Άρθρο
Αυτοί θέλουν αλλά έχουν δυσκολίες και εμείς δεν τους αφήνουμε

23 Ιούλη το πρώτο μεγάλο συλλαλητήριο για το άσυλο. Και τώρα τι τους περιμένει.

Μια κυβέρνηση που θέλει να ξαναστήσει στα πόδια της την κλονισμένη ηγεμονία της κυρίαρχης τάξης, αλλά δεν μπορεί, γράφει η Μαρία Στύλλου.

 

Η επάνοδος της Δεξιάς στην κυβέρνηση είναι μια οργανωμένη προσπάθεια της κυρίαρχης τάξης να ξαναποκτήσει τον  έλεγχο των πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων. Το 2009  ήταν η τελευταία φορά που στην κυβέρνηση ήταν ατόφια η Ν.Δ.  Έχασε τις εκλογές τον Οκτώβρη του 2009 και από τότε πέρασε μια δεκαετία με τρία μνημόνια, με τους πιο μεγάλους εργατικούς αγώνες και απεργίες και  την κατάρρευση των δυο κομμάτων που κυβερνούσαν σε όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης από το 1974 ως το 2015. O ελληνικός καπιταλισμός που βρέθηκε μπροστά σε μια κοινωνική εξέγερση  και στην εκλογή για πρώτη φορά κυβέρνησης της αριστεράς.

Η κυρίαρχη τάξη θα ήθελε πολύ τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών να αποτελέσουν το κλείσιμο μιας δυσάρεστης παρένθεσης, όπου είδε το ΑΕΠ να πέφτει 25%, είδε τον κόσμο να βγαίνει ορμητικά στους δρόμους και αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σαν σανίδα σωτηρίας. Τώρα, ελπίζουν ότι η επιστροφή της ΝΔ μπορεί να σημάνει επιστροφή στην ομαλότητα και στην κανονικότητα.

Η νέα κυβέρνηση βάζει τρεις στόχους που θεωρεί ότι μπορεί να τους πετύχει.

Ο πρώτος, είναι να ξανακάνει τον ελληνικό καπιταλισμό ανταγωνιστικό, ανεβάζοντας την κερδοφορία του και την ανταγωνιστικότητα του και στην Ε.Ε. και διεθνώς. Μπορεί να χαίρονται ότι ο τουρισμός είναι πηγή εσόδων και ανάπτυξης, αλλά δεν μπορούν να ξεχάσουν τι γίνεται με τις τράπεζες, τι γίνεται με τις κατασκευαστικές και μια σειρά άλλους κλάδους, που παραδοσιακά έπαιξαν το ρόλο της ατμομηχανής για όλη την οικονομία. 

Αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της προσπάθειας είναι η ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ και  κομματιών του δημοσίου όπως είναι η υγεία και η εκπαίδευση. Ο δημόσιος ΟΤΕ έχει παραχωρήσει τη θέση του στην COSMOTE, την Vodafone και τη Wind εδώ και χρόνια, αλλά η ΔΕΗ παραμένει ένα φιλέτο που δεν έχει μοιραστεί. Τα μερίδια των ιδιωτικών κλινικών και των ιδιωτικών εκπαιδευτήριων ανεβαίνουν αλλά απέχουν πολύ ακόμα από τα φιλόδοξα σχέδιά τους. Τώρα έχουν μια κυβέρνηση με καθαρό νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, με επιτελείο που στηρίζει αυτές τις επιδιώξεις – Χατζηδάκη, Κεραμέως, Κικίλια, Βρούτση –  αλλά  όλα αυτά σημαίνουν σύγκρουση με το εργατικό κίνημα.

Ο δεύτερος στόχος είναι ακριβώς η πολιτική επίθεση στην εργατική τάξη και στα συνδικάτα. Το εργατικό κόστος έχει συμπιεστεί μέσα στα χρόνια των μνημόνιων, αλλά η εξόρμηση για να μην πάρει η εργατική τάξη πίσω τα χαμένα είναι τεράστια μάχη γεμάτη συγκρούσεις. Από τις συλλογικές συμβάσεις και τη λειτουργία των σωματείων μέχρι τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και την εξάπλωση της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων σε περισσότερους τομείς, τίποτε δεν προχωράει χωρίς αντιστάσεις.

Γι' αυτό και αποκτά ξεχωριστή σημασία ο τρίτος στόχος, η οργανωμένη επίθεση στις αριστερές ιδέες, στα κινήματα και στα προχωρήματα που έκανε ο κόσμος μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία και ιδιαίτερα την τελευταία πενταετία που έφτασε να συγκρούεται και με τους υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ.  Το ζήτημα που τους ανησυχεί και τους τρελαίνει είναι πώς μπορούν να γυρίσουν αυτόν τον κόσμο πίσω.

