Δεν είναι η πρώτη φορά που τα "οικονομικά θαύματα" μετατρέπονται σε "προβληματικές οικονομίες". Ο Κώστας Σαρρής πιάνει το νήμα των κρίσεων που σήμερα φτάνουν στην πιο μεγάλη.
Αρκετοί μέσα στην κυρίαρχη τάξη θυμούνται υποκριτικά τον Μαρξ και τη θεωρία του, συνήθως στις κρίσεις της απόγνωσης. Αφήνουν, όμως, στην άκρη την ουσία, το δια ταύτα: τη δύναμη που μπορεί να επιφέρει το τέλος των κρίσεων, τον «ιστορικό νεκροθάφτη του καπιταλισμού», όπως αποκαλούσε ο Μαρξ τη δυνατότητα της εργατικής τάξης να αλλάξει τον κόσμο.
Τον Αύγουστο συμπληρώθηκαν έξι χρόνια από το τελευταίο ξέσπασμα της κρίσης, με το κραχ των ακινήτων, που προκάλεσε ασφυξία στο σύστημα, τραβώντας το χαλί ξανά προς την ύφεση σε παγκόσμια εμβέλεια.
Πλέον οι κρίσεις ξεσπούν στην «καρδιά» του ανεπτυγμένου καπιταλισμού και όχι σε κάποια «εξωτική» χώρα. Δεν ξεπερνιούνται εύκολα, παρά την παρέμβαση των κυβερνήσεων για τη διάσωση των «προβληματικών» τραπεζών και των αναξιοπαθούντων της «τέχνης του επιχειρείν». Οι πολυεθνικές παρασύρουν ολόκληρα κράτη και στο παζλ προστίθεται η δημοσιονομική κρίση (διόγκωσης δημόσιων χρεών) οδηγώντας, μαζί με τον τεράστιο ιδιωτικό δανεισμό, σε μια διαρκή παγίδα ρευστότητας χωρίς κοντινή διέξοδο για το σύστημα.
Οι «ειδικοί» προσπαθούν να πείσουν πως οι κρίσεις είναι παροδικά φαινόμενα, που κρατούν 1-2 χρόνια και μετά έρχονται τα «πράσινα βλαστάρια» της ανάπτυξης. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει από το 2007 είναι μια διαρκή νευρική πίεση προς την ύφεση, αφού όποιες προσπάθειες ανάτασης επιχειρούνται διαρκώς υπονομεύονται από τον κοινό παρανομαστή όλων των κρίσεων: την ύφεση των κερδοφοριών, αυτό δηλ. που ο Μαρξ ονόμασε ως «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους (απόδοση κερδών ως προς τις επενδύσεις)».
Πλούσιο παρελθόν
Οι κρίσεις έχουν πλούσιο παρελθόν: Από τη φούσκα με τις τουλίπες στην Ολλανδία το 1637 (δηλ. στα πρώιμα στάδια ανάπτυξης του “βαμπίρ”, όπως συνήθιζε ο Μαρξ να παρομοιάζει τον καπιταλισμό), μέχρι τη φούσκα των σιδηροδρόμων σε ΗΠΑ και Βρετανία το 1850 και μετά το 1870. Κι από τη Μεγάλη Ύφεση του 1930, την «στασιμοπληθωριστική» κρίση του ’70, το κραχ στη Wall Street το 1987 και μετά στη Ν.Α. Ασία και τη Ρωσία το 1997-98, έως τη Λατινική Αμερική (θυμηθείτε την Αργεντινή, το Μεξικό) και το κραχ των dot.com το 2000 και των ακινήτων το 2007.
Η κρίση, το ’90, πέρασε από την Ανατολή στη Δύση. «Επί τριάντα περίπου χρόνια, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι το 2008 η πίστη στο «αόρατο χέρι της αγοράς» σαν τον καλύτερο ρυθμιστή της οικονομίας και εγγύηση ευημερίας ήταν γενικευμένη», γράφει η Μαρία Στύλλου στο άρθρο «Οι εργάτες ενάντια στα αφεντικά», ΣΑΚ Νο 90 (Ιαν.-Φεβ. 2012).
