Άρθρο
Η εξέγερση στην Ουγγαρία

Εξώφυλλο του τευχους 60

Ο Κώστας Πίττας περιγράφει τι σήμαινε εργατική επανάσταση στην καρδιά της ανατολικής Ευρώπης το 1956

 

Τον Οκτώβρη και το Νοέμβρη του 1956 - ακριβώς μισό αιώνα πριν - μια αυθεντική εργατική επανάσταση σάρωσε την Ουγγαρία. Ηταν η πρώτη επαναστατική εξέγερση ενάντια σε ένα σταλινικό καθεστώς και οδήγησε στην πρώτη ανοιχτή ιμπεριαλιστική επέμβαση των ρωσικών τανκς και στη σφαγή χιλιάδων εργατών και εργατριών.

 

Ο "σοσιαλισμός" στην Ουγγαρία δεν είχε επιβληθεί από μια εργατική επανάσταση, σαν κι αυτή που έγινε στη Ρωσία το 1917, είχε έρθει από το ρώσικο στρατό στη νικηφόρα επέλαση του μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από το 1948 και μετά, στην Ουγγαρία επικρατούσε ένα καθεστώς στα πρότυπα της Ρωσίας του Στάλιν, ένα καθεστώς που δίκαζε και εκτελούσε μετά από συνοπτικές διαδικασίες ακόμα και παλιά στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος που θεωρούνταν ύποπτα για αμφισβήτηση, όπως τον Ράικ.

Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 αποκάλυψε την κρίση που υπόβοσκε σε όλα αυτά τα καθεστώτα και δίχασε τις ηγεσίες σε "σκληροπυρινικούς" και "μεταρρυθμιστές".

Αυτή η διαμάχη στην κορυφή της εξουσίας είχε σαν αποτέλεσμα την μερική αδρανοποίηση του κατασταλτικού μηχανισμού και έτσι σε πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης η δυσαρέσκεια βρήκε ξαφνικά χώρο να εκδηλωθεί. Στην Ουγγαρία η σύγκρουση στην κορυφή εκφράστηκε με τη διαμάχη ανάμεσα στον "σκληρό" γραμματέα του Κόμματος Ματίας Ρακόσι και τον "μεταρρυμιστή" (και διαγραμμένο από το Κόμμα) Ιμρε Νάγκι. Στις αρχές του 1956, δημιουργείται ο "κύκλος Πέτοφι" μέσα στις γραμμές της Κομμουνιστικής Νεολαίας, που οργανώνοντας συζητήσεις για το σταλινισμό, τη φιλοσοφία, την ιστορία του εργατικού κινήματος, γίνεται σύντομα πόλος συσπείρωσης ενάντια στον Ρακόσι. Το καλοκαίρι του 1956 οργάνωσε μια συγκέντρωση-μνημόσυνο για τον εκτελεσμένο Ράικ που μάζεψε 200.000 ανθρώπους. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να κάνει μερικές παραχωρήσεις. Ο Νάγκι επέστρεψε στο Κόμμα, ο αρχηγός της μισητής Πολιτικής Αστυνομίας απολύθηκε και τη θέση του "σκληρού" Γραμματέα Ρακόσι πήρε ένας άλλος "σκληρός" ο Αρνο Γκέρο. Αλλά το ποτάμι ήταν δύσκολο να γυρίσει πίσω.

Το ξέσπασμα της επανάστασης

Στις 22 Οκτώβρη του 1956 πολλές φοιτητικές συνελεύσεις αποφάσισαν να καλέσουν μια διαδήλωση την επόμενη μέρα για "συμπαράσταση στους μεταρρυθμιστές της Πολωνίας και στον αγώνα των Πολωνών αδελφών μας". Η κυβέρνηση αρχικά έδωσε την άδεια, αλλά λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η διαδήλωση την απαγόρευσε. Ηταν αργά. Οι δρόμοι της Βουδαπέστης πλημμύρισαν από 100.000 ανθρώπους που ένοιωθαν ότι η κυβέρνηση ήταν ανίκανη να τους σταματήσει.

