Άρθρο
Γερμανία - Η «ατμομηχανή» της ΕΕ σε κρίση

Τρακτέρ στην Πύλη του Βραδεμβούργου

O Σωτήρης Κοντογιάννης αναλύει την πολύπλευρη κρίση που συγκλονίζει τη Γερμανία αλλά και την ίδια την Αριστερά εκεί.

 

Η Γερμανία, η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας τα προηγούμενα χρόνια, έχει μετατραπεί σήμερα στον «μεγάλο ασθενή» της Ευρώπης. Η βιομηχανική παραγωγή, οι εξαγωγές και οι λιανικές πωλήσεις βρίσκονται σε καθοδική τροχιά. Ο πληθωρισμός, που είχε απογειωθεί στα τέλη του 2022 έχει μεν προσγειωθεί σε «φυσιολογικά» επίπεδα αλλά οι τιμές των προϊόντων στα ράφια παραμένουν σε δυσθεώρητα ύψη. Το βιοτικό επίπεδο έχει πέσει. Και συνεχίζει να πέφτει.

Η Γερμανία, όμως, δεν είναι μόνο από οικονομική άποψη ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης. Είναι «άρρωστη» και πολιτικά και κοινωνικά. Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι λέει η λαϊκή παροιμία. Η πηγή της πολυκρίσης που μαστίζει σήμερα το παγκόσμιο σύστημα είναι οι «μεγάλοι και ισχυροί» του χθες. Καθόλου τυχαία.

Από την κορυφή στον πάτο

Τη χρονιά που μας πέρασε η Γερμανία είχε, με τα λόγια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, «τις χειρότερες οικονομικές επιδόσεις στον κόσμο ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες».1 Κατά μέσο όρο οι αναπτυγμένες οικονομίες μεγεθύνθηκαν κατά 1,5% και οι αναπτυσσόμενες κατά 4% το 2023. Η Γερμανική οικονομία, αντίθετα, συρρικνώθηκε κατά 0,5%, παρασύροντας με αυτόν τον τρόπο μαζί της στον πάτο και την Ευρωζώνη και ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 κρατών-μελών. 

Οι οικονομικοί αναλυτές αποδίδουν την οικονομική αυτή αδιαθεσία της Γερμανίας σε δυο κυρίως παράγοντες: το υψηλό κόστος της ενέργειας και την πτώση των εξαγωγών προς την Κίνα.

Η Γερμανία διατηρούσε για δεκαετίες πολύ στενές σχέσεις με τη Ρωσία – αγνοώντας συστηματικά τις πιέσεις των ΗΠΑ και των άλλων χωρών μελών του ΝΑΤΟ. Αυτή η στενή σχέση συνεχίστηκε ακόμα και μετά το 2014 και την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της συνεργασίας ήταν ο αγωγός Nord Stream 2 για τη μεταφορά ορυκτού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία μέσω της Βαλτικής Θάλασσας. Η συμφωνία υπογράφτηκε το 2015 και η κατασκευή άρχισε το 2018 –σε πείσμα των κυρώσεων που είχε αποφασίσει η αμερικανική γερουσία ενάντια στις εταιρίες που συνεργάζονταν ή θα συνδέονταν μαζί του. Ο Όλαφ Σολτς, ο τότε υπουργός και σημερινός καγκελάριος της Γερμανίας είχε χαρακτηρίσει τότε την απόφαση της αμερικανικής γερουσίας «ακραία επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Γερμανίας και της Ευρώπης».2 Η Γερμανία πάγωσε τελικά τη λειτουργία του αγωγού μόλις τον Φλεβάρη του 2022, δυο ημέρες πριν τα ρωσικά τανκς εισβάλλουν στην Ουκρανία.3 Το κλείσιμο της στρόφιγγας της φτηνής ενέργειας από τη Ρωσία ήταν ένα σκληρό πλήγμα για ολόκληρη τη γερμανική οικονομία.

