Ο Σωτήρης Κοντογιάννης εξηγεί γιατί ο «πόλεμος δι' αντιπροσώπων» NATO-Ρωσίας έχει βαλτώσει, αλλά η σφαγή παρατείνεται με νέα «πακέτα» εξοπλισμών.
Το Σάββατο, 20 Απρίλη η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ενέκρινε ύστερα από μήνες διαβουλεύσεων, αντιπαραθέσεων και ανταγωνισμών, ένα νέο πακέτο στρατιωτικής βοήθειας ύψους 61 δις δολαρίων προς την Ουκρανία.
Η βοήθεια έρχεται σε μια στιγμή κρίσιμη για τον πόλεμο που μαίνεται από τον Φεβρουάριο του 2020 μέχρι σήμερα ανάμεσα στο Κίεβο και την Μόσχα. Η «μεγάλη ουκρανική αντεπίθεση» που ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο έχει καταλήξει σε παταγώδη αποτυχία. Τα πολεμοφόδια τελειώνουν, η αντιαεροπορική άμυνα δυσκολεύεται όλο και πιο πολύ να αντιμετωπίσει τις ρωσικές επιθέσεις, το ηθικό του στρατεύματος βρίσκεται στα τάρταρα και η κυβέρνηση αναγκάζεται να καλεί ολοένα και νέες κλάσεις στο μέτωπο.
Ο Ζελένσκι και οι υπουργοί του απευθύνουν συνεχώς τους τελευταίους μήνες δραματικές εκκλήσεις προς τους δυτικούς τους συμμάχους για βοήθεια. Ο μεγαλύτερος χρηματοδότης του ουκρανικού στρατού μέσα σε αυτά τα δυο χρόνια του πολέμου ήταν, με διαφορά η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα 27 κράτη – μέλη της. Το ένα έκτο περίπου από αυτή τη βοήθεια προέρχεται από μια μόνο χώρα, τη Γερμανία.
Το περασμένο φθινόπωρο, όμως, το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας μπλόκαρε, ύστερα από προσφυγή των Χριστιανοδημοκρατών (CDU-CSU), τα σχέδια της γερμανικής, τρι-κομματικής (Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι, Φιλελεύθεροι) του Όλαφ Σολτς να αξιοποιήσει τα 60 περίπου δις Ευρώ που είχαν ξεμείνει αδιάθετα στο «ταμείο για την αντιμετώπιση της πανδημίας» για να χρηματοδοτήσει τον «φιλόδοξο» προϋπολογισμό του 2024. Η ετυμηγορία «έπληξε συντριπτικά την … πολιτική πολλών ετών»1 όπως παραδέχτηκε η ίδια η κυβέρνηση του Σολτς. Ταυτόχρονα, όμως, στένεψε αποφασιστικά και τα οικονομικά περιθώρια της Γερμανίας να συνεχίσει να ενισχύει την Ουκρανία.
Την ίδια στιγμή στις ΗΠΑ, τον δεύτερο μεγαλύτερο χρηματοδότη του ουκρανικού στρατού, όλες οι προτάσεις του Λευκού Οίκου να στηρίξει με κάποιο νέο γενναίο πακέτο βοήθειας την κυβέρνηση του Ζελένσκι σκόνταφταν εδώ και μήνες συστηματικά στο «βέτο» της σκληροπυρηνικής πτέρυγας του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Οι Ρεπουμπλικάνοι ελέγχουν με μια μικρή πλειοψηφία την Βουλή των Αντιπροσώπων (την «κάτω βουλή» των ΗΠΑ) και οι σκληροπυρηνικοί εμφανίζονται αποφασισμένοι να σαμποτάρουν με κάθε τρόπο τον Λευκό Οίκο. Τον περασμένο Σεπτέμβρη ο Ρεπουμπλικάνος Πρόεδρος της Βουλής Κέβιν Μακάρθι καθαιρέθηκε από τη θέση2 του γιατί τόλμησε να κατεβάσει έναν συμβιβαστικό προϋπολογισμό που έσωσε, στο παρά πέντε, το αμερικανικό δημόσιο από μια ατιμωτική «στάση πληρωμών». Ο προϋπολογισμός υπερψηφίστηκε τελικά από σχεδόν όλους τους βουλευτές του Δημοκρατικού Κόμματος και τους μισούς του Ρεπουμπλικανικού, αλλά ξεσήκωσε θύελλα από το πιο ακραίο, φιλοτραμπικό κομμάτι. Ο βασικός «συμβιβασμός» στο σχέδιο του Μακάρθι ήταν η περικοπή των κονδυλίων βοήθειας προς την Ουκρανία.
