11 Ιούνη. Διαδήλωση μεταναστών στο Παρίσι την παραμονή του Α’ γύρου των βουλευτικών εκλογών
Ο Δημήτρης Δασκαλάκης θυμίζει τους αγώνες και τα κινήματα που έθρεψαν την οργή κατά του Μακρόν και παρουσιάζει τις αντιφασιστικές προκλήσεις αλλά και τις δυνατότητες για την Αριστερά στη συνέχεια.
Το 2017 ο Εμμανουέλ Μακρόν κέρδιζε τις γαλλικές προεδρικές εκλογές με 66%. Γινόταν ο πιο νέος πρόεδρος της ιστορίας του γαλλικού κράτους. Πέντε χρόνια αργότερα, το 2022, ο πολλά υποσχόμενος “Νέος Ναπολέοντας”,1 μοιάζει με γερασμένο νεοφιλελεύθερο στρατηγό, τραυματισμένο από τα Βατερλό της πρώτης πενταετίας. Χωρίς πλέον να έχει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και μέσα στις συνθήκες παγκόσμιας αστάθειας που δημιουργεί η κρίση της ανόδου του πληθωρισμού, η συνέχιση της πανδημίας και ο πόλεμος στην Ουκρανία καλείται τώρα να κυβερνήσει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ.
Η ανάδειξη του Μακρόν στην προεδρία αποτελούσε ήδη από το 2017 σημάδι της κρίσης του γαλλικού πολιτικού οικοδομήματος και όχι κάποιο νεωτεριστικό άλμα προς τα εμπρός. Τα συμπεράσματα της Βανίνα Τζουντιτσέλι για τις φετινές εκλογές διαφαίνονταν από το 2017: «Η αστική τάξη έχει να αντιμετωπίσει μια τεράστια κρίση ηγεμονίας. Η νίκη του Μακρόν είναι επομένως περισσότερο σημάδι μιας ραγδαία αυξανόμενης αστάθειας παρά μιας συνέχειας των πολιτικών που ακολουθούνται εδώ και δεκαετίες: από το 2017, τα αποτελέσματα του Μακρόν δείχνουν τη χαμηλή κοινωνική στήριξη στο πρόγραμμά του. Επιπλέον απέχει πολύ από το να έχει καταφέρει να εδραιώσει γύρω του ένα μπλοκ ικανό να αντικαταστήσει την κατάρρευση των παραδοσιακών κομμάτων... Από θέση αδυναμίας, ο Μακρόν θα πρέπει να επιτεθεί στην εργατική τάξη με έναν όλο και πιο αυταρχικό τρόπο».2
Το 2017 κατάφερε να πατήσει πάνω στα κατάλοιπα των δύο πολιτικών πυλώνων της χώρας, του Σοσιαλιστικού Κόμματος(ΣΚ) και των Ρεπουμπλικάνων που κατέρρευσαν και έμειναν τότε -όπως και φέτος- εκτός δεύτερου γύρου. Η παραδοσιακή Δεξιά, αντί να βγει κερδισμένη από την καταβαράθρωση του ΣΚ στο 6,5% που είχε ταυτιστεί με τις επιθέσεις της πιο σκληρής σοσιαλδημοκρατικής διακυβέρνησης, αυτής του Ολάντ, είχε βυθιστεί στις κόντρες των διαφόρων φιλόδοξων υποψηφίων και στη συνέχεια στα σκάνδαλα γύρω από τον Φιγιόν.3
Ο Μακρόν ήταν ένας πρώην υψηλόβαθμος τεχνοκράτης του γαλλικού δημοσίου και στη συνέχεια τραπεζίτης, που δεν είχε κατέβει ποτέ σε εκλογές, διορισμένος υφυπουργός και υπουργός Οικονομίας από τον Φρανσουά Ολάντ την περίοδο 2012-17.
