Η πάλη των γυναικών γκρεμίζει παγιωμένες σεξιστικές προκαταλήψεις που έχουν τις ρίζες τους στον ίδιο τον καπιταλισμό.
Η Κατερίνα Θωίδου ξετυλίγει το νήμα.
Η πάλη ενάντια στη βία κατά των γυναικών αποτελεί σήμερα μία από τις βασικές αιχμές του κινήματος που παλεύει για τη γυναικεία απελευθέρωση. Η σεξουαλική παρενόχληση, οι βιασμοί, η ενδοοικογενειακή βία που φτάνει ακόμα και σε δολοφονίες γυναικών, δεν είναι πλέον θέματα που κρύβονται κάτω από το χαλί, αλλά ξεσηκώνουν εκατομμύρια γυναίκες και άντρες σε όλο τον πλανήτη. Αυτοί οι αγώνες αναδεικνύουν ότι η βία κατά των γυναικών είναι ζήτημα πολιτικό και όχι προσωπικό.
Τα τελευταία χρόνια ο όρος γυναικοκτονία (femicide) έκανε την εμφάνισή του στο δημόσιο λόγο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας «γυναικοκτονία είναι η ανθρωποκτονία γυναικών από πρόθεση, επειδή είναι γυναίκες».1 Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία μορφή εγκλήματος που επί πολλά χρόνια συγκαλύπτονταν πίσω από τον όρο «έγκλημα τιμής» ή «έγκλημα πάθους». Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μην υπάρχουν επίσημες στατιστικές, καθώς οι δολοφονίες των γυναικών λόγω του φύλου τους δεν καταγράφονται ως τέτοιες και ως εκ τούτου δεν υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία. Όμως σήμερα: «Ο χαρακτηρισμός της δολοφονίας ως γυναικοκτονία συνιστά πράξη αντίστασης στην απόκρυψη μιας κοινωνικής πραγματικότητας και ξεσκεπάζει τη συνενοχή των σεξιστικών κοινωνιών μας», τονίζει η κοινωνιολόγος, ερευνήτρια και επιστημονική υπεύθυνη του Κέντρου Γυναικείων Ερευνών και Μελετών Διοτίμα, Μαρία Λιάπη.2
Μοιάζει τραγικό αλλά ακόμα και για να αρχίσει να καταγράφεται στο δημόσιο λόγο το σεξιστικό κίνητρο στην αφαίρεση μίας ζωής και να αρχίσει να χρησιμοποιείται ο όρος «γυναικοκτονία», έπρεπε να ξεσπάσει ένα ολόκληρο κίνημα γυναικών, που διεκδικεί Δικαιοσύνη στο δρόμο και στα δικαστήρια. Η δύναμη του παγκόσμιου κινήματος #metoo που έδωσε ώθηση σε εκατοντάδες γυναίκες να καταγγείλουν τους πλούσιους βιαστές, από τον Γουάινστάιν μέχρι τον Λιγνάδη και τον Φιλιππίδη, των κινητοποιήσεων στις ΗΠΑ, στην Αργεντινή, στη Χιλή και αλλού ενάντια στην απαγόρευση των εκτρώσεων, μέχρι την απεργιακή 8 Μάρτη στην Ελλάδα, είναι στην ουσία η δύναμη της αποκάλυψης. Από τη μία τα θύματα που βρίσκουν το κουράγιο να ανοίξουν τα στόματά τους κερδίζουν υποστήριξη και από την άλλη τα ζητήματα της σεξιστικής βίας βρίσκονται στο κέντρο της προσοχής της πλειοψηφίας της κοινωνίας και της δημοσιότητας, αναγκάζοντας συνδικάτα, φοιτητικούς συλλόγους, κινήσεις σε γειτονιές να κινητοποιούνται όπως πχ στα Πετράλωνα και στην Ηλιούπολη που χιλιάδες υπερασπίστηκαν τα θύματα βιασμού και κακοποίησης. Αυτό το νέο κίνημα είναι που ανάγκασε και στην Ελλάδα τον εισαγγελέα του Άρειου Πάγου Πλιώτα, να προτείνει την αναγνώριση της έννοιας της γυναικοκτονίας, χωρίς βέβαια κάτι τέτοιο να έχει ακόμα κατοχυρωθεί νομικά.
