Εργατική συγκέντρωση στα Ναυπηγεία του Γκτανσκ το 1980.
Κυκλοφορεί ξανά στα ελληνικά η “Ανοιχτή Επιστολή” προς το Πολωνικό Εργατικό Κόμμα”. Ο Λέανδρος Μπόλαρης παρουσιάζει τους εργατικούς αγώνες που οδήγησαν στην κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ.
Η εικόνα για τις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης που ζωγραφίζουν κάθε λογής αναλυτές και ΜΜΕ, είναι κοινωνιών συντηρητικών, ρατσιστικών όπου είναι λογικό να κυριαρχούν η δεξιά και η ακροδεξιά. Οι εκλογικές επιτυχίες του Όρμπαν στην Ουγγαρία ή του Τουσκ στην Πολωνία, για να φέρουμε δυο παραδείγματα, επιστρατεύονται για να επιβεβαιώσουν αυτόν τον ισχυρισμό. Πρόκειται για μια άποψη που τη μοιράζονται, με διαφορετικούς τρόπους και οι φιλελεύθεροι υποστηρικτές του καπιταλισμού και μεγάλα τμήματα της Αριστεράς.
Ένα κοινό στοιχείο αυτών των ισχυρισμών είναι η υποβάθμιση μέχρι εξαφάνισης του πολιτικού σεισμού του 1989. Της χρονιάς δηλαδή που σηματοδοτεί την κατάρρευση των καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού σε αυτές τις χώρες. Ήταν η χρονιά που εκατοντάδες χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους, σε διαδηλώσεις, απεργίες και εξεγέρσεις, απαιτώντας ψωμί και δημοκρατικά δικαιώματα, από το Πεκίνο μέχρι το Βερολίνο.
Το 1989 δεν ήρθε από το μηδέν. Η δυτική ψυχροπολεμική προπαγάνδα καλλιεργούσε συστηματικά την ιδέα ότι πίσω από το «σιδηρούν παραπέτασμα» ζούσαν άβουλες μάζες. Στην πραγματικότητα, η ιστορία αυτών των χωρών από τη δεκαετία του 1950 σημαδεύεται από εργατικές εξεγέρσεις και επαναστάσεις: από την Ανατολική Γερμανία το 1953, την Ουγγρική Επανάσταση το 1956, το κίνημα που συνέτριψαν τα ρωσικά τανκς στην Τσεχοσλοβακία το 1968, το συγκλονιστικό εργατικό κίνημα της Αλληλεγγύης στην Πολωνία το 1980-81.
Αυτοί οι αγώνες διαμόρφωσαν ένα ολόκληρο ρεύμα κριτικής και αντιπολίτευσης απ’ τα αριστερά. Το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο προχωράει στην έκδοση ενός κειμένου ορόσημου αυτής της πορείας. Την «Ανοιχτή Επιστολή στο Πολωνικό Εργατικό Κόμμα» που γράφτηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 από τους Γιάσεκ Κουρόν και Κάρολ Μοτζελέφσκι.
Ανάλυση
Αυτό που έκανε την Ανοιχτή Επιστολή τόσο σημαντική, ήταν ότι για πρώτη φορά, μαρξιστές αντιπολιτευόμενοι που ζούσαν σε μια χώρα του ανατολικού μπλοκ, έκαναν μια συνολική ανάλυση για το ταξικό εκμεταλλευτικό χαρακτήρα αυτών των κοινωνιών. Αυτό το έκαναν παρουσιάζοντας ένα πλήθος στοιχείων για την οικονομία, την κατάσταση της εργατικής τάξης και των άλλων κοινωνικών στρωμάτων στην πολωνική κοινωνία.
Η Ανοιχτή Επιστολή ξεκινάει απορρίπτοντας τον ισχυρισμό ότι η κοινωνία είναι σοσιαλιστική επειδή η οικονομία είναι κρατική. Γιατί αμέσως, μπαίνει το ερώτημα: ποιος ελέγχει το κράτος; Όχι η εργατική τάξη που είναι στερημένη κι από τα «στοιχειώδη μέσα αυτοάμυνας» όπως ανεξάρτητα συνδικάτα και το δικαίωμα στην απεργία.
Το κράτος το ελέγχει το κόμμα, αλλά το κόμμα δεν είναι τα μέλη του, είναι μια γραφειοκρατία που συγχωνεύεται στις κορυφές της με την κρατική, είναι η «κεντρική πολιτική γραφειοκρατία». Αυτή η κεντρική πολιτική γραφειοκρατία δεν είναι απλά ένα προνομιούχο στρώμα, είναι μια άρχουσα τάξη. Αυτό το αποδεικνύουν εξετάζοντας: “τις σχέσεις που έχει ως σύνολο προς τα μέσα παραγωγής και προς τις άλλες κοινωνικές τάξεις (προπάντων προς την εργατική τάξη)”.1
Ο ρόλος αυτής της άρχουσας τάξης δεν είναι απλά να ζει με πολυτέλεια, όπως δεν είναι και των καπιταλιστών της Δύσης.
“Στο δικό μας σύστημα δεν υπάρχουν ιδιώτες καπιταλιστές. Τα εργοστάσια, τα ορυχεία, τα μεταλλεία κι όλη η παραγωγή τους αποτελούν κρατική ιδιοκτησία. Αλλά δεδομένου του γεγονότος ότι το κράτος βρίσκεται στα χέρια της κεντρικής πολιτικής γραφειοκρατίας, που συλλογικά εξουσιάζει τα μέσα παραγωγής και εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη, το σύνολο των μέσων παραγωγής και τα μέσα της συντήρησης και διατήρησης της παραγωγής μετατρέπονται σε συγκεντροποιημένο εθνικό «κεφάλαιο». Η υλική δύναμη της γραφειοκρατίας, η εξουσία της πάνω στην παραγωγή, η διεθνής θέση της (ένας σπουδαίος παράγοντας για μια τάξη που ταυτίζεται με το κράτος) εξαρτάται από το μέγεθος του εθνικού κεφαλαίου. Η γραφειοκρατία έχει την τάση να διευρύνει τον παραγωγικό μηχανισμό και τη συσσώρευση”.
Ο Μαρξ είχε γράψει ότι οι καπιταλιστές είναι «προσωποποίηση του κεφαλαίου» και εξηγούσε με σαρκασμό τη κινητήρια δύναμη του συστήματός τους: “Συσσωρεύετε! Συσσωρεύετε! Αυτά λένε οι νόμοι και οι προφήτες!”2 Σύμφωνα με τους Κουρόν και Μοτζελέφσκι το ίδιο ίσχυε και για τους γραφειοκράτες του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Αυτή η ανάλυση μοιραζόταν πολλά κοινά στοιχεία, τόσο στη μεθοδολογία όσο και στα συμπεράσματα, με τη θεωρία που είχε πρωτοδιατυπώσει δεκαπέντε χρόνια πριν ο Τόνι Κλιφ για τον «γραφειοκρατικό κρατικό καπιταλισμό» στην σταλινική Ρωσία. Το κράτος οργάνωνε την συσσώρευση -και την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης- για να «φτάσει και να ξεπεράσει» τους αντιπάλους του στην κούρσα των στρατιωτικών εξοπλισμών. Και όπως έγραφε ο Κλιφ: “η ρωσική γραφειοκρατία, επειδή το κράτος αποτελεί ‘ιδιοκτησία’ της και επειδή ελέγχει τη διαδικασία συσσώρευσης, αποτελεί την προσωποποίηση του κεφαλαίου στην πιο καθαρή μορφή του”.3
Η Ανοιχτή Επιστολή μοιραζόταν και ένα άλλο κοινό με τον Κλιφ και τη θεωρία του. Η καταδίκη της σταλινικής δικτατορίας δεν σήμαινε προσχώρηση στο στρατόπεδο των υποστηρικτών της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η εναλλακτική ήταν η εργατική επανάσταση και εξουσία σε Ανατολή και Δύση. Αυτή η στρατηγική διαπερνάει σαν κόκκινη κλωστή την Ανοιχτή Επιστολή και συγκεντρώνεται στο προτελευταίο κεφάλαιό της με τίτλο το Πρόγραμμα. Δηλώνουν ότι είναι ενάντια στον αστικό κοινοβουλευτισμό και υπέρ της εργατικής δημοκρατίας:
“Αν δεν υπάρχει εργατική δημοκρατία στο εργοστάσιο τότε δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμα ούτε στο κράτος”, γράφουν και εξηγούν ότι ο εργάτης: “Αν παραμένει υποδουλωμένος στο χώρο δουλειάς, τότε η ελευθερία του έξω απ’ αυτόν είναι η ‘ελευθερία της Κυριακής’, δηλαδή πλασματική ελευθερία”. Τα εργατικά συμβούλια πρέπει να γίνουν οι αφέντες των εργοστασίων και των επιχειρήσεων.
