Ο Ευκλείδης Μακρόγλου εξηγεί γιατί η ταξική αδικία που αποκάλυψε η καταδίκη της καθαρίστριας δεν είναι συμπτωματική.
Η υπόθεση της 53χρονης καθαρίστριας που καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια κάθειρξη από το Εφετείο ξεδίπλωσε ένα συγκλονιστικό κίνημα αλληλεγγύης, που επέβαλε ως πρώτη νίκη την προσωρινή της αποφυλάκιση, μέχρι να εκδικαστεί η αναίρεσή της στον Άρειο Πάγο. Μάλιστα η εισαγγελέας του Άρειου Πάγου ζήτησε να της αποσταλεί αντίγραφο της δικογραφίας προκειμένου να διερευνήσει πιθανές πειθαρχικές ευθύνες των πέντε δικαστών που εξέδωσαν αυτήν την απάνθρωπη απόφαση.
Ποιο ήταν όμως το «έγκλημα» της καθαρίστριας; Βρέθηκε ένοχη για «απάτη κατά του δημοσίου κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια», επειδή παραποίησε το απολυτήριο του Δημοτικού της, ώστε να φαίνεται ότι είχε παρακολουθήσει και την έκτη τάξη. Όλα αυτά 22 χρόνια πριν, και προκειμένου να προσληφθεί σε θέση καθαρίστριας στο δήμο Βόλου, για να μπορέσει όπως δήλωσε να φύγει από τα παραπήγματα όπου ζούσε με την οικογένειά της και να γλιτώσει τα παιδιά της από την Πρόνοια, ώστε να μην μεγαλώσουν όπως αυτή σε ορφανοτροφείο.
Η εικόνα της καθαρίστριας που οδηγείται στη φυλακή προκάλεσε τη δίκαιη αγανάκτηση και κατακραυγή όλων των εργαζόμενων που χρόνια τώρα δίνουν μάχες ενάντια στις πολιτικές της λιτότητας και των μνημονίων, των απολύσεων και των ιδιωτικοποιήσεων που καταδικάζουν χιλιάδες στην ανεργία και τη φτώχεια, ενώ ταυτόχρονα βλέπουν τους πραγματικούς καταχραστές του κόπου τους να ζουν τη μεγάλη ζωή, μακριά από τα δίχτυα μιας «δικαιοσύνης» που φαίνεται να δαγκώνει μόνο τους ξυπόλητους. Η απόφαση βέβαια προσέβαλε το αίσθημα δικαιοσύνης όλης της κοινωνίας, έστω και φαινομενικά. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων αναγκάστηκε να χαρακτηρίσει δυσανάλογη την ποινή, έσπευσαν όμως να δικαιολογήσουν τους συναδέλφους τους που καταδίκασαν την καθαρίστρια, ως όμηρους ενός αναχρονιστικού νόμου.1 Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου εστίασε και αυτή -αρκετά πιο αιχμηρά- στο «μεσαιωνικής νοοτροπίας» νόμο, επικρίνοντας όμως και την υπερβολική αυστηρότητα των δικαστών.2 Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκαν και οι ανακοινώσεις μιας σειράς σωματείων και συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Η εκστρατεία κατά των «επίορκων» υπαλλήλων και τα πραγματικά σκάνδαλα
Ο νόμος του ‘50 για τους καταχραστές του δημοσίου έχει δεχθεί πολλά πυρά ως ένα αναχρονιστικό και συντηρητικό νομοθέτημα, όμως είναι βέβαιο πως δεν έπρεπε να εφαρμοστεί εδώ. Στην περίπτωση της καθαρίστριας πρέπει να το πούμε καθαρά: είναι αθώα γιατί δεν έχει καταχραστεί ούτε ένα ευρώ, αντίθετα δούλεψε σκληρά τόσα χρόνια για το μισθό της, ενώ οι δημοτικές και δημόσιες υπηρεσίες μόνο να κερδίσουν έχουν από την εργασία των δημόσιων υπαλλήλων, «επίορκων» ή μη. Και για αυτό είναι πραγματική πρόκληση να της ζητά το κράτος όλους τους μισθούς που έλαβε από την πρόσληψή της, στερώντας της μάλιστα και τη σύνταξη.
