Άρθρο
Ουκρανία - Ο πόλεμος των ιμπεριαλιστών

Η επίθεση του Πούτιν στο Κίεβο

Ο Σωτήρης Κοντογιάννης εξηγεί γιατί η σύγκρουση στην Ουκρανία είναι ανάφλεξη των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και συγκεκριμενοποιεί τί σημαίνει το Όχι στον πόλεμο.

 

Ο πόλεμος που έχει ξεσπάσει στην Ουκρανία δεν είναι μια περιφερειακή σύγκρουση ανάμεσα στους Ρώσους εισβολείς και τις Ουκρανικές κυβερνητικές δυνάμεις. Είναι ένας πόλεμος ανάμεσα στο ΝΑΤΟ, τη μεγαλύτερη στρατιωτική και πυρηνική δύναμη του πλανήτη και τη Ρωσία, τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική και πυρηνική δύναμη του πλανήτη. Είναι η χειρότερη και πιο επικίνδυνη κλιμάκωση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις εδώ και εξήντα, τουλάχιστον, χρόνια.

Προφανώς ο σημερινός πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι ο «πρώτος» πόλεμος που ξεσπάει στην Ευρώπη μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Και, εξίσου προφανώς, η Ευρώπη δεν είναι το κέντρο του πλανήτη – οι πόλεμοι στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία, την Παλαιστίνη έχουν αφήσει πίσω τους εκατομμύρια νεκρούς και έχουν ερειπώσει χιλιάδες πόλεις και χωριά. Αλλά κανένας από αυτούς τους πολέμους δεν ενέπλεξε τις δυο μεγάλες πυρηνικές υπερδυνάμεις του πλανήτη τόσο άμεσα όσο τις εμπλέκει ο σημερινός πόλεμος στην Ουκρανία. Ο κίνδυνος ενός γενικευμένου εκτροχιασμού είναι μεγαλύτερος από ποτέ.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές οι ρωσικές δυνάμεις βομβαρδίζουν κατοικημένες περιοχές στο Χάρκοβο, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ουκρανίας, πολιορκούν την Μαριούπολη και έχουν αρχίσει να περικυκλώνουν το Κίεβο, την πρωτεύουσα της χώρας. Οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ έχουν μέχρι αυτή την ώρα «περιοριστεί» σε κυρώσεις, σε ενισχύσεις της στρατιωτικής τους παρουσίας στις ευρωπαϊκές χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία και σε αποστολές πολεμικού υλικού στην ίδια την Ουκρανία. 

Κυρώσεις: δίκοπο μαχαίρι

Η λέξη «περιοριστεί» είναι στην πραγματικότητα παραπλανητική. Οι κυρώσεις δεν έχουν σαν στόχο να σταματήσουν τον πόλεμο. Είναι όπλα που κλιμακώνουν την αντιπαράθεση και ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πολέμου. Ο Πούτιν απάντησε στην «έξωση» του ρωσικού τραπεζικού συστήματος από τους διεθνείς τραπεζικούς μηχανισμούς και τις αποστολές «αμυντικού» υλικού στην Ουκρανία με μια διαταγή ενεργοποίησης του ρωσικού πυρηνικού οπλοστασίου. Την πρώτη απάντηση της Δύσης την έδωσε ο Ζαν Ιβ Λεντριάν, ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας: «Νομίζω ότι ο Βλάντιμιρ Πούτιν πιθανότατα γνωρίζει ότι και η Ατλαντική Συμμαχία είναι επίσης μια συμμαχία που διαθέτει πυρηνικά. Δεν θα πω κάτι περισσότερο». 

Στους πολέμους οι αντιμαχόμενες χώρες στέλνουν τη νεολαία τους στο μέτωπο να σκοτώσει και να σκοτωθεί. Το τίμημα των γεωπολιτικών επιδιώξεων των αρχουσών τάξεων το πληρώνουν πάντα οι εργάτες και οι φτωχοί. Τα δικά τους παιδιά πηγαίνουν στο μέτωπο. Τα δικά τους σπίτια ερειπώνονται από τους βομβαρδισμούς (οι πλούσιοι συνήθως φεύγουν έγκαιρα από τη χώρα). Οι δικές τους οικογένειες πεινάνε και κρυώνουν από τις ελλείψεις. Οι δικές τους ζωές θυσιάζονται «για την πατρίδα».

Το ίδιο ισχύει για τις κυρώσεις. Η Ευρώπη είναι εξαρτημένη ενεργειακά από το ορυκτό αέριο της Ρωσίας. Η οικονομική κρίση είχε ήδη πριν από το ξέσπασμα του πολέμου στείλει τις τιμές στα ουράνια. Εδώ στην Ελλάδα χιλιάδες εργατικές οικογένειες βρίσκονται ήδη σε απόγνωση – σε αδυναμία να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος και να προμηθευτούν καύσιμα για να αντιμετωπίσουν το κρύο του χειμώνα. Ο πόλεμος θα κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα. Ο αποκλεισμός της Ρωσίας δεν θα βλάψει μόνο την Gazprom και την Rosneft. Θα τσακίσει τους εργάτες και τους φτωχούς σε όλη την Ευρώπη -από τη Γερμανία και τη Γαλλία μέχρι την Ελλάδα. 

Οι συνέπειες των κυρώσεων δεν περιορίζονται στην ενέργεια. Η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπιζε ήδη τρομαχτικές δυσκολίες από την «έξοδο από την πανδημία» με μεγάλες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα (ελλείψεις όχι μόνο σε πρώτες ύλες αλλά και σε ηλεκτρονικά και πολλά άλλα βιομηχανικά προϊόντα) και άνοδο του πληθωρισμού. Οι κεντρικές τράπεζες είχαν ήδη αρχίσει να ανακοινώνουν αυξήσεις στα επιτόκια και περιορισμούς στα μέτρα παροχής ρευστότητας «έκτακτης ανάγκης». Τώρα τα μέτρα αυτά θα επιταχυνθούν. Η ανεργία και τα χρέη θα πνίξουν για μια ακόμα φορά τους φτωχούς.

