Άρθρο
Πώς τσακίζουμε την ακροδεξιά απειλή

Συλλαλητήριο στον Αγ. Παντελεήμονα για να τιμωρηθούν οι δολοφόνοι του Μοχάμεντ Καμράν

Ο Γιώργος Ράγκος αναλύει τις αιτίες για την άνοδο της ακροδεξιάς και αξιοποιεί την επαναστατική παράδοση για να προβάλει απαντήσεις.

 

Η συνεχής άνοδος της ακροδεξίας στην Ευρώπη, σχεδόν σε όλες τις κάλπες, τα τελευταία χρόνια, και ειδικά φέτος, πρέπει να είναι «καμπάνα κινδύνου» για την Αριστερά, την εργατική τάξη, τη νεολαία και όλα τα καταπιεσμένα κομμάτια της κοινωνίας. 

Η πρωτιά του φασιστικού κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας» (FdI), στις εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2022, και η πρωθυπουργία Μελόνι, για πρώτη φορά στην μεταπολεμική Ευρώπη και στη χώρα που «γέννησε» τον φασισμό και υπέφερε μαζικά από αυτόν, ήταν ένα σημείο καμπής. Η προοπτική να υπάρχει και στη Γαλλία κυβέρνηση από τους φασίστες της «Εθνική Συσπείρωση» (RN) της Λεπέν, “ακυρώθηκε” στο “παρά 1” και κάτω από την μαζική αντιφασιστική κινητοποίηση. Στη Γερμανία, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) κέρδισε στις εκλογές στη Θουριγγία με 32,8% και με επικεφαλής τον φιλοναζιστή Χέκε. Στην Αυστρία, το «Κόμμα των Ελευθέρων» (FPO), με αρχηγό τον φιλοναζιστή Κικλ, βρήκε πρώτο στις βουλευτικές εκλογές με 28,8%. Για να έχουμε μία συνολική εικόνα, στις Ευρωεκλογές του Ιούνη, η ακροδεξιά βγαίνει πρώτη σε 5 από τις 27 χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Αυστρία και Ουγγαρία) με 167 από τις 720 έδρες του Ευρωκοινοβουλίου. Στην Ελλάδα, τα κόμματα της ακροδεξιάς κέρδισαν αθροιστικά ποσοστό 19,6%.1

Γιατί ανεβαίνει η ακροδεξιά;

Μία διαδεδομένη άποψη, με διάφορες παραλλαγές, συνοψίζεται στο ότι άνοδος της ακροδεξιάς είναι ένα «αυτόματο αντανακλαστικό» του κόσμου απέναντι στην οικονομική κρίση σε συνδυασμό με τη αύξηση της μετανάστευσης. Αυτή η άποψη είναι λάθος. 

Η οικονομική κρίση δεν οδηγεί ως «αυτόματο αντανακλαστικό» στην άνοδο της ακροδεξιάς. Στην οικονομική κρίση του 2008 ένα μεγάλο κύμα εργατικών αγώνων και μαχών που εκτόξευσε την Αριστερά σε όλη την Ευρώπη, από τον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το Podemos και την Die Linke. 

Το ίδιο ισχύει και για την μετανάστευση. Γράφει ο Παύλος Τσίμας: «Γιατί η ξενόφοβη, ακροδεξιά “Εναλλακτική για την Γερμανία” σαρώνει σε περιοχές όπως η Σαξονία ή η Θουριγγία, όπου ζουν λίγες δεκάδες χιλιάδες μετανάστες, κι όχι στην βόρεια Ρηνανία, όπου ζουν πάνω από τρία εκατομμύρια μετανάστες…και γιατί κυβερνά η Μελόνι την Ιταλία, μια χώρα με ένα από τα μικρότερα ποσοστά μεταναστών στον πληθυσμό της (7 μετανάστες ανά 1.000 κατοίκους, όταν η Γερμανία έχει 25/1.000 και η Ισπανία 27/1.000);»2

Ο βασικός διαμεσολαβητικός κρίκος μεταξύ της οικονομικής κρίσης και της ανόδου της ακροδεξιάς είναι η πολιτική. Ο τρόπος με τον οποίο η άρχουσα τάξη, ειδικά οι θεσμοί που είναι πιο υπεύθυνοι για την απόκτηση κοινωνικής συναίνεσης, όπως οι κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ, έχουν ανταποκριθεί ώστε να «κανονικοποιούνται» οι ιδέες της ακροδεξιάς μέσα στην περίοδο της πολυκρίσης του καπιταλισμού που γεννά και κρίση πολιτικής εκπροσώπησης των «παραδοσιακών» κομμάτων εξουσίας. 

Είναι οι ιδεολογικές επιθέσεις της άρχουσας τάξης και η πολιτική των κυβερνήσεων, που βρίσκουν στους πρόσφυγες και μετανάστες, στους Ρομά, στις εθνικές μειονότητες, στα ΛΟΑΤΚΙ άτομα τους «αποδιοπομπαίους τράγους» για να διασπάσουν και να αποδυναμώσουν την εργατική τάξη και τους αγώνες της, για να διοχετεύσουν προς τα εκεί την οργή για τη χειροτέρευση της ζωής της, για να τσακίσουν την αλληλεγγύη και τα δικαιώματα όλων των καταπιεσμένων, για να «καλύψουν» τις καταστροφικές επιλογές τους. Είναι η «επίσημη» πολιτική του ρατσισμού, του σεξισμού, του εθνικισμού και του πολέμου που «κανονικοποιούν» τις ιδέες και τις πολιτικές της ακροδεξιάς. 

Η ισλαμοφοβία, η αιχμή του σύγχρονου ρατσισμού, ξεκίνησε για να «δικαιολογήσει» τον «Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας» από τις ΗΠΑ και των συμμάχων της απέναντι στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, και συνεχίζεται αμείωτη με τις επιθέσεις πάνω στις μουσουλμάνες και μουσουλμάνους, σε όλη την Ευρώπη, στο όνομα, τώρα, της «υπεράσπισης των ευρωπαϊκών αξιών και ευρωπαϊκού πολιτισμού». Η ισλαμοφοβία είναι η «συγκολλητική ουσία» κυβερνήσεων και ακροδεξιάς στην, από κοινού, υποστήριξη του Ισραήλ στη γενοκτονία των Παλαιστίνιων και στη γενίκευση του πολέμου στη Μέση Ανατολή και των χυδαίων επιθέσεων στο κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. 

Ο «θεσμικός» ρατσισμός της «Ευρώπης-Φρούριο», των «κλειστών συνόρων», πνίγει πρόσφυγες και μετανάστες στη Πύλο και σε όλη τη Μεσόγειο, υψώνει φράχτες στον Έβρο, κτίζει στρατόπεδα συγκέντρωσης, οργανώνει απελάσεις και ψηφίζει «Σύμφωνα Μετανάστευσης» για να απαγορεύσει τις αιτήσεις ασύλου. Ο «κρατικός» ρατσισμός δολοφονεί μετανάστες στα Αστυνομικά Τμήματα.

Η αντιμετώπιση, από τις κυβερνήσεις και την ΕΕ, των μεταναστών ως «απειλή», το μήνυμα που δίνουν ότι «οι ζωές των μεταναστών δεν μετράνε», τροφοδοτεί τον ρατσισμό, «κανονικοποιεί» την ακροδεξιά ρητορική, «νομιμοποιεί» τη φασιστική ρατσιστική βία από τα Σεπόλια μέχρι τη Βρετανία. 

Αυτή η πολιτική είναι που μεγαλώνει εκλογικά την ακροδεξιά, που με τη σειρά της, καθορίζει ακόμα περισσότερο την «πολιτική ατζέντα» και αναγκάζει τη δεξιά και τη σοσιαλδημοκρατία σε ακόμα μεγαλύτερες ακροδεξιές προσαρμογές για να μην «χάσουν», δήθεν, και άλλους ψηφοφόρους. 

Τι είναι η ακροδεξιά

Ο όρος «ακροδεξιά» είναι μία «ομπρέλα» που καλύπτει 3 + 1 κατηγορίες κομμάτων.

1. Τα κόμματα του «εκλογικού φασισμού», όπως τα χαρακτηρίζει ο Κρις Χάρμαν.3 Φασιστικά κόμματα, με ρίζες στον φασισμό και τον ναζισμό της περιόδου του μεσοπολέμου, που έχουν κάνει την τακτική επιλογή να «μεταμορφώσουν» την εικόνα τους. Να αποστασιοποιηθούν, δηλαδή, από τα καθεστώτα του Χίτλερ και του Μουσολίνι στον (προς τα έξω) πολιτικό τους λόγο, να κρύβουν τις πραγματικές πολιτικές τους παραδόσεις και στόχους, να υιοθετήσουν μια «νόμιμη» εκλογική διαδικασία για την «κατάληψη της εξουσίας». Τέτοια κόμματα είναι το RN, που προέρχεται από το Εθνικό Μέτωπο, το FdI που προέρχεται από το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (MSI), το Αυστριακό FPO που ιδρύθηκε από έναν ναζιστή και πρώην αξιωματικό των SS. 

