Άρθρο
Εργατική απάντηση στην κρίση της ΓΣΕΕ

Διαδήλωση απεργών των Νοσοκομείων.

Μετά από 34 χρόνια, τα δικαστήρια διορίζουν ξανά διοίκηση στη ΓΣΕΕ. Ο Τάσος Αναστασιάδης παρουσιάζει την εργατική εναλλακτική λύση.

 

Οι εξελίξεις το τελευταίο δίμηνο στην ΓΣΕΕ, έφεραν στην επιφάνεια με εκρηκτικό τρόπο την κρίση που υπάρχει στο εσωτερικό της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Η τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει το συνέδριο της ούτε στην Καλαμάτα στις 14 Μάρτη, ούτε το μονοήμερο συνέδριο που προσπάθησε εκ νέου στις 4 Απρίλη στην Ρόδο. Το αποτέλεσμα είναι να πηγαίνει στις 6 Μάη για διορισμό διοίκησης απο τα δικαστήρια, εξέλιξη που συμβαίνει για πρώτη φορά μετά το 1985 και τον διορισμό διοίκησης της ΓΣΕΕ από τα δικαστήρια, κατά παραγγελία της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Αυτές οι εξελίξεις δεν μπορούν να κάνουν κανέναν εργαζόμενο χαρούμενο. Το να ζητάει κανείς από τα δικαστήρια, αυτά που βγάζουν το 99% των απεργιών “παράνομες και καταχρηστικές” να δώσει λύση στην κρίση που έχει προκύψει στην ΓΣΕΕ είναι σαν να βάζει κάνεις τον λύκο για να φυλάει τα πρόβατα.

Στην πραγματικότητα οι μόνοι που είναι χαρούμενοι με αυτές τις εξελίξεις είναι η άρχουσα τάξη, η δεξιά και η κυβέρνηση. Για τα αφεντικά και τη δεξιά, τα συνδικάτα αποτελούν βασικό εχθρό και η προσπάθεια να τα τσακίσουν και να τα αποδυναμώσουν αποτελεί στρατηγικό τους στόχο. Από τον Λάσκαρη και τον νόμο 330 που θα τελείωνε την ταξική πάλη, μέχρι τον μακαρίτη Μητσοτάκη που η διάλυση των συνδικάτων ήταν διακηρυγμένος του στόχος, η δεξιά πάντοτε πιστή στις επιθυμίες της άρχουσας τάξης επιδίωκε την αποδυνάμωση και το χτύπημα της οργάνωσης των εργαζόμενων. Μπορεί η ΝΔ να βγάζει επίσημες ανακοινώσεις για να εκφράσει την “αγωνία της” για τις “αντιδημοκρατικές εξελίξεις” στην ΓΣΕΕ , όμως την πραγματική εικόνα την δίνει η παράταξη της νεοφιλελεύθερης δεξιάς στο συνδικαλιστικό κίνημα η ΕΝΟΤΗΤΑ - ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ που σε ανακοίνωσή της με τίτλο “ΓΣΕΕ ηλικία: 100 ετών (1919 – 2019) Απεβίωσε πλήρης ημερών” λέει ανάμεσα στα άλλα ότι το “απόστημα επιτέλους έσπασε”.

Αντίστοιχα, η κυβέρνηση μίλησε για την ανάγκη να αναδειχθεί το “πραγματικό εργατικό κίνημα” του απλού κόσμου στα σωματεία. Όμως κανένας εργαζόμενος δεν έχει ξεχάσει ότι πριν από δύο χρόνια, η κυβέρνηση ψήφισε ένα νόμο που εμποδίζει την συνδικαλιστική δράση στους χώρους δουλειάς. Που προβλέπει ότι για να γίνει απεργία σε ένα πρωτοβάθμιο σωματείο, δεν αρκεί η πλειοψηφία του ΔΣ του σωματείου ή η πλειοψηφία της Γενικής συνέλευσης, αλλά αντίθετα απαιτείται πάνω από το 50% των εγγεγραμμένων μελών του σωματείου. Έτσι πρακτικά, τα πρωτοβάθμια σωματεία για τα οποία “κόπτεται” η κυβέρνηση, αποδυναμώνονται και ενισχύονται τα ψηλά κλιμάκια, οι ομοσπονδίες και τα τριτοβάθμια όργανα για την προκήρυξη των απεργιών. Ήδη σε μια σειρά σωματεία (όπως πχ το ΜΕΤΡΟ) η εργοδοσία απειλεί με βάση αυτόν τον νόμο να βγάλει παράνομες τυχόν απεργίες του σωματείου. Ούτε κανένας ξεχνάει τις συστηματικές επιθέσεις του Πολάκη στην ΠΟΕΔΗΝ, που παρόλες τις ανεπάρκειες και την πολιτική στάση της ηγεσίας της, έχει κρατήσει ανοιχτή την κόντρα για μαζικές προσλήψεις στην Δημόσια Υγεία.

Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ και από δίπλα και η ΕΑΚ που πρόσκειται στον ΣΥΡΙΖΑ) καταγγέλλουν το ΠΑΜΕ για τραμπουκισμούς για να επιβάλλει τους δικούς του συσχετισμούς στο συνέδριο για να καλύψει τη μείωση των δικών του δυνάμεων. Το ΠΑΜΕ καταγγέλλει την “συνδικαλιστική μαφία” που λυμαίνεται την ΓΣΕΕ και έχει βάλει την εργοδοσία μέσα στα συνδικάτα χρησιμοποιώντας νοθεία στις εκλογές των συνδικάτων.

Όσοι έχουν κάνει την προσπάθεια να μιλήσουν γι’ αυτήν την κρίση στην ΓΣΕΕ, πέρα από τις καταγγελίες όμως, καταλήγουν σε μια μόνιμη επωδό, ότι δηλαδή λίγο ή πολύ οι ευθύνες γι’ αυτές τις εξελίξεις βαραίνουν τις πλάτες των απλών εργαζόμενων. Απο παντού έρχεται το επιχείρημα ότι ο κόσμος απομακρύνεται από τα συνδικάτα, γυρίζει την πλάτη σε αυτά εξαιτίας της αναποτελεσματικότητάς τους, με αποτέλεσμα αυτά να έχουν μείνει απλά γραφειοκρατικά κελύφη, μηχανισμοί που προσπαθούν να επιβιώσουν με κάθε τρόπο. Και μάλιστα το παρουσιάζουν σαν μια φυσιολογική εξέλιξη. Ο κόσμος της εργασίας, λένε, χτυπήθηκε την περίοδο των μνημονίων, έχασε, και γι’ αυτό έχει παραιτηθεί. Αυτή η εξέλιξη έχει αλλάξει την κατάσταση μέσα στον κόσμο της εργασίας και πλέον αυτές οι αλλαγές έφτασε η ώρα να εκφραστούν και στα συνδικαλιστικά όργανα.

Αυτά τα επιχειρήματα ξεκινούν από μια λάθος αφετηρία για να εξηγήσουν την κρίση στην ΓΣΕΕ. Η πραγματικότητα είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν παραιτηθεί από την σύγκρουση με τις συνέπειες των μηνονιακών πολιτικών, αντίθετα συνεχίζουν την μάχη. Πολλοί πίστεψαν ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργούσε σαν ναρκωτικό για το εργατικό κίνημα. Όμως αυτές οι εκτιμήσεις διαψεύστηκαν από το καλημέρα της κυβέρνησης τον Γενάρη του 2015. Από την κινητοποίηση των εργαζόμενων της ΕΡΤ πριν καλά καλά ορκιστεί η κυβέρνηση για την επαναλειτουργία της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης, μέχρι τις μεγάλες απεργίες και διαδηλώσεις ενάντια στο ασφαλιστικό του Κατρούγκαλου. Από τις απεργίες των ναυτεργατών, μέχρι την μεγάλη απεργία των ΟΤΑ για τις μονιμοποιήσεις και την απεργία - αποχή στο δημόσιο που έχει μπλοκάρει την αξιολόγηση. Από τα καραβάνια Υγείας ενάντια στις απολύσεις των συμβασιούχων μέχρι τις μάχες σε δεκάδες χώρους που είχαν χρόνια να κινηθούν όπως το Ωνάσειο, ο ΟΤΕ, η τράπεζα Πειραιώς, η ΔΕΣΦΑ, για να αναφέρουμε μονάχα μερικά παραδείγματα των τελευταίων μηνών.