Και οι συνέπειες του πολέμου δεν πρόκειται να περιοριστούν στο επίπεδο της οικονομίας. Στη Γερμανία η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς αποφάσισε λίγες ημέρες μετά τη Ρωσική εισβολή να σπάσει το «ταμπού» της ήττας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και να εγκαινιάσει ένα τρομαχτικό πρόγραμμα επανεξοπλισμού της Bundeswehr – της γερμανικής στρατιωτικής μηχανής. Οι στρατιωτικές δαπάνες και οι εξοπλισμοί παίρνουν φωτιά σε όλη την Ευρώπη.

Στη Ρωσία χιλιάδες διαδηλωτές κατεβαίνουν από την πρώτη μέρα της εισβολής στους δρόμους, αψηφώντας την άγρια καταστολή του Πούτιν, για να διαδηλώσουν ενάντια στον πόλεμο. Το μόνο που μπορεί αυτή τη στιγμή να σταματήσει τον εφιαλτικό κατήφορο της ανθρωπότητας σε μια (ίσως ακόμα και πυρηνική) άβυσσο είναι ένα δυνατό αντιπολεμικό κίνημα που θα κοντράρει τα πολεμοκάπηλα σχέδια και στις δυο πλευρές «των συνόρων» -όχι μόνο στη Μόσχα αλλά και στην Ουάσιγκτον, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Βερολίνο, την Άγκυρα και την Αθήνα.

Προκλητικά ψέματα

Οι διακηρύξεις που πρόβαλε ο Πούτιν για να δικαιολογήσει την εισβολή του είναι προκλητικές και γελοίες. Η Ουκρανία δεν είναι «κατασκεύασμα των Μπολσεβίκων». Μέχρι την επανάσταση του 1917 οι Ουκρανοί ήταν ένας από τους δεκάδες υποτελείς πληθυσμούς της «φυλακής των λαών», όπως χαρακτήριζε ο Λένιν την τσαρική Ρωσία. Ο Πούτιν προσπαθεί, με την ρητορική του για την ανυπαρξία του Ουκρανικού έθνους, να γυρίσει την ιστορία δυο αιώνες πίσω -στην εποχή του Τσάρου Αλέξανδρου Α’ που απαγόρευσε την διδασκαλίας της Ουκρανικής γλώσσας και έκλεισε την «Ακαδημία Κιέβου – Μοχίλα», το αρχαιότερο πανεπιστήμιο στην Ανατολική Ευρώπη. Οι Μπολσεβίκοι όχι μόνο κατάργησαν την απαγόρευση της Ουκρανικής γλώσσας αλλά εισήγαγαν και ένα νέο εκπαιδευτικό πρόγραμμα στα σχολεία (στην ουκρανική γλώσσα) που μείωσε δραματικά μέσα σε λίγα χρόνια τα ποσοστά αναλφαβητισμού στη χώρα. Η φωτεινή αυτή εποχή έκλεισε λίγα χρόνια αργότερα με την επικράτηση του σταλινισμού που κήρυξε για μια ακόμα φορά την ουκρανική γλώσσα παράνομη. 

Εξίσου υποκριτικά και ψεύτικα είναι όμως και τα διαγγέλματα του Μπάιντεν και των άλλων ηγετών του ΝΑΤΟ και της Δύσης. Η Ουκρανία δεν είναι απλά θύμα της «επιθετικότητας της Ρωσίας». Είναι θύμα των ιμπεριαλιστικών διεκδικήσεων τόσο της Δύσης όσο και της Ρωσίας. Από το 1991 που αποσχίστηκε από την «Ένωση Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών» (ΕΣΣΔ, όπως αυτοονομαζόταν τότε η Ρωσία) έχει μετατραπεί σε μια «νεκρή συνοριακή ζώνη» ανάμεσα στους δυο κόσμους, με κυβερνήσεις πιόνια άλλοτε της Ρωσίας και άλλοτε της Δύσης, υποκινούμενες εξεγέρσεις και εμφυλίους πολέμους, πάμπλουτους ολιγάρχες – αντιπροσώπους των διεθνών προστατών τους και έναν λαό βυθισμένο στην απέραντη φτώχεια. Η Ουκρανία ήταν τα τελευταία χρόνια, μετά το Ισραηλ, την Αίγυπτο και την Ιορδανία, ο τέταρτος μεγαλύτερος αποδέκτης αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας στον κόσμο.

Η Ουκρανία είναι μια από τις ελάχιστες χώρες του πλανήτη που είχαν συσωρευτικά αρνητική ανάπτυξη μέσα στην περίοδο 1990-2017. Με άλλα λόγια το εθνικό ακαθάριστο προϊόν το 2017 ήταν μικρότερο από ότι ήταν 27 χρόνια πριν. Μόνο τρεις χώρες στο κόσμο έχουν να επιδείξουν χειρότερες επιδόσεις μέσα στην περίοδο αυτή: η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Μπουρούντι και η Υεμένη. Η σιδηροβιομηχανία -το «ατού» παλαιότερα της ουκρανικής βιομηχανίας έχει μετατραπεί ύστερα από 30 χρόνια λεηλασίας και εγκατάλειψης σε ένα φάντασμα του παλιού της εαυτού. Η αγροτική παραγωγή -η Ουκρανία έχει ένα από τα πιο εύφορα εδάφη στον κόσμο- καταφέρνει με δυσκολία να συντηρήσει τις αγροτικές οικογένειες (η απόδοση της γης είναι τρεις περίπου φορές χαμηλότερη από ότι στην Γερμανία και πέντε φορές μικρότερη από ότι στη Γαλλία).1 Και πλάι – πλάι σε αυτή την ανείπωτη φτώχια υπάρχει ο ανείπωτος πλούτος. Όπως γράφαμε σε αυτό το περιοδικό το 2014, στον απόηχο της εξέγερσης της Πλατείας Μαϊντάν,

