Άρθρο
50 χρόνια ΣΕΚ - Παλεύοντας για την επανάσταση και τον Σοσιαλισμό

Νοέμβρης 1974. Στη φωτό, πανό της ΟΣΕ στην πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Δίπλα, η αφίσα που καλούσε στην πρώτη πορεία.

Ο Πάνος Γκαργκάνας θυμίζει τις επιλογές που σημάδεψαν μια μεγάλη διαδρομή.

 

Πριν από πενήντα χρόνια, τον Οκτώβρη του 1971, μια μικρή ομάδα επαναστατών ξεκινούσε την Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση (ΟΣΕ) από την οποία προέρχεται το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ). Πρόκειται για μια μεγάλη διαδρομή που καλύπτει περίπου το μισό από τον αιώνα και πλέον που έχει περάσει από τη νικηφόρα εργατική επανάσταση στη Ρωσία το 1917 και την ίδρυση του ΣΕΚΕ στην Ελλάδα. Μια διαδρομή γεμάτη αγώνες, κρίσιμες καμπές και δύσκολες επιλογές, πάντα κάτω από τη σημαία της επανάστασης και του Σοσιαλισμού.

Παραφράζοντας τον Μαρξ και την περιβόητη θέση του ότι οι άνθρωποι γράφουν ιστορία αλλά όχι μέσα σε συνθήκες της επιλογής τους, μπορούμε βάσιμα να πούμε ότι οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες χτίζουν την επαναστατική αριστερά, αλλά μέσα σε συνθήκες που καθορίζονται από τα πάνω και τα κάτω του κινήματος της εργατικής τάξης μέσα στις αναμετρήσεις της πάλης των τάξεων.

Για να γυρίσουμε το βλέμμα μας πίσω σε αυτά τα πενήντα χρόνια, στις προσπάθειες που κάναμε και στους αγώνες που δώσαμε, χρειάζεται να τοποθετήσουμε αυτόν τον μισό αιώνα μέσα στη μεγαλύτερη εικόνα. Μια βασική περιοδολόγηση είναι απαραίτητη.

Η Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 εγκαινίασε τη μεγαλύτερη ανάταση του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης. Τα κινήματα ενάντια στο μεγάλο σφαγείο του Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου εξελίχθηκαν σε κύματα επαναστάσεων και η ίδρυση της Τρίτης Διεθνούς αγκάλιασε τη δημιουργία μαζικών επαναστατικών κομμάτων. Η περίοδος από τον Πρώτο στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελεί τη μεγαλύτερη κρίση που γνώρισε ο παγκόσμιος καπιταλισμός.

Η επικράτηση του σταλινισμού στη Ρωσία και η ανάκαμψη του καπιταλισμού αλλάζουν τα δεδομένα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα επόμενα τριάντα χρόνια αποτελούν την πιο μακρόχρονη και αλματώδη οικονομική ανάπτυξη, μια «χρυσή τριακονταετία» για το σύστημα, ενώ στο εργατικό κίνημα ηγεμονεύουν οι ρεφορμιστικές δυνάμεις. Δίπλα στη Σοσιαλδημοκρατία, τα κομμουνιστικά κόμματα στις χώρες της δυτικής Ευρώπης γοητεύονται όλο και περισσότερα από τα θέλγητρα του κοινοβουλευτικού δρόμου. Μπαίνουν οι βάσεις για να φτάσει το Ιταλικό ΚΚ στον «ιστορικό συμβιβασμό» και το Γαλλικό στο «Κοινό Πρόγραμμα» με τον Μιτεράν.

Κόντρα σε αυτό το ρεύμα ξεσπάει η μεγάλη αναταραχή που εγκαινίασε ο Μάης του 1968 στη Γαλλία και απλώθηκε σχεδόν παντού τα επόμενα δέκα, περίπου, χρόνια. Από το «Καυτό Φθινόπωρο» στην Ιταλία, στην «Επανάσταση με τα Γαρύφαλλα» στην Πορτογαλία και στον θάνατο του Φράνκο και του φασισμού στην Ισπανία, περνώντας από την κατάρρευση της Χούντας στην Ελλάδα. Η επανεμφάνιση ρευμάτων και οργανώσεων της επαναστατικής αριστεράς σε ρήξη με τα παραδοσιακά-ρεφορμιστικά εργατικά κόμματα αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό εκείνων των μαζικών εκρήξεων.

Όμως, από τη δεκαετία του 1980 ξεκινάει μια δεξιά αντεπίθεση. Αυτό που αργότερα ονομάστηκε νεοφιλελευθερισμός είχε αρχικά πρωταγωνιστές τη Θάτσερ και τον Ρίγκαν και έφτασε στο απόγειό του στη δεκαετία του 1990 με τις θεωρίες για «το τέλος της ιστορίας», καθώς ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς είναι «σύμφωνος με την ανθρώπινη φύση». Οι εξελίξεις στη Ρωσία και την Κίνα ενισχύουν αυτή την εξόρμηση καθώς τα καθεστώτα που ισχυρίζονταν ότι ήταν «υπαρκτός σοσιαλισμός» περνάνε στην οικονομία της αγοράς είτε καταρρέοντας (Ρωσία), είτε με την καθοδήγηση του ΚΚ (Κίνα).

Ωστόσο, ούτε οι ιδεολογικές επιθέσεις ούτε οι πολεμικές εξορμήσεις των ΗΠΑ δεν καταφέρνουν να δώσουν σταθερότητα στο σύστημα. Οι πρώτες δεκαετίες του εικοστού πρώτου αιώνα σημαδεύονται από το χειρότερο ξέσπασμα οικονομικής κρίσης από την εποχή της δεκαετίας του 1930 και ανοίγουν μια νέα περίοδο πολύπλευρης και μακρόσυρτης αστάθειας στις μέρες μας.

Επιλογές

Η δημιουργία της ΟΣΕ, η ανάπτυξή της και το πέρασμα στο ΣΕΚ είναι αναπόσπαστα δεμένη με τις προκλήσεις που αντιμετώπισε η Αριστερά μέσα σε αυτό το διάστημα και τις επιλογές που χρειάστηκε να κάνει. Όπως τονίζει η ανακοίνωση του ΣΕΚ στην επέτειο των 50 χρόνων:

«Αφετηρία για την ίδρυση της ΟΣΕ ήταν η ριζοσπαστικοποίηση της γενιάς του 114 και των Ιουλιανών του 1965 που είδε τις ελπίδες της να χάνονται κάτω από τη μπότα της δικτατορίας. Οι αναζητήσεις για τα αίτια της ήττας εκείνου του συγκλονιστικού κινήματος συνδέθηκαν με το κύμα των εξεγέρσεων του Μάη του 1968 που ξαναζωντάνεψε την επαναστατική παράδοση του Οκτώβρη του 1917. Την παράδοση του Μαρξ και του Ένγκελς, του Λένιν και του Τρότσκι, της Ρόζας και του Γκράμσι.