Η προεδρική του θητεία του δεν ξεκινούσε εν μέσω πολιτικής νηνεμίας. Παραλάμβανε τον προεδρικό θώκο ένα χρόνο ακριβώς μετά το μεγάλο απεργιακό εργατικό κίνημα που είχε ενωθεί με το νεολαιίστικο κίνημα Νουί Ντεμπού (Νύχτες Ορθίων) ενάντια στον νόμο Ελ-Κομρί -που καταργούσε το 35ωρο.4 Ως άλλος “Μωυσής” όμως, θα επιχειρούσε να κάνει αυτό που δεν είχαν καταφέρει τα δύο μεγάλα παραδοσιακά κόμματα τις τελευταίες δεκαετίες: να περάσει όλες τις νεοφιλελεύθερες μεταρυθμίσεις που είχαν μείνει στα συρτάρια από την εποχή της αποτυχημένης προσπάθειας του Αλέν Ζιπέ το 1995,5 να τσακίσει το οργανωμένο εργατικό κίνημα και να αυξήσει την παραγωγικότητα του γαλλικού καπιταλισμού, με λίγα λόγια να τον “εκσυγχρονίσει”.6
Πέντε χρόνια αργότερα, ως “πρόεδρος των πλουσίων” πλέον, ο Μακρόν και το κόμμα του κατέβηκαν στις φετινές εκλογές κουβαλώντας τα σημάδια των ακρωτηριασμένων από την αστυνομική βία Κίτρινων Γιλέκων, της τσακισμένης από το μαζικό απεργιακό κίνημα 2019-20 προσπάθειάς του για μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού αλλά και της αποτυχημένης διαχείρισης της πανδημίας. O κάποτε υποσχόμενος πρόεδρος του “Έθνους των start-ups”, ήταν πλέον ο πρόεδρος του πιο ταξικού και κατασταλτικού lockdown. Ο υπουργός Εσωτερικών Καστανέ, είχε κερδίσει το παρατσούκλι του «χασάπη των Κίτρινων Γιλέκων» και ο υπουργός Παιδείας, Μπλανκέ μισήθηκε όσο κανένας προκάτοχός του από εκατομμύρια μουσουλμάνους (και όχι μόνο) για τις ισλαμοφοβικές του επιθέσεις σε μαθητές και γονείς.
Μαζικές αντιστάσεις
Στο κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων κατά τη διάρκεια του χειμώνα 2018-19 πήραν μέρος πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρη τη χώρα. Ήταν ένα αυθόρμητο κίνημα αποτελούμενο από εργάτες και εργάτριες που είχαν σχετικά μικρούς ή και καθόλου δεσμούς με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και με αιτήματα που εξελίχθηκαν γρήγορα από τον αγώνα κατά της φορολογικής αδικίας και των αυξήσεων στις τιμές των καυσίμων σε μια συνολική αμφισβήτηση της κυβέρνησης αλλά και του συστήματος. Το κίνημα ξεκίνησε με καταλήψεις κυκλικών οδικών κόμβων και στη συνέχεια εξελίχθηκε σε μεγάλες εθνικές διαδηλώσεις στο Παρίσι και μαζικά συντονιστικά. Πολύ σύντομα αντιμετώπισαν τον χλευασμό, την ταύτιση με τους φασίστες και την πιο βίαιη αστυνομική καταστολή.
