Βιβλιοκριτική
Βιβλιοκριτική: "Η Ιστορία της ∆ηµιουργίας του Κεφαλαίου του Μαρξ"

Η Ιστορία της ∆ηµιουργίας του Κεφαλαίου του Μαρξ
Ρόμαν Ροσντόλσκι

672 σελίδες, 20€
Εκδόσεις Εργατική Πάλη

 

«Η Ιστορία της Δημιουργίας του Κεφαλαίου του Μαρξ», το βιβλίο του Ρόμαν Ροσντόλσκι που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε ελληνική μετάφραση από τις Εκδόσεις «Εργατική Πάλη» κατέχει μια ιδιαίτερη θέση μέσα στην ιστορία της αριστεράς. Γραμμένο μέσα στην εκρηκτική δεκαετία του 1960 (εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1968, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του συγγραφέα του) είναι ένα βιβλίο που προσπαθεί να επανασυνδέσει τον μαρξισμό με τις, συσκοτισμένες από την διπλή επιρροή του σταλινισμού και της σοσιαλδημοκρατίας, επαναστατικές του ρίζες. 

Ο Ροσντόλσκι γεννήθηκε το 1898 στο Λβοβ της σημερινής Ουκρανίας –τότε ονομαζόταν Λέμπεργκ και ανήκε στην Αυστροουγγαρία. Ο Ροσντόλσκι αντιτάχθηκε δυναμικά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καλωσόρισε τον Οκτώβρη του 1917 τη Ρωσική Επανάσταση και εντάχθηκε το 1918 στο παράνομο «Κομμουνιστικό Κόμμα της Ανατολικής Γαλικίας». Το 1926 μετακόμισε στη Βιέννη, απεσταλμένος του Ινστιτούτου Μαρξ-Ένγκελς της Μόσχας (η Ουκρανία είχε ενταχθεί στην Σοβιετική Ένωση από το 1922), από όπου όμως αναγκάστηκε να φύγει λίγο μετά την επικράτηση του φασιστικού πραξικοπήματος του Ντόλφους.1 Επέστρεψε στο Λβοβ –αλλά στο μεταξύ είχε διαγραφεί από το «κομμουνιστικό κίνημα» με τις πρώτες σταλινικές εκκαθαρίσεις. Δίδαξε στο πανεπιστήμιο και συνδέθηκε με την τροτσκιστική αντιπολίτευση. 

Το καλοκαίρι του 1941 η Ουκρανία καταλήφθηκε από τα ναζιστικά στρατεύματα του Χίτλερ. Το 1942 ο Ροσντόλσκι συνελήφθη από την Γκεστάπο και κλείστηκε πρώτα στο Άουσβιτς, ύστερα στο Ράβενσμπρικ και τέλος στο Οράνιενμπουργκ. Παραδόξως επέζησε. Μετά τον πόλεμο μετανάστευσε στο Ντιτρόιτ των ΗΠΑ όπου και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.2

Στην Αμερική ο Ροσντόλσκι «έπεσε πάνω» σε ένα από τα λιγοστά αντίτυπα των Grundrisse του Μαρξ που είχαν φτάσει στη δύση. Τα Grundrisse είναι οι προσωπικές σημειώσεις που κρατούσε ο Μαρξ κατά τη διάρκεια της μελέτης του για την συγγραφή του Κεφαλαίου. Όπως γράφει ο Νίκος Στραβελάκης, που έχει επιμεληθεί την ελληνική έκδοση του βιβλίου, ο Ροσντόλσκι «χρησιμοποιεί τα Grundrisse σαν ‘κώδικα’ αποκρυπτογράφησης του Κεφαλαίου. Ο λόγος είναι ότι τα επτά τετράδια αυτού του ημιτελούς κειμένου ήταν γραμμένα από τον Μαρξ για αυτόδιευκρίνιση της μεθόδου και του πλάνου εργασίας του… Ως εκ τούτου αποτελούν από πρώτο χέρι καταγραφή των σκέψεων και των προθέσεών του».3

«Η Ιστορία της Δημιουργίας του Κεφαλαίου του Μαρξ» είναι ένα μεγάλο βιβλίο – αποτελείται από 7 ενότητες (όσα και τα τετράδια του Μαρξ) που ο Ροσντόλσκι ονομάζει «βιβλία», 34 κεφάλαια και πάνω από 650 σελίδες (στην ελληνική έκδοση). Μια αναλυτική παρουσίαση είναι προφανώς αδύνατη μέσα σε μερικές σελίδες. Υπάρχουν, όμως, τρεις βασικοί λόγοι γιατί αξίζει να διαβαστεί το βιβλίο αυτό.

Ο πρώτος λόγος είναι η επιμονή στη διαλεκτική –στη λογική μέθοδο που «κληρονόμησε» ο Μαρξ από τον Χέγκελ. «Από όλα τα προβλήματα της οικονομικής θεωρίας του Μαρξ», γράφει ο Ροσντόλσκι στην εισαγωγή του βιβλίου, «το πιο παραμελημένο είναι αυτό της μεθόδου του, τόσο γενικά όσο και ειδικά στην σχέση της με τον Χέγκελ».4 Σε αντίθεση με την τυπική, «αριστοτέλεια» λογική που θεωρεί ότι κάθε τι είναι ίσο με τον εαυτό του (Α = Α σε μαθηματική μορφή), η διαλεκτική θεωρεί ότι η πραγματικότητα διακατέχεται από εσωτερικές αντιφάσεις και συγκρούσεις που σπρώχνουν συνεχώς προς τον επαναστατικό μετασχηματισμό. Ο Χέγκελ ήταν ιδεαλιστής, θεωρούσε ότι η κινητήρια δύναμη της ιστορίας ήταν οι ιδέες, η κοσμοαντίληψη, το Απόλυτο Πνεύμα που οδεύει μέσα από αυτές τις ανατροπές προς μια ολοένα και πιο πλήρη, συνεκτική, αληθινή αντίληψη του κόσμου. Ο Μαρξ αντίθετα ήταν υλιστής: αυτό που κινεί την ιστορία δεν είναι οι ιδέες αλλά οι πραγματικές αντιθέσεις – κύρια η πάλη ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευόμενους. Όπως έλεγε ο ίδιος, χρειάστηκε πρώτα να αναστρέψει τη διαλεκτική του Χέγκελ, έτσι ώστε να στέκεται με τα πόδια κάτω και το κεφάλι πάνω και όχι ανάποδα, πριν μπορέσει να την χρησιμοποιήσει. 

Ο Ροσντόλσκι αναφέρεται σε πολλά σημεία του κειμένου του όχι μόνο στον ίδιο τον Χέγκελ αλλά και στον Λούκατς και τον Λένιν που είχαν υπερασπιστεί τη διαλεκτική στην εποχή του «ρεφορμισμού» της Β’ Διεθνούς – την εποχή όπου ο Κάουτσκι, ο «πάπας του Μαρξισμού» υποστήριζε ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένα υπόλειμμα του παρελθόντος γιατί ο σύγχρονος καπιταλισμός είχε απαλλαγεί από τις αντιφάσεις που τον έσπρωχναν στον πόλεμο και ο Μπέρνσταϊν ότι η επανάσταση ήταν πλέον αναχρονισμός αφού το χρηματιστήριο είχε καταργήσει την αντίφαση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Αλλά ο Ροντόλσκι είχε να αντιμετωπίσει και νέες προκλήσεις: ο καπιταλισμός βρισκόταν τη δεκαετία του 1960 στο μέσο της μεγαλύτερης άνθησης της ιστορίας του. Και μέσα στην ίδια την ριζοσπαστική αριστερά κυριαρχούσαν νέες θεωρίες, σαν του Χέρμπερτ Μαρκούζε που υποστήριζε ότι η εργατική τάξη είναι «μονοδιάστατη», διεφθαρμένη από τον σύγχρονο τρόπο ζωής και ανίκανη πια να επαναστατήσει ή του Λουί Αλτουσέρ που υποστήριζε ότι η διαλεκτική ήταν μια νεανική τρέλα του Μαρξ –που ευτυχώς την εγκατέλειψε όταν ωρίμασε. Όσο δε για την επίσημη Αριστερά, αυτή είχε αντικαταστήσει προ πολλού τον Μαρξ και τη θεωρία του για τις οικονομικές κρίσεις με τον Κέινς –που έλεγε ότι χάρη στον «κρατικό παρεμβατισμό» ο καπιταλισμός δεν θα γνώριζε ποτέ ξανά κάποια νέα Μεγάλη Ύφεση, σαν αυτή του Μεσοπολέμου. 

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο είναι σημαντικό το βιβλίο του Ροντσόλσκι είναι η καθαρότητα με την οποία αντιλαμβάνεται και εξηγεί την μέθοδο του Μαρξ, τη διάσημη «ανοδική πορεία από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο» (και αυτή ένα «δάνειο» από την Επιστήμη της Λογικής του Χέγκελ). Ο ίδιος ο Μαρξ σκιαγραφεί τη μέθοδο αυτή με τα παρακάτω λόγια:

«Το σωστό φαίνεται πως είναι να αρχίζει κανείς με το πραγματικό και συγκεκριμένο, με την πραγματική προϋπόθεση, για παράδειγμα λοιπόν, στην οικονομία με τον πληθυσμό, που είναι η βάση και το υποκείμενο ολόκληρης της κοινωνικής παραγωγικής πράξης. Ωστόσο μια πιο προσεχτική εξέταση δείχνει πως αυτό είναι λάθος. Ο πληθυσμός είναι μια αφαίρεση αν παραλείψω, για παράδειγμα τις τάξεις που τον αποτελούν. Αυτές οι τάξεις είναι πάλι λόγος κενός αν δεν γνωρίζω τα στοιχεία πάνω στα οποία βασίζονται πχ μισθωτή εργασία, κεφάλαιο κλπ… Αν λοιπόν άρχιζα με τον πληθυσμό, αυτό θα ήταν μια χαοτική αναπαράσταση του όλου και ο ακριβέστερος προσδιορισμός θα με οδηγούσε αναλυτικά σε ολοένα και πιο απλές έννοιες… Από εκεί θα έπρεπε τώρα να ξεκινήσω το ταξίδι αντίστροφα, ώσπου να φτάσω επιτέλους πάλι στον πληθυσμό, αυτή τη φορά όμως όχι σαν χαοτική αναπαραγωγή ενός όλου αλλά σαν πλούσια ολότητα πολλών προσδιορισμών και σχέσεων».5 

Ο Ροσντόλσκι επανέρχεται στην ουσία της μεθόδου μέσα από τα γραπτά του ίδιου του Μαρξ. «Μια επιστημονική ανάλυση του ανταγωνισμού», γράφει ο Μαρξ στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου, για να εξηγήσει γιατί ο ανταγωνισμός δεν μπορεί να ληφθεί υπ’ όψη σε αυτό το σημείο της μελέτης του, «είναι δυνατή μόνο αν μπορούμε να συλλάβουμε την εσωτερική φύση του κεφαλαίου, ακριβώς όπως οι εμφανιζόμενες κινήσεις των ουρανίων σωμάτων είναι κατανοητές μόνο σε κάποιον που είναι εξοικειωμένος με τις αληθινές κινήσεις, οι οποίες δεν είναι αντιληπτές στις αισθήσεις μας».6 Οι τροχιές των πλανητών παρεκκλίνουν από τις «τέλειες» τροχιές όπως τις περιγράφει πχ ο Κέπλερ λόγω της αλληλοεπίδρασης που έχει ο ένας πάνω στον άλλο. Αλλά αυτές οι «παρεκκλίσεις» είναι αδύνατο να μελετηθούν αν δεν ξεκινήσει κανείς από τις θεωρητικές τροχιές των πλανητών γύρω από τον ήλιο. 

Στην πραγματικότητα, γράφει ο Ροσντόλκσι, όλες αυτές οι προσπάθειες δεν θα ήταν απαραίτητες αν η μορφή εμφάνισης των πραγμάτων συνέπιπτε με την ουσία τους. Αλλά τότε, όπως έλεγε ο Μαρξ, «κάθε επιστήμη θα ήταν περιττή». Ο Ροσντόλσκι καταφέρνει να δείξει τον διπλό χαρακτήρα της «ανύψωσης από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο»: σαν μια μέθοδο παρουσίασης από τη μια και ανάλυσης και κατανόησης από την άλλη. 

Ο τρίτος λόγος που κάνει το βιβλίο τόσο πολύτιμο είναι ότι λύνει τις υποτιθέμενες αντιφάσεις ανάμεσα στις διάφορες ενότητες του Κεφαλαίου του Μαρξ. Στο Παράρτημα ΙΙ7 και ξανά στο «Έβδομο βιβλίο»8 απαντάει στην «Αντί-Κριτική» της Ρόζας Λούξεμπουργκ που κατηγορεί τον Μαρξ για προσκόλληση, «σε μια θεωρητική αφαίρεση μιας καπιταλιστικής κοινωνίας … μόνο καπιταλιστών και εργατών» που δεν λαμβάνει υπ’ όψη της όλες τις συνθήκες της ιστορικής πραγματικότητας μέσα στις οποίες αναπτύσσεται. 

Αλλά η πιο σημαντική του συμβολή είναι ότι λύνει την «αντίφαση» που μοιάζει να υπάρχει ανάμεσα στον Τόμο Ι και τον Τόμο ΙΙΙ του Κεφαλαίου. Στον πρώτο τόμο ο Μαρξ γράφει ότι τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται μεταξύ τους με βάση την «αξία» τους, δηλαδή τον «κοινωνικά αναγκαίο» χρόνο εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή τους. Ένα αυτοκίνητο αξίζει πχ όσο χίλια κιλά βούτυρο γιατί με τα σύγχρονα μέσα παραγωγής χρειάζεται τις ίδιες «ανθρωποώρες» που απαιτούνται για την παραγωγή χιλίων κιλών βουτύρου. Με άλλα λόγια οι τιμές των εμπορευμάτων αντανακλούν τις ποσότητες της εργασίας που έχουν δαπανηθεί για την παραγωγή τους. Στον τρίτο τόμο, όμως, ο Μαρξ υποστηρίζει ότι αυτό που καθορίζει τις τιμές των προϊόντων είναι το κόστος παραγωγής. Αυτή η φαινομενική αντίφαση έχει προκαλέσει μεγάλη σύγχυση ακόμα και μεταξύ των μαρξιστών.

