Άρθρο
Η παγκόσμια οικονομική κρίση: Νέα φάση αναταραχής

Εξώφυλλο του τευχους 99

Ο Πάνος Γκαργκάνας εξηγεί πώς οι συνταγές “σωτηρίας” του χθες, έχουν γίνει εφιάλτες του σήμερα.

 

 

Στο προηγούμενο τεύχος αυτού του περιοδικού ο Κώστας Σαρρής είχε επισημάνει τα στοιχεία επιδείνωσης της κρίσης διεθνώς σε ένα άρθρο με τίτλο «Καπιταλισμός χωρίς πυξίδα». Έγραφε συγκεκριμένα:

 

“Το ίδιο το ΔΝΤ στην τελευταία έκθεση για την παγκόσμια οικονομία παραδέχεται πως «η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνει επικίνδυνα για τα έτη 2013-2014». …

Η εικόνα επιδείνωσης καταγράφεται επίσης στα τελευταία στοιχεία για το παγκόσμιο εμπόριο. …Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΕ, Πασκάλ Λαμί, είπε πως τα στοιχεία είναι «καταθλιπτικά» και οδηγούν στην απειλή ενός παγκόσμιου «νομισματικού πολέμου»: ανταγωνιστικές υποτιμήσεις νομισμάτων, στην προσπάθεια να πατήσει ένας πάνω στον άλλον για να γλιτώσει.

Την ίδια ώρα, το ΔΝΤ χτυπάει «καμπανάκια» για την αύξηση των κινδύνων που προκαλούν τα διεθνή «μη συμβατικά νομισματικά εργαλεία» (δηλ. μείωση επιτοκίων για μεγάλα χρονικά διαστήματα και «εκτύπωση» χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ, Βρετανίας, Ιαπωνίας, Ε.Ε. για αγορές ομολόγων και διάσωση τραπεζών). …

Το ΔΝΤ φοβάται πως όλη αυτή η «επέκταση» στους ισολογισμούς των κεντρικών τραπεζών είναι ικανή να προκαλέσει «απότομη αύξηση στα κόστη δανεισμού των κρατών μόλις αυξηθούν οι πιέσεις για απόσυρση των νομισματικών αρχών από τις αγορές», αναφέρει σχόλιο στην «Κ.Ε.» (21/4). «Σε αυτή την περίπτωση οι κεντρικές τράπεζες το πιθανότερο είναι να αρχίσουν να πουλάνε τους τίτλους πυροδοτώντας μία απότομη αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων»”.

Μέσα στους δυο μήνες που μεσολάβησαν από τότε, οι εξελίξεις έχουν τρέξει πολύ γρήγορα προς αυτή την κατεύθυνση. Τα σημάδια μιας νέας επιδείνωσης πληθαίνουν.

Το πρώτο και πιο σημαντικό στοιχείο είναι οι κραδασμοί που σημειώθηκαν μόλις ο Μπεν Μπερνάνκι και η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) ανακοίνωσαν ότι προσανατολίζονται σε σταδιακή μείωση του προγράμματος «ποσοτικής χαλάρωσης» (QE). Οι σχετικές ανακοινώσεις έγιναν πρωτοσέλιδο στο διεθνή τύπο στις 20 Ιούνη. Στην Ελλάδα η είδηση πέρασε σχεδόν απαρατήρητη, με εξαίρεση το Μωυσή Λίτση που έγραψε στο blog του «Η οικονομία με άλλο μάτι»:

«Έτοιμη να θέσει στοπ στην αγορά ομολόγων και το έμμεσο τύπωμα δολαρίων δηλώνει η Fed, αναστατώνοντας για μία ακόμη φορά τις αγορές.

Ο πρόεδρος της Fed, της αμερικανικής ομοσπονδιακής (κεντρικής) τράπεζας, Μπεν Μπερνάνκι, επιβεβαίωσε σε συνέντευξη τύπου το βράδυ της Τετάρτης, την πρόθεση της τράπεζας να τερματίσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων μέσα στο 2013 … Η αμερικανική Fed από το 2008 που μείωσε τα επιτόκια της στο μηδέν προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης που προκάλεσε η κατάρρευση της Lehman Brothers, προχώρησε σε μαζική αγορά ομολόγων που φθάνει στα 3,3 τρισ. δολάρια προκειμένου να συμβάλλει μέσω του έμμεσου τυπώματος δολαρίων στη μείωση του κόστους δανεισμού και την ανάκαμψη της οικονομίας.

