Ο Οζάν Τεκίν από το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (DSiP) παρουσιάζει την κρίση του Ερντογάν και τις μάχες της Αριστεράς στην Τουρκία
Δεκατέσσερις μήνες από τότε που ανιχνεύτηκε για πρώτη φορά ο ιός στη χώρα, η διαχείριση της πανδημίας από τη συμμαχία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος (MHP) έχει οδηγήσει τον τουρκικό λαό σε μία καταστροφική κατάσταση. Ο αριθμός των ημερήσιων κρουσμάτων έχει ξεπεράσει τους 60 χιλιάδες, αγγίζοντας τα επίπεδα πολύ μεγαλύτερων χωρών, ενώ μόνο το 9% του πληθυσμού έχει κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου. Το άνοιγμα από νωρίς, από τις αρχές του Μάρτη, αποδείχθηκε σκέτη καταστροφή και από τα μέσα Απρίλη έχει επιβληθεί ένα ακόμα πιο σκληρό λοκντάουν.
Ο Ερντογάν έχει ψευδαισθήσεις πως παντού, όλοι εγκωμιάζουν τη “δική του διαχείριση της πανδημίας”. Ακριβώς το ανάποδο ισχύει. Ο κόσμος ξεσπάει στο Twitter γιατί δεν βρίσκει κρεβάτια και αξιοπρεπή νοσηλεία στα κρατικά νοσοκομεία. Και αυτή η περίοδος έχει έρθει λίγες μόνο εβδομάδες αφότου το ΑΚΡ είχε ολοκληρώσει μια σειρά μαζικών συγκεντρώσεων σε κλειστά γήπεδα όπου συμμετείχαν χιλιάδες. Ως εκ τούτου δεν είναι αλήθεια, όπως λέει ο υπουργός Υγείας πως, “και οι 84 εκατομμύρια άνθρωποι στην Τουρκία είναι υπεύθυνοι” για τους πολύ ψηλούς αριθμούς λοιμώξεων. Πλατιά κομμάτια κόσμου γνωρίζουν καλά πως ήταν η ασυνείδητη συμπεριφορά της κυβέρνησης που μας οδήγησε εδώ. Και ο κόσμος έχει βαρεθεί να ακούει ιστορίες για τα “εκατομμύρια εμβόλια” που υποτίθεται πως θα έρθουν τους επόμενους μήνες.
Επιδείνωση της οικονομίας
Ο κορονοϊός έχει σίγουρα επιταχύνει την υπάρχουσα κρίση της κυβερνώσας συμμαχίας. Αλλά ούτως ή άλλως αυτή θα αποκαλύπτονταν. Η οικονομία είναι σε οικτρή κατάσταση. Οι οικονομολόγοι ανακάλυψαν πως για να κρατήσει σταθερή την συναλλαγματική ισοτιμία τουρκικής λίρας και δολαρίου, το ΑΚΡ ξόδεψε όλα τα αποθεματικά της Κεντρικής Τράπεζας – στην Τουρκία έχει γίνει πολύ δημοφιλής η ερώτηση “που πήγαν τα 128 δισεκατομμύρια δολάρια;”
Η απάντηση βρίσκεται στην μοναδική οικονομική θεωρία του Ερντογάν, πως “τα χαμηλά επιτόκια φέρνουν χαμηλότερο πληθωρισμό”. Επί δύο δεκαετίες ο Ερντογάν έχει διαφωνήσει με διάφορους διοικητές της Κεντρικής Τράπεζας. Τώρα που με το προεδρικό σύστημα έχει την πλήρη εξουσία, διορίζει μόνο διοικητές που θα ακολουθήσουν τη γραμμή του.
Ήταν τα χαμηλά επιτόκια λοιπόν που ώθησαν τον κόσμο να επενδύσει σε ξένα νομίσματα. Αυτό αποδυνάμωνε την τουρκική λίρα και η κυβέρνηση, χρησιμοποιώντας την Κεντρική Τράπεζα, ενέχυσε τεράστια ποσά δολαρίων στις τράπεζες του δημοσίου με μυστικό τρόπο για να εξισορροπήσει τις επιπτώσεις των χαμηλών επιτοκίων. Έτσι η Κεντρική Τράπεζα βρίσκεται τώρα σε μια δραματική κατάσταση χωρίς σχεδόν κανένα αποθεματικό, για πρώτη φορά στην ιστορία της σύγχρονης δημοκρατίας.
Μήπως όμως η οικονομία έχει πάει καλά; Όχι. Δεν μπόρεσαν να σταματήσουν την υποτίμηση της τουρκικής λίρας. Η τουρκική λίρα έχασε 40% της αξίας της μέσα στους τελευταίους 18 μήνες. Ο Ερντογάν λέει πως το επίσημο ποσοστό ανεργίας, στο 14%, είναι “ένα αξιοπρεπές επίπεδο δεδομένων των συνθηκών”. Όλες οι εφημερίδες γράφουν πως τα επίσημα στοιχεία του κράτους για τον πληθωρισμό και την ανεργία απέχουν από την πραγματικότητα. Ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ, που διετέλεσε υπουργός Οικονομικών τα τελευταία τρία χρόνια, που είναι και γαμπρός του Ερντογάν, παραιτήθηκε. Δεν έχει ξανακουστεί τίποτα για αυτόν του τελευταίους έξι μήνες, έχει εξαφανιστεί τελείως.
«Αντιιμπεριαλιστική» απογοήτευση
Ένα άλλο πεδίο κρίσης για την κυβέρνηση είναι οι διεθνείς σχέσεις. Από την εκλογική του νίκη τον Ιούνιο του 2018, το κεντρικό αφήγημα του ΑΚΡ είναι πως “ναι, εντάξει έχουμε προβλήματα στο εσωτερικό, όπως στην οικονομία, αλλά αυτό είναι ένα τίμημα που πληρώνουμε επειδή ορθώνουμε το ανάστημα μας στις μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη”.
Στην πραγματικότητα, η Τουρκία σύρθηκε στη μια μετά την άλλη σε υπο-ιμπεριαλιστικές περιπέτειες, εξαντλώντας τα όρια της οικονομικής της ισχύος. Ακόμα και αυτές όμως, είχαν όλες ταπεινωτική κατάληξη. Στη Συρία, όπου η Τουρκία τελικά συμμάχησε με τη Ρωσία, 33 στρατιώτες σκοτώθηκαν από μια μονάχα αεροπορική επιδρομή του Ασάντ. Στη Λιβύη, το ΑΚΡ έχει μείνει μερικώς έξω από το διαπραγματευτικό τραπέζι -δεν έχει τη δύναμη που είχε πριν από έναν χρόνο. Και στην σύγκρουση της Ανατολικής Μεσογείου για το αέριο, η Τουρκία έχει χάσει το επιθετικό της τέμπο.
Για να κερδίσει σε όλες αυτές τις διαμάχες, (ή τουλάχιστον για να τις διατηρήσει στην κατάσταση που βρίσκονται) το ΑΚΡ στοιχημάτισε ξεδιάντροπα σε μια πιθανή επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Ευτυχώς για τους εργάτες όλου του κόσμου, έχασε! Και τώρα η τουρκική ηγεσία περιμένει να την καλέσει ο Μπάιντεν να συζητήσουν για την παραδοσιακή συμμαχία ΗΠΑ-Τουρκίας. Προς το παρόν, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχει πει κουβέντα με τον Ερντογάν. Ως εκ τούτου η ηγεσία του ΑΚΡ έχει χάσει τον ενθουσιασμό της και την δυνατότητα της να εξηγεί τα προβλήματα στο εσωτερικό χρησιμοποιώντας την “επιτυχία στη διεθνή σκηνή”.
Μια συμμαχία καταδικασμένων
Η συμμαχία λοιπόν του ΑΚΡ με τους φασίστες του ΜΗΡ είναι αναγκαία και για τις δύο πλευρές. Το ΜΗΡ υπερβαίνει εαυτόν και παρεισφρέει σε κρίσιμες θέσεις της κρατικής γραφειοκρατίας. Εξουσιάζει την αστυνομία, ίσως και τον στρατό και τους δικαστικούς κτλ. Δίνουν επίσης στην άρχουσα τάξη την εντύπωση ότι, σε περίπτωση που η πανδημία και οι οικονομικές συνθήκες οδηγήσουν σε κοινωνικές αναταραχές, αυτοί θα ελέγξουν τους δρόμους με τους τραμπούκους τους. Γι’ αυτό επιτίθενται συχνά σε πρόσωπα που έχουν σπάσει από το ΜΗΡ ή σε κάποιους μετριοπαθείς δεξιούς δημοσιογράφους που πάνε κόντρα στην κυβέρνηση.
Το ΑΚΡ εξαρτάται πολύ από το ΜΗΡ. Το νέο προεδρικό σύστημα συνεπάγεται ότι, για να κυβερνήσει κάποιος τη χώρα κερδίζοντας τις εκλογές, θα πρέπει να πάρει έστω μια ψήφο παραπάνω από το 50% του εκλογικού σώματος στον πρώτο ή στο δεύτερο γύρο. Το ΑΚΡ αυτή τη στιγμή βρίσκεται γύρω στο 35 με 40% σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Δεν έχουν λοιπόν καμία πιθανότητα να τα καταφέρουν μόνοι τους. Ωστόσο, και το ΜΗΡ ταλαντεύεται μεταξύ του 5 και 10% του πληθυσμού.
Είναι λοιπόν καταδικασμένοι να είναι μαζί αλλά αυτό δεν τους λύνει τα προβλήματά τους. Για να ξεπεράσει αυτές τις αντιθέσεις, ο Ερντογάν θα ήθελε πολύ να πάει για μια ακόμη εκλογική νίκη. Όμως δεν μπορεί να το κάνει γιατί είναι σχεδόν βέβαιο πως θα χάσει. Ακόμα και τα σημαίνοντα στελέχη του ΑΚΡ δεν βγαίνουν να πουν πως οι δημοσκοπήσεις λένε ψέματα, πως είναι πολύ πιο δυνατοί κτλ. Το μόνο που λένε είναι πως δεν θα γίνουν πρόωρες εκλογές. Θέλουν να εξασφαλίσουν πως οι εκλογές θα γίνουν το 2023 ώστε να κερδίσουν χρόνο έως ότου αποφασίσουν πώς θα τις κερδίσουν.
Υπάρχουν μνήμες των τοπικών εκλογών του 2019 όπου τα κόμματα της αντιπολίτευσης συνασπίστηκαν σε πολλές μεγάλες πόλεις της Τουρκίας ώστε να σαρώσουν το ΑΚΡ-ΜΗΡ -συμπεριλαμβανομένης της Ιστανμπούλ όπου οι εκλογές επαναλήφθηκαν. Εκεί το ΑΚΡ ισχυρίστηκε πως η αντιπολίτευση είχε υφαρπάξει τα αποτελέσματα των εκλογών. Αυτό ήταν απίστευτα κωμικό καθώς η συμμαχία ΑΚΡ-ΜΗΡ έλεγχε κάθε σπιθαμή των κρατικών θεσμών. Ούτε και ο κόσμος της Ιστανμπούλ το βρήκε πειστικό και το ΑΚΡ υπέστη μια ταπεινωτική ήττα. Στις αρχικές εκλογές τις 31ης Μαρτίου το CHP είχε κερδίσει με μια μικρή διαφορά της τάξης των δέκα περίπου χιλιάδων ψήφων. Στις επαναληπτικές εκλογές της 23ης Ιούνη του 2019 πάνω από 54% των κατοίκων της Ιστανμπούλ ψήφισαν τον Εκρέμ Ιμάμογλου (CHP) ενώ ο υποψήφιος του ΑΚΡ πήρε περίπου 45%.
Η αντιπολίτευση και ο κοινοβουλευτικός δρόμος
Τα πράγματα λοιπόν πάνε χάλια για την κυβερνώσα συμμαχία. Το CHP, η μείζων αντιπολίτευση, για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες δεν βρίσκεται στην άμυνα. Υπάρχουν δύο κόμματα που είναι σπασίματα του ΑΚΡ. Το ένα είναι το Gelecek, αρκετά πιο συντηρητικό με ηγέτη τον Αχμέτ Νταβούτογλου -πρώην πρωθυπουργό του Ερντογάν και εξέχοντα θεωρητικό των Ισλαμιστικών κινημάτων. Το άλλο είναι το DEVA, του οποίου ηγείται ο Αλί Μπαμπατζάν, ένας νεοφιλελεύθερος που έλεγχε τις οικονομικές πολιτικές τα τελευταία 15 χρόνια της διακυβέρνησης του ΑΚΡ. Εκτός από αυτά, το Καλό Κόμμα (ένα κοσμικό, εχθρικό απέναντι στο ΑΚΡ κομμάτι, που έσπασε από το ΜΗΡ το 2017) κερδίζει έδαφος παριστάνοντας την “μετριοπαθή δεξιά εναλλακτική στην κυβέρνηση του ΑΚΡ”.
