Λευτεριά στην Παλαιστίνη – Ισραήλ, ιμπεριαλισμός και Παλαιστινιακή αντίσταση
Γιώργος Ράγκος, Δημήτρης Δασκαλάκης, Anne Alexander, Moshe Machover, Akiva Orr, Tony Cliff
120 σελίδες, 9€
Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο
Επανάσταση και εξέγερση στη Μέση Ανατολή
Σωτήρης Ρούσσος
267 σελίδες, 13€
Εκδόσεις Gutenberg
Ένα παγκόσµιο κίνηµα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη φουντώνει ξανά σε όλον τον κόσµο. Και µαζί του φουντώνει και η συζήτηση µέσα στην Αριστερά. ∆υο βιβλία που κυκλοφορούν –και που λειτουργούν σχεδόν συµπληρωµατικά το ένα µε το άλλο– έρχονται να συµβάλλουν µε τον καλύτερο τρόπο στο βάθεµα και το προχώρηµα αυτής της συζήτησης.
Η Παλαιστινιακή Αντίσταση δεν είναι «τροµοκρατία», ούτε η αλληλεγγύη σε αυτήν είναι αντισηµιτισµός, όπως λέει η προπαγάνδα του Ισραήλ και των ιµπεριαλιστών υποστηρικτών του σε µια συστηµατική ιδεολογική επίθεση ενάντια στην Αριστερά. Είναι αγώνας ύπαρξης ενός ηρωικού λαού ενάντια σε ένα ρατσιστικό κράτος-τροµοκράτη που θέλει να τον ξεριζώσει από τις εστίες του. Τα κείµενα που περιέχονται στο βιβλίο «Λευτεριά στην Παλαιστίνη – Ισραήλ, ιµπεριαλισµός και Παλαιστινιακή αντίσταση», εξηγούν και τις δυο αυτές θέσεις.
Με όπλο την ιστορία εξηγούν ότι το Ισραήλ είναι ένα κράτος εποίκων, προϊόν του αποικιοκρατικού σχεδίου ενός πολιτικού κινήµατος, του Σιωνισµού, που στηρίχτηκε –και στηρίζεται σήµερα– από τον ιµπεριαλισµό για να παίζει τον ρόλο του «µαντρόσκυλου» για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής και των πετρελαίων της. Ο Tony Cliff, στο κείµενό του που γράφτηκε αµέσως µετά τον Πόλεµο των Έξι Ηµερών το 1967 (και δηµοσιεύεται για πρώτη φορά στα ελληνικά), επισηµαίνει: «Με τον ίδιο τρόπο που το υπάρχον κοινωνικό σύστηµα είναι υπεύθυνο για τις συµφορές των Εβραίων, είναι επίσης ένοχο και για το ότι εκµεταλλεύεται τις καταστροφές που υπέστησαν, για αντιδραστικούς, καταπιεστικούς σκοπούς». Όπως τονίζει στην αρχή του κειµένου της η Anne Alexander: «Το εµπόρευµα που καθόρισε ότι οι λαοί της Μέσης Ανατολής θα υπέφεραν για δεκαετίες κάτω από ένα καθεστώς αποικιοκρατίας, ήταν το πετρέλαιο, το ζωογόνο αίµα του σύγχρονου καπιταλισµού».
Ούτε η Παλαιστινιακή Αντίσταση είναι τωρινό φαινόµενο, όπως εξηγούν και οι Γ. Ράγκος και ∆. ∆ασκαλάκης στα δικά τους κείµενα. Κρατάει από τη δεκαετία του 1930, πήρε νέα ορµή στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 µε τη δράση των ένοπλων παλαιστινιακών οργανώσεων της PLO. Και εκεί που έµοιαζε να κάµπτεται, ήρθε η πρώτη Ιντιφάντα (Εξέγερση) στη ∆υτική Όχθη και τη Γάζα το 1987-88 να ανατρέψει τα «δεδοµένα». Η χρεοκοπία των Συµφωνιών του Όσλο, που «έφεραν τη διάψευση των όποιων ελπίδων για ένα παλαιστινιακό κράτος», οδήγησε στη δεύτερη Ιντιφάντα το 2000. Η ζωτικότητα της αντίστασης του παλαιστινιακού λαού γεννάει και σήµερα νέα ριζοσπαστικοποίηση.
