Άρθρο
Πώς μπορούμε να σταματήσουμε την άνοδο της ακροδεξιάς;

Αθήνα 16 Μάρτη 2019

Ο Νίκος Λούντος αναλύει τις αιτίες και προτείνει απαντήσεις απέναντι στην επιστροφή της φασιστικής απειλής.

 

Ο τρόπος με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση πηγαίνει προς τις Ευρωεκλογές του Μάη επιβεβαιώνει το πολιτικό ξεχαρβάλωμα που επικρατεί στον πυρήνα της. Οι ηγέτες της ΕΕ ξέρουν ότι, σε οικονομικό επίπεδο, οι επιπτώσεις της “ταυτόχρονης επιβράδυνσης” δεν τους επιτρέπουν ούτε καν να ψελλίσουν περί της οποιασδήποτε στρατηγικής εξόδου από την κρίση. Επιπλέον παραδέχονται πως αστάθμητοι παράγοντες και “ατυχήματα”, έτσι όπως βλέπουν αυτοί τουλάχιστον το Μπρέξιτ, κάνουν σμπαράλια την οποιαδήποτε πρόβλεψη.

“Η όλη συζήτηση περί Μπρέξιτ, που κράταει πολλά χρόνια είναι στην πραγματικότητα αδιαίρετο τμήμα της συνολικής αβεβαιότητας που πλανιέται πάνω από την ήπειρό μας”, λέει ανοιχτά ο Ντράγκι.1

Ξέρουν ταυτόχρονα πως σε πολιτικό επίπεδο έχουν απομείνει χωρίς πραγματικό ηγετικό κέντρο, τόσο όσον αφορά τα πρόσωπα, όσο και τα κόμματα και τα πολιτικά τους μπλοκ. Η Μέρκελ έχει ήδη παραιτηθεί από την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών και δεν θα είναι υποψήφια στις επόμενες εκλογές. Ο Μακρόν, που προδιαγραφόταν ως εναλλακτικό μοντέλο απέναντι στην κρίση των παραδοσιακών κομμάτων, πηγαίνει στις εκλογές όχι μόνο καμμένος από τα Κίτρινα Γιλέκα, αλλά και απομονωμένος μέσα στους θεσμούς της ΕΕ, τόσο όσον αφορά το Μπρέξιτ όσο και τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ. Ο γαλλογερμανικός άξονας υπήρξε η βάση για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και άντεξε στις μεγαλύτερες πιέσεις όταν προστέθηκε και η Βρετανία στο κάδρο, αλλά πλέον, παρότι η Βρετανία οδεύει προς την έξοδο, ο “άξονας” ούτε στο ελάχιστο δεν μπορεί να λειτουργήσει ως αμορτισέρ στις εντάσεις που ξεσπάνε στο εσωτερικό της ΕΕ.

Αυτή είναι η κατάσταση η οποία για τους φασίστες και διαφόρων ειδών ακροδεξιές δυνάμεις παρουσιάζεται σαν ευκαιρία να καταγραφούν ως η ανερχόμενη δύναμη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η απειλή είναι πραγματική. Το πολιτικό σκηνικό σε σύγκριση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές πριν από πέντε χρόνια τούς έχει στρώσει ακόμη πιο άνετο χαλί. Πριν από πέντε χρόνια τη Βρετανία την κυβερνούσε ο Κάμερον και η λέξη μπρέξιτ ήταν άγνωστη, την Ιταλία την κυβερνούσε ο Ρέντσι, τη Γαλλία ο Ολάντ, στη Γερμανία και την Αυστρία υπήρχαν σταθεροί μεγάλοι συνασπισμοί, η ισπανική Δεξιά είχε τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας. Το 2014 ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίαζε ακόμη τον Υποψήφιο στην αμερικανική TV και ποιος θα στοιχημάτιζε ότι ο Μπολσονάρο, ο πιο φιλοχουντικός βουλευτής του Ρίο θα γινόταν πρόεδρος της Βραζιλίας;

Η Χρυσή Αυγή είχε μπει στη Βουλή από το 2012, και λίγο πολύ η αντιμετώπιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν ότι πρόκειται για μία από τις πλευρές του “ελληνικού παράδοξου”. Τα πέντε τελευταία χρόνια έχουν αποδείξει ότι τιποτα δεν ήταν ελληνική εξαίρεση. Ο θρυμματισμός του πολιτικού σκηνικού προχώρησε, όχι στην περιφέρεια, αλλά στα κέντρα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού με πιο φρενήρη ρυθμό.