Αλλά όπως δείχνει ο Ροντόλσκι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμιά αντίφαση. Στον Τόμο Ι ο Μαρξ ασχολείται με το αυτό που ονομάζει «κεφάλαιο γενικά», χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψη του την αλληλοεπίδραση που έχει το ένα κεφάλαιο πάνω στο άλλο, δηλαδή τον ανταγωνισμό. Στον Τόμο Ι ο Μαρξ αναλύει τα βασικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής από όλους τους προηγούμενους –δηλαδή την απόσπαση υπεραξίας από την εργατική τάξη που πουλάει το μοναδικό «εμπόρευμα» που κατέχει, την εργατική της δύναμη. Για να δείξει τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο Μαρξ προχωράει στον Τόμο Ι σε μια «σειρά υποθέσεων απλοποίησης. Καταρχάς υποτέθηκε ότι τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται στις αξίες τους και δεύτερον ότι πάντα βρίσκουν έναν αγοραστή. Μόνο με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να δώσουμε το περίγραμμα της διαδικασίας παραγωγής και κυκλοφορίας του κεφαλαίου στην καθαρή του μορφή χωρίς τις επιδράσεις των ενοχλητικών “συνοδευτικών περιστάσεων”».9

Στον Τόμο ΙΙΙ όμως ο Μαρξ δεν ασχολείται πλέον με τους γενικούς νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής αλλά με τους τρόπους με τους οποίους αυτοί οι γενικοί νόμοι επιβάλλονται πάνω στο κάθε ένα ξεχωριστό κεφάλαιο. Ο Τόμος ΙΙΙ δεν ασχολείται με το «κεφάλαιο γενικά» αλλά με «πολλά κεφάλαια», που βρίσκονται σε μόνιμο ανταγωνισμό μεταξύ τους. Η πίεση του ανταγωνισμού είναι αυτή που ωθεί τον κάθε ένα μεμονωμένο καπιταλιστή να επενδύει συνεχώς σε νέες τεχνολογίες και νέα μηχανήματα που αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας –δηλαδή τους επιτρέπουν να αυξάνουν τα ποσοστά εκμετάλλευσης και να αποσπούν μεγαλύτερο μερίδιο υπεραξίας από τους εργάτες τους. Αν δεν το κάνουν σύντομα θα βρεθούν «εκτός αγοράς» και θα πάψουν να είναι καπιταλιστές. Το αποτέλεσμα είναι «η συσσώρευση για την συσσώρευση», η διόγκωση της «οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου» (δηλαδή η εκρηκτική αύξηση του ποσοστού του κεφαλαίου που επενδύεται σε μέσα παραγωγής σε σύγκριση με το κεφάλαιο που επενδύεται στην αγορά «εργατικής δύναμης») που όπως έχει δείξει ο Μαρξ είναι ο βασικός μηχανισμός που σπρώχνει τον καπιταλισμό ξανά και ξανά σε κρίσεις, σαν αυτή που ζήσαμε το 2008-9. 

Παρά τον όγκο και την δυσκολία το βιβλίο του Ροσντόλσκι αξίζει να διαβαστεί. Αλλά πριν από αυτό θα ήταν πολύ βοηθητικό να διαβάσει κανείς το βιβλίο του Alex Callinicos «Οι επαναστατικές Ιδέες του Καρλ Μαρξ» –και ειδικά το Κεφάλαιο 6 που έχει τον τίτλο «Καπιταλισμός». 

 

Σημειώσεις

1. Ο Ντόλφους κατέλυσε τη δημοκρατία στην Αυστρία τον Μάρτιο του 1933. Ο Ροσντόλσκι έφυγε από την Βιέννη λίγους μήνες αργότερα.

2. Υπάρχουν πολύ λίγα βιογραφικά στοιχεία για τη ζωή του Ροσντόλσκι. Κάποιες πληροφορίες υπάρχουν στο ίδιο το βιβλίο, στο προλογικό σημείωμα του Έρνεστ Μαντέλ. Κάποια στοιχεία υπάρχουν και στο https://www.marxists.org/glossary/people/r/o.htm#rosdolsky-roman

3. Ροσντόλσκι, σελ 17

4. Στο ίδιο, σελ 28

5. Από την «Εισαγωγή του 1857». Αναφέρεται στο A.Callinicos, Η αποκρυπτογράφηση του Κεφαλαίου, σελ 114.

6. Ροσντόλσκι, σελ 88

7. Στο ίδιο σελ 101

8. Στο ίδιο σελ 576 - 581

9. Στο ίδιο σελ 131σ