Άρθρο
Πόλεμος και Επανάσταση στα Βαλκάνια

Ο Λέανδρος Μπόλαρης παρουσιάζει την επανέκδοση των κλασικών κειμένων του Τρότσκι.

 

H πρώτη έκδοση της συλλογής αυτών των κειμένων του Λ. Τρότσκι1 στα ελληνικά είχε γίνει το 1993 όταν η πρώην Γιουγκοσλαβία βυθιζόταν στο αίμα των πολέμων, των εθνοκαθάρσεων και των επεμβάσεων των Μεγάλων Δυνάμεων. Στην Ελλάδα η κυβέρνηση του Μητσοτάκη ενορχήστρωνε την εθνικιστική εκστρατεία για το «όνομα της Μακεδονίας» για να κάμψει την εργατική αντίσταση και να θωρακίσει ιδεολογικά την εξόρμηση του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια.

Η επανέκδοση γίνεται σε μια επίσης ταιριαστή συγκυρία, με το «Μακεδονικό» να έρχεται πάλι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς στην περιοχή να φουντώνουν.

Τόσο στις αρχές της δεκαετίας του ’90 όσο και σήμερα, οι εθνικιστικοί μύθοι, από τους πιο χοντροκομμένους μέχρι τους πιο εκλεπτυσμένους, έπαιρναν νέα ζωή. Η Αριστερά χρειάζεται να τους αντιμετωπίσει. Τα κείμενα του Τρότσκι για τα Βαλκάνια και τους Βαλκανικούς Πολέμους είναι ένα πολύτιμο εφόδιο σε αυτή την προσπάθεια.

Ο Τρότσκι ζούσε στη Βιέννη από το 1907. Είχε καταλήξει εκεί μετά την απόδρασή του από την Σιβηρία, όπου βρισκόταν εξόριστος για το ρόλο που είχε διαδραματίσει στη πρώτη Ρώσικη Επανάσταση. Το 1905 είχε γίνει πρόεδρος του πρώτου Σοβιέτ που συγκρότησαν οι επαναστατημένοι εργάτες και εργάτριες στην Πετρούπολη.

Ο Τρότσκι παράλληλα με τις επαναστατικές του δραστηριότητες, έγινε κι ανταποκριτής της αριστερής φιλελεύθερης εφημερίδας Κιέβσκαγια Μισλ (Η Σκέψη του Κιέβου). Με αυτή την ιδιότητα θα καλύψει τους δυο Βαλκανικούς Πολέμους. Η συλλογή των άρθρων αποτελείται από εκείνες τις ανταποκρίσεις μαζί με μερικά ακόμα άρθρα του Τρότσκι για άλλες εφημερίδες πριν και μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και απλώνεται σε μια περίοδο από το 1910 στο 1915, όταν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αρχίσει να καταβροχθίζει τα Βαλκάνια.

Καπιταλισμός

Η άρχουσα τάξη επιμένει να βλέπει την ιστορία –και να μας σερβίρει ό,τι βλέπει- μέσα από έναν παραμορφωτικό φακό: το ελληνικό κράτος απελευθέρωσε τους σκλαβωμένους αδελφούς με «εθνικούς αγώνες» και βέβαια τους Βαλκανικούς Πολέμους. Η εικόνα των Βαλκανίων, ενός ενιαίου μωσαϊκού εθνών και πολιτισμών που έγινε πεδίο αντιπαράθεσης τοπικών αρχουσών τάξεων και Μεγάλων Δυνάμεων χάνεται σχεδόν ολοκληρωτικά, όπως εξαφανίζονται και όλοι οι λαοί της περιοχής. Στο «εθνικό αφήγημα» δεν χωράνε Βούλγαροι, Αλβανοί, Σέρβοι, αγρότες και τσιφλικάδες, καπιταλιστές και εργάτες.

Ο Τρότσκι, αντίθετα, έχει μια διαφορετική οπτική. Το άρθρο, Το Βαλκανικό Ζήτημα και η Σοσιαλδημοκρατία γραμμένο το 1910 δίνει με αδρές γραμμές την εικόνα των Βαλκανίων. Κεντρικό ρόλο στην ανάλυση παίζουν τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των μεγάλων ιμπεριαλιστικών κρατών της εποχής.