Η Λεπέν πέρασε το 2017 στο δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών, για πρώτη φορά μετά τον πατέρα της το 2002, και έσπασε το φράγμα των δέκα εκατομμυρίων ψήφων. Στις προεδρικές της Αυστρίας το 2016 το φασιστικό FP βγήκε πρώτο κόμμα με 35% και έφτασε κοντά στο 50% στο δεύτερο γύρο. Στις βουλευτικές εκλογές της επόμενης χρονιάς πήρε 26% και στήθηκε κυβέρνηση συνεργασίας με την δεξιά, δίνοντας στον ηγέτη του FP, Στράχε, την αντικαγκελαρία. Στην Ιταλία το 2018 έφερε τη Λέγκα από το 4% στο 17,5% και την αναπάντεχη συγκυβέρνησή της με τα 5 Αστέρια, ενώ και οι μουσολινικοί “Αδελφοί της Ιταλίας” έφτασαν το 1,5 εκατομμύριο ψήφους. Στη Γερμανία, στις εκλογές του 2017, φασίστες μπήκαν για πρώτη φορά μεταπολεμικά στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο. Η “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) έφτασε το 12,5%. Στις βαυαρικές εκλογές του 2018 το AfD με 10%, στην πρώτη του εμφάνιση, πέρασε το SPD, το οποίο κατέρρευσε. Στην Ολλανδία, στις εκλογές του 2017 το PVV, το κόμμα του αρχιρατσιστή Βίλντερς βγήκε δεύτερο, ενώ στις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές το πρωτοεμφανιζόμενο ακροδεξιό “Φόρουμ για τη Δημοκρατία” βγήκε πρώτο κόμμα σε εθνικό επίπεδο με 14,5% και ένα εκατομμύριο ψήφους. Στη Σουηδία οι ακροδεξιοί “Δημοκράτες” σταθεροποιήθηκαν στην 3η θέση στις εκλογές του 2018 φτάνοντας το 17,5% και ξεπερνώντας για πρώτη φορά το ένα εκατομμύριο ψήφους. Στη Δανία το ακροδεξιό “Λαΐκό Κόμμα” έκανε άλμα 9 μονάδων στις εκλογές του 2015 φτάνοντας το 21%, εκτοπίζοντας την παραδοσιακή δεξιά από τη δεύτερη θέση. Στη Σλοβακία ο υποψήφιος που είχε τη στήριξη της ακροδεξιάς βγήκε τρίτος με πάνω από 14% στις φετινές προεδρικές εκλογές. Στην Ισπανία εμφανίστηκε το Βοξ και από το μηδέν έφτασε στο 11% στις εκλογές της Ανδαλουσίας, και πλέον από τις ψήφους του εξαρτάται η τοπική κυβέρνηση.

Οι εκλογικές ανακατατάξεις αυτές αφορούν μόνο την τελευταία πενταετία και η λίστα δεν τελειώνει εδώ. Δεν μένει καμιά αμφιβολία ότι η άνοδος της ακροδεξιάς είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο. Όχι μόνο ελληνική εξαίρεση δεν υπάρχει, αλλά κανενός είδους εξαίρεση. Κέντρο και περιφέρεια, βορράς - νότος, Ανατολική και Δυτική Ευρώπη, χώρες που υποδέχθηκαν μετανάστες και χώρες που εξάγουν μετανάστες.

Στις επερχόμενες ευρωεκλογές η ακροδεξιά επιδιώκει να καταγράψει σε μεγάλη κλίμακα τα εκλογικά κέρδη που συσσωρεύτηκαν ανά χώρα. Έχουν σε εξέλιξη από τη μεριά τους πρωτοβουλίες συντονισμού. Από τη μια μεριά ο Στιβ Μπάνον, μετρ της αμερικάνικης ακροδεξιάς και πρώην αρχισύμβουλος του Τραμπ, επιχειρεί να στήσει το “Κίνημα” όπως το αποκαλεί, οργανώνοντας χρηματοδότηση από εκατομμυριούχους φίλους του και “ομοϊδεάτες” προς τα κόμματα που έχει επιλέξει σε 13 χώρες.

Παράλληλα και πιο κοντά στο έδαφος εξελίσσεται η πρωτοβουλία με κέντρο τη Λέγκα του Σαλβίνι, τη Λεπέν και τις επαφές τους στη βόρεια Ευρώπη. Στις αρχές Απρίλη ο Σαλβίνι παρουσίασε τη συμμαχία στο Μιλάνο, σε ένα τραπέζι με το γερμανικό AfD, τους “Πραγματικούς Φινλανδούς” και το Λαϊκό Κόμμα της Δανίας. Ο Σαλβίνι δήλωσε ότι εκπροσωπεί όλο το μπλοκ της “Ευρώπης των Εθνών” στο Ευρωκοινοβούλιο, δηλαδή και τη Λεπέν και τον Βίλντερς και το FP. Σύμφωνα με τη Λεπέν ο στόχος είναι να συγκροτηθεί μια καινούργια ακροδεξιά ομάδα στο Ευρωκοινοβούλιο, που οι ίδιοι δηλώνουν ότι μπορεί να είναι η μεγαλύτερη.2