Πολλοί υποστηρίζουν ότι, αυτή η «μεταμόρφωση» έχει αλλάξει τον χαρακτήρα τους και τα κατατάσσει στα «κλασσικά» ακροδεξιά κόμματα καθώς αποδέχονται μια καθαρά κοινοβουλευτική στρατηγική. Ο Enzo Traverso, που εισήγαγε τον όρο «μεταφασισμός» για αυτά τα κόμματα, γράφει: «στα μεταφασιστικά κόμματα, σε αντίθεση με τον κλασικό φασισμό που ήθελε να αλλάξει τα πάντα, η φιλοδοξία τους είναι να μεταμορφώσουν το σύστημα από μέσα».4 Μια τέτοια ανάλυση είναι λαθεμένη γιατί η εστίαση μόνο στη δημόσια εικόνα, στην «εξωτερική μάσκα», αυτών των κομμάτων οδηγεί στο να μην βλέπεις την πραγματική τους φύση. Εξακολουθούν να είναι φασιστικά κόμματα. Όπως, σωστά, σημειώνει ο Robert Paxton, «τα φασιστικά κινήματα δεν είναι στατικό φαινόμενο. Για να αναπτυχθούν και να εμβαθύνουν τις ρίζες και την επιρροή τους, πρέπει να αναδιαμορφωθούν και να προσαρμοστούν χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι έχουν αλλάξει χαρακτήρα».5 Σε συνέχεια του Paxton, ο Jim Wolfreys γράφει: «η τέχνη της κατανόησης του φασισμού δεν χρειάζεται να βασίζεται σε λίστες ελέγχου, σημειώνοντας χαρακτηριστικά σύγχρονων κινημάτων ενάντια σε ένα “φασιστικό ελάχιστο” ή βρίσκοντας ακριβή αντίγραφα της ρητορικής, των προγραμμάτων ή των αισθητικών προτιμήσεων του πρώτου φασιστικού κινήματος της δεκαετίας του 1920».6

2. Κόμματα του «κλασικού φασισμού». Φασιστικές οργανώσεις, που έχουν ευθεία ιδεολογική και πολιτική αναφορά στον φασισμό και τον ναζισμό και ενστερνίζονται την «κλασική» φασιστική ατζέντα οικοδόμησης ενός εξωκοινοβουλευτικού κινήματος του δρόμου και φιλοδοξούν να πάρουν την εξουσία μέσω αυτού. 

3. Κόμματα της «κλασικής» ακροδεξιάς που επιδιώκουν να «εκτοπίσουν» τα «παραδοσιακά» δεξιά κόμματα, συνήθως προέρχονται και από αυτά, παρουσιάζοντας τον εαυτό τους ως την «πραγματική Δεξιά». Για παράδειγμα, η «Ελληνική Λύση», η «Νίκη», η «Φωνή Λογικής», το «Reform UK» του Φάρατζ στη Βρετανία, η «Λέγκα» του Σαλβίνι στην Ιταλία, το (συγκυβερνών) «Κόμμα Ελευθερίας» του Βίλντερς στην Ολλανδία.

Το 3+1 αφορά το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα στις ΗΠΑ που αντιπροσωπεύει, σήμερα, μια ακραία και ιδιαίτερη περίπτωση. Η ηγεσία υπό τον Τραμπ και η προεδρική του εκλογή το 2016, το έχει αναδιαμορφώσει ως ένα κόμμα που λειτουργεί, κατά κύριο λόγο, στο «φάσμα» της ακροδεξιάς, με τους παραδοσιακούς Ρεπουμπλικάνους να περιθωριοποιούνται μέσα σ' αυτό. 

Είναι απαραίτητο να ξεκαθαρίσουμε ότι όχι μόνο δεν υπάρχουν «στεγανά» ανάμεσα σ' αυτές τις κατηγορίες αλλά, αντίθετα, πολλά από τα αυτά τα κόμματα είναι «υβριδικά». Συνδυάζουν, δηλαδή, πολλαπλές από τις παραπάνω κατηγορίες. Για παράδειγμα, το AfD στη σύστασή του, το 2013, περιείχε συντηρητικούς εθνικιστές και νεοφιλελεύθερους μαζί με ανοικτά ναζιστικά στοιχεία που οργανώθηκαν ως φράξια στο εσωτερικό τους (Der Flugel) με επικεφαλής τον Χέκε, ο οποίος χρησιμοποιεί ανοικτή ναζιστική ορολογία και συνθήματα και έχει συνδεθεί με το νεοναζιστικό NDP. Κλασικά φασιστικά κόμματα μπορεί να είναι και κινήματα του δρόμου και ταυτόχρονα, σε διαφορετικό βαθμό και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, να συμμετέχουν και στις εκλογές. Η Χρυσή Αυγή ήταν ένα τέτοιο παράδειγμα. Ταυτόχρονα, η επιτυχία της κάθε «κατηγορίας» δίνει ώθηση και στις υπόλοιπες. Η εκλογική νίκη του Τραμπ έδωσε ώθηση σε όλη την ακροδεξιά στην Ευρώπη αλλά και στις νεοναζιστικές οργανώσεις στις ΗΠΑ, όπως φάνηκε και από την επίθεση στο Καπιτώλιο. 

