Άρθρο
Η Ευρώπη του Ισλάμ

Χάρτης 1: Η αραβική επέκταση: 7ος-8ος αιώνας.3

Ο Αντώνης Σκαρπέλης επισημαίνει τις σχέσεις δυτικού χριστιανικού και ισλαμικού κόσμου από τον 7ο έως και τον 17ο αιώνα

 

Οι ισλαμοφοβικές αιτιάσεις περί «ισλαμοποίησης της Ευρώπης» ακούγονται σε ολόκληρη την ήπειρο την τελευταία εικοσαετία και εντείνονται σε περιόδους οικονομικής/κοινωνικής κρίσης, ως εργαλείο συσπείρωσης φασιστικών ομάδων και αλλαγής της πολιτικής ατζέντας από τα πραγματικά προβλήματα της καπιταλιστικής οικονομίας στην αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων. Σύμφωνα με αυτή την θεωρία αόρατες συνωμοτικές δυνάμεις σπρώχνουν εντέχνως μεταναστευτικές ισλαμικές ομάδες στην Ευρώπη, ώστε να αλλοιώσουν την εθνική σύνθεση της, τον πολιτισμό και τρόπο ζωής της. Οι απόψεις αυτές δεν εκφράζονται αποκλειστικά από περιθωριακές ακροδεξιές ομάδες αλλά αγκαλιάζονται από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ακόμα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ως θεωρητικός μανδύας θεσμικών ρατσιστικών πολιτικών. Η Ε.Ε. από την 1/12/2019 διαθέτει Αντιπρόεδρο «για την Προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής μας» με καθήκοντα, ανάμεσα σε άλλα, την πολιτική μετανάστευσης και ασφάλειας, συνδέοντας ουσιαστικά την υπεράσπιση του ευρωπαϊκού πολιτισμού με την αντιμετώπιση προσφύγων που συρρέουν στην Ευρώπη. Την ίδια στιγμή, ευθύνες για τις μετακινήσεις πληθυσμών φέρει και η Ε.Ε. λόγω της εμπορικής εκμετάλλευσης και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων των μελών της στις χώρες καταγωγής των προσφύγων. 

Η ιστορική έρευνα αναδεικνύει την αν-ιστορικότητα αυτών των αιτιάσεων. Η Ευρώπη ουδέποτε διέθετε πληθυσμούς εθνικά/θρησκευτικά «καθαρούς». Όπως θα δούμε παρακάτω, συμπαγείς μουσουλμανικοί πληθυσμοί υπήρχαν στην Ευρώπη ήδη από τον Πρώιμο Μεσαίωνα. Σήμερα μάλιστα αυτοί οι πληθυσμοί βρίσκονται στο ιστορικό ναδίρ τους, τόσο σε απόλυτο όσο και σχετικό αριθμό, ως αποτέλεσμα της εκδίωξής τους από την ήπειρο από τα χριστιανικά κράτη, τα οποία ιστορικά υπήρξαν λιγότερο ανεκτικά από τα αντίστοιχα ισλαμικά. Θα στραφούμε σε αυτούς τους πληθυσμούς, εκτός από εκείνους της Ανατολικής Ευρώπης για λόγους έκτασης της εργασίας, για να αναδείξουμε τις σχέσεις συνύπαρξης και σύγκρουσής τους με το χριστιανικό στοιχείο. Θα δούμε πώς ο ανώτερος ισλαμικός πολιτισμός έθεσε τις βάσεις ανάπτυξης της Δυτικής Ευρώπης, η οποία χωρίς τις αλληλεπιδράσεις μαζί του, πιθανόν να παρέμενε μια υπανάπτυκτη δυτική εσχατιά της Ευρασίας, όπως και ήταν μέχρι και τον 16ο αιώνα. Τέλος θα επιχειρήσουμε ένα σχόλιο για την «ανεκτικότητα». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Οι επαφές της δυτικής Ευρώπης με τον μουσουλμανικό κόσμο ξεκινούν από την ισλαμική επέκταση του Πρώιμου Μεσαίωνα. Ευρωπαϊκοί πληθυσμοί βρέθηκαν υπό μουσουλμανική κυριαρχία από τον 8ο αιώνα στην ιβηρική χερσόνησο και από τον 14ο στα Βαλκάνια. Διακρίνονται τρεις ιστορικές φάσεις επαφής των δύο κόσμων. Εκείνη της αραβικής εξάπλωσης και ανάπτυξης του ισλαμικού πολιτισμού απέναντι σε μία Δύση υπό κοινωνική κρίση (7ος-10ος αιώνας) ακολουθούμενη από τη δυτική επέκταση έναντι ενός κατακερματισμένου ισλαμικού κόσμου (11ος-14ος αιώνας) και τέλος την εμφάνιση της νέας οθωμανικής δύναμης στα νοτιοανατολικά μίας σπαρασσόμενης από θρησκευτικές και μοναρχικές διαμάχες Δύσης (15ος-17ος αιώνας). Η μουσουλμανική παρουσία επηρέασε καταλυτικά τις δυτικοευρωπαϊκές εξελίξεις, με διαφορετικές προκείμενες σε κάθε ιστορική φάση, αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας. Η αρχή του νήματος της διερεύνησης αυτών των προκείμενων και της επίδρασής τους στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική εξέλιξη της δυτικής Ευρώπης βρίσκεται στην αραβική έρημο.1

