Άρθρο
Κρατικός καπιταλισμός και σοσιαλισμος από τα κάτω

Εξώφυλλο του τευχους 100

Δεν υπάρχουν υποκατάστατα για την εξουσία των εργατών. Η κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ ήταν η επιβεβαίωση της πολύτιμης κληρονομιάς του σοσιαλισμού "από τα κάτω", γράφει ο Νίκος Λούντος.

Οι αρχές της δεκαετίας του '90 ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος για την Αριστερά. Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος αυτού του περιοδικού δεν είχε κλείσει χρόνος από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης (ΕΣΣΔ). Για τη συντριπτική πλειοψηφία των αγωνιστών της Αριστεράς, η κατάρρευση της ΕΣΣΔ ήταν αιτία απογοήτευσης ή σύγχυσης. Για δεκαετίες η Αριστερά είχε ταυτιστεί με την – μεγαλύτερη ή πιο κριτική – υποστήριξη προς τις χώρες του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Ορισμένοι έβλεπαν σε αυτές την κοινωνία του μέλλοντος. Για πολλούς άλλους, δεν ήταν η κοινωνία των οραμάτων τους, αλλά ήταν τουλάχιστον κάτι καλύτερο από τον δυτικό καπιταλισμό.

Όμως, οι εργάτες του Ανατολικού Μπλοκ δεν υπεράσπισαν τα καθεστώτα που κατέρρεαν. Στις περισσότερες περιπτώσεις η μετάβαση έγινε αναίμακτα, με την εργατική τάξη να παρακολουθεί παθητικά τις εξελίξεις. Σε ορισμένες άλλες, όπως για παράδειγμα στη Ρουμανία, η εργατική τάξη έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο για την πτώση του καθεστώτος. Το σίγουρο είναι πως οι εργάτες των “σοσιαλιστικών” χωρών δεν έβλεπαν να καταρρέει κάτι δικό τους. Η δεξιά και οι οπαδοί των ιδιωτικοποιήσεων και της αγοράς αξιοποίησαν τη σύγχυση, κερδίζοντας ιδεολογικό έδαφος. Το κράτος που είχε στον επίσημο τίτλο του τη λέξη Σοσιαλισμός (Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών) δεν υπήρχε πια, και ήταν ευκαιρία για όσους ήθελαν να θάψουν μαζί και τον ίδιο το σοσιαλισμό. Ο ίδιος ο τίτλος του περιοδικού μας εκείνη την εποχή ήταν προκλητικός. Να επιμένεις στο σοσιαλισμό την ώρα που ανακοινωνόταν ο θάνατός του.

Η άποψη που υπερασπίσαμε εκείνα τα χρόνια ήταν άκρως αιρετική. Αυτό που κατάρρεε στην Ανατολή δεν ήταν ο σοσιαλισμός, υποστηρίζαμε, αλλά μια μορφή καπιταλισμού. Ακόμα πιο αιρετικό φαινόταν το συμπέρασμα αυτής της άποψης. Ενώ οι καπιταλιστές της Δύσης ανήγγελλαν τον θρίαμβό τους, εμείς υποστηρίζαμε πως όχι μόνο η προοπτική του σοσιαλισμού δεν βγαίνει από την ημερήσια διάταξη, αλλά το αντίθετο. Η κρίση της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της δείχνει το μέλλον για ολόκληρο τον καπιταλισμό, σε Ανατολή και Δύση. Η δυναμική και οι διαδικασίες που οδήγησαν την δεύτερη μεγαλύτερη υπερδύναμη εκείνης της εποχής να χάσει το έδαφος κάτω από τα πόδια της δεν ήταν οι “ιδιαιτερότητες” του σοβιετικού μοντέλου, αλλά οι ίδιες διαδικασίες που προκαλούν κρίση στον καπιταλισμό, όποια μορφή κι αν παίρνει. Στη ρίζα τους βρισκόταν η εγγενής τάση του καπιταλισμού προς την οικονομική κρίση.

