Άρθρο
Εξέγερση στο Ιράν

Διαδήλωση στο Μνημόσυνο της Μάχσα Αμινί

Η εξέγερση που πυροδότησαν οι γυναίκες στο Ιράν είναι συγκλονιστική.
Ο Γιώργος Πίττας ανατρέχει στις ρίζες της και τονίζει τη σημασία της συμπαράστασης.

 

Τι ακριβώς συμβαίνει στο Ιράν; Οι κυβερνήσεις της Δύσης παίζουν το χαρτί της ισλαμοφοβίας και υποστηρίζουν ότι ο κόσμος εξεγείρεται ενάντια στο Ισλάμ. H κυβέρνηση του Ιράν και από κοντά η Ρωσία και η Κίνα βλέπουν «ιμπεριαλιστικό δάκτυλο» των ΗΠΑ. 

Στη Δύση, ένα κομμάτι της Αριστεράς υποστηρίζει τους εξεγερμένους αλλά δεν έχει να προτείνει μια εναλλακτική προοπτική καταλήγοντας να θεωρεί μόνη ρεαλιστική λύση τις δυτικές αστικές δημοκρατίες που χώρα την χώρα και χρόνο τον χρόνο εξευτελίζονται –από τις ΗΠΑ που τις εκλογές μπορεί να κερδίζει ο δεύτερος με εκατομμύρια λιγότερες ψήφους μέχρι τη Βρετανία που οι πρωθυπουργοί εναλλάσσονται με ψηφοφορίες στο εσωτερικό του Συντηρητικού Κόμματος. Ένα άλλο πάλι κομμάτι της Αριστεράς θεωρεί ότι η ιρανική εξέγερση, ό,τι κίνητρα και να έχει, είναι «αντιδραστική» γιατί «αντικειμενικά» παίζει το παιχνίδι της ιμπεριαλιστικής Δύσης. Ενώ ένα άλλο στέκεται αμήχανα ανάμεσα στις δύο θέσεις. 

Η Αριστερά και το εργατικό κίνημα έχουν καθήκον να σταθούν δίπλα στην εργατική τάξη που παλεύει ενάντια στο καθεστώς. Αλλά ταυτόχρονα πρέπει να διαχωρίσουν κάθετα την αλληλεγγύη τους από τις υποκριτικές και ύπουλες διακηρύξεις «αλληλεγγύης» των ιμπεριαλιστών. 

Μια ιστορία εξέγερσης

Για να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που πραγματικά συμβαίνει σήμερα στο Ιράν πρέπει πριν απ’ όλα να κοιτάξουμε τα χαρακτηριστικά της συνταρακτικής σύγκρουσης που βρίσκεται σε εξέλιξη μακριά από την προπαγάνδα των δυτικών κυβερνήσεων και της ιρανικής κυβέρνησης. Οι εικόνες, τα βίντεο και οι ανακοινώσεις από το Ιράν μας βοηθάνε σε αυτό.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές μπαίνουμε ήδη στην έκτη εβδομάδα μαζικών διαδηλώσεων και απεργιών που έχουν ξεσπάσει στο Ιράν μετά το θάνατο της κουρδικής καταγωγής Μάχσα Αμινί που συνελήφθη από την Αστυνομία Ηθών γιατί δεν φορούσε «σωστά» τη μαντήλα της. Οι νεκροί έχουν ξεπεράσει τους 200 και χιλιάδες είναι οι συλληφθέντες. Αλλά η άγρια καταστολή δεν έχει κάμψει την αντίσταση.

Οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν έχοντας βασικό σύνθημα: «Γυναίκες-Ζωή-Ελευθερία». «Γυναίκες», ενάντια στην καταπίεση των γυναικών. «Ζωή», για την βελτίωση της ζωής ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας που βυθίζεται στην φτώχεια. Και «Ελευθερία» ενάντια στην καταπίεση που ασκεί το καθεστώς σε όλους τους τομείς. «Στην αρχή υπήρχαν δύο τύποι ανθρώπων που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις» δήλωσε στην εφημερίδα Socialist Worker, η Roya, αγωνίστρια στην Τεχεράνη. «Η νεότερη γενιά, η λεγόμενη Generation Z και εκείνοι που αντιμετωπίζουν οικονομικό πρόβλημα λόγω του πληθωρισμού και της οικονομικής κρίσης. Αλλά πλέον οι άνθρωποι που κινητοποιούνται είναι από όλες τις ομάδες. Οι διαδηλώσεις έχουν μετακινηθεί από το αίτημα να σταματήσει απλά η υποχρεωτική κάλυψη των γυναικών, στο να φύγει η κυβέρνηση και το καθεστώς των μουλάδων. Θέλουν θεμελιώδεις αλλαγές».

