Άρθρο
Η μάχη των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας

Aθήνα 13 Ιούλη, 24ωρη απεργία στον Τουρισμό

Απεργίες για αυξήσεις μισθών και ΣΣΕ, ανασύνταξη του συνδικαλισμού στους χώρους δουλειάς.
Ο Τάσος Αναστασιάδης γράφει για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το εργατικό κίνημα.

 

Βρισκόμαστε σε μια περίοδο, που οι εργαζόμενοι έχουν αρχίσει να ξεδιπλώνουν απεργιακές κινητοποιήσεις διεκδικώντας αυξήσεις και συλλογικές συμβάσεις. Διεκδικούν να δώσουν την δική τους απάντηση στο κύμα ακρίβειας που εξανεμίζει καθημερινά το εργατικό εισόδημα και να ανατρέψουν τη δραματική συρρίκνωση των μισθών που έχουν επιβάλλει τα μνημόνια. 

Οι εργαζόμενοι έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με την ακρίβεια και τον πληθωρισμό που τρέχει σχεδόν στο 12%, ενώ η πραγματική αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων τους τελευταίους μόνο μήνες έχει μειωθεί σχεδόν 18%. Εξαιτίας της ακρίβειας φέτος, ένας στους δύο εργαζόμενους δεν έκανε διακοπές. Όσο σκληρά και αν δουλεύουν, όσες περισσότερες ώρες και αν δουλεύουν, η ακρίβεια εξανεμίζει το εισόδημα τους και απλά δεν μπορούν να ζήσουν τις οικογένειες τους. 

Και αυτή η εφιαλτική κατάσταση αθροίζεται πάνω στη δεκαετία των μνημονίων. Στην προηγούμενη βουτιά της κρίσης το 2009, οι κυβερνήσεις και τα αφεντικά με τα μνημόνια, κατάφεραν και συρρίκνωσαν το εργατικό εισόδημα 42% κατά μέσο όρο και ταυτόχρονα κατάργησαν τις συλλογικές συμβάσεις, στερώντας έτσι από τους εργαζόμενους την δυνατότητα να κερδίσουν αυξήσεις. 

Σήμερα το ζήτημα του ποιος θα πληρώσει τον νέο γύρο βαθέματος της κρίσης, αναδεικνύεται στη σημαντικότερη μάχη. Οι αγώνες που έχουν ξεκινήσει και διεκδικούνε αυξήσεις δείχνουν ότι η εργατική τάξη δεν είναι διατεθειμένη να υποστεί τις συνέπειες του πληθωρισμού και της ακρίβειας. Το να στηριχτούν για να νικήσουν αυτοί οι εργατικοί αγώνες θα καθορίσει συνολικά τις εξελίξεις στο εργατικό κίνημα όλη την επόμενη περίοδο.

Η βεντάλια των εργατικών χώρων που έχουν μπει στη μάχη για αυξήσεις είναι απλωμένη σχεδόν σε όλα τα κομμάτια των εργαζόμενων, αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αφετηρία γι’ αυτό το κύμα κινητοποιήσεων είναι η απεργία των εργαζόμενων στην CΟSCO που κατάφερε και λύγισε τον πολυεθνικό γίγαντα. 

Η πρώτη απεργία τον Οκτώβρη του ‘21, είχε αφορμή τον θάνατο του λιμενεργάτη Δημήτρη Δαγκλή. Οι εργαζόμενοι σταμάτησαν αμέσως την δουλειά και η απεργία τους κράτησε επτά μέρες. Η ουρά των πλοίων που δεν μπορούσαν να ξεφορτώσουν μεγάλωνε καθημερινά, το ίδιο και η αλληλεγγύη στους απεργούς. Κάτω από τον φόβο της τεράστιας χασούρας που είχε η CΟSCO και της αποτυχίας των απεργοσπαστικών και τρομοκρατικών μηχανισμών, εργοδοσία και κυβέρνηση αναγκάστηκαν να δεσμευτούν για την υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης. Όμως στη συνέχεια προσπάθησαν να αποφύγουν να υλοποιήσουν την δέσμευσή τους. 