Δέκα χρόνια μνημονίων, και τέσσερα χρόνια κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καταφέρει να τσακίσουν την εργατική αντίσταση. Αντίθετα παραμένει η μαχητική διάθεση μεγάλου κομματιού κόσμου που συγκρούεται με τους μνημονιακούς περιορισμούς και παραμένει με το βλέμμα στραμμένο στην αριστερά. Και αυτό το στοιχείο, του μαζικού ρεύματος που παραμένει προς τα αριστερά, χρειάζεται να το κρατήσουμε, για να καταλάβουμε την πλήρη αποτυχία της εκστρατείας για το Μακεδονικό μέσα στους εργατικούς χώρους, την επιτυχία της απεργιακής 8 Μάρτη, την μαζική απομόνωση των νεοναζί στα συνδικάτα όσες προσπάθειες και αν έκαναν.

Το δεύτερο λάθος αυτής της αντίληψης είναι ότι πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι στρέφουν την πλάτη τους στον συνδικαλισμό. Το επιχείρημα είναι ότι αν δει κανείς τον αριθμό των αντιπροσώπων στο τελευταίο συνέδριο της ΓΣΕΕ είναι μικρότερο απο όλα τα προηγούμενα συνέδρια, δηλαδή συμμετείχαν λιγότεροι εργάτες στις εκλογικές διαδικασίες.

Όταν αυτό το επιχείρημα ακούγεται και από τα χείλη συνδικαλιστικών ηγεσιών που αρνούνται να γράψουν στα Συνδικάτα τους δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους με ελαστικές μορφές εργασίας, τους συμβασιούχους και τους εργολαβικούς, είναι προκλητικό. Αλλά πέρα απο προκλητικό παραμένει λάθος τρόπος για να ερμηνεύσουμε την πραγματικότητα. Προφανώς την περίοδο των μνημονίων δεκάδες επιχειρήσεις έκλεισαν, και παραγωγικές δραστηριότητες συρρικνώθηκαν όπως πχ η οικοδομή. Όμως αυτό από μόνο του, δεν λέει τίποτε για την διάθεση για οργάνωση του κόσμου μέσα στους χώρους δουλειάς.

Αντίθετα, η πραγματική εικόνα είναι ότι ο κόσμος δεν στρέφει την πλάτη του στον συνδικαλισμό, αλλά αντίθετα οργανώνεται με τον κλασικό τρόπο. Το πιο δυνατό παράδειγμα είναι η συγκρότηση σωματείου και οι απεργιακές του προσπάθειες στην Cosco, κόντρα στην κινέζικη πολυεθνική και τους χρυσαυγίτες απεργοσπάστες, αλλά δεν είναι το μόνο. Στα ΕΛΠΕ, μετά την δολοφονία 4 εργατών το 2016 οι εργολαβικοί εργαζόμενοι έφτιαξαν δικό τους σωματείο και δίπλα τους έχουν μπει σε κινητοποιήσεις και οι εργολαβικοί της ΔΕΣΦΑ και της ΔΕΠΑ. Στους δήμους οι πρώτες προσπάθειες των πενταμηνιτών το 2016 για να οργανωθεί ο κόσμος της επισφάλειας συνεχίστηκαν και οδήγησαν στην μεγάλη απεργία της ΠΟΕ ΟΤΑ το καλοκαίρι του 2017. Οι συμβασιούχοι των νοσοκομείων με πρωτοβουλία του Συντονιστικού έχουν αρχίσει να οργανώνονται γύρω από τα σωματεία και επιτροπές σε κάθε νοσοκομείο διεκδικώντας την μονιμοποίησή τους. Στις ΜΚΟ φτιάχνονται σωματεία που απεργούν και διεκδικούν. Η πρόσφατη απεργία των ντελιβεράδων στις 11 Απρίλη, έδειξε ότι και σε αυτούς τους χώρους του επισιτισμού και της επισφάλειας, ο συνδικαλισμός και η ανάγκη οργάνωσης βρίσκει έκφραση.