«Πρόσφατα είδα δύο πολύ συγκινητικά βίντεο, ένα με μια γιαγιά από την πόλη Ραστ που βγάζει τη μαντήλα της και λέει ότι θυμάται να διαδηλώνει κατά την πτώση του Μοσαντέκ το 1953, και ένα άλλο με έναν ηλικιωμένο άνδρα που στέκεται δίπλα στην κόρη του και λέει ότι συνελήφθη από τη SAVAK [τη μυστική αστυνομία επί Σάχη] κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1978» αναφέρει η Παραντέχ, ιρανή Αζέρα συγγραφέας, καλλιτέχνης και ακτιβίστρια (στο Jacobin Latin, μετάφραση «το κόκκινο και το μαύρο»). «Ο μισός ιρανικός πληθυσμός ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, οι οικογένειες δεν έχουν κρέας ή ψωμί επειδή το κόστος ζωής αυξάνεται, τα παιδιά δεν έχουν γάλα να πιουν. Ενώ ο πληθυσμός ζει σε αυτές τις συνθήκες, τα μέλη της κυβέρνησης οδηγούν Mercedes, απολαμβάνουν πολυτελή δείπνα, τοποθετούν εκατομμύρια σε ελβετικές τράπεζες και στέλνουν τα παιδιά τους στη Δύση. Τα παιδιά τους ζουν χωρίς μαντήλες και ξοδεύουν τα χρήματά τους σε κοκαΐνη και επώνυμα ρούχα». 

Οι εικόνες από το Ιράν επιβεβαιώνουν το άπλωμα της εξέγερσης: διαδηλωτές όλων των ηλικιών, των φύλων, γυναίκες με ή χωρίς χιτζάμπ, όλων των εθνικοτήτων και όλων των δοξασιών του Ισλάμ κατεβαίνουν στους δρόμους ενώ ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας υποστηρίζει τους εξεγερμένους. Οι κινητοποιήσεις εξαπλώθηκαν σαν φωτιά σε όλη τη χώρα με την αστυνομία να πυροβολεί στο ψαχνό και τους διαδηλωτές να κάνουν επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα και τράπεζες. Το καθεστώς μπλοκάρισε το ίντερνετ αλλά το κίνημα απάντησε με παραδοσιακά μέσα, με μαζικό μοίρασμα προκηρύξεων στους δρόμους, κάτω από τις πόρτες των σπιτιών. «Θυμηθείτε ότι το 1979 δεν υπήρχε ίντερνετ και τελικά ο λαός έκανε αυτό που ήθελε» δήλωσε στον Observer η Νεγκάρ, μια διαδηλώτρια.

Από την δεύτερη εβδομάδα, τα πανεπιστήμια έγιναν το επίκεντρο συνεχών διαδηλώσεων. Την 1η Οκτωβρίου το καθεστώς προχώρησε σε επιδρομές μέσα στα ίδια πανεπιστήμια αλλά δεν κατάφερε να σταματήσει το κίνημα. Εκατό πανεπιστήμια βρίσκονται σε πανεθνική αποχή και άλλα έχουν κλείσει από τα πάνω σε μια προσπάθεια εκτόνωσης. Η επίσκεψη του προέδρου Ραϊσί για ομιλία στο πανεπιστήμιο Αλζάχρα της Τεχεράνης έγινε δεκτή από τις φοιτήτριες με το σύνθημα «Άει χάσου». 

Οι μαθήτριες των σχολείων καθημερινά διαδηλώνουν στις γειτονιές τους. Στις 13 Οκτωβρίου σύμφωνα με την καταγγελία του Συντονιστικού Συμβούλιου των συνδικάτων των εκπαιδευτικών η μαθήτρια Άσρα Παναχί δολοφονήθηκε από την αστυνομία γιατί αρνήθηκε μαζί με τις συμμαθήτριές της να τραγουδήσει έναν ύμνο για τον θρησκευτικό ηγέτη Χαμενεϊ. Στις 25-26/9, οι εκπαιδευτικοί πραγματοποίησαν διήμερη απεργία και ακολούθησε άλλη μια στις 23-24/10.

Στο βορρά, στο ιρανικό Κουρδιστάν κηρύχτηκε από την αρχή γενική απεργία, με όλα τα μαγαζιά να μένουν κλειστά και τους διαδηλωτές να κατεβαίνουν μαζικά στο δρόμο. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν οι μαγαζάτορες των πιο σημαντικών παζαριών στην Τεχεράνη και σε άλλες περιοχές. Στη «Ματωμένη Παρασκευή του Ζαχεντάν», στο Μπαλουχιστάν στα νοτιοανατολικά της χώρας όπου κατοικεί η σουνιτική μειονότητα των Μπαλούχων, το αποτέλεσμα της καταστολής ήταν πάνω από 90 νεκροί, όταν διαδηλώσεις ξέσπασαν μετά την προσευχή για να καταγγείλουν τον βιασμό μιας 15χρονης κοπέλας από ένα διευθυντή της αστυνομίας. Η κυβέρνηση προσπάθησε να το παρουσιάσει σαν εθνοτική ανταρσία και έργο «πρακτόρων» αλλά συγκεντρώσεις αλληλεγγής στους Μπαλούχους έγιναν σε όλη τη χώρα. Μεγάλος είναι ο απολογισμός των νεκρών και στο ιρανικό Κουρδιστάν όπου τα βίντεο δείχνουν συνεχή χρήση όπλων από την ιρανική κυβέρνηση που βομβάρδισε επιπλέον και θέσεις στο ιρακινό Κουρδιστάν. 

