Ο Τάσος Αναστασιάδης από τον Συντονισμό Εργατικής Αντίστασης δίνει την εικόνα της μεγάλης σύγκρουσης:
ο Χατζηδάκης εκστρατεύει για να τσακίσει τα σωματεία την ώρα που οι εργαζόμενοι τα αγκαλιάζουν
Ο Χατζηδάκης φέρνει μέσα στον Μάιο νέο αντισυνδικαλιστικό νομό που προβλέπει σκληρό χτύπημα στα συνδικάτα, στον συνδικαλισμό και στο δικαίωμα στην απεργία. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρόκειται για την ιδεολογική εμμονή του Μητσοτακέικου ενάντια στα συνδικάτα και τις απεργίες. Άλλωστε και ο πατέρας Μητσοτάκης είχε προσπαθήσει αντίστοιχα μέτρα, αλλά τελικά απότυχε, μια που τα συνδικάτα που τόσο μισούσε και ήθελε να διαλύσει, τελικά κατάφεραν με τις απεργίες τους να τον ανατρέψουν
Όμως δεν πρόκειται απλά για ιδεολογική εμμονή ενάντια στα συνδικάτα που έτσι και αλλιώς χαρακτηρίζει συνολικά την δεξιά, αλλά για πολιτική επιλογή. Η κυβέρνηση της ΝΔ βλέπει πολύ καθαρά ότι οι επιθέσεις που φέρνει ενάντια στην εργατική τάξη, ξεσηκώνουν θύελλες αντιδράσεων. Αυτή ήταν η εμπειρία τον τελευταίο ενάμιση χρόνο μέσα στην πανδημία. Βλέπει όμως πολύ περισσότερο ότι ο κόσμος της δουλειάς ταυτόχρονα οργανώνεται. Στρέφεται και μαζικοποιεί τα συνδικάτα, για να δώσει τις μάχες του. Τα εμπιστεύεται πολύ περισσότερο από άλλες στιγμές ή φτιάχνει νέα συνδικάτα όταν δεν έχει τέτοια εργαλεία στη διάθεση του. Η επίθεση της ΝΔ στα συνδικάτα και την οργάνωση της εργατικής τάξης, λογοδοτεί στην πραγματικότητα ότι εργαζόμενοι στρέφονται προς τα συνδικάτα και η περίοδος της πανδημίας το επιβεβαίωσε με τον πιο καθαρό τρόπο. Πρόκειται για μια καθαρή τάση που μπορεί να την δει κανείς σχεδόν παντού
Ίσως το πιο ισχυρό παράδειγμα να έρχεται από τον χώρο των καλλιτεχνών. Στις αρχές της περσινής άνοιξης η κυβέρνηση προχώρησε στο πρώτο λοκντάουν και το κλείσιμο όλων των θεατρικών, μουσικών και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων. Τα μέτρα που ανακοίνωσε για τους εργαζόμενους συνολικά, σήμαιναν ότι μόλις το 15-20% των καλλιτεχνών θα έπαιρνε το επίδομα των 534 ευρώ. Η απάντηση των χιλιάδων εργατών και εργατριών της Τέχνης ήταν, “συσπειρωνόμαστε στα σωματεία μας”. Χιλιάδες μαζικοποίησαν τις κινητοποιήσεις που καλούσαν τα συνδικάτα του κλάδου διεκδικώντας επίδομα για όλους. Και κατάφεραν να κερδίσουν εξασφαλίζοντας ότι το επίδομα πλέον έχει φτάσει να το παίρνει σχεδόν το 80% των εργαζόμενων στον κλάδο.
Όμως δεν ήταν μονάχα η συμμετοχή στις κινητοποιήσεις. Όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι πήγαν και γραφτήκαν στα σωματεία τους είτε για πρώτη φορά, είτε ενεργοποιήθηκαν ξανά σε αυτά. Στα τέλη Ιούνη του ‘20 έγιναν εκλογές στο ΣΕΗ (Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών). Η συμμετοχή στις κάλπες από 500 άτομα το 2018, εκτινάχθηκε στα 1500 άτομα στις εκλογές του 2020. Και δεν ήταν μια κίνηση εφάπαξ. Το ξέσπασμα των κινητοποιήσεων ενάντια στις σεξιστικές επιθέσεις στον κλάδο έδωσαν συνέχεια στη δράση γύρω από το σωματείο. Ακόμη και στην τελευταία συνέλευση του ΣΕΗ στα μέσα Απριλίου η συμμετοχή ξεπέρασε τους 400 εργαζόμενους όταν οι αντίστοιχες συνελεύσεις τα προηγούμενα χρόνια οριακά έφταναν τους 50-70 εργαζόμενους. Και είναι τόσο δυνατός ο απόηχος αυτός που επηρεάζει τους πάντες. Την φετινή άνοιξη, οι σπουδαστές των θεατρικών σχολών οργανώθηκαν ανά σχολή αλλά και έφτιαξαν το συντονιστικό τους για να παλέψουν για το ασφαλές άνοιγμα των θεατρικών σχολών.