Αλλά αυτό δεν αρκεί, γιατί ο τρόπος που θα διατίθεται ο πλούτος που παράγει ο μόχθος των εργαζομένων αφορά όλη την κοινωνία, και άρα οι βασικές αποφάσεις πρέπει να παίρνονται σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο:
“Γι’ αυτό η εργατική τάξη χρειάζεται να συγκροτήσει, πέρα από τα Εργατικά Συμβούλια σε επίπεδο επιχείρησης και ένα πανεθνικό σύστημα Συμβουλίων Εργατών Αντιπροσώπων που θα αποτελεί τη βάση ενός Κεντρικού Συμβουλίου Αντιπροσώπων… Μ’ αυτόν τον τρόπο, τα Συμβούλια θα γίνουν όργανα οικονομικής, πολιτικής, νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας σε όλα τα επίπεδα. Θα γίνουν πραγματικά εκλεγμένα όργανα, γιατί οι εκλογείς που θα είναι οργανωμένοι στο χώρο δουλειάς, θα μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανακαλούν τους αντιπροσώπους τους και να εκλέγουν άλλους στη θέση τους. Έτσι τα Συμβούλια των εργατών αντιπροσώπων στις επιχειρήσεις θα γίνουν η ραχοκοκαλιά του προλεταριακού κράτους”.
Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό κείμενο που αντλεί από τη γνήσια μαρξιστική παράδοση που είχε θάψει και διαστρεβλώσει ο σταλινισμός και ταυτόχρονα καταστάλαγμα των συμπερασμάτων που έβγαζαν πολλοί από τους πρωταγωνιστές μιας μεγάλης ταξικής αναμέτρησης που είχε συγκλονίσει την πολωνική κοινωνία.
Tα διδάγματα του 1956
Το 1956 ήταν μια συγκλονιστική χρονιά σε Δύση και Ανατολή. Τον Οκτώβρη ο κόσμος κοιτούσε με κομμένη ανάσα την ταπείνωση του αγγλικού και γαλλικού ιμπεριαλισμού που έκαναν εισβολή για να ανατρέψουν τον Νάσερ που έχει εθνικοποιήσει τη Διώρυγα του Σουέζ. Και τις ίδιες μέρες, τα ρωσικά τανκς εισέβαλαν στην Ουγγαρία για να συντρίψουν μια επανάσταση που είχε γεννήσει εργατικά συμβούλια στην Ευρώπη για πρώτη φορά μετά το 1917. Τα γεγονότα που πυροδότησαν την ουγγρική επανάσταση ξεκίνησαν από μια φοιτητική διαδήλωση στη Βουδαπέστη που πήγε στην πολωνική πρεσβεία για να εκφράσει την αλληλεγγύη της στο κίνημα που κορυφωνόταν εκεί.
Οι Κουρόν και Μοτζελέφσκι ήταν 23 και 20 χρονών εκείνη τη χρονιά, και σπούδαζαν στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας. Η κριτική στο σταλινισμό -και τα εγκλήματά του που αποκαλύπτονταν πλέον από επίσημα χείλη- έπαιρνε διαστάσεις στους κύκλους των φοιτητών και των διανοούμενων.