«100 ολιγάρχες μοιράζονται μεταξύ τους μια περιουσία που πλησιάζει το 40% του ΑΕΠ της χώρας: με άλλα λόγια, 100 βαθύπλουτοι μεγιστάνες έχουν στα «σεντούκια τους» τόσα όσα κερδίζουν δουλεύοντας έναν ολόκληρο χρόνο σκληρά 25 εκατομμύρια συμπατριώτες τους. Μια ιδέα και μόνο από τη χλιδή μέσα στην οποία ζούνε αυτοί οι μεγιστάνες πήρε ο κόσμος από την επιδρομή στο μυστικό παλάτι του Γιανουκόβιτς, λίγες μέρες μετά τη διαφυγή του στη Μόσχα: βρύσες από χρυσό, ένας ιδιωτικός ζωολογικός κήπος με ελάφια και στρουθοκαμήλους, ένα ομοίωμα αρχαιοελληνικού ναού...»2

Στην φτώχεια έρχεται τώρα να προστεθεί και ο πόλεμος. Χιλιάδες «ρωσόφωνοι» από τις αυτοαποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ εγκατέλειψαν στα μέσα Φεβρουαρίου τα σπίτια τους και τα χωριά τους για να ζητήσουν άσυλο στη Ρωσία. Στις 24 Φεβρουαρίου, την ημέρα που ξέσπασε η επίθεση των Ρωσικών δυνάμεων, οι αυτοκινητόδρομοι που συνδέουν το Κίεβο με τα δυτικά σύνορα της Ουκρανίας μπλοκαρίστηκαν από χιλιάδες αυτοκίνητα με τρομοκρατημένες οικογένειες που προσπαθούσαν να φύγουν από τη χώρα.

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου

Οι ΗΠΑ και η Ρωσία ήταν οι μεγάλοι νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (που για τους τότε ηγέτες τους, τον Ρούσβελτ και τον Στάλιν, δεν είχε τίποτα το αντιφασιστικό). Με τις διαβόητες συμφωνίες της Γιάλτας και της Τεχεράνης μοίρασαν τους τελευταίους μήνες του πολέμου τον κόσμο μεταξύ τους, αδιαφορώντας πλήρως για τις επιθυμίες των πληθυσμών τους. Η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία (η Τσεχία και η Σλοβακία ήταν μια χώρα τότε), η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Αλβανία και το ανατολικό μέρος της Γερμανίας πέρασαν στη «σφαίρα επιρροής» της Ρωσίας. Το 1948 μετατράπηκαν όλες κυριολεκτικά σε μια νύχτα σε «κομμουνιστικές, Λαϊκές Δημοκρατίες». Η Ελλάδα πέρασε, με τη «βοήθεια» του Βρετανικού Στρατού, στη σφαίρα επιρροής της Δύσης. 

Αντί να φέρει αυτή η μοιρασιά του κόσμου ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία την ειρήνη, έφερε τον Ψυχρό Πόλεμο, μια παρανοϊκή κούρσα στρατιωτικών εξοπλισμών που περιλάμβανε ανάμεσα στα άλλα πυρηνικά όπλα ικανά να αφανίσουν κάθε ίχνος ζωής στον πλανήτη μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας. Η ρητορική στα δυο στρατόπεδα ήταν πανομοιότυπη: στη Δύση οι εξοπλισμοί ήταν απαραίτητοι για να προφυλαχθεί ο «ελεύθερος κόσμος» από την απειλή του κομμουνισμού. Στην Ανατολή (τη Ρωσία και τους δορυφόρους της) οι εξοπλισμοί ήταν «αμυντικοί» - για την προστασία του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από την απειλή του «ιμπεριαλισμού». 

Στη Δύση η σταλινική αριστερά υιοθετούσε σχεδόν άκριτα την προπαγάνδα του Κρεμλίνου: η Ρωσία ήταν το «αντίπαλο δέος», η «καλή» πυρηνική δύναμη που προστάτευε τον πλανήτη από την επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού. Η πλειοψηφία όμως του κόσμου ζούσε απλά μέσα στον τρόμο – αγωνιώντας ποιος θα πατήσει πρώτος του «κουμπί». Τον Οκτώβριο του 1962 η ανθρωπότητα έφτασε κυριολεκτικά στο παρά πέντε ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος με την κρίση «του κόλπου των Χοίρων» -την απόπειρα της Ρωσίας να εγκαταστήσει πυρηνικούς πυραύλους στο έδαφος της Κούβας, σε απόσταση βολής από τις ΗΠΑ. Η καταστροφή αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή με έναν συμβιβασμό: οι ΗΠΑ δέχτηκαν να σταματήσουν την εγκατάσταση και να αποσύρουν όσους πυραύλους είχαν ήδη εγκαταστήσει με αντάλλαγμα την υπόσχεση των ΗΠΑ ότι δεν θα εισβάλουν στην (σύμμαχο της Ρωσίας τότε) Κούβα. 

Η κούρσα των εξοπλισμών έβαζε σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου τεράστιες οικονομικές πιέσεις και στα δυο στρατόπεδα. Ο συνδυασμός των πιέσεων αυτών και της οικονομικής κρίσης οδήγησε τη Ρωσία στα μέσα της δεκαετίας του 1980 σε μια βαθιά πολιτική κρίση με σκληρές αντιπαραθέσεις μέσα στην ίδια την άρχουσα τάξη, κοινωνικές αναταραχές, εργατικές απεργίες και μαζικές εξεγέρσεις των «φυλακισμένων λαών» που κατέληξαν τελικά το 1991 στην διάλυση της «Ένωσης Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών». Στις 24 Αυγούστου του 1991 το ουκρανικό κοινοβούλιο αποφάσισε την ανεξαρτητοποίηση της χώρας. Στο δημοψήφισμα που ακολούθησε το 92% των κατοίκων της Ουκρανίας τάχθηκε υπέρ της ανεξαρτησίας. Ακόμα και στις ρωσόφωνες περιφέρειες της Ανατολικής Ουκρανίας, την Κριμαία, το Ντονέτσκ, το Λουγκάνσκ, το «ναι» στην ανεξαρτησία κέρδισε, με μεγάλη διαφορά, την απόλυτη πλειοψηφία. 

