Άρθρο
Ακόμα φοβούνται το Πολυτεχνείο!

Ο Λέανδρος Μπόλαρης θυμίζει τις αλήθειες της εξέγερσης του Νοέμβρη και την επικαιρότητά τους.

 

Μέσα στο καλοκαίρι, το βίντεο από το 2018 όπου η Δόμνα Μιχαηλίδου, νυν υφυπουργός Εργασίας της ΝΔ, μίλησε για τους αριστερούς αγωνιστές ενάντια στη δικτατορία ως “ψυχικά νοσούντες” προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Σαν απάντηση στις επικρίσεις, ο Τ. Θεοδωρόπουλος στην Καθημερινή σε ένα ακόμα ρεσιτάλ χυδαιότητας αποφάνθηκε:

“Τη χούντα δεν την ανέτρεψε η αντίσταση ούτε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Η μεταπολίτευση όμως, είτε με τις ενοχές της Δεξιάς είτε με τον καιροσκοπισμό της Αριστεράς, συμπεριφέρθηκε ωσάν η αντίσταση να οδήγησε στην αποκατάσταση της δημοκρατίας”.1

Αυτή η ιδεολογική επίθεση χρειάζεται απάντηση. Για να υπερασπίσουμε την ιστορία από τις βρωμιές της κάθε Μιχαηλίδου και του κάθε Θεοδωρόπουλου, μιας δεξιάς και μιας άρχουσας τάξης που από τότε μέχρι σήμερα μισεί και φοβάται την επαναστατική κληρονομιά του Νοέμβρη.

Όμως, ζούμε σε καιρούς που δεν είναι “ήρεμοι”, κινήματα και εξεγέρσεις ξεσπάνε ξαφνικά, αλλά δεν είναι κεραυνοί εν αιθρία. Έρχονται σε συνθήκες αστάθειας, όπου οι από πάνω δεν μπορούν να κυβερνάνε όπως παλιά και οι από κάτω να κυβερνιόνται όπως παλιά. Οι αρχές της δεκαετίας του ‘70 ήταν μια τέτοια περίοδος.

Αποσταθεροποίηση

Το 1973 είναι η χρονιά που η οικονομική κρίση έκανε ταυτόχρονα την εμφάνισή της. Τότε αποδόθηκε στο “πετρελαϊκό σοκ”, την άνοδο της τιμής του πετρελαίου. Οι αραβικές πετρελαιοπαραγωγικές χώρες επέβαλαν εμπάργκο στη Δύση για τη στήριξη που έδινε στο Ισραήλ στο “πόλεμο του Γιομ Κιπούρ” τον Οκτώβρη εκείνης της χρονιάς. Όμως, τα σημάδια που προμηνούσαν το ξέσπασμά της εκδηλώνονταν χρόνια πριν. Η μεταπολεμική ανάπτυξη είχε φτάσει στο τέλος της, τα ποσοστά κέρδους έπεφταν και όλες οι μεγάλες οικονομίες όδευαν προς την ύφεση. Και η κρίση δεν σταμάτησε με την άρση του εμπάργκο.

Ο παράγοντας που εξασφάλιζε τη μακρόχρονη μεταπολεμική οικονομική άνθηση, δηλαδή οι δαπάνες για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, μετατρέπονταν σε βαρίδι. Οι ΗΠΑ το ανακάλυπταν με τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Μια μικρή, σχετικά, αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, έφερε στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα. Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ εκτινασσόταν, το δολάριο κλυδωνιζόταν, η αμερικάνικη οικονομία και ο Νίξον το 1971 αποσύρει το αμερικάνικο δολάριο από τη σταθερή ισοτιμία με το χρυσό. Ήταν η αρχή του τέλους των συμφωνιών του Μπρέντον Γουντς που είχαν υπογραφτεί το 1944 που εξασφάλιζαν σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες και το πλαίσιο για την ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου.