«Αυτή η ιδεολογική ομοφωνία δέχτηκε ένα συντριπτικό πλήγμα όταν έσκασαν οι φούσκες το 2007 και κατέρρευσε η Lehman Brothers το 2008. Η ιδεολογική συνοχή της άρχουσας τάξης σε κάθε χώρα χωριστά αλλά και όλων μαζί διεθνώς διαταράχτηκε και άνοιξαν διαμάχες, διχόνοιες και σκληροί ανταγωνισμοί. Άνοιξαν παράθυρα αμφισβήτησης των κυρίαρχων ιδεών από τον απλό κόσμο που βιώνει την κρίση. Και καθώς οι εργαζόμενοι και η νεολαία άρχισαν να μπαίνουν σε δράση, οι ιδέες τους άρχισαν να αλλάζουν».
Κραχ
Ο Μωυσής Λίτσης στο άρθρο «Πού πάει ο καπιταλισμός», ΣΑΚ Νο 66 (Ιαν.-Φεβ. 2008) παρατηρεί το πατατράκ του «νέου οικονομικού παραδείγματος» της εποχής, που υποτίθεται θα εξαφάνιζε τις κρίσεις:
«Τη δεκαετία του ’20, πριν το ομώνυμο κραχ του 1929, είχε προηγηθεί η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων στην Φλόριντα, γεγονός που ο γνωστός Αμερικανός οικονομολόγος μελετητής του κραχ Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ θεωρεί ως το πρώτο σημάδι για το κακό που θα ερχόταν λίγα χρόνια αργότερα. Οι αμερικανικές τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες και εταιρίες ακινήτων έβγαζαν ένα εκατ. δολάρια το χρόνο τη δεκαετία του ’20, μέχρι το κραχ τον Οκτώβριο του 1929. Οι τράπεζες έχασαν 500 εκατ. δολάρια το 1930, 1,7 δις. δολάρια το 1931 και 2 δις. δολάρια το 1932…
…Το 2000 κατέρρεε η χρηματιστηριακή φούσκα dot.com (υψηλή τεχνολογία), η οποία ήταν το τελευταίο επεισόδιο σε μία δεκαετία κρίσεων… Μπροστά στο αδιέξοδο η αμερικανική κεντρική τράπεζα, η Fed άρχισε να μειώνει τα επιτόκια προκειμένου να διευκολύνει τις τράπεζες και τους χρηματιστές της Γουόλ Στριτ να δανειστούν ξανά νέο χρήμα για να το ρίξουν ξανά στα χρηματιστήρια και τα ποικίλα χρηματιστηριακά προϊόντα…
Το νέο ζεστό φθηνό χρήμα άρχισε να διοχετεύεται στην αγορά ακινήτων δημιουργώντας μία νέα φούσκα και συνθήκες «υπερθέρμανσης». Όμως, τα χρέη που άρχισαν να συσσωρεύονται όταν τα επιτόκια άρχισαν να αυξάνονται από το 2004 και μετά, οι τράπεζες τα έκαναν «τίτλους», πακέτα τα οποία μεταπωλούσαν οπουδήποτε, σε άλλες τράπεζες του εξωτερικού, διαθέσιμους επενδυτές, ακόμη και σε επαρχιακές κωμοπόλεις, μέχρι τον μακρινό νορβηγικό βορρά. Κάτι, δηλαδή σαν τα «δομημένα ομόλογα», τίτλους που στηριζόντουσαν σε πολύπλοκες υποθέσεις για μελλοντικές αποδόσεις, που «ανίδεοι χρηματιστές» φόρτωσαν στα συνταξιοδοτικά ταμεία στην Ελλάδα…
…Στις αρχές του 2007, ο κόσμος ανακάλυψε τη λέξη «subprime» (τα δάνεια των φτωχών), καθώς άρχισαν οι πτωχεύσεις των πρώτων εταιριών… προκαλώντας πανικό στα χρηματιστήρια και ανεβάζοντας το κόστος του χρήματος, αφού καμία τράπεζα δεν εμπιστευόταν να δανείσει πια στην άλλη».
Δυο χρόνια μετά, ο Μωυσής Λίτσης στο άρθρο «Ελλάδα: η Lehman Brothers του ευρώ!», ΣΑΚ Νο 80 (Μάιος-Ιούνιος 2010) αναδεικνύει πως «η ελληνική δημοσιονομική κρίση δεν είναι παρά ένα ακόμη επεισόδιο της κρίσης του καπιταλισμού που άρχισε με την κατάρρευση των subprime και της Lehman Brothers. Μιας κρίσης που ανέδειξε όλη την παράνοια του συστήματος».
Δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που τα «θαύματα» του πιστωτικού συστήματος αποδεικνύονται απλά προθάλαμοι, νέων μεγαλύτερων κρίσεων ασφυξίας για τον καπιταλισμό. Αν γυρίσουμε πίσω στα χρόνια της διαμάχης, ανάμεσα στον Εντουαρντ Μπερνστάιν και τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, θα δούμε τον πατέρα του ρεφορμισμού στον 20ό αιώνα να ισχυρίζεται ότι το τραπεζικό σύστημα έχει κάνει τις κρίσεις παρελθόν και τη Ρόζα να του απαντά στο βιβλίο «Κοινωνική Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση»:
«Η πίστωση, αντί να είναι εργαλείο καταστολής ή έστω περιστολής των κρίσεων, είναι αντίθετα ένα ιδιαίτερα ισχυρό εργαλείο σχηματισμού των κρίσεων. Δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο. Η πίστωση εξαφανίζει την ακαμψία που έχει απομείνει στις καπιταλιστικές σχέσεις. Εισάγει παντού τη μέγιστη δυνατή ελαστικότητα. Μετατρέπει όλες τις καπιταλιστικές δυνάμεις σε επεκτάσιμες, σχετικές και αμοιβαία ευαίσθητες σε ύψιστο βαθμό. Με αυτό τον τρόπο διευκολύνει και χειροτερεύει τις κρίσεις, οι οποίες δεν είναι τίποτε άλλο από περιοδικές συγκρούσεις των αντιφατικών δυνάμεων της καπιταλιστικής οικονομίας».
Ρίζα
Ο Πάνος Γκαργκάνας στο άρθρο «Κρίση: από τις τράπεζες σε όλη την οικονομία, την ιδεολογία, την πολιτική», ΣΑΚ Νο 70 (Σεπτ.-Οκτ. 2008), εκτός από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, θυμίζει ότι η ρίζα της κρίσης βρίσκεται βαθύτερα από την ανισορροπία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
«Πολύ κόσμος σιχαίνεται δικαιολογημένα τους τραπεζίτες. Αλλά η απληστία και η αρπακτικότητα των τραπεζών δεν αρκεί για να εξηγήσει το γιγαντιαίο μέγεθος των κεφαλαίων που καταστράφηκαν στις φούσκες, ούτε το μακροχρόνιο της κρίσης που απλώνεται σε όλα τα επίπεδα του συστήματος. Ο διαχωρισμός των τραπεζιτών και της «κερδοσκοπικής υπερβολής» από τα υπόλοιπα αφεντικά σε άλλους κλάδους της αγοράς είναι λάθος και αφελής. Δεν αρκούν μόνο ρυθμιστικά μέτρα στον τραπεζικό τομέα. Η ρίζα της κρίσης είναι βαθύτερη».
Αυτή η εικόνα επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που αναφέρει ο Κρις Χάρμαν στο περιοδικό International Socialism (Άνοιξη 2008): «Η πραγματική κινητήρια δύναμη για το υπερβολικό πλεόνασμα κεφαλαίων προς αποταμίευση είναι ο τομέας των επιχειρήσεων. Ανάμεσα στο 2000 και στο 2004, η στροφή των εταιρειών προς την αποταμίευση στην ομάδα των G6 (Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Βρετανία, Ιταλία) ξεπέρασε τα 1.000 δισ. δολ. (από έκθεση της JP Morgan)».
Πέντε χρόνια μετά, στο Πρωτοχρονιάτικο άρθρο «Η οικονομία μπροστά σε γκρεμό», ΣΑΚ Νο 96 (Ιαν.-Φεβ. 2013), τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους: «Οι ιδιωτικές επενδύσεις στις πλούσιες χώρες του πλανήτη παραμένουν σχεδόν... νεκρές, σύμφωνα με έρευνα του McKinsey Global Institute (27/12). “Από το 2007 μέχρι και το τέλος του 2011 οι επενδύσεις στην Ευρωζώνη εμφανίζουν πτώση κατά 350 δισ. ευρώ, πάνω από 15%. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί, η βουτιά των επενδύσεων κατά 27% και 64% μόνο σε Ισπανία και Ιρλανδία, αντίστοιχα, ενώ στην Ελλάδα δεν έχουν ακόμη πάρει μπροστά”. Σχεδόν 4 τρισ. δολ. κρατούν οι πολυεθνικές σε ΗΠΑ και Ευρώπη».
«Με άλλα λόγια, αντί να ξοδεύουν τα συσσωρευμένα κέρδη τους, οι μεγάλες εταιρείες τα αποταμιεύουν ως ρευστό», εξηγεί ο Κ. Χάρμαν συγγραφέας του μπεστ-σέλερ «Καπιταλισμός ζόμπι».