Είναι χαρακτηριστική η υποκριτική απάντηση του Μητσοτάκη σε σχετική ερώτηση που δέχτηκε σε συνέντευξη τύπου στη ΔΕΘ. «Αποδέχομαι τον όρο γυναικοκτονία, γιατί θέλω να προσδιορίσω με αυτόν τον τρόπο ότι τα εγκλήματα, που κάποτε τα χαρακτηρίζαμε εγκλήματα πάθους, πρέπει να αποκτήσουν ιδιαίτερο χαρακτηρισμό. Ο οποίος δεν πρέπει να αποκτήσει ιδιαίτερη νομική κατοχύρωση. Έχουμε ένα ιδιαίτερα αυστηρό νομικό πλαίσιο για τις ανθρωποκτονίες. Δεν μπορώ να δεχθώ πως μια γυναικοκτονία είναι πιο απεχθής από μια δολοφονία παιδιού ή τη δολοφονία ενός ηλικιωμένου».3
Με βάση τις περιπτώσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, όπως η γυναικοκτονία της Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο, της Καρολάιν στα Γλυκά Νερά ή της Suzanne Eaton στην Κρήτη, το Ελληνικό Τμήμα του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τη Γυναικοκτονία (Europian Observatory on Femicide, EOF) «μέτρησε» και κατέγραψε 17 γυναικοκτονίες το 2019, 19 το 2020, 30 το 2021, 25 το 2022.4
Ο όρος femicide διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1976 στο «Διεθνές Δικαστήριο για τα εγκλήματα σε βάρος των γυναικών» από την φεμινίστρια κοινωνιολόγο Diana Russell θέλοντας να αναδείξει ότι οι δολοφονίες γυναικών δεν ταυτίζονται με τις ανθρωποκτονίες, γιατί έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. «Οι γυναίκες θύματα ανθρωποκτονιών παρουσιάζουν μία σημαντική ιδιομορφία, αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων ανθρωποκτονιών που διαπράττονται εντός του οικογενειακού πλαισίου», αναφέρει η Αναστασία Γκόνη-Καραμπότσου, Δικηγόρος με ειδίκευση στα ζητήματα έμφυλης ισότητας και Μέλος της Ελληνικής επιτροπής του European Observatory on Femicide. «Όπως αποδεικνύουν οι πιο πρόσφατες μελέτες (Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα-2018,2019), το 58% των γυναικών-θυμάτων ανθρωποκτονίας από πρόθεση, το έτος 2017, δολοφονήθηκε από τον σύζυγο/σύντροφο ή άλλο μέλος της οικογένειάς του. Ποσοστό το οποίο βρίσκεται σε αύξηση σε σύγκριση με τα αντίστοιχα στοιχεία του 2012, τα οποία αναφέρονταν σε ποσοστό 47%. Αυτό σημαίνει πως 50.000 γυναίκες κάθε χρόνο (137 γυναίκες κάθε μέρα κατά μέσο όρο) δολοφονούνται στον πλανήτη με αυτό τον τρόπο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ., τα έτη 2013-2018 δολοφονήθηκαν στη χώρα μας 69 γυναίκες με αιτία την ενδοοικογενειακή βία, δηλαδή ποσοστό 30,4-50% ετησίως του συνόλου των γυναικών θυμάτων ανθρωποκτονιών. Πρέπει δε να επισημάνουμε ότι το ποσοστό αυτό είναι στην πραγματικότητα αρκετά μεγαλύτερο, καθώς μέχρι τον Ν. 4531/2018 με τον οποίο κυρώθηκε η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, στην έννοια της οικογένειας δεν συμπεριλαμβάνονταν οι νυν ή τέως μόνιμοι σύντροφοι, ούτε τα μέρη συμφώνου συμβίωσης».5
Τι φταίει;
Μία εύκολη εξήγηση είναι ότι για τις γυναικοκτονίες φταίει ο εγκλεισμός κατά τη διάρκεια της καραντίνας και οι ψυχολογικές του επιπτώσεις. Άλλη, ότι φταίει η φύση των αντρών ή οι αντιλήψεις τους και οι ιδέες που καλλιεργεί η πατριαρχική κοινωνία. Όμως το ζήτημα είναι γιατί υπάρχουν αυτές οι αντιλήψεις μέσα στην κοινωνία; Ποιος τις καλλιεργεί; Για ποιο λόγο;