Πρόκληση εξάλλου είναι και οι περιορισμοί που βάζουν οι νόμοι για τις προσλήψεις, αλλά και η ίδια η διαδικασία του ΑΣΕΠ. Πρόκειται για ένα νομικό πλαίσιο που χρησιμοποιείται όχι για την εξασφάλιση δήθεν της «αξιοκρατίας», αλλά για να αποκλείονται συστηματικά από το δημόσιο, ακόμα και από τα πιο χαμηλά πόστα, οι πιο φτωχοί και περιθωριοποιημένοι, όπως η ορφανή καθαρίστρια που δεν τέλειωσε το δημοτικό, αλλά και οι Ρομά, οι μουσουλμάνοι/ες της μειονότητας της Θράκης, ακόμα και οι νέοι και νέες παλιότερα. Οι ίδιοι νόμοι και διαδικασίες χρησιμοποιούνται σήμερα για να πεταχτούν στην ανεργία χιλιάδες συμβασιούχοι που δούλεψαν για χρόνια με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Άλλοι νόμοι, όπως στην περίπτωση της καθαρίστριας, πέρασαν γιατί στόχευαν στην πλάγια απόλυση και διαγραφή από τα ασφαλιστικά ταμεία εκατοντάδων δημόσιων υπαλλήλων, στο πλαίσιο μιας συστηματικής επίθεσης σε ένα από τα πιο οργανωμένα κομμάτια της εργατικής τάξης. Άλλωστε η διάσπαση της εργατικής αντίστασης παραμένει απαραίτητο συμπλήρωμα των πολιτικών λιτότητας ώστε να περάσουν ανενόχλητα τα βάρη της κρίσης στους ώμους των εργαζομένων.
Όπως σωστά περιγράφαμε στην Εργατική Αλληλεγγύη3 «ο νόμος με βάση τον οποίο καταδικάστηκε (η καθαρίστρια), συνδέεται με τη διαδικασία που εφαρμόστηκε στο δημόσιο πριν από 4 περίπου χρόνια για τον “έλεγχο της γνησιότητας δικαιολογητικών” και φέρει την υπογραφή του τότε υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκου Μητσοτάκη. Ήταν η περίοδος που η κυβέρνηση των Σαμαροβενιζέλων, έψαχνε τρόπους να αρχίσει τις απολύσεις Δημοσίων Υπαλλήλων μέσα από δύο τρόπους: με τη γνωστή κακόφημη αξιολόγηση του Κυριάκου που πήγε άπατη και με την προσθήκη “ειδικού πειθαρχικού παραπτώματος” στον Υπαλληλικό Κώδικα όπου ειδικά το παράπτωμα της νοθείας ή παραποίησης εγγράφου, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του ν. 4305/2014, αποτελεί “… πειθαρχικό παράπτωμα διαρκούς χαρακτήρα”. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε μία ολόκληρη εκστρατεία νόμου και ηθικής και απολύθηκαν -άγνωστο πόσοι- Δημόσιοι Υπάλληλοι με συνοπτικές διαδικασίες, διαγράφτηκαν από το μητρώο ΔΥ και σβήστηκαν τα ένσημά τους, ενώ ήρθαν αντιμέτωποι και με το ποινικό σκέλος της διαδικασίας». Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, η εφαρμογή του νόμου έρχεται να υπηρετήσει την εκδικητική μανία των μνημονιακών κυβερνήσεων απέναντι στον κόσμο της εργασίας που αντιστέκεται.
Η ειρωνεία είναι ότι λίγες μέρες μετά τη ψήφιση αυτού του νόμου, η ίδια κυβερνητική πλειοψηφία ψήφιζε το ν. 4312/2014 που έδινε τη δυνατότητα στους πραγματικούς καταχραστές «να πέσουν στα μαλακά», αν αποζημιώσουν το δημόσιο, ακόμα και με ποινές μετατρέψιμες σε χρήμα. Απέναντι λοιπόν στους «Ιαβέρηδες» αυτού του κόσμου που καλούν σε εφαρμογή του νόμου για την καθαρίστρια, δεν ξεχνάμε πως όλοι οι νόμοι, οι εξεταστικές επιτροπές και οι δικαστές, δεν ήταν αρκετοί για να τιμωρήσουν τους πραγματικούς καταχραστές μιας σειράς σκανδάλων (αναφέρουμε εντελώς ενδεικτικά: Χρηματιστήριο, Ομόλογα, Siemens, Βατοπέδι).