Τους Δανούς, τους Φινλανδούς και τους Σουηδούς τους κερδίζουν από την ομάδα των “Συντηρητικών” που ως τώρα ηγεμονευόταν από τους Βρετανούς Τόρις. Τους Γερμανούς ο Σαλβίνι τούς παίρνει δώρο από την ευρωκοινοβουλευτική ομάδα που είχε στήσει το AfD με τα 5 Αστέρια. Ο Μπέπε Γκρίλο πίστευε ότι έκανε έξυπνες ντρίμπλες συμμαχώντας με τους Γερμανούς φασίστες και τώρα τον πουλάνε για τους πραγματικούς τους συμμάχους στην Ιταλία. Αξιοποιώντας τη διάλυση που αντικειμενικά έρχεται για την ομάδα των Βρετανών Τόρις, ο Σαλβίνι και η Λεπέν ασκούν πιέσεις και στο πολωνικό κυβερνών κόμμα (PiS) να συνταχθεί μαζί τους. Το ίδιο κάνουν και προς το Φίντες, το κυβερνών κόμμα του Όρμπαν στην Ουγγαρία,3 που από τα τέλη Μάρτη έχει αποβληθεί προσωρινά από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, λόγω της “αντιευρωπαϊκής” συμπεριφοράς του. Για τις 18 του Μάη, μια βδομάδα πριν από τις Ευρωεκλογές, ο Σαλβίνι και οι σύμμαχοί του ετοιμάζουν μια φιέστα στο Μιλάνο όπου θα παρουσιάσουν τη “διεθνή της ακροδεξιάς”.

Δεν πέφτουμε από τα σύννεφα μπροστά σε αυτή την εξέλιξη. Η προσπάθεια για διεθνή συντονισμό του αντιρατσιστικού κινήματος που επιχειρεί η ΚΕΕΡΦΑ τα τελευταία έξι χρόνια τουλάχιστον ξεκίνησε πριν από τα μεγάλα εκλογικά άλματα της ακροδεξιάς, ακριβώς επειδή είχε προδιαγράψει τον κίνδυνο. Ακόμη νωρίτερα, το ΣΕΚ είχε βάλει στο κέντρο της παρέμβασής του την αλληλεγγύη στο αντιφασιστικό κίνημα στη Γαλλία ήδη από τις εκλογές του 2002 και στο κίνημα της Αυστρίας το 1999-2000 όταν για πρώτη φορά μεταπολεμικά μπήκαν οι φασίστες σε ευρωπαϊκή κυβέρνηση.4 Η εκτίμηση στηριζόταν από τότε σε τέσσερα επιχειρήματα.

Πρώτον, ότι ο καπιταλισμός μπαίνει σε μακρά περίοδο αστάθειας και κρίσης και αυτό δίνει ευκαιρία στους φασίστες να επιχειρήσουν να μετατρέψουν την οργή σε μίσος για τους μετανάστες και σε εθνικιστική νοσταλγία κατά της “παγκοσμιοποίησης”. Δεύτερον, ότι στο πολιτικό πεδίο τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που αποδέχθηκαν το νεοφιλελευθερισμό γίνονται αδύναμοι κρίκοι και η κρίση τους δίνει ευκαιρίες στην ακροδεξιά.

Τρίτον, ότι κόμματα φασιστικά, “μεταφασιστικά”, με φασιστικό πυρήνα ή με όποια άλλη μεταμφίεση κι αν παρουσιάζονταν ήθελαν να αξιοποιήσουν πιθανές εκλογικές επιτυχίες για να νομιμοποιήσουν τα εγκλήματά τους στην πράξη. Πιέσεις πάνω τους για να μετατραπούν σε “σοβαρά” κόμματα υπήρχαν, όμως η διαδρομή δεν ήταν μίας κατεύθυνσης. Περισσότεροι φασίστες με γραβάτες στο κοινοβούλιο σημαίνει μεγαλύτερη προστασία για τις φασιστικές συμμορίες στο δρόμο.