Όμως, η αποφασιστική ώθηση ήρθε από τα εργοστάσια. Τον Ιούνη του 1956, οι εργάτες στο Πόζναν ξεσηκώθηκαν, ζητώντας «ψωμί και ελευθερία». Μια απεργία με οικονομικά αιτήματα μετατράπηκε σε μια μέρα σε εξέγερση που έπνιξε στο αίμα ο στρατός. Το Πόζναν πυροδότησε ένα κύμα αλληλεγγύης και αυτοπεποίθησης. Η αμφισβήτηση άρχισε να γενικεύεται και να εκφράζεται δημόσια. Μεταρρυθμιστές διανοούμενοι και φοιτητές είχαν ήδη τον έλεγχο του φοιτητικού περιοδικού με τίτλο Po Prostu (Λόγια Σταράτα) που σύντομα απέκτησε δεκάδες χιλιάδες αναγνώστες σε όλη τη χώρα.
Στα εργοστάσια άρχισαν να συγκροτούνται εργοστασιακά συμβούλια, που διεκδικούσαν λόγο στις οικονομικές αποφάσεις και την γνήσια εκπροσώπηση των εργατικών αιτημάτων. Ένα κύμα απεργιών, συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων σάρωνε τη χώρα. Τα πανεπιστήμια είχαν πάρει φωτιά, με καθημερινές διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις και συνελεύσεις. Μέσα σε αυτές τις μάχες άρχισαν να διαμορφώνονται επαναστατικές ομάδες, όπως η Επαναστατική Ένωση Νεολαίας. Ο Μοτζελέφσκι ήταν για παράδειγμα ο «σύνδεσμός» τους με τους εργάτες της συνοικίας Ζεράν στη Βαρσοβία.4
Οι κορυφές του καθεστώτος ήταν διχασμένες και η πίεση από τα κάτω διεύρυνε το ρήγμα. Τον Οκτώβρη η Ρωσία έφτασε στα πρόθυρα στρατιωτικής εισβολής για να επιβάλει την «τάξη». Τελικά, ο μεταρρυθμιστής Βιάντισλαβ Γκομούλκα, που είχε γίνει ηγέτης του κόμματος, κατάφερε να ελέγξει την κατάσταση. Ένα χρόνο μετά, το περιοδικό Po Prostu απαγορευόταν γιατί κυκλοφόρησε με εξώφυλλο που ζητούσε «Όλη η εξουσία στα Συμβούλια». Το σύνθημα των μπολσεβίκων του 1917 ήταν αιτία απαγόρευσης στην «σοσιαλιστική» Πολωνία του 1957.
Η εμπειρία και τα διδάγματα του 1956 είναι συχνή αναφορά στο κείμενο των Κουρόν και Μοτζελέφσκι. Η «Ανοιχτή Επιστολή» ξεκίνησε να γράφεται σαν ένα προγραμματικό κείμενο μιας ομάδας αγωνιστών που είχαν πάρει το βάπτισμα του πυρός σε εκείνους τους αγώνες. Η μυστική αστυνομία κατάσχεσε το κείμενο, και συνέλαβε τους συγγραφείς του. Στη δίκη τους το 1965 καταδικάστηκαν σε τρία και τριάμισι χρόνια φυλακή αντίστοιχα.
Όταν αποφυλακίστηκαν το 1967, τα πανεπιστήμια βρίσκονταν πάλι σε κίνηση και η Ανοιχτή Επιστολή είχε γίνει το ανεπίσημο μανιφέστο ενός ολόκληρου ρεύματος που διαμορφωνόταν.
«Η γενιά του ‘68»
Ένα από τα συνθήματα που φώναζαν οι φοιτητές στο Παρίσι τον Μάη του 1968 ήταν «Ρώμη-Βερολίνο-Βαρσοβία-Παρίσι». Η Ανοιχτή Επιστολή είχε ήδη μεταφραστεί στα γαλλικά και γινόταν ανάρπαστη για τους αγωνιστές που αναζητούσαν μια γνήσια επαναστατική εναλλακτική.