Αντίστοιχη και η εικόνα από τον χώρο του Τουρισμού Επισιτισμού. Κι εδώ η απάντηση στην εξαθλίωση και την ανεργία των εργαζόμενων του κλάδου, που έφερνε η κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας, σήμανε την συμμετοχή εκατοντάδων εργαζόμενων στις κινητοποιήσεις του κλαδικού Συνδικάτου Τουρισμού Επισιτισμού Αττικής. Το συνδικάτο είναι αρκετά μαζικό με περισσότερους από 3.500 ψηφίσαντες στις τελευταίες εκλογές πριν από δύο χρόνια. Όμως αυτήν την περίοδο της πανδημίας, κοντά 500, νέοι στην πλειοψηφία τους, εργαζόμενοι έγιναν μέλη του Συνδικάτου δείχνοντας την εμπιστοσύνη τους στην οργανωμένη πάλη. Και έχει σημασία, γιατί εκτός από του μεγάλους χώρους του κλάδου όπως τα ξενοδοχεία, η πλειοψηφία δουλεύει σε μικρούς χώρους με λιγοστούς εργαζόμενους όπου πάντα ο συνδικαλισμός είναι πιο δύσκολος. Ένα δεύτερο στοιχείο στον κλάδο είναι η εξέλιξη στις επιχειρήσεις ντελίβερυ. Μέσα στην πανδημία γιγαντώθηκε ο κλάδος, με την μαζική είσοδο εταιριών όπως η Wolt και η Ε-food. Όλοι ξέρουν ότι πρόκειται για ένα κλάδο με λιγοστά εργασιακά δικαιώματα, δουλειά με το κομμάτι και δεκάδες θανατηφόρα ατυχήματα στο κυνήγι του μεροκάματου. Κι όμως ακόμη και εδώ έχουν ξεκινήσει να γίνονται βήματα για να οργανωθούν απέναντι στην εργοδοσία με μαζέματα εργαζόμενων και συζητήσεις για συγκρότηση επιτροπών.
Στο κέντρο της μάχης
Στα δημόσια νοσοκομεία που έχουν βρεθεί στο κέντρο της μάχης με την πανδημία, είναι πλέον γνωστή η εικόνα ότι σχεδόν το 25% των εργαζόμενων είναι συμβασιούχοι. Συμβασιούχοι του ΟΑΕΔ, επικουρικοί γιατροί, επικουρικό νοσηλευτικό προσωπικό, εργολαβικοί. Χιλιάδες εργαζόμενοι που όχι μόνο δίνουν τη μάχη με την πανδημία αλλά και τη μάχη για να οργανωθούν, να μπουν στα σωματεία. Στον Άγιο Σάββα, η μάχη για να μην απολυθούν οι 100 εργαζόμενοι στην καθαριότητα έτσι ώστε να αντικατασταθούν από εργολάβο, σήμανε ότι αυτοί οι εργαζόμενοι όχι μόνο έγιναν μέλη του σωματείου αλλά παραμένουν από τα πιο μαχητικά κομμάτια που είναι στην πρώτη γραμμή. Και συνέχισαν, λίγους μήνες μετά με αντίστοιχη μάχη για τους συμβασιούχους στη φύλαξη και για τους επικουρικούς γιατρούς. Η ένταξη των συμβασιούχων στα σωματεία δίνει τεράστια δύναμη στα ίδια τα σωματεία και ταυτόχρονα δίνει την οργάνωση που θέλουν οι ίδιοι για να παλέψουν. Άλλες φορές οι συμβασιούχοι οργανώνονται με επιτροπές για να διεκδικήσουν, όπως έγινε στο Έλενα Βενιζέλου με τις εργαζόμενες στην καθαριότητα στις αρχές του ’20 και κέρδισαν απέναντι στην αναλγησία της διοίκησης.
Παραμένει μάχη η οργάνωση των συμβασιούχων στην Υγεία, γιατί πολλές συντηρητικές ηγεσίες σωματείων δεν γράφουν τους συμβασιούχους στη δύναμη τους, ενώ ακόμη και η ΠΟΕΔΗΝ κοντράρει τη συμμετοχή των επισφαλώς εργαζόμενων στις εκλογικές διαδικασίες των συνεδρίων της. Όμως το νερό έχει μπει στο αυλάκι, οι συμβασιούχοι όχι μόνο συντονίζονται μέσα από τα δικά τους δίκτυα, αλλά αποτελούν πλέον αναπόσπαστο δυναμικό κομμάτι των κινητοποιήσεων των υγειονομικών. Έτσι φτάσαμε στο σημείο, το αίτημα για τη μονιμοποίηση των χιλιάδων συμβασιούχων να είναι το βασικό αίτημα όλων των κινητοποιήσεων των Υγειονομικών όλους τους τελευταίους μήνες.
