Η σύγκρουση με τη ΝΔ ξεκίνησε ορμητικά με απεργίες, αντισεξιστικές και αντιρατσιστικές μάχες. Η επαναστατική αριστερά χρειάζεται να βρίσκεται στο κέντρο υποστηρίζει η Μαρία Στύλλου.
Το να βάζει η κυβέρνηση νομοσχέδιο στη Βουλή με το φιλόδοξο τίτλο «αναπτυξιακό» και να βρίσκεται αντιμέτωπη με μια από τις πιο δυνατές και μαχητικές απεργίες που έκλεισαν νοσοκομεία και δήμους είναι η αρχή μιας ήττας, που δεν ξέρει πώς και πότε θα τελειώσει.
Η Κυριακάτικη Καθημερινή στις 20 Οκτώβρη, τρεις μέρες πριν γίνει η διήμερη απεργία των δυο αυτών κλάδων, είχε ένα μικρό πολιτικό πρωτοσέλιδο σχόλιο που προειδοποιούσε την κυβέρνηση της Ν.Δ.: «Προσέξτε, μπήκατε ορμητικά, αλλά οι δυσκολίες είναι μπροστά σας».
Πρόβλεψη που επιβεβαιώθηκε τρεις μέρες αργότερα όταν ξεκίνησε η απεργία με τη συμμετοχή δυο από τους πιο οργανωμένους κλάδους της εργατικής τάξης, που είχαν τη δύναμη να κερδίσουν σ’αυτή τη μάχη το σύνολο της εργατικής τάξης. Η ΑΔΕΔΥ, η ΓΣΕΕ, τα Ε.Κ. πανελλαδικά δεν έβγαλαν κανένα κάλεσμα σ’αυτήν την απεργία (ούτε καν μια στάση εργασίας) αλλά αυτό δεν εμπόδισε την συμμετοχή του 90% στην απεργία την πρώτη μέρα στα νοσοκομεία, και τη δεύτερη μέρα στους δήμους (τα ποσοστά τα έδωσαν οι αντίστοιχες ομοσπονδίες, και καλύπτουν κύρια το λεκανοπέδιο).
Αυτή η απεργία έχει τρομοκρατήσει την κυβέρνηση για τρεις βασικούς λόγους.
Ο πρώτος, γιατί δεν βγήκε τυχαία και δεν περιορίζεται μόνο στους εργαζόμενους σ’αυτούς τους κλάδους. Προηγήθηκαν οι δυο πανεργατικές στις 24 Σεπτέμβρη και στις 2 Οκτώβρη, η πρώτη σε συνεργασία Εργατικών Κέντρων και πρωτοβάθμιων σωματείων που έχει δύναμη η Αριστερά, και η δεύτερη από ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ μετά την πίεση που έβαλε η επιτυχία της πρώτης. Άρα η διπλή απεργία νοσοκομείων και δήμων δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία» αλλά η συνέχεια.
Δεύτερο και εξίσου σημαντικό στοιχείο: τα σχέδια για ιδιωτικοποίηση κεντρικών κερδοφόρων υπηρεσιών του δημόσιου τομέα έχουν στο στόχαστρο αυτούς τους κλάδους. Το άρθρο 179 στο «αναπτυξιακό νομοσχέδιο» δίνει τη δυνατότητα στους δημάρχους να περνάνε την καθαριότητα και άλλες υπηρεσίες στους ιδιώτες. Πέρασε από τη Βουλή με ψήφους δεξιάς και ακροδεξιάς (Ν.Δ. και «Ελληνική Λύση») αλλά οι δυσκολίες ξεκινάνε από εδώ και πέρα στον κάθε δήμο χωριστά. Και εκεί χρειάζεται να οργανωθεί η επόμενη μάχη.
Και τρίτο, μια πετυχημένη μάχη γίνεται παράδειγμα που επηρεάζει όλο το εργατικό κίνημα. Όπως η επιτυχία της γενικής απεργίας και του απεργιακού συλλαλητηρίου στις 24 Σεπτέμβρη όχι μόνο έσπρωξε στη δεύτερη πανεργατική στις 2/10, αλλά και βοήθησε στο να βγουν τα νοσοκομεία και οι δήμοι μαζικά στη νέα απεργία, αυτή η δυναμική κερδίζει και ανεβάζει την αυτοπεποίθηση όλων των εργατών. Και γι’ αυτό χρειάζεται να οργανώσουμε τη συνέχεια.