Ο καπιταλισμός έμπαινε σε μια πρωτόγνωρη περίοδο κρίσης, στασιμότητας και υψηλού πληθωρισμού. Και μαζί με την οικονομική κλονιζόταν και η πολιτική σταθερότητα του μεταπολεμικού κόσμου. Μέχρι τότε, οι ΗΠΑ και η Ρωσία μπορούσαν να επιβάλλουν με σχετική άνεση την πειθαρχία στο “δυτικό” και “ανατολικό” στρατόπεδο. Η υπερδύναμη του δυτικού κόσμου ταπεινωνόταν στο Βιετνάμ ενώ έβλεπε την οικονομική της πρωτοκαθεδρία να χάνεται απέναντι σε ανταγωνιστές όπως η Γερμανία ή η Ιαπωνία που δεν είχαν τα βάρη του “παγκόσμιου χωροφύλακα”. Στο στρατόπεδο του “υπαρκτού σοσιαλισμού” η σύγκρουση της Ρωσίας με την Κίνα έφτασε σε πολεμική σύρραξη το 1969 και στη συνέχεια η “σινοσοβιετική διαμάχη” θα πάρει μια αναπάντεχη τροπή όταν ο Μάο υποδέχτηκε τον Νίξον στο Πεκίνο το 1972.

Τοπικές δυνάμεις που είχαν στηθεί στα πόδια τους κάτω από τις φτερούγες των δύο υπερδυνάμεων μετά τον πόλεμο, πλέον βλέπουν ευκαιρίες να κινηθούν αυτόνομα και να διεκδικήσουν περισσότερα για τον εαυτό τους. Πρόκειται για περιφερειακούς “υπο-ιμπεριαλισμούς” που τις περισσότερες φορές δεν στρέφονται κατά της υπερδύναμης αλλά καταλήγουν σε διαμάχες μεταξύ τους.

Η σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας με επίκεντρο την Κύπρο ήταν κομμάτι αυτής της εξέλιξης. Είχε παρελθόν, από τη δεκαετία του ’50, επειδή ο έλεγχος του “αβύθιστου αεροπλανοφόρου” αποκτούσε νέα σπουδαιότητα σε συνθήκες όπου η Μέση Ανατολή συγκλονιζόταν από την άνοδο κινημάτων από ανέτρεπαν τις παλιές μοναρχίες τοποτηρητές των ιμπεριαλιστών της Δύσης. Στη δεκαετία του ’70 η Μέση Ανατολή συνέχιζε να φλέγεται, η Κύπρος συνέχιζε να είναι το μήλον της έριδος και ταυτόχρονα οι κόντρες για τον έλεγχο των αεροναυτικών περασμάτων του Αιγαίου και ο εντοπισμός κοιτασμάτων πετρελαίου (στον Πρίνο) έκανε εκρηκτικούς τους καυγάδες για την υφαλοκρηπίδα σε συνθήκες της “πετρελαϊκής” κρίσης.2

Κίνημα

Ο άλλος παράγοντας που λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά για το σύστημα παγκόσμια ήταν το ίδιο το κίνημα και η ριζοσπαστικοποίηση εκατομμυρίων -εργατών και νεολαίας. Η αριστερή ριζοσπαστικοποίηση τροφοδοτούταν από την εικόνα ενός συστήματος σε αστάθεια, όπου οι υποσχέσεις για ευημερία και δημοκρατία γίνονταν συντρίμμια από το Βιετνάμ μέχρι τα γκέτο των μαύρων στις αμερικάνικες μεγαλουπόλεις.

Είμαστε στην περίοδο της “παγκόσμιας έκρηξης του ‘68” που συμβολίζεται από το Μάη του ’68 στην Γαλλία αλλά έχει συνέχεια παντού. Όπως αναφέρει μια φιλελεύθερη μελέτη της σχέσης ανάμεσα στο “68” και τη διεθνή διπλωματία: “Το 1968 συγκλονίστηκε ο κόσμος ολόκληρος… Αυτές οι συνθήκες γέννησαν μια παγκόσμια διαταραχή. Στα τέλη της χρονιάς η πολιτική του πεζοδρομίου είχε αλλάξει την πολιτική των κυβερνήσεων, αλλά όχι με τον τρόπο που έλπιζαν πολλοί από τους διαμαρτυρόμενους”.3

Το κίνημα στις ΗΠΑ, με κέντρο τον αγώνα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, προκάλεσε πρωτόγνωρους τριγμούς στο πολιτικό σύστημα. Tον Οκτώβρη του ’73 στο αμερικάνικο κογκρέσο ξεκινούσαν οι διαδικασίες για την “παραπομπή και αποπομπή” (impeachment) του προέδρου Νίξον. Ήταν η συνέχεια της αποκάλυψης του σκανδάλου Γουοτεργκέητ που είχε βγει στη φόρα το ‘72, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο Νίξον είχε διατάξει υποκλοπές στο αρχηγείο των Δημοκρατικών στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας. Το αντιπολεμικό κίνημα, το κίνημα των μαύρων, η νέα μαχητικότητα στους εργατικούς χώρους τον είχαν απομονώσει τόσο που έψαχνε “αντεθνικά στοιχεία” στο έτερο κόμμα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Ο Νίξον μπορεί να κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία τις εκλογές, αλλά τελικά τον Αύγουστο του ’74 θα γινόταν ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που παραιτήθηκε από το αξίωμά του.

