Μεσάνυχτα στον Αιώνα
Βίκτορ Σερζ
272 σελίδες, Τιμή 16 €
Εκδόσεις Μέδουσα
Τον Μάρτη του 1933 ο Βίκτορ Σερζ συνελήφθη και οδηγήθηκε στα κελιά της διαβόητης GPU, της μυστικής αστυνομίας του Στάλιν στη Μόσχα. Μετά τις ανακρίσεις, ήρθε η ώρα της εξορίας, της «διοικητικής εκτόπισης». Ο τόπος ήταν το Ορενμπούργκ στα νότια Ουράλια. Εκεί ξεκίνησε τα πρώτα σχεδιάσματα του μυθιστορήματος που πήρε τον τίτλο Μεσάνυχτα του Αιώνα (δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1939).
Από τις συζητήσεις των χαρακτήρων η υπόθεση εκτυλίσσεται κάπου στα τέλη του 1933 κι αυτό δίνει το νόημα του τίτλου. Το 1933 είναι η χρονιά της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία. Η νίκη των ναζί και η συντριβή των ισχυρότερων κομμάτων και συνδικάτων της Αριστεράς στον κόσμο ήταν ένα παγκόσμιο σοκ.
Το 1933 ήταν, όμως, και η χρονιά του θριάμβου της σταλινικής αντεπανάστασης στην Ρωσία. Η κούρσα της εκβιομηχάνισης, η αναγκαστική κολεκτιβοποίηση της αγροτιάς σήμαινε ότι το βιοτικό επίπεδο των εργατών συμπιέστηκε δραματικά. Η Ρωσία έγινε βιομηχανική και στρατιωτική υπερδύναμη πάνω στα τσακισμένα κόκκαλα των εργατών και των αγροτών. Και σ΄ αυτόν τον μονόπλευρο εμφύλιο πόλεμο, όλες οι κατακτήσεις του Κόκκινου Οκτώβρη ξεριζώθηκαν, τα ιδανικά της Επανάστασης σύρθηκαν στη λάσπη.
Αυτή την πραγματικότητα εκφράζει ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες ο παλιός μπολσεβίκος και αμετανόητος αντιπολιτευόμενος Έλκιν στον επίσης εξόριστο νεαρό εργάτη Ροντιόν. «‘Και η σκέψη;’ Ρώτησε ο Ροντιόν. ‘Η σκέψη;’ ‘Α! Αυτή την στιγμή είναι κάτι σαν τον ήλιο του μεσονυχτίου που σου διαπερνάει το κρανίο. Παγωμένος. Τι πρέπει να γίνει αν είναι μεσάνυχτα του αιώνα;’»
Όμως, ούτε ο Έλκιν ούτε ο Ρόντιον συνθηκολογούν μπροστά σε αυτή την παγωμάρα. Ο Σερζ βάσισε τους χαρακτήρες των «πέντε τροτσκιστών» του βιβλίου, σε πραγματικούς αγωνιστές και αγωνίστριες που συνάντησε στην εξορία. Ο Έλκιν κι ο Ρίζικ (που τους ξανασυναντάμε στην Υπόθεση Τουλάγεφ του Σερζ), πιθανότατα «αντιπροσωπεύουν» τους Μπόρις Έλτσιν, μπολσεβίκος από το 1903, πρόεδρος του Σοβιέτ του Εκατερίνεμπουργκ το 1917, τον γιό του Βίκτορ Έλτσιν διοικητή μεραρχίας του Κόκκινου Στρατού στον Εμφύλιο. Η «Βαρβάρα» την Φάνια Επστάϊν από την Οδησσό («είμαι κομμουνίστρια από τις μέρες του Εμφύλιου, τραυματίστηκα στα δεκαοχτώ μου στη μάχη του Ορενμπούργκ»). Ο Ρόντιον είναι «σύνθεση» του Ιβάν Μπικ εργάτη υφαντουργίας και του Αλεξέι Σαντάλοφ εργάτη του Πουτίλοφ που είχε συλληφθεί γιατί είχε αποκαλέσει τον Στάλιν «νεκροθάφτη της Επανάστασης».
Το μυθιστόρημα είναι πρώτα και κύρια λοιπόν ένας ύμνος στους άγνωστους ήρωες και ηρωίδες της Αριστερής Αντιπολίτευσης που έμειναν όρθιοι παρά την ήττα. «Δεν μπορούμε ούτε να αποχωριστούμε το προλεταριάτο ούτε να πάψουμε να υπακούμε στην αλήθεια» σκέφτεται σε ένα σημείο η Βαρβάρα: «Η διαλεκτική της ιστορίας μας τοποθετεί προς το παρόν κάτω από τον τροχό. Οι νίκες θα ξαναρχίσουν, όταν δεν θα ζούμε πια».
Όμως, τα Μεσάνυχτα του Αιώνα δεν είναι ένα «ηρωικό και πένθιμο» μυθιστόρημα. Οι σύντροφοι του Σερζ δεν παραιτούνται από τη ζωή. Όχι μόνο γιατί αστειεύονται, τσακώνονται, φλερτάρουν -και στην περίπτωση του Ρόντιον- πίνουν. Το κυριότερο είναι ότι συζητάνε πολιτικά, ανταλλάσσουν γνώμες, «θέσεις» και αναλύσεις μεταξύ τους και με τους συντρόφους τους σε φυλακές και τόπους εξορίας εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, γραμμένες με μικροσκοπικά γράμματα που ταξιδεύουν καμουφλαρισμένα.
Προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα πάντα: την ήττα της επανάστασης, την ταξική φύση του καθεστώτος, τις διεθνείς εξελίξεις, να απαντήσουν στο ερώτημα «τι να κάνουμε;» έστω κι αν γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα πέρα από το αντισταθούν στη βαρβαρότητα. Στον τέταρτο τόμο της βιογραφίας του Τρότσκι από τον Τ. Κλιφ υπάρχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο, το τέταρτο, αφιερωμένο στους «Τροτσκιστές στην ΕΣΣΔ» στο οποίο παρουσιάζονται αυτές οι συζητήσεις.
Ο Ρόντιον -που είναι και πιο νέος- εκφράζει τις πιο σκληρές απόψεις: «Ο Λένιν δεν πρόκειται να αναστηθεί από το μαυσωλείο του. Τα μόνα μας αδέλφια είναι οι άνθρωποι της δουλειάς που δεν έχουν πια ούτε ψωμί ούτε δικαιώματα. Σ’ αυτούς πρέπει να μιλήσουμε, μ’ αυτούς πρέπει να ξανακάνουμε την Επανάσταση και πρώτα απ’ όλα ένα καινούργιο, εντελώς διαφορετικό Κόμμα…». Ο Ρόντιον στο τέλος επιλέγει να αποδράσει.
Οι σύντροφοι του Σερζ δεν είναι βέβαια οι μοναδικοί «πρωταγωνιστές» του μυθιστορήματος. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν πρωταγωνιστές, ένας χαρακτήρας που γύρω του περιστρέφονται οι υπόλοιποι. Ο Σερζ είχε διαμορφώσει το συγγραφικό του στυλ αφομοιώνοντας όχι μόνο την παράδοση του κλασσικού μυθιστορήματος αλλά και τα μοντερνιστικά ρεύματα με την πειραματική, μη-γραμμική φόρμα τους.
Έτσι, οι διαδρομές των άλλων χαρακτήρων εξελίσσονται παράλληλα, διασταυρώνονται αλληλοεπηρεάζονται με αυτές των Αντιπολιτευόμενων εξόριστων. Ο «αρχηγός» Φεντοσένκο της τοπικής GPU κι οι υπόλοιποι ασφαλίτες («παραβρέθηκαν εκεί επτά στολές, τέσσερα ζευγάρια γυαλιά, επτά υπηρεσιακά περίστροφα»). Ο μηχανικός Μπότκιν που γράφει στο κρυφό ημερολόγιό του «Ο άνθρωπος ασήμαντος μπροστά στην παραγωγή. Η παραγωγή αποκτά συνείδηση της ίδιας μέσα από το Πλάνο». Και βέβαια ο ίδιος ο «Ηγέτης», ο «Γενικός Γραμματέας», δηλαδή ο Στάλιν. Κι αυτοί οι χαρακτήρες δεν είναι καρικατούρες, ακόμα κι αν είναι ασπόνδυλοι γραφειοκράτες, αδίστακτοι μπάτσοι, δειλοί χαφιέδες.
Υπάρχουν και άλλα μυθιστορήματα για τον σταλινικό τρόμο, μυθιστορήματα πολύ γνωστότερα στη Δύση από το βιβλίο του Σερζ, όπως η Φάρμα των Ζώων και το 1984 του Τζορτζ Όργουελ, το «Μηδέν και το Άπειρο» του Άρθουρ Κέστλερ. Το καθένα με τον τρόπο του παρουσιάζει μια ρώσικη κοινωνία «ολοκληρωτική», μια κοινωνία σκλάβων-ρομπότ, όπου είναι «μοιραίο» η επανάσταση να «τρώει τα παιδιά της». Ήταν ένα επιχείρημα που οι υπερασπιστές του «ελεύθερου κόσμου» της Δύσης προτιμούσαν ιδιαίτερα: ο Λένιν οδήγησε στον Στάλιν.
Η δύναμη του Σερζ είναι ότι πάει πολύ πιο βαθιά από αυτές τις επιφανειακές αναλύσεις. Προσπαθεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα γιατί και πώς χάθηκε η Ρώσικη Επανάσταση, με εργαλείο τον μαρξισμό. Δεν βρήκε όλες τις απαντήσεις, κάποιες στιγμές έδωσε τις λάθος. Ήρθε σε σύγκρουση για παράδειγμα με τον Τρότσκι για μια σειρά θέματα, από την καταστολή της εξέγερσης της Κρονστάνδης το 1921 μέχρι τη στάση απέναντι στο POUM στην Ισπανία το 1936-1937.
Αλλά παρόλες αυτές τις συγκρούσεις, ο Σερζ μέχρι το θάνατό του –πέθανε πάμφτωχος, άρρωστος και μόνος στο Μεξικό το 1947- δεν εγκατέλειψε την υπεράσπιση της επανάστασης του Οκτώβρη. Ο Σερζ μέσα από τα κείμενά του, όπως αυτό το εκπληκτικής δύναμης μυθιστόρημα, μας δίνει κάτι πολύτιμο: τους πραγματικούς ανθρώπους που ενθουσιάστηκαν, ρίχτηκαν συνειδητά και ολόψυχα στον αγώνα και θυσιάστηκαν, για μια ελεύθερη κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση.