεων της προηγούμενης περιόδου, αναδεικνύονται νέες προκλήσεις που απαιτούν απαντήσεις στο επόμενο διάστημα. Ένα πρώτο ζήτημα είναι τα βάρη που συσσωρεύονται από τη μακρόχρονη λιτότητα. Όπως έδειξε με τραγικό τρόπο η πολύνεκρη καταστροφή στο Μάτι (αλλά και η τραγωδία με την κατάρρευση της γέφυρας στη Γένοβα), οι περικοπές που σακάτεψαν τις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους αφήνουν μια φονική κληρονομιά που δεν είναι πίσω μας αλλά μπροστά μας.

Δεύτερη μεγάλη πρόκληση είναι οι νέες επιπτώσεις από τη διεθνή οικονομική αναταραχή που αντί να κοπάσει επιδεινώνεται. Τα επιτόκια του δανεισμού από τους μηχανισμούς της Τρόικας δεν ήταν το μεγάλο επίδικο στην προηγούμενη φάση (ήταν οι όροι που τα συνόδευαν), ενώ τώρα γίνονται κεντρικό θέμα μέσα σε ένα περιβάλλον με επαναλαμβανόμενους πανικούς στις διεθνείς χρηματαγορές.

Και βέβαια, ανοίγει ένα κεφάλαιο που δεν υπήρχε την εποχή των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού αλλά παίρνει κεντρική θέση στην περίοδο των υπερπλεονασμάτων που έχουν θεσμοθετηθεί από τώρα μέχρι το …2060. Πού θα κατευθυνθούν αυτά τα «πλεονάσματα», σε κίνητρα για τους καπιταλιστές ή στην αντιστροφή της λιτότητας; Είναι τρομερά προκλητικό να εμφανίζονται σχέδια για ανακούφιση των επιχειρήσεων από τα φορολογικά βάρη την ώρα που ο πληθυσμός θρηνεί νεκρούς από τα βάρη που έπεσαν και συνεχίζουν να πέφτουν στις πλάτες του.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά.

Μια φονική κληρονομιά

Κανένας, ακόμη και ο πιο φανατικός απολογητής της κυβέρνησης, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η λεγόμενη «μεταμνημονιακή» εποχή κουβαλάει όλες τις δεσμεύσεις των μνημονίων. Η υποχρέωση για εμφάνιση πρωτογενούς πλεονάσματος στον προϋπολογισμό ύψους 3,5% άμεσα και 2,5% σε βάθος δεκαετιών σε συνδυασμό με μια εποπτεία από τους «θεσμούς» που έχουν στα χέρια τους το όπλο της επιβολής κυρώσεων (αναστολή ρυθμίσεων για το χρέος) σε περίπτωση αποκλίσεων από τους στόχους, όλα αυτά συνοψίζουν παραστατικά τη συνέχεια από τα προηγούμενα. Ακόμη και ο Αλέξης Τσίπρας από την Ιθάκη δεν ήταν δυνατό να ξεφύγει από αυτές τις αλήθειες.

Αλλά το πόσο χειρότερα γίνονται τα πράγματα με κάθε χρόνο που περνάει κάτω από τέτοιες συνθήκες, αυτό παραμένει μια διάσταση κρυμμένη ακόμα και μετά από όσα έγιναν στο Μάτι. Η Νέα Δημοκρατία και η συγχορδία των ΜΜΕ που την στηρίζουν αποφεύγουν τη συζήτηση για τις αιτίες και περιορίζονται στο πότε έμαθε ο ένας ή ο άλλος υπουργός για την ύπαρξη νεκρών. Η κυβέρνηση μιλάει για την κλιματική αλλαγή και για την αυθαίρετη δόμηση αλλά αποφεύγει συστηματικά το θέμα των περικοπών που έκαναν την Πυροσβεστική ανήμπορη να αντιμετωπίσει τη φωτιά.

Αξίζει να σταθούμε σε αυτό το ζήτημα. Σύμφωνα με την Εργατική Αλληλεγγύη εκείνων των ημερών: 

«Μέχρι αργά το μεσημέρι [της 23 Ιούλη] στο επίκεντρο των προσπαθειών της Πυροσβεστικής ήταν η Κινέτα στη Δυτική Αττική όπου η φωτιά έκαιγε ήδη οικιστική περιοχή. 