Η ριζοσπαστικοποίηση έπαιρνε ακόμα μεγάλο εύρος και βάθος γιατί είχαν πλέον κλονιστεί και οι βεβαιότητες της σταλινικής Αριστεράς για το υποτιθέμενο “σοσιαλιστικό” στρατόπεδο. Η Άνοιξη της Πράγας ήταν ο Μάης του ’68 για την Ανατολή και τα σοβιετικά τανκς που κατέστειλαν την εξέγερση έριξαν φως σε χιλιάδες αγωνιστές για το τι είδους καθεστώτα αποτελούν το Ανατολικό Μπλοκ. Στην Πολωνία το Δεκέμβρη του 1970 ξέσπασαν διαδηλώσεις για τις αυξήσεις στα τρόφιμα. Παρά τους δεκάδες νεκρούς και τους εκατοντάδες τραυματίες, οι γυναίκες – κατά κύριο λόγο – στις υφαντουργίες του Λοτζ ξεκίνησαν το Φλεβάρη του ’71 απεργία που ανάγκασε την κυβέρνηση να ανακοινώσει ότι καταργεί τις αυξήσεις στα τρόφιμα.

Μια νέα επαναστατική Αριστερά διαμορφωνόταν σε αυτές τις συνθήκες σε όλον τον κόσμο και στην Ελλάδα. Η ήττα του ’67 προκάλεσε κρίση στην Αριστερά, στην ΕΔΑ και το ΚΚΕ που διασπάστηκε το 1968. Τα δυο κόμματα που προέκυψαν, το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού, μοιράζονταν τις ίδιες ρίζες στην στρατηγική τους, που τα οδηγούσε σε τακτική απέναντι στη δικτατορία που μοιράζονταν πολλά κοινά στοιχεία. Όμως, η κρίση της “επίσημης” Αριστεράς λειτούργησε απελευθερωτικά για χιλιάδες παλιούς και νεότερους αγωνιστές και αγωνίστριες που αναζητούσαν ιδέες και οργάνωση.

“Φιλελευθεροποίηση”

Η άρχουσα τάξη αγκάλιασε τη χούντα το 1967 για να της εξασφαλίσει τη πολυπόθητη σταθερότητα που είχε ανάγκη για να προωθήσει τις επιδιώξεις της. Για να αρπάξει τις ευκαιρίες που της έδινε η οικονομική της ανάπτυξη και η γεωπολιτική της θέση (Βαλκάνια, Μέση Ανατολή) έπρεπε να τσακίσει το κίνημα που της είχε προκαλέσει τρόμο και βαθιά πολιτική κρίση στα Ιουλιανά του ’65. Το 1973 αυτή η σταθερότητα έτριζε απειλητικά. Οι εξελίξεις έφερναν τη μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση στο παγκόσμιο σύστημα έβαζαν τις πιέσεις τους στον ελληνικό καπιταλισμό.

Το 1973 είναι η χρονιά που ο πληθωρισμός αρχίζει να τρέχει πιέζοντας τα μεροκάματα. Η εργατική δυσαρέσκεια αρχίζει να εκφράζεται με μια σειρά απεργίες. Ακόμα και οι διορισμένοι χουντικοί σε ΓΣΕΕ και Ομοσπονδίες έκαναν θορύβους “διαμαρτυρίας”. Ο “γύψος” που έβαλε η άρχουσα τάξη το ’67 άρχισε να ραγίζει.

Στα πανεπιστήμια αυτό το “ράγισμα” έπαιρνε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Τα μηνύματα του Γαλλικού Μάη και του κύματος των εξεγέρσεων και των αγώνων της περιόδου, οι ιδεολογικές αναζητήσεις και τα πολιτικά ζητήματα που τις πυροδοτούσαν έφταναν και εδώ και “ζυμώνονταν” μέσα κι έξω από τις σχολές – σε παρέες, φοιτητικά στέκια.