Η Κίνα ήταν και παραμένει ο κυριότερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας. Όπως έγραφε πριν από ένα περίπου χρόνο το πρακτορείο Ρόιτερς «το εμπόριο ανάμεσα στην Κίνα και την Γερμανία απογειώθηκε σε επίπεδα ρεκόρ την περασμένη χρονιά, κάνοντας με αυτόν τον τρόπο για έβδομη συνεχόμενη χρονιά την ασιατική χώρα τον πιο σημαντικό εμπορικό εταίρο της Γερμανίας».4 Τα πρόσφατα στοιχεία από την Γερμανική στατιστική αρχή δείχνουν ότι η Κίνα διατήρησε αυτή την πρωτιά και το 2023. Όμως με τεράστια πτώση: από τα 298 δις Ευρώ το 2022 έπεσε 15% κάτω, στα 253 δις το 2023, ελάχιστα μόνο πάνω από τις ΗΠΑ, τον δεύτερο σημαντικότερο εμπορικό εταίρο της Γερμανίας. Ακόμα χειρότερα, το εμπορικό ισοζύγιο με την Κίνα είναι για τη Γερμανία αρνητικό, οι εξαγωγές δηλαδή είναι λιγότερες από τις εισαγωγές.5 

Η γερμανική οικονομία έχει στρατηγικά προσανατολιστεί προς τις πιο «ποιοτικές» και ακριβές αγορές όπου μπορεί να αξιοποιεί το εμπορικό πλεονέκτημα του σήματος «Μade in Germany» –η επιμονή των γερμανικών κυβερνήσεων στα «υψηλά στάνταρτ» στην Ευρωπαϊκή Ένωση ώστε να αποκλείουν τους ανταγωνιστές δεν είναι καθόλου άσχετη με αυτή την επιλογή. Η Κίνα, όμως, έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να είναι το «φτηνό εργοστάσιο» του πλανήτη. 

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποφασίσει να απαγορεύσει την πώληση αυτοκινήτων με μη μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μετά το 2035.6 Τυπικά ο στόχος αυτού του μέτρου είναι ο περιορισμός των εκπομπών αερίων «του θερμοκηπίου» που ευθύνονται για την κλιματική αλλαγή. Πίσω από την επιφάνεια, όμως, κρύβονται τα συμφέροντα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας που προσπαθεί, με πρόσχημα το περιβάλλον και ισχυρό χαρτί την τεχνολογία, να προστατεύσει την εσωτερική της αγορά. Την περασμένη χρονιά, όμως, αυτή που ξεπέρασε την αμερικανική Tesla (την πρώτη μέχρι τότε σε πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων εταιρία στον κόσμο) δεν ήταν κάποια ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία αλλά η κινεζική BYD.7

Η Γερμανία κατέχει σήμερα το 25% της παγκόσμιας αγοράς σε εξαρτήματα αυτοκινήτων. Αλλά ο τομέας βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε διαρκή πτώση. Πάνω από 100 επιχειρήσεις έχουν βάλλει λουκέτο και πάνω από 30 χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν χαθεί μόνο μέσα στην περασμένη τριετία.8 

Πολιτική κρίση

Στις ομοσπονδιακές εκλογές που είχαν γίνει τον Σεπτέμβρη του 2021, τα τρία κόμματα του κυβερνητικού «κόκκινο-πράσινο-κίτρινου»9 συνασπισμού του Όλαφ Σόλτς κατείχαν λογιστικά την απόλυτη πλειοψηφία –αθροιστικά τα ποσοστά τους έφταναν στο 52%. Σήμερα, δυόμιση σχεδόν χρόνια μετά, η δημοτικότητα και των τριών κομμάτων έχει πέσει στα τάρταρα. Αν γίνονταν εκλογές την επόμενη Κυριακή με δυσκολία θα κατάφερναν να ξεπεράσουν αθροιστικά το 30%.10

Η κυβέρνηση βρίσκεται κυριολεκτικά στις συμπληγάδες. Από τη μια έχει να αντιμετωπίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που πυροδοτείται από την αύξηση των τιμών και τη γενικότερη υποχώρηση της οικονομίας. Και από την άλλη έχει να αντιμετωπίσει την αντεπίθεση της συντηρητικής δεξιάς που κάνει ακόμα πιο δύσκολη την προσαρμογή στις νέες συνθήκες.