Η Νέα Δημοκρατία έχει δυσάρεστες αναμνήσεις. Δεν ξεχνάει ότι η πενταετία του Καραμανλή  2004-2009 ήταν σκληρή κοινωνικά. Είχε να συγκρουστεί με πολύ δυνατούς κλάδους και απεργίες σε κάθε μέτρο και σε κάθε επίθεση, ήρθε αντιμέτωπη με την πιο άγρια νεολαιίστικη εξέγερση το Δεκέμβρη του 2008, αναγκάστηκε μπροστά στη λαίλαπα της διεθνούς οικονομικής κρίσης που άρχισε το 2008 να πάει σε νέες εκλογές τον Οκτώβρη του 2009 και  τις έχασε.

Η κατάσταση που αντιμετωπίζει σήμερα είναι ακόμα χειρότερη. Ούτε η οικονομική ούτε η κοινωνική κρίση δεν έχει ξεπεραστεί. Οι στόχοι και οι επιθέσεις της κυρίαρχης τάξης παραμένουν, αλλά το πόσο μπορεί αυτή τη φορά να τους προωθήσει η ΝΔ παραμένει επίσης σαν ερώτημα.

Η διεθνής οικονομική κρίση

Στις 12 Αυγούστου οι Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς δημοσίευσαν άρθρο της Ράνα Φορουχάρ με τίτλο «Το καλοκαίρι του τρόμου» όπου γράφει “Δε νομίζω ότι η ερώτηση είναι εάν θα βρεθούμε μπροστά σε ένα νέο κραχ,  το ερώτημα είναι πώς δεν έχει συμβεί ακόμα…”.1

Όμως η εκτίμηση δεν περιορίζεται σε μια δημοσιογράφο των Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς. Στο προτελευταίο Σαββατοκύριακο του Αυγούστου συνεδρίαζαν ταυτόχρονα οι Κεντρικοί Τραπεζίτες στο Τζάκσον Χόουλ του Ουαϊόμιγκ στις ΗΠΑ, και οι G7  (οι αρχηγοί των 7 πλουσιότερων χωρών: ΗΠΑ, Καναδάς, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία) στη Γαλλία στη λουτρόπολη Μπιαρίτς. Και από τα δύο επιτελεία του διεθνούς καπιταλισμού βγήκε η ίδια διαπίστωση: Η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε νέα ύφεση και τα εργαλεία που έχουν για να τη σταματήσουν είναι πολύ περιορισμένα.

“Η καλύτερη πολιτική θα είναι να απαλλαγούμε από την πολιτική αβεβαιότητα” ήταν το συμπέρασμα ενός από τους κεντρικούς τραπεζίτες.2 Ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, της FED, Τζέι Πάουελ, διορισμένος από τον Τραμπ (πριν ένα χρόνο) ουσιαστικά υποστήριξε πως “η FED ξεκαθαρίζει ότι ένα μεγάλο κομμάτι των αδυναμιών της οικονομίας που διαπιστώσαμε ένα γύρο, είναι το άμεσο αποτέλεσμα της αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί από τον εμπορικό πόλεμο. Υπεύθυνοι γι’ αυτό είναι το Κογκρέσο και ο Λευκός Οίκος, όχι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα”.3

Η απάντηση του Τραμπ ήταν άμεση από το Τουίτερ: “Η μόνη ερώτηση μου είναι, ποιος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός μας, ο Τζέι Πάουελ ή ο Chairman Σι;”.4 Παρόλο που ο διορισμός του Πάουελ έγινε από τον Τραμπ, και δεν μπορεί να τον διώξει πριν από το 2022 που λήγει η θητεία του, ο Τραμπ τον απειλεί με απόλυση.

Η περσινή σύνοδος των G7 έγινε στον Καναδά και κατάληξε σε φιάσκο. Φέτος ο Μακρόν πίστευε ότι θα είχε καλύτερη τύχη, αλλά διαψεύστηκε. Η φιέστα κατέληξε στη διαπίστωση ότι διαφωνούν για τον εμπορικό πόλεμο που έχει ανοίξει ο Τραμπ με την Κίνα και επηρεάζει την οικονομία παγκόσμια, ότι διαφωνούν για τη συμμαχία Τραμπ – Τζόνσον (πρωθυπουργός Βρετανίας) για το Brexit, ότι δεν συμφωνούν με κατάργηση της συμφωνίας για τα πυρηνικά ανάμεσα σε Ιράν, Ε.Ε. και ΗΠΑ.