Ούτε ανάπτυξη ούτε γεωπολιτική ηγεμονία
«Οι φιλοδοξίες των ελλήνων καπιταλιστών να γίνουν το κέντρο των Βαλκανίων απομακρύνονται» γράφει ο Σωτήρης Κοντογιάννης στην Εργατική Αλληλεγγύη.1 Αυτή η εικόνα συμπληρώνεται με τις εξελίξεις στη Μ. Ανατολή και την πρόσφατη ανταγωνιστική συνεργασία ΗΠΑ, Ρωσίας, Συρίας και Τουρκίας για την τύχη των Κούρδων και τον έλεγχο της χώρας. Η επίσκεψη Πομπέο στην Ελλάδα και η συμφωνία για ανανέωση και αναβάθμιση του στρατιωτικού ρόλου των ΗΠΑ και των αμερικάνικων βάσεων στην Ελλάδα δεν σήμανε και την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στη Μέση Ανατολή, το αντίθετο συμβαίνει.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ. ψάχνεται τι θα κάνει με τις εξελίξεις στην ίδια τη Βόρεια Μακεδονία και με ποιους θα συμμαχήσει. Ο Μητσοτάκης έγινε υποστηρικτής της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά η ΕΕ μπλόκαρε τις ενταξιακές διαδικασίες. Πριν κάνει την κωλοτούμπα η ΝΔ, το VMRO ήταν ο καλύτερος σύμμαχός της, αλλά τώρα έχει χάσει αυτή τη συνεργασία.
Οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί και οι εξελίξεις χειροτερεύουν την οικονομική ύφεση, και διεθνώς και στην Ελλάδα. Το ΔΝΤ προειδοποίησε αυτόν το μήνα ότι η διεθνής οικονομία βρίσκεται σε “precarious situation”, δηλαδή επισφαλή κατάσταση, και έκοψε την πρόβλεψη του για ανάπτυξη στο χαμηλότερο επίπεδο από το ξεκίνημα της οικονομικής κρίσης το 2008. Κατηγορεί γι’ αυτό τον εμπορικό πόλεμο ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα, και την αβεβαιότητα που δημιουργεί το Brexit. Η γερμανική οικονομία, που στηρίζεται και εξαρτάται από τις εξαγωγές, είναι αυτή που έχει κτυπηθεί πιο σκληρά, έτσι ώστε η ατμομηχανή της Ευρώπης να βρίσκεται στα πρόθυρα της ύφεσης.2 Για την Ελλάδα η πρόβλεψη του ΔΝΤ δίνει ρυθμό γύρω στο 2,1% (από 2,8% που αρχικά υποστήριζε η κυβέρνηση).
Γι’ αυτό και το «αναπτυξιακό» δεν είχε τίποτα θετικό να περιλάβει πέρα από επιθέσεις: ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές και μέτρα κατά του συνδικαλισμού και των συλλογικών συμβάσεων. Μια κυβέρνηση που μπήκε ορμητικά γιατί «είχε τον έλεγχο της πλειοψηφίας» στις κάλπες (39,8% των ψήφων με συμμετοχή στο 57,9% δηλαδή “αυτοδύναμη” καραμπινάτη μειοψηφία), τώρα προσπαθεί να κρατήσει τον πολιτικό έλεγχο με περικοπές, καταστολή, ρατσισμό και ακροδεξιές συνεργασίες. Ας κοιτάξουν στην Χιλή ή έστω στην Αργεντινή πόσο μακρυά πάει μια τέτοια κατάσταση. Αν αυτό δεν είναι πολιτική κρίση, πρώιμη αλλά με προοπτική να κλιμακωθεί αρκετά γρήγορα, τότε τι άλλο είναι;
Ήδη ακούγεται μέσα στον κόσμο ότι «ο Μητσοτάκης δεν πρόκειται να βγάλει την τετραετία».
Διαψεύδονται οι Κασάνδρες
Οι θεωρίες για το τέλος των εργατικών αγώνων, για ήττα της εργατικής τάξης και την ανάγκη μιας μεγάλης εσωστρέφειας και προσαρμογής της Αριστεράς σ’ αυτές τις “αρνητικές συνθήκες” (όπως τις εκτιμούσαν πολλές απόψεις) ήταν το μοτίβο που κυριάρχησε στα περισσότερα ρεύματα. Σε αντίθεση με αυτές τις εκτιμήσεις το άρθρο του ΣΑΚ, που γράφτηκε στις 8 Ιούλη (μια μέρα μετά τις εκλογές), έβαζε μια τελείως διαφορετική εικόνα.