Παντού η πραγματική εικόνα είναι ότι οι εργαζόμενοι ψάχνουν τρόπους για να οργανωθούν συνδικαλιστικά για να μπορέσουν να παλέψουν. Και δεν πρόκειται για ελληνική ιδιαιτερότητα. Αν κάποιος ρίξει μια ματιά σε όλο τον κόσμο, ο κόσμος της επισφάλειας, οργανώνεται και απεργεί, από τους εργαζόμενους στην Deliveroo στο Λονδίνο το 2016, μέχρι τους εργαζόμενους στην Amazon σε Ισπανία και Γερμανία, και την Google.

Αν λοιπόν χρειάζεται να ψάξει κανείς τις αιτίες αυτής της κρίσης της ΓΣΕΕ δεν μπορεί να ξεκινήσει από τον κόσμο στους χώρους δουλειάς. Αντίθετα, πρέπει να πιάσει το νήμα από την ίδια την συνδικαλιστική γραφειοκρατία και την στάση της όλα τα τελευταία χρόνια των μνημονίων.

Χρειάζεται να ξεκινήσουμε από την αφετηρία ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία είναι το στρώμα μέσα στα Συνδικάτα που έχει κεντρικό του ρόλο τη διαμεσολάβηση ανάμεσα στους εργάτες και την κυβέρνηση και τα αφεντικά. Δεν είναι Μακρήδες και Καρακίτσοι, διορισμένοι δηλαδή από το κράτος και τους μηχανισμούς του. Για να μπορούν να βρίσκονται στις θέσεις τους, στα ψηλά κλιμάκια των συνδικαλιστικών οργάνων, για να τους εκλέγουν δηλαδή οι εργάτες, πρέπει να μπορούν να εξασφαλίζουν βελτιώσεις στη ζωή, τους μισθούς και τις συνθήκες δουλειάς των εργατών. Όμως ταυτόχρονα για μπορούν να είναι αποδεκτοί συνομιλητές με την κυβέρνηση και τα αφεντικά, για να είναι “θεσμικοί κοινωνικοί εταίροι” είναι ανάγκη να μπορούν να μαγειρεύουν συμβιβασμούς, να φρενάρουν τις αντιπαραθέσεις όταν ξεσπούν, και να διατηρούν την εργασιακή ειρήνη για να μην παρεκτρέπονται οι εργαζόμενοι και ζητάνε «ανεδαφικά αιτήματα». Γι’ αυτό πάντοτε για την συνδικαλιστική γραφειοκρατία οι απεργίες είναι “το τελευταίο όπλο των εργαζόμενων” και πάντοτε το χρησιμοποιούνε σαν εργαλείο για να αρχίσουν τις διαπραγματεύσεις με αφεντικά και κυβέρνηση. Ο νόμος 1264 που έφερε το ΠΑΣΟΚ το 1982 δυνάμωσε αυτήν την «διαπραγματευτική δύναμη» των συνδικαλιστικών ηγεσιών σε βάρος του κόσμου της δουλειάς που έστησε τον συνδικαλισμό στους χώρους την μεταπολίτευση.

Όμως, η κρίση και τα μνημόνια την τελευταία δεκαετία, έβαλαν αυτόν τον ρόλο της γραφειοκρατίας σε κρίση. Η συνδικαλιστική ηγεσία και κατά κύριο λόγο η ΠΑΣΚΕ, που για δεκαετίες είχε αναλάβει τον ρόλο του παζάρεματος και της διαπραγμάτευσης, πλέον αδυνατεί να το κάνει. Κατ’ αρχάς γιατί η κρίση και η συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ έχει στερήσει στην γραφειοκρατία τον παραδοσιακό της συνομιλητή. Και δεν υπάρχει προς το παρόν καμία δύναμη στο επίπεδο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που να μπορεί να αντικαταστήσει την ΠΑΣΚΕ σε αυτόν τον ρόλο. Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο συνδικαλιστικό επίπεδο, παρόλο που δεν είναι αμελητέες, δεν έχουν αυτή τη δύναμη.