Με αυτές τις ιδέες γίναμε βασικό κομμάτι της επαναστατικής αριστεράς που πρωτοστάτησε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, που απέρριψε τα διλήμματα «Καραμανλής ή τανκς» στη Μεταπολίτευση, που πολύ πριν το 1989 έλεγε ότι τον σοσιαλισμό τον χτίζουν οι εργάτες και όχι τα τανκς και οι γραφειοκράτες. Δώσαμε μάχες ενάντια στις αυταπάτες για το ΠΑΣΟΚ που είχε υποσχεθεί “σοσιαλισμό στις 18” και κατάντησε να γίνει ο πιο μακρόχρονος διαχειριστής του ελληνικού καπιταλισμού. Μεγαλώσαμε, και το 1997 ξεκινήσαμε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, πάνω στην ώρα για να στηρίξουμε το νέο αντικαπιταλισμό στη Γένοβα το 2001 και τους μεγάλους αγώνες του 21ου αιώνα ενάντια στη χρεοκοπία και τα Μνημόνια. 

Η επαναστατική παράδοση ήταν και είναι η πυξίδα μας για να αντιμετωπίσουμε όλες τις καμπές των ταξικών αγώνων, τις μεγάλες επιλογές που χρειάζεται να κάνει η Αριστερά για να είναι αντάξια του κόσμου που παλεύει».1

Ας σταθούμε σε αυτές τις μεγάλες επιλογές, ξεκινώντας από την καθοριστική: Μεταρρύθμιση ή επανάσταση;

Το δίλημμα τέθηκε επιτακτικά μετά την πικρή εμπειρία του πραξικοπήματος τον Απρίλη του 1967. Χιλιάδες και χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες βρέθηκαν από τα ύψη των Ιουλιανών του 1965 στα τάρταρα της ήττας. Μια έντονα συναισθηματικά φορτισμένη εικόνα δίνει ο Φώντας Λάδης με όσα έγραφε το 1968 στο βιβλίο του για τον Μίκη Θεοδωράκη:

«Θέλουμε ξεκάθαρο ουρανό μπροστά μας. Ποιοι είμαστε εμείς; Μα, οι περισσότεροι, οι πριν από λίγα χρόνια έφηβοι, που με το πρώτο τραγούδι του Μίκη μάθαμε πως υπάρχουν και εργάτες στον τόπο μας, με το δεύτερο πως τώρα πια δεν είναι όλοι οι εργάτες στον τόπο μας, αλλά έχουν σκορπιστεί στα τέσσερα σημεία του πλανήτη και, όταν τον ακούγαμε στις πρώτες μεγάλες συγκεντρώσεις να μιλάει, πανύψηλος, ωραίος και επαναστάτης, δεν μπορούσαμε να σκεφτούμε πως μπορεί σε μερικά πράγματα και να μην έχει δίκιο. Γιατί ήταν από αυτούς που μας έμαθαν πως οι άλλοι δεν έχουν δίκιο. (…)

Το ‘λάθος’ του όμως ήταν πως οδήγησε και ‘παρέσυρε’ όλο αυτό το πλήθος σ’ ένα άλλο ανήλιο μέρος, εκεί που ήταν κι ο ίδιος εγκλωβισμένος. Τους οδήγησε στον χώρο μιας Αριστεράς που ήταν ηττημένη στο μυαλό, προδομένη και ρουτινιαρισμένη, μιας Αριστεράς που τα λάβαρα των παλιών αγώνων της και των θυσιών της ήταν ελκυστικά αλλά δεν είχαν κοντάρι και τόπο για να σταθούν».2 

Η ρήξη με τον ρεφορμισμό έγινε πλατιά επιλογή. Όπως γράφαμε σε αυτό το περιοδικό πριν δέκα χρόνια:

«Η ορμητική άνοδος των αγώνων στην Ελλάδα από το 25% της ΕΔΑ στις εκλογές του 1958 μέχρι τις μέρες που οι κυβερνήσεις της Αποστασίας και το Παλάτι πολιορκούνταν από τους διαδηλωτές το καλοκαίρι του ‘65, πολιτικοποίησε και ριζοσπαστικοποίησε χιλιάδες που είχαν αρχίσει να αμφισβητούν τις επιλογές των ηγεσιών της αριστεράς, τόσο της νόμιμης ΕΔΑ όσο και του παράνομου ΚΚΕ. Αυτή η αμφισβήτηση έγινε ρήξη μετά το πραξικόπημα της 21 Απρίλη 1967. Γιατί ηττήθηκε ένα τόσο μεγάλο κίνημα; Τι ευθύνες είχε η ηγεσία; Αυτά τα ερωτήματα βασάνιζαν ένα πλήθος αγωνιστών που αναζητούσαν απαντήσεις.

Παρά τις συνθήκες ήττας και παρανομίας, αυτές οι αναζητήσεις στράφηκαν προς τα αριστερά σαν αποτέλεσμα δυο παραγόντων. Ο πρώτος ήταν η μεγάλη κρίση της παραδοσιακής αριστεράς που διασπάστηκε σε ΚΚΕ και ΚΚΕ(εσωτερικού) κάτω από το βάρος όχι μόνο των ευθυνών της για την ήττα από τη Χούντα αλλά και της εισβολής της ΕΣΣΔ στην τότε ενιαία Τσεχοσλοβακία τον Αύγουστο του 1968. Και ο δεύτερος ήταν ο γαλλικός Μάης του ‘68 που έγινε παγκόσμιο κίνημα με το Καυτό Φθινόπωρο στην Ιταλία το 1969 και το κίνημα ενάντια στον πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.

Πάνω σε αυτό το έδαφος άρχισαν να φυτρώνουν ομάδες στα αριστερά των παραδοσιακών ηγεσιών, ιδιαίτερα ανάμεσα στους χιλιάδες μετανάστες και φοιτητές της Δυτικής Ευρώπης. Ήδη πριν από τη δικτατορία υπήρχαν οι Φίλοι Νέων Χωρών, η Αναγέννηση-ΟΜΛΕ καθώς και οι σύντροφοι του Σωτήρη Πέτρουλα. Μέσα στις νέες συνθήκες ιδρύεται το ΕΚΚΕ, αναπτύσσεται η ΕΔΕ (πρόδρομος του σημερινού ΕΕΚ), ο Φώντας Λάδης εκδίδει στην Ιταλία “Τα άλλα ΝΕΑ”, ο Γιώργος Βότσης και ο Περικλής Κοροβέσης συνεργάζονται για να συσπειρώσουν μια κίνηση από “Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες” γύρω από το περιοδικό “Επανάσταση” και την εφημερίδα “Η Μαμή”. Μέσα από αυτή την “ομπρέλα” βγήκε η ΟΣΕ».3

Το φαινόμενο ήταν διεθνές: «“Στην Ιταλία”, γράφει ο Κρις Χάρμαν στο κλασσικό (πλέον) βιβλίο του για τον Μάη του ’68, “η επαναστατική αριστερά ήταν σχεδόν ανύπαρκτη πριν από το 1968. Οι οπαδοί της ήταν λίγοι, επισκιασμένοι ολοκληρωτικά από το ενάμιση εκατομμύριο μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, του μεγαλύτερου στην Ευρώπη. Οι οπαδοί της Τροτσκιστικής Τέταρτης Διεθνούς είχαν κρυφτεί τόσο βαθιά μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα που είχαν γίνει αόρατοι. Οι οπαδοί του Αμαντέο Μπορντίγκα είχαν μετατραπεί, ύστερα από μια απομόνωση δεκαετιών σε μια ασήμαντη σέχτα, που τύπωνε τελετουργικά τις ίδιες θέσεις κάθε μήνα στην εφημερίδα της...