Από τα τέλη του ’71-αρχές΄’72, στα Πανεπιστήμια υπήρχε κινητικότητα, όταν η Χούντα άρχισε να δίνει αόριστες υποσχέσεις για την εκλογή νέων ΔΣ στους συλλόγους (με διαδικασίες που θα έλεγχε η ίδια). Σε σχολές όπως η Πάντειος, το Πολυτεχνείο, η Ιατρική, η Νομική, έχουν συγκροτηθεί Φοιτητικές Επιτροπές Αγώνα που οργανώνουν τη μάχη ενάντια στους διορισμένους της χούντας και τους ελιγμούς τους. Αυτές οι επιτροπές γίνονται το φυτώριο των ομάδων της επαναστατικής αριστεράς που θα πρωταγωνιστήσουν στην εξέγερση.

Στις 21 Φλεβάρη οι φοιτητές της Νομικής μαζί με φοιτητές της Φυσικομαθηματικής κατέλαβαν τη Νομική. Ένα κατειλημμένο κτίριο στο κέντρο της Αθήνας, με πάνω από τέσσερις χιλιάδες φοιτητές να φωνάζουν συνθήματα ενάντια στη δικτατορία και να απευθύνονται στον κόσμο προκάλεσε τρόμο στη χούντα.

Γινόταν πια φανερό ότι η χούντα δεν θα μπορούσε για πολύ να κρατάει το καπάκι κλειστό σε μια χύτρα που μάζευε ατμό. Ποια δύναμη, με ποιο πολιτικό σχέδιο θα εξασφάλιζε και την “ομαλοποίηση” και την “συνέχεια του κράτους”; Οι ανησυχίες και οι διαφωνίες για το ποια ήταν η κατάλληλη συνταγή, έφτασε σε σημείο να εκδηλώνεται και μέσα στις ένοπλες δυνάμεις, όπως έδειξε το αποτυχημένο “κίνημα του Ναυτικού” τον Μάη του 1973.

Μέσα σε τέτοιες συνθήκες η χούντα προσπάθησε να πάρει την πρωτοβουλία με τον ελιγμό της “φιλελευθεροποίησης”. Το καλοκαίρι του 1973 ο Παπαδόπουλος σκάρωσε ένα ψευτοσύνταγμα, οργάνωσε ένα νόθο δημοψήφισμα, που τον έκανε “Πρόεδρο της Δημοκρατίας”. Τον Οκτώβρη διόρισε και έναν παλιό αστό πολιτικό, τον Μαρκεζίνη, ως “πρωθυπουργό” που υποτίθεται θα έκανε εκλογές στις αρχές του 1974. Ο στόχος της χούντας ήταν να εξασφαλίσει την “ομαλή” μετάβαση σε ένα καθεστώς κοινοβουλευτικό αλλά και αυταρχικό, με τους χουντικούς και τον στρατό να έχουν τον έλεγχο.

Οι διάφορες μερίδες του αστικού πολιτικού κόσμου έμπαιναν με διάφορους τρόπους στη μανούβρα της “φιλελευθεροποίησης”. Από τους ανοιχτούς “γεφυροποιούς” όπως τον Αβέρωφ και τους 40 πρώην βουλευτές που δηλώνουν ανοιχτά την στήριξή τους στη συμμετοχή στις εκλογές μέχρι τον Καραμανλή και την αυλή του που παζαρεύουν την συμμετοχή τους.

Η Μαμή, η παράνομη εφημερίδα της ΟΣΕ (Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση, από την οποία προήλθε το ΣΕΚ) έγραφε ήδη τον Απρίλη του 1973:

“Ο επίδοξος αυτός αντικαταστάτης του Παπαδόπουλου συνεχίζοντας την πάγια τακτική του να προβάλλεται σαν το τελευταίο καταφύγιο του νόμου και της τάξης σε κάθε παραπάτημα της χούντας, ζητάει ξανά να αναλάβει αυτός επικεφαλής μιας ‘δυνατής και έμπειρης’ κυβέρνησης με έκτακτες εξουσίες. Αυτή τη φορά προσφέρει -εκτός από τις περγαμηνές της οχταετίας του, που αποδείχνουν πόσο δυνατός και έμπειρος είναι στην αστυνόμευση και την καταπίεση- την πίστη του στην Ευρωπαϊκή Μεγάλη Ιδέα. Ετσι καταφέρνει να ενώσει τους αντιχουντικούς αστούς ‘δημοκράτες’ πίσω απ’ τη δική του διχτατορία. ΕΡΕ, ΕΚ, και πλήθος παράγοντες δεν ζητούν πια ‘άρση του στρατιωτικού νόμου και ελεύθερες εκλογές’ αλλά ‘ισχυρή κυβέρνηση με έκτακτες εξουσίες’!”4

Εξέγερση

Σε εκείνη την συγκυρία η “ορμητική είσοδος των μαζών στη σκηνή που καθορίζεται η μοίρα τους”5 έγινε ο παράγοντας που άλλαξε την πορεία της ιστορίας.

