Εξέγερση του 1931,
η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου και η Γ΄ Διεθνής
Σπύρος Σακελλαρόπουλος, Μανώλης Χουμεριανός
206 σελίδες, Τιμή 12,60€
Εκδόσεις Τόπος
Οι συγγραφείς Σ. Σακελλαρόπουλος και Μ.Χουµεριανός ασχολούνται διεξοδικά µε την στάση του Κοµµουνιστικού Κόµµατος Κύπρου στην εξέγερση των Οκτωβριανών του 1931, στην περίοδο που το νησί αποτελούσε αποικία της βρετανικής αυτοκρατορίας και εξετάζουν την στάση της Γ’ ∆ιεθνούς απέναντι στην τακτική και την στρατηγική του κόµµατος.
Η εξέγερση του 1931 είναι κορυφαία στιγµή του αγώνα ενάντια στην αποικιοκρατία και ήρθε σαν αποτέλεσµα της άγριας εκµετάλλευσης των αγροτών και των εργατών, της εξοντωτικής επιβολής φόρων και δασµών που οδηγούσαν σε απελπισία και ξεριζωµό χιλιάδες αγρότες και στη φτώχεια τους εργάτες.
H βρετανική αποικιοκρατία τον Οκτώβρη του 1931 βρέθηκε στην Κύπρο αντιµέτωπη µε µαχητικές διαδηλώσεις που πυρπόλησαν το Κυβερνείο στη Λευκωσία, λεηλάτησαν αστυνοµικά τµήµατα, ιδιαίτερα σε αγροτικές περιοχές, κατέστρεψαν σύµβολα του καθεστώτος, έδερναν ανηλεώς τους φοροεισπράκτορες. Για µέρες ολόκληρες αυθόρµητες απεργίες παρέλυσαν το νησί. Στην Αµµόχωστο συγκρότησαν ακόµη και πολιτοφυλακή. Το αποικιοκρατικό καθεστώς σώθηκε µε κήρυξη στρατιωτικού νόµου, µε την µεταφορά στρατευµάτων από την Αίγυπτο, µε δολοφονικές επιθέσεις κατά των διαδηλωτών και µαζικές συλλήψεις.
Οι συγγραφείς θεωρούν ότι υπήρχαν δύο αιτίες για την εξέγερση του 1931, µε πρώτη και σηµαντικότερη «τον πόθο για Ένωση µε την Ελλάδα» και δεύτερη την οικονοµική κρίση. Εκτιµούν ότι εκείνη την περίοδο η απογοήτευση από την διάψευση της προοπτικής υλοποίησης της Ένωσης τροφοδότησε την οργή για την εξέγερση.
Στο βιβλίο αυτό, οι συγγραφείς φέρνουν στο φως για πρώτη φορά υλικά από τα αρχεία της Γ’ ∆ιεθνούς, όπως τις «απολογίες» των ηγετικών στελεχών του ΚΚΚ του Χαράλαµπου Βατυλιώτη (Βάτη) και του Κώστα Σκελέα (Χριστοδουλίδη) αλλά και επίσηµα κείµενα που ασκούν κριτική στις θέσεις του ΚΚΚ και το ρόλο του στην εξέγερση του 1931, γραµµένο σύµφωνα µε τους συγγραφείς από τους Π. Σέρβα, τον µετέπειτα ΓΓ του ΑΚΕΛ και τον Πανόφ (Στυλιανό Τριανταφίλωφ) ο οποίος είχε θέση ευθύνης για τις βαλκανικές υποθέσεις και το ΚΚΚ στην Γ’ ∆ιεθνή.
Μας µεταφέρουν στις συνθήκες της εποχής που γέννησαν την κρίση του αποικιακού καθεστώτος στην Κύπρο τοποθετώντας την στις ευρύτερες διεθνείς εξελίξεις, µε την παγκόσµια οικονοµική κρίση του 1929 και τις συνέπειές της σε κάθε γωνιά του Πλανήτη, µε τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Τότε ο Βενιζέλος συνεργάζονταν στενά µε τον βρετανικό ιµπεριαλισµό.