Η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ άρχισε τον τρίτο γύρο των μαζικών αγορών ομολόγων το Σεπτέμβριο ρίχνοντας περί τα 40 δισ. δολάρια το μήνα μέσω της αγοράς ενυπόθηκων τίτλων. Τον περασμένο Δεκέμβριο πρόσθεσε άλλα 45 δισ. δολάρια, ανεβάζοντας συνολικά το ποσό που διαθέτει για την αγορά ομολόγων σε 85 δισ. δολάρια το μήνα.

Η προειδοποίηση της Fed για επικείμενο στοπ στην μαζική αγορά ομολόγων δεν έχει να κάνει τόσο με την βελτίωση της κατάστασης της αμερικανικής οικονομίας, όσο με την ανησυχία ότι το «φθηνό» χρήμα έχει δημιουργήσει μία επικίνδυνη χρηματιστηριακή φούσκα, η οποία πρέπει να αρχίσει να ξεφουσκώνει με ομαλό τρόπο προς αποφυγή πιο δυσάρεστων καταστάσεων. Χάρη στις ενέσεις χρήματος της Fed και των άλλων κεντρικών τραπεζών, οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων έχουν διεθνώς ενισχυθεί σε «παράλογα» επίπεδα. Από το 2009 o Dow Jones έχει ενισχυθεί κατά 140%, την ίδια στιγμή που οι μισθοί και ευρύτερα η οικονομική δραστηριότητα παρουσιάζουν στασιμότητα.

Η εξέλιξη αυτή δεν συνάδει και τόσο με την εικόνα της πραγματικής οικονομίας, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση μετά την κρίση του 2008. Μεταξύ 2007 και 2011 το μέσο αμερικανικό εισόδημα έχει μειωθεί κατά 11,6% από 57.143 δολάρια (τιμές 2011) στα 50.502 δολάρια.

Επιπλέον η κρίση χρέους στην Ευρώπη και τα μέτρα λιτότητας έχουν παρασύρει σε ύφεση ή οριακή ανάπτυξη τις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες, ενώ ακόμη και στην Κίνα έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται φαινόμενα οικονομικής κόπωσης. Γεγονός που εντείνει τις ανησυχίες για απότομη διεθνή χρηματιστηριακή προσγείωση η οποία θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερες επιπτώσεις από την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρίας Thomson Reuters στις δύο εβδομάδες μέχρι τις 12 Ιουνίου αποσύρθηκαν από την αγορά ομολόγων 17,6 δισ. Δολάρια».

Η άνοδος των επιτοκίων

Την επόμενη μέρα (21 Ιούνη) οι Financial Times είχαν σαν κύριο τίτλο τούς «Φόβους για μια νέα φάση χρηματοοικονομικής αναταραχής» και το σχετικό ρεπορτάζ κατέγραφε: «ένα παγκόσμιο ξεπούλημα μετοχών, ομολόγων και πρώτων υλών χτες».

Μια μέρα αργότερα η ίδια εφημερίδα παρουσίαζε τις επιπτώσεις στα επιτόκια ως εξής:

«Μια έντονη δραστηριότητα πωλήσεων στη αγορά ομολόγων ανέβασε δραματικά το κόστος για τα στεγαστικά δάνεια στις ΗΠΑ, απειλώντας την ανάκαμψη στην αμερικάνικη αγορά κατοικίας … Το μέσο επιτόκιο για στεγαστικά δάνεια 30ετούς διάρκειας με σταθερό επιτόκιο ανέβηκε στο 4,24%, ενώ βρισκόταν στο 3,40% στις αρχές Μαίου».

Ουσιαστικά οι «αγορές» έτρεξαν να προεξοφλήσουν την άνοδο των επιτοκίων πριν ακόμη η Fed κάνει το παραμικρό για να περιορίσει το φθηνό χρήμα προς τις τράπεζες. Η εξέλιξη αυτή δεν απειλεί μόνο την αναιμική οικονομική ανάκαμψη της αμερικάνικης οικονομίας. Ακόμη πιο σκληρές είναι οι επιπτώσεις σε άλλους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας.

Στις λεγόμενες «αναδυόμενες αγορές» καταγράφεται φυγή κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Προφανώς αυτή η τάση συνδέεται και με τις μαζικές εκρήξεις του κινήματος στην Τουρκία και στη Βραζιλία, αλλά δεν είναι «μόνο» οι πολιτικές ανησυχίες που κάνουν τα αρπακτικά να αποσύρονται από τα μέχρι χτες πολυδιαφημισμένα οικονομικά «θαύματα».