«Η πραγματική ρίζα των προβλημάτων πρέπει να αναζητηθεί έξω από τα όρια του τραπεζικού και «παρατραπεζικού» συστήματος. Πρέπει να αναζητηθεί στην τάση του ίδιου του καπιταλισμού ως σύστημα να δημιουργεί ανισορροπίες που οδηγούν σε κρίσεις. Επειδή είναι ένα σύστημα τυφλής ανταγωνιστικής συσσώρευσης με κριτήριο το κέρδος, ο ίδιος ο καπιταλισμός έχει την τάση να υπονομεύει το ελατήριο που κινεί αυτή τη συσσώρευση. Έχει, μέσα του την «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους», όπως την ονόμασε ο Μαρξ κι αυτό οδηγεί σε καταστάσεις όπου οι επικεφαλής των εταιρειών αρνούνται να δαπανήσουν τα κέρδη τους σε νέες επενδύσεις», αναφέρεται στο ΣΑΚ Νο 70.
«Για να μην χάσει την ισορροπία της η οικονομία, είναι απαραίτητο η αγοραστική δύναμη των εργατών (και η προσωπική κατανάλωση των καπιταλιστών) να μπορεί να απορροφήσει την παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων και οι επενδύσεις των επιχειρήσεων να μπορούν να απορροφήσουν την παραγωγή της βαριάς βιομηχανίας και τω πρώτων υλών.
Όμως στον καπιταλισμό, το σύνολο των επενδύσεων προκύπτει αθροίζοντας τις επιμέρους, ιδιωτικές, τυφλές, επενδυτικές αποφάσεις επιχειρήσεων που δεν ξέρουν, ούτε νοιάζονται ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει κάποιος μηχανισμός που να εξασφαλίζει ισορροπία, παρά μόνο εκ των υστερών καταναγκαστικές διορθώσεις μέσω των κρίσεων που προκαλεί η διαταραχή της ισορροπίας. Πρόκειται για τον πιο σπάταλο και καταστροφικό τρόπο «εξισορρόπησης», αφού διαλύονται πόροι (εργοστάσια, πρώτες ύλες, απούλητα προϊόντα) και ανθρώπινες ζωές (ανεργία και φτώχεια)».
Ο Μαρξ ξεκαθάρισε πως χρωστάει πολλά στους αστούς οικονομολόγους, στον Ανταμ Σμιθ και πολλά περισσότερα στο Ντέιβιντ Ρικάρντο. Όμως, επίσης, ξεκαθάρισε πως αυτή η θεωρία δεν είναι μόνο συνέχεια της κλασσική οικονομικής θεωρίας. Ταυτόχρονα είναι και η αμφισβήτησή της, η άρνησή της. Ο υπότιτλος στο «Κεφάλαιο» του Μαρξ είναι: «Μια Κριτική στην Πολιτική Οικονομία». Για τους Σμιθ και Ρικάρντο το κυνήγι του κέρδους είναι μια φυσική δραστηριότητα. Για τον Μαρξ είναι μια ιστορική κατάσταση, που αλλάζει με τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Η Νάστια Καλλινίκου (λίγο πριν φύγει αναπάντεχα από τη ζωή) στο άρθρο «Από πού βγαίνει το κέρδος» (εισήγηση στην εκδήλωση «Μαρξισμός 2008), ΣΑΚ Νο 69 (Ιουλ.-Αυγ. 2008), έγραφε: «Αυτό που έδειξε ο Μαρξ είναι ότι η πηγή του κέρδους των καπιταλιστών είναι η απόσπαση ενός τμήματος της εργασίας των εργατών… Γι’ αυτό η μεγαλύτερη απατεωνιά είναι όταν μας λένε ότι στον καπιταλισμό είμαστε όλοι ελεύθεροι. Αν δεν πουλήσουν την εργατική τους δύναμη οι εργάτες, τη μόνη άλλη επιλογή που έχουν είναι να πεθάνουν από την πείνα… Ο Μαρξ δείχνει ότι ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα καταδικασμένο να πέφτει σε κρίσεις, που όσο γερνάει γίνονται όλο και πιο καταστροφικές και επικίνδυνες».