Περικύκλωση

Το «Σύμφωνο της Βαρσοβίας», το ρωσικό αντίστοιχο του ΝΑΤΟ, διαλύθηκε και αυτό το 1991. Η Δύση πανηγύριζε. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε κλείσει, ο «κομμουνισμός» είχε συντριβεί και ο «ελεύθερος κόσμος» είχε θριαμβεύσει. Τώρα, έλεγαν οι απολογητές της Δύσης θα άνοιγε επιτέλους για την ανθρωπότητα μια περίοδος ειρήνης και ευημερίας. 

Το ΝΑΤΟ, όμως, δεν διαλύθηκε. Και αντί για την ειρήνη ο θερμός πόλεμος επέστρεψε στην Ευρώπη. Η Γιουγκοσλαβία βυθίστηκε σε έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο που έκλεισε το 1999 με τον ΝΑΤΟϊκό βομβαρδισμό της Σερβίας και τον διαμελισμό της χώρας σε επτά διαφορετικά κρατίδια. Ο Πούτιν εφαρμόζει σήμερα στην Ουκρανία την ίδια συνταγή που είχαν δοκιμάσει οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους πριν από δυο δεκαετίες στην Γιουγκοσλαβία. 

Το ΝΑΤΟ μετατράπηκε σε έναν από τους βασικούς μηχανισμούς λεηλασίας των «κτήσεων» και των «σφαιρών επιρροής» της ηττημένης στον Ψυχρό Πόλεμο Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Το 1999 η Πολωνία, η «έδρα» του Συμφώνου της Βαρσοβίας, έγινε μέλος του ΝΑΤΟ. Το ίδιο και η Ουγγαρία και η Τσεχία. Το 2004 ακολούθησε η Σλοβακία και η Ρουμανία. Συνολικά, από το 1999 μέχρι σήμερα το ΝΑΤΟ έχει αποκτήσει 15 νέα μέλη. Όλα τους προέρχονται είτε από το παλιό Σύμφωνο της Βαρσοβίας, είτε από την διαλυμένη Γιουγκοσλαβία (μια χώρα που θα ήταν μοιρασμένη 50%-50% ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση σύμφωνα με τις αποφάσεις της Γιάλτας και της Τεχεράνης). 

Το 2007 η αμερικανική κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους αποφάσισε, σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις της Πράγας και της Βαρσοβίας να εγκαταστήσει ένα σύγχρονο «αμυντικό» πυραυλικό σύστημα στα εδάφη της Τσεχίας και της Πολωνίας. Ο στόχος της πυραυλικής αυτής ομπρέλας υποτίθεται ότι θα ήταν η προστασία της Ευρώπης από ενδεχόμενες «επιθέσεις του Ιράν». Στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ετοιμάζονταν να στήσουν ένα πυραυλικό σύστημα στα σύνορα της Δύσης με τη Ρωσία ικανό να πλήξει όχι μόνο στρατιωτικούς στόχους αλλά και την ίδια τη Μόσχα μέσα σε λίγα λεπτά (η ομπρέλα θα εξοπλιζόταν με «οχήματα» που μπορούν να αναπτύξουν ταχύτητες έως και 25 χιλιάδων χιλιομέτρων την ώρα). Η Ρωσία αντέδρασε με τον ίδιο τρόπο που είχαν αντιδράσει και οι ΗΠΑ πενήντα χρόνια πριν στην κρίση του Κόλπου των Χοίρων: ο Πούτιν απείλησε να εγκαταστήσει πυρηνικούς πυραύλους στα σύνορα της με τις χώρες του ΝΑΤΟ και να αποσυρθεί από τις συμφωνίες πυρηνικού αφοπλισμού (ουσιαστικά σταδιακού περιορισμού του πυρηνικού οπλοστασίου) που είχε υπογράψει στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου με τη Δύση.

Οι ρωσικές απειλές και η κατακραυγή του κόσμου (η πλειοψηφία του κόσμου στην Πολωνία ήταν αντίθετη στην εγκατάσταση της αμερικανικής «αμυντικής» ομπρέλας) ανάγκασαν τις ΗΠΑ να εγκαταλείψουν το σχέδιο. Αλλά το Πεντάγωνο δεν παραιτήθηκε από τις προσπάθειές του να περικυκλώσει τη Ρωσία: πριν από τρία χρόνια ξεκίνησε η εγκατάσταση μιας «μικρής ομπρέλας» στην Πολωνία που θα περιλαμβάνει ανάμεσα στα άλλα «μικρής εμβέλειας» αντιβαλιστικούς πυραύλους.3 

Τον Απρίλιο του 2008 η Εαρινή Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ αποφάσισε την ένταξη της Γεωργίας και της Ουκρανίας, δυο χωρών που δεν ανήκαν απλά μέχρι το 1991 στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας αλλά στον ίδιο τον σκληρό της πυρήνα, την ΕΣΣΔ, στο ΝΑΤΟ. Η Ρωσία απάντησε με μια αστραπιαία εισβολή στην Γεωργία -με πρόσχημα όπως και τώρα την προστασία των «ανεξάρτητων» ρωσόφωνων περιφερειών της Οσετίας και της Αχμπασίας- και κατέλαβε τη χώρα. Το ΝΑΤΟ δεν τόλμησε να επέμβει. Ο Ρωσικός στρατός αποχώρησε ύστερα από λίγες εβδομάδες αλλά το σχέδιο της επέκτασης του ΝΑΤΟ ακυρώθηκε.

Κυρώσεις 

Η Ρωσία παρά την ήττα της στον Ψυχρό Πόλεμο παραμένει μια από τις ισχυρότερες στρατιωτικά χώρες του κόσμου. Το πυρηνικό της οπλοστάσιο μπορεί να συγκριθεί μόνο με των ΗΠΑ. Για αυτό συνεχίζει μέχρι σήμερα, τριάντα χρόνια μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ να βρίσκεται στο στόχαστρο των ΗΠΑ. Τα αμερικανικά επιτελεία συνεχίζουν να τη θεωρούν σαν έναν από τους βασικούς της ανταγωνιστές -δίπλα στην Κίνα- στον αγώνα τους για την ηγεμονία του πλανήτη.