Το κύμα της φοιτητικής και λίγο αργότερα της εργατικής έκρηξης τα άλλαξε όλα αυτά. Το 1973 η επαναστατική αριστερά της Ιταλίας ήταν πολύ μεγαλύτερη και με πολύ μεγαλύτερη επιρροή από οποιαδήποτε άλλη αναπτυγμένη χώρα, με δεκάδες χιλιάδες οπαδούς και τρεις καθημερινές εφημερίδες”».4

Η επίδραση του διεθνούς κινήματος σε αυτές τις εξελίξεις δεν ήταν απλά μια ιδεολογική ώθηση. Ήταν δεσμοί που αναπτύχθηκαν μέσα από κοινούς αγώνες. Όπως θύμιζε η Μαρία Στύλλου στη συνέντευξή της στο περιοδικό των βρετανών συντρόφων του SWP:

«Το 1966 βρέθηκα στο Λονδίνο, φοιτήτρια στο London School of Economics. Εκεί συνάντησα για πρώτη φορά συντρόφους από την οργάνωση International Socialists, απ’ όπου προέρχεται το σημερινό SWP της Βρετανίας. Ήταν η πρώτη γνωριμία με τις ιδέες του Τρότσκι. Θυμάμαι μια εκδήλωση με ομιλητή τον Ισαάκ Ντόιτσερ για τη ζωή του Τρότσκι, όπου σύντροφοι του IS παρέμβηκαν για να μιλήσουν για τον κρατικό καπιταλισμό στη Ρωσία του Στάλιν. Δεν ήταν μια ομαλή προσγείωση για μένα.

Υπήρχαν πολλές συζητήσεις στο LSE εκείνα τα χρόνια, για το Βιετνάμ, το απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, για όλα τα κινήματα. Ο Τόνι Κλιφ σηκωνόταν στο τέλος των συζητήσεων και ανακοίνωνε ότι “Αύριο πάμε στο τάδε εργοστάσιο ή σε κάποια οικοδομή να διακινήσουμε την εφημερίδα μας” και ρωτούσε ποιοι θέλουν να πάνε μαζί. 

Το 1967 είχαμε κατάληψη στο LSE και εγώ συμμετείχα. Όταν έγινε το πραξικόπημα στην Ελλάδα, κάναμε κατάληψη στην ελληνική πρεσβεία του Λονδίνου. Ήταν εμπειρίες που μαζί με την έκρηξη του Μάη του 1968 με οδήγησαν σε οριστική ρήξη με τον ρεφορμισμό. Αρχίσαμε μαζί με άλλους συντρόφους να  φτιάχνουμε ξεχωριστή οργάνωση και να βγάζουμε μια εφημερίδα, τη Μαμή, ένα όνομα παρμένο από τον Μαρξ και την θέση του ότι “η βία είναι η Μαμή της επανάστασης”».5

Η επιλογή του επαναστατικού δρόμου απέναντι στις μεταρρυθμιστικές αυταπάτες δεν ήταν εφάπαξ. Προφανώς δικαιώθηκε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον ρόλο που έπαιξε η επαναστατική αριστερά σε αυτήν και την ώθηση που έδωσε για την κατάρρευση της δικτατορίας. Δεν ξεχνάμε ποιες ήταν οι κατευθύνσεις του ρεφορμισμού:

«Το 1973, λίγες μέρες πριν το Πολυτεχνείο, όχι μόνο ο Κύρκος αλλά όλη η ηγεσία του ΚΚΕ εσ. υποστηρίζει τη συμμετοχή στις χουντοεκλογές. “[Τ]ο βασικό πρόβλημα σήμερα δεν είναι η συμμετοχή ή μη στις εξαγγελλόμενες εκλογές. Όσο λάθος θα ήταν μια βιαστική απόφαση τώρα για συμμετοχή στις εκλογές, ανεξάρτητα από τις συνθήκες διεξαγωγής τους, άλλο τόσο λάθος θα ήταν ο εκ των προτέρων αποκλεισμός της συμμετοχής σε αυτές...” (απόσπασμα από άρθρο του Μπάμπη Δρακόπουλου, γραμματέα του ΚΚΕ εσ., στο Βήμα στις 19/10/1973).(…) Την ίδια περίοδο που ο Κύρκος έγραφε για “αγώνα μέσα στους θεσμούς της Χούντας” ψάχνοντας για συνεργασία με πεφωτισμένα κομμάτια της, στο ΚΚΕ γινόταν επίσης στροφή και ταυτόχρονα αλλαγή ηγεσίας.

Το 1973, το ΚΚΕ προχωράει στο 9ο συνέδριο, και αντικαθιστά τον Κολιγιάννη με τον Χαρίλαο Φλωράκη. Η πραγματική αλλαγή είχε γίνει ένα χρόνο πιο πριν, το Δεκέμβρη του 1972 στη 17η Ολομέλεια.

Στην εισήγηση που κάνει ο Φλωράκης στο συνέδριο, κάνει κριτική στην ηγεσία του ΚΚΕ για την περίοδο ’61-’68 και μ’ αυτόν τον τρόπο, στην πολιτική της ΕΔΑ για την ίδια περίοδο και προχωράει στο να χαράξει την καινούργια γραμμή του ΚΚΕ. Μέσα απ’ αυτό το συνέδριο, το ΚΚΕ περνάει από τη γραμμή της Παλλαϊκής αντίστασης απέναντι στη δικτατορία, σ’ αυτή της “Προχωρημένης Δημοκρατίας”. Ο στόχος είναι η αποκατάσταση της δημοκρατίας που στην πορεία θα γίνει πιο προχωρημένη. Με άλλα λόγια, να διεκδικήσει και το ΚΚΕ εκλογές και να προχωρήσει σε συνεργασίες που θα άνοιγαν το δρόμο σ’ αυτή την προοπτική.

Κανένα από τα δύο ΚΚ δεν πίστευαν στη δύναμη του κινήματος να ανατρέψει τη Χούντα, και κανένα από τα δύο δεν ήταν διατεθειμένο να υποστηρίξει μια εξέγερση που η δυναμική της μπορούσε να φέρει την πτώση της δικτατορίας και να ανοίξει μια προοπτική που ξεπερνούσε τα όρια μιας ελεγχόμενης “φιλελευθεροποίησης” του χουντικού καθεστώτος.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν τους βρήκε απροετοίμαστους, όπως συνηθίζουν να δηλώνουν εκ των υστέρων. Τουναντίον, τους βρήκε προετοιμασμένους σε μια προοπτική που απόρριπτε την είσοδο των μαζών στο προσκήνιο για να καθορίσουν τις εξελίξεις και, έτσι, να χαλάσουν τα σχέδια της αλλαγής φρουράς κάτω από τον έλεγχο της κυρίαρχης τάξης και των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων. Γι’ αυτό και το ΚΚΕ προσπάθησε να διαλύσει την κατάληψη του Πολυτεχνείου από το ξεκίνημα της, και το ΚΚΕ (εσωτερικού) έδινε μάχη να βγάλει από τη Συντονιστική Επιτροπή απόφαση που θα καλούσε σε παλλαϊκή συνεργασία όλες τις δυνάμεις για να φτιάξουν όλοι μαζί μια κοινή κυβέρνηση».6 

Η επαναστατική αριστερά του Πολυτεχνείου το 1973 απέρριψε εκείνες τις «ρεαλιστικές» προτάσεις. Αλλά τις σειρήνες του μεταρρυθμιστικού δρόμου χρειάστηκε να τις απορρίψουμε ξανά και ξανά.