Ο βαρύς τραυματισμός του λιμενεργάτη Τάκη Πέττα, στα τέλη Απρίλη, έδωσε νέα ώθηση στην συσσωρευμένη οργή των λιμενεργατών. Η 4ήμερη απεργία που ακολούθησε, ανάγκασε την CΟSCO να υποχωρήσει. Λίγες μέρες μετά, υπογράφηκε συλλογική σύμβαση που δίνει αυξήσεις στους μισθούς 11%, αύξηση 100% στην προπληρωμένη κάρτα και μονιμοποίηση 270 λιμενεργατών. Αθροιστικά οι αυξήσεις που κέρδισαν οι λιμενεργάτες της CΟSCO ξεπερνάνε το 20%. 

Υπάρχει ένα επιπλέον στοιχείο που χρειάζεται να κρατήσουμε από αυτόν τον αγώνα. Η προσπάθεια της εργοδοσίας να σπάσει την μαχητικότητα των λιμενεργατών στηρίχθηκε εκτός από τα ΜΑΤ και την τρομοκρατία, στην συνειδητή προσπάθεια να εμφανίσουν ένα εργοδοτικό σωματείο που υποτίθεται ήταν “αντιπροσωπευτικότερο”. Η απεργία της ΕΝΕΔΕΠ τον Μάη, έκλεισε αυτήν τη συζήτηση ό,τι και αν λένε τα δικαστήρια. Μαζικά οι λιμενεργάτες μπήκαν στην απεργία. Ο απεργιακός αγώνας για συμβάσεις και αυξήσεις ξαναστήνει τον συνδικαλισμό και τη συλλογικότητα της εργατικής τάξης στους χώρους δουλειάς. 

Η απεργία στην CΟSCO έδωσε ένα καθαρό μήνυμα σε κάθε εργαζόμενο ότι αν απεργήσεις αποφασιστικά και με διάρκεια, κερδίζεις την αλληλεγγύη των υπόλοιπων εργαζόμενων, αναγκάζεις ακόμη και τον ισχυρότερο εργοδότη να υποχωρήσει και στο τέλος κερδίζεις αυξήσεις. 

Στα ΜΜΕ οι εργαζόμενοι βγήκαν να διεκδικήσουν κι εκεί την υπογραφή ΣΣΕ στα κρατικά μέσα (ΕΡΤ, ΑΠΕ κλπ), προχωρώντας σε κοινές απεργιακές κινητοποιήσεις από δημοσιογράφους και εργαζόμενους της ΕΡΤ. Παρόλο που η ΕΣΗΕΑ βιάστηκε να υπογράψει μια απαράδεκτη σύμβαση για τους δημοσιογράφους της ΕΡΤ, η μάχη συνεχίζεται από τα σωματεία των εργαζόμενων της ΕΡΤ που διεκδικούν να σπάσουν την κυβερνητική πολιτική των βάουτσερ και των κουπονιών. Άνοιξε η δυνατότητα να μπουν στη μάχη και οι εργαζόμενοι των ιδιωτικών ΜΜΕ. 

Στα ιδιωτικά ΜΜΕ δεν υπάρχει ΣΣΕ εδώ και 10 χρόνια. Σε αυτά τα χρόνια ο κλάδος άλλαξε ριζικά πρόσωπο με αποσαθρωμένες τις εργασιακές σχέσεις και τις ατομικές συμβάσεις να κυριαρχούν παντού, ιδίως στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ. Και ο συνδικαλισμός έχει υποχωρήσει δραματικά. Οι εργαζόμενοι στην Alter ego, δηλαδή στα ψηφιακά μέσα του Μαρινάκη (in.gr, vima.gr, κλπ) προχώρησαν τον Ιούλιο σε συνέλευση και έβγαλαν απόφαση που ανάμεσα στα άλλα αναφέρει “... Κανένας εργαζόμενος κάτω από τα 850 ευρώ. Αυξήσεις για όλους τους εργαζόμενους τουλάχιστον 12% (στα επίπεδα του πληθωρισμού). Πληρωμή αργιών με προσαύξηση στο ημερομίσθιο +75% και την παροχή ρεπό....”  και την απαίτηση από την ΕΣΗΕΑ να προχωρήσει αυτήν την μάχη. 