Η προπαγάνδα µάς βοµβαρδίζει καθηµερινά µε το δίληµµα: «Με τη ‘δηµοκρατία’ ή την ‘ισλαµική τροµοκρατία’ της Χαµάς»; Αλλά, όπως αναφέρει ο Γ. Ράγκος: «Η κύρια οργάνωση που αντιστέκεται στο Ισραήλ, από τη δεκαετία του 2000, είναι η Χαµάς… [που] αναπτύχθηκε επειδή η ηγεσία της PLO παραιτήθηκε από την αξίωση για ενιαίο παλαιστινιακό κράτος. Οι Παλαιστίνιοι έχουν κάθε δικαίωµα να συνεχίσουν τον αγώνα ενάντια στην ισραηλινή κατοχή και κάθε δικαίωµα να αντιστέκονται µε όποιο µέσο επιλέξουν».
Η υποστήριξη της Παλαιστινιακής Αντίστασης άνευ όρων δεν σηµαίνει, ωστόσο, ότι η συζήτηση για τη στρατηγική που θα φέρει «Λευτεριά στην Παλαιστίνη» σταµατάει σε αυτό το σηµείο. Η διχοτόµηση της ιστορικής Παλαιστίνης, η «λύση των δυο κρατών», ήταν η αφετηρία από την οποία το σιωνιστικό κίνηµα άρχισε να κτίζει το ρατσιστικό κράτος του Ισραήλ, µε τη στήριξη των ιµπεριαλιστών.
Η προοπτική, για «ένα δηµοκρατικό, σοσιαλιστικό κράτος στην Παλαιστίνη, όπου οι Άραβες και οι Εβραίοι θα µπορούν να ζουν µαζί ειρηνικά» όπως γράφει η Anne Alexander δεν περνάει από τη µεταρρύθµιση του σηµερινού σιωνιστικού κράτους του Ισραήλ. Σε µια πρωτοποριακή ανάλυσή τους που γράφτηκε το 1969 (και δηµοσιεύεται πρώτη φορά στα ελληνικά) o Moshe Machover και ο Akiva Orr, µέλη µιας αντισιωνιστικής διεθνιστικής επαναστατικής οµάδας µέσα στο Ισραήλ, εξηγούσαν γιατί:
«Το Ισραήλ αποτελεί µοναδική περίπτωση στη Μέση Ανατολή: χρηµατοδοτείται από τον ιµπεριαλισµό χωρίς να είναι αντικείµενο οικονοµικής εκµετάλλευσης από αυτόν… Αν και υπάρχουν ταξικές συγκρούσεις στην ισραηλινή κοινωνία, περιορίζονται από το γεγονός ότι η κοινωνία στο σύνολό της επιδοτείται από το εξωτερικό. Αυτό το προνοµιακό καθεστώς σχετίζεται µε το ρόλο του Ισραήλ στην περιοχή, και όσο ο ρόλος αυτός συνεχίζεται, υπάρχει µικρή προοπτική οι εσωτερικές κοινωνικές συγκρούσεις να αποκτήσουν επαναστατικό χαρακτήρα».
Ιστορικά, κάθε κορύφωση του αγώνα των Παλαιστινίων έχει πυροδοτήσει ένα µεγάλο εξεγερσιακό κύκλο του «αραβικού πεζοδρόµιου», των εργαζόµενων και της νεολαίας, ενάντια στα αντιδραστικά καθεστώτα και τις συµµαχίες τους µε τον ιµπεριαλισµό. Από την Ιορδανία και το Λίβανο τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 µέχρι τις επαναστάσεις της Αραβικής Άνοιξης το 2011. Σήµερα, το «φάντασµα» επιστρέφει µε το κίνηµα που βγαίνει στους δρόµους των αραβικών πρωτευουσών από τη Ραµπάτ µέχρι το Κάιρο, το Αµάν και τη Βαγδάτη µε σύνθηµα µια «Παλαιστίνη Λεύτερη από τον Ιορδάνη µέχρι τη Μεσόγειο».