Τέταρτον, δεν πρέπει να έχουμε καμιά εμπιστοσύνη στους θεσμούς, αντίθετα χρειάζεται να συντονίσουμε τη διεθνιστική αλληλεγγύη μεταξύ των κινημάτων. Οι εκλογικές επιτυχίες των φασιστών θα κάνουν τους θεσμούς (ευρωπαϊκούς και ‘εθνικούς’) να προσαρμοστούν προς τα δεξιά και όχι το αντίστροφο. Δεν χρειάζονται πολλά επιχειρήματα για να δει κανείς ότι και στα τέσσερα αυτά σημεία η κατάσταση σήμερα είναι πολύ πιο προχωρημένη από ό,τι στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Είναι όμως πολύ πιο προχωρημένη και η δράση και εμπειρία του αντιφασιστικού κινήματος σε όλες τις χώρες, ενώ τα αλλεπάλληλα διεθνή ραντεβού των διαδηλώσεων του Μάρτη δείχνουν ότι ο αντιφασιστικός συντονισμός έχει αποκτήσει ρίζες. Οι μεγαλύτερες μάχες όμως βρίσκονται μπροστά μας. Γι’ αυτό χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε κάποιους από τους βασικούς προσανατολισμούς.

Πρώτον, αν η υποτίμηση του κινδύνου οδηγεί σε παράλυση, το ίδιο μπορεί να κάνει και ο πανικός. Δεν εξελίσσεται κάποια προέλαση των φασιστών σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι αυξημένες δυνατότητές τους για εκλογικές επιτυχίες είναι (και) κομμάτι της ταχύτατης κρίσης των κομμάτων-πυλώνων του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Αυτή η κρίση είναι πρώτα και κύρια ευκαιρία για την Αριστερά. Δεν είναι μόνο η σοσιαλδημοκρατία πλέον που έχει μείνει σκιά του παλιού της εαυτού, αλλά κλονίζονται και τα δεξιά κάστρα. Η Γερμανία είναι το κορυφαίο παράδειγμα. Στις εκλογές του 2017 και η Δεξιά και το SPD είχαν τα χειρότερα ποσοστά τους σε όλη τη μεταπολεμική ιστορία. Από το αθροιστικό 90+% έπεσαν στο 53%. Στην Ολλανδία το “Εργατικό Κόμμα” (το κόμμα του Ντάισενμπλουμ εκτός των άλλων) έπεσε από το 25% στο 5,7% μετά τη συγκυβέρνηση με τη Δεξιά του Ρούτε. Στη Δανία έπαθαν καθίζηση και τα δύο δεξιά κόμματα, και το μικρότερο διασπάστηκε. Η εμφάνιση του Βοξ στην Ισπανία δεν εξηγείται χωρίς την πανικόβλητη πτώση του Ραχόι από την εξουσία εν μέσω Καταλωνίας, γυναικείων αγώνων και εργατικής αντίστασης.

Είναι σκέτη σοφιστεία η θέση ότι υπάρχει δεξιά μετακίνηση της κοινωνίας και γι’ αυτό δυναμώνει η δεξιά της δεξιάς. Απόδειξη είναι ότι η μετακίνηση των παραδοσιακών δεξιών κομμάτων προς τα δεξιά δεν τους λύνει το πρόβλημα. Πρώτος που μας το θυμίζει αυτό είναι ο Σαμαράς και τα ανοίγματά του στους χρυσαυγίτες που κάθε άλλο παρά έσωσαν τη ΝΔ. Όμως, και στο κέντρο της Ευρώπης, εκεί που υποτίθεται η Μέρκελ πλήρωνε την “φιλομεταναστευτική” της πολιτική, ήταν το κόμμα του Ζεεχόφερ, οι Χριστιανοσοσιαλιστές, που έχασαν πάνω από 10% στις εκλογές της Βαυαρίας, παρότι ήταν αυτοί που είχαν σηκώσει τη σημαία του κλεισίματος των συνόρων. Κερδισμένο δεν βγήκε μόνο το AfD αλλά και οι Πράσινοι που αντιπολιτεύτηκαν από τα Αριστερά, και κερδίζοντας 9 μονάδες έγιναν δεύτερο κόμμα.5

Δεύτερο, η άνοδος των φασιστών δεν είναι αυτόματο αποτέλεσμα ούτε της οικονομικής, ούτε της πολιτικής κρίσης. Ο ρατσισμός είναι επίσημη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που σκοτώνει χιλιάδες στα σύνορα και τις θάλασσες. Οι φασίστες νομιμοποιούνται ήδη προτού σημειώσουν εκλογικές επιτυχίες. Η πενταετία που πέρασε από τις προηγούμενες Ευρωεκλογές δεν ήταν μόνο η πενταετία των μεγάλων εκλογικών ανατροπών, αλλά και αυτή με τις πιο βάναυσες ρατσιστικές πρωτοβουλίες. Είναι πέντε χρόνια με 12 πνιγμένους καθημερινά στη Μεσόγειο, σύνολο 18 χιλιάδες ανθρώπους. Είναι η πενταετία της συμφωνίας με την Τουρκία, η πενταετία που επέστρεψε το σκλαβοπάζαρο στη Λιβύη και η ΕΕ αποφάσισε να στήσει “πλατφόρμες αποβίβασης” - τεχνητά ξερονήσια για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.6

