Δούλοι, δουλεία και δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής
Δημήτρης Ι. Κυρτάτας
147 σελίδες, 15€
Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο
Η δεκαετία του 1960 δεν ήταν μόνο η εποχή της έκρηξης τεραστίων κινημάτων που άλλαξαν το πρόσωπο του πλανήτη, όπως ο Μάης του 68, τα αντιαποικιακά κινήματα, και τα κινήματα για την γυναικεία και την σεξουαλική απελευθέρωση. Ως απόρροια αυτών των κινημάτων, ο μαρξισμός απέκτησε μαζική αίγλη, όχι μόνο μέσα στο εργατικό κίνημα, αλλά πια και στα πανεπιστήμια και στους κύκλους της διανόησης. Μαρξιστές ιστορικοί όπως ο Έρικ Χομπσμπάουμ, ο Ρόντνι Χίλτον, ο Ε. Π. Τόμπσον και ο Γιουτζήν Τζινοβίζι έδειξαν με τεράστια επιτυχία το πώς τα θεωρητικά εργαλεία του μαρξισμού (τάξη, ταξική πάλη, τρόπος παραγωγής) μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ερμηνεύσουν τις φεουδαρχικές κοινωνίες του μεσαίωνα ή τις αστικές επαναστάσεις· ταυτόχρονα, ο μαρξισμός αποτέλεσε μια από τις βασικές πηγές έμπνευσης για την δημιουργία της ιστορίας από τα κάτω, που έβαζε στο επίκεντρο την αυτενέργεια και την εμπειρία των κατώτερων τάξεων αντί για την παραδοσιακή επικέντρωση στις ελίτ και τα κράτη.
Ένα από τα μεγάλα παράδοξα είναι ότι ενώ αυτή η μαρξιστική προσέγγιση άσκησε τεράστια επίδραση στη μεσαιωνική και νεώτερη ιστορία, είχε μόνο περιορισμένη επιρροή στη μελέτη της αρχαιότητας. Το μνημειώδες βιβλίο του Σαιντ Κρουά Ο ταξικός αγώνας στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, που δημοσιεύτηκε το 1981 και παρουσίασε μια συνολική μαρξιστική προσέγγιση στην εξέλιξη της ιστορίας της αρχαιότητας, δυστυχώς δεν βρήκε πολλούς συνεχιστές. Μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις παγκοσμίως είναι το παρόν βιβλίο του Δημήτρη Κυρτάτα, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1987 και ήταν εξαντλημένο εδώ και πολλά χρόνια. Η ανατύπωση αυτού του βιβλίου από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο προσφέρει μια τεράστια υπηρεσία στο κίνημα και τους σκεπτόμενους ανθρώπους, καθώς δίνει ένα πολύτιμο εργαλείο μελέτης που συνδυάζει μεγάλα ιστορικά ερωτήματα με μια εξαιρετικά εύγλωττη και κατανοητή παρουσίαση και συζήτηση.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στις διάφορες κατηγορίες των δούλων, και τους πολλαπλούς και αντιφατικούς τρόπους που χρησιμοποιούνταν από τις αρχαίες κοινωνίες. Η πιο γνωστή και ορατή είναι αυτή των οικιακών δούλων, που έκαναν όλες τις δουλειές του νοικοκυριού και ταυτόχρονα συχνά βοηθούσαν τα αφεντικά τους και στην προσωπική τους εργασία. Σε μια προβιομηχανική κοινωνία χωρίς τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, πλυντήρια και πάνες μιας χρήσης, ο όγκος της καθημερινής εργασίας που χρειαζόταν για αυτές τις δουλειές ήταν απλά δυσθεώρητος. Και μόνο η καθημερινή εργασία που απαιτούσε να αλεστεί το στάρι, να γίνει αλεύρι και να ζυμωθεί το ψωμί αρκεί για να καταλάβουμε τον όγκο της εργασίας που επιτελούσαν οι οικιακοί δούλοι.
Όπως όμως δείχνει ο Κυρτάτας, οι δούλοι χρησιμοποιούνταν σχεδόν στο σύνολο των διαθέσιμων εργασιών. Η σεξουαλική εκμετάλλευση των δούλων είτε προσωπικά από τους αφέντες τους είτε μέσω του μαζικού κλάδου της πορνείας αποτελούσε συστατικό χαρακτηριστικό των αρχαίων κοινωνιών. Αλλά οι δούλοι βρίσκονταν και σε θέσεις που απαιτούσαν εξειδίκευση και διέθεταν εξουσία: στην αρχαία Αθήνα οι τραπεζίτες και οι αστυνόμοι ήταν δούλοι. Αυτές οι πιο απρόσμενες χρήσεις των δούλων δείχνουν τον βαθμό που η δουλεία αποτελούσε θεμελιακό συστατικό των αρχαίων κοινωνιών· αναμφίβολα, όμως, κομβική σημασία είχε η χρήση των δούλων για την παραγωγή πλούτου στη γεωργία, την βιοτεχνία και τα μεταλλεία.
Έχοντας δείξει πόσο εκτεταμένη ήταν η χρήση των δούλων στον αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό κόσμο, ο Κυρτάτας θέτει στο δεύτερο κεφάλαιο ένα πολύ σημαντικό ερώτημα: ποιες έννοιες πρέπει να χρησιμοποιήσουμε για να κατανοήσουμε τον ρόλο των δούλων στην ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών της αρχαιότητας; Τα αρχαία κείμενα υιοθετούν ένα νομικό διαχωρισμό μεταξύ ελευθέρων και δούλων, και επικεντρώνονται στην έλλειψη δικαιωμάτων που είχαν οι δούλοι συγκριτικά με τους ελεύθερους. Αυτή η αντίληψη έχει προφανώς την σημασία της, αλλά προσκρούει σε ένα βασικό πρόβλημα: η πολυπλοκότητα της χρήσης των δούλων δημιουργούσε δούλους με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά. Όλοι οι δούλοι ήταν αντικείμενα ιδιοκτησίας και μπορούσαν να βασανιστούν ή να κακοποιηθούν: η κοινή τους νομική θέση συνίστατο όντως στην απουσία δικαιωμάτων. Ο δούλος τραπεζίτης, ο δούλος αστυνόμος, ή ο δούλος επιστάτης είχαν όμως τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά και συνθήκες ζωής από τους δούλους στα χωράφια ή στα μεταλλεία. Επομένως, η νομική διάκριση μεταξύ ελευθέρων και δούλων είναι ανεπαρκής για να κατανοήσουμε την πραγματική τους λειτουργία.
Ο Κυρτάτας εξετάζει διάφορες σύγχρονες θεωρίες που έχουν προσπαθήσει να επιλύσουν αυτό το πρόβλημα, όπως την θεωρία των κοινωνικών βαθμίδων του Μαξ Βέμπερ. Όπως εύγλωττα δείχνει ο Κυρτάτας, τέτοιες θεωρίες στην καλύτερη περίπτωση είναι ικανές να περιγράψουν τα πράγματα, αλλά δεν είναι σε θέση να τα εξηγήσουν. Γι’ αυτό και προτείνει την υιοθέτηση της μαρξιστικής έννοιας της τάξης ως βασικού εργαλείου ανάλυσης. Από αυτή την πλευρά, δεν αποτελούσαν όλοι οι δούλοι μέλη της ίδιας τάξης: ο δούλος επιστάτης που κράταγε το μαστίγιο και ο δούλος εργάτης δεν ήταν μέλη της ίδιας τάξης, παρότι ανήκαν στην ίδια νομική κατηγορία.
Εξίσου σημαντική είναι και η μαρξιστική έννοια του τρόπου παραγωγής. Στις αρχαίες κοινωνίες συνυπήρχαν διάφοροι τρόποι παραγωγής. Τα νοικοκυριά των ανεξάρτητων αγροτών που παρήγαγαν για την προσωπική τους κατανάλωση αποτελούσαν έναν πολύ διαφορετικό τρόπο παραγωγής από τα λατιφούντια των Ρωμαίων αριστοκρατών, που παρήγαγαν σε μαζικές ποσότητες αγροτικά προϊόντα που πωλούνταν στην αγορά. Ο ρόλος της δουλείας σε ένα αγροτικό νοικοκυριό που μπορεί να διέθετε ένα δούλο ως συμπληρωματική πηγή εργασίας ήταν σχετικά περιορισμένος. Η δουλεία είχε όμως θεμελιακή σημασία για τον τρόπο παραγωγής των μεγάλων αγροκτημάτων των πλουσίων, αφού χωρίς τους δούλους αυτός ο τρόπος παραγωγής θα ήταν ανέφικτος.
Αυτές οι έννοιες μας επιτρέπουν να απαντήσουμε ένα δεύτερο σημαντικό πρόβλημα. Σε καμία αρχαία κοινωνία οι δούλοι δεν αποτελούσαν την πλειονότητα του πληθυσμού. Αντίθετα, το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας και των παραγωγής επιτελούνταν από ελεύθερους μικροϊδιοκτήτες αγρότες, τεχνίτες και εμπόρους, που αποτελούσαν τουλάχιστον το 50-70% του πληθυσμού. Πως μπορούμε λοιπόν να λέμε ότι η αρχαιότητα κυριαρχούνταν από τον δουλοκτητικό τρόπο παραγωγής; Η απάντηση είναι ότι η δουλεία ενυπήρχε σε διάφορους τρόπους παραγωγής στην αρχαιότητα, αλλά ήταν απολύτως κομβική για το πώς οι αρχαίες ελληνικές και ρωμαϊκές ελίτ αποκτούσαν τον πλούτο τους. Επειδή η μεγάλη μάζα των ελεύθερων μικροϊδιοκτητών κατείχε τα δικά της μέσα παραγωγής και δεν εργαζόταν για τους πλούσιους, η εργασία των δούλων ήταν η θεμελιακή πηγή πλούτου των αρχαίων ελίτ.
Η γένεση λοιπόν της δουλοκτητικής οικονομίας, στην οποία ο πλούτος των ελίτ προέρχεται από την εργασία των δούλων, αποτελεί το αντικείμενο του τρίτου κεφαλαίου του βιβλίου. Παρότι η δουλεία υπήρχε από πολύ παλιά, και εμφανίζεται ήδη στις πηγές της Γραμμικής Β στα μυκηναϊκά κράτη, η πρώτη δουλοκτητική οικονομία εμφανίστηκε στην διάρκεια της αρχαϊκής εποχής. Ο Κυρτάτας χρησιμοποιεί την περίπτωση της Αθήνας του Σόλωνα ως το καλύτερα μαρτυρούμενο παράδειγμα αυτής της διαδικασίας. Πριν το 600 π.Χ., οι πλούσιοι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν ως πηγή εργασίας τους φτωχούς Αθηναίους, που συχνά αναγκάζονταν να δανειστούν με εγγύηση τα σώματα τους, και κατέληγαν δούλοι όταν δεν μπορούσαν να αποπληρώσουν τα χρέη τους. Αυτό οδήγησε σε μια γενικευμένη κρίση που έφερε τον Σόλωνα στην εξουσία με την επιτακτική ανάγκη μεταρρυθμίσεων. Οι νόμοι του Σόλωνα που απαγόρευαν πλέον την υποδούλωση για χρέη των Αθηναίων πολιτών οδήγησαν τους πλούσιους Αθηναίους να αναζητήσουν μια εναλλακτική πηγή εργασίας, την οποία βρήκαν στην μαζική εισαγωγή δούλων από το εξωτερικό. Η ταξική αντίσταση των φτωχών Αθηναίων οδήγησε στην δημιουργία της πρώτης δουλοκτητικής οικονομίας της παγκόσμιας ιστορίας.
Το τελευταίο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην παρακμή της δουλοκτητικής οικονομίας κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ., ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της αρχαίας ιστορίας. Ο Κυρτάτας εξετάζει διάφορες σχετικές θεωρίες, και αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα και τις ελλείψεις τους. Για κάποιους, η παρακμή της δουλοκτητικής οικονομίας είναι αποτέλεσμα της δραματικής επιδείνωσης της ελεύθερης εργασίας, που δημιούργησε νέες πηγές εκμεταλλεύσιμης εργασίας για τους πλουσίους και έκανε λιγότερο απαραίτητη την εργασία των δούλων. Για άλλους, η κομβική εξέλιξη ήταν η αλλαγή από τον 1ο αιώνα μ.Χ. των πηγών των δούλων, καθώς με το σταμάτημα της ρωμαϊκής επέκτασης δεν υπήρχαν πια φτηνοί αιχμάλωτοι δούλοι. Αναγκαστικά, οι δούλοι έπρεπε πια να προέρχονται από το εσωτερικό της αυτοκρατορίας μέσω της φυσικής αναπαραγωγής των δούλων, κάτι που αύξησε την τιμή τους, μείωσε τον βαθμό εκμετάλλευσης τους και σταδιακά μείωσε τα κέρδη των ελίτ. Το αποτέλεσμα ήταν μια μακρόσυρτη διαδικασία που οδήγησε στην εγκατάλειψη του δουλοκτητικού τρόπου παραγωγής που βασιζόταν στην εργασία των δούλων για την παραγωγή αγαθών. Η δουλεία διατηρήθηκε, αλλά πλέον αποκλειστικά σε τομείς όπως η οικιακή εργασία, ενώ, ιδιαίτερα στη δυτική Ευρώπη, ο νέος φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής βασισμένος στην εργασία των δουλοπάροικων έγινε κυρίαρχος.