«Ο κόσμος είναι ένα οργισμένο ποτάμι, που έδωσε μάχες όλα τα προηγούμενα χρόνια και ενάντια στην κυβέρνηση Τσίπρα, στάθηκε μπροστά στην κάλπη και την τελευταία στιγμή έδωσε το φιλί της ζωής στον ΣΥΡΙΖΑ για να αποφύγει μια σαρωτική ήττα. Αλλά δεν πρόκειται να περιμένει για πολύ.
Το εργατικό κίνημα έχει το δικό του πρόγραμμα. Είναι οι διεκδικήσεις που ξετυλίχτηκαν για προσλήψεις, μονιμοποιήσεις και όχι απολύσεις σε όλο το δημόσιο, από τους συμβασιούχους των νοσοκομείων και των δήμων μέχρι τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς και τους «ΟΑΕΔ» παντού.
Είναι η μάχη ενάντια στα κλεισίματα και τις απολύσεις από τα εργοστάσια μέχρι τις τράπεζες, είναι η μάχη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ που μπαίνουν σε νέα φάση με τις απειλές για χρεοκοπία της ΔΕΗ. Είναι οι απεργίες για Συλλογικές Συμβάσεις με αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις.
Είναι οι διεκδικήσεις των συνδικάτων με πρωταγωνίστριες τις ίδιες τις γυναίκες ενάντια στον σεξισμό και τις διακρίσεις. Να αναλάβει το κράτος παιδικούς σταθμούς και κοινωνικές υπηρεσίες αντί να διαλύει ΚΑΠΗ και κάθε κοινωνική πρόνοια ρίχνοντας τα βάρη του σπιτιού στις γυναίκες».3
Το 2020 συμπληρώνονται εκατονδέκα χρόνια από το ιστορικό Συνέδριο Γυναικών στην Κοπεγχάγη. Σημαντικός σταθμός για την ιστορία του γυναικείου και του εργατικού κινήματος γιατί πήρε απόφαση για την καθιέρωση της 8 Μάρτη σαν διεθνή μέρα για την πάλη για ίσα δικαιώματα των γυναικών σε όλον τον κόσμο. Την πρόταση έκανε η Κλάρα Τσέτκιν και στηρίχτηκε απ’ όλες τις αντιπροσωπείες.
Η απόφαση εκείνη πέρασε από πολλά στάδια και μάχες. Χρειάστηκαν μεγάλοι αγώνες και κινήματα για να καθιερωθεί με νόμο η ίση αμοιβή γυναικών και αντρών. Στη Βρετανία ψηφίστηκε νόμος το 1970 μετά από θυελλώδεις μάχες και απεργίες των γυναικών, και στην Ελλάδα προβλεπόταν με το νόμο 1414 το 1984, πριν από 35 ολόκληρα χρόνια.
Πού βρίσκεται αυτή η ισότητα σήμερα; Οι Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς δημοσιεύουν πίνακα που δείχνει ότι η ανισότητα στους μισθούς συνεχίζει να βασιλεύει στην πλειοψηφία των χωρών.
«Ο αριθμός των κρατών που πέρασαν την τελευταία δεκαετία νόμους ενάντια στην οικογενειακή βία έχει ανέβει κατά 50% (από 100 χώρες με τέτοια νομοθεσία πήγε στις 150), όμως είναι πολύ λίγες οι χώρες που πέρασαν νόμο για την ίση αμοιβή. Το 60% σε σύνολο 187 χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα, δεν έχουν καμιά νομική ρύθμιση».4 Και δεν είναι πόσες χώρες έχουν νομοθεσία, αλλά και εάν την εφαρμόζουν.