Στην πραγματικότητα η χρήση του όρου «γυναικοκτονία» αναδεικνύει ότι πρόκειται για έγκλημα όπου το κίνητρο του δράστη είναι η άσκηση ελέγχου στα σώματα και τις επιλογές των γυναικών. Δηλαδή οι γυναικοκτονίες οφείλονται στο σεξιστικό στερεότυπο σύμφωνα με το οποίο οι γυναίκες είναι κατώτερες και υποτελείς στην ανδρική εξουσία. Άρα προκύπτει το ερώτημα γιατί υπάρχουν αυτά τα στερεότυπα και πώς διοχετεύονται μέσα στην κοινωνία;
Η απάντηση έχει να κάνει με το ίδιο το σύστημα που κερδίζει από την καταπίεση των γυναικών στο σπίτι, στη δουλειά στην κοινωνία ολόκληρη. Οι σεξιστικές διακρίσεις ενισχύουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης στην εργασία, που είναι η πηγή τους κέρδους μέσα στον καπιταλισμό. Όμως το σύστημα δεν εκμεταλλεύεται μόνο τους τωρινούς εργάτες αλλά έχει ανάγκη και την ανανέωση της εργατικής τάξης, δηλαδή την αναπαραγωγή της, η οποία γίνεται μέσα στην εργατική οικογένεια. Μέσα στον καπιταλισμό η αναπαραγωγή είναι υπόθεση ιδιωτική και όχι κοινωνική. Αυτή η λειτουργία γίνεται με έναν πανομοιότυπο τρόπο σε όλο τον πλανήτη που μοιάζει «φυσιολογικός». Αυτή η «κανονικότητα» διαιωνίζεται μέσα από τις ιδέες της γυναικείας κατωτερότητας, που περνάνε μέσα στην κοινωνία από τους θεσμούς, όπως η εκκλησία, το σχολείο, η οικογένεια, τα ΜΜΕ και με νόμους, όπως το Οικογενειακό Δίκαιο, τους νόμους για τη μητρότητα, την εγκυμοσύνη, την πορνεία, κλπ.
Όλα αυτά δημιουργούν ένα πλαίσιο που ρυθμίζει το πώς σκέφτεται ο καθένας και η καθεμιά και καθορίζει την εικόνα για το τι είναι σωστό και τι είναι λάθος, τι είναι «φυσιολογικό» και τι είναι «ανώμαλο». Έτσι μέσα στον καπιταλισμό φυσιολογικό είναι το τρίπτυχο γυναίκα-μητέρα-νοικοκυρά. Αυτό το τρίπτυχο δεν έχει να κάνει με τις ανάγκες της κάθε γυναίκας αλλά με τις ανάγκες του συστήματος.
Η ιδεολογία του σεξισμού είναι στην ουσία το πολιτικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο πατάει η άρχουσα τάξη και οι κυβερνήσεις που την εξυπηρετούν, προκειμένου να απαγορεύσουν το δικαίωμα στην έκτρωση και να σπρώχνουν της γυναίκες προς την τεκνοποίηση, το γάμο, την ανατροφή των παιδιών. Η ανισότητα στους μισθούς, στα μεροκάματα και στις συνθήκες εργασίας επικρατεί με τη δικαιολογία της προσωρινότητας, ενώ στην οικογένεια αυτή η ιδεολογία μετατρέπεται σε μια σκλαβιά διαρκείας γύρω από το νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών. Αυτή είναι η ρίζα της γυναικείας καταπίεσης που καθορίζει τη ζωή, τις σχέσεις, την ψυχολογική κατάσταση των γυναικών και όλων των μελών της οικογένειας. Αυτή η ιδεολογία περιγράφει τις γυναίκες ως γατούλες και τους άντρες σαν σκληρούς μάτσο. Αυτοί οι χαρακτηρισμοί δημιουργούν τα στερεότυπα που επηρεάζουν άντρες και γυναίκες στον τρόπο που βλέπουν τις σχέσεις τους ανάμεσά τους. Ταυτόχρονα η καταπίεση των ΛΟΑΤΚΙ+ συνδέεται καθαρά με την προστασία του θεσμού της οικογένειας από «παρεκκλίσεις».
