Πενήντα χρόνια μετά, ο Γιώργος Πίττας θυμίζει την έκρηξη του Μάη και τονίζει τις παρακαταθήκες που μας άφησε.
«Μακρόν θες να μας πας στα 64, εμείς θα σε πάμε στον Μάη του ‘68». Eίναι ένα από τα συνθήματα που έχουν σημαδέψει τον ξεσηκωμό που συνταράσσει την Γαλλία εδώ και τέσσερις μήνες, ξεκινώντας από την απόφαση Μακρόν να αυξήσει το συνταξιοδοτικό όριο στην Γαλλία.
«Μόνο αν κατεβούμε στους δρόμους θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε τα κοινωνικά μας δικαιώματα» λέει στον Γκάρντιαν, ο Bικτόρ Μεντέζ, φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ. «Συνδυάζοντας μια φοιτητική απεργία με μια γενική απεργία, θα μπορούσαμε να πάμε πιο μακριά από τον Μάη του 1968. Αυτή η κυβέρνηση είναι η κυβέρνηση των πλουσίων, της τάξης των αφεντικών, είναι τόσο απλό».
«Σε ηλικία 76 ετών, ο Ζιμπέρ Λεμπλάνκ, τα έχει ξαναπεράσει όλα αυτά. Ήταν κίτρινο γιλέκο και έλαβε μέρος σε περισσότερες από 220 διαδηλώσεις κατά την πρώτη θητεία του Μακρόν. Πολύ πριν από αυτό, βαφτίστηκε στον πολιτικό ξεσηκωμό που αναδιαμόρφωσε τη Γαλλία τον Μάιο του 1968. «Όταν λέω στους νεαρούς διαδηλωτές ότι είμαι “soixante-huitard”, ένας “68άρης” θέλουν να βγάλουν σέλφις μαζί μου» αναφέρει το ρεπορτάζ του Associated Press από το Παρίσι.
«Κάθε μια γενιά περίπου, η γαλλική πολιτική αποφασίζεται στους δρόμους. Οι ταραχές του Μαΐου του 1968 στο Παρίσι εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσμο. Η ατζέντα του Ζακ Σιράκ για τη μεταρρύθμιση της κοινωνικής πρόνοιας τερματίστηκε με τις ταραχές του 1995. Τώρα ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ακόμη διαρκή εξέγερση» διαβάζουμε στον Spectator.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πάνω από μισό αιώνα μετά, ο Μάης του ’68 εξακολουθεί να εμπνέει τους νεότερους και τους γηραιότερους, που έχουν ξεχυθεί κατά εκατομμύρια στην Γαλλία και ταυτόχρονα να στοιχειώνει την «τάξη των αφεντικών», στην Γαλλία και σε όλο τον κόσμο. Αλλά τι ήταν ο Μάης του ’68; Πώς φτάσαμε σε αυτόν; Μπορεί να ξαναγίνει; Και ποια είναι τα διδάγματα που έχουν να αντλήσουν σήμερα, τα εκατομμύρια των ανθρώπων που συνεχίζουν να εμπνέονται από αυτόν;
Ο γεροτυφλοπόντικας της Ιστορίας
Ο γαλλικός Μάης του ‘68 ξεκίνησε μέσα στις σχολές. Από τον Μάρτη, στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ στα περίχωρα του Παρισιού, είχανε ξεσπάσει καταλήψεις και διαδηλώσεις με αιτήματα τη βελτίωση των συνθηκών στις φοιτητικές εστίες και τους χώρους διδασκαλίας, την ελεύθερη διακίνηση των φοιτητών στις πτέρυγες των φοιτητριών αλλά και να σταματήσει η επέμβαση των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.
Οι φοιτητές στην Γαλλία και σε όλη την Ευρώπη εμπνέονταν από το αντιπολεμικό κίνημα που είχε πάρει ήδη μεγάλες διαστάσεις στις ΗΠΑ με καταλήψεις στα πανεπιστήμια. Η σύνδεση ήταν ακόμη πιο άμεση μιας και μια δεκαπενταετία νωρίτερα ήταν ο γαλλικός στρατός που είχε ηττηθεί στο Βιετνάμ που ήταν αποικία του. Τα αμφιθέατρα είχαν αρχίσει να μεταβάλλονται σε χώρους όπου καθημερινά γίνονται συζητήσεις για την εκπαίδευση, τον καπιταλισμό και πως θα μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα. Ο κοσμήτορας της Ναντέρ παραπονιόταν ότι «είχε αρχίσει να επικρατεί μία παράξενη ατμόσφαιρα στις σχολές, κάτι που θύμιζε πολεμική ψύχωση». Από που πήγαζε αυτή η «πολεμική ψύχωση»;
Πρώτο, η τεράστια οικονομική ανάπτυξη δεν σήμανε μόνο ανεπανάληπτα μέχρι σήμερα ποσοστά κέρδους για τους καπιταλιστές. Έφερνε μαζί της και μια νέα μεγαλύτερη εργατική τάξη. Οι γυναίκες έβγαιναν από το σπίτι και έμπαιναν μαζικά στην παραγωγή. Εκατομμύρια νέοι μετανάστευαν από τα χωριά τους για να πάνε στις πόλεις σαν εργατικό δυναμικό. Καλλιεργήθηκε η εντύπωση ότι η πλήρης απασχόληση θα σήμανε για όλους καλύτερες συνθήκες ζωής, πρόσβαση στα νέα αγαθά που παρήγαγαν μαζικά οι ίδιοι στα εργοστάσια.