Το ΗDΡ των Κούρδων διατηρείται γύρω στο 10% παρά τις χρόνιες σκληρές πιέσεις -με χιλιάδες κομματικά στελέχη να έχουν σταλεί στη φυλακή και άλλους βουλευτές του να έχουν απομακρυνθεί από τη θέση τους. Υπάρχει επίσης το ισλαμικό κόμμα Saadet (Κόμμα της Ευτυχίας) από το οποίο αναδείχθηκαν ο Ερντογάν και άλλα ηγετικά στελέχη του ΑΚΡ πριν από 20 χρόνια, που κινείται γύρω από το 1%. Μοιάζει λοιπόν με σκηνικό από τη δεκαετία το 90, με πολλά ανταγωνιστικά κόμματα και όλα τους είναι σημαντικά σε ένα σύστημα που ο καθένας προσπαθεί να περάσει το 50%.
Η κατάρρευση του ΑΚΡ είναι δίκαιη και ευπρόσδεκτη. Θα χαρούμε να τους δούμε να αποχωρούν από την κυβέρνηση. Αλλά αυτό προκαλεί στο σύνολο της αντιπολίτευσης (και επηρεάζει και την Αριστερά) μια πολύ αρνητική στάση. Είναι δημοφιλής η ιδέα πως στις επόμενες εκλογές θα αποχαιρετήσουμε τον Ερντογάν και μέχρι τότε το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να μείνουμε ήσυχοι και να μην κάνουμε “ριψοκίνδυνα” πράγματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εργάτες που κατέβηκαν σε απεργία σε διάφορους δήμους, ελεγχόμενους από το CHP, καταγγέλθηκαν γιατί “αποδυνάμωναν την αντιπολίτευση”. Οι συκοφαντίες και τα ψέματα έδιναν και έπαιρναν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ισχυρίζονταν πως οι δημοτικοί υπάλληλοι ήταν ανειδίκευτοι και πως “έβγαζαν πολύ περισσότερα από όσα τους άξιζαν”. Η στρατηγική που έδινε προτεραιότητα σε εκλογικούς στόχους οδήγησε σε μια αντεργατική στάση. Κατά τη διάρκεια της απεργίας, ακόμα και κάποιοι αριστεροί, επαινούσαν τους τοπικούς συμβούλους του CHP των εμπλεκόμενων δήμων αντί να οργανώσουν και να υποστηρίξουν τις απεργιακές φρουρές.
Η ιδέα του χτισίματος “μιας συμμαχίας της δημοκρατίας” για τις εκλογές, που υπερασπίζονται πολλοί -συμπεριλαμβανομένου και του δημοφιλούς φυλακισμένου ηγέτη του HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς έχει δύο βασικές αδυναμίες.
Καταρχάς, όπως περιγράψαμε παραπάνω, προσπαθεί να συγκεντρώσει τους πάντες με μοναδικό στόχο τις εκλογές και μας ζητά να αγνοήσουμε τους αγώνες στους χώρους δουλειάς, στους δρόμους, στα σχολεία κτλ. Όμως, οι πρόσφατες περιπτώσεις της Λευκορωσίας και των ΗΠΑ μας δείχνουν ότι για να ακολουθήσουμε μια επιτυχημένη εκλογική στρατηγική πρέπει οπωσδήποτε να παραμείνουμε αφοσιωμένοι στα κινήματα από τα κάτω. Στις ΗΠΑ δεν ήταν ο Μπάιντεν που πέταξε έξω τον Τραμπ αλλά το μαζικό κίνημα που ξέσπασε γύρω από τη δολοφονία του Τζόρτζ Φλόιντ αλλά και οι εκατοντάδες απεργίες από τα κάτω κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το γυναικείο κίνημα που αντιτάχθηκε στον Τραμπ από την αρχή κτλ. Και στη Λευκορωσία είδαμε πως ο κόσμος χρειάστηκε να κινητοποιηθεί μαζικά στους δρόμους για να μπορέσει να διεκδικήσει το δικαίωμα να κερδίσει και στις εκλογές.