Οι φοιτητικές διαδηλώσεις είχαν ξεκινήσει στην Πολωνία ήδη από το 1967, όταν εκατοντάδες φοιτητές/τριες εισέβαλαν στην επίσημη πρωτομαγιάτικη πορεία του καθεστώτος, φώναξαν συνθήματα για την «σοσιαλιστική δημοκρατία» και μετά πήγαν στην αμερικάνικη πρεσβεία για να εκφράσουν την συμπαράστασή τους στον αγώνα του Βιετνάμ.
Στο κέντρο του νέου κινήματος βρίσκονταν οι Κομαντόσι (Κομάντος), ομάδες φοιτητών που επηρεάζονταν από το κίνημα και τη νέα επαναστατική αριστερά που γεννιόταν στη Δύση, από το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στο πόλεμο του Βιετνάμ.
Η περίφημη «βιετναμέζικη προκήρυξη» που έγραψαν ο Κουρόν και ο Μοτζελέφσκι για αυτές τις κινητοποιήσεις αποπνέει αυτό το διεθνιστικό πνεύμα: “Η υπόθεση του Βιετνάμ είναι και δική μας υπόθεση. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας στην αμερικάνικη αριστερά που παλεύοντας για ειρήνη και ελευθερία στο Βιετνάμ αγωνίζεται για δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα στη δική της χώρα. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας στη σοβιετική αριστερά, στους δυτικογερμανούς φοιτητές, στην αριστερή διανόηση της Γαλλίας και της Τσεχίας. Σε όσους καταπατάνε την ανεξαρτησία των εργαζόμενων ανθρώπων οποιασδήποτε χώρας απαντάμε όπως οι Ισπανοί αντιφασίστες: Νο πασαράν!”5
Το «πολωνικό ‘68» έφτασε στην κορύφωσή του τον Μάρτη, με μαζικές διαδηλώσεις που πυροδότησε η απαγόρευση ενός θεατρικού έργου και που εξελίχτηκαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία μέσα και έξω από τα πανεπιστήμια σε πολλές πόλεις. Ο Κουρόν και ο Μοτζελέφσκι συλλαμβάνονται για μια ακόμη φορά και καταδικάζονται σε φυλάκιση. Όσο ήταν στην φυλακή, η εργατική τάξη άρχισε να ξεσηκώνεται.
Επιτροπή
Τον Δεκέμβρη του 1970, κατεβαίνουν σε διαδηλώσεις οι εργάτες των πόλεων της Βαλτικής, ενάντια στις αυξήσεις τιμών σε βασικά είδη κατανάλωσης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση. Τα γραφεία του κόμματος καίγονται στο Γκντανσκ και το Στετίνο. Τον Γενάρη του 1971, οι εργάτες του Στετίνου ξεσηκώνονται για άλλη μια φορά. Όμως, τώρα, αντί να διαδηλώνουν στους δρόμους, καταλαμβάνουν τα ναυπηγεία, αναγκάζοντας τον Γκιέρεκ -γραμματέα του κόμματος- να διαπραγματευτεί μαζί τους στο χώρο τους.6
Τον Δεκέμβρη του 1971, οι εργάτριες στο Λοτζ -της κοιτίδας του εργατικού κινήματος και της αριστεράς από το 19ο αιώνα- απεργούν και αναγκάζουν την κυβέρνηση να αποσύρει τις ανατιμήσεις στα τρόφιμα.
Τον Ιούνη του 1976, οι απεργίες απλώνονται από την Βαρσοβία στο Ράντομ και το Πλοκ. Οι εργάτες του εργοστασίου Ούρσους μπλοκάρουν τις σιδηροδρομικές γραμμές, στο Ράντομ καταστρέφουν τα κομματικά γραφεία. Το καθεστώς έστειλε τανκς και ελικόπτερα για να συντρίψει τους εξεγερμένους.