Αλλά αυτή η εικόνα απείχε πολύ από την πραγματικότητα για την πλειοψηφία -ιδιαίτερα της νέας- εργατικής τάξης. Που ναι μεν έβρισκε δουλειά αλλά έμενε σε τρώγλες, οι μισθοί της παρέμεναν χαμηλοί και δούλευε εξαντλητικά ωράρια. Οι μετανάστες εργάτες απο τις αποικίες αντιμετώπιζαν έναν θεσμοθετημένο ρατσισμό. Οι γυναίκες αντιμετωπίζονταν σαν εργαζόμενες Β’ κατηγορίας.
Δεύτερο, η μαζικοποίηση της εργατικής τάξης σήμανε τη συγκέντρωση της νεολαίας σε μαζική κλίμακα στα πανεπιστήμια και τεχνολογικά ιδρύματα που ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια για να καλύψουν τις ανάγκες των αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων σε ειδικευμένο προσωπικό. Μόνο που τα εργατόπαιδα που έμπαιναν στα πανεπιστήμια, είχαν να αντιμετωπίσουν άθλιες συνθήκες στις φοιτητικές εστίες. Ένοιωθαν στο πετσί τους τον αυταρχισμό και την ιεραρχία που διέπουν τη ζωή των επιχειρήσεων να αναπαράγεται μέσα στα πανεπιστήμια ανάμικτα με ένα βαθύ συντηρητισμό που καμιά σχέση δεν είχε με τις «ελευθερίες» και την «ειρήνη» που ευαγγελιζόταν ο «νέος κόσμος» που ακολούθησε το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ένα τρίτο στοιχείο αποσταθεροποίησης ήταν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στις αποικίες που αρνούνταν να περιμένουν υπομονετικά πότε οι αποικιοκράτες θα έφερναν τα «οικονομικά θαύματα» στους «ιθαγενείς».
Αυτές τις αντιθέσεις αδυνατούσαν να δουν τα κόμματα της Αριστεράς που εδώ και δεκαετίες είχαν εγκαταλείψει τη στρατηγική της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού. Τα μεν σοσιαλιστικά από την εποχή της σύγκρουσής τους με την επανάσταση στη Ρωσία και την Τρίτη Διεθνή. Τα δε ΚΚ, από την δεκαετία του ’30, με την επικράτηση του σταλινισμού, είχαν τοποθετήσει τις λιγοστές τους αναφορές στην επανάσταση στο τελευταίο σταθμό της σταλινικής «θεωρίας των σταδίων» ενώ στην πράξη είχαν προσαρμοστεί στον κοινοβουλευτικό δρόμο.
Η σοσιαλδημοκρατία υποστήριζε ότι οι μεταπολεμικές αλλαγές του καπιταλισμού επιβεβαιώνουν τη στρατηγική του κοινοβουλευτικού δρόμου για ένα καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο. Σε αυτή την κυρίαρχη αντίληψη προσαρμόζονταν όλο και πιο πολύ και τα κομμουνιστικά κόμματα αναζητώντας δρόμους που θα εξασφάλιζαν τη συμμετοχή τους σε κυβερνήσεις μέσα από συμμαχίες με τη σοσιαλδημοκρατία.
Τις αντιθέσεις αδυνατούσε να δει και η προοδευτική διανόηση. Στο βιβλίο του «Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, η ιδεολογία της βιομηχανικής κοινωνίας», ο Χ. Μαρκούζε υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός είχε πλέον πλήρη έλεγχο πάνω στους εργάτες μέσα από την κοινωνία της αφθονίας και του καταναλωτισμού και ότι η μόνη αμφισβήτηση μπορεί να έρθει από όσους βρίσκονταν «έξω απο το σύστημα»: τους περιθωριακούς, τους άνεργους, τις μειονότητες, την «άγρια νεολαία», τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. «Στο προβλέψιμο μέλλον καμιά κρίση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού δεν πρόκειται να είναι τόσο δραματική ώστε να ωθήσει την εργατική τάξη σε επαναστατικές γενικές απεργίες ή σε ένοπλες εξεγέρσεις» έγραφε μερικούς μήνες πριν την έκρηξη του Μάη του ’68 ο γάλλος διανοούμενος, Αντρέ Γκορζ.