Η τρίτη εβδομάδα των κινητοποιήσεων έβγαλε δυναμικά την εργατική τάξη στο προσκήνιο. Στις 8 Οκτώβρη, μέρα γενικής κινητοποίησης, οι διαδηλώσεις απλώθηκαν στις εργατογειτονιές της Τεχεράνης όπως το Ναζιαμπάντ όπου αστυνομικοί έβγαλαν τα κράνη τους και άρχισαν να διαδηλώνουν μαζί με τον κόσμο. Την Δευτέρα 10 Οκτωβρίου η παραγωγή πετρελαίου σταμάτησε όταν 4.000 εργάτες στις εξέδρες εξόρυξης, στα διυλιστήρια και τα πετροχημικά εργοστάσια στο Μπουσέρ και στο Χενγκάμ ξεκίνησαν απεργία διαρκείας στο νότιο Ιράν στον Περσικό Κόλπο αλλά και στο Αμπαντάν.

Το πετροχημικό βιομηχανικό δίκτυο της Ασαλούγιε, της περιοχής που γίνονται αυτές οι απεργίες, είναι από τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Οι απεργοί έφτιαξαν οδοφράγματα και έβαλαν φωτιές για να εμποδίσουν τις δυνάμεις καταστολής να τους πλησιάσουν φωνάζοντας συνθήματα όπως «Αυτή η χρονιά είναι η χρονιά του αίματος», «Αυτό δεν είναι διαμαρτυρία, είναι επανάσταση». Λίγες ώρες μετά απεργία ξεκίνησαν οι εργάτες στο πετροχημικό συγκρότημα στο Κανγκάν αλλά και στα δύο διυλιστήρια της πόλης Αμπαντάν, σε μια περιοχή χαραγμένη στην συλλογική μνήμη των Ιρανών γιατί αποτέλεσε το ιστορικό επίκεντρο της τρίμηνης γενικής απεργίας που οδήγησε στην ανατροπή του Σάχη το 1979.

«Το σύνθημα ‘Θα σκοτώσω αυτόν που σκότωσε τον αδελφό μου’, στις διαδηλώσεις είναι ένα παλιό σύνθημα που το 1979 το φώναζε ο κόσμος στους στρατιώτες που πυροβολούσαν τους εξεγερμένους. Tώρα καταλήγει: ‘αυτόν που σκότωσε την αδελφή μου’. Υπάρχει μια συλλογική μνήμη που δεν λέει να ξεχάσει. Εδώ και 40 χρόνια αφού προδόθηκε η επανάσταση ενάντια στον Σάχη ο λαός έχει παλέψει ξανά και ξανά το καθεστώς που ακολούθησε» εξήγησε στην Εργατική Αλληλεγγύη, ο Βασίλης Κουκαλάνι, ηθοποιός, ελληνο-ιρανός που μεγάλωσε στο Ιράν, διαδηλώνοντας στην Αθήνα.

Το απεργιακό κάλεσμα του Συμβούλιου των Εργατών Πετρελαίου, Αερίου και Πετροχημικών ξεκινούσε με ένα ποίημα: «Απεργήστε. Για το ετοιμόρροπο λεωφορείο. Γιατί σας μεταχειρίζονται σαν ζώα. Για τους γεμάτους έντομα κοιτώνες. Για το μολυσμένο φαγητό. Για την δουλειά στην αφόρητη ζέστη. Για κάθε φορά που καταρρέετε εξαντλημένοι. Για κάθε υπερωρία που αναγκαστήκατε να κάνετε. Για κάθε τραπεζική επιταγή που δεν εξαργυρώθηκε. Για την ασφάλιση που ποτέ δεν πληρώθηκε. Για το ρολόι που σας κάνει να πετάγεστε πιο πολύ και από τα τραντάγματα του λεωφορείου. Για τους συνηθισμένους εργάτες. Για αυτά κάνουμε τη διαμαρτυρία μας αύριο». 

Στις κατηγορίες των κυβερνητικών αξιωματούχων εναντίον των απεργών, που ανήκουν σε διάφορες εθνοτικές ομάδες, για «δολιοφθορά» ένας απεργός σε οδόφραγμα στην Ασαλούγιε απάντησε: «Ζήτω το Ιράν! Ζήτω οι Λουρ, οι Τούρκοι, οι Κούρδοι, οι Άραβες και οι Μπαχτιαρί». Την 4η μέρα της απεργίας, στα πετροχημικά, η κυβέρνηση συνέλαβε εκατό εργάτες και απείλησε με απόλυση τους υπόλοιπους. Το συνδικάτο απάντησε με μια ανακοίνωση που έλεγε ότι θα καλέσει απεργίες σε περισσότερα εργοστάσια αν η κυβέρνηση δεν σταματήσει την καταστολή.

Αμέσως μετά το ξέσπασμα της απεργίας στον τομέα των πετροχημικών, το Σωματείο Εργαζομένων της Εταιρείας Ζαχαροκάλαμου Haft Tappeh, που έχει ξεχωρίσει για τις απεργίες και τα ριζοσπαστικά αιτήματά του, όπως η κρατικοποίηση και η εργατική διαχείριση της βιομηχανίας, εξέδωσε ανακοίνωση καλώντας σε πανεθνική πολιτική γενική απεργία. Ακολούθησε απεργία και διαδηλώσεις σε ένα μεγάλο εργοστάσιο σοκολάτας στην Ταμπρίζ στον βορειοδυτικό Ιράν. Στις 11 Οκτώβρη, το συμβούλιο αλληλεγγύης των οδηγών στα φορτηγά, τα λεωφορεία και τα ταξί κήρυξε τριήμερη απεργία. Υπήρξαν αναφορές ότι οδηγοί βυτιοφόρων προχώρησαν σε απεργία αρνούμενοι να πάρουν φορτία από την ιδιωτική εταιρεία που εξυπηρετεί το διυλιστήριο του Αμπαντάν.

