Άρθρο
Τζωρτζ Γκρος - Η Επανάσταση εικονογραφημένη

“Ο αποχωρισμός είναι οδυνηρός”

Η Αλεξάνδρα Μαρτίνη γράφει για τη συμβολή του Γκρος στο καλλιτεχνικό κύμα που εμπνεύστηκε από την επανάσταση.

 

«Να δείξω στους καταπιεσμένους το πραγματικό πρόσωπο των αφεντικών τους, αυτός είναι ο σκοπός των έργων μου». Τζωρτζ Γκρος (George Grosz Drawings, 1944)

Ο Τζωρτζ Γκρος είναι ένας από τους μεγαλύτερους επαναστάτες νεωτεριστές καλλιτέχνες των αρχών του 20ου αιώνα. Το 1914 όπως και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες, σαν τον φίλο και συνάδελφό του Όττο Ντιξ , κατατάσσεται στον γερμανικό στρατό βιώνοντας πολύ γρήγορα την φρίκη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η Γερμανική επανάσταση τον Νοέμβρη του 1918 που ανέτρεψε τον Κάιζερ ήρθε να βάλει φρένο στο σφαγείο του πολέμου. Όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλη επανάσταση στην Ιστορία, η επανάσταση στη Γερμανία έκανε πάρα πολλούς ανθρώπους να ασχοληθούν με την πολιτική. Η εξέγερση των ναυτών του Κιέλου που αφόπλισαν τους αξιωματικούς τους και δημιούργησαν συμβούλιο στρατιωτών, οι τεράστιες διαδηλώσεις εργατών και στρατιωτών που αποκτούσαν τον έλεγχο ολόκληρων πόλεων, η κατάληψη του βασιλικού ανακτόρου στο Μόναχο, επηρέασαν εκατομμύρια εργάτες και εργάτριες και ο κόσμος της τέχνης δεν μπορούσε να μείνει έξω από αυτό.

Τα έργα του Τζωρτζ Γκρος αποτελούν μία συναρπαστική εικονογράφηση της επανάστασης στη Γερμανία. Μαζί με ένα ολόκληρο ρεύμα καλλιτεχνών, ανάμεσά τους η Hannah Hoch, o John Heartfield, o August Sander, βάδισαν πλάι στην εξεγερμένη εργατική τάξη τόσο με τις δημιουργίες τους όσο και με τη φυσική τους παρουσία. Ο Γκρος έγινε μέλος του νεαρού KPD το 1919 ενώ συμμετείχε και συνελήφθη στην εξέγερση του Γενάρη. Το 1921 κατηγορήθηκε ότι πρόσβαλλε με τα έργα τον γερμανικό στρατό, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να του επιβληθεί πρόστιμο τριακοσίων μάρκων, καθώς και να καταστραφεί από τις αρχές η συλλογή έργων Gott mit uns (Ο Θεός μεθ’ ημών, το σύνθημα που έφεραν στη ζώνη τους οι στρατιώτες της Ράιχσβερ).

Στην συλλογή αυτή που αποτελείται από εννιά λιθογραφίες ο Γκρος στοχεύει και καυτηριάζει με αιχμηρό τρόπο την κτηνωδία του γερμανικού στρατού. Οι καρικατούρες του εστιάζουν στους πομπώδεις, αυτάρεσκους, χορτάτους αξιωματικούς και στρατηγούς που έσυραν την Γερμανία στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ακόμα ήταν βασικοί πυλώνες του κρατικού μηχανισμού της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Ταυτόχρονα δίνει μία δυνατή εικόνα της καταπίεσης της εργατικής τάξης από τους από πάνω και της αντίστασης απέναντι σε αυτήν. Στο σκίτσο με τίτλο «Die Kommunisten fallen—und die Devisen steigen» (“Οι κομμουνιστές πέφτουν – το νόμισμα ανεβαίνει”) βλέπουμε στρατιώτες να χτυπούν άοπλους διαδηλωτές την ώρα που ένας αξιωματικός και ένας κερδοσκόπος απολαμβάνουν το γεύμα τους. Αίσθηση προκαλεί και ο ίδιος ο τίτλος αυτού του έργου, καθότι είναι εμφανής η ομοιότητα με την αναφορά της Ρόζα Λούξεμπουργκ «Οι προλετάριοι πέφτουν, οι μετοχές ανεβαίνουν» στην μπροσούρα του Γιούνιους το 1916. Σε ένα άλλο σκίτσο βλέπουμε έναν στρατιώτη να κάνει αμέριμνος το τσιγάρο του χωρίς να τον επηρεάζει το πτώμα ενός ανθρώπου που το έχει ξεβράσει το ποτάμι.

Η φρίκη του πολέμου όπως αυτήν την βίωσαν τα εκατομμύρια των φτωχών στη Γερμανία αλλά και οι εικόνες της αντίστασης μίας εργατικής τάξης που έδινε την μάχη για μία άλλη κοινωνία είναι ξεκάθαρα αποτυπωμένες στα έργα του Γκρος. Ο Kurt Tucholsky ένας από τους πιο γνωστούς σατυρικούς σκιτσογράφους της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης έγραψε για την συλλογή αυτή: «Αν οι ζωγραφιές μπορούσαν να σκοτώσουν, τότε ο Πρωσικός στρατός θα ήταν σίγουρα νεκρός».