Γι’ αυτό δεν υπάρχει τρόπος να δοθεί η μάχη ενάντια στους φασίστες χωρίς να είναι και μάχη ενάντια στον ρατσισμό. Και σε ιδεολογικό επίπεδο, για να μην αφήσουμε κανένα κομμάτι των καταπιεσμένων να πιστέψει ότι για την φτώχεια του φταίνε οι ακόμη φτωχότεροι και κατατρεγμένοι. Αλλά και στο επίπεδο της συγκεκριμένης μάχης για να μπλοκάρουμε τα εγκλήματα που πραγματοποιούν οι κυβερνήσεις της ΕΕ και να ανοίξουμε τα σύνορα.

Η σχέση μεταξύ κλιμάκωσης του κρατικού ρατσισμού και φασιστικής βίας έχει πλέον εμφανείς παγκόσμιες διαστάσεις. Ο Τραμπ φυλακίζει μικρά παιδιά στα σύνορα, στήνει πολυβόλα κατά οικογενειών και καλοπιάνει τους ναζί δολοφόνους της Χέδερ Χάγιερ. Η αυστραλέζικη κυβέρνηση εξορίζει τους μετανάστες στις νησίδες του Ειρηνικού και καταφέρνει να “εξαγάγει” τον νεοναζί που ματοκύλισε το τζαμί στη Νέα Ζηλανδία.

Τρίτο, χρειαζόμαστε ενιαίο μέτωπο ενάντια στην ακροδεξιά και τους φασίστες. Η δεκαετία του ‘30 προειδοποιεί ότι δεν υπάρχει τέλος στο μέχρι που μπορεί να φτάσει το σπιράλ της βαρβαρότητας των φασιστών όταν αρχίσει να ξετυλίγεται. Δεν μας διδάσκει μόνο η ιστορία. Κάθε βήμα εμπρός για τους φασίστες σημαίνει απειλή για τις ζωές και τα δικαιώματα όλων. Στην Ουγγαρία καίνε καταυλισμούς Ρομά, στην Ισπανία θέλουν να απαγορεύσουν τις εκτρώσεις και να καταργήσουν το κεκτημένο του γάμου μεταξύ ατόμων ίδιου φύλου, στη Γαλλία κάνουν επιθέσεις στις καταλήψεις των φοιτητών και προβοκάρουν τα κίτρινα γιλέκα, στην Ιταλία, ακόμη και οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας καταγράφουν τριπλασιασμό των ρατσιστικών επιθέσεων το 2018. Είναι απειλή για το συνδικαλισμό, για τα γυνακεία δικαιώματα, για τις μειονότητες, για την ίδια τη δημοκρατία. Όλοι όσοι συνειδητοποιούν αυτή την απειλή και είναι διατεθειμένοι να δράσουν χρειάζεται να συντονιστούν.

Αυτό δεν σημαίνει την οποιαδήποτε συμμαχία με τους νεοφιλελεύθερους στο όνομα της “συνταγματικής τάξης”. Ο προεκλογικός “αντιφασισμός” του Μακρόν ήταν και είναι σκέτη απάτη και η Αριστερά δεν έχει κανένα λόγο να γίνει σωτήρας των δυνάμεων του συστήματος στο όνομα ενός ψευδούς αντιφασισμού. Όποιος τσουβαλιάζει την Αριστερά μαζί με τους φασίστες σε μια υποτιθέμενη μάχη κατά του “λαϊκισμού” δεν είναι σύμμαχος αλλά εχθρός του αντιφασιστικού κινήματος. Δεν υπάρχει καμιά ιδεολογική προϋπόθεση στην κοινή μάχη ενάντια στο φασισμό. Η προϋπόθεση είναι πρακτική, η δέσμευση να στηρίζεις τις πραγματικές μάχες που διεξάγονται. Η “φιλελεύθερη” ευρωπαϊκή Δεξιά με το ένα χέρι διώχνει τον Όρμπαν και με το άλλο αγκαλιάζει την αυστριακή συγκυβέρνηση. Καταγγέλλουν τον “λαϊκισμό” του Σαλβίνι και του ντι Μάιο όταν αυτοί απειλούν να μην εφαρμόσουν τη λιτότητα της ΕΕ, αλλά τους κάνουν πλάτες και τους αναγνωρίζουν τα “δίκια” όταν κλείνουν τα λιμάνια στους πρόσφυγες.

Η συζήτηση για αυτά τα ζητήματα εξελίσσεται στην Ελλάδα εδώ και μεγάλο διάστημα. Το μεγάλο κεκτημένο είναι ότι πλέον προχώρησε με γρήγορους ρυθμούς και σε πολλές άλλες χώρες, με αφορμή τόσο τις απειλές που αναδύθηκαν όσο και τα σημαντικά βήματα που έγιναν από το κίνημα.

