Άρθρο
Τζο Μπάιντεν - ένας νέος Ρούζβελτ;

Οι διαδηλώτές υποδέχονται με ενθουσιασμό και συνθήματα την απόφαση για την καταδίκη του Ντέρεκ Τσόβιν, δολοφόνου του Τζορτζ Φλόυντ

Οι κόλακες του νέου προέδρου των ΗΠΑ εκθειάζουν προκαταβολικά την οικονομική πολιτική του.
Ο Σωτήρης Κοντογιάννης εξηγεί τα όρια και τις αντιφάσεις της στροφής στον κρατικό παρεμβατισμό.

 

«Η κυβέρνηση δεν είναι η λύση του προβλήματός μας. Η κυβέρνηση είναι το πρόβλημά μας». Σαράντα χρόνια πριν, τον Γενάρη του 1981, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν άνοιγε με αυτά τα λόγια, στην τελετή της ορκωμοσίας του, την περίοδο της προεδρίας του. Και μαζί με αυτήν και την εποχή του νεοφιλελευθερισμού -που μέσα σε λίγα μόνο χρόνια «κατέκτησε» ολόκληρο τον πλανήτη. 

Ο «κρατικός παρεμβατισμός», το κυρίαρχο μέχρι τότε οικονομικό δόγμα έπεσε σε ανυποληψία. Οι ιδέες του Τζον Μέιναρντ Κέυνς, του μεγάλου βρετανού οικονομολόγου που είχε συνδέσει το όνομά του όχι μόνο με το ξεπέρασμα της «Μεγάλης Ύφεσης» του μεσοπολέμου αλλά και με την «παγκόσμια οικονομική τάξη»1 της μεταπολεμικής εποχής, θεωρήθηκαν τώρα ξεπερασμένες. Η «ελεύθερη αγορά» αναστηλώθηκε στον θρόνο της, τον θρόνο από τον οποίο την είχε κατακρημνίσει την «Μαύρη Πέμπτη» του 1929 το Κραχ του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. Το κράτος, από «μοχλός ανάπτυξης» έγινε ξαφνικά εχθρός της οικονομίας, παραμορφωτικός φακός που εμπόδιζε τον «υγιή ανταγωνισμό» και βύθιζε τις οικονομίες στη στασιμότητα και τον πληθωρισμό αντί να τις στηρίζει. Το ίδιο και τα συνδικάτα -οι «συντεχνίες» όπως τις ονόμαζαν τώρα υποτιμητικά τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Το «λιγότερο κράτος» έγινε η κυρίαρχη ιδεολογία όχι μόνο της παραδοσιακής δεξιάς αλλά και της σοσιαλδημοκρατίας – ακόμα και κομματιών αριστεράς.2

Ο Ρέιγκαν κυβέρνησε για οκτώ χρόνια τις ΗΠΑ. Από τους προέδρους που τον διαδέχτηκαν κανένας δεν α μφισβήτησε το δόγμα του «νεοφιλελευθερισμού», της «ελεύθερης αγοράς» και του «λιγότερου κράτους». Όχι μόνο οι Ρεπουμπλικάνοι, οι Μπους (πρεσβύτερος και νεότερος) και ο Τραμπ που προέρχονταν από το ίδιο κόμμα με τον Ρέιγκαν. Αλλά ακόμα και ο Κλίντον και ο Ομπάμα που εκλέχτηκαν από το Δημοκρατικό Κόμμα. 

Μόνο μια εξαίρεση υπάρχει σε αυτή τη λίστα: ο Τζο Μπάιντεν, ο σημερινός 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ.

Το πακέτο Μπάιντεν

Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Μπάιντεν μόλις ανέλαβε την εξουσία ήταν να ετοιμάσει ένα θηριώδες πακέτο, ύψους 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, για την άμεση οικονομική στήριξη του αμερικανικού πληθυσμού που έχει πληγεί από την πανδημία. Το πακέτο, που έχει το όνομα «Αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης» έχει εγκριθεί ήδη από το Κογκρέσο -και από τα δυο κοινοβουλευτικά σώματα των ΗΠΑ, την Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων δηλαδή- και έχει μπει σε εφαρμογή. Ανάμεσα στα άλλα, το σχέδιο προβλέπει την επιδότηση όλων των «Αμερικανών πολιτών» (με εξαίρεση τους πολύ πλούσιους) με το ποσό των 1400 δολαρίων – οι επιταγές έχουν ήδη μοιραστεί σε εκατομμύρια οικογένειες. 