Ακόμη όμως και με πιο αδύναμα κομμάτια αντίστοιχη είναι η εικόνα. Το καλοκαίρι που πέρασε πάνω από 100 σχολικές καθαρίστριες του δήμου της Αθήνας, όλες μετανάστριες, πετάχτηκαν στην ανεργία γιατί δεν είχαν ελληνική Ιθαγένεια. Η απάντηση τους ήταν να οργανωθούν, να φτιάξουν την επιτροπή τους, να πιέσουν τα συνδικάτα τους, να παλέψουν και τελικά να κερδίσουν το φθινόπωρο την επαναπρόσληψη τους. Σήμερα είναι πλέον μέλη τόσο του κλαδικού συνδικάτου καθαριστριών σχολείων Αθήνας όσο και του σωματείου των εργαζόμενων του Δήμου Αθήνας.
Αυτό το διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη ο αγώνας που δίνουν οι 145 καθαρίστριες του υπ. Οικονομικών για να μην απολυθούν. Πατώντας πάνω στην παράδοση των αγώνων των καθαριστριών του ίδιου υπουργείου την περίοδο ‘12-’14, με καθημερινές κινητοποιήσεις, με τη συγκρότηση της επιτροπής τους κέρδισαν μια πρώτη μάχη και συνεχίζουν για τη μονιμοποίηση τους.
Ένα ακόμη παράδειγμα έρχεται από τους εργολαβικούς στην INVITE του νοσοκομείου Ευαγγελισμός. Πρόκειται για εργαζόμενους που δούλευαν παλιότερα σε εταιρία της ΙΝΤΡΑΚΟΜ, και ήταν αυτοί οι τεχνικοί το πιο μαχητικό κομμάτι του σωματείου, έχοντας καταφέρει την προηγούμενη δεκαετία να μετατρέψουν το συγκεκριμένο σωματείο (με τη στήριξη της αντικαπιταλιστικής αριστεράς) σε παράδειγμα για όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου τεχνολογίας. Η εργοδοσία πριν δυο χρόνια πούλησε την επιχείρηση για να σπάσει τον συνδικαλισμό. Κατάφερε έτσι ένα πλήγμα στον συνδικαλισμό στη ΙΝΤΡΑΚΟΜ, αλλά στο σήμερα, αυτοί οι εργαζόμενοι της INVITE βγήκαν μαζικά και μαχητικά στην απεργία των νοσοκομείων στις 22 Απρίλη, συγκρουόμενοι με την εργοδοσία τους και παίρνοντας έμπνευση από τις κινητοποιήσεις των υγειονομικών.
Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει δεκάδες τέτοια παραδείγματα πρόσφατα, αλλά και των τελευταίων δύο χρόνων. Στα εκπαιδευτικά συνέδρια της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ το 2019 για παράδειγμα, συμμετείχαν δεκάδες περισσότεροι σύνεδροι, πράγμα που σημαίνει ότι τουλάχιστον 5000-6000 περισσότεροι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν στις εκλογικές διαδικασίες των ΕΛΜΕ και των Διδασκαλικών Συλλόγων σε όλη την Ελλάδα, δηλαδή κινήθηκαν γύρω από το σωματείο τους, το μαζικοποίησαν, το δυνάμωσαν. Όλη αυτή η εικόνα δίνει τη δυνατότητα να βγουν κάποια πολύτιμα συμπεράσματα για το σημείο που βρισκόμαστε.
Για χρόνια ακούμε τη φιλολογία ότι οι εργαζόμενοι στρέφουν την πλάτη τους στα σωματεία, δεν τα θέλουν. Κατά κύριο λόγο αυτή η επιχειρηματολογία ξεκινάει από τους από πάνω, από τις κυβερνήσεις, αλλά πολλές φορές αυτές τις απόψεις τις αναπαράγουν και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες ακόμη και τις αριστεράς. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Ο συνδικαλισμός επιστρέφει για παλιά και νέα κομμάτια εργαζόμενων.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι αυτή η διαδικασία συνδικαλιστικής οργάνωσης πάει πακέτο με τους αγώνες, τις απεργίες, τις διεκδικήσεις. Αν κανείς περιδιάβαινε τα προηγούμενα χρόνια συνέδρια συνδικαλιστικών οργανώσεων θα άκουγε συνέχεια την επωδό ότι χρειάζεται να οργανωθούν οι επισφαλώς εργαζόμενοι. Αποδεικνύεται στην πράξη ότι αυτή η διαδικασία δεν γίνεται με λόγια, αλλά μέσα στη μάχη, μέσα στη σύγκρουση για να υπερασπιστείς δικαιώματα. Ανοίγεις τη μάχη, γιατί ο κόσμος θέλει να παλέψει και μέσα στη μάχη χτίζονται και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, δυναμώνουν τα συνδικάτα. Με μάχες κερδίζει το συνδικάτο την εμπιστοσύνη των εργαζόμενων, με μάχες καταλαβαίνει ο εργαζόμενος την ανάγκη του συνδικάτου.