Ανατολή και δύση

Σήμερα, με το πλεονέκτημα της απόστασης είκοσι και πλέον χρόνων και χωρίς τα ιδεολογικά βαρίδια που κουβαλούσε η Αριστερά, κοιτώντας πίσω τον τρόπο με τον οποίο κατάρρευσαν τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης, μπορούμε να δούμε σκηνές από το δικό μας παρόν, από την Ευρωζώνη ως την Αίγυπτο. Πίσω απο την πρόσοψη με τις κόκκινες σημαίες και τα σοσιαλιστικά σύμβολα, βρίσκονταν καθεστώτα που μπήκαν σε οικονομική κρίση, προσπάθησαν να βρουν τρόπους να την ξεπεράσουν – πολλές φορές με δανεισμό – και βρήκαν τη “λύση” ρίχνοντας μαζικά το επίπεδο ζωής των εργατών τους. Συνταγές εξόδου από την κρίση εφαρμόζονταν και αποτύγχαναν. Η άρχουσα τάξη έχανε την αυτοπεποίθησή της, ενώ οι απλοί άνθρωποι συνειδητοποιούσαν ότι το σύστημα δεν δουλεύει και πως η “σοφή” ηγεσία δεν ξέρει πού βαδίζει. Η διάθεση για σύγκρουση αυξήθηκε. Οι απεργίες και οι ξεσηκωμοί μετέτρεψαν την οικονομική κρίση σε πολιτική κρίση. Η άρχουσα τάξη δεν ήταν σίγουρη για το αν μπορούσε να συνεχίσει τις επιθέσεις με τον παλιό τρόπο ή έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτικές επιλογές.

Οι κόντρες στο εσωτερικό των αξιωματούχων γίνονταν όλο και πιο άγριες, φτάνοντας να πάρουν χαρακτήρα ένοπλης σύγκρουσης. Κάποιες μερίδες άρχισαν να βλέπουν ως μοναδική διέξοδο εκτόνωσης της κρίσης – οικονομικής και πολιτικής – τα ανοίγματα στην αγορά και κάποιας μορφής πολιτική δημοκρατία. Προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να μην σκάσει το καζάνι της οργής. Όταν ένα μικρό παραθυράκι άνοιξε, τα πράγματα δεν ήταν εύκολο να πισωγυρίσουν. Το ερώτημα που παρέμενε ανοιχτό ήταν αν η αλλαγή θα παρέμενε σε πολιτικό επίπεδο ή θα έπαιρνε βαθύ κοινωνικό χαρακτήρα. Αυτό που συνέβη ήταν το πρώτο. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα ηνία του κράτους και της οικονομίας μετά τη μετάβαση στον καπιταλισμό της αγοράς τα κράτησαν στα χέρια τους στελέχη της παλιάς νομενκλατούρας. Ο Πούτιν, που κυβερνάει σήμερα τη Ρωσία, ήταν στέλεχος της πανίσχυρης μυστικής αστυνομίας KGB. Τις μέρες που γράφεται αυτό το άρθρο, η Βουλγαρία βρίσκεται σε πολιτική κρίση. Αν κοιτάξει κανείς στις δύο πτέρυγες του πολιτικού σκηνικού, και στη Δεξιά και την Κεντροαριστερά που κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους, θα βρει στελέχη ή γόνους του παλιού μονοκομματικού καθεστώτος.

Όσοι νόμιζαν πως οι αλλαγές του 1989-91 ήταν “αντεπανάσταση” έπρεπε να εξηγήσουν πώς γίνεται αφενός οι εργάτες να μην υπερασπίζουν τα “επαναστατικά καθεστώτα” και αφετέρου μετά την “αντεπανάσταση” ο πλούτος και η εξουσία να παραμένουν σε γνώριμα χέρια. Οι μοναδικές εξηγήσεις που απέμεναν ήταν είτε οι θεωρίες συνωμοσίας, είτε ότι οι εργάτες του Ανατολικού μπλοκ θαμπώθηκαν από τη γοητεία του καταναλωτισμού και του Χόλιγουντ.

Αυτό που σήμερα πλέον είναι φανερό είναι ότι η απογοήτευση της Αριστεράς δεν οφειλόταν σε μια πραγματική μετατόπιση του συσχετισμού δυνάμεων προς όφελος των αφεντικών, αλλά στον ίδιο της τον ιδεολογικό αποπροσανατολισμό. Η δεκαετία του '90 δεν έφερε τον θρίαμβο του καπιταλισμού, ούτε την παγκόσμια σταθερότητα. Πολύ γρήγορα ο Δυτικός καπιταλισμός έδειξε ότι δεν είναι σε θέση να απορροφήσει εύκολα τους κραδασμούς της κατάρρευσης της Ανατολής, ενώ το κουτί της Πανδώρας άνοιξε και στο επίπεδο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών (για περισσότερο, δείτε το άρθρο του Σωτήρη Κοντογιάννη στο παρόν τεύχος). Αυτό που κράτησε αυτό το περιοδικό έξω από την δίνη που άνοιξε για την Αριστερά η κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ ήταν η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού και η παράδοση του “σοσιαλισμού από τα κάτω”. Μια θεωρία που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον γεννημένο στην Παλαιστίνη, εβραϊκής καταγωγής σοσιαλιστή, Τόνι Κλιφ, στα τέλη της δεκαετίας του '40.

