Βιβλιοκριτική
Από τα χαρακώματα στην επανάσταση

Συναδέρφωση Γερμανών και Ρώσων φαντάρων

Ο Σωτήρης Κοντογιάννης διηγείται τη συγκλονιστική πορεία του αντιπολεμικού κινήματος και της εργατικής τάξης μέσα στα χρόνια του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου.

 

Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος άλλαξε ριζικά την εικόνα του πλανήτη. Αλλά την άλλαξε με έναν τρόπο πολύ διαφορετικό από αυτόν που είχαν φανταστεί, τέσσερα χρόνια πριν, οι ηγέτες των Κεντρικών Δυνάμεων και της Αντάντ, όταν καλούσαν τους λαούς τους στα όπλα.

Μια ολόκληρη γενιά, ο ανθός της κοινωνίας, είχε κυριολεκτικά αποδεκατιστεί στα πεδία των μαχών. Η Ρωσία είχε, με τους πρόχειρους υπολογισμούς της εποχής, χάσει 2,3 εκατομμύρια άνδρες. Η Γερμανία 1,6 εκατομμύρια. Η Αυστροουγγαρία 1,45.

Αλλά και από αυτούς που είχαν επιζήσει, μόνο ένα μικρό κομμάτι ήταν σε θέση να επιστρέψει στην κανονική του ζωή, όπως την είχε αφήσει τέσσερα χρόνια πριν. Στη Γαλλία 8,5 σχεδόν εκατομμύρια πολίτες – κατά κανόνα νέοι, αλλά όχι μόνο – επιστρατεύτηκαν και στάλθηκαν στο μέτωπο μέσα στην τετραετία του πολέμου. Από αυτούς ενάμιση περίπου εκατομμύριο δεν γύρισε ποτέ – ένα μεγάλο κομμάτι αφανίστηκε στα χαρακώματα. Οι τραυματίες ξεπέρασαν τα τρία εκατομμύρια. Οι ανάπηροι, άλλοι τυφλωμένοι από τα δηλητηριώδη αέρια, άλλοι καμμένοι από τις φλόγες, άλλοι ακρωτηριασμένοι από τις σφαίρες και τις οβίδες που γέμιζαν τώρα με τις πατερίτσες και τα καροτσάκια τους τους δρόμους του Παρισιού, μετρούνταν σε εκατοντάδες χιλιάδες.1

Οι μεγάλες Αυτοκρατορίες του προπολεμικού κόσμου είχαν πάψει να υπάρχουν. Η Αυστροουγγαρία, που είχε πυροδοτήσει τη σφαγή κηρύσσοντας τον Ιούλη του 1914 τον πόλεμο στη Σερβία, είχε διαλυθεί. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, που είχε συνταχθεί τον Οκτώβρη του 1914 στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, "αποψιλώθηκε" από τις κτήσεις της στη Μέση Ανατολή – για να καταλυθεί, λίγο αργότερα, οριστικά, από το κίνημα του Κεμάλ Ατατούρκ. Η Αγγλία είχε χάσει το παλιό της μεγαλείο, την θέση της στην κορυφή του πλανήτη – παρόλο που ανήκε στο μπλοκ των νικητών. Ο εικοστός αιώνας δεν θα ήταν ένας Βρετανικός Αιώνας, όπως ήταν ο προηγούμενος, αλλά Αμερικανικός.

Οι πιο συνταρακτικές, όμως, εξελίξεις διαδραματίστηκαν δίχως αμφιβολία στη Ρωσία και στη Γερμανία: τον Οκτώβρη του 1917 τα Σοβιέτ, τα Συμβούλια των Εργατών, των Αγροτών και των Στρατιωτών κατέλαβαν στη Ρωσία την εξουσία και έστειλαν τον Τσάρο στο εκτελεστικό απόσπασμα. Και ένα χρόνο αργότερα, οι άρχουσες τάξεις είδαν με τρόμο το φάντασμα της επανάστασης να σπάει το μέτωπο του πολέμου και να μεταναστεύει στην αντίπαλη Γερμανία. Το Νοέμβρη του 1918 ο Κάιζερ της Γερμανίας ήταν παρελθόν, ενώ η κόκκινη σημαία ανέμιζε στο Μόναχο και το Βερολίνο.

Πατριωτισμός

Ο πόλεμος, όμως, είχε ξεκινήσει πολύ διαφορετικά. Οι ίδιες οι άρχουσες τάξεις και οι κυβερνήσεις που είχαν προκαλέσει τη σύρραξη πίστευαν ότι θα κρατούσε όλες και όλες μερικές βδομάδες. Και φυσικά θα έκλεινε με μια θριαμβευτική νίκη.

Ο πόλεμος, όμως, ήταν δημοφιλής και μέσα στα ίδια τα λαϊκά στρώματα. Το καλοκαίρι του 1914 μια έκρηξη πατριωτισμού κατέκλυσε τις εμπόλεμες χώρες. Στους δρόμους της Βιέννης, του Βερολίνου και του Παρισιού ενθουσιώδη πλήθη αποχαιρετούσαν ανεμίζοντας σημαίες τους φαντάρους που έφευγαν για το μέτωπο. "Ο πόλεμος", γράφει ο Μαρκ Φερό, "θα γίνει αποδεκτός με ενθουσιασμό από την πλειοψηφία των ανδρών σε μάχιμη ηλικία. Αρκεί να δει κανείς τη συμπεριφορά των στρατευμένων που φεύγουν για τον πόλεμο: όλοι βρίσκονται σε εγρήγορση, Γάλλοι, Γερμανοί, Άγγλοι...".2

Στη Βρετανία, όπου η κατάταξη στον στρατό δεν ήταν (στην αρχή τουλάχιστον, θα γινόταν λίγο αργότερα) υποχρεωτική, εκατοντάδες χιλιάδες νέοι έτρεξαν να δηλώσουν εθελοντές:

"Στις 6 Αυγούστου το κοινοβούλιο έδωσε την άδεια για μια αύξηση του στρατεύματος κατά 500.000 άνδρες. Λίγες μέρες αργότερα ο Λόρδος Κίτσενερ (που είχε μόλις διοριστεί υπουργός πολέμου) εξέδωσε το πρώτο "κάλεσμα στα όπλα". Η απόφαση μιλούσε για 100.000 εθελοντές, ηλικίας μεταξύ 19 και 30 και με ύψος τουλάχιστον 1,6 μέτρα... Η κλίμακα της ανταπόκρισης ήταν εντυπωσιακή με περίπου 30.000 άνδρες να κατατάσσονται, στα τέλη Αυγούστου, κάθε μέρα... Μέχρι τα μέσα του Σεπτέμβρη 500.000 είχαν ήδη καταταγεί. Μέχρι το τέλος του χρόνου είχαν προστεθεί άλλες 500.000...".3

Στη Γαλλία οι αρχές υπολόγιζαν ότι τα ποσοστά λιποταξίας θα κυμαίνονταν από το 5 ως το 13%. Στην πραγματικότητα μόνο το 1,5% αρνήθηκε να πολεμήσει. Ακόμα και στη Ρωσία, που είχε ζήσει ήδη μια επανάσταση το 1905 και όπου η κήρυξη του πολέμου βρήκε ξανά τους εργάτες της Πετρούπολης στα οδοφράγματα, οι λιποτάκτες μετρούνταν σε χιλιάδες – όχι σε εκατομμύρια, όπως περίμενε το στρατιωτικό επιτελείο.4

Ακόμα πιο παράδοξη ήταν η περίπτωση της Αυστροουγγαρίας. "Τι ήταν εκείνο που μπορούσε να ξεσηκώσει τους τσαγκαράδες της Βιέννης, τον Ποσπισζίλ, μισογερμανό - μισοτσέχο ή τη μανάβισσα μας την κυρία Μάρες", γράφει ο Τρότσκι, που την εποχή εκείνη ζούσε αυτοεξόριστος στην αυστριακή πρωτεύουσα, "να κατέβουν στο συλλαλητήριο στην πλατεία του υπουργείου των Στρατιωτικών; Η εθνική ιδέα; Ποια; Η Αυστροουγγαρία η ίδια ήταν η άρνηση της εθνικής ιδέας...".5

Που οφειλόταν αυτή η ενθουσιώδης αποδοχή;

Η προπαγάνδα είχε παίξει, δίχως αμφιβολία, σημαντικό ρόλο. Κατ' αρχήν η προπαγάνδα για τα ίδια τα αίτια του πολέμου: για όλα τα εμπόλεμα έθνη ο δικός τους πόλεμος ήταν και δίκαιος και αμυντικός. Οι Γερμανοί πολεμούσαν ενάντια στον Ρώσικο απολυταρχισμό. Οι Άγγλοι για να στηρίξουν το "κακόμοιρο το Βέλγιο". Οι Γάλλοι ενάντια στον γερμανικό μιλιταρισμό.