«Τα σύνορα μεταξύ των κρατιδίων της Χερσονήσου δεν τραβήχτηκαν με βάση τις εθνικές συνθήκες ή απαιτήσεις αλλά ως αποτέλεσμα πολέμων, διπλωματικών ιντρίγκων και δυναστικών συμφερόντων. Οι Μεγάλες Δυνάμεις –κατά πρώτο λόγο η Ρωσία και η Αυστρία- είχαν πάντοτε άμεσο συμφέρον να θέτουν τους βαλκανικούς λαούς και κράτη αντιμέτωπα μεταξύ τους, να τα αποδυναμώνουν για να τα θέσουν κάτω από την οικονομική και πολιτική τους επιρροή». Οι ανίσχυρες δυναστείες που κυβερνούν στα ‘θραύσματα’ της Βαλκανικής Χερσονήσου χρησίμευσαν πάντοτε, και εξακολουθούν να χρησιμεύουν, ως μοχλοί των ευρωπαϊκών διπλωματικών μηχανορραφιών. Επισημαίνει ότι: «Η βαλκανική αστική τάξη, όπως και σε όλες τις χώρες που μπήκαν καθυστερημένα στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, είναι πολιτικώς στείρα δειλή, ατάλαντη και βαθιά διαβρωμένη από το σωβινισμό».

Όταν ο Τρότσκι έκανε αυτές τις εκτιμήσεις το 1912 είχε ήδη βάλει τις βάσεις για τη θεωρία που τον διέκρινε από την «ορθοδοξία» του μαρξισμού της Δεύτερης Διεθνούς, τη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης.2 Κεντρικός άξονας της θεωρίας ήταν αυτό που ο Τρότσκι θα ονόμαζε μερικά χρόνια αργότερα νόμο της άνισης και συνδυασμένης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Καθώς ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός εισήγαγε σε όλο τον πλανήτη τις σχέσεις παραγωγής του, άρχουσες τάξεις που έμπαιναν με καθυστέρηση σε αυτή την αρένα ήταν υποχρεωμένες να «πηδήξουν στάδια» της καπιταλιστικής ανάπτυξης, να διανύσουν σε συμπυκνωμένο χρόνο τη διαδρομή που τα «πρότυπα» της ανάπτυξης, όπως η Βρετανία, έκαναν σε αιώνες.

Το αποτέλεσμα ήταν κοινωνίες «αμαλγάματα» των πιο καθυστερημένων και των πιο προηγμένων στοιχείων του καπιταλισμού. Για τις αστικές τάξεις των Βαλκανίων, έγραφε ο Τρότσκι το 1912 σε ένα άρθρο με τίτλο Γιους Μπουνάρ3, αυτό σήμαινε ότι: «η ιστορία τις ανάγκασε να φτιάξουν σιδηροδρομικές γραμμές και να αποκτήσουν αεροπλάνα για τους στρατούς τους πριν ακόμα στρώσουν τους δρόμους τους». Σε ένα προηγούμενο άρθρο του παρατηρεί ότι: «το ενδιάμεσο στρώμα της μεγαλοαστικής τάξης ξεκινά την ιστορική του καριέρα με τις λέξεις ‘καρτέλ’ και ‘λοκ αουτ’ στα χείλη του, πολιτικά ξεκομμένο από τις μάζες και αναζητώντας στήριγμα στις ευρωπαϊκές τράπεζες».

Πόλεμοι

Ο Πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος ξέσπασε τον Οκτώβρη του 1912. Τα συνασπισμένα στη Βαλκανική Συμμαχία κράτη της Βουλγαρίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου και Ελλάδας επιτέθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μετά από μερικές βδομάδες σκληρών μαχών, που το κύριο βάρος τους το σήκωσε ο βουλγαρικός στρατός, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ηττήθηκε.