Όλα αυτά δεν σήμαιναν βέβαια ότι τη δεκαετία του ’60 οι ταξικές συγκρούσεις ήταν απούσες στη Γαλλία. Ο Μάης του ’68 δεν προέκυψε «από το πουθενά». Ο στρατηγός Ντε Γκωλ, πρόεδρος της Γαλλίας, αντιμετώπιζε με «πυγμή» κάθε αντίδραση. Αλλά πλησίαζε η στιγμή «που η Ευρώπη θα αναπηδήσει από το κάθισμά της και θα φωνάξει έσκαψες καλά γεροτυφλοπόντικα», όπως έγραφε ο Μαρξ στην «18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» έναν αιώνα νωρίτερα.
Από την φοιτητική εξέγερση στη μαζική απεργία
Τον Μάη του ’68 οι αντιθέσεις που συσσωρεύονταν ήρθαν ορμητικά στην επιφάνεια σαν τη λάβα ενός ηφαιστείου που εκρήγνυται. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν σαν αλυσιδωτή αντίδραση.
Την Παρασκευή 3 Μάη, στην κατάληψη της Σορβόνης στο κέντρο του Παρισιού, εμφανίζεται μια ομάδα φασιστών. Η επιτροπή της κατάληψης προσπαθεί να διώξει τους φασίστες και ο πρύτανης καλεί την αστυνομία η οποία εισβάλει και συλλαμβάνει περίπου 500 φοιτητές. Ακολουθούν μεγάλες διαδηλώσεις στο τέλος των οποίων, αστυνομία και πρυτανικές αρχές κλείνουν με λουκέτο τη Σορβόνη.
Τη Δευτέρα, 6 Μάη χιλιάδες διαδηλωτές με σύνθημα «Ελευθερώστε τους συντρόφους μας, η Σορβόνη ανήκει στους φοιτητές» προσπαθώντας να μπουν μέσα συγκρούονται άγρια με την αστυνομία που στέλνει 800 φοιτητές στο νοσοκομείο. Η αστυνομία προχωράει και στο κλείσιμο της Ναντέρ. Η καταστολή μαζικοποιεί το κίνημα, που λίγες εβδομάδες πριν αφορούσε μερικές εκατοντάδες. Οι φοιτητές συνειδητοποιούν ότι μπροστά τους δεν έχουν μόνο έναν κοσμήτορα αλλά την κυβέρνηση Ντ Γκολ και ένα ολόκληρο σύστημα. Στις διαδηλώσεις τις επόμενες μέρες αρχίζουν να κατεβαίνουν και νέοι εργάτες. Μέσα στις σχολές δημιουργούνται εκατοντάδες Επιτροπές Δράσης που μοιράζουν χιλιάδες προκηρύξεις στα εργοστάσια και οργανώνουν συγκεντρώσεις στις εργατικές συνοικίες.
Στις 10 Μαΐου η αστυνομία αποκλείει δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές στο Καρτιέ Λατέν κλείνοντας τις γέφυρες του Σηκουάνα. Οι φοιτητές ανακηρύσσουν την περιοχή σε «απελευθερωμένη ζώνη», σπάνε τα λιθόστρωτα των δρόμων και σηκώνουν οδοφράγματα. Η κυβέρνηση διατάζει χιλιάδες CRS, τα γαλλικά ΜΑΤ, να επιτεθούν. Οι φάλαγγες της αστυνομίας επιτίθενται ρίχνοντας δακρυγόνα ακόμη και μέσα στα σπίτια, ξυλοκοπούν τους φοιτητές ενώ πέφτουν και πυροβολισμοί. Οι κάτοικοι συμπαραστέκονται στους φοιτητές και πετάνε αντικείμενα στην αστυνομία από τα μπαλκόνια τους.
Η αστυνομία κατάφερε να ελέγξει την περιοχή μετά από τέσσερις ώρες. Αλλά στη διάρκεια της «νύχτας των οδοφραγμάτων» όπως καταγράφηκε στην ιστορία, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των μεγάλων γαλλικών συνομοσπονδιών, που μέχρι τότε ήταν εχθρικές προς τις καταλήψεις των φοιτητών (για την ηγεσία του ΚΚ, ήταν «αριστεριστές», «τυχοδιώκτες», «παιδιά του μπαμπά», «πράκτορες των μονοπωλίων») αποφάσισαν να καλέσουν 24ωρη απεργία καταγγέλλοντας την αστυνομική βία.
Στις 13 Μαΐου, μέρα της πανεργατικής απεργίας, η διαδήλωση ήταν η μεγαλύτερη που είχε γίνει στο Παρίσι από την Απελευθέρωση απο τη ναζιστική Κατοχή το 1944. Διαδήλωσε πάνω από ένα εκατομμύριο κόσμος. Τα εργατικά μπλοκ κρατώντας ενώθηκαν με χιλιάδες φοιτητές που κρατούσαν κόκκινες σημαίες. Τα συνθήματα «η νίκη βρίσκεται στους δρόμους», «αντίο Ντε Γκόλ» εναλλάσσονταν με τη Διεθνή. Οι διαδηλωτές κατέβαζαν τις γαλλικές σημαίες από τα κρατικά κτίρια και ανέβαζαν τις κόκκινες.