Ένα ακόμη παράδειγμα της άγριας καταστολής ήταν οι πυροβολισμοί και η φωτιά που μπήκε στην φυλακή Εβίν με τουλάχιστον οκτώ νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Η Ρόγια, ακτιβίστρια στην Τεχεράνη, δήλωσε στο Socialist Worker: «Η Εβίν είναι μια φυλακή για διανοούμενους, φοιτητές, γυναίκες και πολιτικούς ακτιβιστές. Οι οικογένειές τους και οι συμπαραστάτες συγκεντρώθηκαν έξω από την φυλακή ζητώντας να μάθουν τι γίνεται». Τις ίδιες μέρες η κρατική επιτροπή που ερεύνησε τον θάνατο της Μάχσα Αμινί, έκρινε ότι δεν υπήρξαν ευθύνες της αστυνομίας ενώ η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ετοιμάζει κάποια αύξηση στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα. Τα δε κυβερνητικά μέσα προσπαθούν να προσδώσουν μόνο «οικονομικό» περιεχόμενο στις απεργίες.

Η εργατική αυτή έκρηξη δεν ήταν απρόσμενη. Τον περσινό Ιούλιο οι εργαζόμενοι σε 70 εταιρίες στον κλάδο του πετρελαίου είχαν κατέβει σε απεργία με αιτήματα αυξήσεις. Τον Ιανουάριο του 2022 οι εκπαιδευτικοί είχαν κατέβει σε απεργία σε 100 πόλεις. Τον Μάιο του 2022 το συνδικάτο των εργαζομένων στα λεωφορεία της Τεχεράνης είχε προχωρήσει σε πολυήμερη απεργία. 

Σχολιάζοντας τα γεγονότα εκείνες τις μέρες ένας κοινωνιολόγος από το Ιράν δήλωνε ανώνυμα στο Middle East Eye: «Αν δεν ακούσουμε τη δυνατή φωνή του λαού τώρα και πιστεύουμε ότι μπορούμε να τελειώσουμε με τις διαμαρτυρίες φυλακίζοντας ανθρώπους, το αποτέλεσμα θα είναι φωτιά κάτω από τις στάχτες που θα ανάψει ξανά στην επόμενη ευκαιρία. Όταν μια κοινωνία φτάνει στη φάση της έκρηξης, κανείς δεν μπορεί να την ελέγξει». 

Ιστορία ταξικής πόλωσης

Ακριβώς σε αυτό το σημείο βρίσκεται η κατάσταση σήμερα. Αλλά για να κατανοήσουμε το υπόβαθρο της εξέγερσης στο Ιράν (μια χώρα 86 εκατομμυρίων κατοίκων με τεράστια ιστορία, τέταρτη στον κόσμο σε αποθέματα πετρελαίου, εικοστή σε μέγεθος ΑΕΠ, σε ένα κρίσιμο γεωοπολιτικά σταυροδρόμι στο οποίο κατοικούν δεκάδες εθνότητες) πρέπει να αναζητήσουμε τις αντιθέσεις ανάμεσα στους τρεις βασικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τις εξελίξεις: Τους ιμπεριαλιστές, την ιρανική άρχουσα τάξη και την πλούσια σε αγωνιστική παράδοση, εργατική τάξη του Ιράν. 

Το Ιράν, η Περσία όπως λεγόταν παλαιότερα, βρέθηκε από τα μέσα του 19ου αιώνα στο στόχαστρο του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Με μια σειρά από συμφωνίες οι μονάρχες που κυβερνούσαν τη χώρα παρέδωσαν –όχι χωρίς αντιδράσεις– τις πλουτοπαραγωγικές δυνάμεις του Ιράν στη Βρετανία. Η ανακάλυψη των κοιτασμάτων πετρελαίου στις αρχές του 20ου αιώνα συνοδεύτηκε από τη δημιουργία της Αγγλο-ιρανικής Εταιρίας Πετρελαίου (σημερινή BP). Πόλεις του Ιράν βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο του βρετανικού στρατού ενώ ο μονάρχης και η κυβέρνησή του λειτουργούσαν υπό την έγκριση των βρετανών. 

Η καπιταλιστική ανάπτυξη σήμανε ότι οι Βρετανοί σύντομα βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια ανερχόμενη ιρανική αστική τάξη αλλά και τα εκατομμύρια των αγροτών και την αναδυόμενη εργατική τάξη του Ιράν. Τα χρόνια ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους σημαδεύτηκαν από απόπειρες απόσυρσης της χώρας από τις συμφωνίες που επέτρεπαν στην Βρετανία να τη χρησιμοποιεί σχεδόν σαν αποικία. 