Η λύση της 20ης Απριλίου ήρθε από τον Ρεπουμπλικάνο διάδοχο του Μακάρθι στην Προεδρία της Βουλής, τον Μάικ Τζόνσον.3 Ο Τζόνσον, αφού είχε απορρίψει όλες τις προτάσεις του Λευκού Οίκου κατέβασε μια δική του πρόταση για ένα πακέτο στρατιωτικής και ανθρωπιστικής βοήθειας συνολικού ύψους 95 δις που θα μοιραστεί στους τρεις βασικούς «απειλούμενους» συμμάχους των ΗΠΑ, στην Ουκρανία (61 δις), το Ισραήλ (26 δις) και την Ταιβάν (8 δις). Το πακέτο ψηφίστηκε, όπως και ο προϋπολογισμός του Μακάρθι του περασμένου Σεπτέμβρη από τους βουλευτές του Δημοκρατικού Κόμματος και τους μισούς περίπου βουλευτές των Ρεπουμπλικάνων. Παρόλο που ο Τζόνσον είναι στενός συνομιλητής και υποστηριχτής του Τραμπ δεν κατάφερε να πείσει το σκληροπυρηνικό κομμάτι του κόμματός του -που καταψήφισε το πακέτο. Η Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν,4 η διαβόητη ακροδεξιά βουλευτίνα από την Τζόρτζια, ζητάει τώρα την αποπομπή του από το αξίωμα του προέδρου της Βουλής. «Η προεδρία του Μάικ Τζόνσον έληξε» δήλωσε στα κανάλια. «Πρέπει να κάνει το σωστό και να παραιτηθεί … Αν δεν το κάνει μόνος του, θα καθαιρεθεί».
Οι αντιρρήσεις, οι καυγάδες και οι συγκρούσεις αντανακλούν τα αδιέξοδα στο ίδιο το μέτωπο Ουκρανίας-Ρωσίας παρά τα μικροκομματικά συμφέροντα των βουλευτών που προσπαθούν να μπλοκάρουν την στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο. Και ταυτόχρονα αντανακλούν τα συνολικότερα αδιέξοδα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Πόλεμος δια αντιπροσώπων
Ο πόλεμος που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2020 με την επίθεση του Πούτιν δεν είναι ένας πόλεμος ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία. Είναι ένας πόλεμος «δια αντιπροσώπων» ανάμεσα στο ΝΑΤΟ, την μεγαλύτερη πυρηνική υπερδύναμη του πλανήτη και τη Ρωσία, τη δεύτερη μεγαλύτερη πυρηνική υπερδύναμη του κόσμου.
Οι ρίζες αυτού του πολέμου πάνε πολλές δεκαετίες πίσω στην ιστορία. Η Ρωσία ήταν μαζί με τις ΗΠΑ ο ένας από τους δυο μεγάλους νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά το τέλος του πολέμου οι νικητές μοίρασαν τη λεία μεταξύ τους. Με βάση τις διαβόητες συμφωνίες της Γιάλτας οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων (πλην της Ελλάδας) πέρασαν στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας ενώ οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης (και η Ελλάδα) στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ. Η Γερμανία, ο μεγάλος ηττημένος του πολέμου, διαμελίστηκε στα δυο. Το δυτικό κομμάτι (η Ομοσπονδιακή Γερμανία όπως ονομάστηκε) πέρασε στην δικαιοδοσία της Δύσης ενώ το ανατολικό (η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας) παραδόθηκε στον έλεγχο της Ρωσίας.