Η οικονομική ύφεση δεν προχωράει με τον ίδιο ρυθμό παντού, αλλά σίγουρα αλληλοτροφοδοτείται με την πολιτική αστάθεια παντού. Η σύγκρουση Βρετανίας-ΕΕ για το Brexit έχει φτάσει στο σημείο όπου ο Τζόνσον ζήτησε από τη βασίλισσα να κλείσει τη Βουλή προκαλώντας καταγγελίες για πραξικόπημα ακόμη και από τον πρόεδρο της βρετανικής Βουλής (μητέρα όλων των κοινοβουλίων όπως έλεγαν κάποτε...) Όσο για την οικονομία της ΕΕ, όταν ρετάρει η ατμομηχανή της, η γερμανική οικονομία, αυτό επηρεάζει όχι μόνο την Ευρώπη αλλά όλον τον κόσμο. “Ένα κράτος που μέχρι τώρα ήταν ο πρωταγωνιστής της Ευρώπης στην οικονομία, έχει μετατραπεί σ’ αυτό που την κρατάει πίσω. Και αυτό χειροτερεύει λόγω του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας αλλά και της προοπτικής ενός άτακτου Brexit”.5

Αυτή είναι η συνοπτική περιγραφή για το πού βρίσκονται τα πράγματα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες τα πλάνα και οι δηλώσεις Σταϊκούρα και λοιπών υπουργών για οικονομική ανάπτυξη αρχίζουν να ξεθωριάζουν γρήγορα.

Μέχρι τώρα, οι διακηρύξεις έλεγαν ότι τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού θα καλύπτονταν από την αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης και όχι από τη φορολογία ούτε από τις περικοπές. Αυτοί οι ισχυρισμοί ήταν πάντα αβάσιμοι, αλλά η προσγείωση έρχεται απότομα. Ο Μητσοτάκης βγήκε με υποσχέσεις για  μείωση των φορολογικών συντελεστών για όλους, και τώρα το μόνο που ετοιμάζεται να κάνει είναι η μείωση του συντελεστή των κερδών των επιχειρήσεων από 28% στο 20% μέσα σε δυο χρόνια. Φέτος κατά  4% και πάει στο 24%, και το 2020 επίσης 4% και πάει στο 20%. 

Μια τέτοια μείωση της φορολογίας των πλούσιων, μαζί με νέες στρατιωτικές παραγγελίες για φρεγάτες που τις συμφώνησε με τον Μακρόν, προφανώς ανοίγουν τρύπες.  Λογαριάζουν να τα πάρουν από τις ιδιωτικοποιήσεις και από μείωση των δαπανών για μισθούς, συντάξεις, προσλήψεις, πυρόσβεση και φύλαξη των δασών, περιβάλλον, καθαριότητα, δήμους κλπ.  Η μεγάλη μπαρούφα περί αναπτυξιακού προγράμματος, έχει μπροστά της μια μεγάλη περίοδο καταστροφών, συγκρούσεων και αγώνων.  

Ανταγωνισμοί

Και δεν είναι τα μόνα. Ο Μητσοτάκης έχει βάλει πλώρη να ολοκληρώσει την πολιτική Τσίπρα στην περιοχή και στις διεθνείς συμμαχίες. Αφού κατάπιε τη διαφωνία με τη Συμφωνία των Πρεσπών, τώρα θέλει να καλύψει το κενό που έχει αφήσει στην περιοχή η κρίση στη σχέση των ΗΠΑ με την Τουρκία. Δεν είναι μόνο οι διαφωνίες για  το ρόλο της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τις ΑΟΖ, αλλά και η σύγκρουση γύρω από το ρόλο του Ιράν στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Ποιος θα μπορέσει να λειτουργήσει σαν αντίβαρο στην αντιφατική συμμαχία που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα σε Ιράν, Τουρκία, Συρία και Ρωσία.

Ο Πομπέο τρέχει να οργανώσει και να διευρύνει τα στηρίγματα των ΗΠΑ και η Ελλάδα είναι πρόθυμη να παίξει αυτόν το ρόλο. Και νέες φρεγάτες, και κινητοποίηση για να μην μπει  ιρανικό πλοίο  στα «ελληνικά ύδατα» και επίσκεψη Πομπέο τον Οκτώβρη στην Ελλάδα. Όμως κι αυτά τα σχέδια είναι εστίες αβεβαιότητας, γιατί οι διεθνείς ανταγωνισμοί και τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα δεν είναι τόσο σταθερά. Ο Τραμπ στη σύνοδο των G7 ζήτησε να γίνει η Ρωσία ξανά το 8ο μέλος (ήταν και παλιά αλλά την απέκλεισαν μετά την επέμβαση στην Κριμαία). Επίσης, στο τέλος της συνόδου των G7 έκανε δηλώσεις ότι δέχεται τη μεσολάβηση του Μακρόν για συνάντηση με τον πρόεδρο του Ιράν Ρουχανί. 

Ο Μητσοτάκης μπορεί να τα δώσει όλα στον Πομπέο και στο τέλος να δει τον Τραμπ αγκαλιά με τον Πούτιν και τον Ερντογάν.