Στην αρχή η διαδήλωση ήταν ήρεμη. Ο Ιμρε Νάγκυ έκανε μια πολύ συγκρατημένη ομιλία, όμως τα συνθήματα γίνονταν όλο και πιο μαχητικά: "Εξω οι Ρώσοι", "θάνατος στο Ρακόσι", "Ο Νάγκι στην εξουσία". Και τότε η κυβέρνηση έκανε το μεγάλο "λάθος". Ο γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, Γκέρο, αποκάλεσε σε ραδιοφωνικό μήνυμα τους διαδηλωτές "εθνικιστικά στοιχεία γεμάτα δηλητήριο". Το μεγαλύτερο μέρος της διαδήλωσης κατευθύνθηκε οργισμένο στο ραδιοφωνικό σταθμό και απαίτησε να δώσει απάντηση στον Γκέρο. Μια ομάδα από τρεις χιλιάδες πήγε στο γιγάντιο άγαλμα του Στάλιν και το γκρέμισε.

Μπροστά στο ραδιοφωνικό σταθμό το πλήθος βρέθηκε αντιμέτωπο με την αστυνομία που αρχικά χρησιμοποίησε δακρυγόνα. Οι διαδηλωτές οπισθοχώρησαν για λίγο και ανασυντάχθηκαν. Κάποια στιγμή από τη μεριά της αστυνομίας ακούστηκε ένας πυροβολισμός.

Ετσι άρχισε η επανάσταση. Πέτρες, βόμβες μολότοφ και ξύλα άρχισαν να εκτοξεύονται από τον κόσμο και σε λίγη ώρα οι συγκρούσεις απλώθηκαν σε όλη τη Βουδαπέστη. Τα νέα φτάνουν στα εργοστάσια. Οι εργάτες και οι εργάτριες βγαίνουν στους δρόμους. Πολλοί οργανώνονται κατά ομάδες και φτιάχνουν οδοφράγματα. Αλλοι εισβάλουν σε ομίλους σκοποβολής και παίρνουν όπλα και άλλοι συγκεντρώνονται εξω από τα στρατόπεδα και ζητούν από τους φαντάρους να ενωθούν με την εξέγερση.

Ενώ ο ουγγρικός κρατικός μηχανισμός έχει καταρρεύσει, τα ρώσικα τάνκς κάνουν την εμφάνιση τους στο κέντρο της πόλης, αλλά αδυνατούν να ελέγξουν την κατάσταση. Οι Ούγγροι στρατιώτες δίνουν όπλα στους εξεγερμένους και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν περιγραφές όπου ακόμα και Ρώσοι στρατιώτες συνομιλούν φιλικά με τον κόσμο.

Η άρχουσα τάξη καταλαβαίνει ότι είναι αναγκασμένη να κάνει παραχωρήσεις. Στις 24 Οκτώβρη ο μεταρρυθμιστής Νάγκι διορίζεται πρωθυπουργός, αλλά οι μάχες δεν σταματούν. Αντίθετα στα βιομηχανικά περίχωρα της Βουδαπέστης ξεσπούν απεργίες, στα εργοστάσια αρχίζουν να ξεφυτρώνουν εργατικά συμβούλια, ενώ αρχίζουν να κυκλοφορούν προκηρύξεις που καλούν σε γενική απεργία. Στις 25 Οκτώβρη ο γραμματέας του

Κόμματος Γκέρο, αντικαθίσταται από τον "μεταρρυθμιστή" Πάνος Καντάρ. Λίγο αργότερα ανασχηματίζεται η κυβέρνηση και ο Νάγκι ζητά την αποχώρηση των ρωσικών τανκς και υπόσχεται την αναγνώριση των εργατικών συμβουλίων σαν νόμιμων εκπροσώπων των εργατών. Στις 28 του μήνα οι Ρώσοι στρατηγοί έδωσαν εντολή για την αποχώρηση των στρατευμάτων από τις μεγάλες πόλεις. Στις 31 δεν υπήρχε ούτε ένα τανκ στους δρόμους.