Τις φλόγες του πολέμου τις τροφοδότησαν καταρχήν οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην περιοχή. Το 1908 η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία προσάρτησε επίσημα την Βοσνία Ερζεγοβίνη που κατείχε από το 1878, με τις ευλογίες της «διεθνούς κοινότητας»4. Σε ένα από τα πρώτα κείμενα της συλλογής, γραμμένο στις αρχές του 1909 με τίτλο Τα Βαλκάνια η καπιταλιστική Ευρώπη και ο Τσαρισμός5, ο Τρότσκι περιγράφει με αιχμηρό τρόπο το κουβάρι των ανταγωνισμών που οδήγησαν σε αυτή την κίνηση και το νέο γύρο παζαριών και μηχανορραφιών που πυροδότησε.

Ο Τρότσκι, όπως και σχεδόν όλη η ρωσική σοσιαλδημοκρατία, είχαν κι ένα συγκεκριμένο στόχο στις πολεμικές τους. Την εξωτερική πολιτική του Τσαρισμού που παρίστανε τον προστάτη όλων των Σλάβων (πανσλαβισμός). Αλλά και τον «νέο πανσλαβισμό» της φιλελεύθερης αστικής αντιπολίτευσης, που κάλυπτε με παρόμοια ιδεολογήματα τις ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες της μεγαλορώσικης αστικής τάξης στην περιοχή.

Τον Μάρτη του 1912 και μετά από πολύμηνες μυστικές διαπραγματεύσεις με τη μεσολάβηση της Τσαρικής Ρωσίας, η Βουλγαρία και η Σερβία κατέληξαν σε μια στρατιωτική συμμαχία. Η φιλοδοξία της τσαρικής διπλωματίας ήταν ότι αυτή η συμμαχία θα δημιουργούσε ένα ανάχωμα στην Αυστροουγγρική και κατ’ επέκταση στη Γερμανική επιρροή στα Βαλκάνια. Όμως, η Βαλκανική Συμμαχία όπως διαμορφώθηκε στη συνέχεια με τις συμφωνίες με την Ελλάδα και το Μαυροβούνιο, στράφηκε ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Δυο εξελίξεις ώθησαν τις άρχουσες τάξεις αυτών των κρατών στην επιλογή του πολέμου. Τον Οκτώβρη του 1911 η Ιταλία, που φιλοδοξούσε να γίνει κι αυτή μια μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη με αποικίες, είχε εξαπολύσει πόλεμο ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.6 Ο πόλεμος τέλειωσε με ταπείνωση για την Οθωμανική Αυτοκρατορία που έχασε την Τριπολίτιδα (σημερινή Λιβύη) και τα Δωδεκάνησα. Η άλλη εξέλιξη ήταν η εξέγερση των Αλβανών που διεκδικούσαν αυτονομία. Στις αρχές του 1912 οι εξεγερμένοι είχαν καταλάβει τα Σκόπια και τη Μπίτολα (Μοναστήρι).7 Για τις άρχουσες τάξεις των Βαλκανίων ο χρόνος πίεζε αλλά και οι δυνατότητες για μια στρατιωτική νίκη ήταν παραπάνω από ρεαλιστικές.

Ο Τρότσκι ταξίδεψε στα πεδία των μαχών, μίλησε με τραυματίες και αιχμαλώτους, είδε από πρώτο χέρι τη φρίκη ενός πολέμου η οποία δεν περιοριζόταν στις συγκρούσεις στα μέτωπα αλλά καταβρόχθιζε σπίτια, χωριά, πόλεις, άμαχους πληθυσμούς που είχαν την κακή τύχη να μιλάνε τη «λάθος» γλώσσα, να πηγαίνουν στα «λάθος» σχολεία ή στις «λάθος» εκκλησίες (και τζαμιά). Το ξερίζωμα των ετοιμόρροπων δομών της απαρχαιωμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ένα προοδευτικό έργο, ανέλαβαν να το εκπληρώσουν από τα «πάνω» οι κυρίαρχες τάξεις. Ο Τρότσκι περιγράφει τι σήμαινε αυτό:

«Σε όλες αυτές τις περιοχές μαινόταν ένας τρομαχτικός κυκλώνας που ξερίζωσε, γκρέμισε, κατακρεούργησε, μετέτρεψε σε στάχτες οτιδήποτε δημιούργησε η ανθρώπινη εργασία… Οι Τούρκοι καίγανε και μακελεύανε καθώς έφευγαν. Οι ντόπιοι χριστιανοί, όταν βρήκαν την ευκαιρία, καίγανε και σφάζανε καθώς πλησίαζαν οι συμμαχικοί στρατοί. Οι στρατιώτες αποτελειώνανε τους τραυματίες κι άρπαζαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Οι αντάρτες που ακολουθούσαν κατά πόδας, λεηλατούσαν, βιάζανε, καίγανε. Και στο τέλος, μαζί με τους στρατούς έφτασαν στην ‘απελευθερωμένη’ γη και οι επιδημίες χολέρας και τύφου».