Ο Σωτήρης Κοντογιάννης, στο άρθρο «Η κρίση… ελπίδες ανάκαμψης ή μαύρες τρύπες», ΣΑΚ Νο74 (Μάιος-Ιούνιος 2008), εξηγεί την κινητήρια δύναμη της ροπής του συστήματος προς τις κρίσεις:
«Ο Μαρξ, αναλύοντας τον καπιταλισμό πριν από ενάμισι αιώνα – όταν δεν υπήρχαν ακόμα ούτε hedge fund, ούτε εξωτικά και τοξικά χρηματοπιστωτικά προϊόντα περιέγραφε τον καπιταλισμό σαν ένα σύστημα τυφλής συσσώρευσης: “Συσσωρεύετε, συσσωρεύετε – αυτός είναι ο Μωυσής και οι προφήτες” – αυτός είναι ο υπέρτατος νόμος στον καπιταλισμό.
Ένας καπιταλιστής που δεν θα καταφέρει να συσσωρεύσει (να επενδύσει δηλαδή) με τον ίδιο ρυθμό με τους ανταγωνιστές του θα πεταχτεί έξω από την αγορά. Αυτό το κυνήγι του κέρδους, όμως, έλεγε ο Μαρξ έχει, μακροχρόνια, ως αποτέλεσμα να υπονομεύει συνεχώς τη συνολική κερδοφορία του συστήματος. Οι επενδύσεις έχουν την τάση τα αυξάνονται με πιο γρήγορους ρυθμούς από ό,τι τα κέρδη. Το αποτέλεσμα είναι ότι έρχεται μια στιγμή όπου οι επενδύσεις αρχίζουν να αγκομαχούν, τραβώντας, έτσι πίσω τους στον γκρεμό ολόκληρη την οικονομία. Ο Μαρξ, όμως, δεν πίστευε ότι ο καπιταλισμός θα καταρρεύσει από μόνος του».
Υποκατάστατα
Ούτε, πίστευε ότι ο καπιταλισμός μπορεί να συντηρηθεί για πολύ, με αντισταθμιστικά υποκατάστατα. Στο άρθρο «To Ευρώ, η δραχμή και η Αριστερά», ΣΑΚ Νο 93 (Ιουλ.-Αυγ. 2012), ο Πάνος Γκαργκάνας στέκεται, επίσης, στην άμεση σχέση της «ελληνικής τραγωδίας» με τη διεθνή κρίση του καπιταλισμού ιστορικά, ως αφετηρία για τις απαντήσεις της Αριστεράς:
«Ένα στοιχείο που είναι ξεχωριστό στη σημερινή κρίση είναι το γεγονός ότι ήρθε μετά από μια ολόκληρη σειρά από προηγούμενες κρίσεις που ξεπεράστηκαν μόνο μερικά μέσα από αντισταθμιστικούς παράγοντες.
Είναι κοινός τόπος ότι η σημερινή κρίση του καπιταλισμού είναι η μεγαλύτερη από τη δεκαετία του 1930. Τότε η κρίση ξεπεράστηκε με δραματικό αλλά ριζικό τρόπο μέσα από τις καταστροφές κεφαλαίων που επέφερε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η κερδοφορία αποκαταστάθηκε και τα μεταπολεμικά χρόνια ήταν περίοδος οικονομικής ανάπτυξης.
Η χρονική διάρκεια εκείνης της ανοδικής φάσης επεκτάθηκε μέσα από διάφορους παράγοντες, ο κυριότερος από τους οποίους ήταν ο ρόλος της πολεμικής βιομηχανίας των ΗΠΑ (όπως ανέλυσε ο Τόνι Κλιφ). Τα συσσωρευμένα κέρδη εκείνης της εποχής είχαν την τάση να συμπιέζουν το ποσοστό κέρδους με βραδύτερους ρυθμούς γιατί ένα μεγάλο μέρος τους διοχετευόταν στην παραγωγή μέσων καταστροφής αντί για μέσα παραγωγής ή κατανάλωσης. Ένα μέρος του κεφαλαίου «καταστρεφόταν» με αυτόν τον τρόπο ανακουφίζοντας την πίεση πάνω στα υπόλοιπα.
Ωστόσο, αυτό δεν μπορούσε να είναι μόνιμη λύση. Ιδιαίτερα καθώς οι ΗΠΑ σήκωναν τα βάρη αυτού του μηχανισμού ανακούφισης, ενώ οι ανταγωνιστές τους σε Ευρώπη και Ασία έδρεπαν τα οφέλη. Οι κρίσεις επέστρεψαν τη δεκαετία του 1970, σε μια στιγμή που οι δαπάνες του αποτυχημένου πολέμου στο Βιετνάμ είχαν εκτροχιάσει αυτόν τον μηχανισμό στις ΗΠΑ.