Το «Αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης», όμως, δεν είναι παρά ο πρώτος από τους τρεις συνολικά πυλώνες του πακέτου που ετοιμάζει το επιτελείο του Μπάιντεν. 

Ο δεύτερος πυλώνας έχει το όνομα «Αμερικανικό Σχέδιο Θέσεων Εργασίας». Ο προϋπολογισμός του ξεπερνάει τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια. Το σχέδιο είναι στην ουσία ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων στις υποδομές (δρόμοι, λιμάνια, σιδηροδρομικές γραμμές, γέφυρα, τηλεπικοινωνίες, παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας κλπ) της χώρας που έχει έναν διπλό διακηρυγμένο στόχο: από τη μια να εκσυγχρονίσει τα δίκτυα που παραπαίουν από την εγκατάλειψη του «λιγότερου κράτους». Και από την άλλη να δώσει δουλειά σε εκατομμύρια εργάτες που χτυπιούνται από την κρίση. 

Ο τρίτος πυλώνας ονομάζεται «Αμερικανικό Σχέδιο για την Οικογένεια». Πρόκειται για ένα σχέδιο επέκτασης της κοινωνικής πρόνοιας ύψους ενός περίπου τρισεκατομμυρίου που βρίσκεται ακόμα σε επεξεργασία. Αθροιστικά ο προϋπολογισμός για τους τρεις πυλώνες θα ξεπεράσει τα 6 τρισεκατομμύρια -ένα ιλιγγιώδες ποσό χωρίς προηγούμενο στην ιστορία.

Για την χρηματοδότηση του πακέτου ο Μπάιντεν προτείνει την ανατροπή των προκλητικών φοροαπαλλαγών προς τους πλούσιους και της μεγάλες εταιρίες που επέβαλλαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις -και ιδιαίτερα η κυβέρνηση του Τραμπ. Όπως έλεγε σε μια σε μια παρουσίαση του σχεδίου του στο Κέντρο εκπαίδευσης ξυλουργών του Πίτσμπουργκ.3

«Πριν από τέσσερα χρόνια το κογκρέσο ψήφισε φοροελαφρύνσεις ύψους 2 τρις δολαρίων. Καμιά από τις προβλέψεις για την ανάκαμψη που υποτίθεται ότι θα έφερναν αυτές οι ελαφρύνσεις δεν επιβεβαιώθηκε. Σε μεγάλο βαθμό τα πλεονεκτήματα του φορολογικού αυτού πακέτου πήγαν στους πλουσιότερους Αμερικανούς. Συμπεριέλαβαν ακόμα και νέες επενδύσεις που κερδοσκοπούσαν μεταφέροντας τα κέρδη και τις θέσεις εργασίας στο εξωτερικό... Αυτό είναι κακό για την αμερικανική ανταγωνιστικότητα, άδικο για τη μεσαία τάξη και λάθος για το μέλλον μας. 

Αυτή τη στιγμή ένα ζευγάρι της μεσαίας τάξης4 -ένας πυροσβέστης και μια δασκάλα με δυο παιδιά5- με οικογενειακό εισόδημα 110 ή 120 χιλιάδες δολάρια το χρόνο πληρώνει 22% για κάθε πρόσθετο δολάριο που κερδίζει σε ομοσπονδιακούς φόρους εισοδήματος. Μια πολυεθνική εταιρία, όμως, που χτίζει ένα εργοστάσιο στο εξωτερικό -και ύστερα το φέρει εδώ και το πουλάει- δεν πληρώνει απολύτως τίποτα. Θα αυξήσουμε την φορολογία των επιχειρήσεων. Ήταν 35% που ήταν πολύ υψηλό. Συμφωνήσαμε όλοι πριν από πέντε χρόνια να κατέβει στο 28%, αλλά το κατέβασαν στο 21%. Θα το ανεβάσουμε ξανά – μέχρι το 28%».