Αντίστοιχα η μάχη για αυξήσεις έχει ανοίξει στον Τουρισμό-Επισιτισμό. Η “βαριά βιομηχανία της χώρας” στηρίζεται σε μισθούς εξαθλίωσης και σε εξοντωτικά ωράρια και οι απεργιακές κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν το καλοκαίρι έχουν συνέχεια μπροστά τους για να επιβάλλουν ότι το τουριστικό θαύμα δεν θα περάσει πάνω από τις πλάτες των εργαζόμενων του κλάδου. Στη μάχη μπήκαν επίσης οι εργαζόμενοι στην Ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος, στα λεωφορεία της Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ), άλλα και στην Μαλαματίνα όπου οι εργαζόμενοι απεργούν όλο τον Αύγουστο για αυξήσεις στους μισθούς και ενάντια στις απολύσεις. Στη ΛΑΡΚΟ ενάντια στην ιδιωτικοποίηση και στα Λιπάσματα της Καβάλας όπου οι εργαζόμενοι κέρδισαν μια μάχη ενάντια στις ομαδικές απολύσεις. Ο κατάλογος των χώρων που δίνουν μάχες για αυξήσεις, συμβάσεις και τις δουλειές είναι πραγματικά μεγάλος. Αγκαλιάζει σχεδόν όλο τον ιδιωτικό τομέα αλλά απλώνεται πλέον και στο Δημόσιο. 

Στο δημόσιο τα συνδικάτα δεν υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις. Οι μισθοί καθορίζονται από το Ενιαίο Μισθολόγιο που το ορίζει κάθε φορά η κυβέρνηση. Τα προηγούμενα χρόνια οι κυβερνήσεις μείωσαν δραματικά τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων αλλά σε διάφορα υπουργεία αναγκάστηκαν κάτω από τις κινητοποιήσεις και έδωσαν την “προσωπική διαφορά”. Ένα κομμάτι από τους κομμένους μισθούς επέστρεφε στους παλιότερους εργαζόμενους, αλλά όλοι οι νεοπροσλαμβανόμενοι δημόσιοι υπάλληλοι θα ξεκινούσαν με μισθό 700 ευρώ. 

Όμως στο υπουργείο Οικονομικών και στην ΑΑΔΕ, οι νεοπροσλαμβανόμενοι εργαζόμενοι δεν έκατσαν με σταυρωμένα τα χέρια αποδεχόμενοι τους μισθούς των 700 ευρώ. Αντίθετα πήραν πρωτοβουλίες, οργανώθηκαν από τα κάτω, έστησαν το δικό τους “Συντονιστικό νέων συναδέλφων”, διεκδικώντας να πάρουν αυξήσεις, να πάρουν και αυτοί την “προσωπική διαφορά”. Και ένα μεγάλο κομμάτι τους το κατάφερε γιατί ανάγκασε τις συνδικαλιστικές του ηγεσίες να κινηθούν αγωνιστικά. Σήμερα είναι σε εξέλιξη η προσπάθεια να κερδίσουν αυτές τις αυξήσεις για όλους τους συναδέλφους του υπ. Οικονομικών. 

Όμως η μάχη για αυξήσεις στο Δημόσιο δεν περιορίζεται μονάχα στη μάχη για την “προσωπική διαφορά”. Η διεκδίκηση για την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού έχει ανοίξει για τα καλά. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, η ΑΔΕΔΥ βάζει στο διεκδικητικό της πλαίσιο αυτό το αίτημα. Το να πάρουν οι εργαζόμενοι του δημοσίου τον 13ο και 14ο μισθό θα σημάνει την αύξηση του μισθού κατά 16%. Αυτό δεν ισοφαρίζει τις απώλειες των μνημονίων αλλά είναι μια καλή αφετηρία ενάντια στην ακρίβεια. Και είναι κρίσιμο επίσης για να τσακίσει και την προσπάθεια της κυβέρνησης, να συνδέσει τις όποιες αυξήσεις στους μισθούς, με την αξιολόγηση των υπαλλήλων. Να προωθήσει δηλαδή την πολυδιάσπαση των εργαζόμενων και μέσα από αυτό και το χτύπημα του συνδικαλισμού.