Τις ιστορικές διαστάσεις αυτής της δυναµικής του αραβικού πεζοδρόµιου, αναδεικνύει το βιβλίο «Επανάσταση και εξέγερση στη Μέση Ανατολή» του Σωτήρη Ρούσσου, επικεντρώνοντας σε δυο επαναστατικά γεγονότα που η δράση των αραβικών µαζών έπαιξε τον καθοριστικό ρόλο –τη Μεγάλη Αραβική Εξέγερση στην Παλαιστίνη το 1936-1939 και την Επανάσταση στο Ιράν το 1979– και διαµόρφωσε την πορεία των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή.
Το όνοµα της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαµάς σήµερα, οι «Ταξιαρχίες του αλ Κασάµ», έχει τις ρίζες του στην Παλαιστινιακή εξέγερση της δεκαετίας του 1930. Τον Νοέµβρη του 1935 ο Ιζ αλ Ντιν αλ Κασάµ έπεφτε νεκρός πολεµώντας τον Βρετανικό στρατό και το σιωνιστικό πρόγραµµα εποικισµού της Παλαιστίνης. Στόχος του αλ Κασάµ ήταν να µπολιάσει µια εκσυγχρονισµένη µορφή του πολιτικού Ισλάµ µε τον αραβικό εθνικισµό. «Σε αντίθεση, όµως, µε τους άλλους ακτιβιστές και σε κόντρα µε τους προκρίτους επικέντρωσε τη δράση του στους φτωχούς Παλαιστίνιους εργάτες της Χάιφα και πρωτοστάτησε στη δηµιουργία εργατικού συνδικάτου, του Σωµατείου Αράβων Εργατών». Από αυτούς τους εργάτες και από τους άκληρους αγρότες έχτισε ένα δίκτυο ένοπλων αντάρτικων οµάδων. Η δολοφονία του από τους Βρετανούς και το ένοπλο σώµα των Σιωνιστών, τη Χαγκανά, έδωσε το έναυσµα της εξέγερσης.
Όπως γράφει ο συγγραφέας, «η πρώτη φάση της εξέγερσης από τον Απρίλιο του 1936 ως τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, κυριαρχείται από την πολύµηνη γενική απεργία, τον πρωταγωνιστικό ρόλο των νέων ακτιβιστών στις πόλεις και σποραδικές ένοπλες συγκρούσεις. Η δεύτερη φάση, από το φθινόπωρο του 1937 ως το 1939, χαρακτηρίζεται από την ένοπλη σύγκρουση στην ύπαιθρο».
Η αραβική γενική απεργία ανάγκασε την Βρετανική Εντολή να δροµολογήσει για πρώτη φορά την προοπτική της διχοτόµησης της Παλαιστίνης µε υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσµών, δίνοντας το 20% στο εβραϊκό µέρος και ενσωµατώνοντας το υπόλοιπο αραβικό 70% στο βασίλειο της Υπεριορδανίας. Οι σιωνιστές υποδέχτηκαν µε πολύ θετικό τρόπο αυτή την πρόταση γιατί «θα µπορούσε να γίνει εφαλτήριο για επέκταση και ευόδωση των στόχων τους και να δηµιουργήσει ‘κενή γη’ για νέους εποίκους». Οι Παλαιστίνιοι την απέρριψαν κι έτσι ξεκίνησε η ένοπλη εξέγερση που µέχρι τα µέσα του 1938 είχε καταφέρει να ελέγχει µεγάλο µέρος των χωριών της ενδοχώρας. Η κατάσταση άλλαξε µετά τη Συµφωνία του Μονάχου µε τη ναζιστική Γερµανία, όταν απελευθερώθηκαν βρετανικές δυνάµεις που προορίζονταν για το ευρωπαϊκό µέτωπο και κατέβηκαν στην Παλαιστίνη. Με απερίγραπτη καταστολή, κι έχοντας τη στήριξη της Χαγκανά, τελικά συνέτριψαν την εξέγερση.