Το απεργιακό κίνημα του 1976 -και η καταστολή που το ακολούθησε- έδωσε την ώθηση για την ίδρυση της KOR, της Επιτροπής Υπεράσπισης Εργατών. Την ίδρυσαν λίγοι αντικαθεστωτικοί διανοούμενοι, βετεράνοι της «γενιάς του ‘68» και νεότεροι. Ο αρχικός της στόχος ήταν η οργάνωση της νομικής υπεράσπισης και της συμπαράστασης σε όσους εργάτες διώκονταν για την συμμετοχή τους στα γεγονότα. Όμως, σύντομα διεύρυνε τον ορίζοντά της. Ο Κουρόν έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη δράση της με τον προσανατολισμό: «μην καίτε τις κομματικές επιτροπές, φτιάξτε τις δικές σας».
Πράγματι, παρά το μικρό αρχικό της μέγεθος, η KOR είχε καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος. Άρχισε να δημοσιεύει νέα για την κατάσταση στα εργοστάσια, τις συνθήκες δουλειάς, την καταπίεση και τους μικρούς αγώνες που συνέχιζαν να ξεσπάνε. Αυτό σήμαινε την ανάπτυξη ενός ολόκληρου δικτύου σχέσεων, πληροφόρησης και συντονισμού ανάμεσα σε ομάδες εργατών και εργατριών που δούλευαν σε διαφορετικά εργοστάσια, σε διαφορετικές πόλεις. Η παράνομη εφημερίδα Robotnik (Εργάτης) και η διακίνησή της ήταν η σκαλωσιά που αναπτυσσόταν αυτό το δίκτυο. Το ίδιο και η αντίστοιχη εφημερίδα Robotnik Wybrzeża (Εργάτης της Ακτής) στην Βαλτική.
Αυτό το δίκτυο αποδείχθηκε πολύτιμο όταν τον Ιούλη του 1980 άρχισε να εξελίσσεται ένα ακόμα απεργιακό κύμα ενάντια σε έμμεσες ανατιμήσεις στα τρόφιμα. Όπως εξηγούσε ο Κουρόν σε μια συνέντευξή του το Μάη του 1981:
“Οργανώσαμε ένα κέντρο πληροφοριών που μάζευε όλες τις δυνατές πληροφορίες γύρω από τις απεργίες και τους έδινε δημοσιότητα…Όταν κηρυσσόταν κάπου στη χώρα ο κόσμος ενημερωνόταν αμέσως και γι’ αυτή την απεργία και για όλες τις προηγούμενες και για τα αιτήματα. Κυκλοφόρησαν φύλλα του Robotnik που περιείχαν ‘ημερολόγια απεργιών’ και τα αιτήματα των εργατών σε κάθε εργοστάσιο”. 7
«Αλληλεγγύη»
Τον Αύγουστο του 1980, η εργοδοσία στα ναυπηγεία του Γκντανσκ απέλυσε την Άννα Βαλεντινόβιτς, χειρίστρια γερανού, γνωστή αγωνίστρια στο ναυπηγείο, μέλος της ΚΟR και του δικτύου που έκδιδε και κυκλοφορούσε το δελτίο Robotnik Wybrzeża. Η απάντηση ήταν η απεργία και η κατάληψη του ναυπηγείου.
Το παράδειγμα του ναυπηγείου ακολούθησαν οι εργάτες σε όλες τις επιχειρήσεις στο Γκντανσκ, την Γκντίνια και το Στετίνο. Μέσα σε λίγες μέρες, στην MKS (Διε-Εργοστασιακή Επιτροπή) του Γκντανσκ είχαν στείλει αντιπροσώπους, ανακλητούς βέβαια, 370 εργοστάσια με 400.000 εργάτες. Το προεδρείο της επιτροπής έπρεπε να κάνει απολογισμό δυο φορές την ημέρα μπροστά στην ολομέλεια των αντιπροσώπων. Στην πύλη του ναυπηγείου ένα αυτοσχέδιο πλακάτ έγραφε: «Εργάτες όλων των εργοστασίων ενωθείτε!»