Η προπαγάνδα αυτή ήταν δεμένη με τη μεταμόρφωση του εθνικισμού. Μέχρι τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα η σχέση ανάμεσα στους "λαϊκούς πρωτο-εθνικισμούς"6 της εποχής και τις παλιές δυναστείες που κυβερνούσαν την Ευρώπη ήταν εχθρική. "Στα μέσα του 19ου αιώνα ο εθνικισμός απαντούσε κυρίως μεταξύ εκείνων των λαών που ήταν διαιρεμένοι ή καταπιέζονταν από το κρατικό σύστημα που είχε επιβληθεί στην Ευρώπη μετά την παλινόρθωση της παλιάς τάξης πραγμάτων το 1814-15. Ήταν ένα συναίσθημα συσπείρωσης όσων μάχονταν για την απελευθέρωση και συνδεόταν συχνά με τις απαιτήσεις για δημοκρατία και κατάργηση της μοναρχίας".7

Η περίοδος του ιμπεριαλισμού, όμως, άλλαξε τη στάση των αυτοκρατοριών απέναντι στις ιδέες της "εθνικότητας": άρχισαν να καλλιεργούν ένα νέου είδους εθνικισμού από τα πάνω, ενός εθνικισμού που ήταν συνδεδεμένος με το κράτος – το οποίο υποτίθεται ότι αποτελείτο πλέον από "πολίτες" και όχι από "υπηκόους". Η γέννηση αυτού του νέου εθνικισμού συνοδεύτηκε από μια ολόκληρη σειρά από νέες ψευδοθεωρίες που αναζητούσαν τις ρίζες του έθνους πίσω στην φυλετική καταγωγή και τα βάθη των αιώνων. Η Γαλλία ανακάλυψε την Αγία Ιωάννα της Λωραίνης, την ηρωίδα του Εκατονταετούς Αγγλο-γαλλικού Πολέμου, που είχε πεθάνει στην πυρά από τους Άγγλους το 1431. Οι Ρώσοι τον Αλέξανδρο Νιέφσκι, τον δούκα του Νόβγκοροντ που είχε αποκρούσει τους Σουηδούς το 1240. Από αυτή την περίοδο προέρχεται και ο διάσημος (διαβόητος από ιστορική άποψη) πίνακας του Νικολάου Γύζη "Κρυφό Σχολειό".

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, γράφει ο Χόμπσμπαουμ, "όλοι τον παρουσίασαν ως απειλή από το εξωτερικό των κεκτημένων δικαιωμάτων του πολίτη που υπήρχαν αποκλειστικά στη χώρα τους... Όλοι έμαθαν να παρουσιάζουν τους πολεμικούς σκοπούς (κάπως αβάσιμα) όχι μόνο σαν κάτι που θα εξάλειφε τέτοιες απειλές, αλλά κατά κάποιο τρόπο, ως την κοινωνική μεταμόρφωση της χώρας, προς το συμφέρον των φτωχότερων πολιτών της".8

Περιττό να το πει κανείς, δεν ήταν όλοι οι εθνικισμοί εξίσου αποδεκτοί. Η μοναρχία των Αψβούργων αναγνώρισε σαν επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας τα γερμανικά στη δύση και τα ουγγρικά στην ανατολή. Αλλά δεν έκανε καμιά αντίστοιχη παραχώρηση απέναντι στους Τσέχους, τους Ουκρανούς, τους Σλάβους και τις άλλες μικρότερες εθνότητες που ζούσαν στα εδάφη της. Το αντίθετο έκανε. Οι μειονότητες κυνηγήθηκαν και καταδιώχθηκαν. Το καλοκαίρι του 1914 οι σλαβικές μειονότητες που ζούσαν στα εδάφη της Αυστροουγγαρίας έγιναν ξαφνικά "η πέμπτη φάλαγγα" του εχθρού. «Στις μάντρες και τους τοίχους της Βιέννης», γράφει ο Τρότσκι, «διαβάζεις το σύνθημα "Alle Serben mussen sterben". Όλοι οι Σέρβοι πρέπει να πεθάνουν».9 Όχι μόνο οι στρατιώτες του Πέτρου Καραγεώργεβιτς (του βασιλιά της Σερβίας). Όλοι.

Αντιφατική συνείδηση

"Οι κυρίαρχες ιδέες είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης", έγραφε σε ένα από τα διάσημα τσιτάτα του ο Μαρξ. Η κυρίαρχη τάξη έχει στα χέρια της τα πάντα: το σχολείο, την εκκλησία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης – τους "ιδεολογικούς μηχανισμούς", όπως συνηθίζεται σήμερα να τα αποκαλούν. Η ιδεολογική της κυριαρχία, όμως, στηρίζεται πρώτα και κύρια στην κυριαρχία της πάνω στην ίδια την πραγματικότητα. Οι νόμοι της αγοράς είναι στην καθημερινή ζωή των εργατών τόσο πραγματικοί και άτεγκτοι, όσο και οι ίδιοι οι νόμοι της φύσης. Ο "νόμος" του σεβασμού απέναντι στο αφεντικό είναι, στις κανονικές εποχές τόσο πραγματικός, όσο και οι νόμοι του Νεύτωνα. Ένας εργάτης δεν μπορεί να "αντιμιλήσει" στον επιστάτη. Αν αγνοήσει αυτό το "νόμο" οι συνέπειες θα είναι τραγικές – σχεδόν τόσο τραγικές όσο και αν αγνοούσε το νόμο της βαρύτητας και έβγαινε στο κενό.

Οι ιδεολογικοί μηχανισμοί κωδικοποιούν και συστηματοποιούν αυτούς τους "νόμους", αλλά δεν τους κατασκευάζουν. Αυτή η "αδυναμία" θέτει και τα όρια στην ιδεολογική κυριαρχία της άρχουσας τάξης. Οι μαθητές στα σχολεία θα αμφισβητούσαν (για να το πούμε ευγενικά) τις θεωρίες του Νεύτωνα αν τα μήλα πέταγαν αντί να πέφτουν από τα δέντρα. Σε αντίθεση με τη φύση, οι "νόμοι" της κοινωνίας δεν είναι ούτε μόνιμοι, ούτε σταθεροί. Στην απεργία, ο επιστάτης παύει να είναι παντοδύναμος. Αντί να γαβγίζει στον εργάτη που "τεμπελιάζει", αναγκάζεται τώρα να κρυφτεί – όχι απλά για να μην του αντιμιλήσουν, αλλά για να μην τον ξυλοφορτώσουν. Στην χρεοκοπία το μέχρι πριν από λίγο αγέρωχο αφεντικό δεν είναι παρά ένα θλιβερό απομεινάρι που – όχι σπάνια – δεν μπορεί να γλιτώσει ούτε καν τον ίδιο του τον εαυτό από την πείνα και τη φυλακή.

Σε έναν αντιφατικό κόσμο αντιστοιχεί και μια αντιφατική συνείδηση. Οι εργάτες ζούνε σε ένα "διπλό κόσμο": τον κόσμο του αφεντικού, της εκκλησίας και της προπαγάνδας των μέσων μαζικής ενημέρωσης από τη μια. Και τον κόσμο της αντίστασης, της απεργίας, της διαδήλωσης, της αναμέτρησης με την αστυνομία από την άλλη. Αυτοί οι δυο κόσμοι βρίσκονται σε μόνιμη σύγκρουση, όχι μόνο στον δρόμο αλλά και μέσα στα μυαλά, τη συνείδηση, των εργατών.

Το καλοκαίρι του 1914 οι άρχουσες τάξεις έμειναν έκπληκτες από την αποδοχή που απολάμβανε ο πόλεμός τους μέσα στα λαϊκά στρώματα. Ο κόσμος τους έμοιαζε ξαφνικά σαν να έχει καταλάβει ακόμα και τις ψυχές των εργατών. Έκαναν λάθος: ο πόλεμος δεν είχε ξεριζώσει την αντίφαση.

"Ο πόλεμος κυριεύει τα πάντα", γράφει ο Τρότσκι. "Οι καταπιεσμένοι, οι εξαπατημένοι απ' τη ζωή νοιώθουν να πατάνε στο ίδιο χώμα με τους πλούσιους και τους ισχυρούς. Μπορεί να μοιάζει παράδοξο αλλά στις διαθέσεις του βιεννέζικου πλήθους που κατέβαινε σε διαδηλώσεις για τη δόξα των όπλων των Αψβούργων ξαναβρήκα κάτι οικείο από τις μέρες του Οκτώβρη του 1905 στην Πετρούπολη. Δεν είναι παράξενο ότι ο πόλεμος έχει γίνει συχνά στην ιστορία η μητέρα της επανάστασης".10

"Με τη στολή", γράφει ο Φερό, "ο Σβέικ είναι ένας στρατιώτης όπως οι άλλοι... ".11 "Το 1914 οι στρατιώτες φεύγοντας για τον πόλεμο είχαν βρει ένα ιδεώδες που αντικαθιστούσε, κατά κάποιο τρόπο, τους επαναστατικούς τους πόθους". 12

Η πραγματικότητα του πολέμου

Ο πόλεμος έδειξε πολύ γρήγορα το πραγματικό του πρόσωπο. Οι φαντάροι που πήγαν στο μέτωπο, αντί για τη δόξα, βρέθηκαν αντιμέτωποι όχι μόνο με τη φρίκη και τον θάνατο, αλλά και με τον κυνισμό και την κτηνωδία των ίδιων τους των επιτελείων. Εκατοντάδες χιλιάδες νέοι βρέθηκαν από τους πρώτους, κιόλας, μήνες του χρόνου κυριολεκτικά θαμμένοι ζωντανοί στα χαρακώματα του "Δυτικού Μετώπου". Οι μαρτυρίες που έχουμε – πολλές από σημειώματα που βρέθηκαν στις τσέπες των νεκρών – είναι συνταρακτικές:

"Μια φρικτή δυσοσμία μας πνίγει μέσα στο νέο μας χαράκωμα, στη δεξιά πλευρά της Επάρζ. Βρέχει καταρρακτωδώς και βρίσκουμε τεντόπανα στερεωμένα στα εσωτερικά τοιχώματα των χαρακωμάτων. Την άλλη μέρα, όταν χάραξε, βλέπουμε με φρίκη ότι τα χαρακώματά μας είναι φτιαγμένα πάνω σ' ένα σωρό πτωμάτων: οι τέντες έχουν τοποθετηθεί από τους προηγούμενους για να κρύβεται η θέα των σωμάτων και των ανθρώπινων υπολειμμάτων που είναι αραδιασμένα εκεί μέσα".13

Αυτή "η ζωή εν τάφω"14 διακοπτόταν κάθε τόσο είτε από κάποια απόπειρα διάρρηξης των γραμμών του εχθρού είτε πάλι από μια (εξίσου καταδικασμένη) επίθεση από το αντίπαλο χαράκωμα. Ο απολογισμός από κάθε τέτοια απόπειρα ήταν τραγικός: αλλά αυτό δεν πτοούσε τα επιτελεία. Οι φαντάροι δεν ήταν παρά κρέας για κανόνια. "Μια άλλη δυσκολία που αντιμετώπιζαν οι στρατιώτες", γράφει ο Φερό, "ήταν το δίκτυο των συρματοπλεγμάτων. Για να τα κόβουν χρησιμοποιούσαν πένσες, των οποίων η ποσότητα, όμως, ήταν ανεπαρκής... Το γεγονός αυτό επισημάνθηκε στον Μιλλεράν, τον (γάλλο) υπουργό πολέμου, ο οποίος ατάραχος πρότεινε τη χρήση λίμας. Για το ίδιο θέμα οι Ιταλοί αξιωματικοί απάντησαν: Ας τα κόβουν με τα δόντια τους, ας κάνουν γέφυρες με τα πτώματα και ας περνούν από πάνω".15

Η πρώτη μαζική ανταρσία που εκδηλώθηκε ήταν η "Ανακωχή των Χριστουγέννων του 1914": οι στρατιώτες βγήκαν από τα χαρακώματα, τραγούδησαν χριστουγεννιάτικα τραγούδια μαζί, αντάλλαξαν μικροδώρα, ονόματα και διευθύνσεις. Η "ανακωχή" απλώθηκε σε μήκος πάνω από 800 χιλιόμετρα και άγγιξε πάνω από ένα εκατομμύριο φαντάρους. Σε πολλές περιπτώσεις η διακοπή της ανταλλαγής πυρών συνεχίστηκε για βδομάδες.16 Τα στρατιωτικά επιτελεία κατέβαλλαν μέσα στα επόμενα χρόνια πολύ μεγάλες προσπάθειες για να μην επαναληφθούν τέτοια "έκτροπα".

Ταυτόχρονα άρχισαν και οι ανταρσίες στα μετόπισθεν. Παρά τη συνθηκολόγηση της αριστεράς και των ηγεσιών των συνδικάτων με τον πόλεμο, απεργίες άρχισαν να ξεσπάνε από τον δεύτερο χρόνο σε όλες σχεδόν τις εμπόλεμες χώρες.

Τρεις, κύρια, λόγοι εξαγρίωναν τους εργάτες – και κύρια τις εργάτριες που είχαν μπει μαζικά στην παραγωγή για να καλύψουν τα κενά που είχε δημιουργήσει η επιστράτευση των ανδρών: τα χαμηλά μεροκάματα, η άνοδος των τιμών και οι κάθε λογής "μαυραγορίτες" – οι "καρχαρίες", όπως τους ονόμαζαν στην Ιταλία, που θησαύριζαν εκμεταλλευόμενοι τον πόλεμο.

Στη Βρετανία ξέσπασε το 1915 ένα μεγάλο κύμα απεργιών στα ναυπηγεία του Κλάιντ και τα ανθρακωρυχεία της Ουαλίας. "Όπως φαίνεται οι ανθρακωρύχοι δεν αμφισβητούσαν... τη νομιμότητα του πολέμου αφού το 45% από αυτούς είχαν ζητήσει να καταταγούν εθελοντές. Ήξεραν, όμως, ότι η τιμή του άνθρακα είχε αυξηθεί και ότι θα γινόταν το ίδιο με τα κέρδη των ιδιοκτητών. Όταν η εργοδοσία τους αρνήθηκε... μια αύξηση που κυμαινόταν από 5% ως 20%... διαμαρτυρήθηκαν".17 Βέβαιοι για το δίκιο τους αποφάσισαν στην αρχή να ζητήσουν τη μεσολάβηση της κυβέρνησης. Ο Άσκουιθ, ο τότε πρωθυπουργός, τους "άδειασε", επικαλούμενος της ανάγκες του πολέμου. Το αποτέλεσμα, γράφει ο Φερό, ήταν να μετατραπεί η σύγκρουση ανάμεσα στα αφεντικά και τους ανθρακωρύχους σε μια εξέγερση ενάντια στον αυταρχισμό του κράτους.

Επανάσταση

Τον Γενάρη του 1916 η Βρετανία αναγκάστηκε να καταφύγει στην γενική επιστράτευση για να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες του πολέμου σε έμψυχο υλικό. Στην αρχή επιστρατεύτηκαν οι ανύπαντροι άνδρες ηλικίας 18 ως 41 ετών. Τον Μάη η επιστράτευση επεκτάθηκε και στους παντρεμένους. Τον Νοέμβρη η διαταγή επιστράτευσης ενός μηχανικού από το Σέφιλντ, που είχε μέχρι τότε εξαιρεθεί λόγω ειδικότητας, προκάλεσε μια απεργία στην οποία συμμετείχαν πάνω από 10.000 εργάτες. Είχε μεσολαβήσει η "Σφαγή της Σομ" – μια μάχη στην οποία η Βρετανία είχε πληρώσει πολύ βαρύ φόρο αίματος. Οι εργάτες οργάνωσαν απεργιακές φρουρές, αναγκάζοντας στο τέλος την κυβέρνηση να υποχωρήσει.

Στη Ρωσία η κατάσταση ήταν εκρηκτική. "Το προλεταριάτο της πρωτεύουσας βρίσκεται στα πρόθυρα της απελπισίας", έγραφε μια έκθεση της αστυνομίας στις αρχές του 1917. "Πιστεύουμε ότι και το μικρότερο ξέσπασμα, που μπορεί να οφείλεται σε έναν τελείως ασήμαντο λόγο, είναι πιθανό να οδηγήσει σε αναταραχές που δεν θα μπορούμε να ελέγξουμε... Οι τεράστιες δυσκολίες στην προμήθεια προϊόντων, το χάσιμο χρόνου που προϋποθέτουν οι ώρες αναμονής μπροστά στα μαγαζιά, η αυξημένη θνησιμότητα, που οφείλεται στις άσχημες συνθήκες διαμονής... δημιούργησαν μια κατάσταση όπου το πλήθος των εργατών στις βιομηχανίες είναι έτοιμο να φτάσει και στα πιο επικίνδυνα άκρα μιας εξέγερσης πεινασμένων".