Παρά τις συμφωνίες και τη μοιρασιά οι δυο μεγάλες δυνάμεις του μεταπολεμικού κόσμου ήρθαν πολύ γρήγορα σε σύγκρουση μεταξύ τους. Το αποτέλεσμα ήταν ο «Ψυχρός Πόλεμος», μια περίοδος ακραίου στρατιωτικού ανταγωνισμού ανάμεσα στα δυο «μπλοκ» που κράτησε χοντρικά από το 1948 μέχρι το 1991. Μέσα στην περίοδο αυτή, οι στρατοί του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας5 – όπως ονομάζονταν οι αντίστοιχοι στρατιωτικοί σύνδεσμοι των δυο μπλοκ- δεν συγκρούστηκαν ποτέ άμεσα μεταξύ τους. Στην Ευρώπη τα όπλα σίγησαν για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο για την «γηραιά ήπειρο». Αλλά έξω από την Ευρώπη οι πόλεμοι «δια αντιπροσώπων» ήταν μια μόνιμη σχεδόν πραγματικότητα.
Η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου έκλεισε το 1991 ύστερα από ένα κύμα εξεγέρσεων που οδήγησε στην ανεξαρτητοποίηση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης το 1989 και τον διαμελισμό της ίδιας της ΕΣΣΔ δυο χρόνια αργότερα. Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας διαλύθηκε. Αλλά όχι και το ΝΑΤΟ. Αντί να διαλυθεί έγινε μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση ο ένας από τους δυο πυλώνες της λεηλασίας των παλαιών κτήσεων της ηττημένης Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Αυτή η λεηλασία δεν ήταν ούτε ομαλή, ούτε ομοιόμορφη. Η Ανατολική Γερμανία ενώθηκε «συναινετικά» με τη Δυτική, ύστερα από μια εξέγερση την οποία η άρχουσα τάξη της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν τόλμησε να καταστείλει. Η Γιουγκοσλαβία παραδόθηκε στον «εμφύλιο πόλεμο» και διαμελίστηκε σε πολλά μικρά κρατίδια, κάποια από τα οποία έχουν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και κάποια όχι.6 Το 2008 το ΝΑΤΟ προσπάθησε να «αρπάξει» την Γεωργία7 αλλά η Ρωσία κατάφερε να ακυρώσει το σχέδια του με μια πετυχημένη στρατιωτική εισβολή.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεκίνησε ουσιαστικά το 2014 όταν μια εξέγερση έριξε τη διεφθαρμένη κυβέρνηση του Βίκτορ Γιανούκοβιτς. Η Δύση έτρεξε να αρπάξει την ευκαιρία. Το αποτέλεσμα ήταν να χωριστεί η χώρα στα δύο: στο Κίεβο εγκαταστάθηκε η φιλοδυτική κυβέρνηση του Πέτρο Ποροσένκο, ενώ η περιοχή του Ντονμπάς (οι επαρχίες που βρίσκονται στα σύνορα με τη Ρωσία) κήρυξε, με τη «βοήθεια» ρωσικών παραστρατιωτικών σωμάτων την ανεξαρτησία της. Ταυτόχρονα η Ρωσία εισέβαλλε και κατέλαβε τη χερσόνησο της Κριμαίας -στην οποία διατηρεί ναυτική και στρατιωτική βάση- και την προσάρτησε. Από τότε μέχρι σήμερα ο «εμφύλιος» πόλεμος δεν έχει σταματήσει ποτέ στην ανατολική Ουκρανία. Και όλες οι διπλωματικές προσπάθειες ειρήνευσης που ακολούθησαν ανάμεσα στη Ρωσία, τη Δύση και την Ουκρανία ναυάγησαν παταγωδώς.
Η ρωσική εισβολή του 2020 ήταν μια προσπάθεια του Πούτιν να επιβάλει τον έλεγχό του με τα όπλα. Η απόφαση της εισβολής πάρθηκε τον Αύγουστο του 2021 όταν η ατιμωτική αποχώρηση των τελευταίων δυνάμεων των ΗΠΑ από το αεροδρόμιο της Καμπούλ στο Αφγανιστάν και η παράδοση της εξουσίας, ύστερα από 20 σχεδόν χρόνια πολέμου πίσω στους Ταλιμπάν, έδειξε ανάγλυφα την αδυναμία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού να επιβάλλει τα συμφέροντά του πάνω στον πλανήτη.