«Έφτασα 55 χρονών όταν έμαθα ότι ήμουν θύμα, ότι οι άντρες συνάδελφοι μου έπαιρναν διπλάσιο μισθό από μένα. Δουλεύω στο BBC, κάνω ίδια δουλειά με τους άντρες δημοσιογράφους και ανακάλυψα ξαφνικά ότι ο δικός μου μισθός ήταν μισός απ’ αυτούς. Η διεύθυνση υποστήριξε ότι οφειλόταν σε παράληψη, αλλά πια δεν τους πιστεύω».5
Το ότι δεν πρόκειται για εξαίρεση και παράβλεψη επιβεβαιώνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την πρόσφατη Διάσκεψη που οργανώθηκε με θέμα «Η Ευρώπη για την Ισότητα των Φύλων – Κάνοντας απολογισμό – Αναλαμβάνοντας δράση». Η εικόνα και τα στοιχεία που ήρθαν από διάφορους ομιλητές/τριες δεν χωράνε καμιά αμφισβήτηση.
«Τα 7,7 εκατομμύρια γυναικών στην Ευρώπη είναι εκτός αγοράς εργασίας (έναντι 500.000 των αντρών), όχι γιατί δεν θέλουν να δουλέψουν, αλλά γιατί μένουν στο σπίτι για να φροντίζουν τα μέλη της οικογένειας. Επιπλέον 9 εκατομμύρια γυναικών (έναντι 600.000 των αντρών), δουλεύουν σε καθεστώς μερικής απασχόλησης λόγω των υποχρεώσεων τους στον τομέα της φροντίδας. Για την πλειοψηφία η μερική απασχόληση δεν είναι επιλογή αλλά ανάγκη.
Οι εργαζόμενες στην Ευρώπη προσφέρουν 13 ώρες την εβδομάδα περισσότερες από τους άντρες σε μη αμειβόμενες εργασίες νοικοκυριού και φροντίδας (οι γυναίκες δίνουν διπλάσιες ώρες από τους άντρες).
Το 70% των χαμηλά αμοιβόμενων στην Ευρώπη είναι γυναίκες. Η μια στις τέσσερις απασχολείται σε επισφαλείς θέσεις. Οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, στο κράτος πρόνοιας έχουν συνολικά χειροτερέψει τη ζωή των γυναικών.
Οι αμοιβές των γυναικών είναι το λιγότερο κατά 16% χαμηλότερες, ενώ στις συντάξεις η διαφορά φτάνει στο 35%.
Και τέλος, 1 στις 2 έχει δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση, 1 στις 3 έγινε θύμα βίας και βιασμών, ενώ ταυτόχρονα η δυνατότητα για νοσοκομεία, σπίτια κακοποιημένων γυναικών, περίθαλψης κλπ δεν καλύπτει ούτε τις μισές απ’ αυτές τις ανάγκες”.6
Καθόλου περίεργο που η εργατική τάξη είναι παντού οργισμένη όταν το μισό της ζει κάτω από τέτοιες διακρίσεις. Δεν είναι σύμπτωση ότι οι γυναίκες πρωτοστατούν παντού στις κινητοποιήσεις.
Κυβέρνηση λιτότητας και σεξισμού
Η Ελλάδα σ’ αυτή την εικόνα της ανισότητας, κρατάει την προτελευταία θέση και η κυβέρνηση Μητσοτάκη ετοιμάζεται να προχωρήσει ακόμα περισσότερο σ’ αυτή την υποβάθμιση για τις γυναίκες εργαζόμενες. Αυτές οι επιθέσεις συγκεντρώνονται σε τρία μεγάλα ζητήματα.
Το πρώτο είναι οι απολύσεις συμβασιούχων που η πλειοψηφία – ιδιαίτερα σε κάποιους κλάδους όπως υγεία και εκπαίδευση και όχι μόνο – είναι γυναίκες.
Το δεύτερο είναι ο νέος «αναπτυξιακός» νόμος που καταργεί τις συλλογικές συμβάσεις. Η ισότητα στους μισθούς, οι άδειες και τα επιδόματα μητρότητας, μπορεί να ορίζονται από τη γενική νομοθεσία, είναι πάντοτε όμως οι συλλογικές συμβάσεις που τα συγκεκριμενοποιούσαν. Οι συλλογικές συμβάσεις είναι μια συνεχής μάχη από τη μεριά του εργατικού κινήματος να κρατήσει τις κατακτήσεις του, και να τις διευρύνει. Γι’ αυτό τις κατάργησαν τα Μνημόνια, αλλά οι μάχες και οι αγώνες του εργατικού κινήματος ανάγκασαν τον ΣΥΡΙΖΑ να υπόσχεται την επαναφορά τους. Ο «αναπτυξιακός» νόμος τώρα τις ξανακαταργεί.