Η κρίση του 1929 και η ένταση της εκµετάλλευσης των εργατών και των αγροτών αποσταθεροποίησε τις πολιτικές δυνάµεις που συµµετείχαν στο αποικιοκρατικό πολιτικό σύστηµα, την Εκκλησία, την Εθνική Οργάνωση Κύπρου, οι οποίοι είχαν βουλευτές στο Νοµοθετικό Συµβούλιο. Υπήρξε διάσπαση της ΕΟΚ µε την δηµιουργία νέου κόµµατος, της ΕΡΕΚ. Η οργή του κόσµου έβαλε την πίεση για αντιπαράθεση µε την αποικιακή αρχή, ακόµη και µε την αποχώρηση από το Νοµοθετικό Συµβούλιο. Οι βρετανικές αρχές έφτασαν να το απαξιώνουν όταν η ψηφοφορία για τη φορολογία, µε την βοήθεια των Τουρκοκύπριων βουλευτών, ήταν αρνητική και έτσι προχώρησαν µε «διατάγµατα του Στέµµατος» να την επιβάλουν.
Το ΚΚΚ έπαιξε ρόλο στην εξέγερση, παρά το µικρό του µέγεθος. «Η ρωσική επανάσταση και η αργή αλλά υπαρκτή καπιταλιστικοποίηση θα δώσουν το έναυσµά για την συγκρότηση του Κοµµουνιστικού Κόµµατος Κύπρου», σελ 42. Το νεοσύστατο ΚΚΚ είχε αδυναµίες, αιφνιδιάστηκε και δεν περίµενε την εξέγερση. Η προηγούµενη µεγάλη κοινωνική έκρηξη στην Κύπρο ήταν το 1833. Το ΚΚΚ είχε συγκροτηθεί το 1926 και είχε συνδεθεί µε την Γ’ ∆ιεθνή ενώ τα ηγετικά του στελέχη, όπως ο Βατυλιώτης είχαν σχέση µε το ΚΚΕ.
Οι εθνικιστές, µε την Εκκλησία και την ΕΟΚ, στηρίζοντας το αίτηµα της «Ένωσης» µε την Ελλάδα, προσπάθησαν να µπουν στην εξέγερση για να καναλιζάρουν την οργή απέναντι την αποικιοκρατική εκµετάλλευση και να περιορίσουν τα αιτήµατά της στα µέτρα των ελληνοκύπριων αστών, να υπάρξουν συνταγµατικές αλλαγές και όχι ανατροπή του αποικιοκρατικού καθεστώτος.
Από τα κείµενα των ηγετικών στελεχών του ΚΚΚ, παρά τις διαφωνίες που είχαν, καταγράφονται τα αδιέξοδα των εθνικιστών, το πώς ο κόσµος προχώρησε στην εξέγερση. Το ΚΚΚ, παρά το µικρό µέγεθος και τις παλινωδίες της Κεντρικής του Επιτροπής, µπήκε στην εξέγερση, και σε συγκεκριµένες στιγµές ηγήθηκε στις κινητοποιήσεις φτάνοντας σε σύγκρουση µε τις αποικιακές δυνάµεις. ∆εν είναι τυχαίο ότι, όταν οι Βρετανοί τρόµαξαν, έφεραν στρατό από την Αίγυπτο και προχώρησαν σε στρατιωτικό νόµο, στοχοποίησαν το ΚΚΚ και εξόρισαν τους ηγέτες του.
Η πολιτική του ΚΚΚ ήταν στον αντίποδα των εθνικιστών καθώς υποστήριζε «την Ανεξαρτησία της Κύπρου και την εργατοαγροτική κυβέρνηση των σοβιέτ», πρόβαλε τα οικονοµικά αιτήµατα κατά της φορολογίας και ήταν αντίθετο µε την Ένωση γιατί αποξένωνε τους Τουρκοκύπριους εργάτες από τον κοινό ταξικό αγώνα.