Οι εστίες αστάθειας δεν είναι μόνο αντικειμενικές. Η Ν.Δ. έγινε κυβέρνηση συσπειρώνοντας  ένα κομμάτι της φιλελεύθερης δεξιάς μαζί με κομμάτια και παράγοντες της άκρας δεξιάς, με ανοιχτά ρατσιστικές και σεξιστικές καταβολές και αντιλήψεις και με ανοίγματα και συνεργασίες με τους φασίστες. Και με τη Χρυσή Αυγή, αλλά και με Βελόπουλο και με άλλους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε τους Μπαλτάκους και τους Καρατζαφέρηδες, ούτε τους Πλεύρηδες παλιούς και νέους.

Μια πτέρυγα της ακροδεξιάς βρίσκεται  στην κυβέρνηση και  έχει τα στηρίγματα της και στον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό, στην αστυνομία, στη δικαιοσύνη, στο στρατό, στην εκκλησιαστική ιεραρχία. Αυτή η επιλογή δεν έγινε μόνο για να κερδίσουν τις εκλογές, αλλά συνειδητά για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο που είχαν μπροστά τους.  Μια εργατική τάξη που σε σύγκριση με το 2009 είναι πιο έμπειρη και πιο ριζοσπαστικοποιημένη. Και ταυτόχρονα μια αριστερά πολύ πιο μεγάλη και πολύ πιο εκτεθειμένη στις πιέσεις από τον κόσμο της δουλειάς και τη νεολαία.

2004-2009 
Η προηγούμενη φορά

Η Νέα Δημοκρατία, με ηγεσία τον Κώστα Καραμανλή κέρδισε τις εκλογές τον Μάρτη του 2004. Να πώς περιγράφαμε σε αυτό το περιοδικό την κατάσταση στην επέτειο ενός χρόνου από την εκλογή της στην κυβέρνηση:

«Η “πρόωρη κόπωση” της κυβέρνησης Καραμανλή δεν είναι μόνο καρπός της επιδείνωσης των αντικειμενικών συνθηκών. Είναι αποτέλεσμα και της επιμονής των αριστερόστροφων διαθέσεων του κόσμου. Οι συνθήκες πιέζουν τη ΝΔ να εγκαταλείπει τα προσχήματα και να περνάει σε επιθέσεις πιο βιαστικά και απότομα απ’ όσο θα ήθελε και απ’ όσο επιτρέπουν οι εσωτερικές ισορροπίες της συγκόλλησης που κατασκεύασε ο Καραμανλής. Αλλά αυτό που κάνει  τις κωλοτούμπες των υπουργών τόσο κραυγαλέες και εξοργιστικές είναι η πολιτικοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση που κυριαρχεί μέσα σε μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας.

Οι εικόνες αυτής της διαδικασίας έρχονται από πολλές μεριές. Οι καθαρίστριες των σχολείων που προχώρησαν σε κατάληψη του υπουργείου Παιδείας μόλις έμαθαν το μπλοκάρισμα της μονιμοποίησης τους δεν είναι οι μόνες. Είναι και οι συνταξιούχοι που γιαούρτωσαν τους υπουργούς μόλις έμαθαν την κομπίνα του υπουργείου Οικονομίας για το ΛΑΦΚΑ. Είναι και η νεολαία που δεν άφησε καμιά συνεδρίαση του «διαλόγου» της κυρίας Μαριέτας χωρίς συλλαλητήριο. Είναι οι εργαζόμενοι σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης που οδήγησαν όλες τις ομοσπονδίες τους – ΟΛΜΕ, ΔΟΕ, ΠΟΣΔΕΠ, ΟΣΕΠ ΤΕΙ – να αποχωρήσουν απ’ αυτόν το «διάλογο». Είναι οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία που έκαναν ανταρτοπόλεμο στα μέτρα του Κακλαμάνη επί τρεις μήνες, μέχρι που η ΠΟΕΔΗΝ αναγκάστηκε να καλέσει συντονισμένη πανελλαδική στάση εργασίας και συλλαλητήρια. Είναι οι εργαζόμενοι στις τράπεζες που μετέτρεψαν τις απόπειρες των τραπεζιτών και του Αλογοσκούφη να ανοίξει το ασφαλιστικό πάνω στις πλάτες τους σε σκληρή μάχη με απεργίες κάθε Δευτέρα. Είναι οι εργαζόμενοι στον ΟΤΕ και στον ΟΣΕ που έβαλαν τις ΔΕΚΟ στο χορό των απεργιών ενάντια στο νέο κύμα μείωσης προσωπικού και ιδιωτικοποιήσεων. Είναι οι εργαζόμενοι στην Ιντρακόμ που αποφάσισαν απεργία πρώτη φορά εδώ και 17 χρόνια, αν ο Κόκκαλης προχωρούσε σε 400 απολύσεις.