Ο φασισμός στη δεκαετία του '30

Την πιο οξυδερκή ανάλυση του φασισμού την οφείλουμε στον Τρότσκι, από τη δεκαετία του '30, ο οποίος προσδιόρισε την ιδιαίτερη φύση του φασισμού και τη μοναδική απειλή που ενσωματώνει ακόμη και σε σύγκριση με άλλες μορφές αυταρχικής αντίδρασης.7 Αντιλήφθηκε ότι ο φασισμός δεν ήταν απλώς ένα «όργανο του μεγάλου κεφαλαίου», όπως επέμεναν τα σταλινικά Κομμουνιστικά Κόμματα, αλλά μια ακραία μορφή αντεπανάστασης με στόχο τη μόνιμη εξόντωση κάθε οργάνωσης της εργατικής τάξης. 

Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτούσε κάτι περισσότερο από τις συμβατικές μορφές αυταρχικής αντίδρασης που διαθέτει το υπάρχον αστικό κράτος: την αστυνομία, τον στρατό. Απαιτούσε τη δημιουργία ενός παραστρατιωτικού μηχανισμού (Τάγματα Εφόδου) που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει στους δρόμους και να συντρίψει την Αριστερά και οποιαδήποτε οργάνωση της εργατικής τάξης. Το κόμμα του Μουσολίνι χτίστηκε από ένοπλες «διμοιρίες» που επιτέθηκαν σε διαδηλώσεις, έκαιγαν αίθουσες συνδικάτων, έσπαζαν τις απεργίες και χτυπούσαν αντιπάλους πολύ πριν σχηματίσει την κυβέρνησή. Ο Χίτλερ είχε δημιουργήσει μια τέτοια παραστρατιωτική δύναμη δύναμη 100.000 μέχρι το 1930 και 400.000 μέχρι το 1932.

Για να «συγκολλήσει» τους υποστηρικτές του, ο φασισμός πρόβαλε ένα ιδεολογικό όραμα για ένα αποκατεστημένο ομοιογενές έθνος στο οποίο θα μπορούσαν να συμφιλιωθούν το «εθνικό» κεφάλαιο και η εργασία. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την εκκαθάριση εκείνων των στοιχείων που θεωρούνται ότι απειλούν: τις εργατικές οργανώσεις που προωθούν τον ταξικό ανταγωνισμό, τους φιλελεύθερους δημοκρατικούς θεσμούς που «ανέχονται» αυτόν τον ανταγωνισμό και τις «ξένες» φυλετικές μειονότητες όπως οι Εβραίοι. 

Ο πυρήνας ενός τέτοιου μαζικού κινήματος αντλήθηκε από τη μικροαστική τάξη, τους μικρούς παραγωγούς και τους ανεξάρτητους επαγγελματίες, που σε μια εποχή κρίσης φοβούνται ότι η πίεση από τις μεγάλες επιχειρήσεις τους ωθούν προς την «προλεταριοποίηση». Η ανάπτυξη ενός τέτοιου ανεξάρτητου αντιδραστικού μαζικού κινήματος δίνει στον φασισμό «σχετική αυτονομία» από την άρχουσα τάξη.

Για να συνδέσουν ένα μικροαστικό μαζικό κίνημα, οι Ναζί ήταν πρόθυμοι να εμπλακούν σε ρητορική που όχι μόνο στόχευε τις «μαρξιστικές» εργατικές οργανώσεις, αλλά καλούσε επίσης για μια «εθνική επανάσταση» εναντίον του μεγαλοεπιχειρηματία και του «αντιδραστικού» γερμανικού πολιτικού κατεστημένου. Μια τέτοια γλώσσα ήταν και δημαγωγική και επιλεκτική. Οι Ναζί δεν είχαν αντίθεση με τον καπιταλισμό, αλλά τον διέκριναν ανάμεσα στον «υγιή» καπιταλισμό, ο οποίος ήταν παραγωγικός και υποταγμένος στο εθνικό συμφέρον, και το κεφάλαιο που προσδιόρισαν ως «κερδοσκοπικό» και «ξένο» προς το εθνικό συμφέρον, το οποίο ήταν το «εβραϊκό κεφάλαιο» στην αντισημιτική τους κοσμοθεωρία.

Μετά την ήττα του πραξικοπήματος του Μονάχου το 1923, ο Χίτλερ εγκατέλειψε την αμείλικτη αντίθεση των Ναζί στη συμμετοχή στις εκλογές. Αυτή η διπλή στρατηγική, που συνδυάζει εκλογές και ένα παραστρατιωτικό κίνημα του δρόμου, σε καμία περίπτωση δεν σηματοδότησε την εγκατάλειψη των στόχων των Ναζί. 

