Άρθρο
Ούτε Ουάσινγκτον, ούτε Μόσχα

Εξώφυλλο του τευχους 103

Ο Σωτήρης Κοντογιάννης περιγράφει τις μάχες που έχει να δώσει ο κόσμος που ανέτρεψε τον Γιανουκόβιτς.

 

Στην Ουκρανία διαπλέκονται σήμερα τρεις βασικές αναμετρήσεις: μια γεωπολιτική, με αντιπάλους την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ από τη μια και την Ρωσία από την άλλη. Μια πολιτική ανάμεσα στις διαφορετικές πτέρυγες των Ολιγαρχών για τον έλεγχο της εξουσίας. Και μια κοινωνική, με κεντρικούς πρωταγωνιστές τους εργάτες και τους φτωχούς, τις γυναίκες και τους άντρες, τους νέους και τους ηλικιωμένους, όλους αυτούς που με την επιμονή τους και την αυτοθυσία τους ανέτρεψαν τη μισητή εξουσία του προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Από την έκβαση αυτών των αναμετρήσεων θα εξαρτηθεί το μέλλον όχι μόνο της ίδιας της Ουκρανίας αλλά ίσως και ολόκληρου του κόσμου.

Η ολοκλήρωση του Ψυχρού Πολέμου

Η διαμάχη ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία πήρε μια νέα τροπή τις τελευταίες μέρες του Φλεβάρη με την επέμβαση των ρωσικών δυνάμεων στην Κριμαία. Η επέμβαση ξεκίνησε με την κατάληψη, από πάνοπλους κομάντος του τοπικού κοινοβουλίου τα ξημερώματα της Πέμπτης 27/2/2014. Αφού ύψωσε την Ρωσική σημαία στην ταράτσα του κτιρίου, το κοινοβούλιο (που συνεδρίασε υπό την "προστασία" των κομάντος), καθαίρεσε τον εκλεκτό του Κιέβου (Ανατόλι Μοχιλίοφ το όνομά του) από τη θέση του πρωθυπουργού, διόρισε στην θέση του έναν φιλορώσο, τον Σεργκέι Αξιόνοφ, και προκήρυξε δημοψήφισμα για την αυτονόμηση της Κριμαίας από την Ουκρανία.

Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Αξιόνοφ, μόλις κάθισε στο πρωθυπουργικό γραφείο, ήταν να απευθύνει "έκκληση στον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να βοηθήσει στη διατήρηση της ειρήνης και της ηρεμίας στα εδάφη της Κριμαίας". Λίγες ώρες αργότερα οι ρωσικές δυνάμεις απλώθηκαν σε ολόκληρη τη χερσόνησο: το αεροδρόμιο της Συμφερούπολης, της πρωτεύουσας, έκλεισε, οι πτήσεις ακυρώθηκαν, οι δρόμοι που συνδέουν την Κριμαία με την υπόλοιπη Ουκρανία σφραγίστηκαν και οι τηλεφωνικές επικοινωνίες διακόπηκαν.

Οι κομάντος δεν έφεραν κανένα διακριτικό στις στολές τους. Η ίδια η Ρωσία ισχυρίζεται ότι είναι "πατριώτες", απόστρατοι του Ουκρανικού στρατού και της Ουκρανικής αστυνομίας που εξεγείρονται ενάντια στη νέα "φασιστική" κυβέρνηση του Κιέβου. Κανένας, όμως, δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι πρόκειται για ρωσικές δυνάμεις. Και αν είχε, αυτές διαλύθηκαν την επομένη (Σάββατο 1/3/2014) όταν το ρωσικό κοινοβούλιο έδωσε, ομόφωνα, την εξουσιοδότησή του στον Πούτιν να στείλει, όταν και εφόσον χρειαστεί, στρατεύματα στην γειτονική Ουκρανία. "Για πρώτη φορά από τον πόλεμο ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γεωργία το 2008", γράφει η εφημερίδα Financial Times, "το φάντασμα του πολέμου ορθώνεται και πάλι πάνω από την Ευρώπη".