Τον περασμένο Νοέμβριο η κυβέρνηση δέχτηκε ένα σκληρό πλήγμα από το ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο το οποίο, ύστερα από προσφυγή των Χριστιανοδημοκρατών11 έκρινε παράνομο το σχέδιο της κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει τα αναξιοποίητα 60 δις από το ταμείο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, για να ενισχύσει την οικονομία. Η απόφαση προκάλεσε ένα τεράστιο σοκ μέσα και έξω από τη Γερμανία. 

«Η κυβέρνηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς», έγραφε την επόμενη ημέρα η εφημερίδα Financial Times, «προσπαθεί απεγνωσμένα να αντιμετωπίσει τις πολιτικές και οικονομικές συνέπειες της απόφασης (του δικαστηρίου) … παραδεχόμενη ότι η ετυμηγορία έχει πλήξει συντριπτικά την ενεργειακή και κλιματική της πολιτική πολλών ετών».12

«Η Γερμανική κυβέρνηση», έγραφε η Guardian, «παλεύει να βρει κάποια διέξοδο από την κρίση πολλών δισεκατομμυρίων του προϋπολογισμού που απειλεί να διαλύσει την πολιτική της … και να βυθίσει την χώρα για πολλά χρόνια στην στασιμότητα».13

Στην ίδια την Γερμανία το φιλικό προς τους Σοσιαλδημοκράτες περιοδικό Der Spiegel έσπευσε να χαρακτηρίσει το Σολτς «ξερόλα» που ήταν έτοιμος «να βυθίσει την χώρα στο οικονομικό χάος».14

 Η απόφαση άνοιξε μια τεράστια χρηματοδοτική τρύπα στο ταμείο «για την κλιματική και οικονομική μεταμόρφωση» συνολικού προϋπολογισμού 177 δις ευρώ που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση για να χρηματοδοτήσει την επιτάχυνση «του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού» και την «μετάβαση στην πράσινη οικονομία» –να αντιμετωπίσει με άλλα λόγια τα μεγάλα ζητήματα που της έχουν κληροδοτήσει η διακοπή των στενών σχέσεων με την Ρωσία και οι εξελίξεις στην Κίνα. 

Το γερμανικό σύνταγμα θέτει πολύ αυστηρά όρια στα ποσά που μπορεί να δανειστεί μια κυβέρνηση –το διαβόητο «μαύρο μηδέν»– που δεν μπορεί να ξεπερνάνε το 0,35% του ΑΕΠ. Η διάταξη αυτή συμπεριλήφθηκε στο σύνταγμα το 2009 από την κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο ζενίθ της «χρηματοπιστωτικής» κρίσης με στόχο να προστατέψει το ευρώ και τις γερμανικές τράπεζες από τους κλυδωνισμούς που είχε προκαλέσει η χρεοκοπία της Λήμαν Μπράδερς λίγους μήνες νωρίτερα. Μέσα στα επόμενα χρόνια η Γερμανία, με πρωταγωνιστή τον Σόιμπλε, προσπάθησε να επιβάλει αυτό το «φρένο» σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούσαν από τότε ότι η διάταξη αυτή, παρόλο που το Σύνταγμα επέτρεπε την υπέρβαση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, ήταν μια ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας. Τώρα η βόμβα έσκασε απειλώντας να σπρώξει στον γκρεμό όχι μόνο τη γερμανική οικονομία αλλά και ολόκληρο τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. 

Κινητοποιήσεις

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση βάλλεται από «τα πάνω», από τους ανώτατους δικαστές, τους πολιτικούς της δεξιάς και το συντηρητικό κατεστημένο, οι «από τα κάτω» βράζουν. Από τις αρχές του χρόνου οι εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες κατεβαίνουν ξανά και ξανά σε απεργίες διεκδικώντας αυξήσεις και καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Στις 24 Γενάρη το «Γερμανικό Συνδικάτο Μηχανοδηγών Σιδηροδρόμου» (GDL), ένα σωματείο που έχει πάνω από 30 χιλιάδες μέλη, κάλεσε σε 6ήμερη απεργία – τη μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία του. Οι κινητοποιήσεις των μηχανοδηγών άρχισαν με μια «προειδοποιητική» στάση εργασίας 20 ωρών στις αρχές του περασμένου Νοέμβρη, συνεχίστηκαν με μια νέα 24ωρη απεργία στις αρχές του Δεκέμβρη, κλιμακώθηκαν με μια τριήμερη απεργία στις 10 Γενάρη και την εξαήμερη στις 24 Γενάρη. 