Η τρίτη επίθεση είναι η απόφαση της κυβέρνησης για βοήθημα 2000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννάει μια γυναικά κάτω των 30 χρονών. Οι μάχες του εργατικού και του γυναικείου κινήματος καθιέρωσαν τα οικογενειακά επιδόματα για γυναίκες και άντρες, ανεξάρτητα από ηλικία, οικογένεια, και σεξουαλικές επιλογές. Τα μνημόνια κατάργησαν (ή μείωσαν μέχρι εξαφάνισης) τα οικογενειακά επιδόματα, και τώρα έρχεται η υφυπουργός Εργασίας και τα αντικαθιστά με ένα σεξιστικό και ρατσιστικό επίδομα που πιέζει τις νέες γυναίκες και αποκλείει όσες “δεν έχουν ΑΜΚΑ”.
Αυτές οι εξελίξεις έχουν σημάνει όχι υποχώρηση αλλά δυνάμωμα των εργατικών αγώνων. Το ότι οι γυναίκες δέχονται πολλαπλές επιθέσεις από την κυρίαρχη τάξη, οικονομικές, πολιτικές, σεξιστικές, τις έχει βάλει στην πρώτη γραμμή των αγώνων και έχει δυναμώσει το εργατικό κίνημα συνολικά. Γεμίζει πείσμα την απόφαση του, ότι εάν δεν παλέψουμε δεν κερδίζουμε. Εάν δεν τελειώσουμε μ’ αυτούς εδώ – και με το σύστημα – δεν έχουμε μέλλον.
Όταν το 2007 έγιναν οι μεγάλες απεργίες για το ασφαλιστικό, το ΣΕΚ κατέβαινε στα συλλαλητήρια με το πανό «Κάτω τα χέρια από τις γυναίκες», ενάντια στις ρυθμίσεις που ανέβαζαν συνολικά τα συντάξιμα χρόνια, αλλά για τις γυναίκες αυτή η αύξηση ήταν ανατροπή των όσων ίσχυαν μέχρι τότε. Σύνταξη από τα 57 στα 67, και όποιες πάρει ο Χάρος.
Τότε φαινόταν ότι η συμμετοχή των εργαζομένων γυναικών σ’ εκείνες τις μάχες ήταν μια αλλαγή, κάτι νέο, τώρα είναι ο κανόνας που δυναμώνει τους αγώνες και το εργατικό κίνημα. Το σωματείο στο αντικαρκινικό νοσοκομείο Άγιος Σάββας δυνάμωσε δίνοντας μάχες για να μην απολυθούν οι καθαρίστριες και αυτό του έδωσε τη δυνατότητα να οργανώσει τη μάχη και να κερδίσει μεγάλη συμπαράσταση όταν ξεδιπλώθηκε η επίθεση ενάντια στο ίδιο το σωματείο με την απειλή απόλυσης του προέδρου του Κώστα Καταραχιά. Η ανταπόκριση ήταν εντυπωσιακή.
Μέσα σ’ αυτή την περίοδο των πάνω από δέκα χρόνων, συνολικά οι εμπειρίες του εργατικού κινήματος έχουν μεγαλώσει: από την οργάνωση των πανεργατικών απεργιών, από την εμπειρία της πολιτικής κρίσης των δυο μεγάλων κομμάτων της κυρίαρχης τάξης που εναλλασσόταν στην κυβέρνηση και τέλος από την εμπειρία της εκλογής αλλά και των συμβιβασμών και υποχωρήσεων της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Και μέσα στην ίδια περίοδο οι εμπειρίες εμπλουτίζονται από την πολιτική μάχη ενάντια στο ρατσισμό, ενάντια στους δολοφόνους του Παύλου Φύσσα και για την ήττα της Χρυσής Αυγής στους δρόμους, στα δικαστήρια και στις εκλογές.
Όσο η συλλογικότητα της εργατικής τάξης στο χώρο δουλειάς είναι δύναμη για να δώσει μάχες, άλλο τόσο η συνείδηση, οι ιδέες της και οι μάχες της καθορίζονται από τις πολιτικές αναμετρήσεις, από το τι συμβαίνει εκεί έξω.