Στα κείμενα του Τρότσκι για τον πόλεμο δεν θα βρούμε περισπούδαστες αναλύσεις των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Θα βρούμε τις «φωνές» των «ανώνυμων» φαντάρων και αιχμαλώτων πάντα αποδομένες με ανθρωπιά, τα πορτραίτα των πολιτικών με έντονα σαρκαστικά και περιφρονητικά χρώματα. Δεν δίστασε να καταγγείλει δημόσια τα εγκλήματα πολέμου των «χριστιανικών» στρατών εις βάρος Τούρκων αιχμαλώτων, να μιλήσει για τις εθνοκαθάρσεις και τις καταστροφές, των προελαυνόντων σερβικών και βουλγαρικών στρατευμάτων, προκαλώντας και ένα μικρό «σκάνδαλο» στο νόμιμο ρωσικό τύπο.

Τον πρώτο «ένδοξο» και «απελευθερωτικό» Βαλκανικό Πόλεμο ακολούθησε σχεδόν αμέσως ο δεύτερος. Οι συνασπισμένες δυνάμεις της Σερβίας, Ελλάδας και Ρουμανίας τσάκισαν το βουλγαρικό στρατό. Ο Τρότσκι, χρησιμοποιεί το τέχνασμα μιας φανταστικής συνομιλίας με ένα «πανσλαβιστή» Ρώσο αστό φιλελεύθερο για να εξηγήσει τις διαδικασίες που οδήγησαν σε αυτή την κατάληξη. Γράφει στο άρθρο Μια Συζήτηση για τα Βαλκάνια:

«Η χειραφέτηση της μακεδονικής αγροτιάς από τη φεουδαλική σκλαβιά των γαιοκτημόνων ήταν αναμφισβήτητα κάτι αναγκαίο και προοδευτικό. Αυτό το έργο όμως το ανέλαβαν δυνάμεις που δεν νοιάζονταν για τα συμφέροντα της μακεδονικής αγροτιάς μα για τις ορέξεις τους ως δυναστικοί κατακτητές και άρπαγες».

Μεγάλες Δυνάμεις

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι τελείωσαν με την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου τον Αύγουστο του 1913. Οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής (Γερμανία, Ρωσία, Γαλλία, Αυστροουγγαρία, Αγγλία) έσπευσαν να μεσολαβήσουν για την «ειρήνη», όχι από την καλή τους την καρδιά, αλλά για να πατήσουν φρένο στην κούρσα για ένα ευρωπαϊκό πόλεμο. Οι ανταγωνισμοί τους είχαν τροφοδοτήσει τις επιθετικές βλέψεις των βαλκανικών αρχουσών τάξεων και με την σειρά τους αυτές οι επιδιώξεις είχαν ρίξει λάδι στη φωτιά των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών των Μεγάλων Δυνάμεων.

Η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία κινητοποίησε τις μονάδες της στα σύνορα με τη Σερβία στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1912, η Τσαρική Ρωσία έκανε «δοκιμαστική επιστράτευση» στην Πολωνία, έθεσε σε συναγερμό τις συνοριακές στρατιωτικές περιοχές, κράτησε στις θέσεις τους εκατοντάδες χιλιάδες κληρωτούς που τέλειωνε η θητεία τους. Η Γερμανία τάχτηκε «ολόψυχα» με την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, η Γαλλία ενθάρρυνε την Ρωσία.8

Και όπως έχει γίνει πολλές φορές από τότε, η ειρήνη των αρχουσών τάξεων ήταν το διάλειμμα πριν τον επόμενο γύρο πολεμικής αναμέτρησης. Πάλι ο Τρότσκι συνοψίζει εύστοχα τα αποτελέσματα των συμφωνιών.