Αυτό που συνέβη, όταν ξέσπασε η δεύτερη μεγάλη πυρκαγιά, είναι ότι ΔΕΝ υπήρχαν οι απαραίτητες δυνάμεις για να την σταματήσουν έγκαιρα. 

 Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στην εφημερίδα Financial Times, αξιωματικός της Πυροσβετικής, οι περισσότερες δυνάμεις βρίσκονταν στην Κινέτα στη Δυτική Αττική «δίπλα σε ένα μεγάλο διυλιστήριο πετρελαίου», όταν ξέσπασε η δεύτερη φωτιά στην Ανατολική Αττική: «Όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα, ο άνεμος άλλαξε προς το Μάτι και δεν υπήρχε αρκετός χρόνος να μεταφέρουμε δυνάμεις στην άλλη πλευρά της Αττικής».

Το άρθρο συνεχίζει προσθέτοντας: «Η ελληνική πυροσβεστική είχε προειδοποιήσει την κυβέρνηση νωρίτερα αυτό το χρόνο ότι οι βαθιές περικοπές που έχουν γίνει στη διάρκεια της οκτάχρονης οικονομικής κρίσης έχουν αφήσει τις υπηρεσίες απροετοίμαστες να αντιμετωπίσουν δύο μεγάλες φωτιές ταυτόχρονα».1

Η Καθημερινή ανήκει στην κατηγορία των εφημερίδων που κατασκευάζουν νεοφιλελεύθερους μύθους για να στηρίξουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αλλά και αυτή σε ρεπορτάζ που στηρίζεται σε στοιχεία της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού ενισχύει την εικόνα των αδυναμιών της Πυροσβεστικής: «Το περιπολικό της Πυροσβεστικής που ήλεγχε την περιοχή [εκεί που ξεκίνησε η φωτιά] και ενδεχομένως να είχε πιάσει ταχύτερα την πυρκαγιά, είχε πάρει εντολή να μετακινηθεί στη φωτιά της Κινέτας» ... «Την ώρα που εκδηλώθηκε η πυρκαγιά στην Πεντέλη, οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής στην Ανατολική Αττική ήταν μειωμένες έως και κατά 50% καθώς σημαντικός αριθμός από πυροσβέστες και υδροφόρες είχαν πάρει εντολή να συνδράμουν στο μέτωπο της Κινέτας» … «Στελέχη της Πυροσβεστικής διευκρινίζουν ότι για να επανδρώσουμε όλες τις υδροφόρες όπως προβλέπεται σε συνθήκες μερικής επιφυλακής είχαμε ήδη από νωρίς καλέσει στην υπηρεσία μας το σύνολο του προσωπικού μας» (δηλαδή δεν υπήρχε άλλο προσωπικό για να ανέβουν σε γενική επιφυλακή αντί για μερική) … «Το ιδιόκτητο ελικόπτερο της Πυροσβεστικής ΒΚ-117, μόλις δέκα λεπτά μετά την άφιξή του στην Ανατολική Αττική από την Κινέτα έμεινε από καύσιμα και επέστρεψε στη βάση του».2

Το καταστροφικό έργο των περικοπών σε αυτόν τον τομέα ξεκινάει από παλιά και συγκεκριμένα η μεταφορά της ευθύνης πυροπροστασίας από τη Δασική Υπηρεσία στην Πυροσβεστική έγινε το 1997, για δημοσιονομικούς λόγους σε μια περίοδο που η χώρα ετοιμαζόταν να μπει στην ευρωζώνη. Αυτά που ακολούθησαν ήταν αγώνες των εποχικών δασοπυροσβεστών για να μείνουν στη δουλειά κόντρα στις απολύσεις, οι οποίες κορυφώθηκαν το 2011 με την κατάργηση 4.000 κενών θέσεων μόνιμου προσωπικού στην Πυροσβεστική. Το 2017 ο προϋπολογισμός είχε φτάσει να δίνει μόλις δέκα εκατομμύρια για πρόληψη πυρκαγιών και 397 εκατομμύρια συνολικά για την Πυροσβεστική. Όπως κατήγγειλε ο Δημήτρης Βλάχος, αρχιπυροσβέστης και μέλος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος, σε εκδήλωση του ΚΚΕ με θέμα “Πυρασφάλεια και Δασοπροστασία”: «Από το 2010 μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις στερούν από το Πυροσβεστικό Σώμα 120 εκατομμύρια ευρώ κατά μέσο όρο κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καλύψει ούτε τις στοιχειώδεις ανάγκες του».