Και έφτασε. Η αφορμή ήταν η διαδήλωση για την παγκόσμια ημέρα των γυναικών, στις 28 Φλεβάρη (8 Μάρτη με το νέο ημερολόγιο). Το αποτέλεσμα ήταν η επανάσταση του Φλεβάρη που ξήλωσε τον Τσάρο και ξαναγέννησε τα Σοβιέτ, τα συμβούλια των εργατών, των αγροτών και των φαντάρων.

Η Ρώσικη Επανάσταση είχε τεράστιο αντίκτυπο σε ολόκληρο το μέτωπο. Τον Απρίλη του 1917 στασίασαν οι Γάλλοι στρατιώτες στο Δυτικό Μέτωπο. "Κάπου 68 μεραρχίες, ο μισός γαλλικός στρατός, αρνήθηκαν να επιστρέψουν στο μέτωπο μετά από μια επίθεση που είχε κοστίσει τη ζωή σε 250.000 άνδρες".18 "Πολλοί στρατιώτες αρνούνται να πολεμήσουν και κακοποιούν αξιωματικούς... Ορισμένες μονάδες θέλουν να φθάσουν ακόμα και στο Παρίσι, να ανατρέψουν την κυβέρνηση και να ανακηρύξουν την ειρήνη".19 Η κυβέρνηση κατάφερε τελικά να ελέγξει την εξέγερση μέσα από ένα μείγμα παραχωρήσεων και άγριας καταστολής. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο γαλλικός στρατός είχε εκτελέσει συνολικά περίπου 50 λιποτάκτες. Τώρα τρεισήμισι χιλιάδες "στασιαστές" συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στα έκτακτα στρατοδικεία. Από αυτούς, 554 καταδικάστηκαν σε θάνατο και 49 εκτελέστηκαν παραδειγματικά.

"Οι ανταρσίες αλλού στη Δύση δεν ήταν τόσο μεγάλης κλίμακας όσο εκείνες των Γάλλων. Όμως το 1917 στην Ιταλία ξέσπασαν ανταρσίες με τη συμμετοχή 50.000 ανδρών και στη βρετανική βάση στο Ετάπλ, κοντά στη Βουλόνη, ξέσπασε αιματηρή εξέγερση που διήρκεσε πέντε μέρες με τη συμμετοχή σχεδόν 100.000 ανδρών. Οι Βρετανοί στρατηγοί έθεσαν τέλος στην εξέγερση κάνοντας παραχωρήσεις και ύστερα εκτέλεσαν τους ηγέτες της κρατώντας την υπόθεση μυστική".20

Τον Οκτώβρη του 1917 τα Σοβιέτ ανέτρεψαν την Προσωρινή Κυβέρνηση, που αγνοώντας επιδεικτικά τα αισθήματα του κόσμου που είχε κάνει την επανάσταση του Φλεβάρη, συνέχιζε τον πόλεμο και πήραν την εξουσία.

Στη Γερμανία, ο Κάιζερ και οι στρατηγοί του πανηγύριζαν. Ο Γερμανικός Στρατός θα έφτανε τώρα μέχρι τη Μόσχα. Στις διαπραγματεύσεις κατάπαυσης του πυρός που ακολούθησαν ο Κάιζερ απαίτησε κυριολεκτικά γη και ύδωρ από τη Ρωσία. Ήταν τόσο φριχτοί οι όροι που ένα κομμάτι της ηγεσίας των Μπολσεβίκων αρνιόταν να τους αποδεχτεί – ακόμα και αν αυτό σήμαινε τη συνέχιση του αιματηρού πολέμου. Τελικά με την παρέμβαση του Λένιν, η Ρωσία υπέγραψε τη συνθήκη ειρήνης.