Δεύτερον η “συμμαχία για τη δημοκρατία” που προτείνεται δεν εμπεριέχει σχεδόν κανένα δημοκρατικό στοιχείο. Είναι μια συμμαχία αποκλειστικά των κομμάτων της άρχουσας τάξης, η πλειονότητα των οποίων ανήκουν στο φάσμα της Δεξιάς και προσπαθούν να ανταγωνιστούν το ΑΚΡ σε εθνικιστική βάση.
Το Κεμαλικό CHP προσπαθεί να τοποθετηθεί σαν δύναμη που βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο. Προσπαθούν να διατηρήσουν τη συμμαχία του με τους ρατσιστές του Καλού Κόμματος και από την άλλη δεν θέλουν να αποξενωθούν από την κουρδική βάση του HDP, οπότε κάνουν ανοίγματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Από τη μία ενίοτε υπερασπίζονται δημόσια τα δικαιώματα του HDP και των Κούρδων και από την άλλη βαφτίζουν ένα πάρκο στην Ιστανμπούλ “Νιχάλ Ατσίζ” -το όνομα ενός φοβερού Τούρκου Ναζί της δεκαετίας του 40.
Όλα θα ήταν ωραία αν αυτά αφορούσαν μόνο το CHP. Το Καλό Κόμμα χτίζει τώρα πάνω στη βάση του 10%. Η ηγέτιδα του κόμματος, Μεράλ Ακσενέρ, είναι μια σκοτεινή προσωπικότητα του 90. Ήταν υπουργός Εσωτερικών όταν χιλιάδες Κούρδοι δολοφονήθηκαν σε “ανεξιχνίαστα” περιστατικά. Ήταν επίσης εχθρική στις απεργίες. Τώρα, αυτό το κόμμα τοποθετείται κυρίως πάνω στα ζητήματα σε σχέση με τους πρόσφυγες και παίρνει θέση ενάντια στον ερχομό τους. Λένε ανοιχτά πως μόλις μπορέσουν θα στείλουν πίσω όλους τους Σύριους.
Εκτός από αυτά υπάρχει και το Gelecek. Ο ηγέτης του, ο Νταβούτογλου, ήταν Πρωθυπουργός όταν το ΑΚΡ έβαλε τέλος στις ειρηνευτικές διαδικασίες με τους Κούρδους και εξαπέλυσε έναν μαζικό πόλεμο μέσα στις κουρδικές πόλεις. Ο Αλί Μπαμπατζάν του DEVA είναι ένας νεοφιλελεύθερος που στοχεύει στην επανάκαμψη της τουρκικής οικονομίας μέσω της επανοικοδόμησης των δεσμών τη με τη Δύση. Το Κόμμα της Ευτυχίας από την αντιπολίτευση υποστήριξε την απόφαση της κυβέρνησης να αποσύρει την Τουρκία από την Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης -ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για την προστασία των γυναικών και των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+. Όλα αυτά τα κόμματα της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν πάνω κάτω την συμμαχία ΑΚΡ-ΜΗΡ με εθνικιστικούς όρους. Το CHP γρύλλιζε ενάντια στον Μακρόν όταν αυτός είχε έρθει σε αντιπαράθεση με τον Ερντογάν.
Σε κάθε περίπτωση λοιπόν, η Αριστερά δεν θα έπρεπε να συζητάει πως να γίνει η ουρά αυτών των δυνάμεων και πως να μπει σε μια ανίερη συμμαχία μαζί τους. Όμως αυτό είναι το συναίσθημα και η συμπεριφορά που επικρατούν στην Αριστερά και στο HDP.