Στο οικονομικό επίπεδο η Ρωσία έχει πάψει εδώ και πολλά χρόνια να μπορεί να αναμετρηθεί με τις ΗΠΑ. Με βάση τα στοιχεία του ΔΝΤ το ονομαστικό ΑΕΠ της Ρωσίας ήταν το 2021 το ένα δέκατο πέμπτο του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Αλλά η οικονομική της κατάσταση δεν έχει καμιά σχέση με την εικόνα της καταστροφής των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 1990. Η σχετική της οικονομική σταθεροποίηση της δίνει και τη δυνατότητα να συντηρεί και να εκσυγχρονίζει την πολεμική της μηχανή -κάτι το οποίο δεν ήταν σε θέση να κάνει τη δεκαετία του 1990. Οι πυρηνικές απειλές του Πούτιν δεν είναι απλά «μπλόφες»: η Ρωσία έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια μια νέα γενιά υπερηχητικών πυρηνικών πυραύλων που μπορούν να χτυπήσουν με αστραπιαία ταχύτητα τους στόχους τους.

Οι ΗΠΑ αντίθετα βρίσκονται από το 1991 μέχρι σήμερα σε μια μόνιμη καθοδική πορεία. Ο μεγάλος τους πονοκέφαλος είναι η Κίνα: το 1991 το ΑΕΠ της Κίνας δεν ξεπερνούσε τα 420 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2021 ξεπέρασε τα 17 τρισεκατομμύρια. Οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι σε λίγα χρόνια θα έχει ξεπεράσει τις ΗΠΑ. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» του Μπους ήταν μια προσπάθεια των ΗΠΑ να αντισταθμίσουν αυτή την σχετική υποβάθμιση με την επίδειξη της στρατιωτικής τους ισχύος – να δείξουν στον κόσμο ότι ο 21ος αιώνας θα είναι «αμερικανικός», όπως ήταν και το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα όχι χάρη στην συντριπτική υπεροχή της αμερικανικής οικονομίας αλλά χάρη στη συντριπτική υπεροχή της αμερικανικής στρατιωτικής μηχανής. Οι ΗΠΑ όμως έχασαν τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Το τελευταίο επεισόδιο «παίχτηκε» τον Αύγουστο με την άτακτη υποχώρηση των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και την παράδοση, άνευ όρων της εξουσίας, ύστερα από 20 χρόνια πολέμου στους Ταλιμπάν. Οι εικόνες αυτές έπαιξαν σίγουρα ρόλο στην απόφαση του Πούτιν να συγκεντρώσει δυνάμεις στα σύνορα με την Ουκρανία και να αποπειραθεί να δώσει μια στρατιωτική λύση στη διαμάχη. 

Το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο έχει παίξει βασικό ρόλο στη σχετική αποκατάσταση της οικονομίας της Ρωσίας τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των οικονομολόγων το 30% περίπου του ρωσικού ΑΕΠ συνδέεται με τις εξορύξεις και τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων. Καθόλου τυχαία, ο περιορισμός της βιομηχανίας φυσικού αερίου και πετρελαίου έχει γίνει τα τελευταία χρόνια, πλάι-πλάι με τη στρατιωτική περικύκλωση, ένας από τους μεγάλους στόχους των ΗΠΑ.

Nord Stream II

Οι ΗΠΑ προσπάθησαν ήδη από την περίοδο του Τραμπ να σταματήσουν την κατασκευή του Nord Stream II, ενός αγωγού που έχει στοιχίσει μέχρι σήμερα πάνω από 15 δισεκατομμύρια δολάρια και έχει σαν στόχο να τροφοδοτεί τις αγορές της Ευρώπης με ρωσικό αέριο μέσω της βαλτικής θάλασσας -παρακάμπτοντας το έδαφος της Ουκρανίας. Οι πιέσεις του Τραμπ κατάφεραν να «πείσουν» την Ολλανδία να αποσυρθεί από το έργο. Όχι όμως και την Γερμανία της Μέρκελ. Ο Τζο Μπάιντεν τυπικά αναθεώρησε τη «μονομερή» πολιτική του Τραμπ και εγκαινίασε μια διαφορετική σχέση με τους συμμάχους των ΗΠΑ. Αλλά οι στόχοι της αμερικανικής πολιτικής σε σχέση με τη Ρωσία και τον Nord Stream ΙΙ δεν άλλαξαν ούτε κατά ένα χιλιοστό.4 Οι ΗΠΑ ήταν και παραμένουν αποφασισμένες να μην επιτρέψουν στη Ρωσία ούτε να αυξήσει τις εξαγωγές υδρογονανθράκων προς τη Δύση, ούτε να απαλλαγεί από τις διαδρομές μέσα από τη «φιλοδυτική» Ουκρανία. Οι απειλές των κυρώσεων, με άλλα λόγια, είχαν προηγηθεί κατά πολύ της ρωσικής επίθεσης.

Ο πόλεμος κατάφερε να «πείσει» και τη Γερμανία να παγώσει τον Nord Stream II. Με τη σημερινή κρίση οι ΗΠΑ έχουν καταφέρει μέχρι στιγμής να ενώσουν ξανά το διαιρεμένο μέχρι πριν από λίγο δυτικό στρατόπεδο. Ο Ψυχρός Πόλεμος λειτουργούσε σαν «ζουρλομανδύας» για τους συμμάχους των ΗΠΑ. Αντιπαραθέσεις υπήρχαν πάντα πολλές, άλλες μικρές και άλλες μεγάλες. Αλλά όλες είχαν ένα όριο: την εχθρότητα απέναντι στο αντίπαλο Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τους απελευθέρωσε από αυτούς τους περιορισμούς και οι χώρες της Δύσης άρχισαν να αλληθωρίζουν προς όλες τις κατευθύνεις –από την Κίνα και τη Ρωσία μέχρι το Ιράν. Τώρα η ενότητα της συμμαχίας μοιάζει να έχει αποκατασταθεί: «η Ευρώπη είναι αποφασισμένη να σταματήσει την εξάρτησή της από το Ρωσικό» αέριο δήλωσε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η πρόεδρος της Κομισιόν, λίγες ώρες μετά την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία.