Με ή χωρίς ηγεσία;
Στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς το σαββατοκύριακο 27-28/10 υπάρχει ένα άρθρο γραμμένο από 5 δημοσιογράφους για τις εξεγέρσεις που έχουν ξεσπάσει ταυτόχρονα στη Χιλή, στην Καταλονία, στο Λίβανο και στο Χονγκονγκ. Ο τίτλος του άρθρου είναι «Η εποχή των εξεγέρσεων χωρίς ηγέτες».7
Τόσο η εισαγωγή του άρθρου όσο και η περιγραφή της κάθε χώρας χωριστά, θέλει να δώσει την εικόνα ότι στην περίοδο του ίντερνετ, του facebook και των διαφόρων άλλων τρόπων επικοινωνίας, οι εξεγέρσεις οργανώνονται χωρίς την ανάγκη να υπάρχει ηγεσία που τις οργανώνει.
Δίνει παράδειγμα για κάθε χώρα χωριστά για το τι έσπρωξε τον κόσμο να εξεγερθεί: στο Λίβανο ήταν φόρος στο whatsapp, στη Χιλή ήταν η αύξηση του εισιτηρίου στο Μετρό, στη Γαλλία τα Κίτρινα Γιλέκα ξεκίνησαν σαν διαμαρτυρία για την επιβολή φόρου στο πετρέλαιο, στο Χονγκονγκ η αφετηρία ήταν η απειλή για απελάσεις στην Κίνα, στην Αλγερία η άρνηση του προέδρου να παραδώσει την εξουσία. Οι διαμαρτυρίες απέναντι σ’ αυτές τις καταστάσεις σήμαναν αυθόρμητες εξεγέρσεις, δεν τις οργάνωσε το πρόγραμμα κάποιας ηγεσίας και κάποιου μανιφέστου.
Όμως, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι καινούργιο. Η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα όπου εξεγέρσεις και επαναστάσεις ξεκινούν από τα κάτω. Σε όλον τον κόσμο αυτοί που θέλουν να παλέψουν και ξεσηκώνονται χρησιμοποιούν καινούργιες τεχνολογίες και τρόπους για να επικοινωνήσουν και να οργανώσουν τις κινητοποιήσεις τους. Και η χρήση της τεχνολογίας για επικοινωνία, ενημέρωση και συντονισμό είναι παλιά εμπειρία. Το καινούργιο είναι η ταχύτητα της κυκλοφορίας της ενημέρωσης και όχι το μέσο. Παλιότερα ήταν το ραδιόφωνο, ο ασύρματος, το “χωνί”, η ντουντούκα, τα συνθήματα στους τοίχους κλπ.
Στη Ρώσικη Επανάσταση έφτασε η απόφαση των εργατριών στα εργοστάσια της Πετρούπολης να απεργήσουν στις 23 Φλεβάρη – διεθνή μέρα γυναικών – για να συμμετέχουν την επόμενη όλα τα εργοστάσια και να γενικευτεί η απεργία μέσα σε ένα 24ωρο. Σίγουρα οι ουρές έξω από τα μαγαζιά και τους φούρνους άπλωσαν ακόμα περισσότερο το μήνυμα, όμως η δύναμη ήταν η απεργιακή επιτροπή των γυναικών.
Η ίδια εικόνα επαναλαμβάνεται πολύ συχνά στην ιστορία, όχι μόνο στις επαναστατικές εκρήξεις αλλά και πριν απ’ αυτές. Ο κόσμος πουθενά δεν ξεσηκώνεται γιατί του είπε η ηγεσία του, αλλά γιατί δεν έχει πια εμπιστοσύνη στους άλλους τρόπους που μέχρι τότε είχε διαλέξει.
Αυτό που καθορίζει το μέλλον μιας εξέγερσης δεν είναι μόνο η συμμετοχή, η μαζικότητα, ο θυμός, αλλά το ποια τάξη μπαίνει μπροστά και καθορίζει το μέλλον της εξέγερσης.
Η συζήτηση εάν χρειάζεται σήμερα ηγεσία – ή αλλιώς επαναστατικό κόμμα- έχει ανοίξει μέσα στην Αριστερά, ακόμα και στη ριζοσπαστική αριστερά. Στην Ελλάδα, η συζήτηση στον μετεκλογικό ΣΥΡΙΖΑ ξεκινάει απορρίπτοντας το επαναστατικό κόμμα ως “καταψύκτη της επανάστασης”.