Οι συνέπειες από την περικοπή των δαπανών για τις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους δεν σταθεροποιούνται όταν σταθεροποιηθεί η χρηματοδότηση σε χαμηλότερα επίπεδα. Αντίθετα, οι συνέπειες συσσωρεύονται χρόνο με το χρόνο και εκδηλώνονται καταστροφικά. Όπως παρατηρεί η Ελένη Πορτάλιου:

«Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, που αντικαταστάθηκε με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από την Εθνική Υπηρεσία Διαχείρισης Έκτακτων Αναγκών, εμπεριείχε στον τίτλο της την πολιτική υποχρέωση του κράτους να προστατεύει τους πολίτες από ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς. Πρωτίστως περιλαμβάνει το ύψιστο δικαίωμα προστασίας της ανθρώπινης ζωής που δικαιούται κάθε άνθρωπος -πολίτης αυτής της χώρας ή ξένος. Αυτή την προστασία δεν εγγυήθηκε το ελληνικό κράτος διαχρονικά γιατί δεν επένδυσε σε αξίες και σε «αφανείς» υπηρεσίες που γίνονται ορατές μόνο τη στιγμή της κρίσης. 

Η σημερινή κυβέρνηση δεν άλλαξε αυτή την κατάσταση γιατί οι νεοφιλελεύθερες μνημονιακές πολιτικές επιβάλλουν λιγότερο κράτος, δηλαδή συρρικνωμένες ή/και διαλυμένες κοινωνικές δομές για τη στήριξη και την προστασία των πολλών. Η υποβάθμιση της πυροσβεστικής, της αρμόδιας για τις φυσικές καταστροφές υπηρεσίας της αστυνομίας, των εμπλεκόμενων τομέων της δημόσιας διοίκησης, τα ανεπαρκή επίγεια και εναέρια μέσα, η αδυναμία συντονισμού την ώρα της κρίσης, όλα αυτά οδήγησαν στα τραγικά αποτελέσματα».3

Τα τραγικά αποτελέσματα από τις περικοπές των δαπανών σε έναν άλλο τομέα, τις επενδύσεις για αντιπλημμυρικά έργα, τα είχαμε δει λίγους μήνες νωρίτερα στη Μάνδρα. Και για όσους αμφισβητούν την εκτίμηση ότι οι συνέπειες δεν σταματούν εδώ, ήρθε η Γένοβα να επιβεβαιώσει την κατάσταση.

Στην Ιταλία οι νεκροί στη Γένοβα έφεραν στην επιφάνεια την αλήθεια ότι οι δαπάνες για τη συντήρηση του οδικού δίκτυου έπεσαν από 13,6 δις ευρώ το 2007 σε 5 δις το 2015, ενώ τα κέρδη των ιδιωτικών επιχειρήσεων που διαχειρίζονται τα διόδια ανέβηκαν κατακόρυφα.4 Η Ιταλία τυπικά δεν βρέθηκε σε «μνημόνιο», αλλά αντιμετωπίζει τις συσσωρευμένες συνέπειες της λιτότητας που επιβλήθηκε «για να μην χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών». Η γερασμένη γέφυρα που κατέρρευσε έπασχε από ελλιπή συντήρηση και έπρεπε να είχε ανακατασκευαστεί εδώ και χρόνια.

Η πάλη για γενναία χρηματοδότηση και μαζικές προσλήψεις σε όλες τις κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους αποκτάει άμεση προτεραιότητα το επόμενο διάστημα.

Θύελλα στις αγορές

Η πορεία προς τη λήξη του τρίτου μνημόνιου σημαδεύτηκε όλους τους περασμένους μήνες από την αδυναμία μιας πετυχημένης δοκιμαστικής εξόδου του ελληνικού δημοσίου στις διεθνείς χρηματαγορές. Την άνοιξη «δεν ήταν κατάλληλες οι συνθήκες» λόγω της πολιτικής κρίσης στην Ιταλία. Το καλοκαίρι επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό λόγω της οικονομικής κρίσης στην Τουρκία. Κανένας δεν είναι σε θέση να προβλέψει πότε θα μπορεί η Ελλάδα να δανειστεί με επιτόκια που δεν θα βρίσκονται στα ύψη.