Το 1951 ο εκλεγμένος δημοκρατικά πρωθυπουργός του Ιράν, Μοσαντέκ προχώρησε στην εθνικοποίηση του πετρελαίου και ο Σάχης (αυτοκράτορας) Μοχάμεντ Ρεζά Παχλεβί εγκατέλειψε τη χώρα. Είχε προηγηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες μια θυελλώδης ανάπτυξη του εργατικού κινήματος. Δύο χρόνια αργότερα ο Μοσαντέκ ανατράπηκε από πραξικόπημα που οργάνωσε η Βρετανία μαζί με τις ΗΠΑ. Χιλιάδες αριστεροί και αντιιμπεριαλιστές δολοφονήθηκαν και φυλακίστηκαν. Η εξουσία πέρασε στον Σάχη που επέβαλε μια άγρια δικτατορία την ώρα που πούλαγε «εκσυγχρονιστικό» προσωπείο επιβάλλοντας υποχρεωτική κατάργηση της μαντήλας στις δημόσιες υπηρεσίες. 

Η οργή για τη στυγνή δικτατορία και τις ΗΠΑ μεγάλωσε μέσα στις μάζες την δεκαετία του ’70 σε συνθήκες που ο παγκόσμος καπιταλισμός και η οικονομία του Ιράν είχαν μπει σε κρίση. Η Αριστερά, τα συνδικάτα, αλλά και ένα κομμάτι του κλήρου που καλούσε σε σύγκρουση με το καθεστώς και τους ιμπεριαλιστές, άπλωσαν την επιρροή τους. Το 1978-79 το Ιράν εξερράγη και ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός γνώρισε τη δεύτερη μεγάλη ήττα μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ένα σκληροτράχηλο κίνημα που επί δύο χρόνια αντιμετώπισε τη δολοφονική καταστολή κατέληξε σε μια επανάσταση που γκρέμισε τον Σάχη και το καθεστώς του, με τον ίδιο τον Σάχη και το προσωπικό της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη να την κοπανάνε άρον άρον από τη χώρα. Υπήρχαν τρεις βασικοί παράγονες που έπαιξαν ρόλο στην επανάσταση. Η Αριστερά, το εργατικό κίνημα και οι μουλάδες. 

«Οι εργάτες επέστρεψαν στη δουλειά τους νιώθοντας ότι πλέον η χώρα τους ανήκει» γράφει ο Νίκος Λούντος (Σοσιαλισμός από τα Κάτω νο76). «Πήραν στα χέρια τους την παραγωγή οργανώνοντας συμβούλια (Σόρας, στην περσική γλώσσα) σχεδόν σε κάθε χώρο δουλειάς. Οι ίδιοι οι εργάτες αποφάσιζαν να ξαναπροσλάβουν όσους είχαν διωχθεί, να πετάξουν έξω τους χαφιέδες, να κάνουν αλλαγές στην παραγωγή. Το Σόρα της General Motors αποφάσισε να παράγει περισσότερα λεωφορεία παρά ιδιωτικά αυτοκίνητα. Ιδρύθηκαν παιδικοί σταθμοί μέσα στα μεγάλα εργοστάσια για να απαλλαγούν οι εργάτριες από το πρόσθετο βάρος των παιδιών. Το κίνημα των Σόρας απλώθηκε παντού και έδωσε παράδειγμα για το πώς μπορεί να οργανωθεί η κοινωνία σε μια πολύ διαφορετική βάση, με δημοκρατία από τα κάτω. 

Η Αριστερά ήταν παρούσα στο κίνημα των Σόρας, αλλά ο δρόμος που ακολούθησε ήταν αυτοκτονικός. Η παράδοση του σταλινισμού, είτε στη φιλο-σοβιετική του εκδοχή με το κόμμα Τουντέχ, είτε στις πιο μαχητικές μαοϊκές εκδοχές, των Φενταγίν ή των Μουτζαχεντίν του Λαού, δεν άφηνε ούτε περιθώριο σκέψης ότι τα Σόρας μπορούσαν να πάρουν τον έλεγχο ολόκληρης της κοινωνίας. Η θεωρία των σταδίων και της εξάρτησης επέβαλε ότι το μέλλον του Ιράν έπρεπε να είναι η απεξάρτηση και η δημοκρατία, όχι ο σοσιαλισμός». Αυτό το κενό κάλυψε ο Αγιατολάχ Χομεϊνί (ο ηγέτης των μουλάδων) που επιστρέφοντας από την εξορία αυτοανακηρύχθηκε αρχηγός του κράτους την 1η Φλεβάρη του ‘79. 

Για να το καταφέρει αυτό κινήθηκε σε δύο κατευθύνσεις. Από τη μια, το ισλαμικό καθεστώς ριζοσπαστικοποιήθηκε, καταφέρνοντας να γίνει πόλος συσπείρωσης των φτωχών στρωμάτων της πόλης, αλλά και μεγάλου μέρους των αντι-ιμπεριαλιστών φοιτητών. Και από την άλλη μεριά, προχώρησε σε καταστολή των πιο ζωντανών τμημάτων της επανάστασης, του εργατικού κινήματος και των γυναικών, απομονώνοντας παράλληλα την Αριστερά. Όποιος διαφωνούσε με την ισλαμική κατεύθυνση της επανάστασης κηρυσσόταν πράκτορας του ιμπεριαλισμού. 