Οι ΗΠΑ και ολόκληρος ο δυτικός κόσμος ήταν αδύνατο να μην απαντήσουν στην «πρόκληση». Ταυτόχρονα, όμως, δεν είναι διατεθειμένες να «σπάσουν» το ταμπού της μη άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία που θα μπορούσε να πυροδοτήσει έναν παγκόσμιο πυρηνικό πόλεμο. Το αποτέλεσμα είναι ο παρατεταμένος πόλεμος που βλέπουμε σήμερα στην Ουκρανία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ παρέχουν τα όπλα και οι Ουκρανοί το έμψυχο υλικό – τη νεολαία που τραυματίζεται, ακρωτηριάζεται και πεθαίνει στα μέτωπα της ανατολής.
Τα δεδομένα του μετώπου
Στις 11 Απριλίου μια ρωσική επίθεση με πυραύλους και μη-επανδρωμένα αεροσκάφη (ντρόουνς) κατέστρεψε ολοσχερώς την Τριπίλσκα, έναν από τους μεγαλύτερους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ουκρανίας που βρίσκεται στις όχθες του Δνείπερου ποταμού, σαράντα περίπου χιλιόμετρα νότια του Κιέβου.
Η ανατίναξη της Τριπίλσκα ήταν η απάντηση της Μόσχας στην επίθεση που είχε εξαπολύσει την 1η Απριλίου -και αυτή με ντρόουνς- η Ουκρανία ενάντια στο τρίτο μεγαλύτερο διυλιστήριο της Ρωσίας στο Νιζνεκάμσκ, μια πόλη που απέχει εκατοντάδες χιλιόμετρα από το Κίεβο. «Η Ουκρανία», έγραφε στις 2 Απριλίου η εφημερίδα Financial Times, «έχει αρχίσει, σε μια επίδειξη δύναμης, να στέλνει τα δικής της κατασκευής ντρόουνς στη Μόσχα από τον Μάιο του 2023. Από τον Σεπτέμβριο του 2023 έχει αρχίσει να χτυπάει στρατιωτικά σημαντικούς στόχους μέσα στην ίδια τη Ρωσία. Μέσα στη φετινή χρονιά … έχει πλήξει δέκα ρωσικά διυλιστήρια και αποθήκες πετρελαίου καθώς και τρία εργοστάσια εξόρυξης και επεξεργασίας μετάλλου».
Οι καταστροφές, όμως, που προκαλούν αυτές οι επιθέσεις είναι περιορισμένες. Στο διυλιστήριο Νιζνεκάμσκ ξέσπασε πυρκαγιά μετά την ουκρανική επίθεση – η οποία και κατασβήστηκε μέσα σε 20 λεπτά, χωρίς να προκαλέσει καμιά σημαντική ζημιά στο εργοστάσιο. Αντίθετα, ρωσική επίθεση στην Τριπίλσκα -όχι μόνο με ντρόουνς αλλά και με πυραύλους- ανατίναξε την κεντρική τουρμπίνα του εργοστασίου θέτοντάς το οριστικά εκτός λειτουργίας.
Η Ρωσία έχει αναπτύξει ένα νέο είδος όπλου – παλιές βόμβες της εποχής της Σοβιετικής Ένωσης εφοδιασμένες με πτερύγια, τουρμπίνες και μοντέρνα συστήματα καθοδήγησης. Οι Ουκρανοί τις ονομάζουν «βόμβες ολίσθησης». Ο βόμβες αυτές δεν έχουν την ακρίβεια που έχουν οι σύγχρονοι πύραυλοι αλλά μπορούν παρόλα αυτά να πετύχουν τον στόχο τους σε απόσταση 10 έως 20 μέτρων. «Είναι πολύ τρομαχτικές, πολύ φονικές», λέει στη εφημερίδα Financial Times ένας Ουκρανός φαντάρος που έχει υπηρετήσει στην εμπόλεμη ζώνη. «Ακόμα και αν σκάσουν ένα χιλιόμετρο μακριά, από την έκρηξη πετάγονται οι πόρτες και τα παράθυρα έξω στα σπίτια». Όπου πέφτουν δημιουργούν κρατήρες βάθους έως και 6 μέτρων και διαμέτρου 20 μέτρων.
Η αεροπορία έπαιζε μικρό ρόλο στους πρώτους μήνες της ρωσικής εισβολής. Τώρα, χάρη στις βόμβες ολίσθησης αυτό έχει αλλάξει. Μόνο μέσα στον Μάρτιο η Ρωσία έριξε πάνω από 700 βόμβες ολίσθησης. Ο ουκρανικός στρατός αδυνατεί πρακτικά να αναχαιτίσει τις επιθέσεις αυτές.