Στις αρχές του Φεβρουαρίου η σκυτάλη των απεργιών πέρασε στα χέρια της Ver.di, μιας ομοσπονδίας που καλύπτει ανάμεσα σε άλλους και τους εργαζόμενους στις συγκοινωνίες. Η απεργία που κάλεσε στις αεροσυγκοινωνίες πάγωσε τα αεροδρόμια και ανάγκασε την Lufthansa να προσγειώσει τα αεροπλάνα και να ακυρώσει εκατοντάδες πτήσεις. Μια δεύτερη απεργία που κάλεσε και πάλι η Ver.di στις τοπικές συγκοινωνίες ακινητοποίησε τα τραμ, το μετρό και τα λεωφορεία στο Βερολίνο και σε δεκάδες άλλες πόλεις.

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με την οργή των αγροτών. «Οι αγρότες που διαμαρτύρονται ενάντια στις περικοπές των επιδοτήσεων», γράφει η ανταπόκριση του πρακτορείου Ρόιτερς, «μπλόκαραν τις οδικές αρτηρίες με τα τρακτέρ τους, ξεφόρτωσαν κοπριές στους δρόμους και προσπάθησαν ακόμα και να εισβάλουν στο φεριμπότ στο οποίο επέβαινε ο υπουργός Οικονομικών Ρόμπερτ Χάμπεκ».15

Οι αγρότες είναι ένα από τα μεγάλα θύματα της «μαύρης τρύπας» που άνοιξε στον προϋπολογισμό η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Για να καλύψει το κενό η κυβέρνηση αποφάσισε ανάμεσα στα άλλα να καταργήσει την απαλλαγή από τον φόρο για τα αγροτικά οχήματα και τις φορολογικές ελαφρύνσεις στα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για τις καλλιέργειες. Η ανακοίνωση της απόφασης ήταν η σταγόνα που έκανε το ποτήρι της αγανάκτησης να ξεχειλίσει. Οι αγρότες κατέβηκαν στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι όχι μόνο για την πολιτική του Σολτς αλλά –όπως και οι αγρότες σε ολόκληρη την Ευρώπη– και για τις μεταρρυθμίσεις στην «Κοινή Αγροτική Πολιτική» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η οργή ανάγκασε την κυβέρνηση της Γερμανίας σε αναδίπλωση (ουσιαστικά ανακοίνωσε μια τριετή αναστολή των μέτρων). Αλλά ήταν πια πολύ αργά.

Ρατσισμός

Τα ξημερώματα της 7ης Νοεμβρίου, ύστερα από μια μαραθώνια συνεδρίαση, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε τα νέα μέτρα για «την αντιμετώπιση των προσφυγικών ροών». Ο ίδιος ο Σολτς χαρακτήρισε την απόφαση «ιστορική». Και είναι πράγματι: τα νέα μέτρα προβλέπουν περικοπές στα κοινωνικά επιδόματα για τους πρόσφυγες, επιτάχυνση των διαδικασιών έγκρισης ή απόρριψης των αιτήσεων για άσυλο και μαζικές απελάσεις. Πρόκειται για μια ιστορικών διαστάσεων στροφή της γερμανικής πολιτικής προς τον ρατσισμό. Ακόμα και οι Πράσινοι, που συμμετέχουν στην τρικομματική κυβέρνηση αναγκάστηκαν να πάρουν φραστικά αποστάσεις: «τα νέα μέτρα θα αυξήσουν τις κοινωνικές εντάσεις και θα κάνουν την ενσωμάτωση ακόμα πιο δύσκολη», δήλωσε ο υπεύθυνος για την μεταναστευτική πολιτική τω Πρασίνων στις εφημερίδες.16 