Όπως γράφαμε σε αυτό το περιοδικό: «στην αρχή ήταν ορατές οι προσπάθειες της ακροδεξιάς- μεγεθυμένες και από την προθυμία των ΜΜΕ να συκοφαντήσουν το ξέσπασμα. Αλλά στην πορεία είδαμε διαδηλωτές να κυνηγάνε τους φασίστες, είδαμε τα κόκκινα γιλέκα της CGT να ενώνονται με τα κίτρινα, είδαμε τους σιδηροδρομικούς που είχαν δώσει την προηγούμενη μεγάλη εργατική μάχη ενάντια στον Μακρόν να προσφέρουν δωρεάν μετακίνηση στους διαδηλωτές με τα τρένα, είδαμε τη νεολαία σε σχολές και σε σχολεία να εμπνέεται. Είδαμε τη νεολαία από τα banlieues του Παρισιού (αυτά που πανηγύριζαν για την κατάκτηση του Μουντιάλ από μια εθνική Γαλλίας γεμάτη από παιδιά μεταναστών) να κατεβαίνει με τα δικά της συνθήματα, είδαμε στις 18 Δεκέμβρη το μεγαλύτερο αντιρατσιστικό συλλαλητήριο εδώ και δέκα χρόνια».7
Στη συνέχεια τον Δεκέμβριο του 2019, ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που ήθελε να περάσει ο Μακρόν (με συνταξιοδότηση στα 64 αντί για τα 62 και μειώσεις αποδοχών), ξεκίνησε το μεγαλύτερο απεργιακό κίνημα που είχε δει η χώρα από το 2010. Μαζικές διαδηλώσεις σε όλη τη Γαλλία (1.800.000 διαδηλωτές στις 17 Δεκεμβρίου 2019) και απεργίες από τα μέσα μαζικής μεταφοράς του Παρισιού και τους σιδηρόδρομους μέχρι την καθαριότητα και τα λύματα και από τους εργαζόμενους στα δίκτυα ηλεκτρισμού που έκοβαν το ρεύμα στα αστυνομικά τμήματα μέχρι τους δασκάλους και τους καθηγητές.
Ο Μακρόν τελικά αναγκάστηκε να αναστείλει την εφαρμογή του νομοσχεδίου με πρόφαση την πανδημία, την άνοιξη του 2020. «Η (πολιτική) κρίση μπορεί να αυξάνει την απειλή από την ακροδεξιά αλλά ταυτόχρονα ανοίγει νέες ευκαιρίες για την εργατική τάξη», έγραφε ο Γάλλος ακτιβιστής Τζαντ Μπουχαρούν. «Η τελευταία αντιπαράθεση άφησε την πλευρά μας ισχυρότερη, καλύτερα οργανωμένη και αποφασισμένη από ποτέ, παρόλο που αυτή η δυναμική διακόπηκε από την πανδημία».8
Η πρώτη καραντίνα στη Γαλλία ξεκίνησε στις 17 Μάρτη 2020. Ο Μακρόν χρησιμοποίησε όλα τα κατασταλτικά εργαλεία του κράτους για να φιμώσει την εργατική τάξη. Παρόλαυτα από τον Μάη έως τον Οκτώβρη του 2020, το κίνημα των μεταναστών Χωρίς Χαρτιά βγήκε στους δρόμους επανειλλημένα, παίζοντας πρωτοπόρο και καθοριστικό ρόλο. Με πρωτοβουλία της Πορείας Αλληλεγγύης, πραγματοποιήθηκαν μια σειρά διαδηλώσεων για τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών, οι οποίες συγκέντρωσαν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Στις 30 Μάη 2020, παρά την απαγόρευση των διαδηλώσεων, οι συλλογικότητες των μεταναστών Χωρίς Χαρτιά στην περιοχή του Παρισιού οργάνωσαν την πρώτη διαδήλωση από την επιβολή του λοκντάουν. Ακολούθησαν μεγάλες διαδηλώσεις κατά της αστυνομικής βίας σε όλη τη χώρα μετά το θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ στις ΗΠΑ αλλά και ενάντια στα πολυάριθμα περιστατικά αστυνομικής βίας στις εργατικές συνοικίες, με πιο μαζική αυτή που οργανώθηκε μετά από κάλεσμα της επιτροπής Ανταμά στο Παρίσι στις 13 Ιουνίου 2020 όπου διαδήλωσαν 120.000 ατόμα.