Η επέμβαση σήμανε συναγερμό στη Δύση. Η Βρετανία ζήτησε έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η Κάθριν Άστον, η υπεύθυνη για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγκάλεσε μια επείγουσα σύσκεψη των υπουργών Εξωτερικών των 28 χωρών μελών. Η Λιθουανία, μια χώρα που ανήκε μέχρι το 1989 στο ανατολικό μπλοκ και τώρα είναι μέλος του ΝΑΤΟ επικαλέστηκε το Άρθρο 4 της συμμαχίας για να συγκαλέσει μια συνεδρίαση έκτακτης ανάγκης του ανωτάτου του διπλωματικού συμβουλίου – κάτι που μπορεί να κάνει μια χώρα όταν αισθάνεται ότι απειλείται από μια ξένη δύναμη. Ο πρόεδρος Ομπάμα κατηγόρησε τη Ρωσία για "παραβίαση του διεθνούς δικαίου", την προειδοποίησε ότι "θα υπάρξει κόστος" αν προχωρήσει, ενώ στην τηλεφωνική επικοινωνία του με το Κρεμλίνο "ζήτησε την επιστροφή των ρωσικών δυνάμεων στις βάσεις τους στην Κριμαία και κάλεσε τον ρώσο Πρόεδρο να σταματήσει 'κάθε ανάμειξη' σε άλλες περιοχές της Ουκρανίας". Ο Τζον ΜακΚέιν, ο σκληροπυρηνικός Ρεπουμπλικανός αντίπαλος του Ομπάμα στις προεδρικές εκλογές του 2008 ζήτησε όχι μόνο οικονομικές κυρώσεις αλλά και την επαναφορά του παλιού σχεδίου του Μπους για την εγκατάσταση "αντιπυραυλικής ασπίδας" στο έδαφος της Τσεχίας.

Στην πραγματικότητα, όμως, η Δύση, παρά τους βρυχηθμούς, βρίσκεται σε αδύναμη θέση: αυτό φάνηκε το 2008 με την κρίση στη Γεωργία. Και φάνηκε ξανά ανάγλυφα το περασμένο καλοκαίρι όταν ο Ομπάμα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα σχέδια για επέμβαση στη Συρία και να συμβιβαστεί με τη ρωσική πρόταση "ειρηνικής" επίλυσης της κρίσης, μέσα από την συνδιαλλαγή με το καθεστώς του Άσαντ.