Οι ηγεσίες των «θεσμών» της ΕΕ, της Κομισιόν, του ESM και του Γιούρογκρουπ μοιράζουν απλόχερα συγχαρητήρια στους εαυτούς τους για το τέλος του προγράμματος «διάσωσης» της Ελλάδας που ολοκληρώνει τις «επιτυχημένες» παρεμβάσεις τους στην «περιφέρεια» της ΕΕ, στις χώρες που παλιότερα είχαν ονομάσει προκλητικά ως PIGS. Όμως, ούτε οι πανηγυρικές δηλώσεις ούτε οι πιεστικές οδηγίες για πιστή συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων» δεν φέρνουν αποτέλεσμα.

Ένας πρώτος λόγος γι’ αυτό είναι το σερί αποτυχιών που κουβαλάνε. Όπως επισημαίνει η Εργατική Αλληλεγγύη στη στήλη «η άποψή μας» την πρώτη μέρα της «εξόδου» από τα μνημόνια: «Κουκουλώνουν όλες τις βάρβαρες ταξικές επιλογές που τώρα ομολογούν ως “λάθη” που έγιναν στην πορεία: το ΔΝΤ έκανε “λάθος στον πολλαπλασιαστή” και έτσι οι περικοπές του πρώτου Μνημόνιου προκάλεσαν μεγαλύτερη οικονομική ύφεση και τίναξαν την ανεργία στα ουράνια. Το PSI φρόντισε να σώσει τις γερμανικές και τις γαλλικές τράπεζες αφήνοντας τα ασφαλιστικά ταμεία τσακισμένα και το τραπεζικό σύστημα σε κατάσταση ζόμπι. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έκλεισε τη στρόφιγγα της ρευστότητας προς την Ελλάδα το 2015, αλλά καραγκιόζηδες σαν τον επικεφαλής του Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέκλινγκ ισχυρίζονται ότι το πρώτο εξάμηνο μέχρι το δημοψήφισμα του ΟΧΙ κόστισε 200 δις εξαιτίας του ...Βαρουφάκη».5

Ακόμη και ο Κυριάκος Μητσοτάκης διστάζει να χρησιμοποιήσει ένα τόσο χοντροκομμένο ψέμα. Στην περιοδεία του στη Ζάκυνθο στις 25 Αυγούστου στρογγύλεψε τα νούμερα προς τα κάτω λέγοντας ότι η διαπραγμάτευση του πρώτου εξάμηνου του 2015 κόστισε 100 δις ευρώ. Σε τελική ανάλυση, σημασία γι' αυτούς δεν έχουν τα νούμερα (που ξέρουν ότι έτσι κι αλλιώς είναι ψεύτικα), όσο η διαβεβαίωση ότι δεν πρόκειται να γίνει ξανά διαπραγμάτευση και η ελληνική κυβέρνηση είτε στα χέρια του Τσίπρα είτε του «Κούλη» θα τηρήσει τις δεσμεύσεις. Αλλά ούτε αυτό καθησυχάζει τις αγορές.

Ο πραγματικός λόγος για τις ανησυχίες και τους πανικούς βρίσκεται στη νέα φάση αστάθειας που επικρατεί στο διεθνές σύστημα δέκα χρόνια μετά τη χρεοκοπία της Λήμαν Μπράδερς και το ξέσπασμα της κρίσης. Ο τερματισμός της «ποσοτικής χαλάρωσης» από την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, η ανοδική πορεία των επιτοκίων και του δολαρίου, η επικείμενη αντίστοιχη κίνηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι τεράστιες φοροαπαλλαγές που έδωσε ο Τραμπ στις αμερικάνικες πολυεθνικές, όλα αυτά συγκλίνουν σε μαζική φυγή κεφαλαίων από τις λεγόμενες «αναδυόμενες αγορές» προς το κέντρο του συστήματος. Η Τουρκία δεν πρόκειται να είναι το τελευταίο θύμα αυτών των τάσεων. Η Αργεντινή, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική ήδη βρίσκονται στο στόχαστρο και κάθε νέος πανικός στις χρηματαγορές κλυδωνίζει τα πιο ευάλωτα τραπεζικά συστήματα όπως της Ιταλίας ή της Ισπανίας.