Αυτές τις μαζικές αντιστάσεις προσπάθησε να βάλει στο γύψο ο Μακρόν εκμεταλλευόμενος την πανδημία και την παθητικότητα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που από τον Απρίλη του 2020 τράβηξε χειρόφρενο στις κινητοποιήσεις. Ήλπιζε πως τη σταθερότητα που δεν είχε καταφέρει να κερδίσει με την συναίνεση θα την εξασφάλιζε με την καταστολή.
«Ο πραγματικός φόβος της κυβέρνησης είναι ότι οι καταστροφικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης θα οδηγήσουν σε μια κοινωνικά εκρηκτική και πολιτικά ανεξέλεγκτη κατάσταση», σημείωνε το Δεκέμβρη του 2020 ο γάλλος οικονομολόγος Κλοντ Σερφατί, καθώς ο Μακρόν έβαζε σε εφαρμογή το διάταγμα περί «Καθολικής ασφάλειας». «Το γεγονός αυτό (η διαδήλωση της 28/11/2020) κινητοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, παρά το γεγονός ότι η κοινωνική ζωή είχε σταματήσει υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που προέκυψε από την πανδημία και από την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης και της κυβέρνησης για την ‘ασφάλεια’ ... ήταν ένας ακόμη κρίκος στις διαφορετικές μορφές μαζικής κινητοποίησης που έχουν πραγματοποιήσει τα κοινωνικά κινήματα και η νεολαία τα τελευταία χρόνια».9 Δυο χρόνια αργότερα τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών και ακόμα περισσότερο των βουλευτικών ήρθαν να γκρεμίσουν τις προσδοκίες του Μακρόν για σταθερότητα.
Η αναδρομή στους παραπάνω εργατικούς αγώνες την περίοδο 2016-2019 είναι απαραίτητη για να καταλάβουμε τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών. Η αστάθεια που έχει να αντιμετωπίσει ο Μακρόν μπορεί να εκφράζεται στην χρωματική σύνθεση των εδράνων του κοινοβουλίου αλλά έχει τις ρίζες της στο πεζοδρόμιο. Τόσο ο ραγδαίος ρυθμός με τον οποίο ξέφτισε η δημοτικότητα του Μακρόν, όσο και η δυναμική που έφερε στο προσκήνιο την Ανυπόταχτη Γαλλία του Ζαν Λικ Μελανσόν στις φετινές προεδρικές εκλογές και στη συνέχεια την Νέα Λαϊκή Οικολογική και Κοινωνική Ένωση (ΝΛΟΚΕ) στις βουλευτικές, πατάνε πάνω σε αυτούς τους αγώνες.
Βαρύ πλήγμα
Στις βουλευτικές εκλογές του Ιούνη ο Μακρόν δέχθηκε ένα βαρύ αν και αναμενόμενο πλήγμα. Ο συνασπισμός του “Μαζί” με 38,6% κέρδισε 245 έδρες, σαράντα τέσσερις λιγότερες δηλαδή απ’ όσες χρειαζόταν για να κυβερνήσει με απόλυτη αυτοδυναμία και 104 λιγότερες απ’ ότι το 2017. Έχασε το ένα τρίτο της κοινοβουλευτικής του δύναμης και μεγάλα ονόματα όπως ο Καστανέ και ο Μπλανκέ (βλ. παραπάνω) έμειναν εκτός κοινοβουλίου.
Χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία ο Μακρόν τρέχει ήδη να βρει συμμάχους στα δεξιά του: στους Ρεμπουμπλικάνους -που πήραν 64 έδρες και ήδη παζαρεύουν σκληρά για ανταλλάγματα, αλλά και τους φασίστες της Λεπέν. Μπορεί λίγους μήνες νωρίτερα να καλούσε τον κόσμο της Αριστεράς να τον στηρίξει για να της “φράξει τον δρόμο” στο δεύτερο γύρο των προεδρικών, αλλά την επαύριο της ήττας στις βουλευτικές εκλογές προχωρούσε σε συνομιλίες ακόμα και με τον Εθνικό Συναγερμό.