Σημαντική παράμετρος της μάχης για τις αυξήσεις και συλλογικές συμβάσεις είναι το γεγονός ότι πλέον δεν είναι μονάχα στο Δημόσιο όπου οι μισθοί καθορίζονται από αποφάσεις του υπουργού Οικονομικών και όχι από Συλλογική Σύμβαση. Το ίδιο συμβαίνει πλέον και στον ιδιωτικό τομέα. Ο κατώτατος μισθός για δεκαετίες καθορίζονταν από τις διεκδικήσεις της ΓΣΕΕ, τις απεργίες που έκανε και την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που υπόγραφε με τον ΣΕΒ και τις εργοδοτικές οργανώσεις. Με τα μνημόνια, πλέον ο κατώτατος μισθός απλά ορίζεται από την κυβέρνηση. 

Στην ΓΣΕΕ έχει απομείνει να υπογράφει με τον ΣΕΒ μονάχα μη μισθολογικά ζητήματα. Δεν υποτιμάμε καθόλου αυτήν τη διάσταση των συλλογικών συμβάσεων. Οι συλλογικές συμβάσεις κατοχυρώνουν και τις συνθήκες εργασίας της εργατικής τάξης. Είναι η εργατική απάντηση στην προσπάθεια εργοδοτών και κυβέρνησης να διαλύσουν τις εργασιακές σχέσεις, να περάσουν τις εργολαβοποιήσεις, την εκ περιτροπής εργασία, τα εξαήμερα και τα δωδεκάωρα. Οι συλλογικές συμβάσεις και πάνω απ’ όλα οι απεργίες μπορούν να βάλουν φρένο σε αυτήν την προσπάθεια. Και ταυτόχρονα μπορούν να βάλουν μια σειρά από «μη μισθολογικές διεκδικήσεις» που υπήρχαν παλιότερα και πρέπει να τις επαναφέρουμε επιθετικά, όπως την λειτουργία παιδικών σταθμών μέσα σε μεγάλους χώρους δουλειάς. Είναι ένα αίτημα δεμένο με τη μάχη ενάντια στις σεξιστικές διακρίσεις και παρενοχλήσεις σε βάρος των γυναικών στους χώρους δουλειάς. 

Βάση

Τώρα είναι η ώρα να ξενακερδίσουμε και ότι ο κατώτατος μισθός θα καθορίζεται από την ΕΓΣΣΕ και όχι από τις κυβερνήσεις. Κατ’ αρχάς γιατί η ΕΓΣΣΕ αποτελούσε πάντα την βάση, που πάνω σε αυτήν πρόσθεταν επιπλέον διεκδικήσεις οι κλαδικές και οι επιχειρησιακές συμβάσεις, χτίζοντας έτσι πολύ καλύτερες μισθολογικές απολαβές για ολόκληρους κλάδους ή χώρους. Χρειάζεται αυτή η “βάση” να φύγει από τα χέρια του κάθε Μητσοτάκη και να ξαναγυρίσει στα χέρια και τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος. 

Απαιτούμε από τη ΓΣΕΕ να προχωρήσει σε πανεργατική απεργία και για να ξαναυπογράψει ΕΓΣΣΕ αλλά και γιατί είναι σημαντικό ο αγώνας για αυξήσεις να γενικευτεί. Πέρα από τον κάθε ξεχωριστό χώρο ή κλάδο χρειάζεται να αγκαλιάσει όλη την εργατική τάξη γιατί όλοι οι εργαζόμενοι βιώνουν τις αβάσταχτες συνέπειες της ακρίβειας. Και σε μια τόσο κρίσιμη μάχη για την επιβίωση των εργαζομένων, δεν πρέπει να μείνει στο “απυρόβλητο” καμία συνδικαλιστική ηγεσία. Χρειάζεται η μεγαλύτερη πίεση στην ΓΣΕΕ αλλά και στην ΑΔΕΔΥ να γενικεύσουν απεργιακά τις μάχες που δίνουν όλοι οι επιμέρους χώροι για να σπάσουν την ακρίβεια. Και αυτή είναι μια ρεαλιστική προοπτική. 