Οι κυρώσεις δεν πρόκειται να σταματήσουν τον πόλεμο γιατί δεν έχουν σαν στόχο να σταματήσουν τον πόλεμο. Είναι ένα από τα «όπλα» που χρησιμοποιεί εδώ και πολλά χρόνια η Αμερική στον «νέο ψυχρό πόλεμο» που έχει κηρύξει απέναντι στη Ρωσία. Η ενίσχυση των κυρώσεων ρίχνει συνεχώς λάδι στη φωτιά του πολέμου και πολλαπλασιάζει τους κινδύνους μιας μεγάλης κλίμακας σύρραξης ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία –μιας σύρραξής που αν ξεσπάσει θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον της ανθρωπότητας και του ίδιου του πλανήτη.

Η εικόνα που προσπαθούν να ζωγραφίσουν οι ηγέτες της δύσης -μιας επιτιθέμενης Ρωσίας και μιας αμυνόμενης Ουκρανίας που έχει την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ στο πλευρό της είναι ψεύτικη. Η Ουκρανία έχει διαλυθεί από τον ανταγωνισμό ανάμεσα στο ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση από τη μια και τη Ρωσία από την άλλη. Και τώρα οι ιμπεριαλιστικοί αυτοί ανταγωνισμοί κλιμακώνονται σκορπίζοντας τη φωτιά και τον θάνατο του πολέμου.

Όχι στον πόλεμο

Τον Ιούνιο του 1919, έναν σχεδόν χρόνο μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μέυναρντ Κέυνς, ένας σχετικά άγνωστος τότε βρετανός διπλωμάτης που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην ηττημένη Γερμανία από τη μια και τη Γαλλία, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ -τους νικητές του πολέμου- από την άλλη, παρέδωσε ξαφνικά την παραίτησή του στον Λόιντ Τζόρτζ, τον τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας. Στο βιβλίο που κυκλοφόρησε λίγο μετά εξηγούσε ότι οι όροι που έθεταν οι νικητές στους ηττημένους θα προετοίμαζαν με βεβαιότητα έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο. Ο Κέυνς συμφωνούσε με την προπαγάνδα της Αντάντ που θεωρούσε τη Γερμανία και τις συμμαχικές της Κεντρικές Δυνάμεις τους αποκλειστικούς υπεύθυνους του Μεγάλου Πολέμου. «Η Γερμανία έχει μια ιδιαίτερη και ειδική ευθύνη για τον πόλεμο και τον γενικευμένο καταστροφικό του χαρακτήρα», γράφει στο βιβλίο του. Αλλά η «συνθήκη (των Βερσαλλιών) αφήνει την Ευρώπη πιο αποσταθεροποιημένη από ότι τη βρήκε».5 Η λεηλασία των γερμανικών αποικιών και οι σκληρές οικονομικές κυρώσεις, έγραφε ο Κέυνς, θα έσπρωχναν τη Γερμανία υποχρεωτικά ξανά στον δρόμο τη σύγκρουσης. Η θεραπεία που πρότεινε ο Κέυνς ήταν μια πιο «ρεαλιστική πολιτική» πολεμικών επανορθώσεων που θα επέτρεπε στη Γερμανία να ενταχθεί ξανά στην παγκόσμια κοινότητα. «Ελάχιστοι άκουσαν» γράφει ο ιστορικός Τζόναθαν Κίρσνερ. Οι ηγέτες των χωρών της Αντάντ ήταν τυφλωμένοι από τις δικές τους σκοπιμότητες. 

Ο Κέυνς δεν ήταν ούτε σοσιαλιστής ούτε επαναστάτης. Και η θεραπεία που πρότεινε ήταν στην ουσία καθαρά ουτοπική – η πολιτική της εξόντωσης της Γερμανίας που είχαν επιλέξει οι ηγέτες της Αντάντ δεν ήταν αποτέλεσμα της βλακείας τους αλλά αποτέλεσμα της λογικής του ιμπεριαλισμού, της παγκόσμιας τάξης όπως αυτή είχε διαμορφωθεί από την έκβαση του πολέμου. Αλλά μέσα από το πρίσμα του ρεαλισμού του ο Κέυνς είχε «ανακαλύψει» αυτά τα οποία έλεγαν οι επαναστάτες για τον καπιταλισμό και τον πόλεμο – ότι ο πόλεμος είναι στην εποχή του ιμπεριαλισμού, του «ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού» όπως έλεγε ο Λένιν, ενδημικός. 

Υπάρχουν πολλές και σημαντικές διαφορές ανάμεσα στο 1918 και το 1991, ανάμεσα στη νίκη της Αντάντ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη νίκη της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο. Αλλά το βέβαιο είναι ότι ακόμα και τώρα, έναν αιώνα μετά την έκδοση του βιβλίου του Κέυνς «ελάχιστοι ακούν». Όχι γιατί είναι βλάκες, αλλά γιατί τα συμφέροντά τους, τα συμφέροντα των χωρών που αντιπροσωπεύουν δεν τους αφήνουν να ακούσουν.

Η εργατική τάξη έχει το μοναδικό προνόμιο να μπορεί, απαλλαγμένη από αυτά τα συμφέροντα, να μπορεί να ακούει. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έκλεισε με την επανάσταση στη Ρωσία και τη Γερμανία. Οι εκατόμβες των νεκρών και στις «δυο πλευρές των συνόρων» θα ήταν πολλαπλάσιες αν οι γυναίκες της Ρωσίας δεν είχαν πυροδοτήσει την επανάσταση που εκθρόνισε τελικά τον Τσάρο με τις κινητοποιήσεις τους για «ψωμί και ειρήνη» στις 8 Μάρτη (με το νέο ημερολόγιο) του 1917. Χιλιάδες Γερμανοί ναύτες θα είχαν βρει τραγικό θάνατο στα παγωμένα νερά της Βαλτικής το 1918 αν δεν είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στις διαταγές του Κάιζερ που ήθελε να τους στείλει σε μια τελευταία, απεγνωσμένη αποστολή αυτοκτονίας ενάντια στον Βρετανικό στόλο. 