Το 1981, η ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση για πρώτη φορά καλλιεργούσε μαζικές ελπίδες ότι έρχεται μια μεγάλη αλλαγή που μπορεί να φτάσει μέχρι το σοσιαλισμό. Υπήρχαν τοπικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ που αναρτούσαν στα γραφεία τους τη φωτογραφία του Άρη Βελουχιώτη. Στις μαζικές διαδηλώσεις που είχαν γίνει το 1979 όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποφάσισε την επιστροφή της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, τα μπλοκ του ΠΑΣΟΚ εναλλάσσονταν με τα μπλοκ της Αριστεράς με κοινό το σύνθημα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο». Πολλοί αγωνιστές, ακόμα και από το χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, εντάχθηκαν στο ΠΑΣΟΚ και πολλοί έγιναν στελέχη ελπίζοντας ότι έτσι εξασφαλίζουν μια αριστερόστροφη πορεία. Διαψεύστηκαν οικτρά. Το ΕΚΚΕ που ήταν από τις βασικές οργανώσεις της Μεταπολίτευσης υπέφερε από πολλές διαρροές. Το Ξεκίνημα που διάλεξε τακτική εισοδισμού στο ΠΑΣΟΚ αποδεκατίστηκε.

Χρειάστηκαν σκληρές ιδεολογικές αντιπαραθέσεις αλλά και μαζικές εργατικές ανταρσίες για να φτάσουμε να απλωθεί πλατιά το σύνθημα «Όχι άλλες αυταπάτες, ή με το ΠΑΣΟΚ ή με τους εργάτες» με τη μεγάλη απεργία των εργαζόμενων στους Δήμους το Δεκέμβρη του 1986.

Η κεντρικότητα της εργατικής τάξης

Η ΟΣΕ είχε τον προσανατολισμό να παίξει αυτό το ρόλο γιατί από την αρχή είχε σαν βασική αναφορά την κεντρικότητα της εργατικής τάξης. Όχι μόνο ιδεολογικά αλλά και στην πράξη. Την άνοιξη του 1975, ενώ ήμασταν μια οργάνωση που είχε στρατολογήσει κύρια φοιτητές από τη ριζοσπαστικοποίηση του Πολυτεχνείου, αποφασίσαμε στην «Ολομέλεια της Ραφήνας» να ριχτούμε στη μάχη των απεργιών της Μεταπολίτευσης. Συγκροτήσαμε τοπικές κινήσεις με το κοινό όνομα «Σύλλογος Εργαζομένων» σε όσες γειτονιές έφταναν οι δυνάμεις μας και βάλαμε σαν καθήκον τη στήριξη των εργατών και των εργατριών που ξεδίπλωναν τους αγώνες τους στους χώρους δουλειάς φτιάχνοντας σωματεία.

Χειροπιαστό παράδειγμα εκείνων των προσπαθειών ήταν η απεργία στην Τριαντέξ στις 30 Ιούνη του 1975. Όπως περιγράφει το σχετικό κείμενο στο περιοδικό «Σοσιαλιστική Επανάσταση»:

«Η Τριαντέξ είναι ένα από τα μεγαλύτερα εργοστάσια της Κάτω Κηφισιάς και απασχολεί περί τους 500 εργάτες, στην πλειοψηφία τους γυναίκες. Αφορμή για την απεργία ήταν η απόλυση τριών συνδικαλιστών που είχαν πρωτοστατήσει για το φτιάξιμο του σωματείου. Συγκεντρώθηκαν την παραμονή της απεργίας σε έναν κινηματογράφο κοντά στο εργοστάσιο και αποφάσισαν να κατέβουν σε 24ωρη απεργία που θα την μετέτρεπαν σε διαρκείας εάν ο Τριαντόπουλος δεν ικανοποιούσε τα αιτήματα. Στη συγκέντρωση αυτή έκλεξαν και την απεργιακή τους επιτροπή και συζήτησαν για την τεχνική προετοιμασία της απεργίας. Με τη βοήθεια του Συλλόγου Εργαζομένων Ν. Ιωνίας-Ηρακλείου έφτιαξαν πανό, έγραψαν προκηρύξεις και τις μοίρασαν στις εργατικές πολυκατοικίες κοντά στο εργοστάσιο, όπου μένουν σχεδόν τα δυο τρίτα των εργατών της Τριαντέξ.(…) 

Υπάρχει μεγάλος ενθουσιασμός στους απεργούς. Για πρώτη φορά γνωρίζονται μεταξύ τους. Δούλευαν τόσα χρόνια μαζί και ποτέ μέσα στο θόρυβο και το τρέξιμο με 22 αργαλειά δεν είχαν μπορέσει να κουβεντιάσουν για τα προβλήματά τους. Για πρώτη φορά διαπίστωναν ότι ήσαν όλοι αποφασισμένοι να παλέψουν τον Τριαντόπουλο (…)

Για να μπορέσουν οι μαχητικοί εργάτες να δώσουν συλλογικά και συστηματικά τις μάχες ενάντια στους εργοδότες, την κυβέρνηση και τους ρεφορμιστές, πρέπει να συσπειρωθούν και να οργανωθούν στον τόπο δουλειάς. Τέτοια μορφή οργάνωσης είναι οι εργατικές επιτροπές βάσης. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση δουλεύει η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση».7

Εκείνα ήταν πολύ σημαντικά βήματα για τη διαμόρφωση και την εδραίωση των προτεραιοτήτων που θα έπρεπε να έχει η Αριστερά και ιδιαίτερα η επαναστατική αριστερά. Και έμελλε να αποδειχθούν πολύτιμα, ιδιαίτερα όταν η απογοήτευση από τους συμβιβασμούς της σοσιαλδημοκρατίας και της υπόλοιπης ρεφορμιστικής αριστεράς έβαλε σε αμφισβήτηση ανοιχτά την κεντρικότητα της εργατικής τάξης.