Το τρίτο στοιχείο είναι ότι όλη αυτή η διαδικασία έχει ξεχωριστή σημασία γιατί δεν γίνεται στο κενό. Γίνεται μέσα στη χρονιά της πανδημίας. Με δεκάδες χιλιάδες απολυμένους χωρίς εισόδημα ή το επίδομα των 534 ευρώ, σε συνθήκες διαρκών αστυνομικών απαγορεύσεων. Αυτές οι άθλιες συνθήκες που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη κάνουν ακόμη πιο σημαντική όλη αυτή τη διαδικασία του κόσμου που παλεύει, διεκδικεί, οργανώνεται και δυναμώνει τα συνδικάτα.
Διεθνής εικόνα
Χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε ότι όλη αυτή η εικόνα δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Στην πραγματικότητα είναι μια εικόνα που μπορεί κανείς να την συναντήσει σε κάθε χώρα. Μια εικόνα που δείχνει ότι είμαστε στο σημείο που έχει αρχίσει διεθνώς να αντιστρέφεται το κλίμα των προηγούμενων δεκαετιών. Τις δεκαετίες από το 1980 μέχρι το 2000 η πραγματική εικόνα ήταν ότι στις περισσότερες χώρες της δύσης είχαμε μείωση της συνδικαλιστικής πυκνότητας όπως την λένε, δηλαδή της συμμετοχής των εργαζόμενων στα συνδικάτα. Προφανώς είχε να κάνει με τη σκληρή επίθεση του Θατσερισμού και του Ρηγκανισμού στην εργατική τάξη. Επίθεση στους μισθούς, στις συνθήκες δουλειάς και ζωής και προσπάθεια για τσάκισμα των συνδικάτων. Η ήττα της μεγάλης απεργίας των ανθρακωρύχων στη Μ Βρετανία το 1984 -1985 και των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας στις ΗΠΑ από τον Ρηγκαν σήμανε την εδραίωση αυτής της τάσης.
Συμφώνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι συνδικαλισμένοι εργάτες στη Μεγάλη Βρετανία ήταν το 1970 το 49% του εργατικού δυναμικού και έφτασαν το 2000 περίπου στο 32%. Αντίστοιχα στη Γερμανία απο το 38% έφτασαν στο 29%, στην Γαλλία από 23% έφτασαν στο 9%, στην Ισπανία από το 30% στο 15 %, και στις ΗΠΑ έφτασε το ποσοστό κάτω από 10% αντί για 22% που ήταν το 1970.
Αυτή η τάση υποχώρησης του συνδικαλισμού πλέον έχει αρχίσει να αντιστρέφεται. Έχουμε αρχίσει να βλέπουμε σκιρτήματα και προσπάθεια να αναστηθεί ο συνδικαλισμός και η οργάνωση των εργατών σε μια σειρά από χώρους δουλειάς που τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν αδιανόητο. Κατά κύριο λόγο σε εταιρίες παγκόσμια μεγαθήρια, με βασικό χαρακτηριστικό την επισφάλεια στην εργασία.
Μια τέτοια προσπάθεια που δίνει την εικόνα, ήταν η προσπάθεια να οργανωθεί η αποθήκη της ΑΜΑΖΟΝ στο Bessemer της Alabama στις ΗΠΑ, που απασχολεί 5.800, μαύρους στην πλειοψηφία τους εργάτες και εργάτριες. Η ΑΜΑΖΟΝ δεν είναι μια οποιαδήποτε εταιρία. Μαζί με την Γουόλ Μαρτ είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης στις ΗΠΑ. Η Amazon έχει 800.000 εργαζόμενους στις ΗΠΑ και έχει ξεπεράσει το 1.200.000 εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο. Είναι η πρώτη εταιρία μαζί με την Apple που η αξία τους ξεπερνάει το ένα τρις δολάρια και ο ιδιοκτήτης της Τζεφ Μπέζος είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Και δεν υπάρχει πουθενά συνδικαλισμός.