Ο δείκτης για τα κρατικά ομόλογα αυτών των χωρών γύρισε πίσω έναν χρόνο μέσα στον τελευταίο μήνα, ενώ οι μετοχές στη Λατινική Αμερική είχαν πέσει (πριν αρχίσουν οι διαδηλώσεις στη Βραζιλία) κατά 30,9% σε σύγκριση με το υψηλότερο σημείο που είχαν φτάσει τα τελευταία χρόνια. Όσο κι αν ο Ερντογάν κραυγάζει καταγγέλλοντας τους διαδηλωτές ότι παίζουν το παιχνίδι του «λόμπι των επιτοκίων», η αλήθεια είναι ότι η οικονομική φούσκα που έθρεψε όλα αυτά τα χρόνια της κυριαρχίας του φτάνει στο τέρμα της ακριβώς την ώρα που βγαίνει στους δρόμους και εκεί το κίνημα.

Αναταραχή σημειώθηκε και στην πιο σπουδαία και ανεξάρτητη «αναδυόμενη οικονομία», στην Κίνα. Το διατραπεζικό επιτόκιο στη Σαγκάη σκαρφάλωσε από το 4% στο 11% για ένα μικρό διάστημα την τρίτη βδομάδα του Ιούνη πριν η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας παρέμβει για να καθησυχάσει τους φόβους ότι επίκειται πιστωτική ασφυξία.

Αλλά ίσως η πιο δραματική εξέλιξη σημειώνεται στην Ιαπωνία. Εκεί, η νέα συντηρητική κυβέρνηση του Σίντσο Άμπε που ανέλαβε στην αρχή της χρονιάς αποφάσισε ότι και η Κεντρική Τράπεζα στο Τόκιο πρέπει να μπει στο παιχνίδι της «ποσοτικής χαλάρωσης» πολύ πιο επιθετικά για να βγάλει την Ιαπωνία από την οικονομική στασιμότητα των τελευταίων είκοσι χρόνων. Η πρωτοβουλία αυτή ονομάστηκε «Αμπενόμικς» και προκάλεσε εκρηκτική άνοδο στο Χρηματιστήριο του Τόκιο όλη τη χρονιά, μέχρι τις αρχές Ιούνη. Από τότε, δυο αλλεπάλληλες βουτιές έχουν ρίξει τις μετοχές στο δεύτερο μεγαλύτερο χρηματιστήριο του κόσμου κατά 21% από την κορυφή που είχε σημειωθεί στις 22 Μάη. Προφανώς ούτε οι γιαπωνέζοι καπιταλιστές πιστεύουν ότι τα «Αμπενόμικς» μπορούν να δουλέψουν σε μια περίοδο που η «ποσοτική χαλάρωση» εγκαταλείπεται διεθνώς.

Την αποτυχία της «ποσοτικής χαλάρωσης» συνόψισε πολύ καθαρά ο μαρξιστής οικονομολόγος Michael Roberts στο δικό του blog:

«Η αλήθεια είναι ότι, παρά το γεγονός ότι ο ιδιωτικός τομέας σε πολλές από τις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες κολυμπάει στο ρευστό, δεν προχωράει σε επενδύσεις, ενώ και οι καταναλωτές προτιμούν να αποταμιεύουν ή να ξεχρεώνουν παλιές υποχρεώσεις τους παρά να ξοδεύουν στα καταστήματα. …

Η «ποσοτική χαλάρωση» στηρίζεται στην ιδέα ότι αν κάνεις το κόστος δανεισμού για τις μεγάλες επιχειρήσεις γελοία χαμηλό, τότε θα προχωρήσουν σε επενδύσεις. Αλλά οι μεγάλες επιχειρήσεις δανείζονται για να επενδύσουν μόνο όταν η σχέση ρίσκου προς απόδοση είναι ευνοϊκή γι’ αυτές. Για την ώρα δεν θέλουν να επενδύσουν γιατί η οικονομική προοπτική είναι πολύ αβέβαιη και οι ευκαιρίες για κερδοφόρες επενδύσεις πολύ λίγες. Αντί για επενδύσεις, οι μεγάλες επιχειρήσεις προτιμούν την κερδοσκοπία στα χρηματιστήρια όσο το κόστος δανεισμού είναι τόσο χαμηλό. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τις τράπεζες ζουν σε μια χρηματοπιστωτική έρημο».

Βρισκόμαστε, λοιπόν, στο σημείο όπου η «ποσοτική χαλάρωση» έχει αποτύχει να φέρει την ανάκαμψη της οικονομίας και έχει δημιουργήσει νέες φούσκες στα χρηματιστήρια, στις τιμές των πρώτων υλών και του χρυσού. Αλλά η προσπάθεια των κεντρικών τραπεζών να απεμπλακούν από την «ποσοτική χαλάρωση» και από την απειλή με τις νέες κερδοσκοπικές φούσκες δημιουργεί προβλήματα σε όλα τα επίπεδα. Μια άνοδος των επιτοκίων όχι μόνο μπορεί να κάνει τις φούσκες να σκάσουν απότομα και ανεξέλεγκτα με απρόβλεπτες συνέπειες τύπου Λίμαν Μπράδερς, αλλά απειλεί να μετατρέψει τις αναιμικές ανακάμψεις ή στασιμότητες των οικονομιών σε δραματικές βουτιές προς την ύφεση.