Το βράδυ οι φοιτητές ανακαταλαμβάνουν τη Σορβόννη. Η αστυνομία δεν φάνηκε πουθενά, καθώς η κυβέρνηση ελπίζει σε εκτόνωση αποσύροντας την αστυνομία. Αλλά η «συμβολική» 24ωρη γενική απεργία έχει ανοίξει ήδη το δρόμο για κλιμάκωση. Η κατάληψη της Σορβονης κυκλοφορεί προκήρυξη που καλεί: «Να κάνουμε τις 13 Μάη αρχή μεγάλου αγώνα». Το μήνυμα εξαπλώνεται σαν φωτιά στους χώρους δουλειάς.
Στις 14 Μάη, οι εργάτες στο εργοστάσιο παραγωγής αεροπλάνων Sud Αviation στη Ναντ με αφορμή μια 15λεπτη στάση που έκαναν καθημερινά απαιτώντας να μη γίνει μείωση μισθών, το κατέλαβαν και έστησαν οδοφράγματα στις εισόδους. Την επομένη, τα νέα φτάνουν σε ένα εργοστάσιο της Renault στο Κλεόν. Οι εργάτες μετατρέπουν μια 60λεπτη στάση εργασίας σε κατάληψη κλειδώνοντας τους διευθυντές του εργοστασίου στα γραφεία τους. Στη Sud Aviation, ένα γκρουπ από είκοσι μάνατζερ, «εγκλωβίζεται» από τους εργάτες για 15 μέρες στα γραφεία τους, με τα μεγάφωνα να παίζουν τη Διεθνή! Μέσα σε τρεις μέρες όλα τα εργοστάσια της Renault, της Peugeot, της Citroen, της βιομηχανίας κατασκευής αεροσκαφών, οι χαλυβουργίες, τα ναυπηγεία έχουν καταληφθεί.
Τις περισσότερες φορές το ξεκίνημα είναι αυθόρμητο. Ένας σιδηροδρομικός περιγράφει πώς ξεκίνησε η κατάληψη του σταθμού στον οποίο δούλευε: «Ακούσαμε ότι στο Μονπαρνάς κατέβηκαν σε απεργία. Τους ακολουθήσαμε. Το επόμενο πρωί καταλάβαμε και το χώρο για να τον υπερασπίσουμε με δυνατές απεργιακές φρουρές». Σε αρκετά από τα καταλημένα εργοστάσια τον πρώτο λόγο έχουν οι γενικές συνελεύσεις.
Ο Μισέλ Σερτανό εργαζόμενος τότε στο κατειλημμένο εργοστάσιο της Ρενό Μπιγιανκούρ θυμάται: «Στις 16 Μάη ξεκινήσαμε την κατάληψη. Κάθε μέρα κάναμε συγκεντρώσεις στις οποίες οι εργάτες μπορούσαν να ψηφίσουν για τη συνέχεια της απεργίας. Περίπου 25.000 εργάτες απεργούσαν στο εργοστάσιό μας. Η Ρενό Μπιγιανκούρ είχε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση εργατών. Το μάθημα του Μάη 1968 είναι η αυτοπεποίθηση που έφερε. Μια εργατική τάξη με αυτοπεποίθηση αντιπροσωπεύει κάτι πολύ επικίνδυνο για την κυρίαρχη τάξη».
Η διάθεση των εργατών, που παίρνοντας στα χέρια τους το εργοστάσιο ανακαλύπτουν ξαφνικά τη δύναμή τους, αρχίζει να ξεπερνά το ζήτημα των αυξήσεων, δεν στρέφεται απλά ενάντια στον Ντε Γκολ, αλλά συνολικά ενάντια στο σύστημα. Σε αυτό, καθοριστικό ρόλο παίζει η νεογέννητη επαναστατική αριστερά που ξεκινάει από τις σχολές για να πάει στα εργοστάσια παρά τα εμπόδια που βάζουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ρεφορμιστικής Αριστεράς.
Όταν τα νέα από τα εργοστάσια έφτασαν στη Σορβόννη, «έγινε μια έκτακτη «Γενική Συνέλευση» θυμάται ένας αγωνιστής. «Αποφάσισε να στείλει μια μεγάλη αντιπροσωπεία στη κατάληψη της Ρενό Μπιγιανκούρ...Ξεκίνησαν τη πορεία, με ένα πανό που έγραφε: “Ο πυρσός πρέπει να περάσει από τα αδύνατα χέρια των φοιτητών στα δυνατά χέρια των εργατών”... Συνθήματα όπως “Μαζί μας στην Ρενό”, “Όλη η εξουσία στους εργάτες” φωνάζονται με πάθος... Φτάνοντας, μπροστά μας βρίσκεται μια γιγάντια μεταλλική πύλη, κλειδαμπαρωμένη (από την ηγεσία του συνδικάτου της CGT που ελεγχόταν από το ΚΚ). Σε ένα μεγάλο παράθυρο του πρώτου ορόφου στριμώχνονται πολλοί εργάτες. Τραγουδάμε τη Διεθνή. Τραγουδάνε μαζί μας. Υψώνουμε τις σφιγμένες γροθιές μας. Το ίδιο κάνουν κι αυτοί. Μια ομάδα διαδηλωτών αρχίζει να φωνάζει το σύνθημα “Τα εργοστάσια στους εργάτες”. Το φωνάζουν ξανά ολοι μαζί»!