Δεν είναι τυχαίο πως η ομάδα των Ντανταϊστών του Βερολίνου, στην οποία ο Γκρος ήταν μέλος, ήταν η πιο πολιτική από όλες τις άλλες ομάδες Ντανταϊστών που είχαν κάνει την εμφάνισή τους στην Ευρώπη και την Αμερική ήδη από το 1916. Οι Βερολινέζοι χρησιμοποίησαν τις νέες μεθόδους όχι αποκλειστικά στην τεχνική που αποτυπωνόταν στα έργα τους αλλά και ως όπλο.

Είναι χαρακτηριστικό το σκίτσο του Γκρος με τίτλο Επανάσταση 1917. Στο έργο απεικονίζεται ένας εργάτης να χαιρετάει την αυγή που αντί για τον ήλιο βλέπουμε το έτος 1917 να ξεπροβάλλει από τον ορίζοντα. Ο αέρας της νικηφόρας επανάστασης στη Ρωσία ένα χρόνο πριν έδινε έμπνευση τόσο στην επαναστατημένη εργατική τάξη της Γερμανίας όσο και στα έργα του Γκρος, που ο στόχος της εργατικής επανάστασης δεσπόζει σε πολλά από αυτά.

Καταφέρνοντας να συνδυάσει με μοναδικό τρόπο την τεχνική του σατυρικού σκίτσου και του καρτούν με την ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνίας ο Γκρος αποτυπώνει τους εμβληματικούς αγώνες της εργατικής τάξης που είχαν ταράξει την Γερμανία ήδη από το 1917. Το έργο του με τίτλο «Germany: A Winter΄s Tale» (1917-1919) (Γερμανία: Μία χειμωνιάτικη ιστορία) έχει πολύ ενδιαφέρον από αυτήν την άποψη. Χρησιμοποιώντας στοιχεία κυβισμού και φουτουρισμού απεικονίζει στο κέντρο του πίνακα ένα εκπρόσωπο της αστικής τάξης έτοιμο να ξεκινήσει το γεύμα του ενώ περιτριγυρίζεται από κορμιά εξεγερμένων, πιο μπροστά βλέπουμε τρεις φιγούρες που συμβολίζουν το κράτος, την εκκλησία και την εκπαίδευση, μοτίβο που επαναλαμβάνεται σε πολλά έργα του. Αξίζει να σημειώσουμε πως μία από τις φιγούρες των διαδηλωτών είναι ένας ναύτης, σύμβολο της επανάστασης της Γερμανίας με τον ξεχωριστό ρόλο που έπαιξαν οι ναύτες του Κιέλου στο ξέσπασμα της επανάστασης.

Τα χρόνια που ακολούθησαν το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Γερμανία ήταν μία κοινωνία βυθισμένη στην κρίση. Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933) συγκλονιζόταν από την μία πλευρά από τεράστια χρέη, οικονομική κρίση, δραματική αύξηση της ανεργίας και από την άλλη πλευρά την άνοδο του κινήματος, το μεγάλωμα της Αριστεράς αλλά και τον κίνδυνο της φασιστικής απειλής.

Όλη αυτή η πραγματικότητα ζωντανεύει στα έργα του Γκρος. Στις αρχές της δεκαετίας του ’20 έπαιξε βασικό ρόλο μαζί με τον Όττο Ντιξ, τον Ρούντολφ Σλίχτερ και πολλούς άλλους καλλιτέχνες στην συγκρότηση του ρεύματος της Νέας Αντικειμενικότητας, μιας καλλιτεχνικής προσέγγισης που ένωνε την πολιτική και κοινωνική κριτική με τον ρεαλισμό στην τέχνη. Το νέο αυτό ρεύμα, αν και προερχόμενο από τον εξπρεσιονισμό, κράτησε αποστάσεις από αυτόν επιστρέφοντας στο ρεαλισμό. Η ομάδα των Βεριστών στην οποία συγκαταλεγόταν ο Γκρος, ήταν η πιο ριζοσπαστική της Νέας Αντικειμενικότητας, τόσο σε εκφραστικό επίπεδο, όπου διατήρησε αρκετά εξπρεσιονιστικά και ντανταϊστικά στοιχεία, όσο και στη θεματολογία, που πολύ συχνά ήταν όχι μόνο η πολιτική και κοινωνική κριτική της περιόδου της Βαϊμάρης αλλά και η δυναμική του κινήματος.

Όπως πολλοί δήλωναν, τα έργα του Γκρος πέρα από την σάτιρα θύμιζαν ένα ρεαλιστικό ρεπορτάζ. Οι χαρακτήρες των έργων του είναι η καθημερινότητα των φτωχών ανθρώπων στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Καλοζωισμένα κυνικά αφεντικά και γραφειοκράτες, τραυματίες πολέμου, εργάτες, διαδηλωτές. Αυτές οι εικόνες είναι πολύ ζωντανές στις συλλογές του όπως «Το πρόσωπο της άρχουσας τάξης» και στις δουλειές του για εφημερίδες και περιοδικά. Η συλλογή αυτή εκδόθηκε από τον Wieland Herzfelde, που διατηρούσε έναν αντιπολεμικό και επαναστατικό εκδοτικό οίκο και φιλοξένησε πολλούς Ντανταϊστές του ρεύματος του Γκρος στα περιοδικά του. Σε αυτά τα σκίτσα ο Γκρος χρησιμοποιεί την πένα του για να αποκαλύψει τον πραγματικό ρόλο των πλουσίων, που εκμεταλλεύονται τους εργάτες και σπαταλάνε τα λεφτά τους σε πορνεία και καμπαρέ. Ένας ευτραφής καπιταλιστής κάθεται πάνω σε έναν σορό από κόκκαλα νεκρών φαντάρων, αξιωματικοί και αφεντικά με πρόσωπα ζώων φωνάζουν πάνω σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων. Από την συλλογή αυτή δεν θα μπορούσε να λείπει και η δράση των Φράικορπς, των παραστρατιωτικών οργανώσεων που λειτούργησαν στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Ο Γκρος τους απεικονίζει να εκτελούν δημόσιες δολοφονίες στους δρόμους ενώ για άλλη μία φορά οι επαναστατημένοι εργάτες έχουν την τιμητική τους.

Στα έργα του προεξέχοντα ρόλο έχει ο κίνδυνος της ανόδου του Ναζισμού στην Γερμανία. Ένας από τους πιο γνωστούς του πίνακες «Οι πυλώνες τις κοινωνίας» (ολοκληρώθηκε το 1926) αναπαριστά την γερμανική άρχουσα τάξη που στηρίζει τους Ναζί.

Ένας ξεπεσμένος αριστοκράτης με την σβάστικα ζωγραφισμένη στην γραβάτα, μέσα από το κεφάλι του βγαίνει ένα πολεμικό άλογο και στο χέρι κρατάει ένα ξίφος ενώ ταυτόχρονα πίνει μπίρα, αριστερά ο εκπρόσωπος των ΜΜΕ κρατώντας στο χέρι μία εφημερίδα και μία αιματοβαμμένη πένα ενώ στο κεφάλι φοράει μία χύτρα, συμβολισμός της κενότητάς του. Δεξιά βλέπουμε τον εκπρόσωπο των σοσιαλδημοκρατών, πολύ πιθανόν του προέδρου Φρίντριχ Έμπερτ, μέσα από το κεφάλι του οποίου βγαίνουν σκατά ενώ στο βάθος βλέπουμε τον παπά που με τα μάτια κλειστά κάνει κήρυγμα και αγνοεί τις κτηνωδίες του στρατού που φαίνεται από πίσω.

Ο Γκρος φανατικός αντιφασίστας μεταναστεύει στις ΗΠΑ το 1932, όταν ο Χίτλερ ανέλαβε την καγκελαρία. Μετά την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία πολλά έργα του καταστράφηκαν από τους Ναζί ενώ ο ίδιος πήρε τον τίτλο του «νούμερο ένα πολιτιστικού μπολσεβίκου». Τα έργα του εκτέθηκαν στην έκθεση “Εκφυλισμένη Τέχνη” του Χίτλερ και απαγορεύτηκαν.

100 χρόνια από την επανάσταση που έβαλε τέλος στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η συζήτηση για την Γερμανία του 1918 είναι πιο χρήσιμη και επίκαιρη από ποτέ.

Ενδεικτικό είναι πως ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία μοντέρνας τέχνης στον κόσμο, η Πινακοθήκη του Λονδίνου Τέιτ (Tate Modern) φιλοξενεί αυτούς τους μήνες έκθεση με θέμα «Μαγικός ρεαλισμός: Η τέχνη στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)» με έργα ανάμεσα άλλων και του Τζωρτζ Γκρος.

Η οπτικοποίηση της γερμανικής κοινωνίας που μας προσφέρουν τα έργα του Γκρος είναι πολύ βοηθητική στην κατανόηση των συνθηκών που ζούσαν οι εργάτες και εργάτριες στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης, στον ρόλο που έπαιζε η άρχουσα τάξη, την φρίκη του πολέμου. Ακόμα πιο σημαντικές είναι όμως οι εικόνες που μας δίνει για τους από τα κάτω, την εργατική τάξη, αυτήν την δύναμη που μπορούσε να βάλει φρένο στην άνοδο του Φασισμού και να ανοίξει τον δρόμο στην επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.

Αυτήν την δύναμη είχε καταλάβει και ο ίδιος ο Τζωρτζ Γκρος και αφιέρωσε την τέχνη του στην προσπάθεια της εργατικής τάξης να κάνει την έφοδο στον ουρανό. Όπως έλεγε και ο ίδιος:

«Η τέχνη μου θα γινόταν ένα όπλο κι ένα σπαθί. Οι πένες μου θα ήταν άδεια καλάμια εάν δεν συμμετείχαν στον αγώνα για την λευτεριά».