Την εικόνα από τη Γερμανία την έδινε ο Σωτήρης Κοντογιάννης στο τεύχος του ΣΑΚ του περασμένου Οκτώβρη: “Η έξαρση του ρατσισμού και οι επιτυχίες του AfD, τόσο στο κοινοβούλιο όσο και στο δρόμο, έχουν ξεσηκώσει ένα τεράστιο κύμα αντίστασης από το ένα ως το άλλο άκρο της Γερμανίας. Το συλλαλητήριο που οργανώθηκε από τις αντιρατσιστικές και αντιφασιστικές κινήσεις στο Βερολίνο το Σάββατο 13 Οκτώβρη συγκέντρωσε πάνω από 240 χιλιάδες ανθρώπους -ένα νούμερο που ξεπέρασε κατά πολύ τις καλύτερες προσδοκίες των διοργανωτών. Πάνω από 50 χιλιάδες διαδηλωτές έφτασαν στο Κέμνιτς στις 3 Σεπτέμβρη, λίγες μέρες μετά την παρέλαση των νεοναζί, για να πάρουν μέρος στη μεγάλη αντιφασιστική συναυλία που οργανώθηκε σε “αλληλεγγύη με τους κατοίκους της πόλης που αντιστέκονται”. Το σύνθημα της συναυλίας ήταν “είμαστε περισσότεροι”.

Η πλειοψηφία του πληθυσμού της Γερμανίας μισεί το AfD. Στο Μόναχο, η “μεγάλη” προεκλογική συγκέντρωση του AfD εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο φιάσκο: οι λιγοστοί οπαδοί του βρέθηκαν περικυκλωμένοι από μια τεράστια αντισυγκέντρωση χιλιάδων αντιφασιστών που δεν άφησαν, με τα σφυρίγματά τους, να ακουστεί ούτε μια λέξη από αυτά τα οποία έλεγε η ομιλήτρια. Στο Αμβούργο, 180 νεοναζί βρέθηκαν περικυκλωμένοι από δέκα χιλιάδες αντιφασίστες. Στο Ρόστοκ, 4.000 αντιφασίστες εμπόδισαν τον περασμένο Σεπτέμβρη μια παρέλαση 700 περίπου νεοναζί που είχε οργανωθεί από τον Χέκε”.7

Στην Ιταλία η αντίσταση στην κυβέρνηση πήρε αντιρατσιστικό χαρακτήρα από την αρχή. Οι δήμαρχοι που άνοιξαν τα λιμάνια στα καράβια των προσφύγων έγιναν σύμβολα αλληλεγγύης και ανυπακοής στα σχέδια του Σαλβίνι. Οργανώθηκαν μεγάλες διαδηλώσεις μέσα στο καλοκαίρι, στη Ρώμη στα τέλη Αυγούστου και το κύμα κορυφώθηκε το Μάρτη με 200 χιλιάδες στο Μιλάνο: “Στην πρώτη γραμμή της διαδήλωσης ένα μεγάλο άρμα ομοίωμα του πλοίου “Ιόνιο Πέλαγος”, του πλοίου που ναυπηγήθηκε από το κίνημα για να σώσει πρόσφυγες και μετανάστες σε κόντρα με τις απαγορεύσεις του φασίστα υπουργού Σαλβίνι”.8

Στην Αυστρία: “Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που συμμετέχουν ενεργά βοηθώντας πρόσφυγες. Μόνο στη Βιέννη, το 60% των κατοίκων έχουν κάνει υλικές συνεισφορές για τους πρόσφυγες (πάνω από 1,1, εκατομμύρια άνθρωποι), 13% έχουν προσφέρει εθελοντική εργασία για πρόσφυγες (πάνω από 240.000 άνθρωποι) και 8% έχουν πάρει μέρος σε κάποια διαδήλωση υπέρ των προσφύγων (πάνω από 150.000). Στις 3 Οκτώβρη του 2015 πάνω από 70 χιλιάδες πήραν μέρος στη διαδήλωση αλληλεγγύης στους πρόσφυγες στη Βιέννη και ξανά ένα αντίστοιχο πλήθος βάδισε στις 13 Γενάρη του 2018”.9