Ταυτόχρονα ο Μπάιντεν έχει βάλει σαν στόχο να κλείσει, μέσα από την επιβολή ενός ενιαίου, διεθνούς φορολογικού συντελεστή, τους φορολογικούς παραδείσους (σαν την Ιρλανδία) που επιτρέπουν στις μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες να ξεφεύγουν από την αμερικανική εφορία. Η κυβέρνηση υπολογίζει το όφελος ενός τέτοιου φόρου για τα αμερικανικά δημόσια ταμεία σε ένα τρισεκατομμύριο δολάρια μέσα στα επόμενα 15 χρόνια. Στην ίδια ομιλία ο Μπάιντεν δεν δίστασε να επιτεθεί ονομαστικά στις μεγάλες αμερικανικές εταιρίες που δεν πληρώνουν φόρους στις ΗΠΑ:

«Το 2019 μια ανεξάρτητη ανάλυση ανακάλυψε ότι υπάρχουν 91 εταιρίες, μεγάλες εταιρίες που ανήκουν στον κατάλογο Fortune 500 (στον κατάλογο των 500 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κόσμου), ανάμεσά τους και η Amazon που χρησιμοποιούν διάφορες τρύπες για να μην πληρώσουν ούτε μια δεκάρα σε ομοσπονδιακούς φόρους εισοδήματος. Δεν θέλω να τις τιμωρήσω αλλά αυτό είναι απλά άδικο. Ένας πυροσβέστης και μια δασκάλα 22%; Και η Amazon και 90 ακόμα μεγάλες επιχειρήσεις μηδέν;»

Τα όρια του «New Deal»

Στις ΗΠΑ οι εφημερίδες και τα κανάλια έχουν αρχίσει να συγκρίνουν τώρα τον Μπάιντεν με τον Φράνκλιν Ρούζβελτ, τον 32ο πρόεδρο των ΗΠΑ και το πρόγραμμά του με το διάσημο «New Deal» του μεσοπολέμου. Το ίδιο το επιτελείο του Μπάιντεν καλλιεργεί σκόπιμα αυτές τις συγκρίσεις – ο Ρούζβελτ είναι ο μοναδικός πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που έχει παραμείνει στην εξουσία για πάνω από τρεις τετραετίες (εκλέχτηκε τέσσερεις φορές αλλά πέθανε πριν προλάβει να ολοκληρώσει την τέταρτη). Ο Ρον Κλάιν, ο προσωπάρχης του Λευκού Οίκου έδωσε στη δημοσιότητα πριν λίγες ημέρες δυο φωτογραφίες κολλημένες δίπλα-δίπλα, μια από το επιτελείο του Ρούζβελτ και μια από το επιτελείο του Μπάιντεν.

Υπάρχουν πράγματι πολλές ομοιότητες ανάμεσα στον Μπάιντεν και τον Ρούζβελτ. Αλλά και σημαντικές διαφορές. Το New Deal είχε, όπως και το σχέδιο του Μπάιντεν, τρεις πυλώνες: ο πρώτος ήταν η άμεση ανακούφιση των ανέργων και των φτωχών που είχαν χτυπηθεί από την Μεγάλη Ύφεση. Ο δεύτερος ήταν η ανάκαμψη της οικονομίας μέσα από ένα πρόγραμμα δημοσίων έργων που θα έδινε δουλειά σε εκατομμύρια εργάτες. Ο τρίτος ήταν η μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος που ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνο για την έξαρση της κερδοσκοπίας την «οργιώδη δεκαετία του ‘20» (roaring twenties) και το σπάσιμο της φούσκας την «Μαύρη Πέμπτη» του 1929. 