Τους λόγους τους περιγράφει ο Richardson, ένας εργαζόμενος στη διαλογή, που πρωτοστάτησε στην προσπάθεια να οργανωθεί ο χώρος. Ο ίδιος ήταν πολύ χαρούμενος όταν ξεκίνησε δουλειά, όμως η δουλειά εκεί ήταν βασανιστήριο. Έπαιρνε τα εμπορεύματα από ένα μεγάλο μεταλλικό κάδο που τον φέρνουν ρομπότ στο σταθμό που δούλευε, και μετά άρχιζε ο αγώνας δρόμου για να βάλει τα επιμέρους αντικείμενα στη σωστή θέση για να πακεταριστούν. Υπάρχουν διπλά του οθόνες βίντεο που του λένε τι να κάνει σε κάθε βήμα, λεπτό προς λεπτό. Η υποχρέωση του είναι να τακτοποιεί 315 την ώρα, δηλαδή πέντε εμπορεύματα το λεπτό, δηλαδή ένα εμπόρευμα σε 15 δευτερόλεπτα. Και αυτό από τις 7.15 το πρωί μέχρι τις 5.45 το απόγευμα.1
Η μάχη για να οργανωθεί αυτό το γιγαντιαίο εργοστάσιο τελικά δεν καρποφόρησε. Στα τέλη του Μάρτη το συνδικάτο RWDSU έχασε την ψηφοφορία. Η εργοδοσία έκανε μια τεράστια καμπάνια. Καθημερινά έστελνε μηνύματα στους εργαζόμενους ενάντια στο συνδικάτο. Ακόμη και στις τουαλέτες είχε βάλει αφίσες ενάντια στο συνδικάτο. Και κατάφερε να κερδίσει ότι ο χώρος δεν οργανώθηκε τελικά. Το βασικό πρόβλημα ήταν ότι το συνδικάτο δεν συνδύασε την προσπάθεια να οργανωθεί ο χώρος μαζί με την προσπάθεια να προχωρήσει σε κινητοποιήσεις που θα μπορούσαν να κερδίσουν την ενεργητική υποστήριξη των εργαζόμενων απέναντι στα εργοδοτικά ψέματα.
Όμως το γεγονός ότι έχει ξεκινήσει η προσπάθεια να οργανωθούν νέοι χώροι που δεν είχαν καμία σχέση με τον συνδικαλισμό είναι ένα τεράστιο βήμα μπροστά. Και δεν είναι το μόνο όσον αφορά στην ΑΜΑΖΟΝ. Στην Ιταλία οι 9.500 εργαζόμενοι της εταιρίας κατέβηκαν σε απεργία στις 22 Μάρτη απαιτώντας μείωση του φόρτου εργασίας και μέτρα προστασίας. Αντίστοιχες κινητοποιήσεις έχουν γίνει σε εγκαταστάσεις της ΑΜΑΖΟΝ τα τελευταία δυο χρόνια, από τις ίδιες τις ΗΠΑ, μέχρι τη Γερμανία, τη Γάλλια, την Ισπανία.
Πιο γνωστή είναι η προσπάθεια που γίνεται στην εταιρία ταχυδιανομής Deliveroo στη Μ. Βρετανία με πάνω από 6000 εργαζόμενους. Το 2016 οι εργαζόμενοι που δούλευαν με το κομμάτι, σαν εργολάβοι του εαυτού τους και χωρίς δικαιώματα, προχώρησαν σε πολυήμερη απεργιακή κινητοποίηση και έτσι κατάφεραν να κερδίσουν απέναντι στους μισθούς πείνας αλλά ταυτόχρονα κατάφεραν να στήσουν και το συνδικάτο τους στον χώρο. Και από τότε συνεχίζουν τις μάχες. Στις αρχές του Απρίλη το συνδικάτο που τους εκπροσωπεί, Ανεξάρτητοι Εργαζόμενοι της Μεγάλης Βρετανία (IWGB) προχώρησε σε απεργία 400 διανομέων στο Λονδίνο και σε άλλες πέντε πόλεις στην Αγγλία με κεντρικό αίτημα τις αυξήσεις στου μισθούς και μέτρα προστασίας από τον κορονοιό. Ένα κάτεργο της επισφάλειας που τελικά ο συνδικαλισμός και η οργάνωση των εργαζόμενων κέρδισε και στέριωσε.
Η κυβέρνηση της ΝΔ με το νέο νόμο που θέλει να φέρει ο Χατζηδάκης στη βουλή τον Μάιο, προσπαθεί να απαντήσει για λογαριασμό των αφεντικών σε αυτήν την τάση.