Αυτό το κύμα αγώνων και αντίστασης προφανώς είναι δεμένο με το ξαναζωντάνεμα των συνδικάτων που έχει γίνει ορατό την τελευταία διετία τουλάχιστον. Στους καλλιτέχνες οι τεράστιες κινητοποιήσεις για να κερδίσουν την δυνατότητα να ζήσουν μέσα στην πανδημία, συνοδεύτηκαν με εκρηκτική αύξηση της συμμετοχής στα σωματεία τους. Εκατοντάδες νέοι στην πλειοψηφία τους ηθοποιοί και μουσικοί γράφτηκαν για πρώτη φορά στο σωματείο τριπλασιάζοντας την συμμετοχή στις εκλογές του ΣΕΗ και του ΠΜΣ. Στον Τουρισμό Επισιτισμό, επίσης μέσα στην πανδημία, εκατοντάδες εργαζόμενοι πλησίασαν το σωματείο, έγιναν μέλη του και πάλεψαν μαζί του. Το φθινόπωρο του 2021, η απεργία στην efood που κέρδισε την μόνιμη και σταθερή δουλειά για σχεδόν 2000 εργαζόμενους, σήμανε ότι μέσα σε λίγους μήνες έχουν φτιαχτεί τρία νέα σωματεία σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Χανιά, και ταυτόχρονα φτιάχτηκε σωματείο στην Γευσίνους σε μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις κέτερινγκ. 

Στην πανδημία οι Υγειονομικοί λειτούργησαν σαν παγοθραυστικό για όλη την εργατική τάξη. Με τις κινητοποιήσεις τους έσπασαν οι απαγορεύσεις της καραντίνας, και έβαλαν την απεργιακή διεκδίκηση στην ημερήσια διάταξη. Αλλά αυτό δεν έμεινε εκεί. Η οργάνωση των συμβασιούχων μέσα στα νοσοκομεία, κατά κύριο λόγο με πρωτοβουλία των δυνάμεων του Συντονιστικού των Νοσοκομείων, έχει δυναμώσει τον συνδικαλισμό μέσα στη Δημόσια Υγεία. Ταυτόχρονα σε μια σειρά από νοσοκομεία οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς κερδίζουν σωματεία. Πέρα από τον Άγιο Σάββα που οι δυνάμεις του Συντονιστικού των Νοσοκομείων κερδίζουν για μια ακόμη φορά το σωματείο, παρά τις λυσσαλέες επιθέσεις της κυβέρνησης, πλέον και στο Αγλαΐα Κυριακού η αντικαπιταλιστική αριστερά κερδίζει το σωματείο. Στο Γεννηματάς βγαίνει δεύτερη δύναμη, στο Έλενα για πρώτη φορά χάνει τον έλεγχο του σωματείου η ΔΑΚΕ και η ΠΑΣΚΕ και περνάει στην αριστερά.

Χρειάζεται να κρατήσουμε αυτήν την εικόνα, γιατί οι αγώνες που έχουν ξεκινήσει, δεν είναι απλά μια ενστικτώδης αντίδραση των εργαζόμενων στο κύμα ακρίβειας των τελευταίων μηνών, αντίθετα έχει πολύ πιο βαθιές ρίζες. Οι εργαζόμενοι ξαναγυρνάνε και μαζικοποιούν τα σωματεία τους. Φτιάχνουν νέα σωματεία σε ολόκληρους χώρους που δεν υπήρχαν για να δώσουν τις μάχες. Και στρέφονται προς την αριστερά και μάλιστα προς την αντικαπιταλιστική αριστερά για να μπορέσουν να είναι αποτελεσματικοί σε αυτές τις μάχες. 