Η απόφαση της αμερικανικής Βουλής αναμένεται να εγκριθεί από την Γερουσία (την «άνω βουλή») και να υπογραφεί από τον Μπάιντεν μέσα στην τελευταία εβδομάδα του Απριλίου. Θεωρητικά τα πρώτα όπλα, που είναι αποθηκευμένα στην γειτονική Πολωνία, θα αρχίσουν να φτάνουν στο Κίεβο στις αρχές Μαΐου. Αλλά οι ίδιοι οι Ουκρανοί αξιωματικοί δεν ελπίζουν σε κάποια δραματική αλλαγή στο μέτωπο. Αυτό που ελπίζουν είναι να καταφέρουν να επιβραδύνουν τη ρωσική προέλαση, χωρίς να τρέφουν αυταπάτες ότι μπορούν και να την αποκρούσουν.
Υπάρχουν δυο βασικοί λόγοι για αυτό: ο πρώτος είναι η ίδια η ροή της βοήθειας. Μπορεί τα 60 δις να μοιάζουν πολλά, αλλά είναι βέβαιο ότι είναι το τελευταίο μεγάλο πακέτο που περιμένει η Ουκρανία από τη Δύση μέσα στη φετινή χρονιά. Το μόνο που μπορεί να κάνει η αμερικανική βοήθεια, σύμφωνα με τα ουκρανικά επιτελεία, είναι να «αγοράσει» χρόνο, να καθυστερήσει την ρωσική επέλαση το πολύ-πολύ έως και 12 μήνες.
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα είναι η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού. Η Ρωσία είναι πληθυσμιακά η ένατη μεγαλύτερη χώρα του πλανήτη. Με 145 εκατομμύρια πληθυσμό είναι σε θέση να στρατολογεί εύκολα περίπου 30 χιλιάδες φαντάρους κάθε μήνα. Η Ουκρανία έχει πληθυσμό τρεισήμισι φορές μικρότερο από τη Ρωσία. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα η κυβέρνηση του Ζελένσκι αναγκάζεται να κατεβάζει συνεχώς την ηλικία επιστράτευσης και να σκληρύνει τους νόμους για την στρατολογία. Αλλά το μόνο που καταφέρνουν αυτά τα μέτρα είναι να μεγαλώνουν το χάσμα ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη νεολαία.
«Το ηθικό των στρατευμάτων είναι στα τάρταρα» έγραφε πριν από λίγες ημέρες ο ανταποκριτής της ιστοσελίδας Politico στην Ουκρανία, «καταβεβλημένο από τους ανηλεείς βομβαρδισμούς, την έλλειψη προηγμένων όπλων και τις απώλειες στο πεδίο της μάχης. Σε πόλεις εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το μέτωπο, οι ουρές με πλήθη νέων ανδρών που περίμεναν να καταταγούν στο στρατό τους πρώτους μήνες του πολέμου έχουν εξαφανιστεί. Σήμερα, οι “υποψήφιοι” στρατιώτες αποφεύγουν τη στράτευση και περνούν τα απογεύματά τους σε νυχτερινά κέντρα. Πολλοί έχουν εγκαταλείψει εντελώς τη χώρα».8
Τα δεδομένα του μετώπου ήταν αυτά που έσπρωξαν τελικά τους Ρεπουμπλικάνους στη μεταστροφή της 20ης Απριλίου. Η Ουκρανία, είναι σαφές πλέον, δεν μπορεί να κερδίσει τον πόλεμο ενάντια στη Ρωσία. Η Δύση όμως δεν μπορεί ούτε να την αφήσει να ηττηθεί. Από μια επαχθή (για τα συμφέροντά τους) ειρήνη οι ΗΠΑ και οι δυτικοί σύμμαχοί τους προτιμούν τον διαρκή πόλεμο.