Εργατικά Συμβούλια

Τυπικά την εξουσία την είχε η κυβέρνηση του Ιμρε Νάγκι. Ηταν η αναγνωρισμένη κυβέρνηση της χώρας από τη δυτική διπλωματία αλλά και με αυτή συνομιλούσαν και διαπραγματεύονταν οι ρώσοι στρατηγοί και η Μόσχα. Αλλά στην πραγματικότητα η χώρα βρισκόταν σε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας - όπως η Ρωσία ανάμεσα στο Φλεβάρη και τον Οκτώβρη του 1917. Αυτός ο δεύτερος πόλος εξουσίας ήταν τα εργατικά συμβούλια και οι ένοπλοι εργάτες κι εργάτριες στους δρόμους.

Ο Πίτερ Φράιερ ήταν ο ανταποκριτής της εφημερίδας του Κομμουνιστικού Κόμματος Βρετανίας, της Daily Worker, στη Βουδαπέστη. Η άποψη του κόμματος του για τα γεγονότα στην Ουγγαρία, όπως και όλων των Κομμουνιστικών Κομμάτων στη Δύση, ήταν ότι η εξέγερση ήταν υποκινούμενη από τους ιμπεριαλιστές και τους νοσταλγούς του παλιού καθεστώτος. Η δική του άποψη άλλαξε πολύ γρήγορα. "Αυτό που έχουμε στην Ουγγαρία", έγραφε στις ανταποκρίσεις του που η σύνταξη της εφημερίδας δεν δημοσίευσε ποτέ, "δεν είναι μια αντεπανάσταση οργανωμένη από φασίστες και αντιδραστικούς. Είναι μια εξέγερση ενός ολόκληρου λαού, στην οποία συμμετέχουν ακόμα και πολλά απλά μέλη της βάσης του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενάντια σε μια αστυνομική δικτατορία που υποστηρίζεται από τη Σοβιετική στρατιωτική ισχύ".

Τα επαναστατικά συμβούλια που ξεφύτρωναν σε όλη την Ουγγαρία "ήταν ταυτόχρονα όργανα εξέγερσης -συντόνιζαν τη δράση των εκλεγμένων αντιπροσώπων από τα εργοστάσια και τα πανεπιστήμια, τα ορυχεία και τα στρατόπεδα - και όργανα μιας λαϊκής αυτο-κυβέρνησης που είχε την εμπιστοσύνη του οπλισμένου λαού", έγραφε ο Φράιερ. "Αυτός ο λαός πρόσθεσε στο μακρύ κατάλογο των πόλεων-μαχητών - Παρίσι, Πετρούπολη, Καντόνα, Μαδρίτη, Βαρσοβία - ένα ακόμα αθάνατο όνομα, Βουδαπέστη!"

Τα εργατικά συμβούλια, όπως σε κάθε εργατική επανάσταση, ξεκίνησαν για να καλύψουν την ανάγκη για συντονισμό της απεργιακής δράσης. Αλλά πολύ γρήγορα ανέλαβαν τα καθήκοντα γενικότερου συντονισμού, από τον ανεφοδιασμό των πόλεων σε βασικά αγαθά μέχρι την τήρηση της επαναστατικής τάξης. Οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι ήταν μαχητικοί εργαζόμενοι που είχαν την εμπιστοσύνη των συναδέλφων τους. Τα συμβούλια αποφάσιζαν δημοκρατικά τη δράση τους και οι αντιπρόσωποι ήταν ανακλητοί. Αρχισαν να εφαρμόζουν τον εργατικό έλεγχο στο χώρο δουλειάς: "Το ανώτερο σώμα στο εργοστάσιο είναι το δημοκρατικά εκλεγμένο συμβούλιο", διακήρυξε στις 31 Οκτώβρη το συντονιστικό των συμβουλίων της Βουδαπέστης. "Ο διευθυντής είναι υπάλληλος του εργαστασίου. Ολοι οι ανώτεροι υπάλληλοι πρέπει να εκλέγονται και να είναι υπόλογοι στο συμβούλιο για κάθε ζήτημα".

Τα συμβούλια είχαν άμεσα αιτήματα και πρόγραμμα: να φύγει ο ρωσικός στρατός, να δοθεί η γη στους αγρότες, να υπάρξει εργατικός έλεγχος στα εργοστάσια, να καταργηθεί η μισητή Πολιτική Αστυνομία. Στις 29 Οκτώβρη το συμβούλιο του Γκιόρ επισκέφθηκε τον Νάγκι και του δήλωσε ότι "θα τον στηρίξει μόνο εφόσον δεχθεί η κυβέρνηση του το πρόγραμμα των συμβουλίων".