Η ισλαμική εξόρμηση: χριστιανοί υπό μουσουλμανική κυριαρχία

Η εμφάνιση του Ισλάμ στην αραβική χερσόνησο κατά το πρώτο μισό του 7ου αιώνα συνοδεύτηκε από σχετική εμπορική ανάπτυξη της περιοχής. Ο ίδιος ο Μωάμεθ ήταν έμπορος και το εμπόριο λειτούργησε ως καταλύτης στην αραβική εξάπλωση. Η μουσουλμανική θρησκεία προσέφερε μία συνεκτική και καθολική κοσμοθεωρία σε αυτούς τους εμπόρους και επιδρομείς, οπλίζοντάς τους με το πάθος του νεοφώτιστου στις εξορμήσεις τους. Μέσα σε έναν αιώνα είχαν καταλύσει το περσικό κράτος, καταλάβει όλες τις νότιες κτήσεις της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και διαλύσει το βησιγοτθικό βασίλειο της Ιβηρικής. Η μουσουλμανική κυριαρχία εκτεινόταν από τον Ατλαντικό έως τον Ινδικό ωκεανό και η παρουσία της στη Μεσόγειο απέκτησε μόνιμα χαρακτηριστικά.2 (Χάρτης 1)

Η ορμητική επιτυχία του Ισλάμ δεν μπορεί να εξηγηθεί αποκλειστικά με όρους θρησκευτικού ζήλου. Η επέκταση του δεν ξεσήκωσε αντιδράσεις εκ μέρους των χριστιανικών και εβραϊκών κοινοτήτων. Άλλωστε αυτοί ζούσαν σε περιοχές μαστιζόμενες από συνεχής πολεμικούς ανταγωνισμούς, όπως η Ανατολικορωμαϊκή - Περσική μεθόριος ή αποσταθεροποιημένων βασιλείων, όπως το βησιγοτθικό επιβαρυμένοι από βαριά φορολογία και επιτηρούμενοι για δογματικές αποκλίσεις από την χριστιανική ορθοδοξία. Την ίδια περίοδο κατά την οποία η ευρωπαϊκή Δύση χαρακτηρίζονταν από συγκρούσεις και υπανάπτυξη, το ισλαμικό Χαλιφάτο έφερνε μία Pax Islamica οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης σε μία εκτεταμένη αυτοκρατορία όπου οι μουσουλμάνοι αποτελούσαν μειονότητα και οι άραβες επικυρίαρχοι ακόμα μικρότερη μέσα στο μωσαϊκό των εθνοτήτων της. Χριστιανοί και εβραίοι, παρότι πρακτικά υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας, ζούσαν υπό καθεστώς σχετικής θρησκευτικής, νομικής και διοικητικής ανεκτικότητας, ενώ οι μουσουλμάνοι ηγεμόνες απέφευγαν τον μαζικό εξισλαμισμό κυρίως για οικονομικούς και διοικητικούς λόγους. Οι μη μουσουλμάνοι ήταν υπόχρεοι καταβολής κεφαλικού φόρου, γεμίζοντας έτσι το ταμείο των ηγεμόνων και αποκλείονταν από διοικητικές θέσεις. Το μοτίβο αυτό επαναλαμβάνεται στο πέρασμα του χρόνου σε περιοχές υπό μουσουλμανική κυριαρχία και το συναντάμε σε όλες τις ευρωπαϊκές ισλαμικές κτήσεις.4