Το μοτίβο ότι η εργατική τάξη δεν είναι επαναστατική όπως στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα υπήρχε ήδη από τη δεκαετία του 1950. Τότε η έμφαση έπεφτε στο ανερχόμενο βιοτικό επίπεδο που υποτίθεται ότι ενσωμάτωνε τους εργάτες καθώς αποχτούσαν τηλεόραση, πλυντήριο, αυτοκίνητο και άλλα καταναλωτικά αγαθά. Στη δεκαετία του 1980 τέτοιες θεωρίες επανήλθαν με ανανεωμένα επιχειρήματα. Ο ιστορικός Έρικ Χόμπσμπομ έθετε ήδη από το 1978 με μια διάλεξη του στο Λονδίνο το ερώτημα «Η ανοδική πορεία της εργατικής τάξης σταμάτησε;» και απαντούσε:

«Η χειρωνακτική εργατική τάξη, ο πυρήνας των παραδοσιακών σοσιαλιστικών κομμάτων σήμερα συρρικνώνεται αντί να επεκτείνεται. Έχει μετασχηματιστεί και ως ένα σημείο διασπαστεί από τις δεκαετίες όπου το βιοτικό της επίπεδο είχε φτάσει σε επίπεδα που ούτε οι πιο καλοπληρωμένοι του 1939 δεν είχαν ονειρευτεί. (…) Δεν είναι πια δυνατόν να θεωρούμε ότι όλοι οι εργάτες βρίσκονται σε μια διαδικασία συνειδητοποίησης της ταξικής τους θέσης που τους οδηγεί πίσω από κάποιο σοσιαλιστικό εργατικό κόμμα».8

Στη Γαλλία, ο Αντρέ Γκορτς πρόσθετε:

«Η εποχή των ειδικευμένων εργατών που είχαν σαν χαρακτηριστικά τους τη δύναμη μέσα στο εργοστάσιο και τα αναρχοσυνδικαλιστικά τους σχέδια, πρέπει σήμερα πια να θεωρείται σαν ένα διάλειμμα στο οποίο ο Ταιυλορισμός, η επιστημονική οργάνωση της εργασίας και τέλος τα ρομπότ και τα κομπιούτερ βάζουν τέρμα».9

Εκείνο το ρεύμα έβρισκε ανταπόκριση στις εξελίξεις στην Ελλάδα. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ από τα ύψη των υπουργικών θώκων είχε ήδη διακηρύξει ότι τα πιο δυνατά και οργανωμένα κομμάτια της εργατικής τάξης έχουν γίνει προνομιακά «ρετιρέ» σε σύγκρουση με τα «λαϊκά στρώματα». Η Αυγή πρόβαλε απόψεις ότι «επίκεντρο των αγώνων δεν είναι πια μόνο η εργατική τάξη, αλλά η βάση [των νέων κινημάτων] είναι διαταξική… καθορίζονται από την εξατομίκευση, είναι αντικολλεβιστικά, αντιοργανωτικά…».10 Και ενώ η ΟΣΕ απαντούσε με επιχειρήματα στις θεωρίες για αριθμητική συρρίκνωση, «αποειδίκευση» και «διάχυση» της εργατικής τάξης, στο ΚΚΕ επικρατούσαν οι απόψεις της προσαρμογής. Η ηγεσία Φλωράκη έδινε το προβάδισμα σε στελέχη όπως η Μαρία Δαμανάκη και ο Μίμης Ανδρουλάκης που αναζητούσαν «νέες μήτρες της αριστεράς» πέρα από την εργατική τάξη.

Η κατάληξη εκείνης της στροφής είναι γνωστή: η συνεργασία Φλωράκη-Κύρκου στον Συνασπισμό, η κρίση του 1989, η συγκυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία αρχικά και η «οικουμενική» κυβέρνηση μαζί με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στη συνέχεια, η μαζική αποχώρηση της ΚΝΕ που προχώρησε να συγκροτήσει το ΝΑΡ, η νέα διάσπαση του ΚΚΕ με βασικά στελέχη όπως ο Φαράκος, ο Δραγασάκης, ο Λαφαζάνης να αποχωρούν από το κόμμα και να παραμένουν στον Συνασπισμό. Μια τεράστια κρίση για τη ρεφορμιστική αριστερά σε μια περίοδο όπου η εργατική τάξη διέψευδε στους δρόμους τις θεωρίες περί «συρρίκνωσής» της. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη 1990-1993 βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα τεράστιο κύμα εργατικών αγώνων που τελικά την τσάκισε.

Καθόλου παράξενο που εκείνα ήταν χρόνια ανάπτυξης για την ΟΣΕ, καθώς η επιμονή στην κεντρικότητα της εργατικής τάξης μεταφράστηκε σε συστηματική στήριξη του εργατικού κύματος. Η απεργία των εργαζόμενων στα λεωφορεία της Αθήνας, στην ΕΑΣ, ήταν εμβληματική και η συμπαράσταση επίσης. Όταν γιορτάζαμε τα 1000 φύλλα της Εργατικής Αλληλεγγύης πολλά χρόνια αργότερα, ένας από τους απεργούς θυμόταν:

«Η πρώτη μου γνωριμία με την Εργατική Αλληλεγγύη έγινε στους δύσκολους καιρούς του ’92 όταν παλεύαμε για να κρατήσουμε τις δουλειές μας και τη δημόσια συγκοινωνία. Η συνεισφορά σας ήταν αληθινή και πολύτιμη. Με την αμέριστη συμπαράστασή σας βοηθήσατε τον κόσμο να γνωρίσει τον αγώνα μας και να μας στηρίξει. Σταθήκατε στο πλευρό μας σε όλες τις δύσκολες στιγμές και στις συγκρούσεις με τα ΜΑΤ και στην εξόρμηση στη Θεσσαλονίκη και παντού.

Σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου για ό,τι κάνατε τότε και ό,τι κάνετε μέχρι σήμερα. Σήμερα βλέπω ότι η εφημερίδα σας έχει δυναμώσει. Εύχομαι να δυναμώσει ακόμα πιο πολύ γιατί αυτή τη φωνή την έχει ανάγκη σήμερα ο κόσμος για να σταματήσει αυτές τις πρωτοφανείς επιθέσεις που δέχεται. Ελπίζω ότι θα είμαι εδώ όταν θα κλείνετε και τη δεύτερη χιλιάδα για να το γιορτάσουμε μαζί. Βασίλης Φακής, οδηγός ΕΘΕΛ».

Και άλλος ένας συμπλήρωνε:

«Αν σήμερα τα λεωφορεία της Αθήνας είναι στο δημόσιο, αυτό οφείλεται στη νίκη του σκληρού αγώνα που δώσαμε το 1992-93 ενάντια στον Μητσοτάκη. Τον νικήσαμε και πήραμε πίσω τις δουλειές μας. Η Εργατική Αλληλεγγύη ήταν κομμάτι εκείνου του αγώνα. Με τη συνεχή παρουσία της στις πορείες μας αλλά και στα αμαξοστάσια ήταν πολύτιμος σύμμαχος. Τέτοιους συμμάχους θα χρειαστούμε ξανά τώρα που οι κυβερνήσεις είτε του Παπανδρέου είτε του Παπαδήμου φέρνουν ξανά ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές. Συγχαρητήρια για τα 1.000 φύλλα, και καλή συνέχεια στον κοινό αγώνα. Σωτήρης Δήμιζας, τεχνικός ΕΘΕΛ, Π. Ράλλη».11

Σοσιαλισμός από τα κάτω

Ωστόσο, το μεγάλωμα της ΟΣΕ εκείνα τα χρόνια δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο αυτής της επιλογής. Τεράστια σημασία είχε η σωστή αντιμετώπιση για την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και του ανατολικού μπλοκ. Η ηττοπάθεια είχε απλωθεί μέσα σε όλο το χώρο της Αριστεράς μετά από εκείνες τις εξελίξεις. Υπήρχε επιτακτική ανάγκη για απαντήσεις στα «γιατί» της κατάρρευσης, στα ερωτήματα πώς και πότε χάθηκε η επανάσταση στη Ρωσία αλλά και στη θριαμβολογία της δεξιάς ότι ο καπιταλισμός αποδεικνύεται ακλόνητος νικητής.

Η απάντηση στο πρώτο σκέλος στηρίχτηκε στην ανάλυση του Τόνι Κλιφ για την επικράτηση του κρατικού καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ την περίοδο του Στάλιν.12 Ήταν και είναι μια ανάλυση πολύτιμη για δυο βασικούς λόγους. 

Πρώτα απ’ όλα γιατί επέμενε στις βασικές αρχές του Μαρξ και του Λένιν ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας και κατά συνέπεια η οικοδόμηση του σοσιαλισμού ξεκινούσε με το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια των ίδιων των εργατών. Όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές, οι Μπολσεβίκοι είχαν σύνθημα «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ» και όχι «όλη η εξουσία στον γραμματέα της κεντρικής επιτροπής του κόμματος». Η επικράτηση του Στάλιν στη διαμάχη με την Αριστερή Αντιπολίτευση και τον Τρότσκι ήταν κρίσιμη καμπή και σήμανε τον υποβιβασμό της εργατικής τάξης από ηγεμονική σε κυριαρχούμενη. 

Η ΕΣΣΔ έχασε το σοσιαλιστικό της χαρακτήρα τότε και το νέο καθεστώς έπρεπε να χαρακτηριστεί με μαρξιστική ακρίβεια, δεν μπορούσε να παραμένει για δεκαετίες σε κάποιο απροσδιόριστο κενό «εκφυλισμένου σοσιαλισμού». Αν στα χρόνια που ο Κλιφ διαμόρφωσε την ανάλυσή του αυτό το ζήτημα ήταν αμφιλεγόμενο, η πορεία δικαίωσε τον χαρακτηρισμό του νέου καθεστώτος ως καπιταλιστικού. Στη δεκαετία του 1960 η ίδια η ηγεσία της ΕΣΣΔ ομολογούσε με το στόμα του πρωθυπουργού Κοσύγκιν ότι κριτήριό της ήταν το ποσοστό κέρδους των επιχειρήσεων:

«Το κέρδος αντικαθρεφτίζει όλες τις πλευρές των παραγωγικών δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης με πολύ πιο ολοκληρωμένο τρόπο απ’ ό,τι ο δείκτης κόστους παραγωγής. Αυτό που έχει σημασία είναι να πάρουμε υπόψη όχι μόνο το ποσό και την αύξηση των κερδών που επιτεύχθηκε αλλά το ποσό κέρδους που επιτεύχθηκε για κάθε ρούβλι των παγίων εγκαταστάσεων της επιχείρησης».13

Με βάση αυτή την εκτίμηση μπορούσε η ΟΣΕ το 1992 να προβάλλει τη θέση ότι η κρίση του ανατολικού μπλοκ ήταν κομμάτι της κρίσης του καπιταλισμού ως παγκόσμιο σύστημα και να επιμένει ότι η κρίση θα περάσει από την Ανατολή στη Δύση. Εκείνο ήταν ένα θεμέλιο για την περιβόητη «αισιοδοξία» των μελών της ΟΣΕ και του ΣΕΚ στη συνέχεια. Και αποδείχθηκε ακλόνητο.

Η άλλη όψη, βέβαια, για εκείνη τη σωστή εκτίμηση ήταν η ανάλυση της πορείας των κρίσεων του καπιταλισμού και στη Δύση. Ο Φουκουγιάμα μπορεί να θριαμβολογούσε για το «τέλος της ιστορίας», αλλά ο Κρις Χάρμαν είχε ήδη γράψει για την «Οικονομία του τρελοκομείου» το 1995 και θα μας έδινε την πιο ολοκληρωμένη θεωρία για τον «Καπιταλισμό ζόμπι» το 2009.14 

Πάνω σε αυτές τις βάσεις μπορέσαμε σαν ΟΣΕ στη δεκαετία του 1990 και σαν ΣΕΚ στα επόμενα χρόνια να εκτιμήσουμε σωστά πόσο σαθρές ήταν οι «επιτυχίες» του ελληνικού καπιταλισμού που εντάχθηκε στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, μπήκε στο Ευρώ και καμάρωνε για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004, λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση χρέους και η θύελλα των Μνημονίων.

Πολύ πριν η κρίση χτυπήσει τις ελληνικές τράπεζες, η Μαρία Στύλλου έγραφε στο περιοδικό Η Μαμή το 1984 για τους μηχανισμούς της κρίσης των τραπεζών στη Λατινική Αμερική και τις αλληλοσυνδέσεις των αμερικανικών τραπεζών με τις ευρωπαϊκές, τα ευρωδολάρια και τα πετροδολάρια. Και πάνω σε εκείνες τις εκτιμήσεις μπορούσε να παρουσιάζει χειροπιαστά το πέρασμα της κρίσης από την Ανατολή στη Δύση με το άρθρο με αυτόν τον τίτλο στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω, τεύχος 28 τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη του 1998.15

Το κεντρικό αίτημα του αντικαπιταλιστικού προγράμματος κόντρα στα Μνημόνια για διαγραφή του χρέους και ρήξη με την Τρόικα ΕΕ-ΔΝΤ και τις ντόπιες κυβερνήσεις των τραπεζιτών δεν έπεσε από τον ουρανό. Πατούσε σε αυτές τις παραδόσεις. Όπως κατέληγε το άρθρο που προαναφέραμε: «Πριν από είκοσι περίπου χρόνια, όταν ο πόλεμος του Βιετνάμ ριζοσπαστικοποιούσε το κίνημα της νεολαίας στην Αμερική, οι χίππις και οι γίππις έκαιγαν δολάρια μπροστά στο χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης δείχνοντας συμβολικά τη διάθεσή τους να καταστρέψουν τον καπιταλισμό. Σήμερα κάποιος πρέπει να καταστρέψει στα σοβαρά το βουνό από δολάρια που πλακώνει μια ολόκληρη ήπειρο. Οι εργάτες κρατούν το δαυλό στα χέρια τους».

Η επιμονή στη στρατηγική της ανατροπής του καπιταλισμού μέσα από εργατικές επαναστάσεις που μπορούν να φέρουν τον Σοσιαλισμό από τα κάτω, αποφεύγοντας τις αποτυχίες τόσο της σοσιαλδημοκρατίας όσο και του σταλινισμού, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν υπεραισιόδοξος βολονταρισμός αλλά ρεαλιστική εναλλακτική μπροστά στις βαρβαρότητες του καπιταλισμού στον 21ο αιώνα.