Με την επανάσταση του Οκτώβρη του 1917 η εργατική τάξη ήρθε στην εξουσία στη Ρωσία. Ήταν ένα πρωτοφανές πείραμα δημοκρατίας. Η εξουσία πλέον όχι μόνο δεν συγκεντρωνόταν στο πρόσωπο ενός Τσάρου ή ενός στρατάρχη, αλλά είχε γίνει μια υπόθεση εκατομμυρίων. Τα “σοβιέτ”, τα συμβούλια των αντιπροσώπων που ξεπήδησαν από το Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη του '17 μέσα σε χώρους δουλειάς, σε γειτονιές και στρατώνες, από όργανα αντίστασης έγιναν όργανα εξουσίας. Η “κάθε μαγείρισσα”, με τα λόγια του Λένιν, μπορούσε να κυβερνάει. Οι αντιπρόσωποι των εργατών δεν εκλέγονταν για τέσσερα χρόνια, αλλά μόνο για να υλοποιήσουν μια συγκεκριμένη απόφαση, και αν δεν την εκτελούσαν σωστά παύονταν από αντιπρόσωποι αμέσως. Οι εξουσίες των σοβιέτ έφταναν εκεί που η εξουσία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν φτάνει, μέχρι την ίδια την οικονομία και την παραγωγή.

Οι αποφάσεις για τις προτεραιότητες, για το τι και πόσο θα παραχθεί, ποιος και πόσο θα δουλέψει, ήταν συλλογικές. Πάρθηκαν πρωτοφανή μέτρα απελευθέρωσης. Αυτόματο διαζύγιο, έκτρωση, οι ομοφυλοφυλικές σχέσεις νομιμοποιήθηκαν. Οι μειονότητες, θρησκευτικές και εθνικές, απέκτησαν τα δικαιώματά τους. Δόθηκε έμφαση στην απελευθέρωση της γυναίκας από τον καταναγκασμό του νοικοκυριού, με δημόσια εστιατόρια, πλυντήρια και παιδικούς σταθμούς που θα αποκαθιστούσαν τον χαμένο γυναικείο χρόνο, τη γυναικεία δημιουργικότητα και αξιοπρέπεια. Ήταν ένα εργατικό κράτος που έβαζε μπρος για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας στην οποία δεν θα υπήρχε ο παραμικρός καταναγκασμός και η παραμικρή καταπίεση, μιας και όλες οι δυνατότητες της τεχνολογίας και της οικονομίας θα κατευθύνονταν στην κάλυψη των αναγκών των ανθρώπων και όχι στα κέρδη.

Πολιορκημένη επανάσταση

Όμως, οι ίδιοι οι Μπολσεβίκοι – οι ηγέτες του κόμματος που βρισκόταν επικεφαλής αυτού του πειράματος απελευθέρωσης – ήξεραν πως το πείραμα δεν θα μπορούσε να πετύχει αν περιοριζόταν στα σύνορα της Ρωσίας. Η ρώσικη οικονομία ήταν υπανάπτυκτη ήδη πριν τον πόλεμο και στη διάρκειά του καταβαραθρώθηκε. Το μεγαλύτερο μέρος της παλιάς παραγωγής δεν μπορούσε να ξαναμπεί σε κίνηση. Το εργατικό κράτος δεν είχε τα εργαλεία, ούτε τα κεφάλαια για να ξαναστήσει ό,τι είχε γκρεμιστεί. Ενώ ταυτόχρονα ο πόλεμος συνεχιζόταν. “Χωρίς την επανάσταση στη Γερμανία, είμαστε καταδικασμένοι”, υποστήριζαν.