Η κατάληξη της εξεταστικής για το σκάνδαλο Novartis είναι μόνο το πιο πρόσφατο επεισόδιο, ενώ ακόμα και στις υποθέσεις που φαίνεται να προχωράνε, όπως η προφυλάκιση Παπαντωνίου για τις μίζες των εξοπλιστικών της γαλλικής Thales4, το «business as usual» συνεχίζεται χωρίς διακοπή: όπως αναδεικνύαμε στην Εργατική Αλληλεγγύη, «τις μέρες που ο Παπαντωνίου οδηγήθηκε στον Κορυδαλλό (...) ο Καμμένος πήγε στο Παρίσι για διαπραγματεύσεις με τους Γάλλους για την αγορά καινούργιων φρεγατών!»5 Από την άλλη, τεράστια σκάνδαλα διεθνών διαστάσεων όπως της Apple, της Volkswagen και της Novartis (για να μη θυμηθούμε τη Lehman Brothers) φανερώνουν ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι ελληνικό «προνόμιο»: ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων διεθνώς δεν σκιάζεται από μικροπράγματα όπως οι νόμοι και η «αξιοκρατία», και αυτό είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Η ταξική δικαιοσύνη
Στην περίπτωση της καθαρίστριας οι δικαστές εφάρμοσαν στην πραγματικότητα μια σειρά από νομικά τεχνάσματα (παραβλέποντας τα βασικά ζητήματα της παραγραφής, του τεκμηρίου αθωότητας και του πλουτισμού του δημοσίου) για να καταλήξουν σε μια κατάφωρα άδικη απόφαση, και για αυτό όλη η κριτική τους ανήκει.
Όμως η ταχύτητα και ο τρόπος που ευθυγραμμίστηκαν για ακόμη μια φορά με την εκδικητική εκστρατεία των μνημονιακών κυβερνήσεων κατά των «επίορκων», φανερώνει ότι η δικαστική λειτουργία δεν είναι στην πραγματικότητα παρά ένα τμήμα της εξουσίας που κατέχει η άρχουσα τάξη και την ασκεί ενιαία και αδιαίρετα.
Οι «εγγυήσεις ανεξαρτησίας» των δικαστών, που θεωρήθηκαν κατακτήσεις των αστικών επαναστάσεων, διαμορφώνουν σήμερα τον πιο στεγανό και για αυτό συντηρητικό θεσμό της αστικής εξουσίας, που βρίσκεται τελείως αποκομμένος από οποιαδήποτε κοινωνική νομιμοποίηση (οι δικαστές δεν εκλέγονται καν), ακριβώς γιατί είναι απαραίτητος για την πειθάρχηση, τον καταναγκασμό και την καταστολή όσων (αντικειμενικά ή υποκειμενικά) αμφισβητούν το «δίκαιο» και την τάξη που εξυπηρετεί.
Και αν αυτό δεν γίνεται άμεσα αντιληπτό σε όλες τις περιστάσεις, σε περιόδους βαθιάς πολιτικής κρίσης και αυξημένης εργατικής αντίστασης, οπότε αδυνατίζει ως ένα βαθμό η επιρροή της άρχουσας τάξης στο κράτος, το προσωπείο της δικαιοσύνης χάνεται και αποκαλύπτεται ο συνολικός ρόλος της κρατικής εξουσίας ως η οργανωμένη βία της μιας κοινωνικής τάξης πάνω στις υπόλοιπες.6 Φανερώνεται πιο άμεσα πως οι δικαστές και οι νόμοι παραμένουν το βασικό εργαλείο με το οποίο η άρχουσα τάξη διατηρεί τον έλεγχο του πολιτικού συστήματος.
Οι επαναστάτες είχαν εντοπίσει τα χιλιάδες νήματα που συνδέουν την τάξη των καπιταλιστών με το κράτος τους ήδη από πολύ νωρίς. Ο Ένγκελς έγραφε το 1884: «(στην αστική δημοκρατία) ο πλούτος ασκεί έμμεσα την εξουσία του, αλλά γι’ αυτό και πιο σίγουρα. Από τη μια πλευρά, με τη μορφή της άμεσης διαφθοράς των υπαλλήλων -κλασικό παράδειγμα γι’ αυτό είναι η Αμερική- από την άλλη, με τη μορφή της συμμαχίας κυβέρνησης και χρηματιστηρίου».7 Και ο Λένιν, συμπλήρωνε στις παραμονές της Οκτωβριανής Επανάστασης: «Σήµερα, ο Ιµπεριαλισµός και η κυριαρχία των τραπεζών έχουν τελειοποιήσει και τις δυο αυτές µεθόδους που υποστηρίζουν και εξυπηρετούν πρακτικώς την παντοδυναµία του πλούτου µέσα στις δηµοκρατικές πολιτείες όλων των αποχρώσεων».8
Οι διαπιστώσεις αυτές, επιβεβαιώνονται σήμερα, ίσως ακόμα περισσότερο από τον καιρό που πρωτοδιατυπώθηκαν. Όλο το νομικό οπλοστάσιο και οι δικαστές που το εφαρμόζουν, συντηρούν ένα ολόκληρο εκμεταλλευτικό σύστημα, που από τη μία επιδιώκει την εμπέδωση, το άπλωμα και το βάθεμα της εκμετάλλευσης του κόσμου της εργασίας, και από την άλλη δυναμώνει τους δεσμούς του κράτους με την τάξη των καπιταλιστών, αφήνοντάς τους ασύδοτους, να ανταγωνίζονται χωρίς κανόνες σε ένα αδιάκοπο κυνήγι του κέρδους που καταστρέφει ανθρώπινες ζωές και περιβάλλον. Η αδικία αυτή διατηρείται, κάτω από ένα λεπτό στρώμα «δικαίου».
Βάση και Εποικοδόμημα
Για αυτό και το ζητούμενο της δικαιοσύνης γενικά, δεν έχει σχέση ούτε με τους ιδανικούς νόμους ούτε με τους ιδανικούς δικαστές. Δικαιοσύνη θα είχαμε αν η καθαρίστρια δεν είχε καταδικαστεί ποτέ, και οι πραγματικοί εγκληματίες και καταχραστές είχαν καταλήξει στη φυλακή εδώ και πολλά χρόνια. Στην πραγματική ζωή, όπως διαπιστώνουμε καθημερινά, τα πράγματα συνήθως συμβαίνουν ανάποδα. Χρειάζεται λοιπόν να αναποδογυρίσουμε την εικόνα και να τη φέρουμε στα μέτρα της πραγματικότητας.
Ο μαρξισμός μας βοηθάει να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους, δίνοντάς μας ταυτόχρονα την εναλλακτική προοπτική. Ο Ένγκελς έγραφε πως, «όλη η ως τα τώρα ιστορία (...) είναι ιστορία ταξικών αγώνων και πως οι αντιμαχόμενες αυτές κοινωνικές τάξεις αποτελούν κάθε φορά το προϊόν των σχέσεων παραγωγής και ανταλλαγής, με μια λέξη των οικονομικών σχέσεων κάθε εποχής. Κατά συνέπεια, η οικονομική δομή της κοινωνίας αποτελεί κάθε φορά την πραγματική βάση, από την οποία μπορούμε να εξηγήσουμε ολόκληρο το εποικοδόμημα από τους νομικούς και πολιτικούς θεσμούς, καθώς και τις θρησκευτικές, φιλοσοφικές και τις διάφορες άλλες ιδέες της δεδομένης ιστορικής περιόδου».9 Έτσι, ένα οικονομικό σύστημα όπως ο καπιταλισμός, με συγκεκριμένο παραγωγικό μοντέλο (βάση), καταλήγει να δημιουργεί το νομικό σύστημα (εποικοδόμημα) που εξυπηρετεί την αναπαραγωγή και το άπλωμα αυτού του μοντέλου.