Ο νόμος Χατζηδάκη, έχει μια σειρά από διατάξεις που καταργούν ουσιαστικά το 8ωρο δίνοντας τη δυνατότητα στα αφεντικά να αντιμετωπίσουν την κρίση ξεζουμίζοντας για περισσότερες ώρες τους εργαζόμενους χωρίς αμοιβή. Εκεί όμως που η ΝΔ ξεπερνάει τον πιο αντιδραστικό της εαυτό είναι σε σχέση με τα συνδικάτα και τις απεργίες. Θέλουν να υποχρεώσουν σε όλες τις επιχειρήσεις ακόμη και του ιδιωτικού τομέα (και όχι μόνο της κοινής ωφέλειας όπως είναι μέχρι τώρα) να υπάρχει προσωπικό ασφαλείας το 40% των εργαζόμενων σε περίπτωση απεργιών. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η επιχείρηση θα δουλεύει σε περίπτωση απεργίας ακόμη και αν το 100% των εργαζόμενων θέλει να απεργήσει. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται αυτοί οι όροι θα υπάρχουν ποινές, οι απεργίες θα βγαίνουν παράνομες και για παράνομες και καταχρηστικές απεργίες θα μπορεί το αφεντικό να διεκδικεί αποζημίωση από τους εργαζόμενους.
Θέλουν να απαγορεύσουν πρακτικά τις απεργιακές περιφρουρήσεις και συγκεντρώσεις έξω από τους χώρους δουλειάς, γιατί εξασκούν «ψυχολογική βία». Απαιτούν οι αποφάσεις για απεργίες να παίρνονται μονάχα με ηλεκτρονικές ψηφοφορίες με αυξημένες πλειοψηφίες του 50%+1 των ταμειακώς εντάξει μελών του σωματείου. Θέλουν να μειώσουν δραστικά τον αριθμό των μελών της διοίκησης των σωματείων που προστατεύονται από απόλυση, θέλουν να μειώσουν στο ελάχιστο τις μέρες συνδικαλιστικών αδειών. Διευκολύνουν την απόλυση ακόμη και των συνδικαλιστών αν εμποδίζουν απεργοσπάστες να μπουν για δουλειά την ημέρα της απεργίας, ή αν το αφεντικό για παράδειγμα τους έχει κάνει μήνυση, ή έχουν κάποιο αδίκημα.
Η κυβέρνηση του Μητσοτάκη προσπαθεί να αξιοποιήσει και να επεκτείνει ακόμη πιο αντιδραστικά, το οπλοστάσιο που ψήφισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2018. Τότε η Αχτσιόγλου, με πρόσχημα ότι τάχα ήθελε να δυναμώσει τα πρωτοβάθμια σωματεία, προώθησε νομό που απαιτεί πλέον αυξημένη πλειοψηφία του 50%+1 των μελών ενός σωματείου για να αποφασίσει απεργία, και άνοιγε την πόρτα για ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, σε εθελοντική βάση. Πρόκειται για διατάξεις που ποτέ δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη από κανένα σωματείο, αλλά έμειναν στα χαρτιά.
Η υπουργός Παιδείας Κεραμέως, το φθινόπωρο του 2020 προσπάθησε να αξιοποιήσει αυτόν τον νομό του ΣΥΡΙΖΑ και με πρόσχημα την πανδημία, να οργανώσει ηλεκτρονική ψηφοφορία για τα υπηρεσιακά συμβούλια στην Εκπαίδευση. Τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών ΟΛΜΕ και ΔΟΕ αρνήθηκαν καλώντας σε αποχή από την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Η Κεραμέως επέμεινε προσπαθώντας να αποδείξει ότι οι απλοί εργαζόμενοι δεν ακολουθούν τα σωματεία τους αλλά το υπουργείο, για να εισπράξει τελικά ένα ποσοστό αποχής των εκπαιδευτικών πάνω από 90% πανελλαδικά. Οι εργαζόμενοι επέλεξαν τα συνδικάτα τους, γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια τόσο το υπουργείο όσο και το νομό για τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες.
Μεγάλη παράδοση
Η πάλη για την κατάκτηση των συνδικαλιστικών ελευθεριών έχει μεγάλη παράδοση στην Ελλάδα. Δεν ήταν κάτι που έγινε φυσιολογικά μετά την πτώση της χούντας το ’74, αλλά χτίστηκε με μεγάλες μάχες στην περίοδο που ονομάζουμε Μεταπολίτευση. Η πτώση της χούντας σήμανε μια τεράστια έκρηξη μέσα στους χώρους δουλειάς. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργοστασίων δεν είχαν σωματεία ούτε ίχνος συνδικαλιστικής δράσης. Αυτό που είχαν ήταν ο τεράστιος ενθουσιασμός από την πτώση της χούντας και η διάθεση να πάρουν όλα όσα τους είχε στερήσει η επταετία. Μισθούς, δικαιώματα, δημοκρατία στους χώρους δουλειάς. Έτσι η συντριπτική πλειοψηφία των απεργιών που ξεσπούσαν ήταν ουσιαστικά «παράνομες». Κανένα ΔΣ δεν έστελνε εξώδικο για να κοινοποιήσει την απεργία. Οι πιο μαχητικοί εργάτες και οι εργάτριες από τα εργοστάσια οργανώνονταν σε εργοστασιακές επιτροπές βάσης, προχωρούσαν σε συνέλευση στο εργοστάσιο τους και δημοκρατικά συζητούσαν και αποφάσιζαν τα αιτήματα και την απεργία. Έστηναν απεργιακές φρουρές στην πύλη, ξεχύνονταν στα διπλανά εργοστάσια για να μεταφέρουν το μήνυμα της απεργίας τους και για να ζητήσουν συμπαράσταση συντονίζονταν με το υπόλοιπα εργοστάσια που απεργούσαν. Έτσι απλώθηκε η φωτιά του εργοστασιακού κινήματος παντού. Με παράνομες απεργίες, που κέρδιζαν αυξήσεις 20% και 30%, μείωση ωρών εργασίας, απόλυση για τους χουντικούς προϊστάμενους, και ταυτόχρονα με αυτόν τον τρόπο στηθήκαν και τα σωματεία σε εκατοντάδες εργοστάσια. Αυτή η φλόγα απλώθηκε και στις επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας (τις ΔΕΚΟ) και παντού.