Μέσα σε μια βδομάδα, η γενική απεργία της 13 Μάη έχει μετατραπεί στο μεγαλύτερο κίνημα εργατικών καταλήψεων, πιο μεγάλο και από τις καταλήψεις του Ιούνη του 1936 στη Γαλλία. Η απεργία απλώνεται στο δημόσιο, στις τράπεζες, στα καταστήματα, στα τυπογραφεία, στη ραδιοτηλεόραση, σε όλους τους χώρους εργασίας. Απεργούν οι χορεύτριες στα Φολί Μπερζέρ, οι ποδοσφαιριστές καταλαμβάνουν τα γραφεία της ομοσπονδίας τους και κρεμάνε στην είσοδο μια κόκκινη σημαία. Οι σκηνοθέτες αποχωρούν θορυβωδώς από το καπιταλιστικό «ανταγωνιστικό» φεστιβάλ των Καννών. Το εθνικό θέατρο της Γαλλίας Οντεόν καταλαμβάνεται. Η ανώτατη σχολή Καλών Τεχνών, γίνεται εργαστήρια παραγωγής αφισών για τη στήριξη του αγώνα, το Atelier Populaire. Ένας βρετανός δημοσιογράφος τηλεγραφεί στην εφημερίδα του: «Την Τετάρτη οι νεκροθάφτες κατέβηκαν σε απεργία. Δεν είναι καιρός ούτε να πεθαίνει κάνεις τέτοιες ώρες».
O Μορίς Γκριμό, διοικητής της Αστυνομίας στο Παρίσι το Μάη του 1968, είκοσι χρόνια μετά θυμόταν: «Ο πραγματικός κίνδυνος εμφανίστηκε όταν πήραν μέρος οι εργάτες. Tότε φανερώθηκε καθαρά το εύθραυστο του κράτους. Η αστυνομία μπορούσε να διαλύσει δέκα και είκοσι οδοφράγματα, αλλά δεν μπορούσε να ανακαταλάβει εκατό ή πεντακόσια εργοστάσια, πολυκαταστήματα, τράπεζες ή σιδηροδρομικούς σταθμούς. Και πολύ περισσότερο να τα κάνει να δουλέψουν ξανά».
Σε μια προσπάθεια κατευνασμού, στις 27 του Μάη, η κυβέρνηση ξεκινάει διαπραγματεύσεις με τις ηγεσίες των συνδικαλιστικών συνομοσπονδιών στην Γκρενέλ, υποσχόμενη 35% αυξήσεις στο κατώτατο μισθό. Οι ηγέτες της CGT πήγαν στο εργοστάσιο της Ρενό Μπιγιανκούρ για να την παρουσιάσουν και να πείσουν τους εργάτες να επιστρέψουν στη δουλειά. Η συνέλευση των 25 χιλιάδων απεργών τους άκουσε σιωπηλή, και στη συνέχεια ψήφισε υπέρ της συνέχισης της απεργίας και της κατάληψης. Το νέο απλώθηκε σαν φωτιά. Η μια συνέλευση μετά την άλλη απέρριπτε τη συμφωνία.
Στις 29 Μαΐου ο Ντε Γκόλ εγκαταλείπει το Παρίσι και πηγαίνει μυστικά σε μία γαλλική στρατιωτική βάση στη Γερμανία. «Μασού, όλα έχουν γαμηθεί. Οι κομμουνιστές έχουν παραλύσει τη χώρα. Δεν ελέγχω τίποτα» ξεστομίζει αυθόρμητα στον διοικητή των γαλλικών στρατευμάτων στη Δυτική Γερμανία Μασού, χασάπη των αποικιακών πολέμων σε Βιετνάμ και Αλγερία. Την ίδια μέρα, το ΚΚ είχε οργανώσει διαδήλωση στο Παρίσι με σύνθημα «για μια λαϊκή κυβέρνηση με τη συμμετοχή των κομμουνιστών...».
Από τη μαζική απεργία στις εκλογές
Τελικά ο Ντε Γκωλ γύρισε την επομένη στη Γαλλία όπου ανακοίνωσε ότι «τη λύση θα τη δώσει ο λαός σε εκλογές», αλλά πρώτα έπρεπε να επανέλθει η «ομαλότητα», βάζοντας το δίλημμα «ή με τις απεργίες και το χάος ή με τις εκλογές». Νωρίτερα η κυβέρνηση είχε «διαρρεύσει» ότι μονάδες τεθωρακισμένων είχαν λάβει εντολή να βγουν από τις βάσεις τους κοντά σε προάστια του Παρισιού.