Όπως γράφει ο Χάρμαν, «οι φασίστες χρειάζονται αποφασιστικά τμήματα της άρχουσας τάξης και της κρατικής μηχανής για να κινηθούν πίσω από την προσπάθειά τους για εξουσία. Τόσο ο Χίτλερ όσο και ο Μουσολίνι βασίστηκαν στις κοινοβουλευτικές ψήφους των κύριων αστικών κομμάτων –του Ιταλικού Φιλελεύθερου Κόμματος, του Γερμανικού Εθνικού, του Λαϊκού και του Κέντρου. Το πιο σημαντικό, βασίστηκαν στην αστυνομία και τον στρατό που εργάζονταν μαζί με τους τραμπούκους του κόμματός τους για να συντρίψουν όλη την αντιπολίτευση… Η ύπαρξη οργανώσεων μαζικών οδομαχιών ήταν βασικό στοιχείο για να κερδίσουνε την υποστήριξη της άρχουσας τάξης και της κρατικής μηχανής. Οι φασίστες ηγέτες ουσιαστικά είπαν στην άρχουσα τάξη: “Αντιμετωπίζετε μια βαθιά κρίση. Απαιτείτε επιθέσεις στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων που είναι υπερβολικές ακόμη και για τους πιο δειλούς ηγέτες των εργατικών οργανώσεων. Έχουμε τις μαζικές οργανώσεις που μπορούν να συνεργαστούν με την αστυνομία και τον στρατό για να συντρίψουν αυτές τις οργανώσεις”».8

Ο φασισμός σήμερα

Η ακροδεξιά προσπαθεί, και σήμερα, να παρουσιαστεί ως μια, δήθεν, «αντισυστημική» δύναμη. Στην «κοσμοθεωρία» της η κεντρική γραμμή διαίρεσης είναι το έθνος εναντίον της «παγκοσμιοποίησης». Η «παγκοσμιοποίηση», αποτελεί υπαρξιακή απειλή για το έθνος. Στη ρητορική της, υπάρχει «ατζέντα» που προωθεί η «παγκοσμιοποίηση» μέσω μιας συμμαχίας του διεθνούς κεφαλαίου («πολυεθνικοί λομπίστες» και «οικονομικοί κερδοσκόποι», με την απαραίτητη παρουσία του Σόρος για την αναπαραγωγή αντισημιτικών μοτίβων) και της Αριστεράς. Η «παγκοσμιοποίηση» ενθαρρύνει την «ανεξέλεγκτη» μετανάστευση για να υπονομεύσει τις ιερές χριστιανικές ρίζες, να αλλοιώσει τον ανώτερο Δυτικό πολιτισμό και, ταυτόχρονα, να ρίξει το βιοτικό επίπεδο της λευκής μεσαίας και εργατικής τάξης. Έτσι, οι «δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης» στοχεύουν να αφαιρέσουν από τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς την εθνική τους ταυτότητα, καθιστώντας εκμεταλλεύσιμους από αυτές. Αυτή η ρητορική «μεταφέρει» την σύγκρουση με το κεφάλαιο στο… «διεθνές επίπεδο», υποστηρίζοντας, ως απάντηση, την ενίσχυση του υγιούς «εθνικού» κεφαλαίου. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλα τα εκλογικά προγράμματα της ακροδεξιάς υπάρχει το αίτημα για την μείωση φορολογίας των εθνικών επιχειρήσεων. 

Η σύγκρουση με την «απάτη της κλιματικής αλλαγής» και με την «ιδεολογία του φύλου» είναι, σήμερα, κεντρικά στην ακροδεξιά πολιτική και βασικά στοιχεία της ακροδεξιάς ιδεολογίας. 

Η ακροδεξιά έχει από καιρό «εργαλειοποιήσει» το φύλο και τη σεξουαλικότητα. Στο 2015, στο αποκορύφωμα της λεγόμενης «ευρωπαϊκής προσφυγικής κρίσης», η ακροδεξιά ρητορική κατά των φύλων συγχωνεύτηκε με τον ρατσισμό γιατί οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους την απειλή της σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών. Η κυνική ρητορική «φεμινιστικών ιδεών» σε αντιϊσλαμικές εκστρατείες βασίζεται στη δαιμονοποίηση των μουσουλμάνων γυναικών που φορούν χιτζάμπ και των «πατριαρχικών» μουσουλμάνων ανδρών. Σήμερα, η ακροδεξιά σύγκρουση με μία, δήθεν, «woke ατζέντα», την οποία υποστηρίζουν ότι προωθούν ο ΟΗΕ, η ΕΕ και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο Γκέιτς και ο Σόρος, στηρίζεται στην εχθρότητα για τα δικαιώματα των γυναικών και των LGBT+ ατόμων, ως αντίσταση στην «παγκοσμιοποίηση» και τις παγκόσμιες ελίτ, και παρουσιάζεται ως υπεράσπιση της «παραδοσιακής», ετεροφυλόφιλης οικογένειας και της «φυσικής τάξης». 