Στην ίδια την επαναστατική αριστερά διεθνώς, δυσκολίες, κρίσεις, διασπάσεις (μέχρι και διάλυση οργανώσεων) έχουν κάνει πολλούς να γενικεύουν με διάφορες θεωρίες όπως: μικρές επαναστατικές οργανώσεις δεν έχουν σήμερα τις δυνατότητες να μεγαλώσουν, και να επηρεάσουν τα γεγονότα. Η κατάσταση έχει αλλάξει από την περίοδο των μπολσεβίκων, δεν υπάρχει εργατική πρωτοπορία (ακόμα και η ύπαρξη της εργατικής τάξης μπαίνει σε αμφισβήτηση), δεν υπάρχει θεωρία (καινούργια) για να στηριχτεί μια επαναστατική ηγεσία.
Άρα αναμονή – επεξεργασία θεωρίας – διάλυση μέσα στα κινήματα ή μικροομαδούλες και συμμαχίες για να διαμορφωθεί ένας νέος πόλος, μέχρι να διαλυθεί κι αυτός και ξανά από την αρχή.
Είναι αλήθεια ότι σ’ αυτή την εξέλιξη βαραίνει και η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί κάποιες απ’ αυτές τις ομάδες και οργανώσεις είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στον ΣΥΡΙΖΑ και η εμπειρία ήταν δραματική.
Χρειάζονται απαντήσεις σ’ αυτές τις απόψεις σε τρία επίπεδα.
Το πρώτο αφορά την εργατική τάξη και την εργατική πρωτοπορία. Είδαμε ήδη πιο πάνω ότι οι εξελίξεις διαψεύδουν την εικόνα της διάλυσης: Οι εργατικοί αγώνες όλη την περασμένη περίοδο, οι αγώνες που οργάνωσε το εργατικό κίνημα στην περίοδο κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στη συνέχεια, το σημερινό διεθνές καυτό φθινόπωρο είναι η συνεχής προσπάθεια του πιο προχωρημένου και μαχητικού κομματιού της εργατικής τάξης να παλέψει και να συγκρουστεί παρά την άρνηση, ακόμα και τον απεργοσπαστικό ρόλο που παίζουν οι ηγεσίες των συνδικάτων, με την ηγεσία της ΓΣΕΕ να δίνει το παράδειγμα.
Το δεύτερο έχει να κάνει με το ρόλο που παίζει η επιρροή του ρεφορμισμού μέσα στο κίνημα. Η εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποδοθεί σε αδυναμίες, προδοσίες ή υπαναχωρήσεις προσώπων. Δείχνει αποκαλυπτικά τι είναι ένα ρεφορμιστικό κόμμα και πού καταλήγει καθώς πιστεύει ότι μπορεί να ελέγξει τον καπιταλισμό από μέσα και από τα πάνω. Μια επιλογή που συνεχίζεται και σήμερα που βρίσκεται στην αντιπολίτευση καθώς διαμορφώνει ένα πρόγραμμα πιο δεξιό και από αυτό που εφάρμοσε σαν κυβέρνηση και αντίστοιχα μια τακτική “υπεύθυνης σκιώδους κυβέρνησης”. Δεν είναι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, η ίδια εξέλιξη φαίνεται και στο Podemos στην Ισπανία και στο Εργατικό κόμμα στην Αγγλία με ηγεσία τον Κόρμπιν.
Αυτές οι επιρροές φρενάρουν τη νέα ριζοσπαστικοποίηση, απειλούν με πισωγυρίσματα τις μάχες ακόμα και τις μεγάλες εκρήξεις που βλέπουμε διεθνώς. Το κενό της έλλειψης επαναστατικής οργάνωσης τρέχει να το καλύψει ο ρεφορμισμός, που ακόμα και ένα τεράστιο κίνημα και μια τεράστια έκρηξη μπορεί να την φτάσει σε αδιέξοδο, όπως έχουμε δει πολλές φορές στην ιστορία, ιδιαίτερα εδώ στην Ελλάδα και η γενιά της Αντίστασης και του 114 και του Πολυτεχνείου. Οι επαναστάτες δεν έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν “αργότερα” για να συγκροτηθούν σαν πολιτική δύναμη.
