Αιγαιοπελαγίτες πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
(Τουρκία-Μέση Ανατολή-Αφρική-Κύπρος)
Μια οδύσσεια επιβίωσης μέσα από την αφηγήσεις των πρωταγωνιστών
Νάσος Μπράτσος
Τιμή 12 ευρώ, 254 σελίδες
Εκδόσεις Νότιος Άνεμος
Β’ έκδοση συμπληρωμένη
Έμπνευση για το βιβλίο είναι οι εμπειρίες προσφυγιάς από την Ικαρία στη Μ.Ανατολή στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το “αντίστροφο ταξίδι προσφυγιάς” μετά την κρίση του Λιβάνου το 2006 αλλά κύρια των χιλιάδων προσφύγων που πέρασαν από τα παράλια της Τουρκίας στα νησιά του Αιγαίου το 2015. Τότε, όπως γράφει, “τα στόματα που ήταν κλειστά εξ αιτίας των διώξεων άνοιξαν”.
Οι μαρτυρίες ανθρώπων από τα νησιά του Αιγαίου, τη Λέσβο, την Ικαρία, τη Λέρο, τη Χίο, τους Φούρνους, τους Λειψούς, το Καστελόριζο οι οποίοι κυριολεκτικά έκαναν τον αντίστροφο ταξίδι προς μέρη όπως τον Λίβανο, τη Συρία (το Χαλέπι και τη Ράκα), την Παλαιστίνη, τις Πηγές του Μωυσέως, την Αίγυπτο αλλά και την Αιθιοπία, το Κογκό και την Ταγκανίκα, είναι συγκλονιστικές.
Κουβαλάνε ένα απίστευτο ιστορικό φορτίο εμπειριών των ανθρώπων που βρέθηκαν σε Ιταλοκρατούμενα νησιά του Αιγαίου και όχι μόνο, και πώς επιβίωσαν σε συνθήκες ναζιστικής κατοχής.
Γιατί όμως φτάσαμε να έχουμε ένα προσφυγικό πληθυσμό πάνω από 30.000 ανθρώπων που έφευγε με χιλιάδες μικρά παιδιά με βάρκες και καΐκια και επιχειρούσε να ξεφύγει από τον άγριο καιρό, τις περιπολίες των κατακτητών και τις νάρκες;
Οι βασικές αιτίες ήταν η πείνα και η διάθεση συνέχισης της αντίστασης μέσα από την κατάταξη στο στρατό που είχε διαφύγει στη Μ. Ανατολή.
Οι μαρτυρίες είναι συγκλονιστικές για την πείνα που έφερε η κατοχή και θέριζε ζωές χιλιάδων. Όπως αναφέρει ο Ι.Τσαντές στο βιβλίο του “Χρονικό κατοχής της Ικαρίας 1940-1944”, κάποιοι είχαν φτάσει στο σημείο να ξεθάψουν ένα ψόφιο γαϊδούρι και να φάνε ό,τι μπορούσαν από τα κόκκαλά του! Ακόμη, ο Στέφανος Καρίμαλης ανέφερε ότι: “Βασική τροφή ήταν τα αγριόχορτα. Όμως πολλοί που δεν είχαν λάδι να ρίξουν μέσα, πάθαιναν αβιταμίνωση, πρήζονταν και πέθαιναν”. Ακόμη και οι ιερείς δεν μπορούσαν να πάρουν τα πόδια τους από την πείνα και για να θάψουν τους νεκρούς άφηναν να μαζεύονται αρκετοί για να πάνε στα χωριά για κηδεία. Αλλού είχαν ανοίξει ομαδικοί τάφοι.
Στις πολλές μαρτυρίες καταγράφονται οι προσπάθειες των βαρκάρηδων να διασώσουν και να κρύψουν τα σκάφη τους από τα μάτια των κατοχικών δυνάμεων και μετά να αποπειραθούν το πέρασμα προς την Τουρκία, με προορισμό την Αγρελιά και μετά τον Τσεσμέ, όπου είχαν στήσει οι προξενικές αρχές της Ελλάδας σε συνεργασία με τους Άγγλους και τον Ερυθρό Σταυρό ένα “hot spot”. Μέχρι να φτάσουν σε αυτό έπρεπε πρώτα να καταφέρουν να πατήσουν στεριά πολλές φορές με επικίνδυνο κόντρα καιρό και μετά να αποφύγουν εμπόδια όπως ληστές, άτακτους στρατιώτες “Τσέτες”. Ήταν πλειοψηφική η αντιμετώπιση της αλληλεγγύης του ντόπιου πληθυσμού, ψαράδων και βοσκών που προμήθευαν φαγητό, ψάρια, ψωμί και τυρί, παρά τις πρόσφατες εμπειρίες του πολέμου του 1922. “Ήταν λοιπόν ο Τσεσμές το hot spot των Ελλήνων στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου εκτός από παλιές αποθήκες, φτηνά ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, χρησιμοποιήθηκαν παλιές στρατιωτικές εγκαταστάσεις”.
Από εδώ φάνηκε και η δεύτερη αιτία για την οποία τραβούσε τον προσφυγικό δρόμο ένας κόσμος τότε. Η διάθεση για συνέχιση της αντίστασης μέσα από την κατάταξη στο ελληνικό στρατό της Μ. Ανατολής.