Οι απεργίες άρχισαν να απλώνονται και σε άλλες περιοχές της Πολωνίας, με την ίδια οργάνωση και μορφή. Πριν ένα αιώνα, ο Μαρξ εξηγούσε ότι όταν οι εργάτες ενός εργοστασίου κατεβαίνουν σε απεργία για τη μείωση του ωραρίου τότε πρόκειται για ένα οικονομικό αγώνα. Όταν, όμως, οι εργάτες σε πολλά εργοστάσια και κλάδους κατεβαίνουν σε αγώνα με το ίδιο αίτημα, πχ το οχτάωρο, τότε ο αγώνας γίνεται πολιτικός. Ο λόγος είναι ότι η εργατική τάξη, επειδή είναι η τάξη η οποία κινεί τις «μηχανές» του συστήματος, όταν δρα συλλογικά σε τόσο γιγάντια κλίμακα, αναπόφευκτα θέτει το ζήτημα ποιος ελέγχει την κοινωνία. Ιδιαίτερα σε μια χώρα χωρίς δημοκρατικές ελευθερίες όπως η Πολωνία, η σχέση των οικονομικών με τους πολιτικούς αγώνες ήταν πολύ άμεση.
Αυτό και έγινε. Το καλοκαίρι του 1980, οι καταλήψεις έδωσαν τέτοια αυτοπεποίθηση στους εργάτες που άρχισαν να θέτουν πολιτικά αιτήματα: την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων μελών της KOR, την αναγνώριση των συνδικάτων τους και πολλά άλλα.
Η «Αλληλεγγύη» ιδρύθηκε στη συνδιάσκεψη των MKS όλης της χώρας τον Σεπτέμβρη του 1980. Ο «νονός» της, αυτός που είχε την ιδέα για την ονομασία της ήταν ο Κάρολ Μοτζελέφσκι. Σύντομα έγινε ένα τεράστιο κίνημα. Περίπου δέκα εκατομμύρια εργάτες και εργάτριες μπήκαν στις γραμμές της, το 80% του μισθωτών της χώρας. Για όλους ήταν κάτι παραπάνω από ένα συνδικάτο. Ένας ακτιβιστής της KOR παραπονιόταν λίγο αργότερα ότι:
“Στα μάτια του λαού, τα νέα συνδικάτα έπρεπε να κάνουν τα πάντα. Να εκπληρώνουν το ρόλο των συνδικάτων, να συμμετέχουν στην διοίκηση της χώρας, να είναι πολιτικό κόμμα, να εκτελούν χρέη πολιτοφυλακής, να περιορίσουν τις κλοπές και τον αλκοολισμό, να διδάσκουν ηθική -κι αυτό για μας είναι μεγάλο πρόβλημα”.8
Η εργατική τάξη της Πολωνίας δημιουργούσε τις δικές της μορφές οργάνωσης κόντρα στο κράτος, που γινόταν η ελπίδα και το αποκούμπι κάθε καταπιεσμένου. Ήταν τα σπέρματα μιας «δυαδικής εξουσίας» που δεν πρόλαβαν να αναπτυχθούν..
Η άρχουσα τάξη είχε να διαχειριστεί μια βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση, με την εξουσία της να τρίζει. Δεν έμεινε, όμως, με σταυρωμένα χέρια. Πάτησε πάνω στους δισταγμούς και τις αυταπάτες της ηγεσίας της «Αλληλεγγύης» για να προσπαθήσει να τσακίσει το κίνημα με το πραξικόπημα του Δεκέμβρη του 1981. Ο στρατηγός Γιαρουζέλσκι, που ήταν ταυτόχρονα υπουργός Άμυνας, πρωθυπουργός και γραμματέας του ΠΕΕΚ, κήρυξε στρατιωτικό νόμο. Η Αλληλεγγύη τέθηκε εκτός νόμου, και χιλιάδες αγωνιστές/τριές της οδηγήθηκαν στις φυλακές.
Αυτό δεν σήμαινε το τέλος της, ούτε το τέλος του εργατικού κινήματος. Οι απεργίες ξανάρχισαν να φουντώνουν από τα τέλη του 1988. Οι εργάτες στο Γκντανσκ κατέλαβαν ξανά τα ναυπηγεία. Και τελικά ο Γιαρουζέλσκι δέχτηκε να μπει σε διαπραγματεύσεις, το λεγόμενο «στρογγυλό τραπέζι» με την ηγεσία της Αλληλεγγύης.