Στην Ισπανία η εκλογική επιτυχία του Βοξ αντί για φόβο γέννησε ένα δυναμικό αντιφασιστικό κίνημα. Ξεπετάχτηκαν επιτροπές με κέντρο κυρίως τους φοιτητές, ενώ το γυναικείο κίνημα έδωσε τη μάχη της φετινής απεργίας στις 8 Μάρτη με ανοιχτό αντιφασιστικό προσανατολισμό, βγάζοντας εκατομμύρια κόσμο στο δρόμο. Σε κανένα σημείο της χώρας οι φασίστες δεν καταφέρνουν να κάνουν ανοιχτές συγκεντρώσεις χωρίς να προκαλέσουν αντισυγκέντρωση που τους στέλνει σπίτια τους. Στα τέλη Γενάρη ο συντονισμός προχώρησε με πρωτοβουλία της UCFR (Ενότητα ενάντια στον φασισμό και το ρατσισμό) σε μια συνάντηση στη Βαρκελώνη όπου: “Σχεδόν 100 συμμετέχοντες εκπροσωπώντας γυναικείες οργανώσεις, δημοτικές κινήσεις, αντιρατσιστικές και μεταναστευτικές οργανώσεις, αλλά και δυνάμεις από όλο το φάσμα της Αριστεράς πήραν μέρος και συμφώνησαν σε μεγαλύτερο συντονισμό και σε μια καμπάνια #StopVox”.10

Στη Βρετανία όπου η πολιτική κρίση έχει φτάσει σε απερίγραπτα επίπεδα και η διάλυση της Δεξιάς δίνει ευκαιρίες σε κάθε είδους ακροδεξιά, το κίνημα συνεχίζει να δίνει ακούραστες απαντήσεις σε κάθε καινούργια μεταμόρφωση των φασιστών. Το γεγονός ότι σε αυτή την κρίση η Βρετανία μπήκε χωρίς ένα έτοιμο φασιστικό κόμμα είναι κεκτημένο των μαχών που απομόνωσαν το BNP την περασμένη δεκαετία, αλλά τώρα το Stand up to Racism παλεύει για να κλείσει ο κλοιός του κινήματος γύρω από τους ναζί του Τόμι Ρόμπινσον που εμφανίζονται σαν “φίλαθλοι”.

Μέσα στο κέντρο της πιο σκληρής ακροδεξιάς, στην Ουγγαρία, εκεί που ο Όρμπαν παρουσιάζεται παντοδύναμος πάνω στην ισχυρή του εκλογική πλειοψηφία, ξέσπασε ένα κύμα διαδηλώσεων ενάντια στο “νόμο της σκλαβιάς” που κάνει τις απλήρωτες υπερωρίες λάστιχο στα χέρια των αφεντικών, και μαζί εκφράστηκε και η οργή ενάντια στον αντισημιτισμό, το ρατσισμό και τον αυταρχισμό της κυβέρνησης.

Η απεργία στο εργοστάσιο της Audi στη Δυτική Ουγγαρία τον Γενάρη δίνει ένα παραπάνω συμπέρασμα. Οι εργάτες νίκησαν και κέρδισαν 18% αυξήσεις, δίνοντας παράδειγμα και σε άλλους που ακολούθησαν και συνεχίζουν (όπως στο εργοστάσιο της νοτιοκορεατικής Χανκούκ όπου κέρδισαν 13,5% αυξήσεις το Μάρτη). Το συμπέρασμα είναι ότι ο ακροδεξιός και φασιστικός αυταρχισμός δεν είναι σε θέση να παρουσιαστεί ως η δύναμη που βάζει “τάξη”. Μπορεί να αυξάνονται οι δυνάμεις μέσα στην ΕΕ που θεωρούν ότι η λύση απέναντι στο χάος που έχει προκύψει από το ξέσπασμα της κρίσης και μετά είναι η καταφυγή σε βρόμικες λύσεις: καταστολή ελευθεριών, ρατσισμός και διχασμός. Αλλά η αντίσταση σε όλα τα μέτωπα, και όχι μόνο το αντιφασιστικό, δεν τους έχει επιτρέψει να δημιουργήσουν κανένα πετυχημένο παράδειγμα.

Οι μάχες συνδέονται. Η αυτοδιάλυση της πρωτοβουλίας “Aufstehen” γύρω από την Ζάρα Βάγκενκνεχτ στη Γερμανία είναι χρήσιμο και θετικό σημάδι. Το τμήμα της αριστεράς γύρω από το Aufstehen ήθελε να ανταγωνιστεί τους φασίστες11 υιοθετώντας ένα κομμάτι της προπαγάνδας τους, την ισλαμοφοβία και τις “ευαισθησίες” τους γύρω από τα “προβλήματα που φέρνει η μετανάστευση”. Έτσι υποτίθεται οι φασίστες θα έχαναν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Όταν όμως άρχισαν οι φασιστικές προκλήσεις και χρειάστηκε να παρθούν πρωτοβουλίες, το Aufstehen καταγράφηκε ως απόν από όλες τις μαζικές διαδηλώσεις και μπήκε σε κρίση. Η προσπάθεια να στηθεί κάτι παρόμοιο στην ισπανική αριστερά γύρω από τον Χούλιο Ανγκίτα και τον Χουάν Κάρλος Μονεδέρο σαρώθηκε από τις γυναικείες και αντιφασιστικές πρωτοβουλίες.