Όλα αυτά οδήγησαν τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ να μετατρέψουν μια αρχική απόφαση για ένα απογευματινό συλλαλητήριο σε ένα πανεργατικό τριήμερο με απεργία στις 17 Μάρτη και αντιπολεμικό συλλαλητήριο στις 19. Έτσι, έφτασε το κλίμα, ένα χρόνο μετά τις εκλογές, να θυμίζει μέρες του 90-93 με τις απεργίες που γκρέμισαν τον Μητσοτάκη».6

Η επίσπευση νέων βουλευτικών εκλογών το 2007 δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο των μεγάλων εργατικών απεργιών αλλά και  των φοιτητικών καταλήψεων ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου και την κατάργηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Οι φοιτητικές καταλήψεις ξεκίνησαν την άνοιξη του 2006 από μια μειοψηφία φοιτητών/τριών της επαναστατικής αριστεράς που τράβηξε σ’αυτή τη μάχη αρχικά όλα τα ΕΑΑΚ, και στη συνέχεια τις παρατάξεις της αριστεράς και την ΠΑΣΠ. Το ΠΑΣΟΚ έκανε κωλοτούμπα: ενώ υποστήριζε στην αρχή την κατάργηση του άρθρου 16, στο τέλος αναγκάστηκε να συνταχτεί με τη νεολαία του. Οι καταλήψεις κέρδισαν, το άρθρο 16 δεν καταργήθηκε, η Γιαννάκου παραιτήθηκε, η αντικαπιταλιστική αριστερά μεγάλωσε μέσα και έξω από τα πανεπιστήμια.

Η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 ήρθε τη στιγμή που η κυβέρνηση του Καραμανλή ετοιμαζόταν να προχωρήσει σε μέτρα που προετοίμαζαν το πρώτο μνημόνιο: για να ελέγξει τα ελλείμματα δεν έφτανε πια ένας ετήσιος προϋπολογισμός λιτότητας, χρειαζόταν ένα ολόκληρο πρόγραμμα λιτότητας με απολύσεις, περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, μαχαίρι στις κρατικές επενδύσεις… συνολικά μια αντεργατική κλιμάκωση. Ο Καραμανλής αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι το “κοινωνικό κλίμα” δεν επέτρεπε στην κυβέρνηση του να πάρει αυτά τα μέτρα.  Αυτό σήμανε νέες εκλογές που τις έχασε, πήρε μόλις 33,47%, το πιο χαμηλό ποσοστό που είχε πάρει η Ν.Δ. στη Μεταπολίτευση.  Ο δρόμος για την πολιτική κρίση στα χρόνια των Μνημόνιων είχε ανοίξει.

Αριστερή ριζοσπαστικοποίηση

Στα χρόνια που μεσολάβησαν, όμως, η εργατική τάξη δεν έδωσε “μόνο” σκληρούς  οικονομικούς αγώνες ενάντια στη λεηλασία από τα μνημόνια.

Το σπάσιμο των συνόρων, η ορμητική είσοδος των προσφύγων, η θερμή υποδοχή και αλληλεγγύη στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, και πρώτα απ’ όλα στην Ελλάδα, είναι ένα ιστορικό γεγονός στη διαμόρφωση συνειδήσεων, ιδεών και κινημάτων σε όλον τον κόσμο. Το μεγάλο κίνημα συμπαράστασης που απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα, νησιά, πόλεις, σύνορα, σχολεία, νοσοκομεία, δήμους, ήταν καθοριστικό στο να φράξει το δρόμο σε ρατσιστικές και φασιστικές οργανώσεις.

Το 2015 ήταν κρίσιμο και για έναν ακόμα λόγο. Τον Απρίλη του 2015 ξεκίνησε η δίκη της Χρυσής Αυγής, με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης και όχι μόνο σαν δίκη ατόμων για συγκεκριμένα εγκλήματα.

Ο συνδυασμός αυτών των δυο γεγονότων και η αλληλεπίδραση που είχε το ένα στο άλλο λειτούργησε συμπληρωματικά. Η δίκη έκλεινε το δρόμο στις επιθέσεις των ταγμάτων εφόδου σε μετανάστες και πρόσφυγες ενώ ταυτόχρονα οι ρατσιστικές καμπάνιες τους αντιμετώπιζαν την οργή και τις μαζικές απαντήσεις όπου προσπάθησαν να εμφανιστούν.

Δυο παρατηρήσεις γι’ αυτό το κίνημα. Το πρώτο, ότι δεν βγήκε από το “κεφάλι του Δία” σαν την Αθηνά, αλλά ήταν καρπός μιας συστηματικής και οργανωμένης δουλειάς που έγινε για μεγάλο διάστημα από αντιφασιστικές αντιρατσιστικές οργανώσεις, όπου η ΚΕΕΡΦΑ έπαιξε καθοριστικό και κρίσιμο ρόλο (η ΚΕΕΡΦΑ δημιουργήθηκε τον Ιούνη του 2009).