Επαναστατική οργάνωση
Γι' αυτό το τρίτο επίπεδο είναι το καθοριστικό, δηλαδή τι μπορεί να κάνει σήμερα μια επαναστατική οργάνωση για να επηρεάσει τις εξελίξεις φτάνοντας να μεγαλώσει και να γίνει ένα υπολογίσιμο επαναστατικό κόμμα της εργατικής πρωτοπορίας.
Αυτό απαιτεί ξεκάθαρες προσπάθειες συνδυασμένα και ταυτόχρονα τόσο στις μεγάλες επιλογές όσο και στην καθημερινή παρέμβαση. Σημαίνει επιμονή στην επικαιρότητα των στρατηγικών αντιλήψεων του Λένιν για ένα κόμμα των πρωτοπόρων εργατών που είναι ταυτόχρονα η ντουντούκα των καταπιεσμένων. Άρα στήριξη και άπλωμα των εργατικών αγώνων και πολιτικό κέρδισμα ώστε το πιο μαχητικό κομμάτι να δίνει τις μάχες ενάντια στο ρατσισμό, την καταπίεση των γυναικών, για την προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Το ΣΕΚ κάνει αυτή την προσπάθεια συστηματικά. Οι σεκίτες και οι σεκίτισσες δίνουν δείγματα γραφής σαν πρωτοπόροι αγωνιστές σε πολλά μέτωπα: παραδείγματος χάρη στα νοσοκομεία, για την ενότητα και όχι τη διάσπαση της εργατικής τάξης με την πάλη για τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων μέσα από τα συνδικάτα και τους μόνιμους μαζί. Για να είναι η εργατική τάξη δύναμη απελευθέρωσης όπου βρίσκουν προστασία όλοι οι καταπιεσμένοι και οι καταπιεσμένες– είτε είναι οι μετανάστες στη Μανωλάδα, οι πρόσφυγες που αναζητούν άσυλο, στέγη και ανοιχτά σύνορα, είτε οι γυναίκες που οργανώνουν για να είναι η 8 Μάρτη για πρώτη φορά απεργία φέτος στην Ελλάδα. Για την ενότητα ενάντια στη φασιστική απειλή ώστε να πανηγυρίσουμε όλοι και όλες μαζί την απομόνωση και καταδίκη των νεοναζί της Χρυσής Αυγής.
Μέσα σε μια τέτοια δημιουργική δράση και παρέμβαση μπορούμε να οργανώνουμε τη συζήτηση για τις θεωρητικές αναζητήσεις και κατακτήσεις που έχει ανάγκη η τάξη μας για να νικήσει. Οι σεκίτες και οι σεκίτισσες δεν είναι “απλά” πρωτοπόροι κινηματίες, είναι οργανωτές αυτού του διαλόγου με διοργανώσεις όπως το ετήσιο φεστιβάλ Μαρξισμού που εδώ και τριάντα πλέον χρόνια φέρνει κοντά τη θεωρία με την πράξη. Για να αρπάξουμε τις ευκαιρίες που ανοίγει μπροστά μας μια νέα αντεπίθεση της εργατικής τάξης.
Σημειώσεις
1. Εργατική Αλληλεγγύη Νο 1395, 23 Οκτώβρη 2019, σελ.2. «Σύνοδος Κορυφής Ε.Ε. – ένα χάος γεμάτο χαστούκια», Σ. Κοντογιάννης
2. Φαϊνάνσιαλ Τάιμς 20/10, άρθρο του Martin Arnold “Central Banks – Lagarde plots new ECB course”, σελ. 17
3. ΣΑΚ Νο 135, Ιούλης-Αύγουστος 2019, «Επί του πιεστήριου – Τα αποτελέσματα των εκλογών» από τη Σύνταξη, σελ. 2-3
4. F.T., 29/10, πίνακας με τίτλο «Προς την ισότητα των φύλων», σελ. 1
5. F.T., 17/10, Γυναίκες εργαζόμενες στις επιχειρήσεις, σελ. 2
6. Άρθρο Χριστίνας Πάντζου, Εφ.Συν. 19-20 Οκτώβρη, «Ισότητα φύλου στην Ευρώπη, ένα όνειρο απατηλό»
7. Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς 26-27/10 2019, «Ο κόσμος καίγεται – Η εποχή των εξεγέρσεων χωρίς ηγέτες», Γιδεών Ράχμαν, Μπένεντικτ Μάντερ, Ντάνιελ Ντούμπαϊ, Σου-Τιν Βουλί, Χέμπα Σαλέχ