Μετά το Τσεσμέ, όπως ανέφερε ο Θεμιστοκλής Σπέης ακολουθούσε διασπορά: ”Ακολούθως με τρένο μας πήγαν στο Χαλέπι όπου εκεί μας ξεψειριάσανε, πλυθήκαμε και μετά μας έστειλαν στην Αίγυπτο, στις πηγές του Μωυσέως. Επειδή ο Ρόμελ προέλαυνε, μας μοίρασαν σε Βελγικό Κογκό, Τανγκανίκα, Αιθιοπία”. Δημιουργήθηκαν τεράστιοι καταυλισμοί στο Νουσεϊράτ, την Παλαιστίνη, την Αίγυπτο.
Στους καταυλισμούς χιλιάδες πρόσφυγες έδιναν μάχες. Ο Μάκης Καβουριάρης, πανεπιστημιακός, αναφέρει: “Μας πήγαν στις Πηγές του Μωϋσέως, όπου εκεί πέθανε ο αδερφός μου, ο Στάθης, από τις κακουχίες και την πείνα. Μείναμε εκεί ως το 1945, πήγα και σχολείο εκεί, σχολείο για προσφυγόπουλα”. Στο Νουσεϊράτ 1.500 παιδιά πήγαιναν σε σχολείο.
Στην πραγματικότητα εκεί μεταφέρθηκε και η ταξική και η πολιτική σύγκρουση για το μεταπολεμικό μέλλον της Ελλάδας, με την αστική κυβέρνηση και τη βασιλική οικογένεια από την μια και την αριστερά από την άλλη.
Όμως στα ίδια τα στρατόπεδα προσφύγων, οι πρόσφυγες πρωτοστατούσαν σε κινητοποιήσεις. Προς έκπληξη των αποικιακών αρχών της Βρετανίας στην Παλαιστίνη, οι πρόσφυγες μαζί με το εργατικό κίνημα της περιοχής, βρέθηκαν να οργανώνουν Πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις μαζί με τους Παλαιστίνιους το 1943 και το 1944!
Ο στρατός στη Μ. Ανατολή ήταν στο επίκεντρο της σύγκρουσης με την αγγλική κυβέρνηση και με τα απομεινάρια του αστικού πολιτικού κόσμου που επιδίωκαν να τον ελέγξουν και να χτυπήσουν την αριστερά που κατάφερε να χτίσει την Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ). Αυτό προκάλεσε την μεγάλη εξέγερση των στρατιωτών. Όταν οι φαντάροι ξεσηκώνονται ενάντια στους μεταξικούς αξιωματικούς, οι Βρετανοί περικυκλώνουν τα στρατόπεδα, τους αφοπλίζουν και τους εξορίζουν “στα σύρματα”, σε στρατόπεδα περιφραγμένα και απομακρυσμένα μέσα στην έρημο για σωφρονισμό.
Ο Νάσος Μπράτσος καταγράφει μέσα από τις μαρτυρίες προσφύγων αυτή τη διαδρομή για να φτάσει στο τελικό στάδιο της επιστροφής μετά την κατάρρευση του Χίτλερ. Τα γεγονότα της καταστολής της εξέγερσης της ΑΣΟ στην Μ. Ανατολή ήταν το προανάκρουσμα των Δεκεμβριανών.
Αυτό το βιβλίο είναι ταυτόχρονα ένα πολύτιμο αντίδοτο στη ρατσιστική αφήγηση των κυβερνήσεων κατά των προσφύγων που έφτασαν κατά χιλιάδες στην Ελλάδα κάνοντας την ανάποδη διαδρομή από των Αιγαιοπελαγιτών προσφύγων του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Οι πρόσφυγες από το Κογκό, την Αιθιοπία, την Ταγκανίκα, τη Συρία, την Παλαιστίνη φτάνουν στα μέρη μας και βρίσκονται αντιμέτωποι με την FRONTEX, το τείχος του Έβρου, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης με “τα σύρματα”, τις Μόριες. Αλλά δίνουν και τις μάχες τους σε αυτά, ενώ διαδηλώνουν στην εργατική Πρωτομαγιά και το Πολυτεχνείο. Κουβαλάνε τις εμπειρίες των αραβικών επαναστάσεων και των κινημάτων αντίστασης στις χώρες τους, όπως οι Αιγαιοπελαγίτες που βρέθηκαν στην Ράκα, το Χαλέπι ή την Αλεξάνδρεια.
Είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσουμε όλοι και όλες.
Η προβολή του δεύτερου μέρους του ντοκιμαντέρ στην ΕΡΤ, που απαγόρευσε η νέα διοίκησή της είναι αίτημα πολλών συνδικάτων και φορέων των νησιωτών. Ο συγγραφέας ως εργαζόμενος της ΕΡΤ πάλεψε μέσα από την πολύμηνη κατάληψη ενάντια στο μαύρο για να μείνει ανοικτή, δημοκρατική και με εκπομπές ενημέρωσης και πληροφόρησης χωρίς λογοκρισία. Είναι σκάνδαλο να λογοκρίνεται ένα έργο για το οποίο, ο ιστορικός Προκόπης Παπαστράτης, που έχει γράψει τον πρόλογο, αναφέρει ότι “χιλιάδες μαρτυρίες αλλά και πληροφορίες παραμένουν αθησαύριστες μέχρι να αναλάβει κάποιος να τις συγκεντρώσει”. Αυτό κατάφερε να κάνει ο Νάσος Μπράτσος και να το εντάξει στις πολιτικές και ταξικές συγκρούσεις της περιόδου.