Και η δεύτερη παρατήρηση, ότι η συνέπεια αυτής της δουλειάς ήταν καθοριστική στις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, σε όλη αυτή την περίοδο. Αυτό καταγράφτηκε βέβαια με την ήττα της Χρυσής Αυγής στις βουλευτικές εκλογές στις 7 Ιούλη, ένα σπουδαίο μήνυμα μέσα στις συνθήκες ανόδου της ακροδεξιάς διεθνώς. Αλλά παίζει ρόλο και στη δυσκολία που έχει η κυβέρνηση της δεξιάς στο να ξεδιπλώσει την κατά μέτωπο επίθεση σ’ αυτές τις ιδέες και σ’ αυτά τα κινήματα, παρόλο που αυτό είναι ψηλά στην ατζέντα της.

Το εργατικό κίνημα είναι ποτισμένο απ’ αυτές τις ιδέες.  Η καινούργια κυβέρνηση δεν βρίσκεται μπροστά σε ένα εργατικό κίνημα παραιτημένο. Αντίθετα, ανησυχεί για την προοπτική  να βγει ο κόσμος στους δρόμους και συνεχώς απαιτεί από τον ΣΥΡΙΖΑ να κάνει “υπεύθυνη αντιπολίτευση” και να αποφύγει τους “λαϊκισμούς” του παρελθόντος. Ανησυχούν ότι υπάρχει μια δυναμική με εργατικούς αγώνες και διεκδικήσεις “για να τα πάρουμε όλα πίσω”.  Αυτό δεν ήταν σύνθημα μόνο απέναντι στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τις υποσχέσεις της (ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο μετά την «έξοδο» από τα μνημόνια), είναι στην ατζέντα του κόσμου και σήμερα. Η ίδια η ΝΔ προεκλογικά έλεγε ότι θα επιταχύνει μια πορεία προς καλύτερες μέρες.

Οι εργατικοί χώροι δεν αντιμετωπίζουν παθητικά τη Ν.Δ. περιμένοντας το επόμενο χτύπημα για να αντιδράσουν, αλλά έχουν διεκδικήσεις για να συνεχίσουν. Οι μάχες για προσλήψεις, για μονιμοποιήσεις, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις  είναι μια πλούσια ατζέντα που απειλεί να θυμίσει στη  δεξιά τι την περιμένει.

Απέναντι σ’ αυτόν τον κίνδυνο η Ν.Δ. χρησιμοποιεί δυο εργαλεία, την ιδεολογική επίθεση και την καταστολή. Η ιδεολογική επίθεση προβάλλει σαν επιχείρημα ότι μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε στις εκλογές όλη η Αριστερά και οι ιδέες της. Πολύ θα ήθελαν να κυριαρχήσει η αντίληψη ότι ο ανταγωνισμός είναι πιο προωθητικός από την αλληλεγγύη. Ο καθένας για τον εαυτό του και όσοι δεν τα βγάζουν πέρα ας τους πάρει το ποτάμι.

 Απέναντι στην αλληλεγγύη προωθούν τις διακρίσεις, διακρίσεις ρατσιστικές, σεξιστικές, όπως κάνει ο Όρμπαν στην Ουγγαρία και ο Σαλβίνι στην Ιταλία. Ο Όρμπαν δίνει δάνειο στα νιόπαντρα ζευγάρια και σε κάθε παιδί που γεννιέται κόβει ένα ποσοστό του δανείου. Εισβολή του κράτους στην αναπαραγωγή με ρατσιστικά και σεξιστικά κριτήρια υπέρ των Ούγγρων και υπέρ της οικογένειας. Σ’ αυτό το δρόμο είναι και η δήλωση της υφυπουργού απασχόλησης εδώ ότι σε κάθε ζευγάρι το κράτος θα δίνει επίδομα 2.000  ευρώ για κάθε γέννα, με την προϋπόθεση η γυναίκα να είναι κάτω των 30 ετών και Ελληνίδα.

Το μαύρο μέτωπο που στηρίζει τη νέα κυβέρνηση – εκκλησιαστική ιεραρχία, ακροδεξιά και φασίστες, μαζί με διανοούμενους θαυμαστές του Τραμπ- έχει πια το ελεύθερο να ξεκινάει πολύ πιο ανοιχτά τις επιθέσεις του απέναντι στις γυναίκες, στην ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, στους μετανάστες. Η ισλαμοφοβία είναι η θρησκεία που τους ενώνει.

Αυτό το κλίμα που προσπαθούν να δημιουργήσουν  έρχονται να υπηρετήσουν και τα πρώτα παραδείγματα. Αυτό σημαίνουν οι κινήσεις για κατάργηση του ασύλου, “ανακατάληψη” των Εξαρχείων, αλλαγές στον ποινικό κώδικα, κατηγορίες για όποιον  κρατάει ή πετάει μια μολότοφ ότι κάνει κακούργημα και ανήκει σε εγκληματική οργάνωση...