Στις δεκαετίες που ακολούθησαν από τότε, οι κρίσεις έγιναν επαναλαμβανόμενο φαινόμενο: 1973-4, 1980-81, 1987, 1991, 1998, 2001-02, 2007. Αλλά καμιά από αυτές δεν πήρε τις διαστάσεις της σημερινής. Υπήρξαν παρεμβάσεις που επέτρεψαν μερική διέξοδο για ορισμένα διαστήματα.
Ένας παράγοντας ήταν η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης μέσα από τις επιθέσεις του νεοφιλελευθερισμού (θατσερισμού ή μονεταρισμού, όπως λεγόταν αρχικά). Ένας δεύτερος ήταν ο ρόλος του χρηματοπιστωτικού τομέα που γιγαντώθηκε, διεθνοποιήθηκε και δημιούργησε τις φούσκες που μας έφεραν μέχρι το 2007…
…Η κρίση χρέους δεν χτύπησε την ελληνική οικονομία για πρώτη φορά το 2009, αλλά σχεδόν τριάντα χρόνια πριν. Και δεν δημιουργήθηκε από «υπερβολικές παροχές που έκανε το ΠΑΣΟΚ με δανεικά», αλλά από την κρατικοποίηση των ζημιών των τραπεζών και των «προβληματικών» επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα εκείνης της εποχής.
Η αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού επί του ΑΕΠ και η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού με υπέρογκα ποσά για τόκους έγινε μετά από το σκάσιμο μιας προηγούμενης φούσκας που χαρακτήρισε το διεθνή καπιταλισμό εκείνη την εποχή, της φούσκας των πετροδολαρίων και των ευρωδολαρίων».
Στο ΣΑΚ Νο 73 (Μαρ.-Απρ. 2009) υπάρχει μια αναφορά σε ένα ακόμα άρθρο του Κ. Χάρμαν στο περιοδικό International Socialism, που εξηγεί γιατί η προσπάθεια αναζήτησης απαντήσεων στις συνταγές αντιστάθμισης τύπου Κέινς (στην υποτιθέμενη δηλ. ικανότητα του κεϊνσιανισμού να «τονώνει τη ζήτηση»), είναι ένας μύθος:
«Διάφοροι μετανοημένοι νεοφιλελεύθεροι, αλλά και αρκετοί αναθαρρημένοι οπαδοί του Κέινς, υποστηρίζουν ότι ένα γενναίο πρόγραμμα δημόσιων έργων θα μπορούσε να αναθερμάνει τη ζήτηση και να βγάλει την οικονομία από την κρίση. Η περίπτωση της Ιαπωνίας τους διαψεύδει. Εκεί το πρόγραμμα δημόσιων έργων (για γέφυρες, υποδομές κλπ) έφτασε στη δεκαετία του 1990 να είναι τριπλάσιο σε σχετικό μέγεθος σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Αυτό μπορεί να εμπόδισε να βυθιστεί η Ιαπωνία σε ύφεση διαστάσεων της δεκαετίας του 1930, αλλά ποτέ δεν έφερε πραγματική οικονομική ανάκαμψη. Οι ρυθμοί ανάπτυξης έμεινα κολλημένοι κοντά στο 1% όλα αυτά τα χρόνια».
Η κρίση της δεκαετίας του ’70 ήρθε ως αποτυχία του κεϊνσιανού κρατικού παρεμβατισμού που αποτέλεσε την οικονομική ορθοδοξία επί 30 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά αποδείχθηκε ανεπαρκής μπροστά στην έκρηξη του «στασιμοπληθωρισμού» το 1973-80, ανοίγοντας το δρόμο ξανά στις μονεταριστικές συνταγές του Φρίντμαν. Δυο ακόμα κείμενα, «Η κρίση, το δολάριο, ο Κέινς και ο Μαρξ», ΣΑΚ Νο 67 (Μαρτ.-Απρ. 2008) και «Μαρξ και Κέινς», ΣΑΚ Νο 71 (Νοεμ.-Δεκ. 2008), προσφέρουν πλούσια όπλα.
Μέσα στη χειρότερη φάση του συστήματος αυτό που αναδεικνύει η συγκεκριμένη ανάλυση της κρίσης είναι ότι η πραγματική διέξοδος πρέπει να αναζητηθεί αντικαπιταλιστικά, στη ρίζα του προβλήματος: αποσπώντας τον έλεγχο των επενδύσεων από τα χέρια των καπιταλιστών και της λογικής «όλα για τη συσσώρευση, το κέρδος».