«Πρέπει λοιπόν να πούμε για τις νέες συνοριακές γραμμές της Βαλκανικής Χερσονήσου πως, ανεξάρτητα από το πόσο θα κρατήσουν, έχουν χαραχτεί πάνω στα καταξεσκισμένα, αφαιμαγμένα και εξουθενωμένα ζωντανά κορμιά των εθνών. Ούτε ένα από αυτά τα βαλκανικά έθνη δεν κατόρθωσε να συμμαζέψει όλα τα σκορπισμένα κομμάτια του. Και ταυτόχρονα όλα τους, περιέχουν τώρα στην επικράτειά τους μια συμπαγή εχθρική μειονότητα.

Η Ειρήνη του Βουκουρεστίου έχει φτιαχτεί από υπεκφυγές και ψέματα. Είναι το αντάξιο επιστέγασμα ενός πολέμου απληστίας και επιπολαιότητας. Μα ενώ επιστεγάζει αυτόν τον πόλεμο, δεν τον τελειώνει. Έχοντας σταματήσει λόγω της απόλυτης εξουθένωσης, ο πόλεμος θα επαναληφθεί όταν φρέσκο αίμα κυλήσει στις αρτηρίες. Κι όμως, το αίμα των σκοτωμένων κραυγάζει πως χύθηκε άδικα. Τίποτα δεν επιτεύχθηκε, τίποτα δεν επιλύθηκε… Το Ανατολικό Ζήτημα καίει ακόμα, σαν μια απαίσια πληγή που χύνει δηλητήριο μέσα στο σώμα της καπιταλιστικής Ευρώπης».

Ένα σχεδόν χρόνο μετά, ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ, ένας Σέρβος φοιτητής θα δολοφονήσει στο Σεράγιεβο τον διάδοχο του θρόνου της Αυστροουγγαρίας. Ήταν η αφορμή για το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η καπιταλιστική Ευρώπη βυθίστηκε για τέσσερα χρόνια στη μεγαλύτερη βαρβαρότητα που είχε γνωρίσει μέχρι τότε η ανθρωπότητα.

Διεθνισμός

Η προοπτική που χαράζει ο Τρότσκι, απέναντι στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τους ανταγωνισμούς των τοπικών αρχουσών τάξεων, είναι η Βαλκανική Δημοκρατική Ομοσπονδία. Η υλοποίησή της έπεφτε στους ώμους της εργατικής τάξης των Βαλκανίων. Όπως επισημαίνει επιγραμματικά:

«Η κρατική ενότητα της Βαλκανικής Χερσονήσου μπορεί να επιτευχθεί με δυο τρόπους: είτε από τα πάνω, με την επέκταση ενός βαλκανικού κράτους, όποιου αποδειχθεί ισχυρότερο, εις βάρος των πιο αδύναμων -κι αυτός είναι ο δρόμος του πολέμου, της εξολόθρευσης και καταπίεσης των ανίσχυρων εθνών, ένας δρόμος που παγιώνει το μοναρχισμό και το μιλιταρισμό- είτε από τα κάτω, μέσω της συνένωσης των ίδιων των λαών- αυτός είναι ο δρόμος της επανάστασης, ο δρόμος που σημαίνει την ανατροπή των βαλκανικών δυναστειών και το ξεδίπλωμα του λαβάρου της βαλκανικής ομοσπονδιακής δημοκρατίας…

Το πρόγραμμα του προλεταριάτου στρέφεται τόσο ενάντια στον μιλιταρισμό των βαλκανικών κρατών όσο και στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Μέθοδός του δεν είναι οι βαλκανικοί πόλεμοι, αλλά οι βαλκανικές επαναστάσεις».

Είναι μια από τις θέσεις του Τρότσκι (και του Λένιν) που έχει δεχτεί τη μεγαλύτερη κριτική, ως «απλουστευτική». Κι όμως, το πρόγραμμα της Βαλκανικής Ομοσπονδίας και της ενότητας των λαών της περιοχής, ήταν η σημαία της Αριστεράς στα Βαλκάνια και σε όλη την Ευρώπη. Ο Τρότσκι είχε στενές πολιτικές επαφές με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην πορεία των οποίων έκανε δυνατές φιλίες, όπως με τον Κρίστιαν Ρακόφσκι, ηγέτη του σοσιαλιστικού κόμματος στην Ρουμανία και με τον Ντιμίτρι Τούτσοβις, έναν από τους ιδρυτές του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Σερβίας.