Το New Deal ανέτρεψε ριζικά τα θεμέλια της μέχρι τότε οικονομικής ορθοδοξίας. Ο Χέρμπερτ Χούβερ, ο προκάτοχος του Ρούζβελτ, είχε προσπαθήσει να αντιμετωπίσει την κρίση με τις κλασσικές συνταγές του περιορισμού της νομισματικής κυκλοφορίας, της λιτότητας και των περικοπών. Το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό: οι χρεοκοπίες έγιναν χιονοστιβάδα, η ανεργία έφτασε στο 25% και οι φτωχοί άρχισαν να στοιβάζονται σε αυτοσχέδιες παραγκουπόλεις -τις διαβόητες «χούβερβιλ» όπως τις αποκαλούσε ο λαός προς «τιμή» του προέδρου. Η κρίση θα ήταν παροδική, διαβεβαίωναν τότε οι οικονομολόγοι. Η αγορά αργά ή γρήγορα θα αυτορυθμιζόταν και πάλι. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν λίγη ακόμα υπομονή. 

Ο Ρούζβελτ δεν αμφισβητούσε τις αρχές τις κλασσικής οικονομικής θεωρίας. Ούτε ήταν οπαδός των κρατικών ελλειμμάτων. Πίστευε όπως και οι προκάτοχοι του στους «ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς». Ούτε είχε διαβάσει τις θεωρίες του Κέυνς -που υποστήριζε ότι η οικονομία δεν αυτορυθμίζεται πάντα και ότι κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε, αν δεν επενέβαινε το κράτος, να μείνει «κολλημένη» για πάντα στην ύφεση. Ο Κέυνς δημοσίευσε άλλωστε το διάσημο βιβλίο του «Η γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος» το 1936, τρία δηλαδή ολόκληρα χρόνια μετά την ορκωμοσία του Ρούζβελτ. 

Αυτό που έσπρωξε τον Ρούζβελτ στο New Deal ήταν ο φόβος της εξέγερσης. Το φάντασμα της επανάστασης. «Η χώρα χρειάζεται ισχυρό και επίμονο πειραματισμό» έλεγε. «Τα εκατομμύρια που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα δεν θα παραμείνουν για πάντα στην άκρη σιωπηλά την ώρα που τα αγαθά που έχουν ανάγκη βρίσκονται τόσο κοντά τους…». 

Το New Deal δεν κατάφερε να βγάλει την αμερικανική οικονομία από την κρίση. Η ανεργία αποκλιμακώθηκε -αλλά με πάρα πολύ αργούς ρυθμούς. Χρειάστηκε τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να πέσει από το 25% του 1933 στο 14% το 1937. Ύστερα η ύφεση χτύπησε ξανά την αμερικανική οικονομία: το 1938 το ΑΕΠ έκανε βουτιά 5% κάτω και η ανεργία εκτινάχθηκε ξανά στο 19%.6 

Ούτε κατάφερε το New Deal να σώσει τους καπιταλιστές από την οργή των εργατών. Τον Δεκέμβρη του 1936 οι εργάτες της General Motors κατέλαβαν το εργοστάσιο της εταιρίας στο Flint της πολιτείας του Μίσιγκαν. Η κατάληψη έκλεισε τον Φλεβάρη του 1937 με τη συνθηκολόγηση της εταιρίας που αναγκάστηκε να αναγνωρίσει το σωματείο, την Ένωση Εργατών Αυτοκινητοβιομηχανίας. (UAW). Ήταν η μεγαλύτερη εργατική απεργία στις ΗΠΑ στον 20ο αιώνα.

Αυτός που «έβγαλε» τελικά την αμερικανική οικονομία από τη Μεγάλη Ύφεση ήταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Παρόλα αυτά ο «κεϋνσιανισμός» έγινε η νέα οικονομική ορθοδοξία στα μεταπολεμικά χρόνια. Η κλασσική οικονομική σχολή έπεσε σε ανυποληψία. Ο κρατικός παρεμβατισμός, έλεγαν τώρα οι οικονομολόγοι, έχει κάνει τις περιοδικές κρίσεις που ταλάνιζαν το σύστημα οριστικά παρελθόν. Ο πλανήτης δεν θα γνώριζε ποτέ ξανά μια νέα Μεγάλη Ύφεση. Και οι χρυσές δεκαετίες του 1950 και του 1960 έμοιαζαν να επιβεβαιώνουν στο ακέραιο αυτές τις προβλέψεις. 