Μέσα σε μία περίοδο κρίσης του καπιταλισμού οι κυβερνήσεις και οι άρχουσες τάξεις έβαλαν στο στόχαστρο τα δικαιώματα των γυναικών, για να εξασφαλίσουν ότι κάτω από το βάρος της οικονομικής και της ιδεολογικής κρίσης των ιδεών του συστήματος η οικογένεια ως θεσμός δεν θα διαλυθεί. Η οικογένεια δεν είναι κάποιο «ιδανικό καταφύγιο» για τις γυναίκες, αλλά ο χώρος όπου αναπαράγονται οι συνθήκες που θέλουν τη γυναίκα «κατώτερο φύλο». Η αναβίωση των σεξιστικών ιδεολογημάτων είναι μία από τις βασικές αιτίες των σεξουαλικών παρενοχλήσεων, των βιασμών, των γυναικοκτονιών.
Στην Ελλάδα οι πολιτικές της κυβέρνησης της ΝΔ βρίσκουν στήριγμα στο χυδαίο ιδεολόγημα του «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» προσπαθώντας να επιτεθούν σε όλες τις κατακτήσεις των γυναικών που κερδήθηκαν μέσα από τους αγώνες της μεταπολίτευσης. Γι αυτό και η κυβέρνηση της ΝΔ με το καλημέρα παραχώρησε άδεια στη σεξιστική καμπάνια ενάντια στις εκτρώσεις στο Μετρό, προχώρησε στα αντιδραστικά ψηφίσματα στο Ευρωκοινοβούλιο για την προστασία της ζωής του «αγέννητου παιδιού» στα οποία συμμετέχουν ευρωβουλευτές της ΝΔ, συνέχισε με τα συνέδρια «γονιμότητας», τάχθηκε υπέρ των αντιδραστικών πιέσεων παραγόντων της Εκκλησίας ενάντια στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση.
Οι πιέσεις της κρίσης
Οι επιθέσεις όμως δεν είναι μόνο ιδεολογικές. Η θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία χειροτερεύει όσο βαθαίνει η οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις της. Οι χαμηλοί μισθοί, η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η αύξηση της ελαστικής και ορισμένου χρόνου εργασίας, η ανεργία, όχι μόνο πιέζουν τις γυναίκες οικονομικά αλλά λειτουργούν και σαν ένα είδος εκβιασμού, αναγκάζοντάς τες να διαλέξουν ανάμεσα στο να μιλήσουν για τη σεξουαλική βία που υφίστανται μέσα στο χώρο εργασίας τους ή να ρισκάρουν να χάσουν τη δουλειά τους ή την εργασιακή τους εξέλιξη.
Σε αυτό έρχεται να προστεθεί και η πολιτική της διάλυσης των κοινωνικών υπηρεσιών που έχει σαν αποτέλεσμα να φορτώνονται ακόμα περισσότερα βάση στην οικογένεια και κατά επέκταση στη γυναίκα. Η διάλυση της δημόσιας Υγείας δεν έχει μόνο επίπτωση στην αύξηση της νοσηρότητας στους πιο φτωχούς που δεν έχουν να πληρώσουν αλλά σημαίνει ότι η φροντίδα των αρρώστων παιδιών, ηλικιωμένων, μετατρέπεται σε υπόθεση της οικογένειας και επιβαρύνει τη θέση της γυναίκας. Η υποστελέχωση των νοσοκομείων και της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας έχει σαν αποτέλεσμα το δικαίωμα στην δωρεάν και ασφαλή έκτρωση ή στη δυνατότητα οικογενειακού προγραμματισμού και ιατρικής παρακολούθησης για όλες τις γυναικείες ασθένειες να μπαίνει στην πράξη σε αμφισβήτηση.