Ο αντιφασισμός του Μακρόν ήταν άλλωστε πάντοτε ευκαιριακός. Όλη την προηγούμενη περίοδο, αντί να αντιταχθούν στον ρατσισμό της Λεπέν και του Ζεμούρ, ο ίδιος και οι υποψήφιοί του -όπως και οι Ρεπουμπλικάνοι- «ανταγωνίζονταν για το ποιος ήταν πιο σκληρός με τους μετανάστες και ο πιο καλός υπερασπιστής της ‘γαλλικής κουλτούρας’... μια διπλή διαδικασία όπου οι παραδοσιακοί πολιτικοί συνέβαλαν στη δημιουργία ενός ρατσιστικού κλίματος, νομιμοποιώντας τις ακροδεξιές ιδέες και τώρα η άνοδός των τελευταίων τραβάει την ‘κανονικότητα’ ακόμα πιο δεξιά. Ο Μακρόν έκανε σαφές ότι φλερτάρει με τη ρατσιστική ψήφο όταν παρουσίασε το νομοσχέδιο κατά του ‘σεπαρατισμού’ τον Οκτώβριο του 2020... Μπορεί να είχε ως κίνητρο την προσπάθεια να υπονομεύσει τη Λεπέν και το κόμμα της για το δικό του εκλογικό όφελος, αλλά οι ενέργειές του το μόνο που καταφέρνουν είναι να δώσουν στο ρατσιστικό της σχέδιο ακόμη μεγαλύτερη δυναμική».10
Οι επιθέσεις του Μακρόν στους μουσουλμάνους δεν περιορίστηκαν μόνο στον νόμο για τον σεπαρατισμό: απαγόρευση του μπουρκίνι στις δημόσιες πισίνες, δαιμονοποίηση των προσφύγων που πνίγονταν στη Μεσόγειο, ξέφρενες αστυνομικές βιαιότητες στα φτωχά προάστια όπου ζουν οι μετανάστες, στιγματισμός των γυναικών που φοράνε μαντήλα... λίγα είναι τα όπλα από τη φαρέτρα της ακροδεξιάς που δεν χρησιμοποίησε η κυβέρνησή του.
Η κανονικοποίηση αυτών των ρατσιστικών πολιτικών, έδωσε στη Λεπέν τη δυνατότητα να προσπαθήσει να παρουσιαστεί ως εναλλακτική απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό του Μακρόν. Από τη μία με υποσχέσεις για μείωση του ΦΠΑ στο ρεύμα και τα καύσιμα μέσω φόρων στις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, μείωση στον φόρο εισοδήματος για τους αυτοαπασχολούμενους αλλά και του ορίου συνταξιοδότησης, προσπαθούσε να κερδίσει από τη λαϊκή αγανάκτηση. Από την άλλη, ενώ κατηγορούσε υποκριτικά τον Ζεμούρ επειδή «στο στρατόπεδο του έχει κανέναν δυο Ναζί», συνέχιζε τη σκληρά ρατσιστική και ισλαμοφοβική ρητορική της, με θεωρίες περί “Μεγάλης Αντικατάστασης” και «ανάγκης επαναπατρισμού» (των μεταναστών) προσπαθώντας να την αποπροσανατολίσει.
Στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών η Λεπέν κατάφερε να πάρει 13.288.686 ψήφους, -ενάμιση εκατομμύριο παραπάνω απ’ όσους πήραν μαζί και οι τρεις ακροδεξιοί υποψήφιοι στον πρώτο γύρο, ενώ στις βουλευτικές κέρδισε 89 έδρες, από 8 που είχε κερδίσει το 2017.