Ο,τιδήποτε λιγότερο δεν δουλεύει. Η εμπειρία της Ιαπωνίας δείχνει πως δεν υπάρχει κάποια εύκολη αλλαγή κρατικής διαχείρισης που μπορεί να δώσει διέξοδο. Σήμερα η κρίση επιδεινώνεται αντί να αναχαιτίζεται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Έκθεση του διεθνούς οίκου S&P, τον Αύγουστο, ανησυχεί πως «η πιο σημαντική εξέλιξη είναι η συνεχιζόμενη επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα». Η Ευρώπη συνεχίζει να είναι «ο πιο αδύναμος κρίκος», ενώ οι ΗΠΑ γνωρίζουν «μέτρια ανάπτυξη».
Διλήμματα
Δεν πρόκειται ούτε για ζήτημα «χαμένης ανταγωνιστικότητας», ούτε για θέμα «λανθασμένης αρχιτεκτονικής του ευρώ» που θα διορθωθεί με «πολιτική και δημοσιονομική ενοποίηση». Στην Ελλάδα κατέρρευσαν οι «ναυαρχίδες» του καπιταλισμού – οι τραπεζίτες, οι εφοπλιστές, όχι κάποιο μπακάλικο ή ψαροκάικο. Τώρα, διατηρούνται διασωληνωμένοι με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Στην ευρωζώνη δεν λείπει ένα «αμερικανικό μοντέλο ενωμένων πολιτειών». Αυτό δεν εμπόδισε η νέα κρίση του συστήματος να ξεκινήσει το 2007 από τις ΗΠΑ, τη Μέκκα του καπιταλισμού. Το ευρώ δεν δουλεύει, επειδή ο καπιταλισμός δεν δουλεύει. Γι’ αυτό πίσω από τα χαμόγελα και τις υποσχέσεις αλληλεγγύης κυριαρχεί «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» στα Eurogroup, όπως έδειξε και η Κύπρος.
Ο Σωτήρης Κοντογιάννης στο άρθρο «Η χρεοκοπία είναι του συστήματος», ΣΑΚ Νο 78 (Ιαν.- Φεβ. 2010) γράφει: «Η Ελλάδα δεν είναι μόνη. Κάθε άλλο. Η υπερχρέωση κρατών, τραπεζών, οργανισμών, βιομηχανικών επιχειρήσεων, κλπ, είναι τόσο μεγάλη που έχει οδηγήσει πολλούς οικονομολόγους να κάνουν λόγο για “οικονομία των ζόμπι” – για μια οικονομία διάσπαρτη με οικονομικές οντότητες ουσιαστικά ζωντανές-νεκρές, χρεοκοπημένες, που, παρόλα αυτά όμως, συνεχίζουν να κινούνται μέσα στην αγορά κατασπαράζοντας τις σάρκες των ζωντανών».
Παρόμοια εικόνα βλέπουμε σήμερα. Στις ΗΠΑ ο πακτωλός «τυπωμένου» χρήματος θρέφει φούσκες στα χρηματιστήρια που έχουν κερδίσει 150% από τα χαμηλά του 2009, σε αντίθεση με την οικονομία που παραμένει αναιμική. Από το Μάρτιο του 2009, το ΑΕΠ των ΗΠΑ ενισχύθηκε κατά 2,3 τρισ. δολ. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, η αξία των μετοχών του χρηματιστηρίου της Wall Street αυξήθηκε κατά 12,3 τρισ. δολ. Η συσχέτιση είναι 436% υπέρ των μετοχών!
Επίσης, η Κίνα είναι στο «κόκκινο», παρά το γιγαντιαίο πρόγραμμα κρατικών ενισχύσεων σε υποδομές (σιδηρόδρομους, γέφυρες, αυτοκινητόδρομους). Ανάπτυξη, εξαγωγές και επενδύσεις «φρενάρουν», ενώ τα χρέη διογκώνονται και οι φούσκες (real estate-ακίνητα) τρομάζουν, ενώ όλες οι «αναδυόμενες» (BRIC) σκοντάφτουν.