Οι αυταπάτες διαλύθηκαν απότομα το 1973 όταν ο δυτικός καπιταλισμός χτυπήθηκε από την «πετρελαϊκή» κρίση. Όλες οι προσπάθειες των κυβερνήσεων να ελέγξουν τον «στασιμοπληθωρισμό» μέσα στα επόμενα χρόνια απέτυχαν παταγωδώς. 

Το τέλος του νεοφιλελευθερισμού;

Η σημερινή ύφεση της αμερικανικής οικονομίας δεν μπορεί να συγκριθεί με τη Μεγάλη Ύφεση του μεσοπολέμου. Οι ρυθμοί ανάπτυξης έχουν γίνει αρνητικοί, η ανεργία έχει απογειωθεί και η φτώχια καλπάζει. Αλλά, για να το πούμε παραστατικά, δεν υπάρχουν «χούβερβιλ» στη σημερινή Αμερική. Αυτό όμως, με κανένα τρόπο, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει οργή. Το κίνημα Black Lives Matter δεν ήταν απλά και μόνο μια εξέγερση ενάντια στη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ: ήταν η κορυφή του παγόβουνου, μια έκρηξη ενάντια όχι μόνο στον ρατσισμό αλλά και ενάντια στη καταστολή, τη φτώχεια και την ανισότητα – που έχει πάρει γιγαντιαίες διαστάσεις μέσα στην περίοδο της πανδημίας στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς: 

«Στις αρχές του Μάρτη η περιουσία των Αμερικανών δισεκατομμυριούχων είχε αυξηθεί κατά 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια, ή σχεδόν κατά 50%, σε σχέση με την αρχή της πανδημίας… Αυτό ανεβάζει την περιουσία τους στα 4,2 τρις … ένα ποσό δυο φορές μεγαλύτερο από τον συνολικό πλούτο που κατέχει το φτωχότερο μισό του πληθυσμού των 330 εκατομμυρίων των ΗΠΑ».7

Αυτή η έκρηξη της ανισότητας είναι μια ωρολογιακή βόμβα -και ο Λευκός Οίκος το ξέρει πολύ καλά. Ο Μπάιντεν χαρακτήρισε «σημαντικό βήμα» την καταδίκη του Ντέρεκ Σόβιν από το δικαστήριο της Μινεάπολης. «Η ετυμηγορία», είπε, «δεν μπορεί να φέρει πίσω στη ζωή τον πατέρα, τον αδελφό Τζορτζ Φλόιντ. Μπορεί, όμως, να γίνει σημείο καμπής στον αγώνα ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις».8 

Ο Μπάιντεν εμφανίζεται τώρα σαν υποστηρικτής των συνδικάτων. «Θέλουμε καλά πληρωμένες, συνδικαλισμένες θέσεις εργασίας» επαναλαμβάνει συχνά στα διαγγέλματα και τις ομιλίες του. «Είμαι άνθρωπος των συνδικάτων», έλεγε στην παρουσίαση του «Αμερικανικού Σχεδίου Θέσεων Εργασίας» στο κέντρο εκπαίδευσης ξυλουργών. «Υποστηρίζω τα συνδικάτα. Τα συνδικάτα έχτισαν τη μεσαία τάξη. Έχει έρθει η ώρα να αρχίσουν να παίρνουν και ένα κομμάτι από την πίττα». 

Πρόκειται φυσικά για ψέμα. Ο Μπάιντεν δεν ήταν ποτέ ούτε αντιρατσιστής, ούτε «άνθρωπος των συνδικάτων». Ήταν πάντα -και συνεχίζει να είναι- άνθρωπος των διαδρόμων της εξουσίας. Το βιογραφικό του περιλαμβάνει έξι θητείες στη γερουσία, δυο τετραετίες στον Λευκό Οίκο (ήταν αντιπρόεδρος του Ομπάμα) και αμέτρητες συμμετοχές σε κοινοβουλευτικές και κυβερνητικές επιτροπές και παραεπιτροπές. Οι αναφορές του αντανακλούν πολύ περισσότερο τους φόβους της άρχουσας τάξης απέναντι στην «κοινωνική αναταραχή» παρά μια ειλικρινή διάθεση καταπολέμησης των διακρίσεων και της φτώχειας.