Η Ιβηρική, Αλ-Ανταλούς στα αραβικά, κατακτήθηκε όταν το βησιγοτθικό βασίλειο κατέρρευσε κατά την εισβολή ενός μικρού εκστρατευτικού σώματος Βερβέρων και Αράβων του Μαγκρέμπ το 711. Η κατάκτηση δεν φαίνεται να ήταν προσχεδιασμένη και επικυρώθηκε από τον Ομμεϋάδη Χαλίφη ετεροχρονισμένα. Μουσουλμανικά αποσπάσματα έφτασαν μέχρι τη Βουργουνδία το 725. Η ανατροπή της δυναστείας των Ομμεϋάδων από τους Αββασίδες έφερε εξελίξεις και στην Ανταλούς. Αφενός η μεταφορά της πρωτεύουσας του Χαλιφάτου από τη Δαμασκό στη Βαγδάτη μετέφερε το κέντρο βάρος στα ανατολικά μετατρέποντας τη μουσουλμανική Μεσόγειο σε δυτική εσχατιά του και αφετέρου πρόσφερε στην Ανταλούς τον πρώτο ηγεμόνα της και την αυτονομία της από το Χαλιφάτο. Έπειτα από μία περίοδο αναρχίας ο τελευταίος Ομμεϋάδης Αμπντ ερ-Ραχμάν Ά (756-788) ίδρυσε εμιράτο στην Κόρδοβα, το οποίο αναβάθμισε σε Χαλιφάτο ο Αμπντ ερ-Ραχμάν ΄Γ (912-961). Το κράτος που προέκυψε ήταν το ισχυρότερο της δυτικής Ευρώπης και η Κόρδοβα η μεγαλύτερη πόλη σε πληθυσμό,5 ένα μωσαϊκό θρησκειών και λαών με κυρίαρχη την αραβική κουλτούρα αλλά μειονοτικό το μουσουλμανικό στοιχείο, από το οποίο δεν έλειπαν οι ανταγωνισμοί μεταξύ των ηγετικών ομάδων. Η Ανταλούς είχε θετικό εμπορικό ισοζύγιο τόσο με τη χριστιανική Δύση όσο και με το Μαγκρέμπ και εισήχθησαν στην Ιβηρική από τους μουσουλμάνους νέες καλλιέργειες, το μετάξι και νέες τεχνικές βυρσοδεψίας.6

Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ιδωθεί και η περίφημη μάχη του Πουατιέ το 732, οπότε μία δύναμη Φράγκων υπό τον Κάρολο Μαρτέλο νίκησε ένα εκστρατευτικό σώμα μουσουλμάνων. Στην νίκη αυτή έχει αποδοθεί δυσανάλογη σπουδαιότητα από τον γαλλικό εθνικισμό, όμως δεν ανέκοψε τις επιδρομές στην Δύση, αφού αυτές συνεχίστηκαν τα επόμενα 180 χρόνια και άλλωστε δεν θα επαρκούσε από μόνη της για να το κάνει. Οι επαφές του Ισλάμ με το φραγκικό βασίλειο και μετέπειτα την Καρολίγγεια Αυτοκρατορία, τη μεγαλύτερη δύναμη της εποχής στην Δύση, περιορίζονταν σε ανταλλαγές πρεσβειών και τακτικές εκατέρωθεν μεθοριακές αψιμαχίες, σαν τις εκστρατείες του Καρλομάγνου στην Ισπανία, οι οποίες μυθοποιήθηκαν αιώνες αργότερα, κατά την σταυροφορική εποχή, με το Έπος του Ρολάνδου. Ο μυθικός Ρολάνδος πεθαίνει καταδιωκόμενος από μουσουλμάνους εισβολείς στο όνομα της πίστης του. Ο πραγματικός Ρολάνδος αποδήμησε κατά την διάρκεια φραγκικών επιδρομών στην Ανταλούς, όταν το σώμα των επιδρομέων του δέχθηκε επίθεση από Βάσκους χριστιανούς καθώς λεηλατούσε την Προβηγκία υποχωρώντας.7

Η εμφάνιση του Ισλάμ είχε σημαντικές συνέπειες στην δυτικοευρωπαϊκή εξέλιξη. Οι μουσουλμανικές κατακτήσεις μετέτρεπαν τη δυτική Ευρώπη σε προπύργιο του χριστιανισμού, το κέντρο του οποίου μετατοπίζονταν από τη Μεσόγειο στον Βορρά, όπου ο Πάπας κοίταζε πλέον για προστασία. Η απώλεια των μεσανατολικών και αφρικανικών χριστιανικών κοινοτήτων ενίσχυσε τον ρόλο του Πάπα απέναντι στον Πατριάρχη. Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σταμάτησε την ισλαμική επέκταση ρίχνοντας το κέντρο βάρους στα ανατολικά σύνορά της αφήνοντας ανοιχτό το πεδίο στην δυτική Μεσόγειο. 