Όταν το 1915 ο επιστρατευμένος Τούτσοβιτς σκοτώθηκε σε μάχη με τον αυστροουγγρικό στρατό, ο Τρότσκι έγραψε ότι «ένα από τα ισχυρότερα πλήγματα στη σοσιαλδημοκρατία της Σερβίας και όλων των Βαλκανίων ήταν ο θάνατος του Τούτσεβιτς, μιας από τις πιο ευγενικές και ηρωικές μορφές του σερβικού εργατικού κινήματος».9

Δυο μεγάλα κείμενα στην αρχή της συλλογής περιγράφουν τις προσπάθειες των σοσιαλιστικών κομμάτων στην Σερβία και την Βουλγαρία να οικοδομήσουν ένα κίνημα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και στις επιθετικές βλέψεις των δικών τους αρχουσών τάξεων. Ο Τρότσκι κάλυψε την πρώτη Βαλκανική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη τον Γενάρη του 1910 που έγινε με πρωτοβουλία των Σέρβων σοσιαλιστών. Η απόφασή της ανέφερε:

«Η Πρώτη Βαλκανική Σοσιαλδημοκρατική Συνδιάσκεψη τονίζει ιδιαίτερα ότι αυτές οι επείγουσες αλλαγές δεν μπορούν να υλοποιηθούν για τα συμφέροντα των λαών ούτε από τη μιλιταριστική πολιτική των βαλκανικών μοναρχιών ούτε από τα αντιδραστικά αστικά καθεστώτα που… σπέρνουν μίσος και δυσπιστία… και στρέφονται στα ευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη τα οποία, είτε είναι μοναρχικά ή δημοκρατικά είτε πολυεθνικά ή εθνικά, δεν πρόκειται να παραιτηθούν από τις ηγετικές θέσεις τους και την πολιτική της κατάκτησης».10

Δεν ήταν μόνοι τους. Όταν το 1911 η Ιταλία εξαπέλυσε τον πόλεμό της, οι σοσιαλιστές των Βαλκανίων προσπάθησαν να συντονιστούν. Ο Αβραάμ Μπεναρόγια, ένας από τους ιδρυτές της Φεντερασιόν, αναφέρει στις αναμνήσεις του:

«Η Ιταλία πρώτη εκινήθη. Εκήρυξε τον πόλεμον κατά της Τουρκίας δια να καταλάβη την Τριπολίτιδα. Και εις τον ευρωπαϊκό ορίζοντα βαρέα σύνεφα ενεφανίζοντο. Η καταιγίς επλησίαζεν. Οι σοσιαλισταί των Βαλκανίων προβλέποντες τον επικείμενον κίνδυνον ηθέλησαν να προπαρασκευάσουν Παμβαλκανικόν Συνέδριον δια την οργάνωσιν μιας γενικής αντιστάσεως κατά του πολέμου. Τη πρωτοβουλία του Σερβ. Σοσιαλ. Κόμματος, συνεκλήθη εις Βελιγράδιον τον Οκτώβριον του 1911 Παμβαλκανική Σοσιαλ. Συνδιάσκεψις. Εις αυτήν συμμετέσχον η Σερβία, η Ρουμανία, η Βοσνία, η Κροατία και η Τουρκία (Φεντερασιόν) καθώς και ο Ρακόβσκη υπό την διπλήν ιδιότητα του αντιπροσώπου της Ρουμανίας και της Διεθνούς.

Η Συνδιάσκεψις αποφάσισε όπως την 5 Νοεμβρίου οργανωθούν καθ' όλην την Βαλκανικήν συλλαλητήρια διαμαρτυρίας κατά του πολέμου, καθ' α θα εγίνετο ανταλλαγή ρητόρων. Η Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης δεν καθυστέρησεν εις την οργάνωσιν συλλαλητηρίων».11

Οι σοσιαλιστές των Βαλκανίων αντιτάχτηκαν και στους δυο Βαλκανικούς Πολέμους και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέσα από τέτοιες μάχες διαμορφώθηκε μια αντιπολεμική, διεθνιστική Αριστερά στα Βαλκάνια που γέννησε τα επαναστατικά κόμματα όπως το ΣΕΚΕ το 1918. Αυτή την παράδοση χρειάζεται να την ανακαλύψουμε ξανά σήμερα.