Η επανάσταση σε μια αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα σήμαινε πως στη θέση του ανταγωνισμού, η εργατική τάξη από κάθε πλευρά των συνόρων θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις τεχνολογικές και παραγωγικές δυνατότητες για να λύσει το πρόβλημα της φτώχειας. Επαναστάσεις όντως έγιναν, στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία, ενώ στη βόρεια Ιταλία οι εργάτες έφτασαν στα πρόθυρα να πάρουν την εξουσία. Όμως η γερμανική επανάσταση, ο πιο κρίσιμος κρίκος, ηττήθηκε το 1923 μετά από πέντε χρόνια μαχών. Το εργατικό κράτος στη Ρωσία βρέθηκε στην παράξενη θέση να έχει κερδίσει στρατιωτικά τον εμφύλιο απέναντι στους νοσταλγούς του Τσαρισμού, να έχει αποκρούσει μια στρατιωτική επίθεση των ιμπεριαλιστών που ήθελαν να το στραγγαλίσουν, αλλά να βρίσκεται απομονωμένο οικονομικά και πολιτικά. Το κόστος αυτής της διαδικασίας ήταν τεράστιο. Πολλές μονάδες παραγωγής έπαψαν να λειτουργούν, οι πιο πρωτοπόροι εργάτες χρειάστηκε να στηρίξουν τον κεντρικό κρατικό μηχανισμό ή το στρατό. Πολύς κόσμος κατέφυγε στην ύπαιθρο για να επιβιώσει. Τα σοβιέτ στα εργοστάσια έπαψαν να είναι ζωντανά κύτταρα δημοκρατίας, μιας και οι άνθρωποι που τα είχαν δημιουργήσει δεν ήταν πλέον εκεί.

Στο μεταξύ η πίεση πάνω στους αγρότες για να παρέχονται τρόφιμα στην εργατική τάξη στις πόλεις είχε προκαλέσει εξεγέρσεις και απειλούσε να δημιουργήσει ένα επικίνδυνο χάσμα. Χρειάστηκαν να γίνουν υποχωρήσεις, με ανοίγματα στην ιδιωτική αγορά, παραχώρηση ελευθεριών στους πλούσιους αγρότες, για να συνεχίσουν να υπάρχουν τρόφιμα. Ένα νέο κοινωνικό στρώμα είχε καταφέρει να δημιουργηθεί μέσα στο κενό και την απομόνωση. Ήταν η γραφειοκρατία του νέου κρατικού μηχανισμού – πολλοί από αυτούς προερχόμενοι από το παλιό καθεστώς, άλλοι από άλλα κόμματα της Δεξιάς και της Αριστεράς. Όσο τα σοβιέτ έχαναν τη ζωντάνια τους λόγω της οικονομικής κατάρρευσης, τόσο περισσότερες αποφάσεις παίρνονταν από αυτούς τους γραφειοκράτες. Από κοντά και όσοι άρχιζαν να πλουτίζουν χάρη στα ανοίγματα προς την αγορά.

Στο εσωτερικό του μπολσεβίκικου κόμματος άρχισαν να αντανακλώνται οι πιέσεις των κοινωνικών στρωμάτων. Άλλοι πίεζαν για μεγαλύτερες δυνατότητες στην εργατική τάξη, άλλοι για περισσότερο χρήμα στους αγρότες, ενώ η γραφειοκρατία ήθελε κι άλλο έλεγχο στις εξελίξεις. Η ήττα της γερμανικής επανάστασης δημιούργησε ένα κλίμα απογοήτευσης και έδωσε δύναμη στις πιο συντηρητικές φωνές που αντί για άπλωμα της επανάστασης ζητούσαν συμβιβασμό. Γύρω από τον Στάλιν συσπειρώθηκε το στρώμα της νέας γραφειοκρατίας. Η ασθένεια και ο θάνατος του Λένιν έδωσε την ευκαιρία στη σταλινική πτέρυγα να εξαπολύσει επίθεση στην Αριστερά που είχε τον Τρότσκι στην ηγεσία. Πήρε χρόνια για να κριθεί η μάχη και μεσολάβησαν κι άλλες απογοητεύσεις – όπως η ήττα της επανάστασης στην Κίνα – που ενίσχυσαν το συντηρητισμό.

Στα τέλη της δεκαετίας του '20, ο Στάλιν έχοντας επικρατήσει πάνω στην αριστερή αντιπολίτευση, διακηρύσσει πως η Ρωσία μπορεί μέσα σε λίγα χρόνια να αναπτυχθεί στα επίπεδα της Αγγλίας και της Γαλλίας. Αυτό που εξελισσόταν ήταν πως η γραφειοκρατία ετοιμαζόταν για τη μεγάλη της επίθεση. Μέσα σε λίγα χρόνια όντως η Ρωσία έγινε μια αναπτυγμένη χώρα. Κατάφερε μέσα σε λίγα χρόνια αυτό που στην Αγγλία πήρε πάνω από 100 χρόνια. Η πηγή αυτής της επιτυχίας ήταν το αίμα εκατομμυρίων αγροτών που έχασαν τη γη τους με τη λεγόμενη “κολλεκτιβοποίηση” και υποχρεώθηκαν να παράγουν ασταμάτητα ώστε να τροφοδοτήσουν τη βιομηχανία. Μέσα στα εργοστάσια, η εργατική δημοκρατία έδωσε τη θέση της στην αρχή “όταν ο διευθυντής μπαίνει στο εργοστάσιο, η γη πρέπει να τρέμει”. Οι παλιές ιδέες για την κοινωνική ειρήνη, την “ηθική” και την εργασία ξεθάφτηκαν. Εξαπολύθηκαν διώξεις κατά των θρησκευτικών και εθνικών μειονοτήτων που δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από την τσαρική καταστολή. Τα σύμβολα της ιεραρχίας, οι στρατιωτικές στολές, οι χαιρετισμοί, τα πρόστιμα, οι τιμωρίες, όλα επανήλθαν.

