Αν το προσφυγικό ήταν πρόβλημα, θα είχε λύση
Δημήτρης Χριστόπουλος
224 σελίδες, Τιμή 12.60 ευρώ
Εκδόσεις Πόλις
Ο Δημήτρης Χριστόπουλος βάζει στο στόχαστρο της κριτικής του την κλιμάκωση της ρατσιστικής εκστρατείας στην Ευρώπη, με κέντρο την δραματική “ρωγμή” στο κατοχυρωμένο δικαίωμα ασύλου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως αποτυπώθηκε στη “Συμφωνία” Ε.Ε.-Τουρκίας.
Οι πολιτικές που εφαρμόζονται στον ΄Εβρο και τα νησιά του Αιγαίου, η αποτροπή, ο γεωγραφικός αποκλεισμός και ο εγκλεισμός σε στρατόπεδα, το να “κάνουμε τον βίο αβίωτο” των μεταναστών είναι ένα πακέτο μέτρων που η Ε.Ε. μάλιστα έτρεξε να το χρηματοδοτήσει αδρά, παρέχοντας στην Ελλάδα περίπου 2 δις ευρώ με επιπλέον πακέτο 770 εκατομμύρια υπηρετώντας την πολιτική της “εξωτερικοποίησης” στη φύλαξη των συνόρων. Η ασφάλεια αντικαθιστά το δικαίωμα απροκάλυπτα.
Αυτή η εκστρατεία επιχειρεί να εμφανίσει τις μετακινήσεις πληθυσμών ως πρωτοφανείς και απειλή για τη “μοναδικότητα” της σύνθεσης του ελληνικού έθνους.
Ο Χριστόπουλος απαντώντας στους “δημοσιολογούντες περί μετανάστευσης” επισημαίνει στη σελ. 38: “οι πληθυσμιακές μετακινήσεις μπορεί να διευκολύνονται ή να παρακωλύονται από τους παρασκηνιακούς χειρισμούς των εκάστοτε “Σουλτάνων”, αλλά δεν οφείλονται πρωτογενώς σε αυτούς”.
Ανατρέχει στην ιστορία για να υπενθυμίσει ότι η γεωγραφική θέση της Ελλάδας την είχε καταστήσει από αιώνων σταυροδρόμι και πέρασμα για τεράστιες ομάδες και αυτό δεν αφορά μόνο τις μεγάλες ανταλλαγές πληθυσμών με την Βουλγαρία πρώτα και μετά με την Τουρκία, όταν η Μικρασιατική εκστρατεία κατέληξε στην ήττα του 1922. Προηγήθηκαν μετακινήσεις πληθυσμών πριν από το 1922 και ακολούθησαν και άλλες μεγάλες, όπως η έξοδος πολιτικών προσφύγων του ΔΣΕ με τον Εμφύλιο Πόλεμο. Η περίοδος με την κρίση της σταφίδας (τέλη 19ου αιώνα) έστειλε ένα μεγάλο κύμα μεταναστών στο εξωτερικό, στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία, ενώ τη δεκαετία του 1960, η Γερμανία δέχεται χιλιάδες μετανάστες. Από τη δεκαετία του 1970, αρχίζουν να καταφθάνουν μετανάστες από Ασία και Μ. Ανατολή. Οι μετακινήσεις γιγαντώνονται μετά την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ, με την είσοδο στην χώρα σχεδόν ενός εκατομμυρίου, κύρια από την Αλβανία. Είναι σωστή λοιπόν η υπογράμμιση της υποκρισίας των ξενόφοβων που μιλάνε “για πρωτοφανές φαινόμενο”, εισβολή” κλπ.
Και βέβαια για την “απειλή αλλοίωσης του πληθυσμού” υπενθυμίζει ο Δ. Χριστόπουλος τον Παπαρρηγόπουλο, που εκθείαζε ως θετική για το έθνος την επιμιξία με άλλες εθνότητες:
“...Τα μάλιστα μεγαλουργήσαντα των εθνών υπήρξαν προϊόν τοιαύτης και έτι πλείονος επιμιξίας...Μη μας ταράττει άρα η επιμιξία του νεωτέρου ελληνικού έθνους μετά πολλών ξένων”. Και ο Ελευθέριος Βενιζέλος αφού υποστήριζε ότι η Ελλάδα θα μεγαλώσει συμπεριλαμβάνοντας και αλλόθρησκους πληθυσμούς κατάληγε: “Η Ελλάς λοιπόν την οποίαν ευχόμεθα και οποίαν προσδοκώμεν είναι προορισμένη να καταστή ημέραν τινα και μουσουλμανική δύναμις”.