Ηλεκτρονική Σοσιαλδημοκρατία

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βλέπει ένα ομαλό πέρασμα από την κυβέρνηση στην αντιπολίτευση. Το πολίτευμα λειτουργεί, ο κόσμος έδωσε ένα 31.5% στον ΣΥΡΙΖΑ, άρα όλα πάνε καλά.  Η συζήτηση όμως έχει ανοίξει και ο κόσμος που τον ψήφισε ρωτάει τι πρόκειται να κάνει. Ο κόσμος που στήριζε τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και όσοι έλπιζαν ότι σαν αντιπολίτευση θα είναι πιο μαχητικός, αρχίζουν γρήγορα να διαψεύδονται. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πια το κόμμα του 5% αλλά η αξιωματική αντιπολίτευση, άρα η πολιτική και οι επιλογές του μέσα και έξω από τη Βουλή (ιδιαίτερα έξω) μπορεί να  παίξει καθοριστικό ρόλο. Αυτό λειτουργεί σαν πίεση για επίδειξη “υπευθυνότητας”. Αντί η εκλογική δύναμη που διατήρησε στις εργατογειτονιές να είναι εφαλτήριο για αντιστάσεις, μετατρέπεται σε μέγγενη δεξιάς προσαρμογής.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι ένα ρεφορμιστικό κόμμα στην αντιπολίτευση δεν παύει να είναι ρεφορμιστικό, κι αυτό σημαίνει ότι σπέρνει την παθητικοποίηση και την αδράνεια στον κόσμο που το ψήφισε. Η προηγούμενη φορά που η αριστερά ήταν αξιωματική αντιπολίτευση ήταν το 1958 όταν η ΕΔΑ είχε πάρει 25% αλλά κατάληξε σε μια τροχιά ουράς της Ένωσης Κέντρου.

 Σήμερα, οι δυο απόψεις που εμφανίστηκαν πιο συγκροτημένες και αντιπαρατίθενται μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή γύρω από τον Τσίπρα και τον κύκλο του και μια δεύτερη γύρω  από τον Σκουρλέτη. Η συζήτηση γίνεται για το πώς θα συγκροτηθεί ο καινούργιος ΣΥΡΙΖΑ – κόμμα της Αριστεράς με μέλη και με σύνδεση με κινήματα, συνδικάτα, τοπική αυτοδιοίκηση, φοιτητικό ή κόμμα της σύγχρονης Κεντροαριστεράς “διευρυμένο” και προγραμματικά και οργανωτικά.

Η πραγματική διαφωνία είναι πολιτική και τα οργανωτικά απλά επιβεβαιώνουν αυτή τη διαφορά. Ο Τσίπρας θέλει ένα κόμμα μοντέρνο σοσιαλδημοκρατικό στυλ Εργατικό Κόμμα Βρετανίας, που να μπορεί όμως να ενσωματώσει και να εξασφαλίσει υποστηρικτές από τα κινήματα, τη νέα αριστερή πολιτικοποίηση που καταγράφεται σαν ψήφος στις εκλογές, αλλά δεν έχει κομματική ένταξη. Μια σχέση σαν αυτή που ανέδειξε το Podemos. Άρα λίγο Κόρμπιν και λίγο Podemos με τον Τσίπρα  επικεφαλής μιας νέας ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας.    

Τα παλιά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ γύρω από τον Σκουρλέτη αισθάνονται την πίεση από κόσμο της κομματικής βάσης που έχει πικρές εμπειρίες από τα χρόνια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κόσμος που είδε τις κομματικές οργανώσεις να περιθωριοποιούνται μέχρι διάλυσης με το έτσι θέλω των υπουργών του Τσίπρα. Αυτό προκαλεί εντάσεις στην ηγεσία, αλλά η παλιά φρουρά δίνει μάχες οπισθοφυλακής μέσα σε ένα  ρεφορμιστικό κόμμα που έχει αποδεχθεί όλες τις δεξιές προσαρμογές και τις συνεργασίες.

Τα καθήκοντα της Αριστεράς

Η διέξοδος δεν μπορεί να έρθει από εκεί αλλά από την αντικαπιταλιστική Αριστερά, αρκεί να μην απέχουμε από τη  συζήτηση για το μέλλον της Αριστεράς, να οργανώνουμε την αντίσταση, να ξεκαθαρίζουμε τη στρατηγική και να χτίζουμε το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης.

Όλες οι μάχες που ανοίγουν παραπέμπουν στα ζητήματα στρατηγικής. Ακόμα και το κίνημα για το κλίμα φωνάζει μαζικά στους δρόμους «να αλλάξει το σύστημα». Η συζήτηση αυτή άνοιξε μέσα στην Αριστερά  ξανά, σε πείσμα όσων μιλούσαν για το “τέλος της ιστορίας”, χάρη στην έκρηξη του κινήματος στο Σιάτλ, στη Γένοβα, τις τεράστιες αντιπολεμικές κινητοποιήσεις. Σήμερα ξανανοίγει με άλλους όρους μετά την εμπειρία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που έδειξε χειροπιαστά τα όρια της στρατηγικής “ψηφίστε μας κι αφήστε μας”. Και η συζήτηση δεν αφορά μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΚΚΕ και όλα τα τμήματα της Αριστεράς.