Συσσώρευση

Αυτή η διαδικασία είχε ήδη περιγραφεί σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο τον Τρότσκι, τον επαναστάτη που έδωσε τη μάχη απέναντι στον σταλινισμό. Ο Τόνι Κλιφ όμως προχώρησε την ανάλυση του Τρότσκι σε δύο κρίσιμα σημεία. Επέμεινε στο γεγονός πως η αντεπανάσταση είχε κοινωνικό χαρακτήρα και όχι απλώς πολιτικό. Δεν ήταν απλώς ο πολιτικός έλεγχος της σταλινικής ηγεσίας που καθόριζε τις αντεπαναστατικές εξελίξεις. Η γραφειοκρατία ήταν μια νέα άρχουσα τάξη που κίνησε τα νήματα προς μια ανοιχτή κοινωνική αντεπανάσταση. Πήρε στα χέρια της την εξουσία και την οικονομία, υποτάσσοντας τα εκατομμύρια εργατών και αγροτών. Προφανώς για να επιτευχθεί αυτό, χρειάστηκε ως πολιτικό εκφραστή τη σταλινική ηγεσία του κόμματος. Χρειάστηκε να εκκαθαρίσει το κόμμα από όσους θα στέκονταν εμπόδιο. Το μπολσεβίκικο κόμμα στα τέλη της δεκαετίας του '20 δεν ήταν το ίδιο με το κόμμα του 1917. Η παλιά ηγεσία και τα στελέχη που είχαν πρωτοστατήσει στην επανάσταση είχαν πλέον πεταχτεί στο περιθώριο, βρέθηκαν στην εξορία και στη συνέχεια εκτελέστηκαν ή “εξαφανίστηκαν” με τις διώξεις της δεκαετίας του '30. Ελάχιστα από τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του 1917 πέθαναν από φυσικό θάνατο.

Το δεύτερο κρίσιμο ερώτημα που απάντησε ο Τόνι Κλιφ ήταν τι είδους καθεστώς ήταν σε οικονομικό επίπεδο αυτό που δημιούργησε η σταλινική αντεπανάσταση; Η απάντηση που έδωσε ήταν πως τα κεντρικά χαρακτηριστικά του νέου καθεστώτος που γεννήθηκε μέσα από τα πεντάχρονα πλάνα της δεκαετίας του '30 ήταν καπιταλιστικά. Η συσσώρευση κεφαλαίου καθόριζε την κίνηση του συστήματος στην ΕΣΣΔ. Μπορεί να μην υπήρχε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους ξεχωριστούς καπιταλιστές, όπως συνηθίζεται στον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς, όμως η γραφειοκρατία και το κράτος της λειτουργούσαν σαν ένας συλλογικός καπιταλιστής. Η απάντηση αυτή είχε μεγάλο θεωρητικό ενδιαφέρον, αλλά είχε ακόμη μεγαλύτερα πρακτικά αποτελέσματα.

Αν η ΕΣΣΔ (και στη συνέχεια τα καθεστώτα που δημιουργήθηκαν μεταπολεμικά κατ' εικόνα της) ήταν καπιταλιστική, σήμαινε ότι οι εξελίξεις στο εσωτερικό της θα υπάκουαν στη δυναμική που έχει ο καπιταλισμός. Σε τρία επίπεδα. Αφενός ήταν ένα σύστημα που απελευθέρωσε οικονομικές δυνάμεις και έδωσε τη δυνατότητα για ραγδαία ανάπτυξη. Με μαζικές ανθρωποθυσίες, η χώρα του ξύλινου άροτρου μέσα σε μερικές δεκαετίες νίκησε έναν από τους ισχυρότερους στρατούς του κόσμου, τον γερμανικό, και έστειλε τον πρώτο άνθρωπο στο διάστημα. Δεύτερον, η ίδια αυτή δυναμική θα οδηγούσε σε κρίσεις. Θα έφτανε ένα σημείο, όπως πάντα στον καπιταλισμό, όπου οι επενδύσεις δεν θα μπορούσαν να φέρουν τα αναμενόμενα κέρδη. Τρίτον, το ίδιο το σύστημα θα δημιουργούσε τον νεκροθάφτη του, την εργατική τάξη, όσο κι αν αυτή φαινόταν να έχει διαλυθεί στα τέλη της δεκαετίας του '20.