Πολιτικές μάχες

Αυτός ο στρατηγικός προσανατολισμός σήμανε ότι το ΣΕΚ συνέχισε τη συστηματική στήριξη και παρέμβαση στους εργατικούς αγώνες ξανά κα ξανά. Από την απεργία της Ιονικής και την πανεργατική ενάντια στο ασφαλιστικό του Γιαννίτση στα χρόνια του Σημίτη, στο κίνημα των συμβασιούχων και στη μεγάλη απεργία των εκπαιδευτικών το 2006-07 επί Καραμανλή, στις πανεργατικές και στις πλατείες κόντρα στις κυβερνήσεις των τραπεζιτών του ΓΑΠ και του Παπαδήμου, στη μάχη της ΕΡΤ με τον Σαμαρά και ενάντια στους συμβιβασμούς του Τσίπρα στη συνέχεια, μέχρι τους σημερινούς αγώνες στα Νοσοκομεία- οι ΣΕΚίτες και οι ΣΕΚίτισσες ήταν και είναι διαρκώς εκεί με την Εργατική Αλληλεγγύη να προβάλλει την κλιμάκωση της πάλης.

Ωστόσο, αυτές οι παρεμβάσεις δεν ήταν ποτέ απλά συνδικαλιστικές. Ποτέ δεν αποφύγαμε τα πολιτικά ζητήματα για να κερδίσουμε επιρροή σαν μαχητικοί συνδικαλιστές. Πάντα φέρναμε τις μάχες ενάντια στον ρατσισμό, στον σεξισμό, στον εθνικισμό μέσα στους εργατικούς αγώνες έχοντας την άποψη ότι κανένα κίνημα δεν νικάει αν δεν συνδεθεί με τη δύναμη του εργατικού κινήματος.

Μεγάλο τέτοιο παράδειγμα ήταν ασφαλώς η στάση της ΟΣΕ για το Μακεδονικό, όταν δίπλα στη συμπαράσταση για τους απεργούς της ΕΑΣ διακινούσαμε το φυλλάδιο που εξηγούσε πόσο αντιδραστική ήταν η εκστρατεία «για το όνομα της Μακεδονίας». Μια διεθνιστική αντιμετώπιση, την ώρα που στα εθνικιστικά συλλαλητήρια κατέβαιναν χιλιάδες, έμοιαζε καταδικασμένη. Πέντε σύντροφοι και συντρόφισσες σύρθηκαν στα δικαστήρια με κατηγορίες για «εσχάτη προδοσία» κι όμως η καμπάνια συνεχίστηκε, οι σύντροφοι απαλλάχτηκαν και σήμερα πια είναι ευρύτερα αποδεκτό ότι οι κραυγές ενάντια στους βόρειους γείτονές μας είναι ακροδεξιά πολεμοκαπηλεία.16

Δεν ήταν ούτε η πρώτη φορά ούτε η τελευταία που η επαναστατική αριστερά αποδεικνύεται ατμομηχανή για το ευρύτερο κίνημα. Αντίστοιχες διαπιστώσεις ισχύουν για το αντιρατσιστικό κίνημα. Όταν άρχισε το κύμα της μετανάστευσης από την Αλβανία, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη καθιέρωσε τον όρο «λαθρομετανάστης» και εξαπέλυσε τη χειρότερη μέχρι τότε ρατσιστική εκστρατεία. Και τότε, κόντρα στο ρεύμα, σταθήκαμε αποφασιστικά ενάντια στην υστερία, ανοίγοντας ένα μέτωπο που έχει αποδειχθεί καθοριστικό για τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη δεξιά και την Αριστερά. Η κοινή διαδήλωση των περισσότερων οργανώσεων της επαναστατικής αριστεράς μαζί με μετανάστες από την Αλβανία στις 13 Ιούνη 1991 ήταν ένας σταθμός αποφασιστικός στη δύσκολη πορεία για να φτάσουμε στο μαζικό κίνημα που αγκάλιασε τους πρόσφυγες το 2015-16.

Αντίστοιχα δείγματα γραφής βρίσκουμε στην πάλη ενάντια στον σεξισμό. Από το πρωτοσέλιδο της Εργατικής Πρωτοπορίας στις 17 Μάρτη 1980 με το αφιέρωμα στο κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών και το θρυλικό σκίτσο που το διακοσμούσε17, μέχρι τη σημερινή Κίνηση για την απεργιακή 8 Μάρτη, περνώντας μέσα από τις συζητήσεις στους χώρους δουλειάς για το βιβλίο «Η πάλη για την απελευθέρωση των γυναικών», υπάρχει μια διαδρομή γεμάτη συγκρούσεις με τις σεξιστικές επιθέσεις. Το σκίτσο στο πρωτοσέλιδο της Εργατικής Πρωτοπορίας έγινε πανό με το σύνθημα «Κάτω τα χέρια από τις γυναίκες» στις απεργίες ενάντια στην αύξηση των ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση των γυναικών. Και αυτοκόλλητο ενάντια στις σεξιστικές παρενοχλήσεις που έφερε στην επιφάνεια το κίνημα #metoo.18

Κοινό νήμα σε όλες τις πρωτοβουλίες ήταν και παραμένει η απόρριψη του σεχταρισμού. Ποτέ η ΟΣΕ και το ΣΕΚ δεν κινήθηκαν με το λογική του αποκλεισμού δυνάμεων της Αριστεράς, αντίθετα πάντα ήταν και είναι επιδίωξη η οικοδόμηση Ενιαίου Μετώπου. Κορυφαία παραδείγματα είναι ασφαλώς η Πρωτοβουλία Γένοβα το 2001, η Συμμαχία Σταματήστε τον Πόλεμο το 2003, η ΚΕΕΡΦΑ από το 2009 μέχρι σήμερα. Αλλά και παλιότερα, βρεθήκαμε μαζί με τους συντρόφους της Β΄ Πανελλαδικής και άλλων οργανώσεων στη σύγκρουση με την καταστολή στην επέτειο του Πολυτεχνείου το 1980, τότε που οι μπάτσοι σκότωσαν τον Κουμή και την Κανελλοπούλου.19

Γυρίζοντας πίσω θα βρούμε ανάμεσα στα ονόματα που ξεκίνησαν αυτές τις πρωτοβουλίες τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Στέφανο Ληναίο, συνδικαλιστές και ακτιβιστές από όλο το φάσμα, συνεργασίες κάθε φορά που άνοιγε μια τέτοια δυνατότητα. 

Όπως το φθινόπωρο του 2001 όταν ο Πέτρος Κωνσταντίνου από την Πρωτοβουλία Γένοβα, ο Γρηγόρης Φελώνης από το ΕΚΑ και ο Θανάσης Παφίλης βουλευτής του ΚΚΕ, καλούσαν από κοινού συλλαλητήριο ενάντια στην αμερικανονατοϊκή επίθεση στο Αφγανιστάν.20 

Όπως στις 15 Φλεβάρη 2003, όταν οι αντιπολεμικοί διαδηλωτές πλημμύριζαν ενωτικά την Αθήνα και τις άλλες πόλεις συντονισμένα με το μεγαλύτερο παγκόσμιο αντιπολεμικό συλλαλητήριο ενάντια στην επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ.

Όπως στις 7 Οκτώβρη 2020, όταν η λεωφόρος Αλεξάνδρας γέμιζε από αντιφασίστες διαδηλωτές που πανηγύριζαν ενωμένοι για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής.