Το ίδιο συμβαίνει με τη διάλυση της Παιδείας αφού η οικογένεια αναλαμβάνει είτε να πληρώνει για φροντιστήρια είτε να ασχοληθεί με τη μελέτη των παιδιών. Η διάλυση των παιδικών σταθμών λόγω έλλειψης προσωπικού ή ακόμα και κατάργησης παιδικών σταθμών που υπήρχαν σε χώρους εργασίας, επιδεινώνει ακόμα περισσότερο την καταπίεση των γυναικών. Η υποβάθμιση των δομών κοινωνικής πρόνοιας, μέριμνας, φροντίδας και ψυχολογικής στήριξης των παιδιών, των γυναικών, των ηλικιωμένων και το ξεπούλημά τους στους ιδιώτες, συμβάλλουν στο να πολλαπλασιάζεται ο χρόνος που είναι αναγκασμένη μία γυναίκα να αφιερώνει για την ανατροφή και τη φροντίδα των μελών της οικογένειας.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε γυναικοκτονία έχει πίσω της μία προϊστορία, δεν ξετυλίχθηκε σε κενό. Στις περισσότερες περιπτώσεις τη γυναικοκτονία διαπράττει ο σύντροφος ή πρώην σύντροφος που συνήθως είχε και μακρόχρονη κακοποιητική συμπεριφορά, απειλούσε, κακοποιούσε ή και εκφόβιζε τη γυναίκα, η οποία πολύ συχνά βρίσκεται σε θέση φυσικής ή και οικονομικής αδυναμίας σε σχέση με αυτόν. Όλες αυτές οι πολιτικές διάλυσης των εργασιακών σχέσεων, επισφάλειας και καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων, διάλυσης του κράτους πρόνοιας, δυσκολεύουν την απόφαση των γυναικών για διαζύγιο ή ακόμα και την καταγγελία μίας κακοποιητικής συμπεριφοράς στο χώρο εργασίας της ή στο σπίτι. Σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν ελάχιστοι ξενώνες για τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας, δεν υπάρχει δωρεάν νομική βοήθεια στα θύματα ή ψυχολογική υποστήριξη. Μία γυναίκα που θέλει να καταγγείλει κακοποίηση ή βιασμό θα χρειαστεί να πάει σε ένα αστυνομικό τμήμα, να περιμένει να την εξετάσει ιατροδικαστής και μέχρι να βγει το πόρισμα δεν έχει που να μείνει με ασφάλεια αυτή και τα παιδιά της.
Είναι χαρακτηριστικά τα όσα καταγγέλλει το Πανελλήνιο Σωματείο Εργαζομένων του Δικτύου Δομών της ΓΓ Ισότητας των Φύλων. Όπως αναφέρουν στις ανακοινώσεις τους τεράστια προβλήματα έχουν προκύψει μετά τη μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων στο υπουργείο Εργασίας και την μετονομασία της, την υποχρηματοδότηση των υπηρεσιών της, την υποβάθμιση του ερευνητικού έργου που επιτελούν οι αρμόδιες υπηρεσίες. Στις δομές της Γενικής Γραμματείας και πιο συγκεκριμένα στα συμβουλευτικά κέντρα, στους ξενώνες για τις κακοποιημένες γυναίκες, στη γραμμής SOS, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων είναι με ετήσιες συμβάσεις, η χρηματοδότηση των δομών γίνεται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, που έχουν ημερομηνία λήξης, γεγονός που δημιουργεί ανασφάλεια στους εργαζόμενους των δομών και εκρηκτικά προβλήματα στην αντίστοιχη νομική, συμβουλευτική στήριξη των γυναικών που απευθύνονται σε αυτές.6
Επιπλέον υπάρχουν πάρα πολλές καταγγελίες για το ποια είναι η αντιμετώπιση των θυμάτων βιασμού ή σεξουαλικής παρενόχλησης στα αστυνομικά τμήματα και στα δικαστήρια. Οι περισσότεροι αστυνομικοί είτε αδιαφορούν για τις καταγγελίες είτε προσπαθούν να αποτρέπουν τη μήνυση κάνοντάς τα θύματα να νιώσουν ντροπή και ενοχές. Στις περισσότερες περιπτώσεις αστυνομία δεν κάνει τίποτα μέχρι να είναι πολύ αργά. Αυτή ήταν η αντιμετώπιση στην Ελένη Τοπαλούδη, η οποία είχε καταγγείλλει τον πρώτο της βιασμό στην αστυνομία αλλά δεν της έδωσε κανείς σημασία. Ο βιασμός και η ατιμωρησία των μπάτσων βιαστών στο ΑΤ Ομόνοιας είναι η πιο τραγική απόδειξη ότι τα αστυνομικά τμήματα είναι γεμάτα από μπάτσους σεξιστές.