Η Ουκρανία έχει ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία για τη Ρωσία: είναι η τελευταία σημαντική "σφαίρα επιρροής" που της έχει απομείνει από την παλιά Σοβιετική Αυτοκρατορία. Η Δύση απέσπασε σταδιακά, μετά την ήττα της Ρωσίας στον Ψυχρό Πόλεμο το 1989-90, άλλοτε με πόλεμο, άλλοτε μέσα από τη διπλωματία, τις περισσότερες από τις παλιές της ευρωπαϊκές "κτήσεις". Ο Πούτιν, όμως, δεν θα αφήσει τόσο εύκολα την Ουκρανία να χαθεί: χωρίς την Ουκρανία και την ναυτική βάση στη Σεβαστούπολη η Ρωσία θα πάψει να είναι "μεγάλη δύναμη". Για να "πάρει" την Ουκρανία η Δύση πρέπει να είναι προετοιμασμένη να βυθίσει την ανθρωπότητα ολόκληρη σε έναν "μεγάλο πόλεμο". Ούτε οι ΗΠΑ, όμως, ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, μετά το φιάσκο στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, σε θέση σήμερα να σκεφτούν καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Το "ατού" της Δύσης στη διαμάχη της με τη Ρωσία γύρω από την Ουκρανία είναι η οικονομία. Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσπάθησαν τους προηγούμενους μήνες να αξιοποιήσουν τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ουκρανία – βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας – για να αυξήσουν την επιρροή τους. Ο Γιανουκόβιτς ήταν τον Οκτώβρη έτοιμος να υπογράψει τη συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση – τη συμφωνία για την ένταξη της Ουκρανίας στον "Ανατολικό Συνεταιρισμό" – με την προσδοκία όχι μόνο των στενότερων εμπορικών σχέσεων αλλά και μιας άμεσης βοήθειας (που θα συνοδευόταν φυσικά από ένα μνημόνιο) για να αντιμετωπίσει τα πιεστικά της χρέη: οι εκτιμήσεις για τη βοήθεια που θα χρειαστεί μέσα στα δυο επόμενα χρόνια μόνο, για να αποφύγει την κατάρρευση, κυμαίνονται από τα 15 ως τα 35 δις δολάρια. Άλλαξε γνώμη την τελευταία στιγμή, κάτω από την πίεση της Ρωσίας: το αποτέλεσμα, όμως, ήταν να πυροδοτήσει την έκρηξη του κινήματος που κατέληξε τελικά στην ανατροπή τόσο του ίδιου, όσο και των ρωσικών σχεδίων.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δηλώνει τώρα έτοιμη να βοηθήσει τη νέα κυβέρνηση της Ουκρανίας, χωρίς να υποχωρήσει, εννοείται, ούτε ένα χιλιοστό από τις "αρχές" της: η πρώτη δήλωση του Αρσένι Γιατσένιουκ, του πρωθυπουργού της προσωρινής κυβέρνησης ήταν για την ανάγκη της λιτότητας. "Θα χρειαστεί", είπε, "να πάρουμε ιδιαίτερα αντιδημοφιλή μέτρα...Τα ταμεία είναι άδεια".

Οι Ολιγάρχες

Η Ουκρανία είναι, ακόμα και σε σύγκριση με τις άλλες ανατολικές χώρες, μια φτωχή χώρα. Μετά την κατάρρευση του "υπαρκτού σοσιαλισμού" και την ανεξαρτητοποίησή της από την παλιά Σοβιετική Ένωση, η Ουκρανία κατέφυγε στη "θεραπεία σοκ" του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό: σε μια χρονιά μόνο, το 1994, το ΑΕΠ έπεσε 23% κάτω. Το 2000 το ΑΕΠ ήταν κατά 55% μικρότερο από ότι ήταν το 1991. Τη δεκαετία του 2000 οι ρυθμοί ανάπτυξης έγιναν θετικοί – για να ξαναβυθιστούν στο κόκκινο το 2009, τη χρονιά που η παγκόσμια οικονομική κρίση χτύπησε την Ουκρανία. Είκοσι χρόνια μετά την επιβολή της θεραπείας σοκ, η παραγωγή εξακολουθεί σήμερα να βρίσκεται σε χαμηλότερα επίπεδα από ό,τι ήταν το 1991.

Η οικονομική αυτή κατάρρευση είχε δραματικές συνέπειες για την εργατική τάξη. Η ανεργία δεν είναι, με τα δικά μας δεδομένα, τρομαχτική – κινείται γύρω στο 8%. Τα μεροκάματα, όμως, είναι τόσο χαμηλά που αναγκάζουν εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες να αναζητούν εργασία στο εξωτερικό. Στις ανατολικές επαρχίες, το κέντρο της παλιάς βαριάς βιομηχανίας της Ουκρανίας ο μέσος μισθός είναι σήμερα γύρω στα 400 ευρώ το μήνα. Στην χτυπημένη πιο άγρια από την κρίση δύση μόλις ο μισός. Ο κατώτατος μισθός δεν ξεπερνάει τα 110 ευρώ το μήνα. Και αυτά σε μια χώρα που γνωρίζει πολικές θερμοκρασίες για πολλούς μήνες το χρόνο. Με απλά λόγια, για τους φτωχούς η ζωή είναι πραγματικά αβίωτη.