Αυτή η αντιμετώπιση δεν περιορίζεται στην κοινή δράση. Συμπεριλαμβάνει και το διάλογο πάνω σε όλα τα ζητήματα που ανοίγουν μέσα στις μάχες του κινήματος. Αδιάψευστος μάρτυρας είναι ο κατάλογος των ομιλητών που συμμετείχαν στις εκδηλώσεις του Μαρξισμού που καθιέρωσε σαν ετήσιο πολιτικό γεγονός η ΟΣΕ το 1988 με αφετηρία την επέτειο των είκοσι χρόνων από το Μάη του ‘68 και συνεχίζει το ΣΕΚ. 

Μέσα σε αυτά τα 33 χρόνια έχουν περάσει από τα πάνελ του Μαρξισμού όχι μόνο σύντροφοι και συντρόφισσες από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τους οποίους παλεύουμε σε κοινό αντικαπιταλιστικό μέτωπο, αλλά εκπρόσωποι από όλο το φάσμα της Αριστεράς και της αριστερής διανόησης στην Ελλάδα και διεθνώς. Από τον Άλεξ Καλλίνικος και τον Ντέιβιντ Χάρβεϊ μέχρι τη μητέρα του Κάρλο Τζιουλιάνι που δολοφονήθηκε από την αστυνομία στη Γένοβα το 2001. Και από τον Χρήστο Σταμούλο του ΚΚΕ και της απεργίας στην ΕΑΣ μέχρι εκπροσώπους της Μακεδονικής μειονότητας.

Και στην ίδια πορεία συνεχίζουμε. Η μετάβαση από τον καπιταλισμό σε μια σοσιαλιστική κοινωνία δεν είναι υπόθεση λίγων δεκαετιών. Ούτε οι εργατικές επαναστάσεις είναι υπόθεση κάποιας μαγικής νύχτας των οδοφραγμάτων. Είναι κοινωνικές διεργασίες που κυοφορεί η σημερινή κοινωνία της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης με πρωταγωνιστή τον «ιστορικό νεκροθάφτη». Έχουμε δει την αυγή της εποχής των εργατικών επαναστάσεων και τη μεγάλη Οκτωβριανή που μας έδειξε τι μπορεί να πετύχει ένα επαναστατικό κόμμα ριζωμένο στις εργατικές πρωτοπορίες. Ο δρόμος για να συγκροτήσουμε την Αριστερά που αντιστοιχεί σε ένα τέτοιο μέλλον είναι μπροστά μας.

 

 

Σημειώσεις

1. https://www.sekonline.gr/article.php?id=1191

2. Φώντας Λάδης, Μίκης Θεοδωράκης- το χρονικό μιας επανάστασης 1960-1967, η ιστορία της γενιάς του 1-1-4 και των ‘Λαμπράκηδων’, επανέκδοση από την Εφημερίδα των Συντακτών, 2021, σελ.212-13

3. 40 χρόνια με τη σημαία της σοσιαλιστικής επανάστασης, Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 89, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 2011, https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=381. Βλέπε επίσης στο Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 22, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 1996, https://socialismfrombelow.gr/pdf/22.pdf

4. Σωτήρης Κοντογιάννης, Τα πρώτα βήματα μιας νέας επαναστατικής αριστεράς, Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 101, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 2013, https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=156

5. Μια διαδρομή με βαθιές ρίζες, Εργατική Αλληλεγγύη 1492, 13 Οκτώβρη 2021, https://ergatiki.gr/article.php?id=24895&issue=1492

6. Μαρία Στύλλου, Πόσο διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη; Σοσιαλισμός από τα κάτω 101, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 2013 https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=158

7. Οι εργατικοί αγώνες ξαναζούν, Σοσιαλιστική Επανάσταση, Σεπτέμβρης 1975, σελ. 24-25

8. Αναφέρεται στο άρθρο «Οι αλλαγές στην εργατική τάξη- καιρός για αποχαιρετισμό της εργατικής τάξης;» στο περιοδικό Η Μαμή Νο3, Μάρτης-Απρίλης 1984. Αναδημοσίευση στο συλλογικό βιβλίο Επαναστατικός Μαρξισμός.

9. Στο ίδιο.

10. Η Αυγή, 29 Μάρτη 1984. Τριάντα εφτά χρόνια αργότερα, ο Κώστας Δουζίνας επέμενε στο ίδιο μοτίβο: «Ό,τι και να λένε τα κλασικά εγχειρίδια του μαρξισμού και της κοινωνιολογίας, η παραγωγική διαδικασία, η εργασία και οι τάξεις προχωρούν σε μια άυλη μορφή που δεν έχει σχέση με ό,τι η δική μου γενιά ήξερε εμπειρικά και θεωρητικά. … Ο εργαζόμενος της κεϊνσιανής εποχής είχε τα ίδια χαρακτηριστικά στις δραστηριότητές του, στη δουλειά, στο σπίτι, στο μπαρ, στο συνδικάτο και το σωματείο, στα γήπεδα. Ο δικτυωμένος ατομιστής ζει μια σύνθετη πραγματικότητα, με διαφορετικές και αντικρουόμενες πλευρές στη δουλειά, τον ελεύθερο χρόνο, τις διάφορες κοινωνικές και ταυτοτικές ομάδες στις οποίες συμμετέχει με φυσική παρουσία ή στο Διαδίκτυο». Βλέπε https://ergatiki.gr/article.php?id=24806&issue=1490

11. https://ergatiki.gr/article.php?id=3652&issue=1000

12. Τόνι Κλιφ, Κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία- μια μαρξιστική ανάλυση των σταλινικών καθεστώτων, Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2017

13. Κρις Χάρμαν, Άλεξ Καλλίνικος, Πάνος Γκαργκάνας, Πώς χάθηκε η Ρώσικη Επανάσταση, Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, δεύτερη έκδοση, Αθήνα 2012, σελ.100

14. Chris Harman, Economics of the madhouse, capitalism and the market today, Bookmarks, London 1995. Στα ελληνικά από το Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, Η οικονομία του τρελοκομείου, 1996. Και Chris Harman, Zombie Capitalism, global crisis and the relevance of Marx, Bookmarks, London 2009. Στα ελληνικά από το Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, Καπιταλισμός ζόμπι, 2011

15. Κείμενα που αναδημοσιεύονται στο συλλογικό βιβλίο Ο ελληνικός καπιταλισμός, η παγκόσμια οικονομία και η κρίση, Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, δεύτερη έκδοση, Αθήνα 2013

16. Η κρίση στα Βαλκάνια, το Μακεδονικό και η εργατική τάξη, συλλογικό, Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, πέμπτη έκδοση, Αθήνα 2008

17. https://sekonline.gr/images/pdf/EP/EP33.pdf

18. Μαρία Στύλλου, Η πάλη για την απελευθέρωση των γυναικών, Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο, δεύτερη έκδοση, Αθήνα 2018

19. Εργατική Πρωτοπορία Νο 37, 30 Νοέμβρη 1980, https://sekonline.gr/images/pdf/EP/EP37.pdf

20. Εργατική Αλληλεγγύη Νο 499, 7 Νοέμβρη 2001, σελ.3