Η ελληνική εμπειρία συνεχίζει να είναι ισχυρή βοήθεια για ολόκληρη την Ευρώπη. Πριν από πέντε χρόνια η Χρυσή Αυγή ήταν το παράδειγμα που τρομοκρατούσε. Σήμερα είναι το παράδειγμα ότι παρά την πιο βαθιά κρίση η φασιστική άνοδος μπορεί να φρενάρει. Στις περισσότερες ενιαιομετωπικές πρωτοβουλίες στην Ευρώπη που επιχειρούν να συντονίσουν το αντιφασιστικό κίνημα, δυνάμεις της Διεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης έχουν βασικό ρόλο.12 Με αφορμή την πρωτοβουλία της ΚΕΕΡΦΑ, στο δρόμο φέτος το Μάρτη διαδήλωσαν αντιφασίστες από την Αυστραλία ως την Πολωνία και από τις ΗΠΑ ως τη Γαλλία.

Αντί να προσαρμοστεί στην προπαγάνδα των φασιστών, το αντιφασιστικό κίνημα έχει τη δυνατότητα να γύρισει μπούμερανγκ την προσαρμογή που κάνει η δεξιά. Όσο τα κόμματα του συστήματος δένουν την τύχη τους και τις ελπίδες τους να ελέγξουν την κατάσταση με την υιοθέτηση του προγράμματος της ακροδεξιάς, τόσο πιο σφιχτά δένουν την πέτρα γύρω από το λαιμό τους αν το αντιφασιστικό κίνημα τους πετάξει όλους μαζί στη θάλασσα. Αυτό έπαθε το ελληνικό πολιτικό σύστημα το 2011-2014 όταν αρχικά έστησε κυβέρνηση “σωτηρίας” με τον Καρατζαφέρη και στη συνέχεια κράταγε ανοιχτές τις γέφυρες Μπαλτάκου-Κασιδιάρη την ώρα που οι Χρυσαυγίτες δολοφονούσαν. Αυτό μπορεί να πάθει το ισπανικό πολιτικό σύστημα με το Λαϊκό Κόμμα και τους Θιουδαδάνος να δηλώνουν ότι είναι αναγκαία μια συμμαχία με τους νοσταλγούς του φασιστικού πραξικοπήματος για να νικηθούν οι αυτονομιστές της Καταλωνίας. Αυτό μπορούν να πάθουν όλες οι κυβερνήσεις που στήνονται στην Ευρώπη ενώνοντας τα ρετάλια των κομμάτων που καταρρέουν μαζί με μικρή ή μεγάλη δόση φασιστών. Προϋπόθεση είναι να συνεχιστεί και να δυναμώσει η αντιφασιστική μάχη.  

 

Σημειώσεις

1. Reuters 10 Απρίλη.

2. “Salvini aims to forge far-right alliance ahead of European elections”, Guardian 4 Απρίλη.

3. Στις 2 Μάη ο Σαλβίνι επισκέπτεται τον Όρμπαν (ιταλική Huffington Post 19 Απρίλη).

4. Βλ. το αφιέρωμα στο τεύχος 34 του Σοσιαλισμός από τα Κάτω (Γενάρης 2000).

5. “Μετά τις εκλογές στη Βαυαρία: Ρυθμιστής της πολιτικής κρίσης το αντιφασιστικό κίνημα”, Εργατική Αλληλεγγύη 17 Οκτώβρη 2018.

6. “Σύνοδος υπουργών Εσωτερικών ΕΕ: Σφαγείο προσφύγων”, Εργατική Αλληλεγγύη 18 Ιούλη 2018

7. “Η Γερμανία σε κρίση”, ΣΑΚ Νοέμβρης 2018.

8. “Mιλάνο: Μαζικό ΟΧΙ στο ρατσισμό, τον φασισμό, τον Σαλβίνι”, Εργατική Αλληλεγγύη 6 Μάρτη 2019.

9. David Albrich, “Austria: fascism in government”, International Socialism Journal Χειμώνας 2019.

10. “# STOP VOX: Αντιφασιστικός συντονισμός στο ισπανικό κράτος”, Εργατική Αλληλεγγύη 30 Γενάρη.

11. “Κίνηση Βάγκενκνεχτ-Λαφοντέν: Λάθος δρόμος για την Αριστερά”, Εργατική Αλληλεγγύη 12 Σεπτέμβρη 2018.

12. Βλ. Τη διακήρυξη της Τάσης με τίτλο “Ενάντια στη ρατσιστική εξόρμηση στην Ευρώπη”, https://tinyurl.com/y3y46btr