Η ανάλυση του Τόνι Κλιφ ήταν το πιο ισχυρό εργαλείο πρόβλεψης και προσανατολισμού για τις εξελίξεις στο Ανατολικό Μπλοκ, γιατί μπορούσε να περιλάβει και την άνοδο και την πτώση. Υπήρχαν θεωρίες και ερμηνείες που μέσα από την εκτόξευση των δεκαετιών '30 – '60 κατέληγαν στο ότι στην ΕΣΣΔ έχει εδραιωθεί ένα νέο σύστημα (σοσιαλιστικό, μετα-καπιταλιστικό, διευθυντικό, ανάλογα με τη θεωρία), απαλλαγμένο από την τάση προς την κρίση. Αντίστροφα, τα σημάδια κόπωσης και η υποχώρηση των επόμενων δεκαετιών γέννησαν θεωρίες που ήθελαν το καθεστώς εξορισμού χρεοκοπημένο, δυσλειτουργικό και παράλογο, μόνο και μόνο επειδή ήταν “κρατικό”. Το καθεστώς ήταν παράλογο, αλλά είχε τον ίδιο παραλογισμό που έχει ο καπιταλισμός σε κάθε του εκδοχή.

Οι συνέπειες που είχαν στην Αριστερά οι διαφορετικές αναλύσεις για την ΕΣΣΔ ήταν πολύ ευρύτερες και βαθύτερες από μια ιδεολογική συζήτηση περί συσσώρευσης και κρίσης. Ο σταλινισμός αποπροσανατόλισε, παράλυσε και οδήγησε σε τραγωδίες την Αριστερά διεθνώς. Έκοψε με βία το νήμα που ένωνε την Αριστερά με την επαναστατική παράδοση των Μπολσεβίκων, της Κομμούνας, του Μαρξ, την παράδοση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης από την ίδια την εργατική τάξη. Αν τα τανκς του Στάλιν μπορούσαν να φέρουν το “σοσιαλισμό” από την Πολωνία μέχρι τη Βουλγαρία, όλη η αντίληψη για το τι είναι και πώς χτίζεται μια κοινωνία απελευθέρωσης γυρνούσε με το κεφάλι προς τα κάτω.

Ο “σοσιαλισμός” ταυτίστηκε με καθεστώτα που οικοδομούν ισχυρές οικονομίες πάνω στην πλάτη της εργατικής τάξης. Η δημοκρατία των συμβουλίων έδωσε τη θέση της στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και η σταλινική Αριστερά είτε έκλεινε τα μάτια είτε έλεγε πως αυτά ήταν απαραίτητα βήματα στο δρόμο προς τον κομμουνισμό. Επρόκειτο για μια νέα εκδοχή της σοσιαλδημοκρατικής αυταπάτης ότι όσο αναπτύσσονται οι “παραγωγικές δυνάμεις” της οικονομίας τόσο κοντύτερα φτάνουμε στο σοσιαλισμό. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα στη Δύση εγκατέλειψαν τον επαναστατικό δρόμο και εκπαίδευσαν γενιές αγωνιστών σε μια αντίληψη “σοσιαλισμού από τα πάνω”. Αν στην Ανατολή οι στρατηγοί και οι γραφειοκράτες χτίζουν το σοσιαλισμό με διατάγματα και ξένη κατοχή, στη Δύση το ίδιο θα μπορούσε να γίνει μέσα από τα Κοινοβούλια.