Η κυβέρνηση Καραμανλή, προσπάθησε να τσακίσει αυτήν τη συνδικαλιστική έκρηξη με τον νόμο 330 του ’76. Ο νόμος αυτός, χαρακτήριζε παράνομες όσες απεργίες δεν κηρύσσονται από τα επίσημα «αναγνωρισμένα σωματεία», δηλαδή έβγαζε εκτός νόμου τις απεργίες των εργοστασιακών σωματείων και οι απεργοί απειλούνταν πλέον με απολύσεις και ποινές. Για να κηρυχτεί απεργία υποχρεωτικά έπρεπε να προηγηθεί διαιτησία. Κατοχύρωνε την απεργοσπαστική δράση και το λοκ-άουτ. Απαγόρευε τις απεργίες αλληλεγγύης και κάθε πολιτική απεργία. Υποχρέωνε τους εργαζόμενους σε Δημόσιο και ΔΕΚΟ να γνωστοποιούν τα αιτήματά τους 15 μέρες πριν από την κήρυξη της απεργίας. Ακολούθησαν τεράστιες απεργιακές συγκρούσεις για να μην περάσει ο νόμος, το Μάη του ’76 έχουμε μια νεκρή εργάτρια και 100 τραυματίες στις συγκρούσεις με την αστυνομία. Ο νόμος ψηφίστηκε αλλά δεν κατάφερε να σταματήσει το εργατικό κίνημα και το ξεδίπλωμα των απεργιών και το άπλωμα της συνδικαλιστικής οργάνωσης στους εργατικούς χώρους.
Το ‘81 με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, έρχεται ο νόμος 1264 του 1982 που ήταν προφανώς μια υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ στη δύναμη του εργατικού κινήματος, αλλά ήταν ταυτόχρονα και μια συνειδητή προσπάθεια για να δυναμώσει ο έλεγχος από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες πάνω στη βάση των εργατών. Συνδικαλιστικές ηγεσίες που μπορεί να ήταν διωκόμενες το προηγούμενο διάστημα, έμπαιναν με το ΠΑΣΟΚ σε θέσεις εκπροσώπων των εργαζόμενων στις διοικήσεις επιχειρήσεων σε μια προσπάθεια ενσωμάτωσης. Αλλά ο 1264 έδινε τη δυνατότητα δημιουργίας σωματείων και με κάτω από 50 εργαζόμενους, καθιέρωνε την απλή αναλογική (όχι όμως και στη δεύτερη κατανομή), διεύρυνε το δικαίωμα της απεργίας, καταργούσε το λοκ-άουτ και το δικαίωμα των εργοδοτών να καταφύγουν σε ασφαλιστικά μέτρα κατά της απεργίας, απαγόρευε την πρόσληψη απεργοσπαστών, επέβαλλε επαναπρόσληψη όσων είχαν απολυθεί για συνδικαλιστική δράση.
Στην πραγματικότητα, όλο το βασικό πλέγμα των συνδικαλιστικών ελευθεριών που σήμερα θέλει να καταργήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, βρίσκεται στις διατάξεις αυτού το νόμου που επέβαλαν οι εργατικοί αγώνες της μεταπολίτευσης. Μπροστά μας είναι η δυνατότητα να μην περάσει ο νόμος του Χατζηδάκη και να τον τσακίσουμε. Πατώντας πάνω σε όλη αυτήν την παράδοση που έχει χτίσει το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα όλες τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά και στην υπαρκτή διάθεση των εργαζόμενων να παλέψουν απέναντι στις επιθέσεις και τη θέληση τους να οργανωθούν για να δώσουν αυτές τις μάχες.