Από πολλές απόψεις αυτή η κατάσταση θυμίζει την κρίση χρέους των χωρών της Λατινικής Αμερικής στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν η κυβέρνηση Ρήγκαν ξεκίναγε τη νεοφιλελεύθερη επίθεση με άνοδο των επιτοκίων και του δολαρίου.6 Μόνο που σήμερα υπάρχουν δυο μεγάλες διαφορές: οι «αναδυόμενες αγορές» δεν περιορίζονται στη Λατινική Αμερική αλλά απλώνονται σε όλο τον πλανήτη και η κατάσταση στην Αμερική του Τραμπ είναι πολύ χειρότερη όχι μόνο οικονομικά αλλά και γεωστρατηγικά και πολιτικά σε σύγκριση με την Αμερική που αναδυόταν νικήτρια του Ψυχρού Πολέμου.

Έτσι κι αλλιώς, με τις τελικές ρυθμίσεις που έγιναν για το χρέος στο Γιούρογκρουπ τον Ιούνη (νέα περίοδος χάριτος, επιμήκυνση, «μαξιλαράκι»), το χρονικό διάστημα που εξασφαλίστηκε είναι περιορισμένο.7 Είναι ματαιοπονία μέσα σε συνθήκες γενικευμένης αστάθειας να προσπαθεί το ελληνικό δημόσιο να εξευμενίσει τις αγορές μέσα σε αυτό το χρονικό «παράθυρο». Πολύ πιο λογική είναι η επιλογή της σύγκρουσης.

Ένα επιπλέον στοιχείο που συνηγορεί σε αυτή την κατεύθυνση είναι το γεγονός ότι η αστάθεια δεν τροφοδοτείται μόνο από οικονομικούς παράγοντες αλλά και από γεωπολιτικούς. Ο ελληνικός καπιταλισμός, ακόμη και μέσα στην χειρότερη οικονομική κρίση του από την εποχή της ναζιστικής κατοχής 1941-44, εξακολουθεί να διεκδικεί επιθετικό ρόλο στις ανακατατάξεις που βρίσκονται σε εξέλιξη στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. 

Ο έλεγχος του «διαδρόμου» των δυτικών Βαλκανίων γίνεται ξανά πεδίο αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία με την προσθήκη πλέον και της Κίνας. Θα μπουν στο ΝΑΤΟ η Αλβανία και η Δημοκρατία της (Βόρειας) Μακεδονίας; Θα μπουν στην ΕΕ η Σερβία και το Κόσοβο; Τι ανταλλάγματα θα εξασφαλίσει η Ρωσία; Θα ανοίξει ένας διάδρομος logistics από τον Πειραιά μέχρι τη Βιέννη και την Πράγα; Ποια αστική τάξη της περιοχής μπορεί να αναδειχθεί σε πρωταγωνιστή αυτών των αλλαγών;

Ταυτόχρονα, οι επιτυχίες της Ρωσίας και του Ιράν στη Συρία πυροδοτούν λυσσαλέες αντιδράσεις από ΗΠΑ, Ισραήλ και Σαουδική Αραβία με την Τουρκία να πιέζεται και από τις δυο πλευρές. Ο άξονας Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ εμπλέκεται και εδώ άμεσα, με τις φιλοδοξίες των ελλήνων καπιταλιστών να φτάνουν μέχρι την αναγνώριση μιας τεράστιας ΑΟΖ πλούσιας σε κοιτάσματα υδρογονανθράκων.

Η πολιτική εξευμενισμού των αγορών δεν φέρνει «μόνο» τα προφανή οικονομικά βάρη της λιτότητας αλλά και την απειλή για πολεμικές εμπλοκές στο πλευρό των «εταίρων-συμμάχων». Ήδη έχουν μπει στην ατζέντα ζητήματα αναβάθμισης των μαχητικών αεροπλάνων της πολεμικής αεροπορίας και προμήθειας νέων φρεγατών για το πολεμικό ναυτικό. Ο Κοτζιάς υπερηφανεύεται ανοιχτά για τις σχέσεις του με την προεδρία του Τραμπ. Αν επικρατήσουν και οι κραυγές των «σκοπιανοφάγων» που θεωρούν όλα αυτά από «ανεπαρκή» μέχρι «προδοτικά», οι κίνδυνοι ότι εκτός από τα πλεονάσματα για τους τραπεζίτες και τις φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις θα κληθούμε να πληρώσουμε και νέες παραγγελίες στις πολεμικές βιομηχανίες ΗΠΑ, Γαλλίας και άλλων, ανεβαίνουν επικίνδυνα.