Η Γερμανία, όπως και όλες σχεδόν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται τα τελευταία χρόνια αντιμέτωπη με μια τρομαχτική έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού –που έχει τις ρίζες της στην «χαμένη δεκαετία» που πυροδότησε η κρίση του 2008/9. Η μοναδική ελπίδα που έχουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες για να καλύψουν αυτό το κενό είναι η μετανάστευση. Η ίδια η κυβέρνηση του Σολτς έχει δημόσια αναγνωρίσει την ανάγκη προσέλκυσης εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού από άλλες χώρες –τον περασμένο Αύγουστο δημοσιοποίησε τα σχέδιά της για την διευκόλυνση της απόκτησης τους γερμανικής ιθαγένειας για τους μετανάστες που κρίνονται απαραίτητοι για την οικονομία.17 

Τα σκληρά μέτρα απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες δεν έχουν καμιά ορθολογική βάση. Ο μοναδικός τους στόχος είναι καλλιέργεια του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, η προώθηση της αντίληψης «εμείς» και «αυτοί», όπου στο «εμείς» περιλαμβάνονται όλοι οι Γερμανοί, ανεξάρτητα από τη θέση τους στην κοινωνία, τον πλούτο τους και τη δύναμή τους και στους «αυτοί» οι ξένοι, οι «απολίτιστοι», οι «σκουρόχρωμοι», οι «μουσουλμάνοι» και πάει λέγοντας. Στις 18 Ιανουαρίου το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο ενέκρινε το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την άμεση απέλαση των προσφύγων των οποίων η αίτηση για χορήγηση ασύλου έχει απορριφθεί. 

Ο μεγάλος κερδισμένος, όμως, από την έξαρση του ρατσισμού στη Γερμανία είναι η ακροδεξιά και οι φασίστες.

Σύσκεψη στο Πότσνταμ

Στις 15 Γενάρη η δημοσιογραφική ιστοσελίδα Correctiv δημοσίευσε ένα αποκαλυπτικό άρθρο για μια μυστική συνάντηση ακροδεξιών από την Γερμανία και την Αυστρία που είχε πραγματοποιηθεί σε ένα ξενοδοχείο στο Πότσνταμ, μια πόλη στα νοτιοδυτικά του Βερολίνου, στα τέλη του Νοέμβρη.18 Κεντρικός ομιλητής σε αυτή τη συγκέντρωση ήταν ο Μάρτιν Σέλνερ, ένας διαβόητος αυστριακός νεοναζί. Αντικείμενο της σύσκεψης ήταν η απέλαση των «μη ενσωματωμένων» μεταναστών –ανεξάρτητα από το αν έχουν άσυλο, άδεια παραμονής ή ακόμα και γερμανική υπηκοότητα. Μαζί με τους ίδιους τους μετανάστες, ο Σέλνερ και οι υπόλοιποι ομιλητές της σύσκεψης ήθελαν να απελάσουν και τους «αλληλέγγυους», τους ακτιβιστές του αντιρατσιστικού κινήματος και της αριστεράς που υπερασπίζονται τους πρόσφυγες και τα ανοιχτά σύνορα για τους εργάτες και τους φτωχούς. 

Αυτοί που είχαν συγκεντρωθεί για να ακούσουν και να συνομιλήσουν με τον Σέλνερ ήταν σχεδόν όλοι μέλη και στελέχη του AfD –της ακροδεξιάς «Εναλλακτικής για την Γερμανία». Οικοδεσπότης της σύσκεψης ήταν ο Ρόλαντ Χάρτβιγκ, ο γραμματέας της Αλίς Βάιντελ, της «φύρερ» του AfD. Ανάμεσα στους «υψηλούς» προσκεκλημένους που συμμετείχαν στην συνάντηση ήταν η Γκέριτ Χούι, βουλευτίνα στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο του AfD, ο Ούλριχ Σίγκμουντ, αρχηγός της κοινοβουλευτικής ομάδας του AfD στο κρατίδιο της Σαξονίας – Άνχαλτ, ο Τιμ Κράουζε, ο υπεύθυνος του AfD του Πότσνταμ. Ακόμα και δυο μέλη του CDU ήταν εκεί, εκπροσωπώντας την συντηρητική οργάνωση βάσης του κόμματος WerteUnion (Ένωση Αξιών). Όλοι τους, χωρίς εξαίρεση, χειροκρότησαν θερμά τον Σέλνερ. Η πρόσκληση συνοδευόταν από «εισιτήριο», τουλάχιστον πέντε χιλιάδων Ευρώ, «για την χρηματοδότηση της πρωτοβουλίας».19