Η κρίση στην Ευρώπη χειροτερεύει και σίγουρα στο επίκεντρο παραμένει η μάχη να ξεφορτωθούμε τη θηλιά του χρέους και μαζί του το στενό ευρω-κορσέ, εξηγεί ο Σταύρος Μαυρουδέας στο άρθρο «Η κρίση της ΕΕ, η Ελλάδα και η Aριστερά», ΣΑΚ No 90 (Ιαν.-Φεβ. 2012): «Το 2011 σημαδεύθηκε από την κρίση ενός από τους βασικούς πυλώνες του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος, της ΕΕ. Η κρίση αυτή δεν είναι απλά κρίση του ευρώ (δηλαδή της Ευρωζώνης) αλλά κρίση όλου του εγχειρήματος της ευρωπαϊκής ιμπεριαλιστικής ενοποίησης όπου η ΟΝΕ αποτελεί την πιο προωθημένη αιχμή του».
Αντικαπιταλισμός
Ακόμα και σήμερα, μας λένε πως για το χρέος που παραμένει στα ύψη του 2010 (310 δισ. ευρώ) και για την κακή κατάσταση των τραπεζών, φταίει το “σπάταλο δημόσιο”. Ο Σωτήρης Κοντογιάννης στο άρθρο «Κρατικοποίηση των τραπεζών», ΣΑΚ Νο 94 (Σεπ.-Οκτ. 2012), δίνει την πραγματική διάσταση, προβάλλοντας τις αντικαπιταλιστικές απαντήσεις για τη διαγραφή του χρέους και τον εργατικό έλεγχο:
«Οι ελληνικές τράπεζες είχαν μικρή μόνο συμμετοχή στην φούσκα των ακινήτων των ΗΠΑ που κατεδάφισε την Lehman Brothers τον Σεπτέμβρη του 2008. Αλλά έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην κερδοσκοπικό όργιο της λεηλασίας των Βαλκανίων από τις ελληνικές επιχειρήσεις που άνοιξε με την πτώση του Τείχους το 1989 και απογειώθηκε με την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη το 2012. Την “χρυσή” εξαετία 2002-8, δισεκατομμύρια ευρώ ήρθαν στην Ελλάδα για να “επενδυθούν” στις φούσκες της Ολυμπιάδας, των Μεγάλων Έργων, της “άλωσης” των Βαλκανίων.
Οι “άμεσες επενδύσεις” μόνο (ένα νούμερο που δεν περιλαμβάνει τα χρήματα που πάνε στο χρηματιστήριο) ξεπέρασαν τα 36 δισ. ευρώ. Τον Απρίλη του 2008 ο Κώστας Σαρρής έγραφε χαρακτηριστικά στο τεύχος του Μαρτίου-Απριλίου του 2008 αυτού του περιοδικού: “Για τον ελληνικό καπιταλισμό τα Βαλκάνια αποτελούν το νέο Ελντοράντο και οι τράπεζες το ιππικό που ηγείται της εξόρμησης... Το 2007 μόνο τα τέσσερα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (Εθνική, Eurobank, Alpha, Πειραιώς) έβγαλαν καθαρά κέρδη 1 δισ. ευρώ και έσοδα που ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ από τις λεγόμενες αγορές της Νέας Ευρώπης”.
Όταν έσκασε το κανόνι της Lehman Brothers, τα κεφάλαια αυτά άρχισαν να φεύγουν με την ίδια ακριβώς ταχύτητα που έρχονταν τα προηγούμενα χρόνια. Το Ολυμπιακό Στάδιο, τα Μεγάλα Έργα, τα υποκαταστήματα και οι θυγατρικές στην Τουρκία, τη Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια, όμως, έμειναν – θλιβερά κουφάρια που σαπίζουν για να θυμίζουν τα περασμένα “μεγαλεία του έθνους”. Οι τράπεζες άδειασαν, κυριολεκτικά, από λεφτά».
Σήμερα, τα ίδια «ζόμπι» κάνουν πάλι τα ίδια. Το φετινό Πρωτοχρονιάτικο τεύχος του ΣΑΚ (Νο 96), ήταν το πρώτο έντυπο στην Ελλάδα που αποκάλυψε το σκάνδαλο των hedge fund. Το κόλπο με το μεγάλο ποντάρισμα στην «επαναγορά ομολόγων» που απέδωσε 2 δισ. δολ. σε ένα καλοκαίρι… χορηγία Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος έκανε ξανά τον dealer των hedge fund στο ταξίδι στην Ουάσιγκτον και στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Σε αυτό το φόντο της κρίσης και της αντίστασης, το ΣΑΚ είναι ξεχωριστό μυδράλιο επιχειρημάτων για δράση. Χρόνια Πολλά για τα 100 τεύχη: ας φροντίσουμε να γίνουν όσο το δυνατό λιγότερα τα χρόνια για τον καπιταλισμό και την… αυλή του.