Ο Χομεϊνί έγινε ο νεκροθάφτης της επανάστασης. Ο πόλεμος Ιράκ-Ιράν, που ξεκίνησε στα τέλη του 1980 και κράτησε οχτώ χρόνια όταν ο Σαντάμ εισέβαλε στο Ιράν με την υποστήριξη τότε των Αμερικάνων, βοήθησε στο να εδραιωθεί περαιτέρω η πολιτική κυριαρχία των μουλάδων. Τα επόμενα χρόνια το καθεστώς κατάφερε να σταθεροποιηθεί, παρά το αμερικάνικο εμπάργκο, ακολουθώντας το μοντέλο ενός ισχυρού κρατικού καπιταλισμού. Κρατικά ιδρύματα που διαχειρίζονταν το χρήμα από το πετρέλαιο διοχέτευαν ένα μέρος των εσόδων προς τους πολύ φτωχούς ενώ ένα άλλο πήγαινε σε επενδύσεις και ένα τρίτο μέρος μοιράζονταν μεταξύ των αξιωματούχων που άρχισαν να συσσωρεύουν πλούτο.

Μέσα στην άρχουσα τάξη άνοιξε η συζήτηση ότι ήταν καιρός για «μεταρρυθμίσεις» που αφενός θα πετύχαιναν να εξασφαλίσουν την άνοδο της κερδοφορίας μέσα από την αύξηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης αφετέρου με τα ανοίγματα στην αγορά θα μείωναν τις εξωτερικές πιέσεις. Ο ρυθμός με τον οποίο θα προχωρούσαν οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις και τα ανοίγματα στην παγκόσμια αγορά αποτέλεσαν τις τρεις τελευταίες δεκαετίες ξανά και ξανά πεδίο σκληρών αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό της ιρανικής άρχουσας τάξης. Στο τέλος της δεκαετίας του 2000 π.χ., η ιρανική άρχουσα τάξη συνεργάστηκε με την κυβέρνηση Ομπάμα, προκειμένου μέσα από τη σχέση με τους Σιίτες του Ιράκ να επιβάλει μια τάξη στο χάος που άφησε πίσω της η αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ και στη συνέχεια προχώρησε σε συμφωνία με τις ΗΠΑ για τα πυρηνικά. 

Όμως τα διάφορα ανοίγματα στην αγορά δεν σήμαναν καλυτέρευση της ζωής για την εργατική τάξη υπονομεύοντας έτσι και τις όποιες, μισές, πολιτικές μεταρρυθμίσεις για τα δικαιώματα των γυναικών, των εργαζομένων. Συντηρητικά κομμάτια του κλήρου κατάφερναν να ξαναπαίρνουν τα ηνία είτε υποσχόμενα παροχές στους φτωχούς είτε εκμεταλλευόμενα την επιθετική στάση των ΗΠΑ, είτε την περίοδο της κυβέρνησης Μπους είτε αργότερα του Τραμπ. 

Είναι καρικατούρα η δυτική εικόνα της άρχουσας τάξης του Ιράν σαν ένα «καθυστερημένο» καθεστώς που όλα τα αποφασίζει ο «Αγιατολάχ». Μεταρρυθμιστές, συντηρητικοί, συντηρητικοί που έγιναν μεταρρυθμιστές και τούμπαλιν, έχουν εναλλαγεί στην ηγεσία του Ιράν προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης: της πάμπλουτης ανώτερης γραφειοκρατίας του καθεστώς, των ιδιωτών καπιταλιστών που έγιναν πάμπλουτοι από τις διαδοχικές καμπάνιες ιδιωτικοποίησης καθώς και τις συνεργασίες της άρχουσας τάξης με τις πολυεθνικές, κινέζικες –και όχι μόνο. 

Αλλά όλες οι κυβερνήσεις ανεξαιρέτως βρέθηκαν αντιμέτωπες με την ισχυρή κινητοποίηση των μαζών. 

«Κάθε φορά που το καθεστώς έχει χρησιμοποιήσει τη σιδερένια του γροθιά ενάντια στο λαό, έχει τιμωρηθεί άγρια» δήλωνε στο Socialist Worker ένας ακτιβιστής που συμμετείχε στον ξεσηκωμό του 2019. Και αυτό ακριβώς βλέπουμε ξανά να συμβαίνει σήμερα. Δεν είναι οι πράκτορες των ΗΠΑ που κρατάνε ζωντανή την εξέγερση στο Ιράν. Είναι η ελπίδα για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι η αποφασιστικότητα των φοιτητριών, των γυναικών της εργατικής τάξης, που όπως και στην επανάσταση του 1979, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα. Είναι επίσης η συλλογική μνήμη της επανάστασης σαν το μοναδικό μέσο για την ανατροπή κάθε τυράννου. Οι δεκάδες χιλιάδες εργάτες στα πετρέλαια του Ιράν που από τη δεκαετία του ’50 μέχρι σήμερα αποτέλεσαν την αιχμή κάθε νικηφόρου αγώνα και συνολικά η τεράστια εργατική τάξη του Ιράν κρατάει το κλειδί όχι μόνο για την ανατροπή της κυβέρνησης και του καθεστώτος αλλά για μια πραγματική αλλαγή της κοινωνίας.