Οι δυτικοί ηγεμόνες φιλοτεχνούσαν για τους εαυτούς τους την εικόνα του φανατικού υπερασπιστή της χριστιανικής πίστης απέναντι στους αιρετικούς και παγανιστές που την απειλούσαν. Αυτή ακριβώς η φοβική εικόνα του παγανισμού αποδίδονταν στους μουσουλμάνους από τη δυτική διανόηση που αδυνατούσε με τα φτωχά αναλυτικά της εργαλεία να κατανοήσει τον ισλαμικό κόσμο. Έτσι η Δύση δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τα έργα του ανεπτυγμένου αραβικού πολιτισμού στην φιλοσοφία,8 ούτε με τις τεχνικές καινοτομίες του και δεν ενεπλάκη ιδιαίτερα στα διευρυμένα δίκτυα και τις εμπορικές πρακτικές του, παρά μόνο ως προμηθευτής πρώτων υλών και δούλων.9 Οι Ευρωπαίοι μέχρι και τον 10ο αιώνα ήταν πολύ απασχολημένοι με την επιβίωσή τους. Ένας διπλωματικός απεσταλμένος του Χαλιφάτου από την Κόρδοβα στην κεντρική Ευρώπη εξέταζε τους Ευρωπαίους με τον τρόπο που εξετάζει ένας σύγχρονος ανθρωπολόγος κάποια εξωτική φυλή.10 Η εικόνα αυτή όμως έμελλε να αλλάξει καθώς από τον 11ο αιώνα ο ισλαμικός κόσμος βρέθηκε αντιμέτωπος με μια βαθιά κρίση.11

Η εξόρμηση της χριστιανικής Δύσης: μουσουλμάνοι υπό χριστιανική κυριαρχία

Από τα τέλη του 10ου αιώνα ο ισλαμικός κόσμος μαστίζεται από δυναστικές διαμάχες και εισβολές τουρκικών και μογγολικών φυλών που οδηγούν στον πολιτικό κατακερματισμό του. Αντίθετα, η φεουδαρχική δυτική Ευρώπη γνωρίζει μια περίοδο σχετικής ειρήνευσης, οικονομικής ανάπτυξης και σημαντικής πληθυσμιακής αύξησης. Την ίδια περίοδο αλλάζουν σταδιακά οι πολεμικές προτεραιότητες από την λαφυραγωγία στην κατάκτηση εδαφών. Η Δύση αναζητά ευκαιρίες εδαφικής εξάπλωσης, εμπορικής επέκτασης και ελέγχου των θαλάσσιων δρόμων και θα τις βρει με τη μορφή των Σταυροφοριών υπό την αιγίδα του Πάπα.12

Την περίοδο 1096-1270 οργανώθηκαν οκτώ σταυροφορίες στη Μέση Ανατολή στις οποίες έλαβαν μέρος ηγεμόνες, ευγενείς και αγρότες από ολόκληρη τη χριστιανική Δύση. Η Ιερουσαλήμ έπεσε το 1099 και οι εκστρατείες επεκτάθηκαν από την Αίγυπτο μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Τα λατινικά βασίλεια της Ανατολής υπήρξαν εφήμερα και οι σταυροφορίες δεν έφεραν σοβαρά οφέλη στη Δύση, πέρα από την πολιτική ενίσχυση του Πάπα, την κατοχύρωση της παρουσίας των ιταλικών πόλεων στην ανατολική Μεσόγειο και την μεταφορά της εμπορικής τεχνογνωσίας και αριθμητικής των Αράβων.13 Σημαντικότερες ήταν οι επιπτώσεις της χριστιανικής εξόρμησης στην δυτική Μεσόγειο που οδήγησε στην κατάκτηση των ισλαμικών ηγεμονιών της Ιβηρικής και της Σικελίας. (Χάρτης 2)