Μην ξεχνάμε τις δηλώσεις του συνδικαλιστή της αστυνομίας Μπαλάσκα, με αφορμή τον γυναικοκτόνο των Γλυκών Νερών. Ο Μπαλάσκας είπε: «Δείχνει ότι είναι βλάκας. Αν υποστήριζε εκείνη τη στιγμή που σκότωσε την γυναίκα του, ότι ήταν ατυχές γεγονός, μέσα στο θυμό του, ότι τά 'χασε και "τρελάθηκε" ... αν έπαιρνε την αστυνομία δεν θα πήγαινε ούτε 4 χρόνια φυλακή ... θα πήγαινε "εν βρασμώ ψυχής”».7 Μην ξεχνάμε επίσης την περίπτωση της Γεωργίας Μπίκα που βρήκε το θάρρος να καταγγείλει τον Βασίλη Λεβέντη, γόνο οικογένειας εφοπλιστών, για την κατηγορία του βιασμού. Ανάμεσα στα στοιχεία που επικαλέστηκε η εισαγγελέας για την απαλλαγή του Λεβέντη από την κατηγορία του βιασμού ήταν οι «καθαρές» τοξικολογικές εξετάσεις, οι οποίες δεν έγιναν ούτε έγκαιρα αλλά ούτε και τα σωστά δείγματα πάρθηκαν, ενώ και η ιατροδικαστική εξέταση είχε γίνει με χαρακτηριστική καθυστέρηση.
Η κυβέρνηση της ΝΔ έδωσε τη χαριστική βολή στις γυναίκες που βιώνουν την ενδοοικογενειακή βία με το Νόμο για την Συνεπιμέλεια, εκθέτοντάς τες σε μεγαλύτερο κίνδυνο και έβαλε νέα εμπόδια στην πρόσβασή τους στη Δικαιοσύνη προκειμένου να ζητήσουν προστασία. Ο Νόμος στο όνομα της δήθεν ισότητας και των δύο γονέων απέναντι στα παιδιά, αναγνωρίζει το δικαίωμα ενός κακοποιητικού συζύγου να έχει τη επιμέλεια του παιδιού, η οποία μπορεί να αφαιρεθεί μόνο μετά από οριστική καταδίκη για εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, γεγονός που σημαίνει πως όλοι οι δράστες έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στα θύματά τους και στα παιδιά τους για χρόνια ακόμα και μετά το διαζύγιο. Όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα από ρεπορτάζ της εφημερίδας Documento ένας από τους λεγόμενους «Ενεργούς Μπαμπάδες» που είχε άμεσο δίαυλο επικοινωνίας με τον υπουργό Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, ήταν μπλεγμένος στο κύκλωμα της Greek Mafia. Είναι αυτός που είχε δηλώσει σε τηλεοπτική εκπομπή ότι «οι πατεράδες πληρώνουν πολύ ακριβά το ενοίκιο μιας μήτρας για 9 μήνες».