«Η εκλογική επιτυχία του Εθνικού Συναγερμού δεν έχει ακόμα μεταφραστεί σε ένα μαζικό φασιστικό κίνημα στους δρόμους. Είναι όμως μια ηχηρή προειδοποίηση όσον αφορά την πολιτική δεξαμενή απεύθυνσης που έχουν στη διάθεσή τους οι φασίστες που θα προσπαθήσουν να χτίσουν ένα τέτοιο κίνημα αν δεν τους σταματήσουμε. Και τα αυξανόμενα κρούσματα βίαιων επιθέσεων είναι ενδεικτικά της προθυμίας τους να κάνουν αυτή τη στροφή: Στις 19 Μάρτη, ένας Αργεντινός πρώην παίκτης του ράγκμπι, ο Φρεντερίκ Μαρτάν Αρανμπουρού, παρενέβη σε ένα μπαρ στο Παρίσι για να διακόψει μια ρατσιστική επίθεση. Αργότερα το ίδιο βράδυ, τον πυροβόλησε αρκετές φορές στο δρόμο ο φασίστας που είχε διαπράξει την επίθεση ο οποίος όπως έγινε γνωστό, πρόσκειται στους κύκλους της Μαρίν Λεπέν. Τον Μάιο, στη μέση ενός δρόμου του Παρισιού, ένας άλλος φασίστας πυροβόλησε στο κεφάλι έναν νεαρό. Για να αποτίσει φόρο τιμής σε αυτό το νέο θύμα του φασισμού, η διαδήλωση κατά του ρατσισμού και της ακροδεξιάς που διοργανώθηκε στις 11 Ιουνίου στο Παρίσι ξεκίνησε από την Place Blanche, όπου είχε δολοφονηθεί. Μπροστά σε αυτές τις επιθέσεις το αντιφασιστικό κίνημα δεν πρέπει να περιμένει τις επόμενες εκλογές. Χρειάζεται η κάθε τους επίθεση, η κάθε τους πορεία, να μας βρίσκουν στους δρόμους και στις γειτονιές.
Η εκλογική ανάπτυξη των φασιστών από το 2017 ως το 2022 είναι συνέπεια και σύμπτωμα της έλλειψης απάντησης στους δρόμους από το αντιφασιστικό κίνημα. Στις φετινές προεδρικές εκλογές υπήρξε άμεσα πρωτοβουλία από την Καμπάνια Αντιρατσισμός και Αλληλεγγύη και άλλους αντιφασίστες για διαδηλώσεις μετά την ανακοίνωση της πρόκρισης της Μαρίν Λεπέν στον δεύτερο γύρο. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη χώρα ανταποκρίθηκαν σε ένα κάλεσμα που είχε δύο στόχους: να υπενθυμίσει ότι ο φασισμός αποτελεί μια θανάσιμη απειλή και να αναδείξει ότι ο Μακρόν και οι πολιτικές του δεν αποτελούν εμπόδιο στην εξέλιξη της φασιστικής απειλής, αλλά εφαλτήριό της. Αυτό το κίνημα χρειάζεται να αποκτήσει ρίζες και συνέχεια».11
Και τώρα;
Σε αυτές τις διαδηλώσεις συμμετείχαν για πρώτη φορά οργανωμένες δυνάμεις τοπικών επιτροπών της Ανυπόταχτης Γαλλίας. Ο Μελανσόν από την άλλη, αν και κάλεσε τον κόσμο να μην δώσει «ούτε μια ψήφο στη Λεπέν» έσπευσε να προσανατολίσει την αντιφασιστική διάθεση προς τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, μακριά από τις αντιφασιστικές διαδηλώσεις.
Η απόφασή του να διεκδικήσει την πρωθυπουργία ήδη από το μεσοδιάστημα πρώτου και δευτέρου γύρου των προεδρικών εκλογών δεν είχε τελικά το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Με 131 έδρες για τη ΝΛΟΚΕ ο ίδιος έμεινε εκτός κοινοβουλίου, μιας και δεν ήταν υποψήφιος βουλευτής. Σε κάθε περίπτωση όμως το άλμα από τις 64 στις 131 έδρες αποδεικνύει πως ο προσανατολισμός της οργής του κόσμου για τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του Μακρόν προς την ακροδεξιά και τους φασίστες δεν είναι μονόδρομος.