Ούτε είναι η ρήξη με τον «νεοφιλελευθερισμό» τόσο μεγάλη όσο αφήνουν να εννοηθεί τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Το κράτος, για να το πούμε και πάλι παραστατικά, δεν έγινε ποτέ «μικρότερο», όπως διακήρυττε στα μανιφέστα του ο Ρόναλντ Ρέιγκαν. Αυτό που έγινε μικρότερο ήταν το «κοινωνικό κράτος». Για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους καπιταλιστές το κράτος συνέχισε όλα αυτά τα χρόνια να είναι παρόν και να τους στηρίζει όποτε είχαν ανάγκη. Το 2008 η κυβέρνηση του Μπους επιδότησε με το περιβόητο πακέτο Πόλσον με 800 δισεκατομμύρια το τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ, που κινδύνευε να καταρρεύσει μετά τη χρεοκοπία της Λήμαν Μπράδερς. Ο Ομπάμα διέσωσε λίγους μήνες αργότερα με ένα αντίστοιχο ποσό την αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία. 

Τα 1,9 τρις του «Αμερικανικού Σχεδίου Διάσωσης» είναι σίγουρα ένα μεγάλο ποσό. Αλλά όχι και τόσο μεγαλύτερο από το 1 τρις που είχε διαθέσει ο Ντόναλντ Τραμπ για την στήριξη της οικονομίας (μοιράζοντας και αυτός τσεκ στους πολίτες) από τις συνέπειες της πανδημίας.

Αυτό που αποτελεί πραγματικά τομή είναι το «Αμερικανικό Σχέδιο Θέσεων Εργασίας». Αλλά και εδώ το πραγματικό κίνητρο δεν είναι η στήριξη της απασχόλησης αλλά η ενίσχυση των υποδομών.

Οι υποδομές είναι κρίσιμες για την λειτουργία της παραγωγής. Η διακίνηση των εμπορευμάτων χρειάζεται δρόμους, γέφυρες, σιδηροδρομικά δίκτυα και λιμάνια. Με τα λόγια του ίδιου του Μπάιντεν: 

«Το Αμερικανικό Σχέδιο Θέσεων Εργασίας θα εκσυγχρονίσει 20.000 μίλια αυτοκινητοδρόμων και κεντρικών οδών που είναι σε κακή κατάσταση σήμερα. Θα λύσει το πρόβλημα των 10 σημαντικότερων οικονομικά γεφυρών της Αμερικής που χρειάζονται αντικατάσταση. Θυμάστε εκείνη τη γέφυρα που έπεσε;9 Έχουμε δέκα τέτοιες γέφυρες από τις οποίες περνάει ένα σημαντικό κομμάτι του εμπορίου που πρέπει να αντικατασταθούν».

Η Κίνα, ο βασικός εμπορικός ανταγωνιστής των ΗΠΑ, έχει ξοδέψει τρισεκατομμύρια μέσα στην προηγούμενη δεκαετία για να εκσυχγρονίσει τις υποδομές της. Τότε πολλοί οικονομολόγοι περιγελούσαν την κινεζική ηγεσία για τα νέα αεροδρόμια που είχε χτίσει και έμεναν άδεια και τους υπερσύγχρονους σιδηροδρόμους που συνέδεαν μεταξύ τους τις ίδιες ακριβώς πόλεις που συνέδεαν και οι αεροπορικές ζεύξεις. Τώρα η αμερικανική ηγεσία τρέχει πανικόβλητη να την ακολουθήσει. 

Θα πετύχει;

Ο Ρούζβελτ είχε μια συντριπτική πλειοψηφία και στα δυο σώματα του Κογκρέσου: το Δημοκρατικό Κόμμα κατείχε τις 58 από τις 96 έδρες στη Γερουσία και τις 311 από τις 428 έδρες στη Βουλή των Αντιπροσώπων.10 Ο Μπάιντεν έχει μια ισχνή πλειοψηφία 6 εδρών στη Βουλή των Αντιπροσώπων ενώ η Γερουσία είναι μοιρασμένη κυριολεκτικά στη μέση. Το 1933 το New Deal είχε την υποστήριξη ενός σημαντικού μέρους των ρεπουμπλικάνων. Ο Μπάιντεν αντίθετα δυσκολεύεται να κερδίσει ακόμα και τους «δικούς» του. Το «Αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης» πέρασε μόνο με τις ψήφους των Δημοκρατικών – και αυτό με μεγάλες δυσκολίες. Τα σχέδια του Λευκού Οίκου για την αύξηση της φορολογίας των πλούσιων και των επιχειρήσεων έχουν ξεσηκώσει ήδη θύελλα αντιδράσεων. Το μέλλον του «Αμερικανικού Σχεδίου Θέσεων Εργασίας» είναι πολύ αβέβαιο.