Επιπλέον, επειδή οι «δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης» παρουσιάζονται ως μία «υπαρξιακή απειλή», η ακροδεξιά ρητορική μεταφέρει το μήνυμα ότι χρειάζεται μια σκληρή απάντηση για την αντιμετώπισή τους. Έτσι, οποιοδήποτε επίπεδο βίας, απέναντι στους μετανάστες και στην Αριστερά, θα μπορούσε να παρουσιαστεί και ως δικαιολογημένη αναγκαιότητα.

Η κρίσιμη διαφορά με τη δεκαετία του '30

Η Μελόνι είναι μία φασίστρια πρωθυπουργός αλλά δεν ηγείται ενός φασιστικού καθεστώτος στην Ιταλία, ούτε και η Λεπέν στη Γαλλία, αν κερδίσει τις επόμενες προεδρικές εκλογές. 

Η ουσιαστική διαφορά του «εκλογικού φασισμού» με τον «κλασικό φασισμό» είναι αυτή: Ο φασισμός απαιτεί περισσότερα από ψήφους για να πετύχει τους στόχους του. Χρειάζεται τη δημιουργία μαζικών στρατών στους δρόμους και μια άρχουσα τάξη πρόθυμη να «επιτρέψει» να υλοποιήσει τους στόχους του. 

Τα κόμματα του «εκλογικού φασισμού» έχουν ένα μαζικό εκλογικό ακροατήριο αλλά, μέχρι στιγμής, δεν έχουν καταφέρει, ακόμα, να μετατρέψουν αυτό το ακροατήριο σε μια ενεργή κινηματική δύναμη στους δρόμους για να αντιμετωπίσουν, ειδικά, την οργανωμένη εργατική τάξη που είναι ικανή να μπλοκάρει τα σχέδια τους. 

Ούτε υπάρχουν, ακόμα, τμήματα της άρχουσας τάξης και της κρατικής μηχανής για να κινηθούν πίσω από την προσπάθειά τους για εξουσία. 

Όχι εφησυχασμός!

Η απόρριψη οποιουδήποτε εφησυχασμού, που υποστηρίζει ότι το φασιστικό θηρίο έχει «εξημερωθεί» από την κοινοβουλευτική δημοκρατία και η δημιουργία μιας μαζικής και αποτελεσματικής αντιφασιστικής απάντησης είναι βασικό καθήκον της επαναστατικής αριστεράς και του αντιφασιστικού κινήματος. 

Και γιατί διατηρούν αυτή τη δυνατότητα μετάβασης προς πιο «κλασικά» φασιστικά κόμματα, και πριν και όταν βρεθούν, μέσω των εκλογών, στην εξουσία, όπως το FdI στην Ιταλία. Και γιατί σε μία περίοδο που η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει η πιθανότητα τμήματα της άρχουσας τάξης να αναζητούν μια αυταρχική ρήξη με τη φιλελεύθερη δημοκρατία «από τα πάνω», δηλαδή μέσω του κρατικού μηχανισμού, δεν μπορεί, καθόλου εύκολα, να αποκλειστεί.

Επιπλέον, στο τώρα, κυβερνήσεις φασιστικών κομμάτων σημαίνουν ακόμα μεγαλύτερη καταστολή και χτύπημα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, μεγαλύτερες επιθέσεις στους μετανάστες και πρόσφυγες, στα δικαιώματα των γυναικών και όλων των καταπιεσμένων, στην ίδια τη ζωή της εργατικής τάξης της νεολαίας. Οι επιθέσεις της Μελόνι απέναντι στις γυναίκες για την άδεια μητρότητας και τις αμβλώσεις, η δημιουργία ιταλικού στρατοπέδου συγκέντρωσης προσφύγων στην Αλβανία είναι μερικές από αυτές. 

Μπορούμε να τους σταματήσουμε

Η διάλυση της Χρυσής Αυγής από το αντιφασιστικό κίνημα, ο μαζικός αντιφασιστικός ξεσηκωμός στη Γαλλία που έφραξε τον δρόμο στους φασίστες προς την εξουσία, οι πρόσφατες αντιφασιστικές διαδηλώσεις στη Βρετανία που σταμάτησαν τις φασιστικές επιθέσεις απέναντι σε μουσουλμάνους μετανάστες, οι αντιφασιστικές διαδηλώσεις ενάντια στο AfD στη Γερμανία αποτελούν μερικές πολύτιμες εμπειρίες και δείχνουν ότι έχουμε τη δύναμη να τσακίσουμε τους φασίστες. 