Ο ιμπεριαλισμός σε κρίση
Ο Μάικ Τζόνσον προφανώς δεν πήρε την πρωτοβουλία μόνος του: είναι βέβαιο ότι είχε την συγκατάθεση του Τραμπ.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις στις ΗΠΑ δίνουν, για πρώτη φορά, ένα μικρό προβάδισμα στον Μπάιντεν έναντι του Τραμπ. Οι εικόνες του Τραμπ στο εδώλιο του κατηγορουμένου σοκάρουν, όχι μόνο τους ανεξάρτητους (που στρέφονται προς την υποψηφιότητα του ανεξάρτητου υποψήφιου Ρόμπερτ Κένεντι) αλλά και κομμάτι της ίδιας της βάσης του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Στα γκάλοπ η πλειοψηφία λέει ότι δεν θα τον ψηφίσει, αν τελικά καταδικαστεί για κάποιο από τα σοβαρά αδικήματα για τα οποία κατηγορείται.
Ο Τραμπ δηλώνει αντίθετος στην εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο της Ουκρανίας. Έχει πολλές φορές δηλώσει ότι το Κίεβο θα έπρεπε να αποδεχτεί την αυτονόμηση των ανατολικών, ρωσόφωνων επαρχιών της και να συνθηκολογήσει με την Ρωσία. Οι Δημοκρατικοί τον κατηγορούν όχι μόνο για «απομονωτισμό» αλλά και ανοιχτά για «ρωσοφιλία». Πολλοί πιστεύουν ότι, αν τελικά εκλεγεί, θα εγκαταλείψει την Ουκρανία στην τύχη της.
Στην τελευταία σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις αρχές Απρίλη9 ο Γενς Στόλτενμπεργκ, ο γραμματέας του «Συμφώνου» πρότεινε ένα πενταετές πακέτο στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία ύψους 100 δις δολαρίων.10 Η πρόταση αναμένεται να συζητηθεί στην Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου. Ο Στόλτενμπεργκ δήλωσε ανοιχτά ότι η βοήθεια αυτή έχει σαν στόχο να προστατέψει την Ουκρανία από μια ενδεχόμενη νίκη του Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου. Λίγες ημέρες νωρίτερα ο Εμμανουέλ Μακρόν, ο πρόεδρος της Γαλλίας είχε δημόσια δηλώσει ότι η Δύση θα έπρεπε να στηρίξει ακόμα και με στρατό την Ουκρανία στον πόλεμο της με την Ρωσία. Ο Μακρόν δεν αγνοεί προφανώς τους κινδύνους που θα είχε μια τέτοια εξέλιξη για την παγκόσμια ειρήνη. Ούτε φυσικά είναι το πραγματικό κίνητρο του Στόλτενμπεργκ η θωράκιση της ουκρανικής βοήθειας από τον «απομονωτισμό» του Τραμπ.
Οι ΗΠΑ κέρδισαν τον Ψυχρό Πόλεμο και αναδείχτηκαν μετά το 1991 στη «μοναδική υπερδύναμη» του πλανήτη. Αλλά δυσκολεύονται ολοένα και περισσότερο να διατηρήσουν τον έλεγχο πάνω στο «βασίλειό» τους. Η Ουκρανία δεν είναι το μοναδικό ανοιχτό πολεμικό μέτωπο. Στην Υεμένη μαίνεται εδώ και πολλά χρόνια ένας «εμφύλιος» πόλεμος στον οποίο οι πραγματικοί πρωταγωνιστές είναι δυο τοπικές περιφερειακές δυνάμεις: το Ιράν και η Σαουδική Αραβία. Το Ιράν είναι σύμμαχος της Ρωσίας – τα ντρόουνς με τα οποία η Ρωσία χτυπάει την Ουκρανία είναι ιρανικής κατασκευής. Η Σαουδική Αραβία είναι σύμμαχος της Δύσης.
Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος, όμως, για τα αμερικανικά συμφέροντα είναι η Κίνα. Η Κίνα είναι ήδη η δεύτερη, μετά τις ΗΠΑ, μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη και σύμφωνα με όλες τις οικονομικές προβλέψεις θα την ξεπεράσει μέσα στα επόμενα χρόνια. Ιστορικά, οι ανακατατάξεις στο επίπεδο της οικονομικής ισχύος ακολουθούνται και από αντίστοιχες ανακατατάξεις στο επίπεδο της γεωπολιτικής επιρροής και της στρατιωτικής δύναμης. Η αμερικανική άρχουσα τάξη προσπαθεί απεγνωσμένα εδώ και δυο τουλάχιστον δεκαετίες να εξασφαλίσει ότι θα παραμείνει στην κορυφή της παγκόσμιας πυραμίδας παρά την σχετική της οικονομική υποβάθμιση. Αυτός ήταν ο στόχος του διαβόητου «Σχεδίου για έναν νέο αμερικανικό αιώνα», του πολεμοκάπηλου think tank που στελέχωσε τις κυβερνήσεις του Τζορτζ Μπους (του νεώτερου) και οδήγησε τις ΗΠΑ στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».