Ο Δ. Χριστόπουλος, σε όσους κινδυνολογούν για τους νεοεισερχόμενους πρόσφυγες ή μετανάστες, θυμίζει ότι οι Αλβανοί, τους οποίους θεωρεί ότι έχουν ενταχθεί επαρκώς στην ελληνική κοινωνία, όταν πρωτοήρθαν το 1990 αντιμετωπίστηκαν με ρατσισμό, ενώ τώρα εμφανίζονται από την κυρίαρχη προπαγάνδα ως “νοικοκύρηδες” σε αντιδιαστολή με τους “λαθροεισβολείς” του 2020!
Όμως ο ρατσισμός αναπτύσσεται, όπως σωστά αναφέρει, από τα πάνω. Είναι πολύτιμη η απαρίθμηση των νόμων που ψήφισε το ελληνικό κράτος από το 1992 μέχρι σήμερα. Ο συγγραφέας συγκρίνει αυτήν την εκδοχή αντιμετώπισης των προσφύγων και των μεταναστών ως “εχθρών” και “εισβολέων” με την πολιτική του ελληνικού κράτους στη δεκαετία του 1920, όταν διαμόρφωνε τους όρους για την ένταξη εκατομμυρίων που έφθασαν από την Μικρά Ασία.
Κρούει το κώδωνα του κινδύνου για την πολιτική της ΝΔ, η οποία επικροτείται ακόμη και στις πιο ακραίες εκδοχές της από την Ε.Ε., όπως το κλείσιμο συνόρων στον ΄Εβρο και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη μετατροπή των νησιών σε φυλακές. Η Λέρος σημειώνει ο συγγραφέας έχει επιλέξει τα ίδια κτίρια που χρησιμοποιήθηκαν για το εγκλεισμό των ψυχικά ασθενών για την απομόνωση των προσφύγων.
Στηλιτεύει την υπονόμευση του δικαιώματος στο άσυλο αλλά τονίζει ότι αυτή την περίοδο υπονομεύτηκαν παραπέρα τα δικαιώματα των μονίμων μεταναστών, με μόλις ένα 5% να έχει καταφέρει να πάρει άδεια παραμονής μακράς διάρκειας(!) ενώ η πολιτογράφηση αντιμετωπίζει την γραφειοκρατική αγκύλωση: μόνο 30.000 από τους 220.000 δικαιούχους έχουν καταφέρει “να γίνουν Ελληνες”.
Ο Δ. Χριστόπουλος επιμένει ότι οι πρόσφυγες δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως αυτοί “που θέλουν να φύγουν” και ότι αντίθετα μοναδικός δρόμος είναι η ένταξή τους στη κοινωνία μέσω της εργασίας, της παιδείας και της πρόσβασης στην δημόσια υγεία. Όσον αφορά τη στέγαση είναι αντίθετος με τα καμπ και την ιδρυματοποίηση.
Χρεώνει στη ρατσιστική εκστρατεία της ΝΔ, την επανεμφάνιση των φασιστικών και ρατσιστικών κινήσεων στα νησιά και στον Έβρο και προειδοποιεί ότι χρειάζονται αντιμετώπιση. Θεωρεί απαράδεκτο το κλείσιμο των συνόρων χωρίς να υπάρχει τρόπος νόμιμος ώστε να εισέρχονται οι πρόσφυγες και οι μετανάστες και να υποβάλλουν τα αιτήματά τους. Παραπονιέται ότι δυνάμεις δημοκρατικές και προοδευτικά τμήματα της Δεξιάς δεν έχουν αντιστρατευτεί στην πολιτική παραβιάσεων των δικαιωμάτων των προσφύγων που οδηγεί στην κατάργηση της δημοκρατίας. Από την άλλη, χαιρετίζει την παρουσία του κινήματος αλληλεγγύης στους πρόσφυγες και τις πρωτοφανείς διαστάσεις που πήρε το 2015, όπως και την δράση των ίδιων των προσφύγων και μεταναστών.
Στην πραγματικότητα, ο ρατσισμός είναι βαθιά ριζωμένος όχι μόνο στη φύση της Ε.Ε. και των κυβερνήσεών της αλλά στο ίδιο το σύστημα, τον καπιταλισμό. Αυτό είναι το μήνυμα που έστειλαν παντού οι κινητοποιήσεις του Βlack Lives Μatter στις ΗΠΑ μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Η αλληλεγγύη στην Ευρώπη δεν μπορεί να αποκατασταθεί με “ποσοστώσεις” στις μετακινήσεις αλλά με το να πέσουν οι φράχτες, με τα ανοιχτά σύνορα και την ελεύθερη μετακίνηση. Είναι αυτό που όχι μόνο δεν τόλμησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αλλά και ως αντιπολίτευση, δυστυχώς, βρέθηκε στους χειροκροτητές των κλειστών συνόρων, προσφέροντας εθνική ομοψυχία “απέναντι στην απειλή του Σουλτάνου”.
Ετούτο το βιβλίο είναι πολύτιμο για κάθε αγωνιστή και αγωνίστρια του αντιρατσιστικού κινήματος και για αυτό αξίζει να το διαβάσετε.