Το σχήμα βάση-εποικοδόμημα που χρησιμοποίησαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, παραμένει εξαιρετικά χρήσιμο για να κατανοούμε την κατάσταση και να δίνουμε τις μάχες αποτελεσματικά, χωρίς υποχωρήσεις μπροστά στις υποκριτικές επικλήσεις «του νόμου και της τάξης». Αυτό γιατί οι μάχες για πραγματική δικαιοσύνη είναι καθοριστικές σε πολλά επίπεδα: ο Ένγκελς σε άλλο σημείο συμπληρώνει πως «η οικονομική κατάσταση αποτελεί τη βάση, ωστόσο, τα ποικίλα στοιχεία του εποικοδομήματος -οι πολιτικές μορφές της ταξικής πάλης και η έκβασή τους, όπως οι θεσμοί που καθιερώνονται από τις νικήτριες τάξεις μετά από μια νικηφόρα μάχη κλπ, οι νομικές μορφές, ακόμα και οι αντανακλάσεις των πραγματικών αγώνων στα μυαλά όσων συμμετείχαν σ’ αυτούς (...)- με τη σειρά τους εξασκούν επιρροή στην πορεία των ιστορικών αγώνων και σε πολλές περιπτώσεις υπερτερούν στον καθορισμό της μορφής τους».10
Ο ρόλος της αλληλεγγύης και η εναλλακτική
Όλα τα παραπάνω πηγάζουν και από τη ζωντανή εμπειρία που οδηγεί τις συναδέλφισσες της καθαρίστριας να απαιτούν «να αποφυλακιστεί αμέσως η συνάδελφός μας, γιατί δεν είναι έγκλημα (...) ο αγώνας για επιβίωση ενός φτωχού ανθρώπου σε ένα σύστημα όπου νόμιμα και παράνομα κλέβονται δεκάδες δισεκατομμύρια, όπου νόμιμα και παράνομα φυσικά πρόσωπα και επιχειρηματικοί όμιλοι πλουτίζουν σε βάρος του λαού. Όπου η αστική δικαιοσύνη έχει “ερμητικά κλειστά τα μάτια” μπροστά στην πραγματική κοινωνική αδικία, που καταδικάζει στη φτώχεια και στην ανέχεια χιλιάδες εργαζόμενους και συνταξιούχους, που αναζητούν απελπισμένα τρόπο να ζήσουν».
Είναι αυτή η καθημερινή εμπειρία της εργατικής τάξης και η ζωντανή συλλογική μνήμη των μαχών που έχει δώσει, που μπορεί να οδηγεί σε νίκες κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Μπροστά στην αποκάλυψη του πραγματικού προσώπου του αστικού κράτους, της βαρβαρότητας και της βίας του, ακόμα και οι πιο στεγανοί και ανέλεγκτοι μηχανισμοί όπως η δικαστική εξουσία μπορούν να υποχωρήσουν κάτω από τη μαζική αλληλεγγύη για την καθαρίστρια. Ακόμα και οι πιο αμείλικτοι υπηρέτες της καταστολής όπως ο πρώην υπουργός δικαιοσύνης Αθανασίου, αναγκάζονται να καταπιούν τα λόγια τους, και να επιτρέψουν το δικαίωμα στην εκπαίδευση για τους κρατούμενους φοιτητές.
Αυτές οι νίκες δίνουν την αυτοπεποίθηση στον κόσμο που αγωνίζεται να συνεχίσει πιο δυναμικά τον αγώνα για πραγματική δικαιοσύνη, που περνά μέσα από κάθε μάχη που δίνουμε σήμερα: από τη διεκδίκηση να σταματήσουν όλες οι απολύσεις και να αντικατασταθούν από μαζικές προσλήψεις, μέχρι τις μάχες για να ενταχθούν κανονικά οι πρόσφυγες στις γειτονιές και τα σχολεία μας, να δοθούν χαρτιά στους μετανάστες. Και φυσικά την κρίσιμη μάχη για να καταλήξουν βαθιά στα μπουντρούμια οι φασίστες δολοφόνοι. Όπως το αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα επέβαλε το άνοιγμα της δίκης, έτσι πρέπει να συνεχίσει και να εντείνει τη μαζική πίεση μέχρι την τελική καταδίκη.