Το δημοσίευμα του Correctiv ξεσήκωσε θύελλα στη Γερμανία. Η Βάιντελ αναγκάστηκε να «απολύσει» τον Χάρτβιγκ και να πάρει αποστάσεις από τη μυστική συγκέντρωση. Η κυβέρνηση κήρυξε τον Σέλνερ ανεπιθύμητο και του απαγόρευσε την είσοδο στη χώρα. Και μέσα στις επόμενες ημέρες όλες οι μεγάλες πόλεις της Γερμανίας πλημμύρισαν από αντιφασίστες διαδηλωτές. 

Η ίδια η κυβέρνηση του Σολτς έτρεξε υποκριτικά να στηρίξει τις διαδηλώσεις αυτές. Αλλά, όπως φάνηκε και έμπρακτα αμέσως μετά, χωρίς να αλλάξει ούτε κατά ένα χιλιοστό την ρατσιστική της πολιτική, τον κύριο τροφοδότη του AfD.

Οι διαδηλώσεις σταμάτησαν για λίγο την προέλαση του AfD –που βαδίζει από εκλογική επιτυχία σε εκλογική επιτυχία τους τελευταίους μήνες. Μέσα στη φετινή χρονιά θα γίνουν τοπικές εκλογές σε τρία κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας. Και στα τρία το AfD βρίσκεται στις δημοσκοπήσεις μπροστά και από τα τρία κόμματα της συμπολίτευσης και μια ανάσα μόνο πίσω από το CDU. Τα κόμματα του κοινοβουλίου προσπαθούν να σταματήσουν αυτή τη διαρροή προς την ακροδεξιά αντιγράφοντας την ρατσιστική φρασεολογία του ίδιου του AfD. Αντί να αδυνατίζει, όμως, τους φασίστες αυτή η επιλογή απλά τους νομιμοποιεί και τους δυναμώνει.

Η Αριστερά

Ένα μεγάλο τμήμα της γερμανικής αριστεράς έχει δυστυχώς «τσιμπήσει» και αυτό σε αυτή την γραμμή. Τον περασμένο Οκτώβρη η Die Linke, το Κόμμα της Αριστεράς, διασπάστηκε στα δυο. Η διάσπαση προκλήθηκε από την Σάρα Βάγκενκνεχτ, ένα από τα ιστορικά στελέχη και πρώην αρχηγό της Die Linke. Η Βάγκενκνεχτ αντιπολιτευόταν ανοιχτά εδώ και πολύ καιρό της ηγεσία της Die Linke την οποία κατηγορούσε για «δικαιωματισμό». Η αριστερά, έλεγε και λέει η Βάγκενκνεχτ, πρέπει να πάψει να ασχολείται με τους μετανάστες, τις μειονότητες και τα κινήματα και να εστιάσει στα προβλήματα της εργατικής τάξης –τα οποία έχει «ξεχάσει». Στην πραγματικότητα αυτό που λέει είναι ότι η αριστερά αντί να κοντράρει το AfD θα πρέπει να το μιμηθεί –να υποκύψει δηλαδή στον ρατσισμό έτσι ώστε να μπορεί να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τον κόσμο που επηρεάζει. Η Βάγκενκνεχτ ούτε συμμετείχε, ούτε καλούσε στις μεγάλες διαδηλώσεις ενάντια στο AfD. Η δικαιολογία της: η ακροδεξιά δεν αδυνατίζει με διαδηλώσεις.

Η διάσπαση στέρησε από την Die Linke την ιδιότητα του «κόμματος» στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο –όπου θεωρείται πλέον «ομάδα». Αλλά η ηγεσία της έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την κρίση που έχει χτυπήσει την γερμανική αριστερά. Η Die Linke μπορεί να έχει ξεκάθαρη γραμμή απέναντι στον φασισμό και τον ρατσισμό, έχει προσαρμοστεί όμως στην επίσημη πολιτική του γερμανικού κράτους στα μεγάλα ζητήματα –τον πόλεμο στην Ουκρανία και την γενοκτονία στην Γάζα.