Με αυτήν τη λογική έχει κινηθεί όλα τα τελευταία χρόνια ο Συντονισμός Εργατικής Αντίστασης και το Συντονιστικό των Νοσοκομείων. Ξεκινάμε βλέποντας την καθαρή εικόνα ότι είμαστε σε μια συγκυρία όπου ο κόσμος της δουλειάς θέλει να παλέψει απέναντι στις επιθέσεις και ταυτόχρονα θέλει να οργανωθεί για να μπορέσει να το κάνει. Δεν είμαστε σε εποχή «υποχώρησης» και «καναπέ», αλλά σε εποχή που η Aριστερά χρειάζεται να κινηθεί επιθετικά, οργανώνοντας τις μάχες ενάντια στην εγκληματική διαχείριση της πανδημίας από τη ΝΔ, ενάντια στις επιθέσεις κυβέρνησης και εργοδοτών, ενάντια στην προσπάθεια να φορτωθούν οι εργάτες την κρίση.
Η εμπειρία του Συντονιστικού των νοσοκομείων είναι σημαντική. Πατώντας σε αυτήν την εκτίμηση πολύ νωρίς πήρε την πρωτοβουλία για να ανοίξει τη μάχη για τη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων της Υγείας χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Εκτίμησε τους συμβασιούχους όχι σαν το πιο αδύναμο κομμάτι, αλλά σαν κομμάτι της τάξης που θέλει και μπορεί να παλέψει και να οργανωθεί. Και ήταν σωστή εκτίμηση. Γιατί η μονιμοποίηση των συμβασιούχων ενισχύει συνολικά τους εργαζόμενους, φέρνει και τους μόνιμους σε πιο ισχυρή θέση απέναντι στην εργοδοσία. Είναι λάθος οι αντιλήψεις που λένε ότι οι συμβασιούχοι πρέπει να οργανώνονται ξεχωριστά.
Το Συντονιστικό βοήθησε έτσι να ξεδιπλωθεί όλη η δυναμική των εργαζόμενων στην Yγεία, μόνιμοι και συμβασιούχοι να μπουν στην πρωτοπορία του αγώνα, να οργανωθούν σε μια σειρά από νοσοκομεία, να αναγκάσουν τις συντηρητικές συνδικαλιστικές ηγεσίες να αποδεχθούν τα αιτήματα τους. Και αυτό έγινε οργανώνοντας τις μάχες σημείο το σημείο, νοσοκομείο το νοσοκομείο. Με την προσπάθεια συγκρότησης επιτροπών αγώνα, «εργοστασιακών επιτροπών βάσης» για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο της μεταπολίτευσης που συσπειρώνουν εργαζόμενους κάθε ειδικότητας και κάθε εργασιακής σχέσης. Έτσι έμπαινε μπροστά και οργάνωνε τις μάχες για να ξεσηκώσει όλο το νοσοκομείο.
Η μάχη για να μην περάσει η απόλυση του Κώστα Καταραχιά από το υπουργείο Υγείας δείχνει ότι η δυνατότητα να τσακίσουμε την προσπάθεια της ΝΔ να χτυπήσει τον συνδικαλισμό και τα συνδικάτα είναι ρεαλιστική. Η κυβέρνηση θέλησε απολύοντας τον Καταραχιά να χτυπήσει το σωματείο του Άγιου Σάββα, ένα σωματείο που έχει παίξει πρωτοπόρο ρόλο στην οργάνωση όλους του υγειονομικού κινήματος τα τελευταία χρόνια. Και μέσα από το τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης που ξεδιπλώθηκε, αυτή η προσπάθεια του Κικίλια και του Μητσοτάκη κατέρρευσε.
Με αυτόν τον τρόπο και ο Συντονισμός Εργατικής Αντίστασης στήριξε τις μετανάστριες καθαρίστριες του δήμου της Αθήνας, οργανώνει την αλληλεγγύη στις καθαρίστριες του Υπουργείου οικονομικών, και κάθε κομματιού που ψάχνει τον τρόπο να δώσει τις μάχες για να κρατήσει τη ζωή και τα δικαιώματα του, από τους καλλιτέχνες μέχρι τους εργαζόμενους στον επισιτισμό.
Η μάχη για να μην περάσουν οι επιθέσεις της ΝΔ στα συνδικάτα περνάει προφανώς μέσα από την απεργιακή σύγκρουση με τον αντισυνδικαλιστικό νομό που φέρνει ο Χατζηδάκης στη βουλή. Συνεχίζεται όμως κάθε μέρα σε όλους τους χώρους δουλειάς με την προσπάθεια να δυναμώσει η οργάνωση του μαχητικού κόσμου σε κάθε σημείο. Με τη συγκρότηση επιτροπών αγώνα παντού, με τον συντονισμό των κομματιών που παλεύουν με προοπτική σύγκρουσης με την κυβέρνηση και τα αφεντικά.
Σημειώσεις
1. https://bit.ly/3aO78dU