Δίπλα σε αυτά την ανείπωτη φτώχεια υπάρχει ο εξωφρενικός πλούτος: 100 ολιγάρχες μοιράζονται μεταξύ τους μια περιουσία που πλησιάζει το 40% του ΑΕΠ της χώρας: με άλλα λόγια, 100 βαθύπλουτοι μεγιστάνες έχουν στα "σεντούκια τους" τόσα όσα κερδίζουν δουλεύοντας έναν ολόκληρο χρόνο σκληρά 25 εκατομμύρια συμπατριώτες τους. Μια ιδέα και μόνο από τη χλιδή μέσα στην οποία ζούνε αυτοί οι μεγιστάνες πήρε ο κόσμος από την επιδρομή στο μυστικό παλάτι του Γιανουκόβιτς, λίγες μέρες μετά την διαφυγή του στη Μόσχα: βρύσες από χρυσό, ένας ιδιωτικός ζωολογικός κήπος με ελάφια και στρουθοκαμήλους, ένα ομοίωμα αρχαιοελληνικού ναού...

Τις αμύθητες αυτές περιουσίες τους οι "ολιγάρχες" τις χρωστάνε πρώτα και κύρια στις ιδιαίτερες σχέσεις που είχαν με την εξουσία του παλιού "σοσιαλιστικού" καθεστώτος. Παράδειγμα η ίδια η Γιούλια Τιμοσένκο. Η Τιμοσένκο είναι σήμερα μια από τις πιο πλούσιες γυναίκες της Ουκρανίας. Τη δεκαετία του 1990 έστησε μια εταιρεία, την JeESU, εισαγωγής φυσικού αερίου και πετρελαίου από τη Ρωσία. Το μυστικό της επιτυχίας ήταν τα συμβόλαια με το κράτος που τις εξασφάλιζε η "φιλία" της (με το αζημίωτο) με τον Παύλο Λαζαρένκο, τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και αργότερα πρωθυπουργό της Ουκρανίας. Σύμφωνα με την εφημερίδα "Delo" το 1996-97 μοιράστηκαν μεταξύ τους 690 εκατομμύρια δολάρια από αυτή την "φιλία". Ο Λαζαρένκο καταδικάστηκε αργότερα από ένα αμερικανικό δικαστήριο σε 8 χρόνια φυλακή για παρόμοιες απάτες. Το όνομα της Τιμοσένκο βρισκόταν για χρόνια στα αρχεία των καταζητουμένων της Ιντερπόλ – αλλά εξαφανίστηκε μαγικά λίγο μετά την "πορτοκαλί επανάσταση" του 2004.

Η διαμάχη ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις για τον έλεγχο της Ουκρανίας αποτυπώνεται και στο εσωτερικό των ολιγαρχών. Η Τιμοσένκο ανήκει στο "φιλοευρωπαϊκό" μπλοκ. Ο Ντιμίτρι Φίρτας, ένας ακόμα μεγιστάνας του ρωσικού αερίου που έχει την έδρα του στην ανατολική πλευρά, στο "φιλορωσικό". Ο Ρινάτ Ακχέτοφ, ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ουκρανίας – ασχολείται με τον χάλυβα και τον άνθρακα – κρατάει μια ενδιάμεση στάση: ήταν μέχρι τώρα ένας από τους βασικούς υποστηρικτές και χρηματοδότες του "Κόμματος των Περιοχών" του Γιανουκόβιτς. Και ένας από τους πρώτους που τον εγκατέλειψαν, μόλις φάνηκε η αδυναμία του να παραμείνει πια στην εξουσία.

Οι ολιγάρχες, όπως κάθε γκάνγκστερ που σέβεται τον εαυτό του, λύνουν τις διαφορές τους με τους πιο σκληρούς τρόπους: ο Γιανούκοβιτς δεν δίστασε να κλείσει, λίγο μετά τη νίκη του στις προεδρικές εκλογές, την Τιμοσένκο, την ηττημένη του αντίπαλο στις φυλακές. Προϊόν αυτού του ανταγωνισμού είναι η έξαρση του εθνικισμού – που τροφοδοτείται συνεχώς με ιστορίες μίσους από τα ελεγχόμενα από τους ίδιους τους ολιγάρχες μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Το δικαστήριο καταδίκασε την Τιμοσένκο το 2011 σε κάθειρξη επτά ετών. Η καταδίκη δεν οφειλόταν, φυσικά, σε κάποια σκευωρία – οι απάτες για τις οποίες κατηγορήθηκε ήταν δίχως αμφιβολία πραγματικές. Αν εφαρμοζόταν, όμως, ο νόμος θα έπρεπε όλοι οι ολιγάρχες να βρίσκονται στις φυλακές. Αυτή η απλή αλήθεια, το μίσος ενάντια στη διαφθορά της εξουσίας, εξηγεί, εν μέρει την αποφασιστικότητα, των διαδηλωτών που "κατέλαβαν" την Πλατεία της Ανεξαρτησίας του Κιέβου (Μαϊντάν) από τα μέσα του Οκτώβρη.

Αντιδραστικό κίνημα;

Το μεγαλύτερο κομμάτι της αριστεράς στην Ελλάδα – και όχι μόνο στην Ελλάδα – αρνήθηκε να συνταχθεί στο πλευρό των διαδηλωτών της Πλατείας Μαϊντάν. Ακόμα και όταν οι ελεύθεροι σκοπευτές του καθεστώτος του Γιανουκόβιτς έσπερναν τον θάνατο (μόνο την τελευταία βδομάδα είχαμε πάνω από 80 νεκρούς) οι εφημερίδες, οι ιστοσελίδες και οι αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της αριστεράς κατάγγελλαν το κίνημα σαν αντιδραστικό, για δύο βασικούς λόγους: ο πρώτος ήταν η συμμετοχή των φασιστικών συμμοριών του "Σβόμποντα" και του "Δεξιού Τομέα" (ένα συνονθύλευμα από μικρότερες ναζιστικές συμμορίες) στις ομάδες περιφρούρησης της πλατείας. Ο δεύτερος ήταν η καταστροφή των αγαλμάτων του Λένιν και οι (σε κάποιες περιπτώσεις οργανωμένες από τους φασίστες πολύ άγριες) επιθέσεις στα γραφεία και τα στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας.

Το κίνημα της Πλατείας Μαϊντάν, όμως, δεν ήταν φασιστικό: η πλειοψηφία αυτών που συμμετείχαν ήταν απλοί άνθρωποι, εργάτες, φοιτητές, συνταξιούχοι, νοικοκυρές, άνεργοι. Το κοινό τους χαρακτηριστικό δεν ήταν η αγάπη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (όπως υπονοούν αυτοί που ονομάζουν το κίνημα "Γιουρομαϊντάν") ούτε κάποια υπόγεια ροπή προς τον φασισμό: αυτό που τους ένωνε ήταν το μίσος απέναντι στον Γιανουκόβιτς, τους ολιγάρχες και το σάπιο σύστημα της εξουσίας.

Η πρωτοβουλία για τις κινητοποιήσεις ξεκίνησε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης – την "Πατρίδα" της Τιμοσένκο και του σημερινού πρωθυπουργού Γιατσένιουκ, την "Γροθιά" του πρωην πυγμάχου Βιτάλι Κλίτσκο και τη φασιστική και αντισημιτική "Ελευθερία" (Σβόμποντα) του Ολέγ Τιάνιμποκ. Αυτό που μετέτρεψε αυτές τις διαδηλώσεις στην εξέγερση της Μαϊντάν, όμως, ήταν η καταστολή.