Το χαμένο νήμα

Στο λεγόμενο Τρίτο Κόσμο, οι ιδεολογικές συνέπειες της σταλινικής αντεπανάστασης ήταν επίσης τραγικές. Η Αριστερά έβαλε την ανάπτυξη των “παραγωγικών δυνάμεων” πάνω από την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης, της εμπειρίας των εργατών, της ξεχωριστής οργάνωσης των επαναστατών. Σύρθηκε πίσω από δικτάτορες, στρατιωτικούς ή αστούς πολιτικούς που υπόσχονταν εκβιομηχάνιση και εθνική ανεξαρτησία. Όχι μόνο ξέχασε την κεντρικότητα της εργατικής τάξης, αλλά υπέταξε τα συμφέροντα των εργατών στις ανάγκες του κρατικού μηχανισμού, της συσσώρευσης, της βιομηχανίας. Αν ο Στάλιν έχτισε το “σοσιαλισμό” με βαριά βιομηχανία στη φτωχή Ρωσία, γιατί να μην μπορούσε να γίνει το ίδιο με παρόμοιο τρόπο στο Βιετνάμ, την Ινδία, την Αίγυπτο, την Κούβα; Στις περισσότερες περιπτώσεις, που η Αριστερά ακολούθησε αυτές τις αυταπάτες, δεν ήρθε ούτε ανάπτυξη, ούτε εθνική ανεξαρτησία. Ακόμη κι εκεί που ανάπτυξη και ανεξαρτησία υπήρξε, σίγουρα δεν υπήρξε σοσιαλισμός. Νέες άρχουσες τάξεις έβαλαν τις χώρες στο χωρό της διεθνούς αγοράς, η εργατική τάξη και οι αγρότες πλήρωσαν το τίμημα και η Αριστερά βρέθηκε είτε στο ρόλο του νέου καταπιεστή είτε ξανά πίσω από τα σίδερα της φυλακής.

Μια νέα ριζοσπαστικοποίηση που γεννήθηκε το Μάη του '68 κινδύνευε να χαθεί μέσα στη συζήτηση για το αν στην Κούβα, το Βιετνάμ ή την Καμπότζη χτίζεται καλύτερα ο σοσιαλισμός, με τι πλάνα και τι βιομηχανίες. Ο βασικός προσανατολισμός του επαναστατικού μαρξισμού: πώς οργανώνεται, πώς εκπαιδεύεται, πώς αποκτά εμπειρίες η εργατική τάξη παλεύοντας ενάντια σε αφεντικά και στο κράτος, είχε τη ρετσινιά της “συνδικαλιστικής παρέκκλισης”.

Η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού επανένωσε το νήμα της επαναστατικής παράδοσης, πάνω από το ποτάμι αίματος που είχε ανοίξει η σταλινική αντεπανάσταση. Αφενός επανένωσε την επαναστατική παράδοση σε διεθνιστικό επίπεδο. Όταν οι εργάτες της Ανατολικής Γερμανίας, με πρωτοπόρους τους οικοδόμους του Βερολίνου, εξεγέρθηκαν το 1953, για τη δική μας παράδοση είχαν εξίσου το δίκιο με το μέρος τους όπως και οι εργάτες σε κάθε άλλο σημείο του πλανήτη. Ο “σοσιαλισμός από τα πάνω” έβλεπε “αντεπαναστατικές ενέργειες”. Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ που κάθε άλλο παρά αντικαθεστωτικός ήταν, είχε εκφράσει εκείνη την πικρή αντίφαση με τους στίχους “μήπως θα έπρεπε η κυβέρνηση/ να καταργήσει το λαό/ και να εκλέξει έναν άλλο;”

Η αντίφαση έφτασε σε ακόμη μεγαλύτερα επίπεδα το 1956 στην Ουγγαρία, όταν ο ρώσικος στρατός εισέβαλε για να καταστείλει την εξέγερση, την ώρα που οι εργάτες της Ουγγαρίας ξαναανακάλυπταν την παράδοση των σοβιέτ. Αντίστοιχα το 1968 στην Πράγα ή με την εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979, η σταλινική οπτική περιέγραφε τους αντιστεκόμενους ως παραπλανημένους ή “πράκτορες ξένων δυνάμεων” και τα τανκς ως δύναμη απελευθέρωσης. Ίσως το μεγαλύτερο απεργιακό κίνημα στην ιστορία της εργατικής τάξης διεθνώς, οι αγώνες στην Πολωνία το '80 – '81 που έφτασαν να επιβάλουν μαζικό εργατικό έλεγχο, για ένα κομμάτι της Αριστεράς δεν αποτελούν τμήμα της εμπειρίας της τάξης μας, αλλά αντεπαναστατικά γεγονότα.

Προσανατολισμός

“Σοσιαλισμός από τα πάνω” σημαίνει εκτός των άλλων έλλειψη εμπιστοσύνης στην εργατική τάξη να βρίσκει τον προσανατολισμό της μέσα από τη δράση της. Στις εξεγέρσεις του '89-'91 στο Ανατολικό Μπλοκ όπως και στα γεγονότα της Τιενανμέν στην Κίνα το 1989, πολύς κόσμος που πήρε μέρος είχε αυταπάτες για την αγορά. Με τον ίδιο τρόπο που στην Αίγυπτο το 2011 υπήρχε κόσμος που είχε αυταπάτες για το στρατό και αργότερα για τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το ερώτημα είναι αν η Αριστερά είναι προσανατολισμένη να αξιοποιήσει τη δύναμη και τις εμπειρίες που κατακτιούνται μόνο μέσα στους αγώνες, για να ξεπεραστούν οι αυταπάτες, ή αντίθετα καταδικάζει εκ των προτέρων κάθε μάχη ως χαμένη.