Το συμβούλιο του εργοστασιακού συγκροτήματος Μπορσόντ δήλωνε στο Ράδιο Μισκόλκ στις 1 Νοέμβρη: "Επαναλαμβάνουμε ότι δεν θα επιστρέψουμε τη γη στους τσιφλικάδες, ούτε τα εργοστάσια στους καπιταλιστές, τα ορυχεία στους βαρώνους και το στρατό στους εχθρούς του λαού".

Η νέα κυβέρνηση είχε να αντιτάξει στα αιτήματα των συμβουλίων μόνο τα ρωσικά τανκς και το προσωπικό κύρος του Ιμρε Νάγκι. Ομως, έχοντας απορρίψει προσωρινά τουλάχιστον τη "λύση" της ρώσικης επέμβασης, η κυβέρνηση ήταν κυριολεκτικά κολλημένη στον τοίχο, καθώς η επιρροή του Νάγκι έπεφτε συνεχώς. Στις 2 Νοέμβρη, το εργατικό συμβούλιο του Μισκόλκ απαίτησε από τον Νάγκι "τη δημιουργία Πανεθνικού Επαναστατικού Συμβουλίου βασισμένου στα εργατικά συμβούλια κάθε νομού της χώρας, που θα αποτελείται από δημοκρατικά εκλεγμένους αντιπροσώπους. Η παλιά "βουλή" θα πρέπει να διαλυθεί"! Επέμβαση και καταστολή

Στις 1 Νοέμβρη οι Ρώσοι στρατηγοί αντικατέστησαν τις μονάδες που είχαν φανεί διστακτικές και είχαν "μολυνθεί" από την εξέγερση, με νέες. 3000 τανκς και 500.000 στρατιώτες συμμετείχαν στη δεύτερη ρώσικη εισβολή. Στις 3 Νοέμβρη κάλεσαν την κυβέρνηση να στείλει αντιπροσωπεία για διαπραγματεύσεις. Αργά τη νύχτα, συνέλαβαν την ουγγρική αντιπροσωπεία και την φυλάκισαν. Τα περισσότερα μέλη της, όπως και ο Νάγκι που προσπάθησε να καταφύγει στη Γιουγκοσλαβική πρεσβεία, εκτελέστηκαν κρυφά λίγους μήνες αργότερα. Ο πρώην "μεταρρυθμιστής" Καντάρ αναλαμβάνει το έργο της καταστολής της επανάστασης.

Οι ερπύστριες των τανκς ξανακούστηκαν στη Βουδαπέστη. Οι ούγγροι εργάτες πάλεψαν με μολότοφ και ελαφρύ οπλισμό. Οι μάχες στο γεμάτο εργοστάσια νησάκι του Δούναβη, Τσέσπελ, στο Ουίπεστ, στο Πεσκ, στο Μισκόλκ συνεχίστηκαν σπίτι με σπίτι. Το συντονιστικό των συμβουλίων κήρυξε γενική απεργία. Στο Τσέσπελ το εργατικό συμβούλιο τύπωσε αφίσες που έγραφαν: "Οι 40.000 αριστοκράτες και φασίστες εργάτες του Τσέσπελ απεργούν". Στο Ντουναπέντελε έγινε αεροπορικός βομβαρδισμός. Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν για μια βδομάδα. Ομάδες εργατών μαζί με Ρώσους λιποτάκτες έφυγαν στα βουνά, όπου συνέχιζαν τη μάχη μέχρι την πρώτη βδομάδα του Δεκέμβρη.