"Μόλις πύκνωσαν οι ειδήσεις στην τηλεόραση για τη βία σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών", λέει η Κατερίνα Μισένκο στη γερμανική εφημερίδα TaZ, "πολλοί έβαλαν τα απαραίτητα σε μια τσάντα, αγόρασαν ένα εισιτήριο για το Κίεβο και εγκαταστάθηκαν στην Μαϊντάν. Εκατοντάδες νέοι έρχονταν αυθόρμητα να δηλωθούν για να συμμετέχουν στις ομάδες περιφρούρησης. Χρησιμοποιούσαν ψευδώνυμα καλλιτεχνών, γιατί ήξεραν ότι αυτούς που έδιναν το πραγματικό τους όνομα, θα τους περίμενε ήδη η αστυνομία στην πατρίδα τους".

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι οι φασίστες δεν ήταν εκεί: ήταν και έκαναν τεράστια προσπάθεια να ελέγξουν τις κινητοποιήσεις. "Στο Μαϊντάν σε περιόδους ηρεμίας έπεφτε ξύλο διαρκώς μεταξύ του Σβόμποντα και των άλλων διαδηλωτών, ακριβώς για αυτό, για να κερδίσουν το μονοπώλιο", λέει ένας ανώνυμος αναρχικός από την Ουκρανία. "Ξεκίνησαν από αναρχικούς και συνδικαλιστές, μετά με απολίτικους και τέλος με τις γυναικείες ομάδες περιφρούρησης... Στα μέσα Δεκέμβρη ο κόσμος ήθελε σε κάποια φάση να διώξει τον 'Δεξιό Τομέα' σαν προβοκάτορες... Η ακροδεξιά στο Μαϊντάν αν και ήταν πολύ εμφανής δεν ήταν η πλειοψηφία... Το Σβόμποντα είχε περίπου 1.000 με 1.200 άτομα στην πλατεία ενώ συνολικά όλες οι ομάδες περιφρούρησης ήταν 5.000 άτομα" .

Μια παρόμοια περιγραφή έρχεται και από τον Ντένις Λέβιν, εκπρόσωπο του "Ελεύθερου Συνδικάτου Σιδηροδρομικών Υπαλλήλων" και μέλος της αριστερής Ένωσης Μπορότ'μπα. Σε μια συνέντευξή του στην γερμανική ιστοσελίδα Jungle-World περιέγραφε πως οι νεοναζί προσπάθησαν με τη βία να διώξουν την οργανωμένη αριστερά από την πλατεία: "Γύρω στις 6 το απόγευμα ήρθε από τη Μαϊντάν μια ομάδα εκατό περίπου ανθρώπων. Από αυτούς οι 30 περίπου είχαν τα πρόσωπά τους καλυμμένα και είχαν στα ρούχα τους διάφορα ακροδεξιά σύμβολα. Δεκαπέντε από αυτούς μας επιτέθηκαν. Μας έριξαν δακρυγόνα και ύστερα κατέστρεψαν με μαχαίρια το αντίσκηνό μας συμπεριλαμβανομένης της μικροφωνικής μας εγκατάστασης".

Η επαναστατική αριστερά είναι μικροσκοπική στην Ουκρανία. Όπως στις περισσότερες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης η λέξη "κομμουνισμός" είναι συνδεδεμένη με τα εγκλήματα του σταλινισμού στα μυαλά των περισσότερων ανθρώπων. Στην Ουκρανία τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα λόγω της δράσης του Κομμουνιστικού Κόμματος – ενός κόμματος που δεν είναι απλά και μόνο αθεράπευτα προσκολλημένο στον σταλινισμό αλλά κομμάτι του συστήματος της εξουσίας. Το 2010 το ΚΚ μπήκε στη συμμαχία "Σταθερότητα και Μεταρρύθμιση" του Γιανουκόβιτς και στήριξε τις κυβερνήσεις του Μίκολα Αζάροφ. Ο νόμος που απαγόρευε τις διαδηλώσεις πέρασε με τις δικές της ψήφους στη Βουλή. Το ΚΚ κατήγγειλε το κίνημα της πλατείας Μαϊντάν και χαρακτήρισε την ανατροπή του προέδρου, όπως και ο ίδιος ο Γιανουκόβιτς, "πραξικόπημα". Δεν είναι καθόλου παράξενο ότι τα γραφεία του, τα σύμβολά του και τα στελέχη του έγιναν εύκολος στόχος επιθέσεων για τους φασίστες.