Όμως, ο δρόμος του παζαρέματος έχει κλείσει για έναν επιπλέον λόγο. Εξαιτίας των μνημονίων και της κρίσης, η μόνη δυνατότητα για να κερδίσεις πράγματα για τους εργαζόμενους, υποχρεωτικά έρχεται μέσα από τη σύγκρουση με τις πολιτικές της άρχουσας τάξης και των κυβερνήσεων. Αλλά αυτόν τον δρόμο η πολιτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας τον κρατάει κλειστό, μια που στην πραγματικότητα, συνολικά η ηγεσία των συνδικάτων έχει αποδεχτεί ουσιαστικά τα μνημόνια. Έχει αποδεχτεί την επιχειρηματολογία της άρχουσας τάξης ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση παρά μόνο η αποδοχή των πολιτικών που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις τα τελευταία δέκα χρόνια, μαζί και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με την ελπίδα ότι η ανάκαμψη της οικονομίας θα δώσει περιθώρια για να βελτιωθεί στο μέλλον η κατάσταση της εργατικής τάξης. Άλλωστε η στάση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ στο Δημοψήφισμα του 2015 αυτή ακριβώς την δεξιά μετατόπιση της γραφειοκρατίας έκφραζε.

Επειδή η ανατροπή των μνημονίων δεν είναι στην ατζέντα της, γι’ αυτό και η ΓΣΕΕ έχει αρνηθεί με τον πιο καθαρό τρόπο, να στηρίξει την οποιαδήποτε μάχη δίνει ο κόσμος της δουλειάς για τα δικαιώματά του. Από το ασφαλιστικό και τις ιδιωτικοποιήσεις, μέχρι το δικαίωμα στην απεργία, η ηγεσία της ΓΣΕΕ δεν έκανε το παραμικρό. Αντίθετα, η προσπάθειά τους ήταν να κάνουν από τα δεξιά αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, προσπαθώντας να βγάλουν στην επιφάνεια τους κάθε είδους Πατούληδες με την «κοινωνική συμμαχία», χωρίς όμως τελικά να τα καταφέρουν.

Σε αυτές τις συνθήκες, στις οποίες η γραφειοκρατία των συνδικάτων δεν μπορεί να επιτελέσει το ρόλο της, δεν μπορούν να ελπίζουν μονάχα στη στήριξή τους από τους εργαζομένους, για να διατηρήσουν τον έλεγχό τους στην ηγεσία της ΓΣΕΕ. Φτάνουν στο σημείο να χρησιμοποιούν και κάθε είδους κομπίνες, κόλπα, ακόμη και νοθείες. Και στο τέλος όταν αυτά δεν αρκούν, έρχονται οι σεκιουριτάδες, η αστυνομία και οι αντιδημοκρατικές διαδικασίες.

Η προηγούμενη μεγάλη κρίση στην ΓΣΕΕ ήταν το 1985 που ξανά είχε οδηγήσει σε διορισμό της διοίκησης της ΓΣΕΕ από τα δικαστήρια.  Το φθινόπωρο του 1985, η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου βάζει μπροστά το πρώτο πρόγραμμα λιτότητας. Παγώνει την ΑΤΑ, προχωράει σε αυξήσεις στα βασικά αγαθά και ξεσηκώνει την οργή των εργαζόμενων. Οι προσπάθειες της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ να «συνετίσουν» τους συνδικαλιστές τους στις αρχές Σεπτέμβρη δεν απέδωσε και όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε τα μέτρα λιτότητας, ξέσπασε η κρίση. Στη Συνεδρίαση της Ολομέλειας της ΓΣΕΕ στις αρχές Οκτώβρη, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ που απαρτίζονταν από τις δυνάμεις της ΕΣΑΚ (ΚΚΕ) της ΑΕΜ (ΚΚΕ εσωτερικού) και τους διαφωνούντες της ΠΑΣΚΕ καθαίρεσαν την ηγεσία της ΓΣΕΕ σε ανοιχτή μετάδοση, από τα μεγάφωνα που είχαν τοποθετηθεί στο κτίριο της ΓΣΕΕ για να ενημερώνεται ο κόσμος που είχε συγκεντρωθεί απ’ έξω.