Αλλά ο Κάιζερ δεν πρόλαβε να χαρεί τη νίκη του. Τον Οκτώβρη του 1918 ξέσπασε ανταρσία στο λιμάνι του Κιέλου, όταν οι ναύτες αρνήθηκαν να υπακούσουν σε μια διαταγή που τους έστελνε στον βέβαιο θάνατο. Οι ναύαρχοι προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν την εξέγερση όπως και οι αξιωματικοί, τον Απρίλη του 1917, στη Γαλλία: συνέλαβαν τους πρωτεργάτες, τους καταδίκασαν σε θάνατο και ετοιμάστηκαν να τους εκτελέσουν παραδειγματικά. Αλλά δεν τα κατάφεραν: η καταστολή γύρισε μπούμερανγκ, η ανταρσία απλώθηκε σε ολόκληρο το στρατό και από εκεί σε ολόκληρη την κοινωνία. Αντί να φτάσει ο Γερμανικός στρατός στη Μόσχα, έφτασε η Ρώσικη επανάσταση στο Βερολίνο. Αν η επαναστατική αριστερά στη Γερμανία, η Ένωση Σπάρτακος της Ρόζας Λούξεμπουργκ, είχε τη δύναμη που είχαν οι Μπολσεβίκοι στη Ρωσία, σήμερα θα ζούσαμε, σίγουρα, σε έναν πολύ διαφορετικό κόσμο.

Σήμερα, εκατό χρόνια μετά το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου η ανθρωπότητα βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με μεγάλα ερωτήματα, ερωτήματα που θα σημαδέψουν ανεξίτηλα το μέλλον. Το τι θα γίνει θα εξαρτηθεί από την τάξη που έχει την ικανότητα, τη θέληση και τη δύναμη να απαλλάξει τον πλανήτη από τον καπιταλισμό – από το σύστημα της εκμετάλλευσης, του πολέμου και της καταστροφής: τους εργάτες και τις εργάτριες, τα εγγόνια και τα δισέγγονα της γενιάς που μετέτρεψε τη μεγάλη σφαγή στο μεγαλύτερο επαναστατικό κύμα που έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα.

Σήμερα πολλοί αμφισβητούν την ικανότητα της εργατικής τάξης να αντιμετωπίσει τα μεγάλα καθήκοντα που της θέτει η ιστορία. Αλλά τα ίδια έλεγαν και για τους παππούδες τους και τις γιαγιάδες τους το 1914.

Σημειώσεις

1. Marc Ferro, Ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-18, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα (1993), σελ. 449

2. Ferro, σελ 29.

3. BBC History, The Pals Battalions in WW1: http://www.bbc.co.uk/history/british/britain_wwone/pals_01.shtml

4. Eric Hobsbawm, The Age of the Extremes, p. 326.

5. Λέον Τρότσκι, Η Ζωή μου, Εκδόσεις Αλλαγή, Αθήνα 1986, σελ 223.

6. Ο ορισμός είναι δανεισμένος από το βιβλίο του Έρικ Χόμπσμπαουμ, Έθνη και Εθνικισμός, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1994, Κεφάλαιο 2, σελ 70.

7. Κρις Χάρμαν, Λαϊκή Ιστορία του Κόσμου, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2012, σελ 388.

8. Έρικ Χόμπσμπαουμ, Έθνη και Εθνικισμός, σελ 149,

9. Λέον Τρότσκι, στο ίδιο, σελ 223.

10. Λέον Τρότσκι, στο ίδιο, σελ 224 (με ελαφρώς αλλαγμένη μετάφραση, με βάση το αγγλικό κείμενο).

11. Ferro, σελ 46. Αναφέρεται στον ήρωα του διηγήματος του Γιάροσλαβ Χάσεκ Ο καλός στρατιώτης Σβέικ, που αν και Τσέχος, μπαίνει στον πόλεμο με ενθουσιασμό.

12. Ferro, σελ 28.

13. Ferro, σελ 188

14. Ο Στρατής Μυριβήλης άρχισε να γράφει το ομώνυμο μυθιστόρημά του, ενώ πολεμούσε στα χαρακώματα της Σερβίας του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

15. Ferro, σελ 185.

16. Η εφημερίδα The Guardian θυμήθηκε την ανακωχή τα Χριστούγεννα του 2004 με μια συνέντευξη με τον τελευταίο επιζώντα, τον Άλφρεντ Άντερσον (108 ετών), αυτής της εντυπωσιακής συναδέλφωσης. http://www.theguardian.com/uk/2004/dec/19/christmas.lornamartin

17. Ferro, σελ 354.

18. Χάρμαν, σελ 411.

19. Ferro, σελ 363.

20. Χάρμαν, σελ 412-413.