Το αντίθετο ισχύει. Η Αριστερά πήρε το 32% των ψήφων στο δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών. Οι ανισότητες στην κατανομή των εδρών είναι αποτέλεσμα του εκλογικού συστήματος.
«Η Γαλλία μπαίνει -και αυτή- με τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 19ης Ιούνη σε μια περίοδο μεγάλης πολιτικής αστάθειας, τη στιγμή που η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η οικονομική κρίση κάθε άλλο παρά υποχωρούν.
Μέσα σε αυτή την αστάθεια, οι εργατικές αντιστάσεις θα είναι καθοριστικές ώστε να αντικρούσουμε τις επιθέσεις. Η δυναμική της ψήφου υπέρ του Mελανσόν στις προεδρικές εκλογές και υπέρ της ΝΛΟΚΕ στις βουλευτικές είναι ενθαρρυντική διότι μας υπενθυμίζει πως εκατομμύρια άνθρωποι στη Γαλλία είναι με το μέρος των εργατικών διεκδικήσεων, των ίσων δικαιωμάτων, της κοινωνικής και κλιματικής δικαιοσύνης.
Ωστόσο, δεν μπορούμε να βασιστούμε στην παρουσία της ΝΛΟΚΕ στη βουλή για να δυναμώσουμε τους αγώνες της τάξης μας. Όταν ο Αντριάν Κατενάν, βουλευτής της Ανυπόταχτης Γαλλίας και συντονιστής του κόμματος, λέει για τις βουλευτικές εκλογές, πως θα είναι ‘η τελευταία ευκαιρία να φράξουμε τον δρόμο στις πολιτικές του Μακρόν’, ξεχνά πως ήταν τα μεγάλα κοινωνικά κινήματα κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων χρόνων της πενταετίας του που δημιούργησαν αυτή τη δυναμική προς τα αριστερά. Κι όταν ο Μελανσόν λέει πως ‘δεν μας υπόσχεται τον παράδεισο αλλά μια διέξοδο από την κόλαση’, μας θυμίζει τα όρια του ρεφορμισμού.
Μπροστά στη δυναμική που δημιουργούν τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών, η επαναστατική Αριστερά μπορεί και πρέπει να μετατρέψει την ψήφο εκατομμυρίων ανθρώπων υπέρ του Mελανσόν και των υποψηφίων της ΝΛΟΚΕ σε νέες κινητοποιήσεις ενάντια στην κυβέρνηση, τον ρατσισμό και τον φασισμό, με αίσθηση του επείγοντος, προκειμένου να ξεφύγουμε από την λανθασμένη απαισιοδοξία που επικρατεί σε κομμάτια της ριζοσπαστικής αριστεράς για την κατάσταση του συσχετισμού δυνάμεων. Στις 11 Ιούνη κάναμε αυτή την προσπάθεια οργανώνοντας διαδηλώσεις στο Παρίσι αλλά και σε άλλες πόλεις με το σύνθημα ‘Δεν περιμένουμε’. Δεν περιμένουμε τις επόμενες εκλογές, δεν περιμένουμε τα εκλογικά τους παζάρια, οργανώνουμε εδώ και τώρα τους αγώνες μας, ήταν το μήνυμα».
Στα παραπάνω αποσπάσματα, ο Ματιέ Παστόρ μας θυμίζει πως για τους επαναστάτες στη Γαλλία οι προκλήσεις αλλά και οι ευκαιρίες το επόμενο διάστημα θα είναι πολλές. Εδώ, στην Ελλάδα, ο κόσμος που παλεύει ενάντια στη μισητή κυβέρνηση Μητσοτάκη πάντα είχε και θα έχει τα μάτια του στραμμένα στους αγώνες της γαλλικής εργατικής τάξης.