Η νέα πλειοψηφία των 26 της ΓΣΕΕ (σε αντίθεση με τους 17 που είχαν μείνει πιστοί στο ΠΑΣΟΚ, αποδεχόμενοι το πρόγραμμα λιτότητας) δεν έμεινε εκεί. Πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει πανεργατική απεργία στις 14 Νοέμβρη του 1985 με τεράστια επιτυχία. Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι συμμετείχαν στα απεργιακά συλλαλητήρια ενώ από το πρωί βρέθηκαν στις πύλες των εργοστασίων χιλιάδες εργαζόμενοι οργανώνοντας απεργιακές φρουρές για να μην επιτρέψουν την απεργοσπασία στις μεταφορές, στην Κοινή Ωφέλεια αλλά και σε μια σειρά από εργοστάσια.

Οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν με απεργίες από Εργατικά Κέντρα και συνδικάτα που ανήκαν στην πλειοψηφία των 26 της ΓΣΕΕ, μέχρι που με πρωτοβουλία του Εργατικού Κέντρου Πάτρας (που ελέγχονταν από την ΠΑΣΚΕ) στα μέσα Δεκέμβρη τα δικαστήρια διόρισαν διοίκηση στην ΓΣΕΕ την μειοψηφία που είχε μείνει πιστή στο ΠΑΣΟΚ.

Η κρίση συνεχίστηκε, οι συνδικαλιστές που διαγράφηκαν από την ΠΑΣΚΕ και το ΠΑΣΟΚ έφτιαξαν δική τους συνδικαλιστική παράταξη και συνεργάστηκαν στενά με την αριστερά. Τελικά όλο αυτό το ξέσπασμα σιγά σιγά έφτασε στο τέλος του, μέσα από την πολιτική πίεση του ΠΑΣΟΚ ότι όσοι αντιδράνε ρίχνουν νερό στον μύλο της δεξιάς και τις αδυναμίες της αριστεράς μαζί και των διαγραφέντων του ΠΑΣΟΚ να προσφέρουν εναλλακτική διέξοδο. Ο τότε γραμματέας του ΚΚΕ Χ. Φλωράκης έδωσε το σύνθημα, λέγοντας ότι «δεν θα στηριχτούμε στα γιουρούσια της πρωτοπορίας».

Εκτός από αυτήν την εμπειρία του ’85 που η αριστερή αντιπολίτευση στην «ξεπουλημένη ΓΣΕΕ» πήρε πρωτοβουλίες για αγώνες, απεργίες και κινητοποιήσεις που να βάζουν σε κίνηση έναν ολόκληρο κόσμο για να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, έχουμε και την εμπειρία του 1977 όταν φτιάχτηκαν τα ΣΑΔΕΟ (Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις) σαν κέντρο συντονισμού και οργάνωσης. Η ΓΣΕΕ εκείνη την περίοδο ήταν στα χέρια δεξιών, εργοδοτικών «συνδικαλιστών» που με τη βοήθεια των δικαστηρίων απέκλειαν εκατοντάδες σωματεία και προφανώς δεν έκαναν τίποτε για τις εργατικές διεκδικήσεις, αντίθετα στήριζαν την κυβέρνηση της δεξιάς. Κυριολεκτικά “συνδικαλιστική μαφία”. Τα συνδικάτα ΟΣΠΑ, ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, ΟΤΟΕ, ΟΤΕ, Λογιστές και ΟΙΕΛΕ, πήραν την πρωτοβουλία και δημιούργησαν τα ΣΑΔΕΟ που μπήκαν μπροστά. Στήριξαν αγώνες, προκήρυξαν απεργίες και στην πραγματικότητα έγιναν ο βασικός εκπρόσωπος των εργατών εκείνη την περίοδο.

Χρειάζεται να έχουμε αυτήν την εικόνα από την παλιότερη δράση του εργατικού κινήματος, για να δούμε πώς στο σήμερα μπορούμε να διαμορφώσουμε μια εργατική διέξοδο από αυτήν την κρίση στην ΓΣΕΕ, που να είναι προς όφελος των εργαζόμενων, των αγώνων και της οργάνωσής τους. Γιατί και σήμερα η διέξοδος βρίσκεται στην ίδια προοπτική.