Σε ένα κεφάλαιο µε τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ψωµί και Παλαιστίνη» ο Ρούσσος αναλύει το πώς η εξέγερση «διόγκωσε τα επαναστατικά κύµατα στις αραβικές χώρες», καθώς ενώθηκε µε την οργή των µαζών ενάντια στη φτώχεια και την ανεργία, την αποικιοκρατία και τα διεφθαρµένα µοναρχικά καθεστώτα στην Αίγυπτο, τη Συρία, το Ιράκ. Συµπερασµατικά: «Η εξέγερση µετέτρεψε το ζήτηµα της Παλαιστίνης σε ένα συναισθηµατικά φορτισµένο ιδεολογικό θέµα για όλον τον αραβικό κόσµο, που κυριαρχεί µέχρι σήµερα στο περιφερειακό σύστηµα της Μέσης Ανατολής».
Η Ιρανική Επανάσταση το 1979 είναι το άλλο παράδειγµα που χρησιµοποιεί ο συγγραφέας στο δεύτερο µέρος του βιβλίου. Το Ιράν του Σάχη ήταν ένα αιµατοβαµµένο δικτατορικό καθεστώς και ο καλύτερος σύµµαχος του αµερικάνικου ιµπεριαλισµού στην περιοχή. Οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν στα τέλη του 1978 µετατράπηκαν σε µαζική εξέγερση και τελικά σε γενική απεργία που πρωτοστάτησαν οι εργάτες του κρίσιµου τοµέα των διυλιστηρίων και της εξόρυξης πετρελαίου, καταλήγοντας στην ανατροπή του Σάχη.
Βασικό ρόλο, σύµφωνα µε τον Ρούσσο, στην οργάνωση της επανάστασης έπαιξε το πολιτικό Ισλάµ: η µεγάλη ριζοσπαστική µερίδα του κλήρου υπό τον Χοµεϊνί, που µέχρις ενός σηµείου επηρεαζόταν και από την ισλαµική εκδοχή του ρεύµατος της «θεολογίας της απελευθέρωσης», και υιοθέτησε µια σκληρή ρητορική υπέρ των απόκληρων και των φτωχών των πόλεων. Η Αριστερά, τόσο το Κοµµουνιστικό Κόµµα όσο και οι γκεβαρίστικες οργανώσεις που υποστήριζαν την ένοπλη πάλη, σπατάλησαν την ισχυρή επιρροή που είχαν στον εξεγερµένο κόσµο, ακολουθώντας µια πολιτική «ουράς» απέναντι στον Χοµεϊνί που υποτασσόταν στη στρατηγική των «σταδίων». Το τελικό αποτέλεσµα ήταν ο πλήρης έλεγχος να περάσει στους Ισλαµιστές, που όταν εδραιώθηκαν στην εξουσία, ταυτόχρονα µε τον έντονο αντιιµπεριαλισµό τους, εφάρµοσαν τα πιο σκληρά κατασταλτικά µέτρα απέναντι στους πρώην αριστερούς «συµµάχους» τους.
Το βιβλίο δεν µπαίνει ιδιαίτερα στο ρόλο και τα προβλήµατα της Αριστεράς στην Ιρανική Επανάσταση. (Την καλύτερη µαρξιστική ανάλυση για το ριζοσπαστικό Ισλάµ και την Αριστερά µπορείτε να διαβάσετε στο κείµενο του Κρις Χάρµαν «Ο Προφήτης και το Προλεταριάτο» που περιλαµβάνεται στην συλλογική έκδοση του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου «Η πάλη ενάντια στην Ισλαµοφοβία»). Όµως, παρουσιάζοντας αναλυτικά το µέγεθος της επίδρασης από τη νίκη της Ιρανικής Επανάστασης τόσο στο γεωπολιτικό πεδίο όσο και στα κινήµατα αντίστασης, αναδεικνύει το πόσο ρεαλιστική είναι η προοπτική ότι η λύση για την Παλαιστίνη και όλους τους λαούς στη Μέση Ανατολή βρίσκεται στα χέρια των «από κάτω» και των αγώνων τους.
∆υο βιβλία που αλληλοσυµπληρώνονται και που πραγµατικά αξίζει να διαβάσετε.