Έξω οι ιμπεριαλιστές

Για αυτούς τους λόγους η Αριστερά και το εργατικό κίνημα στην Ευρώπη έχουν καθήκον να σταθούν δίπλα στην εργατική τάξη που παλεύει ενάντια στο καθεστώς. Αλλά ταυτόχρονα πρέπει να διαχωρίσουν κάθετα την αλληλεγγύη τους από τις υποκριτικές και ύπουλες διακηρύξεις «αλληλεγγύης» των ιμπεριαλιστών.

Οι ΗΠΑ και οι χώρες της Δύσης παριστάνουν ότι υποστηρίζουν το κίνημα στο Ιράν αλλά έχουν μονίμως στο στόχαστρο τον λαό του. Τις βαριές οικονομικές κυρώσεις που εδώ και δεκαετίες επιβάλλουν οι ΗΠΑ και οι ευρωπαίοι εταίροι τους, τις έχουν πληρώσει ακριβά η εργατική τάξη, οι γυναίκες, οι φτωχοί στο Ιράν και όχι το καθεστώς. Επιπλέον η συνεχής απειλή ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου στο Ιράν, από το 2003 (όταν ο Μπους το έβαζε σαν δεύτερο πολεμικό στόχο των ΗΠΑ μετά το Ιράκ), στοχεύει κατευθείαν την εργατική τάξη του Ιράν –δίνοντας επιπλέον τη δυνατότητα στην ιρανική άρχουσα τάξη να αδρανοποιεί ή και να συσπειρώνει κομμάτια των μαζών ενάντια στην ιμπεριαλιστική τρομοκρατία. 

Τον Ιούνη του 2019 ο Τραμπ έδωσε εντολή για βομβαρδισμό του Ιράν που την πήρε πίσω 13 λεπτά πριν εκτοξευτούν οι πύραυλοι. Τον Γενάρη του 2020 ένα αιφνιδιαστικό αμερικάνικο πλήγμα δολοφόνησε στο Ιράκ τον ιρανό στρατηγό Σολεϊμανί ξεσηκώνοντας την οργή του κόσμου. Τον Οκτώβριο του 2021 οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ, που συστηματικά επιδιώκει πόλεμο με το Ιράν, δολοφόνησαν στην Τεχεράνη έναν επιφανή πυρηνικό επιστήμονα. Και τι κάνει σήμερα ο Μπάιντεν για να «βοηθήσει» τους διαδηλωτές στο Ιράν; Ενώ πριν εκλεγεί, υποσχόταν θα ξαναφέρει για έγκριση τη συμφωνία για τα πυρηνικά, ανακοίνωσε νέο γύρο κυρώσεων κατά του Ιράν σε «τακτική βάση» ακολουθούμενος από την ΕΕ.

Σε αυτό ακριβώς το γεγονός επιχείρησαν να εστιάσουν και οι μουλάδες οργανώνοντας αντισυγκεντρώσεις όπου κατηγορούσαν τους εξεγερμένους ως πράκτορες των ΗΠΑ, της Σ. Αραβίας και του Ισραήλ. Φυσικά, ούτε σε μια διαδήλωση δεν θα δει κανείς να σηκώνονται αμερικανικές σημαίες ή να φωνάζονται φιλοδυτικά συνθήματα –παρότι, όπως συμβαίνει σε κάθε πραγματική εξέγερση, στο πλήθος υπάρχουν και ορισμένοι που δηλώνουν οπαδοί του Σάχη ή σχετίζονται με οργανώσεις όπως οι «Μουτζαχεντίν του Λαού» που έχουν ανοιχτούς διαύλους με τις ΗΠΑ. 

Αυτή η πλευρά διογκώνεται από τις ψευτο-«καμπάνιες» αλληλεγγύης που οργανώνονται συνήθως εκτός του Ιράν, όπως η επιστολή 77 Ιρανών που ζητάνε από τις κυβερνήσεις της Δύσης να επέμβουν παρομοιάζοντας την κατάσταση με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Βέβαια οι φοιτήτριες που έκραξαν τον Ραϊσί στο πανεπιστήμιο Αλζάχρα δεν καλούσαν το αμερικανικό «ιππικό» να τις σώσει. Φώναζαν το διαδεδομένο σύνθημα: «Θάνατος στον καταπιεστή, είτε είναι ο Σάχης είτε ο Ανώτατος Ηγέτης».

H απάντηση της Αριστεράς στις απόπειρες των ιμπεριαλιστών να καθορίσουν τι συμβαίνει στο Ιράν δεν μπορεί να είναι η καταγγελία της εξέγερσης και η στήριξη του καθεστώτος ούτε η σύμπλευση με κάποιο από τα ιμπεριαλιστικά μπλοκ που αναδύονται στη νέα ψυχροπολεμική περίοδο είτε αυτό είναι των ΗΠΑ με την ΕΕ είτε της Κίνας και της Ρωσίας που θέλουν να κρατήσουν το Ιράν στη δική τους επιρροή. «Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία και οι αντίπαλοι του Ιράν προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση» τονίζει ο Μασούντ, στο Socialist Worker. «Αλλά αυτό δεν μπορεί να εμποδίσει την εργατική μας τάξη να αγωνιστεί για τα δικά της αιτήματα. Επιπλέον όταν η εργατική τάξη παλεύει και η Αριστερά σιωπά ή είναι καχύποπτη, αυτή εναποθέτει τις ελπίδες της στην αστική αντιπολίτευση και στους ιμπεριαλιστές». 