Το πρόβλημα ήταν ότι στο κίνημα που έκανε αυτά τα μεγάλα βήματα, κυριαρχούσαν πλέον οι αυταπάτες ότι η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και η «ελεύθερη αγορά» είναι η απάντηση στη βαθιά κρίση που συγκλόνιζε την πολωνική κοινωνία. Δεν υπήρχε εναλλακτική σε αυτές τις θέσεις που έκφραζε ανοιχτά η ηγεσία της Αλληλεγγύης με επικεφαλής τον Λεχ Βαλέσα. Ακόμα και οι Κουρόν και Μοτζελέφσκι παρασύρθηκαν, με διαφορετικές διαδρομές σε αυτή την προσαρμογή, παρόλο που γρήγορα ξαναπήγαν προς τα αριστερά.
Μια από τις τελευταίες δημόσιες πράξεις του Κουρόν ήταν να στείλει μια θερμή επιστολή αλληλεγγύης στο 1ο Ευρωπαϊκό Φόρουμ στη Φλωρεντία το 2002 και να στηρίξει το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στην εισβολή στο Ιρακ το 2003 -η πολωνική κυβέρνηση συμμετείχε στην «συμμαχία των προθύμων» που είχε στήσει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός. Ο Μοτζελέφσκι δήλωσε πολύ απλά: “δεν πέρασα οχτώμισι χρόνια στη φυλακή για να χτίσω τον καπιταλισμό”.9
Τριάντα χρόνια από το 1989 μια νέα ριζοσπαστική και επαναστατική αριστερά γεννιέται στην Πολωνία και στις άλλες χώρες της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης. Πατάει στις εμπειρίες εκείνου το κινήματος, στις παραδόσεις αγώνων δεκαετιών, και δίνει τις μάχες της ενάντια στις καπιταλιστικές επιθέσεις, την ακροδεξιά, τον σεξισμό.
Σημειώσεις
1. Όλα τα αποσπάσματα της Ανοιχτής Επιστολής προέρχονται από την έκδοση του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου Μια μαρξιστική κριτική στα καθεστώτα του κρατικού καπιταλισμού – Γιάσεκ Κουρόν Κάρολ Μοτζελέφσκι Ανοιχτή Επιστολή στο Πολωνικό Εργατικό Κόμμα.
2. Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο, Τόμος Πρώτος, σελ. 613.
3. Τόνι Κλιφ, Κρατικός Καπιταλισμός στη Ρωσία, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2017 σελ. …
4. Tom Junes, Student Politics in Communist Poland Generations of Consent and Dissent, Lexington Books 2015, σελ. 47.
5. Ο τίτλος της προκήρυξης είχε τίτλο «Για άλλη μια φορά οι Μεγάλες Δυνάμεις υπερασπίζουν την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων με τανκς». Αναφέρεται στο John Rose, «Chris Harman, 1968 and the historic Open Letter to the Polish Communist Party», International Socialism 158, http://isj.org.uk/chris-harman-1968-and-the-historic-open-letter-to-the-polish-communist-party/
6. Στοιχεία από το άρθρο «Πολωνία: Μια διαρκής εργατική εξέγερση», Μαμή νο2 (Γενάρης-Φλεβάρης 1984) https://issuu.com/ergatiki/docs/mami2 . Η Μαμή ήταν το περιοδικό της ΟΣΕ της οργάνωσης από την οποία προέρχεται το ΣΕΚ.
7. Μαμή νο2, οπ.
8. Αναφέρεται στο Colin Barker “Poland 1980-81: The self-limiting Revolution”, Colin Barker (ed) Revolutionary Rehearsals, Haymarket Books 2002, σελ. 181.
9. Νεκρολογία για τον Κ. Μοτζελέφσκι από τον David Ost, “I Didn’t Sit Eight and a Half Years in Jail to Build Capitalism”, Jacobin, 19/5/2019, https://www.jacobinmag.com/2019/05/karol-modzelewski-poland-solidarity-democratic-socialism