Αυτό σημαίνει τεράστιο ακροατήριο και συζήτηση παντού. Χρειάζεται τώρα να θυμηθούμε τον Ένγκελς που έλεγε ότι οι επαναστάτες χρειάζεται να παρεμβαίνουν ταυτόχρονα και στα τρία επίπεδα: στις οικονομικές μάχες, στις πολιτικές μάχες και στις ιδεολογικές μάχες. Η παρέμβαση όμως στη συζήτηση, δεν μπορεί να γίνει έξω από την κοινή δράση.

 Σήμερα το περιεχόμενο αυτής της κοινής δράσης, είναι η σύγκρουση για να μην περάσουν οι τρεις στόχοι της κυβέρνησης. Η στήριξη κάθε εργατικού αγώνα θα είναι πολύτιμη ώστε να γενικευτούν οι επιμέρους μάχες, να βγουν ξανά στο προσκήνιο κλάδοι χτυπημένοι και κόσμος απογοητευμένος. Αυτό θα εξαρτηθεί όχι μόνο από την αυθόρμητη οργή και την ορμή, αλλά από την οργάνωση και τα παραδείγματα. Οι πρώτες κινητοποιήσεις, το συλλαλητήριο στη  ΔΕΘ, οι απεργίες στα νοσοκομεία, ο αντιφασιστικός Σεπτέμβρης, επιδιώκουμε να δώσουν τον τόνο και να καθορίσουν όλα τα άλλα κομμάτια που ετοιμάζονται. 

Μπορεί ο Σαλβίνι να έχασε αυτόν το γύρο και η ακροδεξιά στην Ευρώπη να έχασε (προσωρινά;) ένα από τα κυβερνητικά της κάστρα στην Ιταλία, όπως πριν λίγους μήνες στην Αυστρία, όμως αυτό δεν τους κάνει λιγότερο επικίνδυνους. Παράλληλα με τη μάχη για να στείλουμε στη φυλακή την ηγεσία της Χρυσής Αυγής, χρειάζεται να ξεκινήσουμε καμπάνια ενάντια στην «Ελληνική Λύση». Να μην αφήσουμε κανένα περιθώριο στον Βελόπουλο να αποκτήσει τάγματα εφόδου οργανώνοντας τους φασίστες από τα συλλαλητήρια ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών τώρα που ο Μητσοτάκης την υιοθετεί.

Στις 12 Οκτώβρη στη διεθνή διάσκεψη που οργανώνει η ΚΕΕΡΦΑ, θα συζητηθεί ο συντονισμός και η κοινή δράση ανάμεσα σε αντιρατσιστές και αντιφασίστες της Ευρώπης, των ΗΠΑ, της Αυστραλίας. Έχουμε πολλά κοινά και πολλά να παλέψουμε όλο το επόμενο διάστημα.

Τα κινήματα απλώνονται, γυναίκες μπαίνουν μπροστά να παλέψουν ενάντια στο σεξισμό, τις διακρίσεις, τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις. Για το δικαίωμα στη δωρεάν αντισύλληψη και έκτρωση, για να μη γυρίσουμε στη δεκαετία του ’50. 

Είναι δύναμη η κοινή δράση, είναι αναγκαιότητα όλα αυτά να μην είναι σκόρπιες μάχες, σκόρπιες πρωτοβουλίες, αλλά μια μεγάλη οργανωμένη δύναμη που παλεύει μαζί και για να τσακίσει αυτή την κυβέρνηση, αλλά και για να αλλάξει τον κόσμο.

 

Σημειώσεις

1. Rana Foroohar, “Summer of fear”, F.T. 12/9, https://www.ft.com/content/70f043c2-b9f3-11e9-8a88-aa6628ac896c

2. James Bullard, πρόεδρος της FED στο St Louis, δήλωση στους F.T. 26/8, https://www.ft.com/content/360028ba-c702-11e9-af46-b09e8bfe60c0

3. Jay Powell, F.T. 24/8, σελ. 1, https://www.ft.com/content/ef0d0436-c5a9-11e9-a8e9-296ca66511c9

4. Chairman Σι: ο πρόεδρος της Κίνας

5. Guy Chazan, Financial Times, 25/9, σελ.5, https://www.ft.com/content/d89d9404-c586-11e9-a8e9-296ca66511c9

6. Πάνος Γκαργκάνας, «Ένας χρόνος Ν.Δ.», ΣΑΚ Νο 52, σελ. 4-7