Ξεκινάμε από την αφετηρία ότι η λύση για την κρίση στην ΓΣΕΕ δεν βρίσκεται στην μάχη για τον έλεγχο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, όπως μας προτείνει το ΠΑΜΕ. Κατ αρχάς γιατί το ΠΑΜΕ ξεκινάει από την ίδια απαισιόδοξη αφετηρία ότι δηλαδή υπάρχει «αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων» και άρα οι εργαζόμενοι δεν έχουν την δύναμη να απεργήσουν μαζικά, να συντονιστούν, να νικήσουν, ανατρέποντας τις μνημονιακές πολιτικές. Το ΠΑΜΕ μετά την απεργία διαρκείας στην Χαλυβουργία έβγαλε το λάθος συμπέρασμα, ότι δηλαδή οι μαχητικοί απεργιακοί αγώνες δεν μπορούν να κερδίσουν. Αυτό που μπορούν να κάνουν οι εργαζόμενοι είναι να δείχνουν σε συμβολικές στιγμές, σε συμβολικές απεργίες, την αντίθεσή τους στην πολιτική των κυβερνήσεων και των αφεντικών και να βγάζουν τα κατάλληλα συμπεράσματα. Γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια δεν έχουν διαφοροποιηθεί στο αγωνιστικό πρόγραμμα από τις δυνάμεις της «συνδικαλιστικής μαφίας» αλλά αντίθετα την ακολουθούν χάνοντας ευκαιρίες για δυνατά εργατικά ξεσπάσματα όπως για παράδειγμα την περίοδο του ασφαλιστικού του Κατρούγκαλου.

Ταυτόχρονα, οι δυνάμεις του έχουν κάνει την επιλογή εδώ και χρόνια των ξεχωριστών διαδηλώσεων, την επιλογή δηλαδή να μην λειτουργούν σαν δύναμη ενότητας. Με αυτόν τον τρόπο, πετάνε στα σκουπίδια την δυνατότητα να συντονιστούν κομμάτια εργατικά και να απλώσουν το δικό τους αγωνιστικό πρόγραμμα απέναντι στην αδράνεια της ΓΣΕΕ. Η μόνη σοβαρή προσπάθεια συντονισμού από την μεριά του ΠΑΜΕ, που συσπείρωσε 570 σωματεία, δυστυχώς δεν ήταν για ένα αγωνιστικό πρόγραμμα που να σπάει τους μνημονιακούς φραγμούς αλλά για την πρόταση του ΚΚΕ στη βουλή για τις συλλογικές συμβάσεις, προτάσσοντας την κοινοβουλευτική λογική και όχι τον αγωνιστικό συντονισμό. Όταν όμως υπάρχουν εργατικά ξεσπάσματα, όπως η μεγάλη απεργία των ΟΤΑ το καλοκαίρι του ’17, τότε η ηγεσία του ΠΑΜΕ αναγκάζεται να συρθεί πίσω από τον κόσμο που κινητοποιείται. Το ζήτημα όμως παραμένει ότι οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, δεν βοηθάνε να διαμορφωθεί το μαζικό ρεύμα που να ξεπερνάει την αδράνεια των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Αντίθετα, περισσεύουν από τη μεριά του οι επιθέσεις ενάντια σε οτιδήποτε κινείται στα αριστερά τους μέσα στα Συνδικάτα. Η άρνησή του να στηρίξει σημαντικές εργατικές πρωτοβουλίες, όπως πχ η αντιφασιστική - αντιρατσιστική 16 Μάρτη, και η απεργιακή 8 Μάρτη, συνοδεύονται συστηματικά με επιθέσεις σε σχήματα, συλλογικότητες και συνδικάτα που βρίσκονται στα αριστερά του μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Από την Πρωτοβουλία Γένοβα στην Ιντρακόμ, μέχρι τις επιθέσεις στο σωματείο βιβλίου και χάρτου πρόσφατα.

Η διέξοδος βρίσκεται αλλού. Βρίσκεται στην οργάνωση από τα κάτω των χώρων δουλειάς, με την συγκρότηση επιτροπών βάσης παντού που να συσπειρώνουν και να οργανώνουν τον μαχητικό κόσμο των σωματείων και των κλάδων. Στην απεργιακή κλιμάκωση των αγώνων. Απεργίες που να σπάνε την μνημονιακή ομαλότητα και να κερδίζουν. Στο συντονισμό των μαχόμενων κομματιών σε ένα κοινό μέτωπο πάλης που έχει τη δύναμη να βγάζει απεργιακές κινητοποιήσεις όπως έγινε πρόσφατα στις 8 Μάρτη και να αναγκάζει και τις συνδικαλιστικές ηγεσίες να προσαρμόζονται στις διαθέσεις του κόσμου.