Η κατάληψη του Πολυτεχνείου ξεκίνησε όταν κατέφτασαν εκεί οι φοιτητές από τις συνελεύσεις που γίνονταν στη Νομική στις 14 του μηνός μετά από πληροφορίες ότι η αστυνομία χτυπάει τους συναδέλφους τους στο Πολυτεχνείο. Την επόμενη μέρα χιλιάδες εργάτες και νεολαία από τις γειτονιές, από τα κοντινά φροντιστήρια, συνέρρευσαν μέσα και γύρω από το Πολυτεχνείο, σε μια μόνιμη αντιχουντική διαδήλωση διώχνοντας την αστυνομία.

Μέσα στο Πολυτεχνείο οργανώνεται εργατική συνέλευση που καλεί σε γενική απεργία. Στις 16 Νοέμβρη η πολιτικοποίηση έχει κορυφωθεί. Οικοδόμοι μπαίνουν οργανωμένα στο Πολυτεχνείο. Αγρότες και κάτοικοι από τα Μέγαρα φτάνουν με το πανό τους. Για μήνες πάλευαν ενάντια στην προσπάθεια της χούντας να παραδώσει μεγάλες εκτάσεις γης στην Πάχη στον Όμιλο Ανδρεάδη για την κατασκευή διυλιστηρίου.6 Το Πολυτεχνείο έχει μετατραπεί σε μαγνήτη για όλη την εργατική τάξη και τη νεολαία, για όλο το θυμό απέναντι στη χούντα και τις επιθέσεις της.

Η Χούντα φτάνει στα όριά της. Από το μεσημέρι ελεύθεροι σκοπευτές αρχίζουν να σκοτώνουν κόσμο έξω από το Πολυτεχνείο. Η αυτοσχέδια κλινική που έχει στηθεί μέσα στο κτίριο γεμίζει τραυματίες. Οι συγκεντρώσεις και τα οδοφράγματα έχουν απλωθεί σε όλη την Αθήνα, από την Αχαρνών ως τους Αμπελόκηπους. Η Χούντα πρέπει να πνίξει το Πολυτεχνείο για να σταματήσει όλη αυτή την έκρηξη. Ειδικές δυνάμεις και τεθωρακισμένα που κατευθύνονται προς το Πολυτεχνείο βρίσκουν μπροστά τους όλο αυτόν τον κόσμο που τους καλεί να σταματήσουν, είτε με εκκλήσεις, είτε με μάχες.

Η εργατική συνέλευση που πραγματοποιείται μέσα στο Πολυτεχνείο διακηρύσσει ότι: “Είναι αγώνας για το πέρασμα της εξουσίας στον εργαζόμενο λαό και όχι στους δημαγωγούς που επί δεκάδες χρόνια τον καπηλεύονται με τα απατηλά περί ‘δημοκρατίας’ συνθήματά τους”. Η συνέλευση πρότεινε τη συνέχιση της κατάληψης και τη δημιουργία μεικτών επιτροπών φοιτητών-εργατών για να “μεταφέρουν το μήνυμα του αγώνα” και “να προπαγανδίζουν το σύνθημα της δημιουργίας επιτροπών στους τόπους δουλειάς, με σκοπό τη δημιουργία προϋποθέσεων για το κατέβασμα των εργαζόμενων σε οικονομική και πολιτική απεργία”.

Μια κατάληψη που είχε ξεκινήσει ως φοιτητική διαμαρτυρία μετατρεπόταν σε μια μαζική εξέγερση για την ανατροπή της χούντας. Το μαζικό κίνημα είχε πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ακριβώς αυτό που δεν ήθελαν δηλαδή οι “από πάνω”, όποια σενάρια και να στήριζαν. Ούτε ο Καραμανλής ούτε οι κεντρώοι πολιτικοί βρήκαν να πουν μια λέξη συμπαράστασης στην εξέγερση.