Η Ανταλούς συγκλονίστηκε στις αρχές του 11ου αιώνα από την κατάρρευση του Χαλιφάτου της Κόρντοβα και τον συνακόλουθο κατακερματισμό σε μικρές ηγεμονίες, τις reyes de taifas, που βρίσκονταν σε συνεχή αντιπαράθεση αναμεταξύ τους και με τα χριστιανικά βασίλεια του βορρά, τα οποία βγήκαν κερδισμένα εδαφικά από τις εξελίξεις. Κερδισμένες βρέθηκαν και οι βορειοαφρικανικές δυναστείες των Αλμοραβιδών και Αλμοάδων που κατέστησαν την Ανταλούς προέκταση των βασιλείων τους. Αυτές ακολούθησαν λιγότερο ανεκτική πολιτική απέναντι στους μη μουσουλμάνους. Οι συνθήκες πόλωσης μεταξύ χριστιανικού βορρά και μουσουλμανικού νότου, το σταυροφορικό πνεύμα και οι οικονομικές επιδιώξεις Γάλλων ευγενών και Ιταλών εμπόρων τροφοδότησαν τις εκστρατείες της ‘Reconquista’, η οποία μέχρι το 1264 περιόρισε τη μουσουλμανική κυριαρχία στον θύλακα της Γρανάδας. Η Γρανάδα έπεσε το 1492 και έκτοτε στην Ιβηρική κυριάρχησαν τα χριστιανικά βασίλεια της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, τα οποία εξελίχθηκαν σε σημαντικές δυτικές δυνάμεις.15

Στην Ισπανία, η θρησκευτική ανοχή των πρώτων χρόνων της ‘Reconquista’ αντικαταστάθηκε από πολιτική βίαιης αφομοίωσης με εκδιώξεις μουσουλμάνων και εβραίων και καταπίεση του εκχριστιανισμένου πληθυσμού που συχνά οδηγούνταν στην μετανάστευση. Ακόμα χειρότερη υπήρξε η αντιμετώπιση των ντόπιων αραβόφωνων, μουσουλμάνων και χριστιανών, της Μέσης Ανατολής από τους σταυροφόρους ηγεμόνες, οι οποίοι επιχείρησαν να εισάγουν βίαια τις φεουδαλικές σχέσεις υποτέλειας.16 

Στο μεταίχμιο σύγκρουσης και συνύπαρξης με τον ισλαμικό κόσμο κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα, η χριστιανική εξόρμηση έφερε τη Δύση σε άμεση επαφή μαζί του. Οι Ευρωπαίοι αρχίζουν να μελετούν το Ισλάμ. Τεχνικές καινοτομίες εισάγονται στη Δύση και φέρνουν προόδους στο εμπόριο, το υπερπόντιο ταξίδι και τη γεωργία. Η κατάκτηση κέντρων λογοτεχνίας και φιλοσοφίας του αραβικού πολιτισμού, όπως το Τολέδο, η Κόρδοβα και το Παλέρμο, άνοιξε τη Δύση στις αραβικές μεταφράσεις της αρχαίας γραμματείας και τα έργα μεγάλων Αράβων φιλοσόφων (κυρίως των Αβικέννα και Αβερρόη) φέρνοντας σημαντική ανάπτυξη της δυτικής φιλοσοφίας, επιστήμης, ιατρικής και οπτικής. Η μεταφραστική κίνηση και η εισαγωγή του αριστοτελισμού στα νεοϊδρυθέντα δυτικά Πανεπιστήμια του 13ου αιώνα διαμόρφωσε το μέχρι και τον 17ο αιώνα κυρίαρχο φιλοσοφικό σύστημα του σχολαστικισμού. Η Δύση πλέον ανταγωνίζονταν το Ισλάμ επί ίσοις όροις. Την ίδια στιγμή όμως που έπαιρνε το πάνω χέρι στη Δυτική Μεσόγειο, η οθωμανική επέλαση στην Ανατολή έφερνε και πάλι το Ισλάμ στο προσκήνιο.17