Είμαστε τόσο απεγνωσμένοι;
Σίγουρα όχι. Το πρώτο τρίμηνο του 2021 ήταν κυρίως μια περίοδος ελπίδας για τους σοσιαλιστές. Ξεκινήσαμε αυτή τη χρονιά με την ηρωική αντίσταση των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο Μπογκαζίτσι. Το ΑΚΡ ακύρωσε τις παραδοσιακές εκλογές στα πανεπιστήμια και διορίζει όποιον θέλει στις διάφορες σχολές. Ο τύπος που διόρισαν στο Πανεπιστήμιο Μπογκαζίτσι δεν έχει καμία σχέση με τον χώρο. Το Μπογκαζίτσι είναι ένα οχυρό της Αριστεράς και επικρατεί μια αρκετά καλή ατμόσφαιρα ελευθερίας στο εσωτερικό του. Γι’ αυτό υπήρξε αυτός ο μαζικός ξεσηκωμός των φοιτητών. Ο αγώνας δεν έχει ακόμα κερδηθεί αλλά ούτε και μαραζώνει. Πέρα από τους φοιτητές, κάθε μέρα μαζεύονται μπροστά από το γραφείο του Πρύτανη, εκατοντάδες καθηγητές του Πανεπιστημίου, για να διαδηλώσουν.
Παράλληλα με αυτό βλέπουμε απεργίες. Όχι μόνο τους υπάλληλους των δήμων ενάντια στο ΑΚΡ αλλά και διάφορους τομείς που έχουν επηρεαστεί από την πανδημία και ρίχνουν τον εαυτό τους στις μάχες. Εργαζόμενοι στα σουπερμάρκετ, εργάτες της Υγείας, δάσκαλοι, εργαζόμενοι σε καφέ, μεταλλεργάτες κτλ συμμετέχουν σε διάφορες διαμαρτυρίες και απεργίες κάθε εβδομάδα. Οι συνταξιούχοι διαδηλώνουν παντού γιατί δεν μπορούν να συνεχίσουν με τα λεφτά που παίρνουν.
Και τέλος, υπάρχει η αντίσταση των γυναικών. Σε όλη την Τουρκία έγιναν μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην απόσυρση της Τουρκίας από τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως το γυναικείο κίνημα έχει καταφέρει να τραβήξει μαζί του, υπέρ της Συνθήκης, την πλειονότητα της κοινής γνώμης. Έχουμε ακόμα καιρό μέχρι την επίσημη απόσυρση τον Ιούλη και οι γυναικείες οργανώσεις -ενώνοντας όλες τις αντιθετικές δυνάμεις τους- φτιάχνουν ένα πλάνο διμήνου για να αυξήσουν την πίεση πάνω στην κυβέρνηση.
Δεν υπάρχουν λοιπόν μόνο οι εκλογές στην Τουρκία. Υπάρχουν κινήματα από τα κάτω και κοινωνικοί αγώνες παντού. Το DSIP υποστηρίζει πως πρέπει να ενωθούν αυτές οι δυνάμεις για να χτυπήσουμε την κυβέρνηση πιο αποτελεσματικά. Υποστηρίζουμε πως χρειάζεται μια κεντρική πλατφόρμα για το εργατικό κίνημα, όπως υπήρχε και στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Αυτό θα ένωνε τους καταπιεσμένους και τα θυμωμένα στρώματα της τουρκικής κοινωνίας. Καλούμε σε μια κεντρική διαδήλωση στην Άγκυρα όπου η ίδια η διαδικασία για την οργάνωση της θα αποτελούσε μια τεράστια δύναμη ώθησης για την αντιπολίτευση.
Και τέλος, προσπαθούμε να χτίσουμε ένα Αντικαπιταλιστικό Μπλόκ με αυτή την προοπτική. Ένα μέτωπο που θα επικεντρώνεται στις πραγματικές μάχες αντί να κυνηγάει μια δεξιά ρεφορμιστική ατζέντα. Καλούμε όσους υπερασπίζονται τους πρόσφυγες, παλεύουν για το κλίμα, διεκδικούν πολιτικές ελευθερίες, είναι για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ και των γυναικών, και που είναι με τους εργάτες να δώσουν τη μάχη για να ενωθούμε σε μία δύναμη. Ένα αντίβαρο στα αντιμαχόμενα εθνικιστικά μπλοκ του AKP/MHP από τη μία και του Καλού Κόμματος και του CHP από την άλλη. Με αυτό τον τρόπο η Αριστερά θα μπορέσει να δυναμώσει τη φωνή της. Είναι και ο μόνος τρόπος για να χτιστεί η εργατική ταξική αλληλεγγύη που θα μπορέσει πραγματικά να πλήξει τον Ερντογάν.
Μετάφραση: Δημήτρης Δασκαλάκης