Στις ΗΠΑ πολλοί έχουν αρχίσει ήδη να κατατάσσουν την Κίνα στον «άξονα του κακού», σε έναν «άξονα» ο οποίος υποτίθεται ότι αποτελείται από το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Ρωσία. Η αμερικανική άρχουσα τάξη προσπαθεί να διακόψει τους οικονομικούς δεσμούς που έχει με την Κίνα – όσο δύσκολο και να είναι αυτό. Καθόλου τυχαία, το πακέτο του Τζόνσον προβλέπει ανάμεσα στα άλλα και 8 δις για την Ταϊβάν, τον βασικό αντίπαλο της Κίνας στη Σινική Θάλασσα.
Μια νίκη της Ρωσίας στην Ουκρανία θα ήταν μεγάλο πλήγμα όχι μόνο για το κύρος του Δυτικού Ιμπεριαλισμού αλλά και για τον συσχετισμό δύναμης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα. Για αυτό η Δύση δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την Ουκρανία στην τύχη της, ακόμα και αν ο Τραμπ κερδίσει τελικά τις εκλογές του Νοεμβρίου. Η παλιά αρχή της αποικιοκρατίας συνεχίζει να ισχύει: από το να πέσει στα χέρια του εχθρού, καλύτερα είναι να καταστραφεί.
Η Δύση δεν στηρίζει την «εθνική ανεξαρτησία» της Ουκρανίας. Στηρίζει την καταστροφή της.
Σημειώσεις
1. German top court strikes down 60 billion Euro off budget climate fund. Financial Times 15.11.23
2. Ο πρόεδρος της Βουλής είναι θεσμικά, μετά τον Πρόεδρο και την Αντιπρόεδρο, το τρίτο σημαντικότερο πρόσωπο στην πολιτική ιεραρχία των ΗΠΑ. Ο Μακάρθι είναι ο πρώτος Πρόεδρος της Βουλής που έχει καθαιρεθεί στην ιστορία των ΗΠΑ. Μετά την καθαίρεσή του παραιτήθηκε και από βουλευτής.
3. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, ο Τζόνσον είχε υποστηρίξει την ψευδολογία του Τραμπ για τις εκλογές του 2020 – τις οποίες σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο είχε κλέψει ο Μπάιντεν.
4. Ο χαρακτηρισμός «ακροδεξιά» είναι πολύ ευγενικός για την Γκριν. Οι απόψεις της κινούνται στο φάσμα του αντισημιτισμού, του φυλετισμού (των θεωριών για την υποτιθέμενη ανωτερότητα της «λευκής φυλής», της συνωμοσιολογίας και του φασισμού.
5. Η Βαρσοβία είναι η πρωτεύουσα της Πολωνίας, μιας από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης που είχε περάσει με τις συμφωνίες της Γιάλτας στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Σήμερα είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ έχουν εγκαταστήσει στο έδαφός της εδώ και πολλά χρόνια έναν «πυραυλικό φράχτη» που «κοιτάει» προς τη Μόσχα.
6. Στο ΝΑΤΟ έχουν ενταχθεί: η Βόρεια Μακεδονία, η Κροατία, το Μαυροβούνιο και η Σλοβενία. Εκτός ΝΑΤΟ έχουν παραμείνει η Σερβία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο.
7. Η Γεωργία ήταν μια από τις Δημοκρατίες της ΕΣΣΔ μέχρι το 1991. Το ίδιο και η Ουκρανία.
8. Politico: γιατί η Ουκρανία χάνει τον πόλεμο, Καθημερινή 17.4.2024
9. Η σύνοδος έγινε στις 3 και 4 Απρίλη στις Βρυξέλες. Οι προτάσεις του Στόλτενμπεργκ δημοσιοποιήθηκαν στα ΜΜΕ δυο ημέρες νωρίτερα.
10. NATO boss floats 100 billion euro military aid fund for Ukraine, Reuters 2/4/2024