Η κρίση στην κορυφή της Die Linke έχει ρίξει βαριά την σκιά της σε ολόκληρη την αριστερά. Η «πλατφόρμα» Marx 21 διασπάστηκε πρόσφατα στα τρία. Ο τίτλος, τα έντυπα και η ιστοσελίδα της οργάνωσης έμειναν στα χέρια ενός τμήματος της παλιάς ηγεσίας που διατηρεί στενές σχέσεις –όχι μόνο πολιτικά αλλά και οικονομικά και οργανωτικά– με την συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Τα δυο άλλα τμήματα που προήλθαν από την διάσπαση μοιράζονται πολλές ιδέες μεταξύ τους αλλά διαφωνούν ως προς τις σχέσεις που θα πρέπει να έχει η επαναστατική αριστερά με την Die Linke. Όπως λέει η Κριστίνε Μπούχολτς, πρώην μέλος του Marx 21 και πρώην βουλευτίνα της Die Linke στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο, σε μια πρόσφατη συνέντευξή της στο περιοδικό ISJ20 αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι η οργάνωση: «Θα δημιουργήσουμε μια καινούργια οργάνωση… Παύουμε να είμαστε ένα χαλαρό δίκτυο μέσα στην Die Linke και αρχίζουμε να χτίζουμε μια ανεξάρτητη οργάνωση. Θα λειτουργούμε εν μέρει και μέσα στην Die Linke, αλλά θα είμαστε σε θέση να λειτουργούμε και ανεξάρτητα. Για παράδειγμα, μέσα στο κίνημα συμπαράστασης στην Παλαιστίνη… Δεν δεσμευόμαστε από το ευρύτερο ρεφορμιστικό κόμμα (την Die Linke)».

 

Σημειώσεις

1. Germany was worst-performing major economy last year, Financial Times, 15.01.2024

2. Germany, EU decry US Nord Stream sanctions, DW 21.12.2019

3. Germany freezes Nord Stream 2 gas project as Ukraine crisis deepens, Reuters 22.02.2022

4. China remains Germany's main trading partner for seventh year, Reuters 8.02.2023

5. China still Germany's most important trading partner in 2023, but by a small margin, Destatis 14.02.2024

6. EU countries approve 2035 phaseout of CO2-emitting cars, Reuters 29.03.2023

7. Tesla overtaken by BYD as world’s biggest electric vehicle maker, Financial Times 2.01.2024

8. German car suppliers struggle to adjust to EV shift, Financial Time 21.01.2024

9. Από τα χρώματα των τριών κομμάτων, το κόκκινο των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), το πράσινο των Πράσινων (Grünen) και το κίτρινο των Φιλελεύθερων (FDP).

10. Fractious German coalition lurches from crisis to crisis, Financial Times 18.01.2024

11. Στη Βαυαρία υπάρχει χωριστό χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, το CSU που όμως συνεργάζεται μόνιμα με τους «ομοσπονδιακούς» Χριστιανοδημοκράτες (το CDU).

12. German top court strikes down €60bn off-budget climate fund, Financial Times 15.11.2023

13. Fear and anger rise in Germany over handling of budget crisis, The Guardian 1.12.2023

14. Absturz eines Besserwissers, Der Spiegel 24.11.2023

15. Germany on strike: Winter of discontent tests industrial model, Reuters 7.02.2024

16. German chancellor Olaf Scholz agrees ‘historic’ stricter migration policy, The Guardian 7.11.2023

17. Germany is moving forward with a plan to ease its citizenship rules as it seeks to attract workers, AP, 23.8.2023

18. Secret plan against Germany, www.correctiv.org, 15.1.2024

19. Όλες οι πληροφορίες για τη μυστική συνάντηση του Πότσνταμ προέρχονται από το δημοσίευμα του correctiv.

20. Interview: Die Linke’s crisis and the German far left, ISJ 181, December 2023