Οι ηγεσίες των συνομοσπονδιών με την καθοδήγηση του ΚΚ Γαλλίας και του Σοσιαλιστικού Κόμματος αποφασίζουν να κλείσουν τις απεργίες παρά την αντίδραση πολλών εργαζομένων και να μπουν σε μια «ομαλή» προεκλογική περίοδο. Σε αρκετά εργοστάσια οι απεργίες συνεχίζονται αλλά στα περισσότερα όπου τον έλεγχο των επιτροπών είχε η CGT άρχισαν να κλείνουν. Χρειάστηκαν τρεις εβδομάδες για να κλείσουν οριστικά.
Η αντίδραση βρίσκει την ευκαιρία να περάσει στην αντεπίθεση. Τα CRS θα χτυπήσουν άγρια τους φοιτητές και τους εργαζόμενους που συνεχίζουν αφήνοντας πίσω τους νεκρούς δύο εργάτες και ένα μαθητή. Διοργανώνονται μαζικά «εθνικά συλλαλητήρια», ενάντια στο «χάος των απεργιών», στα οποία με τις γαλλικές σημαίες ανά χείρας, συμμετέχουν όλοι όσοι λούφαζαν φοβισμένα το προηγούμενο διάστημα, οι συντηρητικοί, οι καλοταϊσμένοι, οι στρατιωτικοί και ο Ντε Γκωλ.
Οι εκλογές έγιναν στις 30 Ιούνη. Το ΚΚ έχασε εξακόσιες χιλιάδες ψήφους και έσπευσε να δικαιολογήσει την ήττα ρίχνοντας το φταίξιμο στους «τυχοδιώκτες» της επαναστατικής αριστεράς που τρόμαξαν τα μεσαία στρώματα. Η πραγματική αιτία της ήττας ήταν ο πυροσβεστικός ρόλος που έπαιξε στο κίνημα. Ο Ντε Γκωλ θα καταφέρει να κερδίσει τις εκλογές γιατί την ηγεσία της εργατικής τάξης τον Μάη του 1968 κράτησαν οι δυνάμεις που δεν ήθελαν τη σύγκρουση με την κυρίαρχη τάξη, πόσο μάλλον να αμφισβητήσουν την εξουσία της μετατρέποντας την εξέγερση των φοιτητών και τη γενική απεργία σε Επανάσταση. Ενώ εκείνες οι δυνάμεις που την ήθελαν δεν ήταν έτοιμες ακόμη να βοηθήσουν την εργατική τάξη να προχωρήσει στον δικό της δρόμο.
Σε όλον τον κόσμο
Ο Μάης του ‘68 σήμανε τη μαζική εισβολή της εργατικής τάξης ξανά στο προσκήνιο της Ιστορίας σε όλον τον κόσμο, σε Δύση και Ανατολή. Τις ίδιες μέρες που στους δρόμους του Παρισιού και στα εργοστάσια της Renault οι εξεγερμένοι τραγουδούσαν τη Διεθνή, στην Τσεχοσλοβακία, εργάτες και φοιτητές ξεσηκωνόταν ενάντια στη σταλινική γραφειοκρατία, στην περίφημη «Άνοιξη της Πράγας» ενάντια στα ρωσικά τανκς.
Το καλοκαίρι στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Μεξικό, δύο Αμερικανοί μαύροι δρομείς ύψωναν πάνω στο βάθρο του νικητή την γροθιά των Μαύρων Πανθήρων. Το ίδιο διάστημα, στους δρόμους του Μεξικού η αστυνομία και ο στρατός αφηνίαζαν δολοφονώντας μαζικά φοιτητές. Στις ΗΠΑ το αντιπολεμικό κίνημα περικύλωνε το Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος στο Σικάγο και συνδεόταν με το αντιρατσιστικό κίνημα. Για εκατομμύρια νέους και νέες -από τους Μαύρους Πάνθηρες που κυριαρχούσαν στα γκέτο των μεγαλουπόλεων μέχρι τις μαζικές οργανώσεις των φοιτητών και των στρατιωτών στις ΗΠΑ και στο Βιετνάμ, ο αγώνας ενάντια στον πόλεμο και τον ρατσισμό μετατρεπόταν σε αγώνα ενάντια στο σύστημα.
Στην Ιταλία έχουμε τις μαζικές καταλήψεις εργοστασίων που έμειναν στην Ιστορία σαν το «καυτό φθινόπωρο του ‘69». Η Ιταλία θα ζήσει για χρόνια μέσα σε συνθήκες μεγάλης ταξικής πόλωσης που θα οδηγήσει σε μαζικοποίηση της επαναστατικής αριστεράς, ένα «μακρόσυρτο» Μάη του ‘68. Το 1968, στην Ιαπωνία χιλιάδες φοιτητές-τριες προχώρησαν σε καταλήψεις και αποχές που κράτησαν μήνες πρωτοστατώντας σε ένα αντιπολεμικό-αντισυστημικό κίνημα.