Στις 3 το πρωί στις 17 Νοέμβρη ένα τανκ εισβάλει στην κεντρική πύλη. Η Χούντα είχε αποφασίσει να πνίξει την εξέγερση στο αίμα. Οι διαδηλώσεις και οι μάχες με την αστυνομία και το στρατό θα συνεχιστούν μέχρι και το βράδυ της 17ης Νοέμβρη -και νεκροί θα συνεχίσουν να πέφτουν όλη τη μέρα, οι περισσότεροι από αυτούς μη φοιτητές. Η συστηματική έρευνα που έχουν κάνει οι ερευνητές του Εθνικού Ιδρύματος Νεολαίας έχει πιστοποιήσει 24 δολοφονημένους/ες ενώ εκτιμά ότι υπήρξαν τουλάχιστον 2 χιλιάδες τραυματίες, οι μισοί από σφαίρες.7

Το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού κράτησαν εχθρική στάση στην κατάληψη. Οι ηγεσίες τους προσπάθησαν να οργανώσουν την “απαγκίστρωση” ή “συντεταγμένη αποχώρηση”8 από το Πολυτεχνείο την Τετάρτη που απέτυχε (δεν έπεισε τα ίδια τα στελέχη τους). Δεν ήταν ζήτημα μιας λανθασμένης εκτίμησης της στιγμής. Ήταν πολιτικός προσανατολισμός: την Παρασκευή 16 Νοέμβρη πρότειναν στην εκλεγμένη Συντονιστική Επιτροπή διακήρυξη που καλούσε “όλα τα αντιδικτατορικά κόμματα και οργανώσεις να συμφωνήσουν σε ένα κοινό πρόγραμμα που θα αποκαταστήσει τη λαϊκή κυριαρχία και την εθνική ανεξαρτησία”.

Στην ουσία επρόκειτο για ένα κάλεσμα ενότητας με τους αστούς πολιτικούς που εκείνη ακριβώς την περίοδο αναζητούσαν τον τρόπο προσαρμογής στα σενάρια της χούντας για “ομαλή μετάβαση”. Κανένα από τα δύο ΚΚ δεν πίστευε στη δύναμη του κινήματος να ανατρέψει τη Χούντα, και κανένα από τα δύο δεν ήταν διατεθειμένο να υποστηρίξει μια εξέγερση που η δυναμική της μπορούσε να φέρει την πτώση της δικτατορίας και να ανοίξει μια προοπτική που ξεπερνούσε τα όρια μιας ελεγχόμενης “φιλελευθεροποίησης” του χουντικού καθεστώτος.

Η νέα επαναστατική αριστερά που διαμορφωνόταν (κομμάτι της ήταν η ΟΣΕ) πήρε πάνω της το καθήκον. Ήταν η παρέμβαση των δυνάμεών της στις συνελεύσεις, τα “πηγαδάκια”, στις πολιτικές μάχες μέσα στην κατάληψη που εκφράσανε τη διάθεση του κόσμου να συγκρουστεί μέχρι τέλους. Όμως, δεν είχε τις δυνάμεις (και την εμπειρία) να οργανώσει το βήμα του απλώματος της εξέγερσης στους εργατικούς χώρους:

“Μια αποφασιστική στήριξη της κατάληψης και του καλέσματος για Γενική απεργία θα απομόνωνε τους γεφυροποιούς με τη Χούντα και θα άλλαζε τους πολιτικούς όρους, από τα σαλόνια στους δρόμους.

Η επαναστατική αριστερά ήταν μικρή, δεν είχε τη δύναμη να σπρώξει και να οργανώσει τις εξελίξεις προς τα εκεί, παρόλο που το προσπάθησε. Η Εργατική Συνέλευση ήταν απόπειρα για Γενική Απεργία αλλά επικοινωνούσε μόνο με το αυθόρμητο. Χιλιάδες ανταποκρίθηκαν και βγήκαν στους δρόμους, αλλά ήταν δύσκολο μέσα σε τρεις μέρες να καλυφθεί το κενό μιας ηγεσίας που κοιτούσε αλλού”.9