Η οθωμανική επέκταση: η Δύση κοιτάζει τον καθρέπτη

Η οθωμανική κατάκτηση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (14ος-16ος αιώνας) έφερε και πάλι ευρωπαϊκούς χριστιανικούς πληθυσμούς υπό μουσουλμανική κυριαρχία και βρήκε την Ευρώπη σε κατάσταση κρίσης, πολέμων και ανταγωνισμών, ενώ η εμφάνιση του προτεσταντισμού τον 16ο αιώνα διαίρεσε τη Δύση σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Η ραγδαία οθωμανική επέκταση στα Βαλκάνια επετεύχθει επί μικρών ανταγωνιστικών χριστιανικών βασιλείων που πολεμούσαν διαρκώς μεταξύ τους, έχοντας φέρει την περιοχή και τον πληθυσμό της στα όριά τους. Η σχετική πολιτική και οικονομική σταθερότητα που έφερε η Pax Ottomanica των επόμενων δύο αιώνων δεν ξεσήκωσε ιδιαίτερες αντιστάσεις από τους χριστιανικούς πληθυσμούς, οι οποίοι απολάμβαναν ένα καθεστώς σχετικής θρησκευτικής ανεκτικότητας. Η Αυτοκρατορία υπήρξε χαρακτηριστικά καταφύγιο καταδιωκόμενων εβραϊκών πληθυσμών από τα χριστιανικά βασίλεια της Ιβηρικής. 

Η ταχύτατη απορρόφηση των βαλκανικών χριστιανικών κρατιδίων και η κατάρρευση της ανταγωνίστριας ανατολικής ορθοδοξίας αρχικά δεν ανησύχησε τη Δύση. Ωστόσο, οι προσπάθειες ελέγχου της οθωμανικής επέλασης στον Δούναβη κατέληξαν σε πανωλεθρίες και οι Οθωμανοί φτάνοντας να πολιορκούν την Βιέννη το 1529 θα εγκατασταθούν ως νέα συνιστώσα του συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη. Οι ανταγωνισμοί τους με την καθολική αυτοκρατορία των Αψβούργων και η συχνή ενασχόληση των τελευταίων μαζί τους θα συμβάλλουν στην επικράτηση του προτεσταντισμού στην Κεντρική Ευρώπη.18 (Χάρτης 3)

Η Δύση δεν είχε πλέον στα νοτιοανατολικά της ένα ανταγωνιστικό χριστιανικό κράτος, αλλά μία συνεκτική μουσουλμανική Αυτοκρατορία, ηγεμονεύουσα στον ισλαμικό κόσμο. Ο οθωμανικός έλεγχος των αφρικανικών και ασιατικών εμπορικών δρόμων ώθησε τους δυτικούς στις ανακαλύψεις και τις ποντοπόρες αποικίες, ενώ ένωσε τις δυτικές ναυτικές δυνάμεις της Μεσογείου, οι οποίες επ’ αφορμή της οθωμανικής ενθάρρυνσης της βερβερικής πειρατείας συνέτριψαν τον οθωμανικό στόλο στη Ναύπακτο το 1571, περιορίζοντας τον οθωμανικό έλεγχο της Μεσογείου. Η οθωμανική επέκταση τερματίστηκε με την ήττα της πολιορκίας της Βιέννης το 1683, η οποία σηματοδότησε την αντίστροφη μέτρηση για την Αυτοκρατορία. Έκτοτε, κατέρρευσε σταδιακά καθώς η πολιτική δομή της αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις αναπτυσσόμενες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.20

Η γαλλική ουδετερότητα το 1683, κατά την πολιορκία της Βιέννης, οι συμμαχίες του γαλλικού κράτους με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και οι συχνές εμπλοκές της τελευταίας στους δυτικοευρωπαϊκούς ανταγωνισμούς αναδεικνύουν αφενός την ολοένα και μεγαλύτερη διπλωματική σημασία που αποκτά η ανατολική Ευρώπη και αφετέρου την τοποθέτηση της Αυτοκρατορίας εντός του πλαισίου της ευρωπαϊκής ισορροπίας δυνάμεων και των ρευστών συμμαχιών και ανταγωνισμών μεταξύ των ευρωπαϊκών μοναρχιών του 17ου αιώνα. Η διπλωματική αποδοχή της Αυτοκρατορίας όμως δεν σηματοδοτούσε και πολιτισμική αποδοχή. Μία παράπλευρη συνέπεια της οθωμανικής κατάκτησης και της έκλειψης της χριστιανικής Ανατολικής Αυτοκρατορίας, υπήρξε η ανάδειξη της τσαρικής Ρωσίας ως ‘Τρίτης Ρώμης’, προστάτιδας των απανταχού ορθοδόξων και η συνακόλουθη εμπλοκή της στον ευρωπαϊκό συσχετισμό δυνάμεων.21

