Άρθρο
Για ποιά Αριστερά παλεύουμε

17 Νοέμβρη 2023, 50 χρόνια Πολυτεχνείο

Διαλυτική κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ που γυρνάει την πλάτη στις μάχες της εργατικής τάξης και της νεολαίας.
Η Μαρία Στύλλου τονίζει τις αριστερές αναζητήσεις του κόσμου που παλεύει και προβάλλει τη λενινιστική στρατηγική για τη συγκρότηση εργατικής ηγεμονίας.

 

Το 2023 αφήνει πίσω του μια τεράστια αντίφαση. Ήταν χρονιά με μεγάλα βήματα για το εργατικό κίνημα, που προκάλεσαν και προκαλούν αστάθεια στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, πριν και μετά την επανεκλογή της. Αλλά και η χρονιά με την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ που κατάρρευσε εκλογικά και διασπάστηκε. Χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες της Αριστεράς αναζητούν απαντήσεις, όχι μόνο για να εξηγήσουν τι έγινε, αλλά και για να ανατρέψουν αυτή την κατάσταση.

Αφετηρία για αυτή την αναζήτηση είναι να σταθούμε στα προχωρήματα της εργατικής τάξης που έδωσε και δίνει σκληρές μάχες με οικονομικά και πολιτικά αιτήματα. Το 2023 είχε ξεκινήσει με μαζικό κίνημα των καλλιτεχνών που συνδέθηκε με απεργίες και των εκπαιδευτικών και των εργατών της Υγείας για οικονομικές διεκδικήσεις και κορυφώθηκε τον Μάρτη με τη μεγαλύτερη πανεργατική απεργία ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις αλλά και ενάντια στον σεξισμό. Απεργοί που φώναζαν ότι οι ιδιωτικοποιήσεις δολοφονούν μετά τα Τέμπη, το ίδιο και οι ρατσιστικές επαναπροωθήσεις προσφύγων μετά την Πύλο. Κόσμος που ξεσηκώθηκε μετά τις καταστροφές στον Έβρο και στη Θεσσαλία και φτάνει στο τέλος της χρονιάς να συνδυάζει τις απεργίες του, παραδείγματος χάρη στα Νοσοκομεία και στους Δήμους, με τη συμπαράσταση στην ηρωική Παλαιστίνη.

Αγώνες που χαρακτηρίζονται από μαζική συμμετοχή και εκφράζουν πλειοψηφικά ρεύματα, αλλά και ταυτόχρονα διαμορφώνουν πρωτοπόρα κομμάτια της τάξης που ριζοσπαστικοποιούνται διαπιστώνοντας ότι συγκρούονται με ένα σύστημα που πάει από καταστροφή σε καταστροφή.

Αυτόν τον κόσμο βρίσκει μπροστά της η κυβέρνηση σε κάθε βήμα. Τον βρήκε απέναντί της στον δεύτερο γύρο των τοπικών εκλογών και της προκάλεσε εκλογική ήττα ακόμα και μετά την επανεκλογή της στις βουλευτικές. Της έκοψε τη φόρα που είχε δείξει για καταστολή των κινητοποιήσεων αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Και συνολικά προκαλεί ανησυχίες στην άρχουσα τάξη για τη σταθερότητα της κυβέρνησής της.

Από αυτή την εικόνα του εργατικού κινήματος ξεκινάει και η διαλυτική κρίση ενός ΣΥΡΙΖΑ που του γυρνάει την πλάτη τρέχοντας προς τα δεξιά. Η ανάδειξη του Κασσελάκη στην ηγεσία απογείωσε τη δεξιά προσαρμογή που είχε ήδη ξεκινήσει με τον Τσίπρα. Όσο κι αν επιμένει ο Κασσελάκης ότι «έφερε στον ΣΥΡΙΖΑ χιλιάδες νέα μέλη», η αποχώρηση της Ομπρέλας αρχικά και της ομάδας των 6+6 στη συνέχεια συνδυάστηκε και συνδυάζεται με ένα μαζικό κύμα αποχωρήσεων στη βάση. Χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες της Αριστεράς αναζητούν διέξοδο από ένα κόμμα που δήλωνε δύναμη της ριζοσπαστικής αριστεράς και έχει φτάσει να έχει μια ηγεσία που περηφανεύεται ότι μπορεί να συσπειρώσει από τον ΣΕΒ μέχρι τους «νοικοκυραίους» της μεσαίας τάξης. Χιλιάδες μέλη αποχωρούν πανελλαδικά και καμιά διάψευση δεν μπορεί να κρύψει αυτήν την εξέλιξη. Οι αποχωρήσεις δεν είναι μόνο μεγάλες αριθμητικά, αλλά και καθοριστικές πολιτικά καθώς φεύγουν τα στηρίγματα της παρουσίας του ΣΥΡΙΖΑ στις γειτονιές, στα σωματεία, στη νεολαία. Αυτή η κίνηση φυγής προς τα αριστερά καθόρισε και την αποχώρηση των 11 βουλευτών που συγκρότησαν την κίνηση «Νέα Αριστερά».

Η Αριστερά και κύρια η επαναστατική αριστερά βρίσκεται μπροστά σε καινούργια και μεγάλα καθήκοντα για να ανταποκριθεί σε αυτές τις νέες προκλήσεις.

Αναζητήσεις

Αυτός ο συνδυασμός, δηλαδή ένα εργατικό κίνημα που συγκρούεται με μια καταστροφική κυβέρνηση και ένα αριστερό ρεύμα που ψάχνει ανασυγκρότηση από την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, φέρνει στην επικαιρότητα όλα τα μεγάλα ερωτήματα για τις επιλογές της Αριστεράς και κύρια τη στρατηγική της.

Είναι χαρακτηριστική από αυτή την άποψη η συζήτηση που φούντωσε στον κύκλο εκδηλώσεων που οργάνωσε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα.1 

Με μαζική συμμετοχή έγινε η εκδήλωση «Κρίση του ΣΥΡΙΖΑ - Για ποια αριστερά παλεύουμε;» την Πέμπτη 7 Δεκέμβρη στο Δημαρχείο Νίκαιας. Συμμετείχαν εργαζόμενοι/ες από το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα όπως το Κρατικό Νίκαιας και τη Φαρμακαποθήκη ΠΕΙΦΑΣΥΝ, την ΕΘΕΛ, εκπαιδευτικοί, νεολαίοι και μετανάστες. Τον λόγο στη συζήτηση που ακολούθησε πήραν πολλοί αγωνιστές/ριες που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ σε διάφορες φάσεις της τελευταίας δεκαετίας.

Ο Θοδωρής, πρώην μέλος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι: «έχοντας αποχωρήσει από το ΣΥΡΙΖΑ το 2015, είχα μια οχταετία για να ωριμάσουν διάφορες σκέψεις στο μυαλό μου. Έχω καταλήξει στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δια της ολισθήσεως και λίγο λίγο με τις επιλογές του, άρχισε να εγκαταλείπει αυτό το οποίο αποκτήθηκε από τις Πλατείες. Αυτό το κινηματικό στοιχείο άρχισε να φθίνει διότι έμπαινε το δίλημμα της λεγόμενης “κυβερνησιμότητας”. Αφήνοντας τον κινηματικό σου χαρακτήρα, στην ουσία αφήνεις τους τρεις βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους κινείται ιστορικά η αριστερά».

Στο Περιστέρι, ο Άρης Ρεβύθης, εκπαιδευτικός και πρώην μέλος του ΣΥΡΙΖΑ Περιστερίου στάθηκε στην άνοδο της ακροδεξιάς σε διεθνές επίπεδο «που οφείλεται στην ελλιπή παρουσία της Αριστεράς και την κρίση του συστήματος. Πλέον δεν μπορεί να λειτουργήσει η υπόσχεση για έναν “πιο ανθρώπινο” καπιταλισμό, για ένα κεϋνσιανό μοντέλο. Προκειμένου οι αξίες της Αριστεράς να ξαναγίνουν ηγεμονικές είναι πολύ σημαντικές οι μάχες σε συνδικαλιστικό, τοπικό, πολιτιστικό επίπεδο, οι αντιρατσιστικές μάχες, η αλληλεγγύη στους πρόσφυγες, οι μάχες ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις».

Στον Πειραιά, τη συζήτηση άνοιξε ο Πούλος Ψαλιδάκος, πρώην μέλος του «πρώην ΣΥΡΙΖΑ» όπως συστήθηκε ο ίδιος. «Η στροφή προς τη μεσαία τάξη και η εγκατάλειψη των πληβειακών στρωμάτων υπήρξε το πρώτο από τα ξεστρατίσματα από την αρχική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Το πιο καθοριστικό ίσως, αφού αφορά τις κοινωνικές αναφορές, το πιο σημαντικό για ένα κόμμα της Αριστεράς».

Στο Νέο Ηράκλειο, «Μπήκα στο Συνασπισμό το 2010 με τη λογική ότι πρέπει κάποιοι να λειτουργήσουμε και ως αντίβαρα σε αυτό που συνέβαινε» υπογράμμισε ο Θανάσης. «Είναι σημαντικό ότι σε όλη αυτή την πορεία δεν υπήρξε καμία πολιτική διαπαιδαγώγηση των μελών και της κοινωνίας και αυτό με απομάκρυνε κιόλας» και πρόσθεσε ότι «είναι θετικό ότι κάποιοι αντιδρούν και δημιουργούν ένα νέο φορέα. Αλλά κανείς δεν προέκυψε από παρθενογένεση. Εδώ χρειάζεται η όσμωση με την αντικαπιταλιστική αριστερά, ώστε το καινούργιο που θα φτιάξουν να μην ρέπει προς τη διαχείριση, αλλά να είναι πραγματικά ριζοσπαστικό».

Μεγάλη ανταπόκριση είχε η πρωτοβουλία του ΣΕΚ στην Ηλιούπολη. Η Ευαγγελία Χατζηγούλα, πρώην μέλος της Νομαρχιακής Ανατολικής Αθήνας και του Συντονιστικού Ο.Μ ΣΥΡΙΖΑ Ηλιούπολης ξεκίνησε κάνοντας μια αναδρομή: «Δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που δημιούργησε το κίνημα της λαϊκής δημοκρατικής ανατροπής αλλά το κίνημα που εκτόξευσε εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ το 2012» σημείωσε. «Επενδύοντας στην κυβερνητική προοπτική η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ  θεώρησε πως αρκούσε να μην τρομάξει τον μεσαίο χώρο δίνοντας εγγυήσεις “υπευθυνότητας”. Η άνοδος στην κυβερνητική εξουσία τον Ιανουάριο του 2015, ήταν προϊόν της προηγούμενης έντονης αντιμνημονιακής κινητοποίησης μεγάλων στρωμάτων του λαού, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ αποστασιοποιήθηκε από τα κινήματα τα οποία τέθηκαν  σε αναμονή».

«Χαίρομαι για αυτή τη συγκέντρωση. Πρέπει να μάθουμε να συνομιλούμε» είπε ο Χρήστος Κοκοτίνης. «Δηλώνω οπαδός της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια δεν είχε ταξική απεύθυνση. Έτσι έφτασε τώρα ο Κασσελάκης να λέει ότι δεν χωρίζει ταξικά τον κόσμο, για να μην υπάρχει μίσος και κάτι τέτοια. Όταν διακυβέρνησε κανείς δεν άγγιξε τους θεσμούς, την Τράπεζα της Ελλάδος, τη Δικαιοσύνη κλπ».

Η τελευταία εκδήλωση έγινε την Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου στο Δημαρχείο της Αγίας Παρασκευής με ομιλητές τον Αντώνη Ρέλλα και τον Γιώργο Ράγκο. Ο Αντώνης ξεκίνησε την ομιλία του ευχαριστώντας το ΣΕΚ για αυτή την εκδήλωση, όχι τυπικά και "ευγενικά" αλλά ουσιαστικά γιατί, όπως είπε, είναι "πολύ λυτρωτικό να μιλάει γι' αυτή την εμπειρία σε συντρόφους που βρεθήκαμε μαζί στα κινήματα με αιχμή την ΚΕΕΡΦΑ και την αντιρατσιστική και αντιφασιστική πάλη". Ο Αντώνης δούλεψε μέσα από το Τμήμα Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ για να καταθέσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δικαιωμάτων που, πίστευε ότι, θα ενσωμάτωνε ο ΣΥΡΙΖΑ στο συνολικό του πρόγραμμα και σαν αντιπολίτευση αλλά και σαν μελλοντικό κυβερνητικό πρόγραμμα. Εκεί "ανακάλυψε" και τα "όρια του ρεφορμισμού". Μίλησε για τη στιγμή που παρουσίασαν αυτό το πρόγραμμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που, αφού τους ευχαρίστησαν, το "έβαλαν στην άκρη". Αυτή είναι η στιγμή που καταλαβαίνεις ότι δεν μπορείς να "αλλάξεις από τα μέσα" ένα ρεφορμιστικό κόμμα που από τη μία έχει ανάγκη από κομμάτια των κινημάτων, για να επικοινωνεί μαζί τους έστω και "ψηφοθηρικά", αλλά, τελικά, αυτό που το καθορίζει είναι να είναι "αποδεκτό" ακόμα και σ' αυτές τις δυνάμεις με τις οποίες τα ίδια τα κινήματα έρχονται σε σύγκρουση. 

Και μόνο από αυτό το δείγμα φαίνεται το φάσμα των ζητημάτων που ανοίγουν, η διάθεση για πρωτοβουλίες στήριξης των αγώνων, οι αδυναμίες της «κυβερνησιμότητας» μακριά από τους αγώνες, οι στρατηγικές επιλογές και τα οργανωτικά χαρακτηριστικά της Αριστεράς.

Ο Κύρκος Δοξιάδης με την αρθρογραφία του στην Εφημερίδα των Συντακτών έρχεται να συμβάλει από τη δική του μεριά στη συζήτηση: «Η κοινοβουλευτική ομάδα που ονομάζεται Νέα Αριστερά δεν προέκυψε επειδή 11 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ξαφνικά αποφάσισαν να αποχωρήσουν και να φτιάξουν δικό τους κόμμα. Αλλά επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υπέστη μια πλήρη μετάλλαξη – ουσιαστικά σταμάτησε να υπάρχει ως αριστερό κόμμα. (…) Υπάρχει μια σημαντικών διαστάσεων κοινωνικο-πολιτική δυναμική, η οποία καλώς εχόντων των πραγμάτων θα μπορούσε να στηρίξει το εγχείρημα της συγκρότησης νέου κόμματος πέρα από το κοινοβουλευτικό επίπεδο. Ιδιαίτερα ελπιδοφόρα ως προς αυτή την προοπτική είναι η πληροφορία πως υπάρχουν μεγάλες αριθμητικά ομάδες αποχωρησάντων από τοπικές οργανώσεις μελών που ήδη κάνουν άτυπες συναντήσεις.(…) Οι χαρισματικές προσωπικότητες παίζουν ελάσσονα ρόλο. Τουλάχιστον στη σύγχρονη πολιτική μετράνε οι πολιτικές των κομμάτων και οι πρακτικές τους επιπτώσεις. Δεν μας χρειάζονται χαρισματικοί ηγέτες. Κατά μία έννοια, ευτυχώς που μας τέλειωσαν κιόλας».2

Κάποιοι χαρισματικοί ηγέτες μας τελείωσαν, αλλά πώς χτίζεται ένα κόμμα της Αριστεράς με συλλογική λειτουργία που υπηρετεί τις ανάγκες των αγώνων της εργατικής τάξης και των πιο μαχητικών κομματιών της στο εδώ και τώρα; Και σε ποιες στρατηγικές επιλογές μπορεί να στηριχτεί για να μην μείνει στα μισά του δρόμου, όπως έχει γίνει στο παρελθόν; Ας σταθούμε σε αυτά τα ζητήματα.

Κοινή δράση και εργατική πρωτοπορία

Το 2024 ξεκίνησε στέλνοντας πολύ δυνατά μηνύματα αντίστασης στις επιθέσεις που μεθοδεύει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Οι παλαιστινιακές σημαίες που ανέμιζαν περήφανα στο Σύνταγμα στην υποδοχή του νέου έτους έκφρασαν το αίσθημα της μεγάλης πλειοψηφίας  των ανθρώπων που στις φετινές τους ευχές έβαζαν πάνω απ’ όλα να σταματήσει το έγκλημα στην Γάζα. 

Και σχεδόν αμέσως μετά ήρθε ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης για να αντιμετωπίσει κάποιες «δυσλειτουργίες». Ανοιχτή ομολογία, δηλαδή, ότι μέσα σε έξη μήνες μετά τις εκλογές οι υπουργοί του Μητσοτάκη δεν τα βγάζουν πέρα. Οι αστυνομικοί τσαμπουκάδες του Οικονόμου στο υπουργείο «Προστασίας του Πολίτη» είναι αναποτελεσματικοί, ο Χρυσοχοΐδης είναι καλύτερα να γυρίσει στα παλιά του αστυνομικά λημέρια γιατί οι εργάτες της Υγείας δεν δέχονται τις επιθέσεις στα νοσοκομεία με  σταυρωμένα χέρια, ο Γεωργιάδης επιστρατεύεται στο κρίσιμο υπουργείο Υγείας σαν δοκιμασμένος «δολοφόνος με το πριόνι». Αλλά αυτό από μόνο του εξαγριώνει τον κόσμο που κουβαλάει τις εμπειρίες των αγώνων για τη δημόσια Υγεία. Οι ξεσηκωμένοι συμβασιούχοι στο Σωτηρία και στον Άγιο Σάββα δείχνουν τι περιμένει τον κάθε Γεωργιάδη.

Το ίδιο μήνυμα στέλνουν οι φοιτητές που ξεκινούν το 2024 με συλλαλητήρια σε όλες τις πόλεις στις 11 Γενάρη ενάντια στα σχέδια για ιδιωτικοποίηση των ΑΕΙ με τη δημιουργία «ελεύθερων» πανεπιστήμιων παρακάμπτοντας το άρθρο 16 του Συντάγματος. Η νεολαία μέσα στις σχολές έδειξε ξεκάθαρα την πολιτικοποίησή της και τις μαχητικές διαθέσεις της όλο το προηγούμενο διάστημα ακυρώνοντας τα σχέδια για την πανεπιστημιακή αστυνομία και μαζικοποιώντας με την οργανωμένη παρουσία των φοιτητικών συλλόγων τις πορείες για τα πενηντάχρονα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου πανελλαδικά. Έχει τη δύναμη για να προχωρήσει σε ένα νέο κίνημα καταλήψεων που θα ακυρώσει τα κυβερνητικά σχέδια όπως έχει γίνει και το 2006-7 και παλιότερα.

Άλλωστε, η νεολαία δεν είναι μόνη. Μάχες ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις ανοίγουν και στην Υγεία και στους Δήμους, στο Νερό, στην Ενέργεια, στις Συγκοινωνίες. Η 8 Μάρτη του 2024 είναι συνέχεια της περσινής συγκλονιστικής πανεργατικής απεργίας, τόσο ενάντια στους ένοχους για τους νεκρούς των Τεμπών, όσο και ενάντια στα σεξιστικά εγκλήματα σε βάρος των γυναικών από την κυβέρνηση του «Πατρίς-θρησκεία
-οικογένεια».

Ένα πρώτο κρατούμενο, λοιπόν, είναι η κοινή δράση σε όλα αυτά τα αγωνιστικά μέτωπα που έχουμε μπροστά μας. Μια Αριστερά που θέλει να προχωρήσει σε ρήξη με την κατρακύλα του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να είναι φορέας οργάνωσης της ενωτικής απάντησης του εργατικού κινήματος χωρίς εκπτώσεις.

Αυτό δεν γίνεται με προτάσεις στη Βουλή. Η προτεραιότητα στην κοινοβουλευτική συγκρότηση βάζει τα ζητήματα με το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω. Γιατί χωρίς ρίζες στους εργατικούς χώρους, οι ομιλίες στη Βουλή μένουν χωρίς αντίκρισμα. 

Παλεύουμε για μια Αριστερά που δίνει προτεραιότητα στην οργανωτική και πολιτική συγκρότηση των πρωτοποριών μέσα στους κόλπους της εργατικής τάξης, στους χώρους δουλειάς, στα σωματεία, στις γειτονιές.  Εκεί βρίσκεται το δυναμικό που μπαίνει μπροστά στους αγώνες και χρειάζεται στήριξη για να έχει τη δική του συλλογικότητα, την πολιτική συζήτηση για να ξεκαθαρίζει τις επιλογές του και τη συλλογική δύναμη για να τις μετατρέπει σε δράση.

Αυτά δεν προκύπτουν με επικοινωνιακά τρικ. Απαιτούν ζωντανή επικοινωνία πρόσωπο με πρόσωπο, με συντρόφους και συντρόφισσες της Αριστεράς που είναι οργανωμένοι και πηγαίνουν στους χώρους για να διακινήσουν τις προτάσεις τους, τα έντυπά τους, τις πρωτοβουλίες τους. Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα δίνει τις δυνάμεις του σε αυτή την προσπάθεια γιατί εμπνέεται από τις επαναστατικές παραδόσεις.

Επαναστατική στρατηγική

Ένας τέτοιος προσανατολισμός συγκρότησης της Αριστεράς έχει να συγκρουστεί με πιέσεις που πηγάζουν από το ίδιο το σύστημα. Η κυριαρχία της αστικής τάξης ασκεί πιέσεις που οδηγούν σε ψεύτικους «ρεαλισμούς» και έχει οδηγήσει ιστορικά πολλές φορές κόμματα εργατικά σε ρεφορμιστική πολιτική, καθώς προσαρμόζονται στις συνθήκες της αστικής πολιτικής ζωής. Ο Λένιν αναγκάστηκε ξανά και ξανά να δώσει μάχες ενάντια σε τέτοιες προσαρμογές για να χτίσει τους Μπολσεβίκους σαν επαναστατικό κόμμα. Ασκεί χαρακτηριστική πολεμική το 1911 απέναντι στις ρεφορμιστικές αντιλήψεις:

«Το να λέει κανείς [ο Λεβίτσκι] ‘όχι ηγεμονία αλλά ταξικό κόμμα’, σημαίνει ότι περνάει με το μέρος της αστικής τάξης, με το μέρος του φιλελεύθερου που λέει στο σκλάβο της εποχής μας, το μισθωτό εργάτη: αγωνίσου για τη βελτίωση της θέσης σου σαν σκλάβου, να θεωρείς όμως βλαβερή ουτοπία την ιδέα του γκρεμίσματος της σκλαβιάς! Κάντε μια σύγκριση της περιβόητης διατύπωσης του Μπέρνστάιν: ‘το κίνημα είναι το παν, ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτε’ με τη διατύπωση του Λεβίτσκι και θα δείτε πως και οι δυο αποτελούν  παραλλαγή της ίδιας ιδέας. Και στις δυο περιπτώσεις έχουμε αναγνώριση μόνο των μεταρρυθμίσεων και άρνηση της επανάστασης. (…) Η απάρνηση της ιδέας της ηγεμονίας είναι η πιο χοντροκομμένη μορφή ρεφορμισμού».3

Αυτό το ψεύτικο δίλημμα, που λέει ότι η προοπτική της ανατροπής του καπιταλισμού ανήκει στη σφαίρα της ουτοπίας και έρχεται σε αντιπαράθεση με την καθημερινή πάλη για βελτίωση της θέσης της εργατικής τάξης, βαραίνει ξανά και ξανά και η απόκρουσή του απαιτεί ξεκάθαρη επιμονή ότι παλεύουμε για να γίνει η εργατική τάξη ηγεμονική δύναμη. Κάθε βήμα για βελτίωση της θέσης της εργατικής τάξης μέσα από την κατάκτηση μεταρρυθμίσεων βρίσκει τη δικαίωσή του μόνο στα πλαίσια της επαναστατικής στρατηγικής που διεκδικεί για την τάξη μας την ηγεμονία. Ηγεμονία με διπλή έννοια, όπως την όρισαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, και την προχώρησαν ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι. 

Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο αναδεικνύει την εργατική τάξη ως «ιστορικό νεκροθάφτη» της ηγεμονίας των αστών.4 Ο Γκράμσι προβάλλοντας τη συμβολή του Λένιν τονίζει ότι η εργατική είναι τάξη που ηγείται στους αγώνες των κοινωνικών στρωμάτων που έρχονται σε σύγκρουση με το υπάρχον σύστημα και ταυτόχρονα είναι τάξη που κυριαρχεί πάνω στον ταξικό αντίπαλο και αναιρεί τη δική του κυριαρχία πάνω στην κοινωνία.5 Με την ηγεμονία της στους καθημερινούς αγώνες χτίζει τη δύναμη που φτάνει να αλλάξει την κοινωνία. Η Αριστερά είναι επαναστατική όταν συγκροτεί την εργατική τάξη πολιτικά όχι μόνο ως ηγεσία των κινημάτων, αλλά και ως δύναμη που γκρεμίζει την αστική πολιτική εξουσία και φέρνει την εργατική δημοκρατία.

Η επιμονή σε αυτή την παράδοση και αυτόν τον στρατηγικό προσανατολισμό είναι πολύτιμο εφόδιο για την αντιμετώπιση των εξελίξεων και των στροφών της ταξικής πάλης. Δεν είναι «γενικές αρχές», είναι εξοπλισμός για συγκεκριμένες επιλογές σε συγκεκριμένες στιγμές. Πώς ανταποκρίνεται η επαναστατική αριστερά σε ένα κύμα ριζοσπαστικοποίησης της τάξης για να μην το χαραμίσει όπως έχει συμβεί τόσες φορές;

Υπάρχει μια μεγάλη ιστορική εμπειρία από  κυβερνήσεις της Αριστεράς. Μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και την ανατροπή του Κάιζερ το 1918 στη Γερμανία, δημιουργήθηκε κυβέρνηση της αριστεράς με συνεργασία Σοσιαλδημοκρατών με το κόμμα των Ανεξάρτητων Σοσιαλδημοκρατών. Στην Γαλλία και την Ισπανία οι κυβερνήσεις των Λαϊκών Μετώπων το 1936. Μεταπολεμικά στη Χιλή του Αλιέντε, στη Γαλλία οι κυβερνήσεις Σοσιαλιστών και Κομμουνιστών με το Κοινό Πρόγραμμα το 1981 με πρόεδρο τον Μιτεράν και το 1997 με πρωθυπουργό τον Ζοσπέν (η «πληθυντική αριστερά»).Στην ίδια αποτυχημένη σειρά προστέθηκε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.6,7

Δυο σημεία θέλουν ξεκαθάρισμα. Το πρώτο ότι κυβέρνηση της Αριστεράς δεν σημαίνει έλεγχος της αριστεράς πάνω στα κλειδιά του καπιταλισμού – ούτε στην οικονομία ούτε στο κράτος, ούτε στις ιδέες. Για να αποκτήσει τον έλεγχο πάνω σ’ αυτά, χρειάζεται διαφορετική στρατηγική, χρειάζεται να συγκρουστεί με ένα σύστημα που ανέχεται προσωρινά και σαν διάλειμμα αυτή την πολιτική εξέλιξη –ταυτόχρονα, όμως, κάνει συνεχώς την προσπάθεια να πιέσει για την προσαρμογή των κομμάτων της αριστεράς  που πήραν την κυβέρνηση. 

Το δεύτερο είναι ότι η κυρίαρχη τάξη αναγκάζεται να αποδεχτεί τέτοιες πολιτικές λύσεις όταν βρίσκεται με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο. Ενδεικτικό στην Ελλάδα, η πολιτική κρίση έφτασε στο σημείο να διαλυθούν τα κόμματα που κυβερνούσαν.  Σε τέτοιες στιγμές η άρχουσα τάξη διχάζεται ανάμεσα σε δυο επιλογές: ή να κάνουν πραξικόπημα –όπως το ’67 στην Ελλάδα και το 73 στη Χιλή– ή να αποδεχτούν προσωρινά την αριστερά στην κυβέρνηση σαν παρένθεση. Αυτό μας έχει δείξει η ιστορική εμπειρία και δεν μπορούμε να την αγνοήσουμε γιατί ούτε ο καπιταλισμός έχει αλλάξει ούτε ο ρεφορμισμός. 

Η επαναστατική εναλλακτική

Το ιστορικό παράδειγμα για το πώς η Αριστερά αξιοποιεί τις δυνατότητες σε τέτοιες στιγμές είναι, βέβαια, η επανάσταση στη Ρωσία το 1917 και η εφαρμογή της επαναστατικής στρατηγικής στην πράξη από τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους.

Το ορμητικό κύμα ριζοσπαστικοποίησης της εργατικής τάξης είχε ξεκινήσει ήδη από το 1912-13 με ένα μαζικό απεργιακό κίνημα. Το Φλεβάρη του 1913, η Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων συνεδριάζει σε διευρυμένη σύσκεψη  στην Κρακοβία και δίνει τον προσανατολισμό:

«Οι οργανώσεις του κόμματος, ευρύνοντας και εντείνοντας τη ζύμωση για τις άμεσες διεκδικήσεις του ΣΔΕΚΡ οφείλουν να προωθήσουν σε μια από τις πρώτες θέσεις της δράσης τους την ολόπλευρη υποστήριξη των επαναστατικών μαζικών απεργιών. (...) Το κύριο άμεσο καθήκον στον τομέα της οργανωτικής συγκρότησης στη σημερινή στιγμή είναι η δημιουργία σ’ όλες τις φάμπρικες και τα εργοστάσια καθαρά κομματικών παράνομων εργοστασιακών επιτροπών που θα αποτελούνται από τα πιο δραστήρια εργατικά στοιχεία. (...) Τώρα ωρίμασε τελείως η ανάγκη της δημιουργίας από τις σκόρπιες τοπικές ομάδες μιας καθοδηγητικής οργάνωσης σε κάθε κέντρο».8

Πριν ακόμα ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914 και πολύ πριν ο πόλεμος οδηγήσει τη Ρωσία σε επαναστατική κατάσταση το 1917, η στρατηγική που βάζει κέντρο την εργατική τάξη και την ηγεμονία της βοηθάει τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους να βάλουν τις βάσεις για τον ιστορικό ρόλο που έπαιξαν μέσα στο 1917. Χτίζουν το επαναστατικό κόμμα πηγαίνοντας με την Πράβδα στους εργατικούς χώρους, φτιάχνουν κομματικούς πυρήνες και ριζώνουν μέσα στην τάξη που έχει τη δύναμη να κάνει τη διαφορά, όταν έρχεται το μεγάλο κύμα.

Την Άνοιξη του 1917 ο Τσάρος είχε ανατραπεί και μια Προσωρινή Κυβέρνηση υποσχόταν να υλοποιήσει τις διεκδικήσεις του κινήματος που είχε φέρει την ανατροπή. Ωστόσο, οι επαναστάτες δεν περιορίζονται στην υπεράσπιση εκείνης της για «πρώτη φορά» δημοκρατικής κυβέρνησης (αν και το έκαναν και αυτό όταν κινδύνεψε να ανατραπεί από το πραξικόπημα Κορνίλοφ τον Αύγουστο). Ο Λένιν με τις Θέσεις του Απρίλη ξεκαθαρίζει ότι οι εργατικές διεκδικήσεις θα δικαιωθούν με τις δυνάμεις της εργατικής τάξης και συγκεκριμενοποιεί τον στόχο:  Όλη η εξουσία στα σοβιέτ. 

Έτσι φεύγει ο σοσιαλισμός από τη «σφαίρα της ουτοπίας» (ή της «δευτέρας παρουσίας», για να μην ξεχνάμε την εκσυγχρονισμένη εκδοχή αυτής της ρεφορμιστικής «εξυπνάδας») και γίνεται δικαίωση των προσδοκιών κάθε καταπιεσμένου. 

Ακόμη και μέσα στο Συνέδριο της νίκης των Σοβιέτ στις 26 Οκτώβρη (8 Νοέμβρη) του 1917, οι δεξιοί Μενσεβίκοι επέμεναν ότι τα σοβιέτ πρέπει να επιδιώξουν συμβιβασμούς. Για να εισπράξουν την απάντηση από τον Τρότσκι:

«Με ποιον να συμβιβαστούμε;  Ένας συμβιβασμός υποτίθεται ότι πρέπει να γίνει, λες και είμαστε δυο ισοδύναμες πλευρές, ανάμεσα  στα εκατομμύρια των εργατών και των αγροτών που εκπροσωπούνται σε αυτό το Συνέδριο και αυτούς που είναι πρόθυμοι, όχι για πρώτη ούτε για τελευταία φορά, να παζαρέψουν με την αστική τάξη όπως τη βολεύει. Όχι, εδώ δεν χωράει κανένας συμβιβασμός. Σε αυτούς που μας τα λένε αυτά πρέπει να πούμε: είστε άθλιοι χρεοκοπημένοι, πηγαίνετε εκεί που ανήκετε: στον κάλαθο των αχρήστων της ιστορίας!».9

Ο ρόλος της επαναστατικής Aριστεράς σαν πολιτική δύναμη που επικοινωνεί με τις εργατικές πρωτοπορίες, στηρίζεται και στηρίζει αυτές σε διαρκή σχέση μαζί τους δεν σταματάει ούτε με τη νίκη της επανάστασης. Χαρακτηριστικός είναι ο κατάλογος με τα συνέδρια που οργάνωσαν οι Μπολσεβίκοι τα πρώτα χρόνια μετά το 1917.

Δημοκρατική οργάνωση, λειτουργία και αλληλεπίδραση των επαναστατών με την τάξη και την πρωτοπορία της για να ανταποκρίνονται στις εξελίξεις και όχι στις τετραετίες της κοινοβουλευτικής ζωής, όπως καθιερώθηκε αργότερα μετά την επικράτηση του σταλινισμού.

Δεν πρέπει να περιμένουμε την επόμενη κορύφωση της ριζοσπαστικοποίησης της εργατικής τάξης και της νεολαίας για να συγκροτήσουμε την Αριστερά σήμερα σε επαναστατική βάση. Κάθε αναβολή και καθυστέρηση το μόνο που φέρνει είναι μεγαλύτερα περιθώρια για να εμφανιστούν ξανά ψεύτικοι «ρεαλισμοί» σαν αυτούς που καταρρέουν με πάταγο, στην Ελλάδα με την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και αντίστοιχα σε άλλες χώρες της Ευρώπης π.χ. με την κρίση της Die Linke στη Γερμανία. Είναι ώρα για να προχωρήσουμε γρήγορα και αποφασιστικά.

 

Εργατική δημοκρατία στην επαναστατική Ρωσία

Συνέδρια του κόμματος: 
Έβδομο 6-8 Μάρτη 1918,
Όγδοο 18-23 Μάρτη 1919,
Ένατο 29 Απρίλη-5 Μάη 1920,
Δέκατο 8-16 Μάρτη 1921,
Ενδέκατο 27 Μάρτη-2 Απρίλη 1922, 
Δωδέκατο 17-25 Απρίλη 1923

Συνέδρια των Σοβιέτ: 
Δεύτερο 25-26 Οκτώβρη (7-8 Νοέμβρη) 1917, 
Τρίτο 23-31 Δεκέμβρη 1917 (5-13 Γενάρη 1918), 
Τέταρτο 14-16 Μάρτη 1918,
Πέμπτο 4-10 Ιούλη 1918, 
Έκτο 6-9 Νοέμβρη 1918,
Έβδομο 5-9 Δεκέμβρη 1919,
Όγδοο 22-29 Δεκέμβρη 1920,
Ένατο 22-27 Δεκέμβρη 1921,
Δέκατο (ίδρυση ΕΣΣΔ) 23-27 Δεκέμβρη 1922.

Συνέδρια των συνδικάτων: 
Πρώτο 7-14 (20-27) Γενάρη 1918, 
Δεύτερο 16-25 Γενάρη 1919,
Τρίτο 6-13 Απρίλη 1920,
Τέταρτο 17-25 Μάη 1921,
Πέμπτο 17-22 Σεπτέμβρη 1922.

Συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνoύς: 
Πρώτο 2-6 Μάρτη 1919,
Δεύτερο 19 Ιούλη-7 Αυγούστου 1920, 
Tρίτο 22 Ιούνη-12 Ιούλη 1921, 
Τέταρτο 5 Νοέμβρη-5 Δεκέμβρη 1922.10

 

Σημειώσεις

1. Βλέπε σχετικά στην Εργατική Αλληλεγγύη Νο 1601, 1602 και 1603 στις 13 και 20 Δεκέμβρη 2023 και 3 Γενάρη 2024 https://ergatiki.gr/article.php?id=28367&issue=1601, https://ergatiki.gr/article.php?id=28398&issue=1602 και https://ergatiki.gr/article.php?id=28427&issue=1603

2. Κύρκος Δοξιάδης, Η ευθύνη των 11, Εφημερίδα των Συντακτών, 27 Δεκεμβρίου 2023, https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/416670_i-eythyni-ton-11

3. Λένιν, Ο ρεφορμισμός στη Ρωσική Σοσιαλδημοκρατία, Άπαντα, Σύγχρονη Εποχή, τόμος 20, σελ.318-9. 

4. Μαρξ-Ενγκελς,  Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, Σύγχρονη Εποχή, 1988

5. Antonio Gramsci, The study of philosophy, Selections from the Prison Notebooks, Lawrence and Wishart, London 1971, σελ. 365

6. Μαρία Στύλλου, Η Αριστερά στην κυβέρνηση οι εργάτες στους δρόμους, Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 109, Μάρτης-Απρίλης 2015, https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=756&issue
=109#gsc.tab=0

7. Πάνος Γκαργκάνας, Για να έχει συνέχεια η ελπίδα, Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 109, Μάρτης-Απρίλης 2015, https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=755&issue=109#gsc.tab=0

8. Λένιν, Η επαναστατική άνοδος, οι απεργίες και τα καθήκοντα του κόμματος, Άπαντα, Σύγχρονη Εποχή, τόμος 22, σελ. 270-1.

9. Tony Cliff, Lenin, volume 3, Pluto press, London, 1978, σελ. 4. Ελληνική έκδοση από το Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο

10. Tony Cliff, Lenin, volume 4, Pluto press, London, 1979, σελ. xi. Ελληνική έκδοση από το Μαρξιστικό βιβλιοπωλείο