Ο γαλλικός Μάης ζωντάνεψε ξανά και ξανά στη Γερμανία στις μαζικές διαδηλώσεις των φοιτητών, στη Βρετανία με τις απεργίες των ανθρακωρύχων το 1972-74. Το 1973 η εξέγερση του Πολυτεχνείου στην Ελλάδα, το 1974 η Επανάσταση των Γαρυφάλλων στην Πορτογαλία, το 1976 οι απεργίες στην Ισπανία, θα οδηγήσουν στην πτώση «παντοδύναμων» δικτατορικών καθεστώτων.
Παρακαταθήκες και διδάγματα του Μάη
Οι Μάηδες ταρακούνησαν συθέμελα τον πλανήτη. Αν και οι ρεφορμιστικές ηγεσίες ξεπούλησαν τις ευκαιρίες για μια πραγματική αλλαγή μέσα από την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, οι επιπτώσεις της επαναστατικής έκρηξης ήταν τεράστιες. Ο Μάης του ’68 ήταν μια μεγάλη καμπή της Ιστορίας και έβαλε τη σφραγίδα του στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, μια σφραγίδα που παραμένει ανεξίτηλη μέχρι σήμερα.
Ανέδειξε, μετά από δεκαετίες «οικονομικού θαύματος», πόσο ανεπαρκές και ταυτόχρονα ευάλωτο μπορεί να γίνει το καπιταλιστικό σύστημα. Ανέδειξε τη δύναμή της εργατικής τάξης σαν κινητήρια δύναμη αλλαγής στην κοινωνία. Οι αναλύσεις περί «ενσωματωμένης» εργατικής τάξης κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι. Οι εργάτες σε όλο τον κόσμο γέμιζαν με αυτοπεποίθηση ότι μπορούν να αλλάξουν τα πάντα, στα εργοστάσια, στα γραφεία, στα σχολεία, στις γειτονιές τους.
Η επαναστατική έκρηξη του Μάη δεν γκρέμισε τον καπιταλισμό αλλά έβγαλε την εργατική τάξη πιο δυνατή από πριν. Τα συνδικάτα μαζικοποιήθηκαν, ο συνδικαλισμός απλώθηκε σε χώρους που μέχρι τότε ήταν ανοργάνωτοι. Η περίοδος που ακολούθησε τους παγκόσμιους Μάηδες –στην Ελλάδα η λεγόμενη Μεταπολίτευση- είναι ταυτισμένη με τις μεγαλύτερες κατακτήσεις που κέρδισαν οι εργάτες, οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές. Κατακτήσεις που έγιναν πονοκέφαλος για τις άρχουσες τάξεις καθώς από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, το καπιταλιστικό σύστημα μπήκε σε μια παρατεταμένη περίοδο οικονομικών κρίσεων, από την οποία δεν έχει καταφέρει να βγει μέχρι σήμερα. Κατακτήσεις που οι άρχουσες τάξεις επιχειρούν ακόμη λυσσαλέα να πάρουν πίσω.
Ο Μάης του ‘68 έφερε ξανά στην επιφάνεια, βασικά σημεία της επαναστατικής παράδοσης του Μαρξ, του Ενγκελς, του Λένιν, του Τρότσκι, του Γκράμσι, της Λούξεμπουργκ, που είχαν θαφτεί επί δεκαετίες μετά την επικράτηση του σταλινισμού και της σοσιαλδημοκρατίας. Πρώτα και κύρια ότι η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας. Ότι ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να έρθει μέσα από την ψήφο, ούτε με τα ρώσικα τανκς όπως έγινε στην Ανατολική Ευρώπη μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ούτε μέσα από μειοψηφικές ομάδες «πεφωτισμένων» επαναστατών που με ένα αντάρτικο θα πάρουν την εξουσία στο όνομα των εργατών, ούτε από τα «νέα υποκείμενα» που θα αντικαταστήσουν τους εργαζόμενους. Ότι δεν υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στην οικονομική και την πολιτική μάχη. Το σύνθημα των εργατών της Φιατ στο Τορίνο το 1969 «Ανιέλι η Ινδοκίνα βρίσκεται στο εργοστάσιο σου» είναι χαρακτηριστικό αυτής της σύνδεσης.