Ο παραμορφωτικός καθρέπτης του ιμπεριαλισμού 

Όπως είδαμε, το Ισλάμ επηρέασε διαχρονικά, άμεσα και έμμεσα, τη δυτική Ευρώπη και αποτελεί αποφασιστικό και αναπόσπαστο στοιχείο της εξέλιξής της. Οι επαφές της δυτικής Ευρώπης με τον ισλαμικό κόσμο χρονολογούνται από την εμφάνιση του Ισλάμ και συνεχίζονται μέχρι και σήμερα, το ίδιο και η παρουσία μουσουλμανικών πληθυσμών στην Ευρώπη. Η συνύπαρξη της μεσαιωνικής Δύσης με τον προηγμένο ισλαμικό πολιτισμό προσέφερε την υιοθέτηση τεχνικών καινοτομιών, την επανάκτηση της αρχαίας γραμματείας και συνακόλουθες προόδους στην ευρωπαϊκή επιστήμη και φιλοσοφία. Οι συγκρούσεις των δύο κόσμων λάμβαναν αναγκαστικά θρησκευτικό προκάλυμμα, όμως οι πρωταρχικές αιτίες τους ήταν οικονομικές και πολιτικές. 

Από τον 17ο αιώνα κι έπειτα η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ευρώπη και η αποικιοκρατία θα αλληλοτροφοδοτούνται. Μέχρι τον 19ο αιώνα οι Ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις θα έχουν περάσει από την ανυποληψία στην παγκόσμια ηγεμονία. Η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα φέρει εκτεταμένους μουσουλμανικούς πληθυσμούς στη Μέση Ανατολή και το Μαγκρέμπ και πάλι υπό χριστιανική κυριαρχία. Η ιμπεριαλιστική εξόρμηση θα επενδυθεί ιδεολογικά μέσω ενός παραμορφωτικού καθρέπτη: η εικόνα της Δύσης (διαμορφωμένη αντιθετικά προς το Ισλάμ) θα ταυτιστεί με τον «πολιτισμό» και ο κάθε Άλλος με τον «πρωτογονισμό». Η Δύση αναλαμβάνει εκπολιτιστική αποστολή έναντι της «εξωτικής» Ανατολής. Στην πραγματικότητα οι κυριαρχούμενοι λαοί θα περάσουν τα πάνδεινα από το ευρωπαίους ιμπεριαλιστές «εκπολιτιστές» τους. Η στρεβλή εικόνα του «φονταμενταλιστικού Ισλάμ» που απειλεί τις ευρωπαϊκές αξίες αντανακλά το εν πολλοίς πρόσφατο φαινόμενο του ισλαμικού σεκταρισμού, το οποίο διαμορφώθηκε μέσω της ανάπτυξης του καπιταλισμού και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην Μέση Ανατολή και την Αφρική και αποτελεί τον ιδεολογικό μανδύα αυτής ακριβώς της ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης και των ρατσιστικών πολιτικών στην Ευρώπη.22

Αντίθετα από αυτή την εικόνα, το Ισλάμ ιστορικά υπήρξε περισσότερο ανεκτικό από την δυτική χριστιανοσύνη. Συμπαγείς χριστιανικοί πληθυσμοί που ανάγονται στον Μεσαίωνα εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη και σήμερα στην Μέση Ανατολή, όταν οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μουσουλμανικοί πληθυσμοί έχουν κατά μεγάλη πλειονότητα εκτοπιστεί από την ήπειρο. Η ανεκτικότητα επαναπροβάλλεται πρόσφατα ως ευρωενωσιακή φιλελεύθερη αξία και αγκαλιάζεται από την σοσιαλδημοκρατία και εσχάτως από την ρεφορμιστική αριστερά ως αντίδοτο στην ξενοφοβία. Η ίδια η έννοια όμως προϋποθέτει ένα ξένο κοινωνικό σώμα του οποίου την ύπαρξη ανέχεται η πλειονότητα. Οι επαναστάτες αντικαπιταλιστές δεν αρκούνται να υποστηρίζουν την ανοχή επί μερών της κοινωνίας αλλά αγωνίζονται για την ενότητα και αλληλεγγύη της εργατικής τάξης σε κάθε κράτος και διεθνώς, για ένα κόσμο συνύπαρξης και ελευθερίας για όλους, ανεξαρτήτως θρησκείας, καταγωγής και σεξουαλικού προσανατολισμού. 

 

Σημειώσεις

1. David Abulafia, «Η αραβική παρουσία στην Ευρώπη» στο Ελένη Αρβελέρ – Maurice Aymard (επιμ.), Οι Ευρωπαίοι, τόμος Α’, Σαββάλας, Αθήνα 2003, σσ.208-209 · Maurits S. Berger, A Brief History of Islam in Europe: Thirteen Centuries of Creed, Conflict and Coexistence, Leiden University Press, Χάγη 2014, σσ.24-25 · Norman Davies, Europe. A History, Pimlico, Λονδίνο 1997, σ.254.