Κατάρρευση

Η άμεση συνέχεια της εξέγερσης επιφανειακά έμοιαζε να επιβεβαιώνει τις αναλύσεις περί του “πρόωρου” χαρακτήρα της. Ο Ιωαννίδης, ο διοικητής της ΕΣΑ, ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο, πάγωσε τις διαδικασίες “φιλελευθεροποίησης” και κλιμάκωσε την καταστολή. Αυτό ήταν το νόημα του άρθρου της διαβόητης Πανσπουδαστικής Νο8 (εφημερίδα της Αντι-ΕΦΕΕ, δηλαδή της ΚΝΕ) που κατάγγελλε την κατάληψη σαν έργο των “350 πρακτόρων του Ρουφογάλη της ΚΥΠ” και σημείωνε: “το φοιτητικό κίνημα δεν ήθελε με κανένα τρόπο η εκδήλωσή μας αυτή να συντελέσει ώστε να συγκρουστούν κατά μέτωπο στη συγκεκριμένη στιγμή οι λαϊκές δυνάμεις με την σιδερόφρακτη δικτατορία”. Το ΚΚΕ εσωτερικού εκτιμούσε ότι η κατάσταση “γύρισε πίσω στις 21 Απριλίου 1967”.

Αξίζει να αντιπαραβάλουμε αυτές τις αναλύσεις που έμοιαζαν να πατάνε στην κοινή λογική με την “αισιόδοξη” ανάλυση της ΟΣΕ, “νέα χούντα-παλιά αδιέξοδα”. Συγκεκριμένα: “Η ‘νέα’ χούντα παρόλα τα διευρυμένα στηρίγματα στο στρατό και στους αστούς πολιτικούς που διαθέτει, είναι πιο ευάλωτη από την προκάτοχό της στους μαζικούς αγώνες. Γιατί βρίσκεται κλεισμένη μέσα στα ίδια αδιέξοδα και αδυναμίες του χουντικού καθεστώτος χωρίς συγκεκριμένη προοπτική για το ξεπέρασμά τους…”10

Στην πραγματικότητα, μετά το Πολυτεχνείο τίποτα δεν ήταν όπως πριν. Η εμπειρία της μαζικής εξέγερσης – ακόμα και της καταστολής της – είχε επιταχύνει όλες τις διαδικασίες ριζοσπαστικοποίησης που την είχαν γεννήσει. Ήταν θέμα χρόνου μόλις το κίνημα θα έπαιρνε μια ανάσα, να ξαναβγεί στο δρόμο και να περάσει στους χώρους δουλειάς. Στους πρώτους μήνες του 1974 πολλαπλασιάζονται τα περιστατικά εργατικών κινητοποιήσεων και απεργιών.

Γεγονότα έξω από την Ελλάδα τροφοδοτούν αυτές τις διεργασίες. Τον Απρίλη του 1974 η “Επανάσταση των Γαρυφάλλων” ανατρέπει τη δικτατορία στην Πορτογαλία. Τους επόμενους μήνες αυτό που είχε ξεκινήσει σαν μια κίνηση των ανώτερων αξιωματικών να απαλλάξουν το πορτογαλέζικο καπιταλισμό από τα βαρίδια του μετατράπηκε σε μια επανάσταση με απεργίες, καταλήψεις γης και εργοστασίων, μορφές εργατικού ελέγχου και τους φαντάρους να αδελφώνονται με τους εργάτες. Χρειάστηκαν δυο χρόνια για τους αστούς -με την κρίσιμη βοήθεια της σοσιαλδημοκρατίας και του σταλινικού ΚΚ- για να ελέγξουν την κατάσταση.

Η χούντα προσπάθησε να βρει διέξοδο από αυτές τις πιέσεις οργανώνοντας το πραξικόπημα ενάντια στον Μακάριο στην Κύπρο. Υπολόγιζε ότι έτσι θα επέβαλε τον έλεγχο του ελληνικού καπιταλισμού σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα θα έπαιρνε την πρωτοβουλία των κινήσεων στο εσωτερικό και θα αποκτούσε ένα, προσωρινό έστω, “λαϊκό” έρεισμα.

Όλα πήγαν στραβά για τη χούντα. Το πραξικόπημα κόλλησε στην αντίσταση των ελληνοκυπρίων εργαζόμενων. Η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο κάνοντας χρήση των δικαιωμάτων της ως “εγγυήτριας δύναμης”. Κι όταν ήρθε η ώρα της πολεμικής κινητοποίησης ήρθε η διάλυση.