Αυτή η εικόνα δεν περιορίζεται μόνο στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια ένα κύμα εργατικών αγώνων είναι σε εξέλιξη σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, με κεντρικό αίτημα τις αυξήσεις. Ίσως το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα είναι η Μεγάλη Βρετανία. Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, για την ακρίβεια μετά την μεγάλη ήττα των ανθρακωρύχων το 1984, είχαμε να δούμε τόσους πολλούς εργατικούς αγώνες με κοινό αίτημα αυξήσεις στους μισθούς ενάντια στην ακρίβεια. 

Αυτές τις μέρες είναι σε 8ήμερη απεργία οι λιμενεργάτες στο λιμάνι του Φέλιξστοου, αλλά ο απεργιακός πυρετός έχει “χτυπήσει” δεκάδες κλάδους. Μέσα στο καλοκαίρι κατέβηκαν σε απεργίες εργαζόμενοι σε σιδηροδρόμους, στο μετρό, στον προαστιακό και τις εταιρείες λεωφορείων του Λονδίνου. Οι εργαζόμενοι στις Βρετανικές Τηλεπικοινωνίες, οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα στο Εδιμβούργο, οι ταχυδρομικοί υπάλληλοι. Και το επόμενο διάστημα παίρνουν τη σκυτάλη οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα των δήμων όλης της Σκοτίας. 

Η Βρετανία είναι το πιο δυνατό παράδειγμα, γιατί αυτές οι απεργίες ξεσπάνε παρά το ασφυκτικό αντισυνδικαλιστικό νομικό πλαίσιο που έχει εφαρμοστεί από την εποχή της Θάτσερ την δεκαετία του ‘80, και παρά το γεγονός ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία στη Βρετανία έχει πολύ ισχυρούς δεσμούς με το Εργατικό Κόμμα και το ακολουθεί πιστά στην δεξιά μετατόπισή του. 

Το ίδιο κλίμα υπάρχει σε όλη την Ευρώπη. Αντίστοιχες εικόνες είδαμε μέσα στο καλοκαίρι στη Γερμανία με απεργίες των λιμενεργατών στο Αμβούργο και των εργαζόμενων στη Λουφτχάνσα, στην Ισπανία με απεργίες στα αεροδρόμια. 

Στην πραγματικότητα το κύμα ακρίβειας που σαρώνει όλη την ΕΕ αρχίζει να απαντιέται από το εργατικό κίνημα με απεργιακές κινητοποιήσεις που διεκδικούν αυξήσεις. Αυτή η εξέλιξη δεν έχει πέσει από τον ουρανό. Είναι αποτέλεσμα της στροφής των εργαζόμενων προς τα συνδικάτα που συμβαίνει παγκόσμια. Οι εξελίξεις στην Ελλάδα είναι κομμάτι αυτής της διαδικασίας που ανοίγεται αυτήν την περίοδο με επίκεντρο την Ευρώπη.

Υπάρχει ένα επιπλέον σημείο που χρειάζεται να προσέξουμε. Οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια έχουν εξασφαλίσει ένα νομικό οπλοστάσιο για να δυσκολέψει την οργάνωση μέσα στους χώρους δουλειάς και τις απεργίες. Ο νόμος Χατζηδάκη πριν ένα χρόνο προσπάθησε να αντιγράψει τις αντισυνδικαλιστικές διατάξεις της Θάτσερ από τη δεκαετία του ‘80 για να χτυπήσει τον συνδικαλισμό και το δικαίωμα στην απεργία. Ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, αυξημένες πλειοψηφίες για να αποφασίζουν για απεργία, “ποσοστό ελάχιστης λειτουργίας της επιχείρησης”, απαγόρευση απεργιακών περιφρουρήσεων ήταν τα βασικά του στοιχεία. Όλα αυτά δεν κατάφεραν να σταματήσουν κανέναν από τους αγώνες που ξεδιπλώνονται αυτήν την στιγμή. Ούτε στην COSCO ούτε την απεργία στη Μαλαματίνα ούτε πουθενά. Οι απεργίες για αυξήσεις που ξεδιπλώνονται αυτήν την περίοδο, έχουν την δύναμη όλο αυτό το αντισυνδικαλιστικό οπλοστάσιο να το τσακίσουν. 