Παραδείγματα ότι με αυτόν τον τρόπο μπορείς να κινηθείς και όχι περιμένοντας την αλλαγή των συσχετισμών μέσα στα συνδικάτα, έχουμε πολλά όλα τα τελευταία χρόνια. Ο Συντονισμός Ενάντια στα Μνημόνια, τα σχήματα που προηγήθηκαν από αυτόν, και το Συντονιστικό των Νοσοκομείων προσπαθούν να ανοίξουν αυτόν τον δρόμο συνολικά για το εργατικό κίνημα.

Το 2009 η ΓΣΕΕ είχε αποφασίσει να μην κάνει καμία απεργιακή κινητοποίηση τον Δεκέμβρη ενάντια στον προϋπολογισμό του Γιωργάκη Παπανδρέου. Όμως αυτό δεν πέρασε. Ξεκίνησε μια πρωτοβουλία από την Γ’ ΕΛΜΕ Αθήνας που αποφάσισε ότι απέναντι στην αδράνεια της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ θα γινόταν απεργιακή κινητοποίηση. Αυτή η πρωτοβουλία απλώθηκε σε δεκάδες σωματεία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και έφτασε να αναγκάζει ομοσπονδίες, ακόμη και την ΑΔΕΔΥ, να απεργήσουν εκείνη την ημέρα.

Στην Υγεία, το φθινόπωρο του 2017, μπροστά σε 4000 χιλιάδες απολύσεις συμβασιούχων του ΟΑΕΔ που δουλεύουν στα νοσοκομεία, καμιά ηγεσία δεν έπαιρνε την πρωτοβουλία να κάνει κάτι. Το Συντονιστικό Νοσοκομείων, μέσα από μια πολύ μαζική σύσκεψη συμβασιούχων της Υγείας, κάλεσε σε απεργιακή κινητοποίηση στις 29 Νοέμβρη. Φτιάχτηκαν μέσα σε κάθε νοσοκομείο επιτροπές αγώνα, έγιναν συνελεύσεις, συσκέψεις, βγήκαν αποφάσεις από πρωτοβάθμια σωματεία νοσοκομείων της Αθήνας. Έτσι μπήκε σε κίνηση όλη η αριστερά του κλάδου, και τελικά αναγκάστηκε η ΠΟΕΔΗΝ να την στηρίξει, για να φτάσουμε να κερδίσουμε την παράταση στην δουλειά όλων αυτών των συμβασιούχων για δύο ακόμη χρόνια.

Και ξανά στην απεργιακή 8 Μάρτη, μια πρωτοβουλία του Συντονισμού Ενάντια στα Μνημόνια που αποφασίστηκε στην πανελλαδική του Συνέλευση στις 20 Γενάρη, για να γιορταστεί απεργιακά η ημέρα των γυναικών. Ξεκίνησε από τα κάτω σε δύο τρία σωματεία εργαζόμενων στα νοσοκομεία, κατάφερε στο τέλος να συσπειρώσει πάνω από 40 σωματεία και ομοσπονδίες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, να αναγκάσει την ΑΔΕΔΥ και στο τέλος ακόμη και την ΓΣΕΕ να την στηρίξουν. Έτσι φτάσαμε στο πρώτο απεργιακό συλλαλητήριο στις 8 Μάρτη που αφήνει τεράστια παρακαταθήκη για την συνέχεια.

Με αυτόν τον τρόπο χρειάζεται να συνεχίσουμε όλη την επόμενη περίοδο για μια πραγματική διέξοδο από την κρίση της ΓΣΕΕ που να δυναμώνει τον συνδικαλισμό στους χώρους δουλειάς, να ξεδιπλώνει τις μάχες απέναντι στις μνημονιακές δεσμεύσεις και να συντονίζει τους αγώνες για να τα πάρουμε όλα πίσω.