«Η Αριστερά πρέπει να πάρει το μέρος αυτών που είναι στο δρόμο και ταυτόχρονα να προειδοποιεί για τον ρόλο του ιμπεριαλισμού. Η Ιρανική Επανάσταση αφορούσε την ανεξαρτησία του Ιράν. Τώρα θέλουν να προσθέσουν σε αυτήν την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημοκρατία» υποστηρίζει η Νίμα.

Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση της ΝΔ έχει κάνει τα πάντα προκειμένου να δείξει ότι είναι στο πλευρό των ΗΠΑ ενάντια στο Ιράν. Τον Γενάρη του 2020, όταν ο Τραμπ διέταξε την δολοφονία του Σολεϊμανί, ο Μητσοτάκης είχε δηλώσει: «Είμαστε σύμμαχοι με τις ΗΠΑ. Στεκόμαστε στο πλευρό των συμμάχων μας σε δύσκολες περιόδους. Καταλαβαίνω πως η συγκεκριμένη απόφαση ελήφθη λαμβάνοντας υπόψη το εθνικό συμφέρον των ΗΠΑ». Ακολούθησε η κατάληψη του πλοίου, και κατάσχεση του ιρανικού πετρελαίου που μετέφερε, μετά από αίτημα της κυβέρνησης Μπάιντεν φέτος τον Μάιο στην Κάρυστο –και η απάντηση της ιρανικής κυβέρνησης με τη δέσμευση δύο ελληνικών τάνκερ για μήνες. Φυσικά η ελληνική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει καν τους πρόσφυγες από το Ιράν, όπως, η Πάρβιν για παράδειγμα, που κατήγγειλε στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ότι επαναπροωθήθηκε παράνομα έξι φορές από την Ελλάδα, υφιστάμενη βασανισμούς.

Κάθε κινητοποίηση αλληλεγγύης στο κίνημα του Ιράν στην Δύση οφείλει να βάλει στην πρώτη γραμμή τα αιτήματα που ζητάνε να μπει τέλος σε κάθε είδους κυρώσεις και σε κάθε ιμπεριαλιστικό σχέδιο της Δύσης για επέμβαση καθώς και να ανοίξουν τα σύνορα και να δοθεί άσυλο στους πρόσφυγες. Χτίζοντας έτσι την πραγματική αλληλεγγύη με τον κόσμο που παλεύει είτε στο Ιράν είτε σαν πρόσφυγας στη Δύση και ξεμπροστιάζοντας την υποκρισία των ιμπεριαλιστών και των δυτκών κυβερνήσεων. Σε αυτήν την κατεύθυνση, το ΣΕΚ, η ΚΕΕΡΦΑ, η Κίνηση για την Απεργιακή 8 Μάρτη βρέθηκαν σταθερά στο πλευρό των Ιρανών προσφύγων στις μαχητικές συγκεντρώσεις αλληλεγγύης που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα. 

Φωνές από το Ιράν

Ο Γκουντάρζ, Ιρανός σοσιαλιστής που βρισκόταν πρόσφατα στην Τεχεράνη μίλησε στο Socialist Worker: 

«Οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και άλλες δυνάμεις μπορούν να επιχειρήσουν πραξικόπημα ή να προκαλέσουν αστάθεια, αλλά δεν μπορούν να ηγηθούν ή να οικοδομήσουν ένα κοινωνικό κίνημα. Εδώ κι εκεί μπορεί να εμφανίζονται στους δρόμους μοναρχικοί που ζητάνε την επιστροφή του Σάχη και των ΗΠΑ αλλά δεν εκφράζουν τα αισθήματα του κόσμου. 

Οι γερουσιαστές των ΗΠΑ υποστηρίζουν περισσότερες κυρώσεις και μερικοί ακόμη και στρατιωτική επέμβαση κατόπιν αιτήματος του λαού του Ιράν. Αυτό θα ήταν καταστροφή για τον ιρανικό λαό. Οι κυρώσεις είναι σχεδιασμένες να αναγκάσουν το Ιράν να ακολουθήσει τον αμερικανικό δρόμο προς τη “δημοκρατία”, που είναι ελευθερία για την καπιταλιστική τάξη και καταπίεση για την πλειοψηφία. 

Ένα κρίσιμο χαρακτηριστικό αυτού του γύρου διαμαρτυριών είναι ο αυθόρμητος και ανοργάνωτος χαρακτήρας του. Οι αριστεροί στο Ιράν συμμετέχουν στις διαδηλώσεις αλλά δεν έχουν τη δύναμη να καθορίσουν τι γίνεται μέσα σε αυτό το τεράστιο κίνημα. Η Αριστερά έχει όμως ένα πλεονέκτημα, ότι τα αιτήματά της συμπίπτουν με το σύνολο των αιτημάτων του κόσμου, ζητά δημοκρατία, δικαιώματα για τις γυναίκες, να σταματήσει η ανέχεια».