Εικόνες όπως αυτή της καθαρίστριας να ευχαριστεί συγκινημένη όσους και όσες στάθηκαν δίπλα της, βάζουν ακόμα ψηλότερα τον πήχη. Το πολύμορφο κίνημα αλληλεγγύης πρέπει να επιβάλλει όχι μόνο την οριστική απελευθέρωσή της ώστε να λήξει ένας καφκικός εφιάλτης, αλλά και ότι κανένας άλλος δεν θα βρεθεί στη θέση της. Η λύση είναι η κατάργηση του «πειθαρχικού παραπτώματος διαρκούς χαρακτήρα» και η επάνοδος όσων απολύθηκαν στις θέσεις τους, μαζί με τη διεκδίκηση για μαζικές προσλήψεις παντού.
Όλες αυτές οι μάχες γίνονται λοιπόν ακόμα πιο κρίσιμες γιατί βάζουν πραγματικά εμπόδια στις επιδιώξεις μιας άρχουσας τάξης σε βαθιά κρίση, που όλο και περισσότερο έχει να υποσχεθεί μόνο φτώχεια και βάσανα για την κοινωνική πλειοψηφία. Από την άλλη, η τεράστια αντίφαση της «καταχράστριας» καθαρίστριας, όταν όλοι οι μεγαλοκαρχαρίες αλωνίζουν ελεύθεροι, προκαλεί αντιδράσεις και τριγμούς που στενεύουν τα περιθώρια ελιγμών για τους από πάνω: αποκαλύπτει ότι πίσω από κάθε λάδωμα, υπάρχει μια ολόκληρη μηχανή λαδώματος που θα χρειαστεί να ξηλώσουμε.
Και όλες οι νίκες σε αυτά τα πεδία, ακόμα και η ίδια η εμπειρία των αγώνων, βοηθά ώστε να δοθεί ο συνολικότερος αγώνας για κοινωνική και οικονομική Δικαιοσύνη από καλύτερες θέσεις. Ανοίγουν την προοπτική για να απαλλαγούμε μια και καλή από ένα σύστημα βουτηγμένο στα σκάνδαλα, την αδικία και τη βία, και να φτάσουμε σε μια κοινωνία όπου «η κάθε μαγείρισσα (και καθαρίστρια, να) μπορεί να κυβερνάει».
Σημειώσεις
1. ende.gr/θεση-τησ-ε-δ-ε-στο-ζητημα-τησ-δικαστικη/
2. http://www.hlhr.gr/καθαρίστρια-καταχραστής-του-δημοσίο
3. Τα πλαστά πτυχία και η επίπλαστη δικαιοσύνη, Εργατική Αλληλεγγύη 5 Δεκέμβρη 2018
4. “Θεσμός” οι μίζες για τους εξοπλισμούς, Εργατική Αλληλεγγύη 31 Οκτώβρη 2018
5. ΑΟΖ: Όχι στις πολεμικές εντάσεις για τα συμφέροντα των καπιταλιστών, Εργατική Αλληλεγγύη 27 Νοέμβρη 2018
6. βλ. και Ε. Πασουκάνις, Μαρξισμός και Δίκαιο (Εργατική Πάλη 2017), σ. 161
7. Φ. Ένγκελς, η Καταγωγή της Οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, (Σύγχρονη Εποχή 2008), σ. 213
8. Β.Ι. Λένιν, Κράτος και Επανάσταση (Σύγχρονη Εποχή 2005), σ. 20
9. Φ. Ένγκελς, Σοσιαλισμός, Ουτοπικός και Επιστημονικός (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2006) σ. 110
10. Κ. Χάρμαν, Βάση και Εποικοδόμημα (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2009) σ. 13-14.