Επιπλέον, το τεράστιο και εξαιρετικά ζωντανό κίνημα αλληλεγγύης στη Παλαιστίνη μπορεί να αναζωογονήσει και να τροφοδοτήσει το αντιφασιστικό κίνημα. Οι ισλαμοφοβικές επιθέσεις της ακροδεξιάς στο κίνημα αλληλεγγύης στη Παλαιστίνης είναι η βάση για μια κοινή μάχη ενάντια σε έναν κοινό εχθρό. 

Οι παλαιστινιακές σημαίες στα αντιφασιστικά συλλαλητήρια στη Γαλλία, η συμμετοχή της Παλαιστινιακής Παροικίας στην αντιρατσιστική διαδήλωση στον Άγιο Παντελεήμονα ενάντια στη δολοφονία του Μοχάμεντ Καμράν, είναι προς αυτή την κατεύθυνση.

Το ερώτημα είναι με ποια εργαλεία. Χρειάζεται, κατ' αρχάς, να απορρίψουμε διάφορες τακτικές που έχουμε την εμπειρία ότι δεν «δουλεύουν».

Ποτέ και πουθενά, οι εκλογικές πρωτοβουλίες από μόνες τους δεν κατάφεραν να σταματήσουν τους φασίστες. Είναι η εμπειρία από τα Λαϊκά Μέτωπα στη δεκαετία του '30 που επαναβεβαιώθηκε και σήμερα στη Γαλλία. Το Λαϊκό Μέτωπο κέρδισε τις εκλογές αλλά ο Μακρόν είχε τη «θεσμική» δυνατότητα να «αγνοήσει» αυτή τη νίκη και σχημάτισε κυβέρνηση που στηρίζεται στην «ανοχή» της Λεπέν.9

Χρειάζεται σύγκρουση και με την «οικονομίστικη» αντίληψη ότι αρκεί η πάλη για οικονομικά αιτήματα για να αντιμετωπιστεί στην ακροδεξιά. Η Γαλλία έχει βιώσει πολύ ψηλό επίπεδο ταξικής πάλης τα τελευταία χρόνια, από τα «κίτρινα γιλέκα» μέχρι την εργατική εξέγερση ενάντια στο συνταξιοδοτικό, αλλά αυτό, από μόνο του, δεν σταμάτησε την άνοδο της Λεπέν. Στο κέντρο αυτής της αντίληψης βρίσκεται όχι μόνο η λαθεμένη θεώρηση για το τι «τροφοδοτεί» την άνοδο της ακροδεξιάς αλλά και η «σιωπηρή» αποδοχή ότι τα ζητήματα ρατσισμού και σεξισμού είναι εμπόδιο για την ανάπτυξη των αγώνων γιατί η εργατική τάξη γιατί τα έχει αποδεχθεί. 

Ακόμα περισσότερο, χρειάζεται σύγκρουση με την αντιμετώπιση της Ζάρα Βάγκενκνεχτ. Το κόμμα της, το BSW, κατέβηκε στις περιφερειακές εκλογές με ένα δήθεν «εργατικό αριστερό» πρόγραμμα που υιοθετούσε όλη την ακροδεξιά ατζέντα, από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες μέχρι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα και την κλιματική αλλαγή. Η Βάγκενκνεχτ θεωρεί ότι αυτά τα ζητήματα αποτελούν «προοδευτικό νεοφιλελευθερισμό» εχθρικό προς τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Πρόσφατα, απαίτησε οι αιτήσεις ασύλου και οποιαδήποτε μορφή οικονομικής βοήθειας να χορηγούνται μόνο σε όσους πρόσφυγες μπορούν να αποδείξουν ότι ήρθαν στη Γερμανία απευθείας και όχι μέσω άλλης χώρας. Πρόσθεσε με περηφάνια ότι αυτό κάνει την πιθανότητα ασύλου «πρακτικά μηδενική».

Τέτοιες επικίνδυνες αντιμετωπίσεις όχι μόνο δεν «τραβάνε το χαλί κάτω από τα πόδια» των φασιστών αλλά, αντίθετα τους «στρώνουν κόκκινο χαλί» για να αυξήσουν την επιρροή τους μέσα σε μπερδεμένα κομμάτια της εργατικής τάξης. 