Αυτό που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή είναι ένα δυνατό αντιπολεμικό κίνημα στηριγμένο πάνω στην εργατική τάξη που θα μπορεί να φρενάρει αποτελεσματικά τις πολεμικές εξορμήσεις σε Ανατολή και Δύση. Να εμποδίσουμε τον Μητσοτάκη να χωθεί ακόμα πιο χοντρά6 στις πολεμικές εξορμήσεις του ΝΑΤΟ -σε μια προσπάθεια να αποδειχθεί η Ελλάδα «καλύτερος μαθητής» των ΗΠΑ και της Δύσης από ότι η Τουρκία του Ερντογάν. 

Δεν δίνουμε συγχωροχάρτι στον Πούτιν που μακελεύει αυτή τη στιγμή την Ουκρανία. Αλλά δεν ξεχνάμε ποτέ ότι ο κύριος «εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα». Η Δύση έχει χωμένα τα χέρια της πολύ βαθιά στο αίμα αθώων και ανυπεράσπιστων λαών -του Ιράκ, του Αφγανιστάν, της Συρίας για να θυμηθούμε τα τελευταία της μόνο θύματα. Αυτό που την ενοχλεί σήμερα στην Ουκρανία δεν είναι οι ίδιες οι σφαγές. Αυτό που την τρελαίνει είναι ότι ο πρωταγωνιστής των σφαγών είναι ο Πούτιν και όχι η ίδια. 

 

Σημειώσεις

1. Βλέπε, Adam Tooze, Chartbook #81 Permanent crisis or Black Earth agro-giant? Alternative futures for Ukraine. https://adamtooze.substack.com/p/chartbook-81-permanent-crisis-or

2. Ούτε Ουάσιγκτον, Ούτε Μόσχα, Σοσιαλισμός από τα Κάτω 103, Ιούνιος 2014. Ο Γιανουκόβιτς ήταν ο πρόεδρος της Ουκρανίας από το 2010 ως την αποπομπή του το 2014.

3. Τυπικά οι αντιβαλιστικοί πύραυλοι είναι ένα αμυντικό όπλο που έχει σαν αποστολή να πλήττει στον αέρα, πριν προλάβουν να φτάσουν στο στόχο τους, τους εχθρικούς βαλιστικούς, επιθετικούς πυραύλους. Στην πραγματικότητα είναι ένα ακραία επιθετικό και επικίνδυνο όπλο που μετατρέπει τα πυρηνικά από «στρατηγικά όπλα» σε «τακτικά». Το 1972 οι ΗΠΑ και η Ρωσία είχαν υπογράψει μια κοινή συμφωνία για τον περιορισμό των αντιβαλιστικών πυραύλων που έθετε ένα ανώτατο όριο (100) στον αριθμό των πυραύλων που θα μπορούσε να έχει η κάθε χώρα. Η συμφωνία καταργήθηκε με μια μονομερή απόφαση του Τζορτζ Μπους το 2002.

4. Οι ΗΠΑ έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, χάρη στο «σχιστολιθικό» αέριο ξανά ένας από τους σημαντικούς εξαγωγείς ενέργειας στον κόσμο. Αλλά είναι λάθος να θεωρεί κανείς ότι η αντιπαλότητα τους με τον Nord Stream II υπαγορεύεται απλά και μόνο από τα συμφέρονται του αμερικανικού πετρελαϊκού λόμπι. Οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί δεν μπορούν να «συρρικνωθούν» στους οικονομικούς ανταγωνισμούς -και αυτό ισχύει ακόμα και για το πετρέλαιο και το ορυκτό («φυσικό») αέριο, παρά την προφανή σημασία που έχει για τις οικονομίες παγκόσμια. Εξίσου λάθος είναι να θεωρεί κανείς ότι η διαμάχη Ρωσίας-ΝΑΤΟ για τον έλεγχο της Ουκρανίας υπαγορεύεται από το «πλούσιο υπέδαφος» της Ουκρανίας.

5. Jonathan Kirshner, The Man Who Predicted Nazi Germany, The New York Times, 2019

6. Η κυβέρνηση του Μητσοτάκη ήταν μια από τις πρώτες χώρες που έστειλε πολεμικό υλικό (έστω και σε συμβολική ποσότητα) στην κυβέρνηση της Ουκρανίας.

 

∆ιακήρυξη της ∆ιεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης για την κρίση στην Ουκρανία

1. Η κρίση στην Ουκρανία έχει φέρει την Ευρώπη πιο κοντά σε ένα τρομακτικό πόλεμο. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια αντιπαράθεση ανάμεσα στο πιο ισχυρό ιμπεριαλιστικό μπλοκ στον κόσμο, τις ΗΠΑ και τους ευρωπαίους συμμάχους τους με τη Ρωσία, μια ασθενέστερη ιμπεριαλιστική δύναμη που διατηρεί ωστόσο τη βαναυσότητά της. Η Ουκρανία είναι ένα απλό πιόνι και για τις δυο πλευρές. Η εργατική τάξη δεν έχει συμφέρον στη νίκη της μιας ή της άλλης πλευράς σε αυτή τη σύγκρουση. Οι επαναστάτες σοσιαλιστές στις χώρες που εμπλέκονται σε αυτή, πρέπει να έχουν ως προτεραιότητα την αντίθεση στις «δικές τους» κυβερνήσεις.

2. Τη συγκεκριμένη κρίση πυροδότησε η απόφαση του Β. Πούτιν, του προέδρου της Ρωσίας, να συγκεντρώσει στρατεύματα στα σύνορα με την Ουκρανία. Δικαιολόγησε αυτή την απειλητική κίνηση εν μέρει επικαλούμενος τη μεγαλορωσική εθνικιστική μυθολογία για τον ιστορικό δεσμό Ρωσίας-Ουκρανίας και εν μέρει επαναλαμβάνοντας τις αιτιάσεις χρόνων για την επέκταση του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. στα ανατολικά. Συγκεκριμένα, ο Πούτιν απαιτούσε δέσμευση ότι η Ουκρανία δε θα γίνει δεκτή στο ΝΑΤΟ και την απόσυρση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη.