Εκτός από όλα τα άλλα οι επαναστάτες στην Ουκρανία είχαν να αντιμετωπίσουν και την αδιαφορία ή ακόμα και την ανοιχτή εχθρότητα των κομμάτων και των οργανώσεων της αριστεράς – συχνά ακόμα και των επαναστατών – στις άλλες χώρες. "Στη διεθνή αριστερά, που δεν υποστηρίζει τις κινητοποιήσεις μας στην Μαϊντάν λόγω της ακροδεξιάς", λέει η Μισένκο, "έχω μόνο ένα να πω: ο κυνισμός είναι ο μικρός αδελφός του καπιταλισμού. Τα μνημεία του Λένιν μπορεί να έπεσαν στην Ουκρανία, αλλά το πνεύμα της επανάστασης είναι ζωντανό. Προφανώς, όμως, οι δογματικοί αριστεροί δεν μπορούν να καταλάβουν αυτή τη διαλεκτική".

Παρά τις τεράστιες αυτές δυσκολίες η παρουσία της ριζοσπαστικής αριστεράς ήταν εντυπωσιακή στην Πλατεία Μαϊντάν. Η "Αριστερή Αντιπολίτευση", μια μικρή οργάνωση επαναστατών συνέταξε και μοίρασε στα τέλη του Γενάρη ένα "άμεσο πρόγραμμα 10 σημείων": "Η εξουσία στα χέρια του λαού, όχι των ολιγαρχών, Εθνικοποίηση των μεγάλων βιομηχανιών, Εργατικός Έλεγχος, Δωρεάν Παιδεία και Υγεία... Καμιά συνεργασία με τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς".

Η Πλατεία Μαϊντάν έριξε την κυβέρνηση του Γιανουκόβιτς. Αλλά ήταν πολύ ανοργάνωτη για να καθορίσει την επόμενη μέρα. Η πρωτοβουλία των κινήσεων παρέμεινε στα χέρια της άρχουσας τάξης και των κομμάτων της. Η νέα "υπηρεσιακή" εξουσία βρίσκεται ουσιαστικά στα χέρια του κόμματος Πατρίδα της Τιμοσένκο. Τα αίτια, όμως, που οδήγησαν στην έκρηξη ούτε έχουν, ούτε πρόκειται να εξαλειφθούν. Η κοινωνική ένταση και οι συγκρούσεις βρίσκονται μπροστά, αυτό το ξέρει πολύ καλά η άρχουσα τάξη – για αυτό έβαλε το Σβόμποντα στην κυβέρνηση και τοποθέτησε σε κρίσιμες θέσεις του υπουργείου Εσωτερικών στελέχη του "Δεξιού Τομέα".

Το που θα πάει η Ουκρανία μέσα στις επόμενες βδομάδες και μήνες, αυτό κανένας δεν μπορεί να το προβλέψει. Ο ρόλος της αριστεράς, έτσι και αλλιώς, δεν είναι να φτιάχνει σενάρια για το μέλλον. Ο ρόλος της αριστεράς είναι να βρίσκεται στο πλευρό της εργατικής τάξης, να δίνει τις μάχες μαζί της και να προσπαθεί να τις οδηγήσει στη νίκη.

Οι επαναστάτες στην Ουκρανία έχουν κάνει, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, τα πρώτα βήματα. Η αλληλεγγύη και η στήριξή μας πρέπει να είναι δεδομένη.