Το «φαινόμενο Βάγκενκνεχτ» δεν είναι μία γερμανική ιδιαιτερότητα. Και εδώ, με επιχειρήματα δανεισμένα από την Βάγκενκνεχτ, το ΚΚΕ πρωτοστατεί στον αγώνα ενάντια «δικαιωματισμό», με αποκορύφωμα τις θέσεις του για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Το ίδιο και ο Πολάκης, που διεκδικεί την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με ένα πρόγραμμα που «στην πρώτη γραμμή της μαρκίζας δεν είναι ο δικαιωματισμός αλλά τα εργατικά λαϊκά δικαιώματα και οι ανάγκες».10 Για τους επαναστάτες, η απάντηση στο πώς θα τσακίσουμε την ακροδεξιά και τους φασίστες είναι η τακτική του Ενιαίου Μετώπου. 

Το Ενιαίο Μέτωπο εμφανίστηκε ως πολιτική της Γ' Διεθνούς το 1921. Ήταν η περίοδος που ο καπιταλισμός σταθεροποιήθηκε και οι άρχουσες τάξεις προχωρήσανε στην επίθεση καθώς το επαναστατικό κύμα μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο υποχώρησε. Αυτό απαιτούσε αμυντικές μάχες που θα μπορούσαν να ενώσουν όλη την εργατική τάξη. Ο Τρότσκι γενίκευσε αυτή την πολιτική και στον αγώνα κατά του φασισμού. 

Απαιτείται ένα Ενιαίο Μέτωπο γιατί οι επαναστάτες πρέπει να κινητοποιήσουν πολύ μεγαλύτερα στρώματα εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που εξακολουθούν να πιστεύουν στην μεταρρύθμιση παρά την επανάσταση. Η δημιουργία και η δράση της ΚΕΕΡΦΑ υπηρετεί την τακτική του Ενιαίου Μετώπου.

Έχουμε την εμπειρία από την μεγάλη, σκληρή αλλά και νικηφόρα πάλη ενάντια στη Χρυσή Αυγή, ότι ήταν η ΚΕΕΡΦΑ που έπαιξε κρίσιμο και αποφασιστικό ρόλο στο να ενώσει όλο τον κόσμο που θέλει να παλέψει ενάντια στο φασισμό που κορυφώθηκε στο γιγαντιαίο απεργιακό αντιφασιστικό συλλαλητήριο μπροστά από το Εφετείο, στις 7 Οκτώβρη του 2020, και σφράγισε την καταδίκη της. 

Το ίδιο και σήμερα. Για να μην δώσουμε χώρο και λόγο στους φασίστες και στην ακροδεξιά σε καμία γειτονιά, κανέναν εργατικό χώρο, καμία σχολή και σχολείο. Για να τσακίσουμε κάθε ρατσιστική, σεξιστική και εθνικιστική επίθεση ενάντια στη ζωή και τα δικαιώματα των μεταναστών και των προσφύγων, των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, των εθνικών μειονοτήτων. Για να ανοίξουν τα σύνορα, να πέσει ο φράχτης, να είναι καλοδεχούμενοι όλοι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Για να μην αφήσουμε να «πέσουν στα μαλακά» οι καταδικασμένοι νεοναζί στη δίκη σε δεύτερο βαθμό στο Εφετείο. 

Εκτός από την ενότητα, το αντιφασιστικό κίνημα, για να νικήσει, θέλει και πολιτική συζήτηση. Θέλει καθαρές απαντήσεις απέναντι στην πολιτική του ρατσισμού, του εθνικισμού, του σεξισμού που θρέφει την ακροδεξιά και τους φασίστες. Μέσα από αυτή τη συζήτηση, οι επαναστάτες έχουν την δυνατότητα να κερδίσουν μεγάλα κομμάτια αντιφασιστών στην συνολική μάχη για την αντικαπιταλιστική ανατροπή.

 

Σημειώσεις

1. https://simeio.org.gr/i-eyropi-paei-akoma-pio-dexia-exi-simeia-gia-to-apotelesma-tis-9is-ioynioy

2. http://www.ananeotiki.gr/el/articles.php?tid=13555

3. https://www.marxists.org/archive/harman/1994/02/fascism.htm

4. Enzo Traverso, Τα νέα πρόσωπα του φασισμού, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου

5. Robert Paxton, Η ανατομία του φασισμού, Εκδόσεις Κέδρος

6. https://www.marxists.org/history/etol/writers/wolfreys/2006/xx/fascism.html

7. Λέον Τρότσκι, Η πάλη ενάντια στο φασισμό στη Γερμανία, Εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο

8. https://www.marxists.org/archive/harman/1994/02/fascism.htm

9. Ντενί Γκοντάρ, Γαλλία: Aντίσταση στη φασιστική απειλή, ΣΑΚ, Νο 166, https://socialismfrombelow.gr/article.php?id=1499&issue=166#gsc.tab=0

10. https://www.koutipandoras.gr/article/polakis-sto-open-afta-einai-ta-krisima-lathi-tou-kasselaki-an-imoun-omofovikos-den-tha-ton-proteina-gia-proedro