Γιατί και σήμερα τα Βαλκάνια έχουν γίνει πεδίο ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και παζαριών που αναζωπυρώνονται. Μέσα από αυτούς τους ανταγωνισμούς, οι τοπικές άρχουσες τάξεις προσπαθούν να επιβάλλουν τη δική τους ατζέντα, τα δικά τους συμφέροντα. Μπορεί η «Μεγάλη Ιδέα» των αρχών του 20ου αιώνα να είναι νεκρή, αλλά ο ελληνικός καπιταλισμός έχει βάλει μπροστά να γίνει ο αδιαφιλονίκητος «ηγεμόνας» όλης της περιοχής, αξιοποιώντας τη θέση του στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Κάθε επιτυχία, που διαφημίζει η κυβέρνηση, στην ουσία είναι ένα βήμα κλιμάκωσης του αντιδραστικού ανταγωνισμού με την τουρκική αστική τάξη. Το κόστος του το φορτώνονται η εργατική τάξη και η νεολαία, σε όλα τα επίπεδα: από τους εξοπλισμούς μέχρι τις ιδεολογικές εκστρατείες του εθνικισμού.

Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια Αριστερά που θα δίνει και αυτές τις μάχες, θα δυναμώνει το εργατικό κίνημα να χαράξει τη δική του προοπτική, στην Ελλάδα και σε όλα τα Βαλκάνια. Ο Τρότσκι, και τα κείμενά του είναι πολύτιμος κρίκος σε αυτή την προσπάθεια.  

 

Σημειώσεις

1. Λέον Τρότσκι, Τα Βαλκάνια και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Θεμέλιο 2018.

2. Λ. Τρότσκι, Η Διαρκής Επανάσταση, Μαρξιστικό Βιβλιο­πωλείο … Ο Τρότσκι έγραψε αυτό το βιβλίο το 1930.

3. Το Γιους Μπουνάρ ήταν μια πολύ φτωχή συνοικία της Σόφιας στην οποία κατοικούσαν πολλοί Εβραίοι εργάτες και εργάτριες.

4. Συγκεκριμένα μετά τη συμφωνία των Μεγάλων Δυνάμεων για το μοίρασμα των Βαλκανίων με την Συμφωνία του Βερολίνου.

5. Γραμμένο για την εφημερίδα Προλετάρι, εφημερίδα των μπολσεβίκων εκείνη την εποχή.

6. Για μια σύντομη παρουσίαση του πολέμου και του αντιπολεμικού κινήματος βλέπε Λ. Μπόλαρης, «100 χρόνια από την πρώτη ιμπεριαλιστική επίθεση: Η Φεντερασιόν και η Λιβύη», Εργατική Αλληλεγγύη 962 (6/4/2011)

7. Για την Αλβανία εκείνη την περίοδο βλέπε Π. Γκαργκάνας, «Η εξέγερση στην Αλβανία», Σοσιαλισμός από τα Κάτω Νο 23, Μάης-Ιούνης 1997. Περιλαμβάνεται στη συλλογή Η Κρίση στα Βαλκάνια το Μακεδονικό και η Εργατική Τάξη (5η έκδοση), Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2008.

8. LCF Turner, ‘The Russian Mobilisation of 1914’ στο Paul Kennedy (eds), The War Plans of the Great Powers): 1880-1914, Routledge, σ.σ. 253-57.

9. Leon Trotsky, Rakovsky and Kolarov, Kievskaya Mysl, No.294, October 23, 1915

10. The Balkan Socialist Tradition and the Balkan Federation, 1871-1915, Revolutionary History, volume 8, no 3, σελ. 166.

11. Αβραάμ Μπεναρόγια, Η Πρώτη Σταδιοδρομία του Ελληνικού Προλεταριάτου, Κομμούνα 1986, σ.σ. 63-64.