Στη μάχη για αυξήσεις οι δυνάμεις της Αριστεράς συνολικά αλλά και της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς ειδικότερα πρέπει να πρωτοστατήσουν. Για να ξεδιπλωθεί το μέτωπο σε όλο του το εύρος, για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να το επιβάλλουν αυτό σε διστακτικές συνδικαλιστικές ηγεσίες. 

Η απάντηση στη συμβιβαστική στάση γραφειοκρατικών συνδικαλιστικών ηγεσιών δεν είναι να τις αγνοήσουμε. Υπάρχουν απόψεις που λένε ότι η απάντηση στην ακρίβεια θα έρθει αν ο κόσμος αρχίσει να οργανώνεται σε επιτροπές που θα καλέσουν συλλαλητήρια ενάντια στην ακρίβεια. Αυτή η αντίληψη, στην ουσία χάνει από τα μάτια της ότι τα απογευματινά συλλαλητήρια είναι καλά για να δείξουν ότι υπάρχει οργή και αγανάκτηση απέναντι στην ακρίβεια. Όμως δεν λύνουν το πρόβλημα της ακρίβειας. Αντίθετα, οι απεργίες των εργατών επειδή δεν είναι απλά διαμαρτυρίες, αλλά όπλα, μπορούν να στριμώξουν τα αφεντικά και την κυβέρνηση και να κερδίσουμε αυξήσεις στους μισθούς για να αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια. 

Κομμάτι αυτής της προσπάθειας είναι η αλληλεγγύη στους αγώνες που ξεσπάνε. Αυτό που έγινε στην απεργία στην COSCO, θα χρειαστεί να γίνει σε κάθε απεργία που βάζει μπροστά να κερδίσει αυξήσεις. Για να μην αφήσουμε συμβιβαστικές συνδικαλιστικές ηγεσίες να κλείσουν τους αγώνες χωρίς ουσιαστικές νίκες. Το παλιό μοτίβο πολλών συνδικαλιστικών ηγεσιών “σύμβαση να είναι και ότι να ‘ναι” έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Δεν είμαστε στο σημείο να υπογραφεί σύμβαση απλά για «να κατοχυρώσουμε τον θεσμό». Είμαστε σε φάση σκληρών αγώνων για να κερδίσουμε νίκες.

Χρειάζεται να συντονιστούν οι αγώνες για να γενικευτεί το μέτωπο, ξεκινώντας από την διαδήλωση στην ΔΕΘ στις 10 Σεπτέμβρη. Η φετινή ΔΕΘ είναι διαφορετική, όχι μονάχα γιατί βρισκόμαστε σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Απέναντι σε μια λογική ξεχωριστών συγκεντρώσεων που ο καθένας διαδηλώνει μόνος του, χρειάζεται να αφουγκραστούμε την μάχη που ανοίγει μπροστά μας. Ένα κοινό τεράστιο απεργιακό συλλαλητήριο στην ΔΕΘ, θα φέρει δίπλα δίπλα όλα τα αγωνιζόμενα κομμάτια που δίνουν τις δικές τους ξεχωριστές μάχες για να σπάσουν την ακρίβεια. Θα δώσει έμπνευση για να ξεδιπλώσουμε τις απεργίες μας την επόμενη περίοδο σε κάθε χώρο και κάθε κλάδο, γιατί όλοι πλήττονται από την ακρίβεια και όλοι έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τον Μητσοτάκη και τους υπουργούς του. Θα βάλει τεράστια πίεση στις συνδικαλιστικές ηγεσίες να κλιμακώσουν απεργιακά για να ενώσουν όλους τους επιμέρους αγώνες σε ένα πραγματικό πανεργατικό μέτωπο που θα τσακίσει την ακρίβεια και την κυβέρνηση. Αυτήν την προοπτική βάζει ο Συντονισμός Εργατικής Αντίστασης και το Συντονιστικό των Νοσοκομείων. ν