Απελευθέρωση
Η πάλη για να ξεφορτωθούμε την πιο σεξιστική κυβέρνηση και μαζί της τους πλούσιους εκ-βιαστές που μετατρέπουν τις ζωές των γυναικών σε καθημερινή βαρβαρότητα είναι ο δρόμος για να παλέψουμε όλη τη βρώμικη ιδεολογία που επιβάλλουν. Ο αγώνας για ενίσχυση του κράτους πρόνοιας, για κατάλληλα στελεχωμένους κοινωνικές υπηρεσίες, για την ανατροπή όλων των αντεργατικών νόμων που φορτωθήκαμε στις πλάτες μας τα προηγούμενα χρόνια των μνημονίων και της καραντίνας, για μόνιμη, σταθερή δουλειά για όλες και όλους με δικαιώματα, για μαζικές προσλήψεις σε Υγεία, Παιδεία, Δήμους, χρειάζεται να συνδεθεί με τα αιτήματα για την προστασία των κακοποιημένων γυναικών και των θυμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης, όπως επίσης και με το αίτημα για ασφαλείς και δωρεάν εκτρώσεις, για αυτοδιάθεση του σώματος και της ζωής της κάθε γυναίκας.
Το καλύτερο παράδειγμα είναι ο αγώνας των καλλιτεχνών. Μπορεί να ξεκίνησε σαν μία μάχη ενάντια στο Προεδρικό Διάταγμα που υποβαθμίζει τα πτυχία τους, όμως στην εξέλιξή του έγινε ένας αγώνας ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, τους βιαστές που καλύπτει και το ίδιο το σύστημα του σεξισμού και της εμπορευματοποίησης της τέχνης και της ίδιας της ζωής.
Μέσα σ’ αυτές τις μάχες, οι γυναίκες και οι άντρες της εργατικής τάξης καταλαβαίνουν τη δύναμη τους, βλέπουν πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός, η αστυνομία, τα δικαστήρια και όλοι οι θεσμοί του συστήματος. Μέσα στις συνθήκες του αγώνα σπάνε οι παλιές ιδέες και προκαταλήψεις και αναδεικνύονται οι ιδέες της συντροφικότητας, του συλλογικού αγώνα και ανοίγουν νέοι ορίζοντες για έναν καινούργιο κόσμο και την προοπτική να τον κατακτήσουμε.
Στην κοινή δράση της εργατικής τάξης απέναντι στις επιθέσεις που γεννάει η πολλαπλή κρίση του καπιταλισμού, δυναμώνει η ελπίδα να τσακίσουμε κάθε είδους διάκριση που καλλιεργεί αυτό το σύστημα προκειμένου να μας κρατά διαιρεμένους και φοβισμένους. Η νέα ριζοσπαστικοποίηση που γεννιέται μέσα στους σημερινούς αγώνες έχει τη δύναμη να τσακίσει κάθε είδους διαχωρισμό με βάση το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την καταγωγή, το χρώμα, τη θρησκευτική πίστη. Από το Εθνικό Θέατρο μέχρι το Ιράν, οι γυναίκες έχουν τη δύναμη να ξεσηκώσουν όλη την εργατική τάξη στο πλευρό τους και να ανοίξουν το δρόμο για την πραγματική απελευθέρωση από την καταπίεση και από το σύστημα των βιαστών -εκβιαστών- καπιταλιστών.
Σημειώσεις
1. “Understandingand addressing violence against women”www.apps.who.int/iris/bitstream/handle/10665/77421/WHO_RHR_12.38_eng.pdf
2. Συνεντευξη Μαρίας Λιάπη www.diotima.org.gr/gynaikoktonia-i-proti-aitia-thanatoy/
3. ΕΘΝΟΣ 11/9/22ΔΕΘ 2022 - Κ. Μητσοτάκης: «Ναι στον όρο γυναικοκτονία, όχι στη νομική κατοχύρωση»
4. www.femicide.gr Ελληνικό Τμήμα του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τη Γυναικοκτονία
5. www.syntagmawatch.gr/collaborating-author/gkoni-karampotsou-anastasia “Γυναικοκτονία: η έμφυλη διάσταση του αδικήματος της ανθρωποκτονίας” 8/4/2021
6. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 20/1/2023:Να ενταχθεί στον κρατικό προϋπολογισμό η χρηματοδότηση των δομών Ισότητας των Φύλων
7. ΑΥΓΗ: 14/7/21: Σταύρος Μπαλάσκας / Σε διαθεσιμότητα μετά την αθλιότητα για τη γυναικοκτονία στα Γλυκά Νερά