Οι μάχες για να μην πάνε τα πλεονάσματα σε τοκοχρεολύσια για τους τραπεζίτες, σε φοροαπαλλαγές για τους καπιταλιστές και σε πολεμικές δαπάνες αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις στη «μεταμνημονιακή» εποχή.

Προτεραιότητες

Το ζήτημα των φοροελαφρύνσεων για τις επιχειρήσεις έχει γίνει κοινό αντιδραστικό λάβαρο για το επόμενο διάστημα. Όχι μόνο στις δηλώσεις των εκπροσώπων των «θεσμών» της ΕΕ, αλλά και του ΣΕΒ και του Μητσοτάκη και της κυβέρνησης. Η Καθημερινή προβάλλει συνεχώς και με κάθε τρόπο την «υπερφορολόγηση» σαν κεντρικό πρόβλημα. Και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα προσαρμόζεται. Ο Τσακαλώτος έχει προτείνει από καιρό (με το λεγόμενο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα) ότι από το «υπερπλεόνασμα» του 2019 που προβλέπεται να φτάσει τα 860 εκατομμύρια ευρώ, πρέπει να δοθούν τα 700 εκατομμύρια για φοροελαφρύνσεις. Ο Χουλιαράκης μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ συμπλήρωσε ότι το 2020 το υπερπλεόνασμα θα πάει κατά 75% σε φοροελαφρύνσεις και το 2021 θα εξακολουθεί να παίρνει το 50%.8

Όσο κι αν η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να ντύσει αυτή την επιλογή με «κοινωνικές ευαισθησίες» μιλώντας για τον «κόσμο του μόχθου», η συλλογιστική υποκλίνεται στις νεοφιλελεύθερες συνταγές. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ δηλώνει ανοιχτά ότι «η εταιρική φορολογία στρέφει επενδυτικά κεφάλαια μακριά από την πατρίδα μας».9 Ο Γιάννης Στουρνάρας, διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και πρώην υπουργός Οικονομικών στη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, είναι πιο κατηγορηματικός: «Οι εγχώριες αποταμιεύσεις θα αργήσουν να φτάσουν σε επίπεδο που να μπορούν να στηρίξουν υψηλές επενδύσεις. Επομένως πρέπει να προσελκυστούν άμεσες ξένες επενδύσεις».10 Αυτή η «προσέλκυση» μεταφράζεται σε προσφορά φιλέτων μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις και μείωση των συντελεστών φορολόγησης για τα κέρδη.

Πρόκειται για επιλογές που είναι όχι μόνο προκλητικά αντεργατικές, αλλά και αποδειγμένα αναποτελεσματικές για την ανάκαμψη της οικονομίας. Όπως τονίζαμε από τις σελίδες αυτού του περιοδικού:

«Για την Ελλάδα, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (που ως γνωστό ελέγχεται πλέον από τις Βρυξέλλες και όχι από την ελληνική κυβέρνηση) για τον Ακαθάριστο Σχηματισμό Παγίου Κεφαλαίου δείχνουν συνεχή πτώση από τα 63,1 δις ευρώ το 2007 στα 20,9 δις το 2013 και στη συνέχεια στασιμότητα στα 21,0 δις το 2014, στα 17,3 δις το 2015 και στα 18,5 δις το 2016. Οι μισές από αυτές τις δραματικές απώλειες σημειώνονται στην οικοδομή όπου τα νούμερα πέφτουν από τα 25,2 δις ευρώ το 2007 στα 1,8 δις το 2014, όπου και παραμένουν.

Στην πράξη, λοιπόν, η καθήλωση της οικονομίας στα τάρταρα που την έριξε η κρίση έχει να κάνει με τη νεοφιλελεύθερη ηλιθιότητα ότι οι επενδύσεις θα έρθουν από τους ιδιωτικούς όμιλους ενώ ο δημόσιος τομέας δεν έχει να κάνει τίποτε άλλο από το να διαμορφώνει κατάλληλο περιβάλλον περικόπτοντας τις δαπάνες του και ιδιωτικοποιώντας τις επιχειρήσεις και τις υπηρεσίες του. Η προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την ορθοδοξία έγινε αρχικά με δικαιολογίες ότι θα είναι προσωρινή και αναγκαστική και εξελίχθηκε σε μόνιμη (με πενταετίες πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5%) μετά βαϊων και κλάδων».11

Πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού ύψους 3,5% του ΑΕΠ σημαίνει περίπου 6,5 δις κάθε χρόνο. Αν αυτά τα λεφτά πήγαιναν σε δημόσιες επενδύσεις αντί για τόκους, τα αποτελέσματα θα ήταν άμεσα αντί για τις αερολογίες περί “προσέλκυσης επενδύσεων”.