3. Πράγματι, η επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ με την ενσωμάτωση των περισσότερων πρώην σταλινικών κρατών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη ήταν εφαρμογή της στρατηγικής των κυβερνήσεων Κλίντον και Μπους να προεκτείνουν την ισχύ του Δυτικού ιμπεριαλισμού βαθύτερα στην Ευρασία. Αυτή η πολιτική παραβίασε τις υποσχέσεις που είχε δώσει ο Τζέημς Μπέηκερ, υπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ στον Μ. Γκορμπατσόφ, τον τελευταίο πρόεδρο της ΕΣΣΔ το 1990 σε αντάλλαγμα με τη συναίνεση της ΕΣΣΔ για την ένταξη στο ΝΑΤΟ της επανενωμένης Γερμανίας.

4. Ο Πούτιν δεν είναι φίλος της παγκόσμιας εργατικής τάξης. Είναι επικεφαλής ενός καταπιεστικού, νεοφιλελεύθερου καθεστώτος, επιστρατεύει το μεγαλορωσικό εθνικισμό ως ιδεολογικό στήριγμα και επιδιώκει την ανοικοδόμηση της ρωσικής στρατιωτικής ισχύος για τη διατήρηση της κυριαρχίας της Μόσχας στο «εγγύς εξωτερικό» όπως έγινε με τη συντριβή του κινήματος ανεξαρτησίας της Τσετσενίας, με τον πόλεμο στην Γεωργία το 2008, την κατάληψη της Κριμαίας το 2014, και την πρόσφατη επέμβαση στο Καζακστάν για το τσάκισμα των λαϊκών κινητοποιήσεων. Σε μεγαλύτερη ακτίνα, η ρωσική στρατιωτική ισχύς διέσωσε το βάρβαρο καθεστώς του αλ-Άσαντ στην Συρία.

5. Ωστόσο, η πλευρά που κλιμάκωσε την παρούσα κρίση ήταν η Ουάσιγκτον με την παρακίνηση της χαοτικής βρετανικής κυβέρνησης του Μπ. Τζόνσον. Η κυβέρνηση του Μπάηντεν αρνήθηκε να πάρει στα σοβαρά τα βασικότερα αιτήματα του Πούτιν, ύψωσε τους τόνους για τον κίνδυνο του πολέμου, προκαλώντας τη διαμαρτυρία ακόμα και της φιλοδυτικής κυβέρνησης της Ουκρανίας, και, σε συντονισμό με τους ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους της, ενίσχυσε τη στρατιωτική παρουσία της κοντά στα ρωσικά σύνορα.

6. Αν ξεσπούσε πράγματι ο πόλεμος το κυρίως θύμα θα ήταν ο λαός της Ουκρανίας. Υπέφερε τα πάνδεινα στη διάρκεια του 20ου αιώνα: από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τις στρατιωτικές επεμβάσεις ενάντια στη μπολσεβίκικη επανάσταση, από τη σταλινική κολεκτιβοποίηση στη δεκαετία του ’30 και από τη ναζιστική εισβολή στην ΕΣΣΔ το 1941. Το 1991 ο ουκρανικός λαός υλοποίησε το δικαίωμά του στην εθνική αυτοδιάθεση πυροδοτώντας τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Από τότε μέχρι σήμερα τη χώρα κυβερνάνε αντίπαλες συμμορίες ολιγαρχών που πότε κλίνουν προς την Ανατολή και πότε προς τη Δύση. Από το 2014 μεγάλες περιοχές στη νοτιοανατολική Ουκρανία έχουν μετατραπεί σε εμπόλεμη ζώνη ανάμεσα στην κυβέρνηση του Κιέβου και τους αντιπάλους της που υποστηρίζονται από τη Ρωσία. Ο ουκρανικός λαός δε χρειάζεται περισσότερους στρατούς, ούτε από το ΝΑΤΟ ούτε από τη Ρωσία!

7. Η κλιμάκωση της κρίσης στην Ουκρανία από τη Δύση συνδέεται με τον παγκόσμιο ανταγωνισμό ΗΠΑ και Κίνας. Ο Μπάηντεν θέλει να στείλει ένα μήνυμα στον Ζι Ζιπίνγκ, τον πρόεδρο της Κίνας, ότι η Ουάσιγκτον δε πρόκειται να αποδεχτεί οποιαδήποτε απόπειρα του Πεκίνου να εντάξει βίαια τη Ταϊβάν στο κινέζικο κράτος. Ο Ζι απάντησε στηρίζοντας τον Πούτιν στην Ουκρανία. Αυτός ο ανταγωνισμός απειλεί με κατακερματισμό του διεθνούς συστήματος σε αντίπαλα ιμπεριαλιστικά μπλοκ, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες για ένα πόλεμο που μπορεί να καταστρέψει την ανθρωπότητα.

8. Λέμε:
Όχι πόλεμο για την Ουκρανία!
Απόσυρση των δυνάμεων και του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας!
Όχι επέκταση του ΝΑΤΟ, διάλυσή του!
Αποστρατιωτικοποίηση της Ευρώπης!
Τέλος στις κούρσες των εξοπλισμών που καταβροχθίζουν πόρους που χρειαζόμαστε για να καταπολεμήσουμε τη φτώχεια και την κλιματική αλλαγή!

9. Η πολιτική κληρονομιά στην οποία αναφερόμαστε είναι εκείνη των επαναστατών σοσιαλιστών που αρνήθηκαν να στηρίξουν τις αντιμαχόμενες πλευρές στο Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Με επικεφαλής του Β. Ι Λένιν και τη Ρ. Λούξεμπουργκ υποστήριζαν ότι η διεθνής σοσιαλιστική επανάσταση είναι η μόνη διέξοδος από ένα ιμπεριαλιστικό σύστημα στο οποίο η ανταγωνιστική συσσώρευση κεφαλαίου οδηγεί σε πολέμους. Ο Καρλ Λήμπνεχκτ, ο σύντροφος της Λούξεμπουργκ διατύπωσε το σύνθημα: «Ο κύριος εχθρός είναι στη χώρα μας». Αυτό πρέπει να είναι και το δικό μας σύνθημα.

Το Συντονιστικό της Διεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης,
16 Φλεβάρη 2022