Η απεργία στους βρετανικούς σιδηρόδρομους και το μετρό του Λονδίνου που ξεκινούσε τη μέρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, προκαλούσε ήδη πανικό στα επιτελεία της άρχουσας τάξης της Βρετανίας.12 Μια μέρα νωρίτερα, τον απεργιακό χορό για αυξήσεις στους μισθούς άνοιγαν οι υγειονομικοί, οι δάσκαλοι, οι σιδηροδρομικοί, οι οικοδόμοι κ.ά στο Βέλγιο. Από το Μάντσεστερ ώς την Αθήνα, περνώντας από το Παρίσι αυτοί οι εργατικοί αγώνες έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν τον Τζόνσον, τον Μητσοτάκη και τον Μακρόν και να βαθύνουν ακόμα περισσότερο την κρίση του συστήματος. Η Αριστερά, ιδιαίτερα η επαναστατική, χρειάζεται να βρεθεί στο κέντρο τους.
Σημειώσεις
1. https://www.kathimerini.gr/world/906537/o-makron-apeilei-ena-rekor-toy-napoleonta-g-apo-to-1848/
2. Vanina Giudicelli, Les fascistes, Macron, l’État… C’est pas la classe. Διαθέσιμο στο: https://www.autonomiedeclasse.org/crise-politique/les-fascistes-macron-letat-cest-pas-la-classe/
3. Τρία χρόνια αργότερα ο υποψήφιος πρόεδρος Φρανσουά Φιγιόν καταδικάστηκε από τα γαλλικά δικαστήρια. Βλέπε https://www.efsyn.gr/node/249926
4. Αφροδίτη Φράγκου, Γαλλία: Γενική απεργία, Εργατική Αλληλεγγύη νο1221. Διαθέσιμο στο https://ergatiki.gr/article.php?id=13639&issue=1221
5. Όπως σημείωνε το 1996 ο Κρις Χάρμαν, Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι απεργίες του Δεκεμβρίου 1995 έχουν κάμψει την εμπιστοσύνη της γαλλικής κυβέρνησης στην ικανότητά της να συνεχίσει την επίθεσή της... Αυτό, ωστόσο, δεν είναι το τέλος της ιστορίας. Οι διεθνείς ανταγωνιστικές πιέσεις στο γαλλικό καπιταλισμό που δημιούργησαν το σχέδιο Ζιπέ δεν θα εξαφανιστούν... Μπορούμε να περιμένουμε μια απελπισμένη άρχουσα τάξη που θα επιστρέφει ξανά και ξανά...”. Στο France’s hot December, International Socialism 2:70.
6. Berger, Bennet, and Guntram B Wolff, 2017, “The Global Decline in the Labour Income Share: is Capital the Answer to Germany’s Current Account Surplus?”, Bruegel Policy Contribution No. 2017/12 (April), www.econstor.eu/handle/10419/173108
7. Πάνος Γκαργκάνας, Εκρηκτικός συνδυασμός - Τα επιτελεία σε πανικό, οργισμένη η εργατική τάξη, Σοσιαλισμός από τα Κάτω 132.
8. Jad Bouharoun, France: anatomy of a strange defeat, International Socialism 167.
9. Claude Serfati, France. «Militaro-securité globale»: le jour d’après est déjà là. Διαθέσιμο στο https://alencontre.org/europe/france/militaro-securite-globale-le-jour-dapres-est-deja-la.html
10. Judith Orr, A race to the right: Éric Zemmour, Marine Le Pen and France’s presidential election, International Socialism 174.
11. Απόσπασμα από τη συζήτηση με τον Ματιέ Παστόρ, μέλος της Καμπάνιας Αντιρατσισμός και Αλληλεγγύη.
12. Νίκος Λούντος, Βρετανία: Ξεκίνησε η απεργία στα τρένα, Εργατική Αλληλεγγύη νο1527. Διαθέσιμο στο https://ergatiki.gr/article.php?id=26122&issue=1527