2. D. C. Lindberg, Οι απαρχές της δυτικής επιστήμης, μτφρ. Η. Μαρκολέφας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π., Αθήνα 1997, σ.237 · Davies, ό.π., σσ.251-254 · David Nicholas, Η εξέλιξη του μεσαιωνικού κόσμου. Κοινωνία, διακυβέρνηση και σκέψη στην Ευρώπη, 312-1500, μετάφρ. Μαριάννα Τζιαντζή, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999, σσ.152-158.

3. Lindberg, ό.π., σ.236.

4. Abulafia, ό.π., σ.209 · Berger, ό.π., σσ.38-39,44-52 · Nicholas, ό.π., σσ.157-158.

5. Με δεύτερη σε μέγεθος το επίσης υπό μουσουλμανική κυριαρχία Παλέρμο της Σικελίας. Βλ. Nicholas, ό.π., σ.170.

6. Abulafia, ό.π., σσ.209-213,215-217 · Berger, ό.π., σσ.41-43 · Serge Berstein – Pierre Milza, Ιστορία της Ευρώπης. Από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα ευρωπαϊκά κράτη, 5ος-18ος αιώνας, τόμος Α’, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1997, σσ.44-45 · Davies, ό.π., σ.253-254 · Nicholas, ό.π., σσ.162-164,171-174.

7. Abulafia, ό.π., σσ.210-212 · Berger, ό.π., σσ.57-62 · Berstein–Milza, ό.π., σσ.45,85-87 · Davies, ό.π., σ.254-255 · Nicholas, ό.π., σσ.172-175.

8. Για μια γενική επισκόπηση βλ. Lindberg, ό.π., σσ.239-256.

9. Εκτός από τη Βενετία, η οποία ευνοήθηκε από τη μετατόπιση της εμπορικής δραστηριότητας προς τα ανατολικά. Βλ. Berstein–Milza, ό.π., σ.101.

10. Πρόκειται για τον Ιμπραήμ-Ιμπν-Γιακούμπ. Βλ. Davies, ό.π., σ.325.

11. Berger, ό.π., σσ.59-65 · Davies, ό.π., σ.255-258,266 · Nicholas, ό.π., σσ.175-178.

12. Abulafia, ό.π., σ.221 · Berger, ό.π., σσ.69-73 ·  Berstein–Milza, ό.π., σσ.141-142 · Nicholas, ό.π., σσ.165-169,385-388.

13. Berger, ό.π., σσ.79-80,93-94 · Berstein–Milza, ό.π., σσ.157-166 · Davies, ό.π,. σσ.358-362 · Nicholas, ό.π., σσ.385-411.

14. Davies, ό.π., σ.1241.

15. Abulafia, ό.π., σσ.217-224 · Berger, ό.π., σσ.74-76 · Berstein–Milza, ό.π., σ.157,266-268 · Davies, ό.π,. σ.345,393-394 · Nicholas,ό.π., σσ.405-411.

16. Abulafia, ό.π., σσ.221-225 · Berger, ό.π., σσ.74-78,81-92 · Berstein–Milza, ο.π., σσ.156.267-268 · Davies, ό.π,. σσ.336-339,394.

17. Abulafia, ό.π., σσ.215-216,219-221,225 · Berger, ό.π., σσ.97-105 · Berstein–Milza, ό.π., σσ.166,207 · Davies, ό.π,. σ.345,393 · Lindberg, ό.π., σσ.285-298,372-384 · Nicholas,ο.π., σσ.176-179,404,411-413.

18. Berger, ό.π., σσ.128-133,135-137 · Berstein–Milza, ό.π., σσ.256-260 · Davies, ό.π,. σ.386-388,445-451 · Nicholas,ο.π., σσ.627-631.

19. Davies, ό.π., σ.1259.

20. Berger, ό.π., σσ.133-134,138-141 · Berstein–Milza, ό.π., σσ.370-371,399 · Davies, ό.π,. σσ.444, 451, 558-560.

21. Berger, ό.π., σσ.142-147 · Davies, ό.π,. σ.389-393,455-457.

22. Για περισσότερα βλ. Chris Harman, Prophet and the Proletariat: Islamic Fundamentalism, Class and Revolution, Socialist Workers Party, Λονδίνο 2002.