Ο Μπάιντεν δεν αντιμετωπίζει την εχθρότητα μόνο των συντηρητικών του Δημοκρατικού Κόμματος, της δεξιάς ή της Γουόλ Στριτ. Ανάμεσα σε αυτούς που έκφρασαν «αντιρρήσεις» για το οικονομικό του πρόγραμμα είναι και ο Λάρυ Σάμερς – ένας διάσημος Δημοκρατικός οικονομολόγος που ήταν, ανάμεσα στα άλλα, υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Κλίντον και οικονομικός σύμβουλος στην κυβέρνηση του Ομπάμα. Ο Σάμερς προειδοποιούσε εδώ και πολλά χρόνια για τους κινδύνους μιας «αιώνιας ύφεσης» (Secular Stagnation) και πίεζε για μια ισχυρότερη κρατική παρέμβαση που θα έβγαζε την αμερικανική οικονομία από το αδιέξοδο. Όλοι πίστευαν ότι θα υποδεχόταν θερμά το σχέδιο Μπάιντεν. Αντί για αυτό το κατήγγειλε. «Ανησυχώ», είπε σε μια συνέντευξη του στην εφημερίδα Financial Times, «ότι αυτό που γίνεται είναι ουσιαστικά υπερβολικό».11 

Το Δημοκρατικό Κόμμα δεν έχει καμιά σχέση με την σοσιαλδημοκρατία της Ευρώπης. Είναι ένα αστικό κόμμα που ελάχιστα διαφέρει από το Ρεπουμπλικανικό. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα το Δημοκρατικό Κόμμα ήταν το πιο δεξιό από τα δυο. Μέσα στην πρώτη διετία της προεδρίας του Ρούζβελτ 63 τουλάχιστον Μαύροι λιντσαρίστηκαν στις ΗΠΑ. Παρόλα αυτά ο Ρούζβελτ αρνήθηκε να υποστηρίξει ένα νομοσχέδιο ενάντια στις ρατσιστικές δολοφονίες, για να μην έρθει σε σύγκρουση με τους βουλευτές και τους γερουσιαστές από τις παραδοσιακά ρατσιστικές πολιτείες του νότου.12 Σήμερα, ειδικά μετά την προεδρία του Τραμπ, οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί. Αλλά η σχέση ανάμεσα στα κόμματα και την άρχουσα τάξη δεν έχει αλλάξει.

Το Δημοκρατικό Κόμμα είναι διαιρεμένο γιατί η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ είναι διαιρεμένη. Η άρχουσα τάξη δεν κλείνει τα αυτιά και τα μάτια ούτε απέναντι στην συνεχή υποβάθμιση της αμερικανικής οικονομίας απέναντι στην Κίνα, ούτε αγνοεί τους κινδύνους της ύφεσης (που βρίσκεται συνεχώς στον ορίζοντα), ούτε αδιαφορεί για την οργή και την απειλή της κοινωνικής έκρηξης. Απλά δεν ξέρει τι να κάνει. 

Το New Deal δεν έσωσε την αμερικανική οικονομία από τη Μεγάλη Ύφεση. Ούτε το σχέδιο του Μπάιντεν μπορεί να σταματήσει τον σημερινό κατήφορο. Η κρατική παρέμβαση δεν κατάφερε ποτέ να σώσει πραγματικά τον καπιταλισμό από τις αντιφάσεις και τις κρίσεις του. 