Η σύγκρουση με αυτές τις επιλογές είναι όλο και πιο επείγουσα αυτή την περίοδο.

Οι μάχες μπροστά

Όλη αυτή η εικόνα διαμορφώνει μια ξεκάθαρη ατζέντα για τις εργατικές διεκδικήσεις: λεφτά για τις ανάγκες μας και όχι για τα κέρδη τους. Θέλουμε τα πλεονάσματα δικά μας και όχι σπαταλημένα για τις απαιτήσεις των καπιταλιστών σε τόκους, κίνητρα και πολεμικές δαπάνες. Χρηματοδότηση των κοινωνικών υπηρεσιών, προσλήψεις και μονιμοποιήσεις, συλλογικές συμβάσεις με αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις, συνθήκες εργασίας και όχι ιδιωτικοποιήσεις.

Τμήματα της εργατικής τάξης κινούνται προς αυτές τις κατευθύνσεις. Η μάχη των εργατών της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά για να υπερασπίσουν το σωματείο τους και να κατακτήσουν συλλογική σύμβαση είναι ένα παράδειγμα. Το ίδιο και η απεργία των ναυτεργατών. Οι κινητοποιήσεις στα Νοσοκομεία για χρηματοδότηση και προσλήψεις ανοίγουν δρόμους για όλο το δημόσιο.

Παρά τις συστηματικές απόπειρες για αποπροσανατολισμό προς τα δεξιά και την ακροδεξιά, άλλοτε με εθνικιστικές κραυγές για το όνομα της Μακεδονίας και άλλοτε με ρατσιστικές επιχειρήσεις κατά των προσφύγων στα νησιά, για τον περισσότερο κόσμο οι αναζητήσεις προς τα αριστερά παραμένουν. Αυτό φαίνεται όχι μόνο από την αντοχή και την αποδοχή των απεργιακών διεκδικήσεων, αλλά και από την ευαισθητοποίηση σε κοινωνικά ζητήματα. Ο γιορτασμός του Pride στο Σύνταγμα συσπείρωσε περισσότερο κόσμο από το πολυδιαφημισμένο συλλαλητήριο για το Μακεδονικό. Η ριζοσπαστικοποίηση που κλιμακώθηκε μέσα στους αγώνες ενάντια στα Μνημόνια βρίσκεται εδώ και σημαδεύει και την λεγόμενη “μεταμνημονιακή” φάση.

Αυτό το στοιχείο είναι υποχρεωμένες να το παίρνουν υπ' όψη τους όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Ακόμα και η δεξιά για να κάνει κριτική στον Τσίπρα αναγκάζεται να καταγγέλλει ότι “πρόδωσε τις προσδοκίες του κόσμου”. Ακόμη και το λυσσασμένο in.gr για να επικρίνει τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης είπε ότι είναι... “δεξιός”.

Η αντίφαση είναι ακόμη πιο οξυμένη στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας έστειλε τον Σκουρλέτη στο κόμμα με φρασεολογία “αριστερής επανεκκίνησης”. Αλλά αμέσως μετά έκανε ανασχηματισμό που σηματοδοτήθηκε από τα ανοίγματα από την Ξενογιαννακοπούλου μέχρι την Παπακώστα. Η “μεταμνημονιακή” πολιτική της κυβέρνησης παραμένει προσηλωμένη στους συμβιβασμούς που έκανε με τα Μνημόνια αλλά αναγκάζεται να κάνει υποκλίσεις στις αναζητήσεις του κόσμου που επιμένει στην προσπάθεια να βγει από τον εφιάλτη της κρίσης.

Σε αυτές τις αναζητήσεις μπορεί και πρέπει να δώσει σάρκα και οστά πάνω απ' όλα η επαναστατική αριστερά. 