Η έκρηξη που σάρωσε όλη την κοινωνία έφερε τεράστια αλλαγή στις ιδέες. «Ό,τι μέχρι τότε έμοιαζε σταθερό διαλυόταν στον αέρα» όπως είχε γράψει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Το ’68 ήταν μια έκρηξη ριζοσπαστικοποίησης. Σήμανε το σπάσιμο των ρατσιστικών στερεότυπων, όλων των διακρίσεων και όλων των ταμπού που καλλιεργεί συστηματικά η άρχουσα τάξη για να διασπάσει την εργατική τάξη: από τη σεξουαλική απελευθέρωση μέχρι τις αλλαγές που έφερε στην εκπαίδευση, στην καλλιτεχνική έκφραση, την προσωπική εμφάνιση, τον «ιερό» θεσμό της οικογένειας - ο Μάης εξακολουθεί να είναι μια πηγή ιδεολογικής αμφισβήτησης που στοιχειώνει τους καπιταλιστές όσο και οι κατακτήσεις του σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Ο Μάης του ‘68 θα φέρει ξανά στο προσκήνιο το σύνθημα «Μόνη λύση Επανάσταση» και τους θεσμούς της. Ξεχασμένες και θαμμένες για δεκαετίες από τον σταλινισμό και την σοσιαλδημοκρατία μορφές οργάνωσης από τα κάτω της εργατικής τάξης έκαναν ξανά την εμφάνισή τους σε όλο τον κόσμο: Οι Επιτροπές Δράσης στη Γαλλία, οι Επιτροπές Βάσης στην Ιταλία, τα Κορντόνες στη Χιλή, οι Κομισιόνες στην Πορτογαλία, έρχονταν να ξαναπιάσουν το νήμα των εργατικών συμβουλίων, των σοβιέτ της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία. Θα σημάνει επίσης την επανεμφάνιση είτε νεογέννητων είτε ανεγεννημένων επαναστατικών οργανώσεων που γίνονται πόλος έλξης για τα πιο πρωτοπόρα κομμάτια της νεολαίας και της εργατικής τάξης δημιουργώντας ένα τρίτο πόλο απέναντι στις δυνάμεις του ρεφορμισμού.
Ο Μάης έβαλε στην ημερήσια διάταξη το κρίσιμο ζήτημα που πηγάζει μέσα σε κάθε επαναστατική περίοδο. Το αν στην ηγεσία του κινήματος βρίσκονται οι ρεφορμιστές ή οι επαναστάτες. Αλλά ένα επαναστατικό κόμμα, όπως των Μπολσεβίκων το 1917 στη Ρωσία, δεν γεννιέται ξαφνικά σαν την Αθηνά από το κεφάλι του Δία. Χτίζεται νωρίτερα μέσα από μια ολόκληρη διαδικασία: δένεται με την τάξη, τη βοηθάει να δώσει τις πολιτικές μάχες, διδάσκεται από τους αγώνες της. Και σε βάθος χρόνου γίνεται ικανό να αντεπεξέλθει στις στροφές και τα γυρίσματα, τα προχωρήματα και τα πισωγυρίσματα, την ανάγκη για τακτικές, για συνεργασίες, για υποχωρήσεις και ξανά για επιθέσεις, που προκύπτουν εκ των πραγμάτων σε μια επαναστατική διαδικασία.
Οι επαναστατικές οργανώσεις του Μάη έδωσαν μια άνιση μάχη απέναντι στις πολιτικές δυνάμεις και τους μηχανισμούς του αστικού κράτους αλλά και απέναντι στους συμβιβασμούς των ρεφορμιστικών κομμάτων της Αριστεράς. Οι ίδιες ήταν ακόμη στα σπάργανα, χωρίς ρίζες μέσα στους χώρους δουλειάς, άπειρες πολιτικά, άλλες έχοντας προχωρήσει σε ημιτελή ρήξη με τον ρεφορμισμό και άλλες επηρεασμένες από μια σειρά λάθος απόψεις που ήταν κυρίαρχες τη δεκαετία του ’60 μέσα στην ίδια την επαναστατική αριστερά.
Όμως η υποχώρηση του κινήματος που ακολούθησε τον Μάη καθώς και η αντεπίθεση του νεοφιλελευθερισμού την δεκαετία του ’80, δεν σήμανε το τέλος της επαναστατικής αριστεράς. Κομμάτια της, όχι μόνο έμειναν ζωντανά στην ύφεση του κινήματος, αλλά έμαθαν από τα λάθη τους, ξεκαθάρισαν ιδεολογικά. Η ΟΣΕ, σήμερα ΣΕΚ, όπως και τα κόμματα και οι οργανώσεις της Διεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης στην οποία ανήκει, κατάφεραν να μεγαλώσουν την περίοδο της κρίσης της Αριστεράς μετά την κατάρρευση των καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού που τα περισσότερα κόμματά της θεωρούσαν, λιγότερο ή περισσότερο, «σοσιαλιστικά».
Πάνω σε αυτές τις βάσεις μπόρεσε να συγκροτηθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα ένα μέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που εδώ και μια δεκαπενταετία έχει παίξει ρόλο στο ξέσπασμα των εργατικών και νεολαιϊστικων αγώνων που ακολούθησαν την παγκόσμια κρίση το 2009 μέχρι σήμερα. Διαμορφώνοντας ένα υπαρκτό ρεύμα που βάζει καθαρά την προοπτική της Επανάστασης και όχι της διαχείρισης του καπιταλισμού, μέσα από ένα μεταβατικό πρόγραμμα που έχει σαν βάση του τον εργατικό έλεγχο. Την προοπτική, δηλαδή, που άνοιξε όχι μόνο στις ιδέες αλλά και στην πράξη, από τα κάτω, με τη μαζική απεργία, τις καταλήψεις των εργοστασίων και τις επιτροπές βάσης, ο Μάης του ’68.