Οι νεκροί από την εισβολή ήταν 2.500. Τα τανκς έλεγχαν την Ουγγαρία. Οχι, όμως, ακόμα και τους ούγγρους εργάτες. Την καταστολή ακολούθησε μια από τις πιο μακρόχρονες γενικές απεργίες στην ιστορία του εργατικού κινήματος. Η βιομηχανική παραγωγή σταμάτησε. Στις 21 Νοέμβρη το Κεντρικό Εργατικό Συμβούλιο της Βουδαπέστης έβγαλε την εξής ανακοίνωση:

"Σύντροφοι εργάτες... Το δημοκρατικά εκλεγμένο συμβούλιο από τα εργοστάσια και τις συνοικίες της πόλης απευθύνεται πάλι σε σας... Πιστοί στην εμπιστοσύνη που μας έδειξε η εργατική τάξη θα υπερασπίσουμε τα εργοστάσια από οποιαδήποτε καπιταλιστική παλινόρθωση. Ταυτόχρονα, όμως, θέλουμε να χτίσουμε το δικό μας ανεξάρτητο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα γιατί τα εργατικά συμβούλια αντιπροσωπεύουν τα πραγματικά συμφέροντα της εργατικής τάξης".

Στις 6 Δεκέμβρη η προσπάθεια της αστυνομίας να συλλάβει τα μέλη του κεντρικού συμβουλίου αποκρούεται από την εργατική φρουρά του εργοστάσιου "Μπελογιάννης". Στις 12 Δεκέμβρη - σχεδόν 40 χρόνια μετά τη νίκη των

σοβιέτ στη Ρωσία του 1917 - το σοβιέτ της Βουδαπέστης φυλακίζεται στο σύνολο του. Στις 15 Δεκέμβρη επιβάλλεται η ποινή του θανάτου σε όσους παροτρύνουν σε απεργία. Στις 6 Γενάρη του 1957 το συμβούλιο του Τσέσπελ αποφασίζει την αυτοδιάλυση του γιατί "δεν βλέπουμε το λόγο να υπάρχουμε σαν κυβερνητικό όργανο". Στις 20 Μάρτη 1957 τα συμβούλια καταγγέλονται σαν "πράκτορες της αντεπανάστασης" και το Νοέμβρη του '57 επισημοποιείται η κατάργηση τους. Ο χασάπης Καντάρ είναι έτοιμος να αρχίσει την "ανοικοδόμηση" του ουγγρικού κρατικού καπιταλισμού.

Στις 7 Νοέμβρη 1956, σε ένα από τα οδοφράγματα της οδού Ταζόλτο στη Βουδαπέστη, οι εργάτες αντιστέκονταν στα ρώσικα τανκς με μολότοφ και λίγα τουφέκια. Στα χέρια τους κρατούσαν, όχι τη σημαία της Ουγγαρίας, όπως σε όλες τις προηγούμενες διαδηλώσεις, αλλά μια κόκκινη σημαία. Ηταν η επέτειος της Ρώσικης Επανάστασης του 1917 και ήθελαν να την τιμήσουν.

Οι εργάτες και οι εργάτριες της Ουγγαρίας ηττήθηκαν. Αλλά τίποτα πια δεν ήταν το ίδιο για την αριστερά σε ολόκληρο τον κόσμο μετά το 1956. Δεν ήταν μόνο ο δημοσιογράφος του Βρετανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Πίτερ Φράιερ, που ζώντας από κοντά την εξέγερση, την καταστολή και την ηρωική αντίσταση των ούγγρων εργατών, ήλθε σε σύγκρουση με την επίσημη γραμμή του κόμματος του. Τα γεγονότα της Ουγγαρίας του '56 ήταν ένα σοκ για χιλιάδες αριστερούς αγωνιστές στη Δύση.

Ο Μίκλος Κράσσο, ένας εργάτης εκλεγμένος στο Εργατικό Συμβούλιο της Βουδαπέστης θυμάται από τις μέρες της επανάστασης του '56: "Η γενική απεργία ξέσπασε αμέσως με την εξέγερση και οι εργάτες άρχισαν σχεδόν αυθόρμητα να χτίζουν εργατικά συμβούλια. Νοιώθοντας τη δύναμη τους οι εργάτες και η νεολαία ήταν πλημμυρισμένοι από ένα συναίσθημα αισιοδοξίας. Ηταν εντυπωσιακή η καθολικότητα που είχαν τα πολιτικά αιτήματα. Αλλά εξίσου εντυπωσιακό ήταν και το γεγονός ότι πουθενά οι εργάτες δεν έδειξαν ότι είχαν ξεκάθαρες ιδέες για το πώς θα πετύχουν αυτά τα αιτήματα. Πουθενά δεν ακούστηκε το σύνθημα: όλη η εξουσία στα εργατικά συμβούλια".