Πρώτα απ' όλα με τη στήριξη των αγώνων σε όλα τα μέτωπα. Των απεργιών που έχουν όλη τη δυναμική να κλιμακωθούν διεκδικώντας ότι τα πλεονάσματα πρέπει να δοθούν για τις εργατικές ανάγκες. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία φρενάρει αυτή τη δυναμική για λόγους που έχουν να κάνουν και με τις πιέσεις της ΕΕ και του ΣΕΒ για “συνέχιση των μεταρρυθμίσεων” αλλά και με τις σκοπιμότητες της προεκλογικής περιόδου. Το βάρος πέφτει στα δίκτυα των αγωνιστών μέσα στους χώρους να οργανώσουν τις μάχες με την πολιτική στήριξη από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τη ΛΑΕ, το ΚΚΕ. Η βάση του ΣΥΡΙΖΑ έχει την καρδιά της προς τα εκεί, όσο κι αν οι υπουργοί του υπόσχονται ότι η δουλειά θα γίνει από τα πάνω, απ' αυτούς, με μικρά προσεκτικά βήματα. Ο Συντονισμός ενάντια στα Μνημόνια προωθεί αυτή τη δυναμική.

Αντίστοιχη προσπάθεια χρειάζεται στο αντιρατσιστικό και στο αντιφασιστικό κίνημα. Η ακροδεξιά απειλή δεν αντιμετωπίζεται με φραστικές κορώνες υπουργών που εγκαλούν τον Μητσοτάκη ότι αγκαλιάζει την ακροδεξιά, αλλά την ίδια στιγμή υπογράφουν συμφωνίες με την Μέρκελ κατά των προσφύγων και συμμαχούν με τον Τραμπ στα Βαλκάνια και στη Μεσόγειο. Η ΚΕΕΡΦΑ δείχνει τον άλλο δρόμο συσπειρώνοντας τον κόσμο που θέλει να παλέψει γύρω από το διπλό αίτημα- “Φυλακή για τους φασίστες δολοφόνους, ανοιχτή αγκαλιά για τους πρόσφυγες”.

Εκατό χρόνια μετά την ίδρυση του ΣΕΚΕ, η σημερινή συγκυρία είναι η στιγμή για να αναγεννηθεί η επαναστατική αριστερά. Γιατί αυτή είναι το στήριγμα για να ξεδιπλωθούν όλοι οι αγώνες ώστε να πληρώσουν επιτέλους για την κρίση αυτοί που πραγματικά φταίνε, οι καπιταλιστές και το χρεοκοπημένο σύστημά τους.

 

Σημειώσεις

1. Γιώργος Πίττας, Πυρκαγιές: Θανατηφόρο μείγμα μνημονιακών περικοπών και κερδοσκοπίας, Εργατική Αλληλεγγύη Νο 1335, 1 Αυγούστου 2018. http://ergatiki.gr/article.php?id=18739&issue=1335

2. Γιάννη Σουλιώτη, Επτά λόγοι που έφεραν την εκατόμβη στο Μάτι, Καθημερινή 19 Αυγούστου 2018. (2) kathimerini.gr/980575/article/epikairothta/ellada/epta-logoi-poy-

3. Ελένη Πορτάλιου στην Εργατική Αλληλεγγύη, http://ergatiki.gr/article.php?id=18804&issue=1337

4. Financial Times, Datawatch, Spending on roads, 20 August 2018

5. Εργατική Αλληλεγγύη, Νο 1337, 22/8/2018, http://ergatiki.gr/article.php?id=18794&issue=1337

6. Μαρία Στύλλου, Η κρίση των τραπεζών και η Λατινική Αμερική, περιοδικό Η Μαμή, Νο 4, Μάης-Ιούνης 1984. Περιλαμβάνεται στο συλλογικό «Ο ελληνικός καπιταλισμός, η παγκόσμια οικονομία και η κρίση», Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο 2010.

7. Βλέπε σχετικά την Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, https://www.naftemporiki.gr/story/1380230/parliament-budget-office-caution-necessary-until-bailout-ends-in-aug-positive-messages-to-markets-needed

8. Κ.Π. Παπαδίοχου, Φοροελαφρύνσεις «δώρο» Τσίπρα πριν από τις εκλογές, Καθημερινή 10 Ιουνίου 2018

9. Θεόδωρος Φέσσας, Καθημερινή 26 Αυγούστου 2018.

10. Συνέντευξη Στουρνάρα στην Καθημερινή, 19 Αυγούστου 2018

11. Πάνος Γκαργκάνας, Πώς απαντάμε στον κατήφορο του ΣΥΡΙΖΑ;, Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 122, Μάρτης-Απρίλης 2017, http://socialismfrombelow.gr/article.php?id=959