Οι κρίσεις του καπιταλισμού δεν οφείλονται στην «ανισορροπία» ανάμεσα στην αποταμίευση και την επένδυση, όπως πίστευε ο Κέυνς. Οφείλονται στην «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους» όπως εξηγούσε ενάμιση αιώνα πριν ο Μαρξ. Όταν τα αναμενόμενα κέρδη εκμηδενίζονται οι καπιταλιστές χάνουν το ενδιαφέρον τους να επενδύσουν στην πραγματική οικονομία. Αντί να κάνουν τα κέρδη τους εργοστάσια, μηχανήματα και γραμμές παραγωγής, τα κάνουν μετοχές, κρατικά ομόλογα, συνάλλαγμα, χρηματιστηριακά παράγωγα -τα «επενδύουν» στην κερδοσκοπία με άλλα λόγια.

Οι γέφυρες, οι αυτοκινητόδρομοι και τα λιμάνια που ετοιμάζεται να εκσυγχρονίσει ο Μπάιντεν αφήνουν παγερά αδιάφορους τους «επενδυτές». Τα τρισεκατομμύρια που στροβιλίζονται καθημερινά από τη μια αγορά στην άλλη δεν ταξιδεύουν, άλλωστε, ούτε με τραίνα, ούτε με πλοία ούτε με αεροπλάνα.

 

Σημειώσεις

1. Ο Κέυνς ήταν ο αρχιτέκτονας της Συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς που καθόρισε τους μηχανισμούς ισορροπίας των νομισμάτων στην μεταπολεμική Δύση. «Παιδιά» αυτής της συμφωνίας είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο διεθνής νομισματικός χωροφύλακας και η Παγκόσμια Τράπεζα, το πιστωτικό ίδρυμα που υποτίθεται ότι θα βοηθούσε τις φτωχότερες χώρες να αναπτυχθούν.

2. Το 1988 ο Μίμης Ανδρουλάκης, στέλεχος τότε του ΚΚΕ, έγραφε στον Ριζοσπάστη: «Πρέπει να οικειοποιηθούμε πλήρως ότι σημαίνει σύγχρονη επιχειρηματικότητα…», Πηγή: Θέσεις, τεύχος 25, Οκτώβριος-Δεκέμβριο2 1988

3. The White House, Remarks by President Biden on The American Jobs Plan, https://www.whitehouse.gov/briefing-room/speeches-remarks/2021/03/31/remarks-by-president-biden-on-the-american-jobs-plan/

4. Οι «τάξεις» του Μπάιντεν δεν έχουν σχέση με τις τάξεις του Μαρξ. Οι πυροσβέστες και οι δάσκαλοι είναι κομμάτι της (μαρξιστικής) εργατικής τάξης και όχι φυσικά του μεσοστρώματος.

5. Ο Μπάιντεν δεν έχει προσδιορίσει τα φύλα του ζευγαριού. Θα μπορούσε να είναι γυναίκα πυροσβέστης και δάσκαλος ή ομόφυλο ζευγάρι. Η συγκεκριμένη μετάφραση επιλέχτηκε απλά για λόγους απλότητας.

6. The Balance, Unemployment rate by year since 1929, Compared to inflation and GDP, www.thebalance.com

7. https://www.reuters.com/article/us-wealth-billionaires-outlook-insight-idUSKBN2BH0J7

8. https://www.naftemporiki.gr/story/1716856/mpainten-i-etumigoria-gia-ton-fono-tou-floint-ena-gigantiaio-bima-mprosta

9. Δυο τουλάχιστον γέφυρες έχουν καταρρεύσει μέσα στον 21ο αιώνα στις ΗΠΑ: μια πεζογέφυρα στο Μαϊάμι έπεσε το 2018 πάνω σε ένα δρόμο. Έξι άνθρωποι ανασύρθηκαν νεκροί. Το 2007 μια γέφυρα στο Μινεάπολη έπεσε στον Μισισιπή. 13 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο ατύχημα. Πηγή: https://eu.usatoday.com/story/news/politics/2021/04/10/joe-biden-plan-would-unleash-competition-10-biggest-bridge-fixes/7142869002/

10. LA Times, Is Biden the next FDR? It depends on what you think about the New Deal, 12/4/2021

11. https://www.ft.com/content/380ea811-e927-4fe1-aa5b-d213816e9073

12. LA Times, στο ίδιο.