Το φιάσκο της “επιστράτευσης της σαγιονάρας”, όπως έχει μείνει γνωστή, δεν ήταν προϊόν κάποιας συνωμοσίας. Ο κόσμος που ντύθηκε στο χακί δεν είχε καμιά διάθεση να σκοτωθεί για το γόητρο των χασάπηδων του Πολυτεχνείου που ήθελαν να βάλουν στον “γύψο” και την Κύπρο. Το πρωί της 20ής Ιούλη σε σύσκεψη που έγινε στο Πεντάγωνο ο ναύαρχος Αραπάκης, αρχηγός ΓΕΝ, απάντησε ως εξής στην πρόταση Ιωαννίδη να κηρυχτεί πόλεμος στην Τουρκία: “Ποιος εγγυάται ότι οι επιστρατευμένοι θα υπακούσουν στις εντολές των αξιωματικών;”11 Έτσι στήθηκε όπως-όπως η παράδοση της εξουσίας σε μια κυβέρνηση “εθνικής ενότητας” με επικεφαλής τον Καραμανλή.

Συνήθως κάπου εδώ τελειώνουν και οι επίσημες αφηγήσεις (και της ρεφορμιστικής Αριστεράς) για την περίοδο. Η νεολαία θυσιάστηκε στο Πολυτεχνείο για την ελευθερία, μεσολάβησε η “τραγωδία της Κύπρου” και στη συνέχεια ο συντηρητικός Καραμανλής έβαλε μυαλό και σταθεροποίησε τη δημοκρατία. Όμως, η “μετάβαση” κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. Ο Καραμανλής μπορεί να πήρε το 53% στις εκλογές του Νοέμβρη του 1974 και η ρεφορμιστική Αριστερά (το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού) να του έκαναν πλάτες. Όμως, στη φωτιά των αγώνων της μεταπολίτευσης η άρχουσα τάξη αναγκάστηκε να παραχωρήσει πράγματα που ούτε τα φανταζόταν μερικά χρόνια πριν. Γι’ αυτό μισεί και σήμερα το Πολυτεχνείο.

Σαρανταπέντε χρόνια μετά οι εμπειρίες του κινήματος απ’ τις μάχες που έχει δώσει δίνουν τη δυνατότητα στον κόσμο της Αριστεράς να βαδίσει πιο ξεκάθαρα και αποφασιστικά στον επαναστατικό δρόμο του Νοέμβρη.  

 

Σημειώσεις

1. “Το ιερό σκήνωμα της αντίστασης”, Καθημερινή, 14/7/2019.

2. Περισσότερα στο Π. Γκαργκάνας, “Ο ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1974”, Σοσιαλισμός από τα Κάτω 12 (Ιούλης-Αύγουστος 1994).

3. Jeremi Suri, Power and Protest: Global Revolution and the Rise of Détente, Harvard University Press (2005), σελ. 164.

4. “Δεν θα χαρίσουμε τις πολιτικές νίκες του κινήματος στους Καραμανλήδες”, Απρίλης 1973. Το άρθρο περιλαμβάνεται στη συλλογή “Οι ρίζες της επαναστατικής αριστεράς στην Ελλάδα – Η επιλογή από τα κείμενα της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση 1972-74”, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2011.

5. Φράση του Τρότσκι στην “Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης”.

6. Ο Ε. Ανδρέαδης ήταν εφοπλιστής, τραπεζίτης (Ιονική, Πειραιώς), είχε τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, ασφαλιστικές, τα τρόλεϊ της Αθήνας (ΕΗΣ).

7. Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, “Πολυτεχνείο ’73: Το ζήτημα των θυμάτων: Νεκροί και τραυματίες,” στο Πολυτεχνείο ’73: ρεπορτάζ με την Ιστορία, τόμος. 2, εκδόσεις Φιλιππότη, 2004, σ.σ: 38-55.

8. Βλέπε για παράδειγμα Απόφαση της 4ης Ολομέλειας Κ.Ε του ΚΚΕ (Ιούλης 1976) “Εκθεση και Συμπεράσματα για τα γεγονότα του Νοέμβρη 1973”.

9. Μαρία Στύλλου, “Πόσο διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη;”, Σοσιαλισμός από τα Κάτω 101 (Νοέμβρης-Δεκέμβρης 2013).

10. Φυλλάδιο της ΟΣΕ “Λαϊκή Εξέγερση του Νοέμβρη Ξεκίνημα Επαναστατικών Αγώνων για το Μαζικό Κίνημα”, Δεκέμβρης 1973. Περιλαμβάνεται στο “Οι ρίζες της επαναστατικής αριστεράς στην Ελλάδα”, ό.π.

11. Καθημερινή, 23 Ιούλη 1994.