Έχουν περάσει σχεδόν σαράντα χρόνια από την αρχική δημοσίευση του βιβλίου του Κυρτάτα. Το βιβλίο είναι αποκύημα της πολιτικοποίησης της δεκαετίας του 1970, και της τεράστιας επίδρασης των μαρξιστικών ιδεών στην παλίρροια του κινήματος. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, αυτή η επίδραση μειώθηκε δραστικά. Η επικράτηση του μεταμοντερνισμού και η απομάκρυνση από την μελέτη των κοινωνικών δομών οδήγησε στην σταδιακή απομόνωση του τρόπου σκέψης και ανάλυσης που εκφράζει αυτό το βιβλίο. Μετά την κρίση του 2008-2010 όμως, οι αντικαπιταλιστικές και μαρξιστικές ιδέες έχουν κάνει δυναμικά την επανεμφάνιση τους και αναφορικά με την μελέτη της αρχαιότητας. Ταυτόχρονα, σε αυτές τις τέσσερεις δεκαετίες έχουν συμβεί σημαντικές αλλαγές στην μελέτη της δουλείας, που εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται σε αυτό το βιβλίο. Το βιβλίο όμως διαθέτει εξαιρετικά δυνατά θεμέλια, ακριβώς γιατί βασίζεται σε μια μαρξιστική ανάλυση ενός κομβικού ιστορικού φαινομένου. Οι νεότερες μελέτες θα αποδώσουν πραγματικά, μόνο όταν πατήσουν σε ένα στέρεο θεμέλιο ανάλυσης και στα μεγάλα ερωτήματα που θέτει τόσο εύγλωττα το βιβλίο του Κυρτάτα. Γι’ αυτό και τούτο το βιβλίο πρέπει να διαβαστεί ευρύτατα και με προσοχή από όλους όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία, την αρχαιότητα και τον μαρξισμό.
Γέµισε την Τρίτη 25 Φλεβάρη η αίθουσα της ΕΣΗΕΑ στην εκδήλωση για τη δουλεία στην αρχαιότητα που οργάνωσε το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο µε αφορµή την παρουσίαση της επανέκδοσης του βιβλίου του ∆ηµήτρη Κυρτάτα «∆ούλοι, δουλεία και δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής στην ελληνική και ρωµαϊκή αρχαιότητα» µε οµιλητές τον συγγραφέα του βιβλίου και τους Κώστα Βλασόπουλο και Ευτυχία Μπαθρέλλου.
Τη συζήτηση συντόνισε η Φύλια Πολίτη, δηµοσιογράφος και ακολούθησε πλούσια συζήτηση µε πολλές παρεµβάσεις και ερωτήσεις. Ολόκληρη τη συζήτηση µπορείτε να την παρακολουθήσετε στην ιστοσελίδα https://www.youtube.com/watch?v=yRVXeTNLSPE
Ο ∆ηµήτρης Κυρτάτας στην οµιλία του τόνισε:
«Η πρωτοβουλία του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου να επανεκδώσει το βιβλίο µου για τη δουλεία µετά από 38 χρόνια µου δίνει µεγάλη χαρά. Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 που προσπαθούσα να µυηθώ στη µελέτη της ελληνικής και της ρωµαϊκής αρχαιότητας, οι θεωρητικές συζητήσεις βρίσκονταν στην ηµερήσια διάταξη. Κανείς ιστορικός δεν µπορούσε να αγνοήσει τις µεγάλες αφηγήσεις, έστω κι αν είχε στόχο να τις απορρίψει. Ακόµα και οι µικρές λεπτοµέρειες τις οποίες διερευνούσαν οι ειδικοί µελετώντας παπύρους και άλλα αρχαιολογικά θραύσµατα εντάσσονταν συνήθως σε γενικότερα ερµηνευτικά σχήµατα…
Αν είχα µάλιστα να δώσω µια συµβουλή σε πολλούς νέους ιστορικούς σήµερα θα τους έλεγα να συνεχίσουν τις σηµαντικές τους έρευνες γύρω από τα επί µέρους θέµατα που τους ενδιαφέρουν και τους απασχολούν αλλά να επιστρέψουν στα µεγάλα θεωρητικά σχήµατα που διαµορφώθηκαν από το µέσον περίπου του 19ου αιώνα και τα οποία παρέµεναν ζωντανά και δηµιουργικά για έναν περίπου αιώνα. Αυτό θα τους βοηθήσει να αξιοποιούν καλύτερα ακόµα και µικρές λεπτοµέρειες της καθηµερινής ζωής. Μάλιστα, αν οι µικρές λεπτοµέρειες αποκτούν έτσι νόηµα στη µελέτη της αρχαιότητας, σε πολύ µεγαλύτερο βαθµό το αποκτούν όταν µελετούµε τη σύγχρονη πραγµατικότητα».