Αυτό το δίλημμα συνεχίζει να βρίσκεται στην καρδιά της παρέμβασης της Αριστεράς στους αγώνες εδώ και τώρα, στη δική μας χώρα. Η παράδοση του Σοσιαλισμού από τα κάτω σήμανε πως στα 21 χρόνια που κυκλοφορεί αυτό το περιοδικό, ο βασικός μας προσανατολισμός που διέτρεχε όλα τα άρθρα, ήταν να αναδείξουμε όλα τα βήματα που έκανε το εργατικό κίνημα, να βοηθήσουμε ώστε να γενικευτούν οι εμπειρίες και να βγουν συμπεράσματα για τους επόμενους αγώνες, χωρίς καμιά υποτίμηση. Παρά τον αποπροσανατολισμό της Αριστεράς, η εργατική τάξη στην Ελλάδα δεν τα έβαψε μαύρα μετά την πτώση του Ανατολικού μπλοκ. Αντιστάθηκε στη νεοφιλελεύθερη επίθεση, ριζοσπαστικοποιήθηκε πολιτικά, πάλεψε τον πόλεμο και το ρατσισμό, συσπειρώθηκε και ξανασυσπειρώθηκε στα συνδικάτα της και συνέχισε να ψάχνει λύσεις στα αριστερά.

Τα πράγματα είναι ευτυχώς πολύ πιο καθαρά σήμερα. Δεν έχουν απομείνει πολλοί που να νομίζουν πως η απελευθέρωση της εργατικής τάξης θα έρθει από τανκς και γραφειοκράτες. Ποιός έχει σήμερα αυταπάτες ότι η δράση της συνδικαλιστικής ηγεσίας ή των κοινοβουλευτικών στελεχών της Αριστεράς είναι αρκετή για να σταματήσει την επίθεση των αφεντικών και να αλλάξει την κοινωνία; Είναι κατακτημένη γνώση ότι από τον παραμικρό αγώνα μέχρι τη μεγαλύτερη γενική απεργία, η δύναμη της βάσης, η πρωτοβουλία των εργατών μέσα σε ένα γράφειο, σε ένα νοσοκομείο, σε ένα αμαξοστάσιο είναι που φέρνει τα πάνω κάτω. Κανένα αφεντικό και καμιά κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να εφαρμόσει τη θέληση της πλειοψηφίας, αν η ίδια η εργατική τάξη δεν την επιβάλει με την πυγμή της, καταλαμβάνοντας τους χώρους δουλειάς, οργανώνοντας τον έλεγχό της πάνω στα μέσα παραγωγής, απλώνοντας τη δημοκρατία των γενικών συνελεύσεων.

Σοσιαλισμός από τα κάτω σημαίνει οργανωμένη πάλη ώστε αυτή να είναι η προοπτική ολόκληρης της κοινωνίας. Ο πλούτος στα χέρια αυτών που τον παράγουν, χωρίς αφεντικά, τραπεζίτες και άλλα παράσιτα. Δημοκρατία για όλους και για όλα, αποφάσεις από τις συνελεύσεις των εργατών και των εργατριών, όχι από τις συνελεύσεις των μετόχων. Δεν υπάρχει κανένας δρόμος “από τα πάνω” προς αυτή τη λύση. Δεν υπάρχει ούτε έτοιμος, χαρτογραφημένος δρόμος. Η οργάνωση από τα κάτω, η δράση – με τα προχωρήματα και τα πισωγυρίσματα της – είναι που μετατρέπει τον κάθε έναν και την κάθε μια από φαινομενικά παθητικό εργάτη σε επαναστάτη.

Αλλά δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού και η παράδοση του σοσιαλισμού από τα κάτω είναι μια πολύτιμη κληρονομιά.

Διαβάστε ακόμα:

ΣΑΚ, νο.1, Ιούνης-Ιούλης 1992: Ρωσία, τα αδιέξοδα της μετάβασης. (μόνο έντυπη μορφή, θα το βρείτε στο Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο)

ΣΑΚ, νο.7, Ιούλης-Σεπτέμβρης 1993: Η άνοδος και η πτώση του κρατικού καπιταλισμού στα Βαλκάνια. (το ιδιο)

ΣΑΚ, νο.33, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 1999: 1989 - Δέκα χρόνια από την εξέγερση. (το ιδιο)