Ωστόσο, το βιβλίο έχει αδυναµίες. Ο Νίκος Τριµικλινιώτης, στην παρουσίαση του βιβλίου αναφέρει: «Πρώτο, οι συγγραφείς έχουν δίκιο να σηµειώνουν ότι η ‘εθνική απελευθέρωση’ από την αποικιοκρατία περιέχει κρίσιµες ταξικές-κοινωνικές διαστάσεις. Ωστόσο, φαίνεται να υπερεκτιµούν τα επαναστατικά ή προοδευτικά στοιχεία του αιτήµατος της ‘Ένωσης’ στη περίπτωση της Κύπρου. Χωρίς να το δηλώνουν, φαίνεται να κατανοούν το σύνθηµα της ‘Ένωσης’ ως επίλυση του εθνικού ζητήµατος στην Κύπρο περίπου όπως έγινε και µε άλλα ελληνικά νησιά που ενώθηκαν στην πορεία µε την Ελλάδα µετά την κατάρρευση της Οθωµανικής αυτοκρατορίας».
Στην πράξη εκείνο το διάστηµα το ενωτικό αίτηµα ήταν σε υποχώρηση και αποδιοργάνωση. Τότε, οι ενωτικοί δεν µάζευαν παρά µόνο λίγες υπογραφές κάτω από το αίτηµα τους. Υπήρξαν κινητοποιήσεις των ενωτικών το 1931. Όµως, είναι εντυπωσιακή η αναφορά ότι το 1931, το ΚΚΚ µπορούσε να οργανώσει συγκέντρωση για την επέτειο του θανάτου του Λένιν µε 1500 εργάτες, όταν το ίδιο είχε µόνο 35 µέλη! Είχαν δίκιο στην εκτίµηση τους ηγετικά στελέχη του ΚΚΚ ότι υπήρξε ριζοσπαστικοποίηση και αριστερή στροφή της εργατικής τάξης. Οι κοινωνικές εκρήξεις παράγονται από τις αντιφάσεις του συστήµατος και όχι από τι ιδέες κουβαλάνε στα κεφάλια τους αυτοί που µπαίνουν σε κίνηση.
Όµως και η εξιστόρηση των γεγονότων από τους συγγραφείς αναδεικνύει την χρεοκοπία των εθνικιστών τις µέρες της εξέγερσης, µε επίµονη προσπάθεια των βουλευτών και της Εκκλησίας να σταµατήσουν τις διαδηλώσεις που στοχοποιούσαν τα κέντρα της αποικιοκρατικής διακυβέρνησης.
Η θέση των συγγραφέων ότι η βασική αδυναµία του ΚΚΚ ήταν η αντίθεση του µε το αίτηµα της Ένωσης, ως απόρροια των επιλογών της Γ’ ∆ιεθνούς, όπου στα Βαλκάνια υποστήριζε την Ανεξαρτησία της Μακεδονίας, έχει µεγάλα προβλήµατα. Οι συγγραφείς υιοθετούν την αναλυτική προσέγγιση των εθνικών ιδιαιτεροτήτων των καθυστερηµένων χωρών («αγροτική αποικία η Κύπρος») για να στηρίξουν την ανάγκη σταδίου εθνικής απελευθέρωσης το οποίο κατά την άποψη τους ταυτίζεται µε την Ένωση µε την Ελλάδα. Θεωρούν ότι οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν συνολικά στήριγµα της αποικιοκρατίας, υποτιµώντας έτσι την συµβολή τους στους ταξικούς αγώνες.
Το 1931 το ΚΚΚ, ήταν ένα µικρό κόµµα µε µόλις πέντε χρόνια ζωής. Επίσης, ήταν σηµαδεµένο από την επικράτηση της σταλινικής γραφειοκρατίας στην Ρωσία που είχε καταστροφικές επιπτώσεις στην Τρίτη ∆ιεθνή. Όµως, ήταν ένα κόµµα που πάλευε τον εθνικισµό και επιδίωκε την ταξική και όχι την εθνική ενότητα. Στα επόµενα χρόνια εγκατέλειψε αυτή τη γραµµή. Το ΑΚΕΛ (το διάδοχο κόµµα) έφτασε να στηρίζει την Ένωση και να αποξενώνει τους Τουρκοκύπριους εργάτες παρά τους ηρωικούς κοινούς ταξικούς αγώνες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκύπριων ενάντια στους καπιταλιστές και τους αποικιοκράτες.
Είναι ένα βιβλίο που ανοίγει µια µεγάλη συζήτηση και για αυτό είναι ευπρόσδεκτο και αξίζει να διαβαστεί.