Οι επιπτώσεις στην Ευρωζώνη

Προφανώς, όλα αυτά δεν αφορούν μόνο τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τις λεγόμενες BRICS, αλλά και την Ευρώπη και τα βυθισμένα στα μνημόνια PIGS της.

Η Ιρλανδία είναι η χώρα που διεκδικούσε περισσότερο από τις άλλες τον τίτλο του success story που χρησιμοποιούσε ο Σαμαράς. Υποτίθεται ότι η Τρόικα είχε συμφωνήσει πως η Ιρλανδία βγαίνει από το δικό της Μνημόνιο στο τέλος του χρόνου και θα μπορεί να δανείζεται ξανά από τις αγορές. Για την Πορτογαλία, η «έξοδος» είχε τοποθετηθεί έξι μήνες αργότερα, στα μέσα του 2014. Τώρα, και στις δυο περιπτώσεις τα σπρεντ έχουν πάρει ξανά την ανηφόρα και έχει ανοίξει η συζήτηση για την ανάγκη «νέων προσαρμογών», δηλαδή σε απλά ελληνικά για νέα μέτρα.

Ωστόσο η αποτυχία του συνδυασμού «ποσοτικής χαλάρωσης» και μνημονίων να θεραπεύσει την κρίση στην ευρωζώνη φαίνεται όχι μόνο στην περιφέρεια αλλά και στο κέντρο. Οι υπουργοί οικονομικών και οι ηγέτες των κρατών της ΕΕ ακόμη συζητούν για τη διαμόρφωση των μηχανισμών διάσωσης τραπεζών από χρεοκοπίες, γεγονός που από μόνο του μαρτυρεί ότι οι απειλές χρεοκοπίας δεν έχουν απομακρυνθεί.

Για την ακρίβεια, αυτοί οι κίνδυνοι παίρνουν νέες διαστάσεις. Αν την τελευταία διετία η ανησυχία αφορούσε την «ανταγωνιστικότητα» της Ιταλίας ή ακόμη και της Γαλλίας ώστε να διαμορφώσουν πλεονάσματα που να εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους τους, τώρα προκύπτουν νέες ανησυχίες: μια άνοδος των επιτοκίων, καθώς η «ποσοτική χαλάρωση» φτάνει στο τέρμα της, απειλεί να υποβαθμίσει τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών (οι τιμές των ομολόγων που έχουν στην κατοχή τους κινούνται αντίστροφα προς τα επιτόκια. Η τρέχουσα αξία τους στην αγορά δεν είναι η ονομαστική αλλά το ποσό που προκύπτει αν προεξοφληθούν με τα τρέχοντα υψηλότερα επιτόκια). Νέες τραπεζικές μαύρες τρύπες διαγράφονται στον ορίζοντα.

Ένα επιπλέον δυσμενές στοιχείο είναι το εξής: η σχετική συζήτηση στην ΕΕ κυριαρχείται από την ανάγκη να απαλλαγούν οι κρατικοί προϋπολογισμοί από τα βάρη των μελλοντικών διασώσεων, γιατί ήδη το δημόσιο χρέος είναι υπερφορτωμένο από τα βάρη των διασώσεων της περασμένης πενταετίας. Παρά τη θηριώδη λιτότητα και τις βάρβαρες περικοπές κοινωνικών δαπανών, κανένα κράτος δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ένα νέο κύκλο χρηματοδότησης των τραπεζών. Παντού οι άρχουσες τάξεις φοβούνται ότι το κόστος θα είναι αβάσταχτο όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά. Γι’ αυτό, η ΕΕ αναζητεί τρόπους παρέμβασης που κινούνται πλέον επίσημα προς το «κυπριακό μοντέλο», δηλαδή τη λεηλασία των καταθέσεων ως εναλλακτική πηγή.

Όχι πως το «κυπριακό μοντέλο» δουλεύει. Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αναστασιάδης αναγκάστηκε ήδη να πάρει αποστάσεις στέλνοντας μια επιστολή πριν τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ όπου διαμαρτύρεται για τους δυσβάσταχτους όρους που επιβλήθηκαν. Το κούρεμα των καταθέσεων της Λαϊκής έχει φτάσει στο 80%, της Τράπεζας Κύπρου οδεύει πάνω από το 60% και ακόμη δεν διαφαίνεται κάποια σταθεροποίηση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος. Οι έλεγχοι στη διακίνηση κεφαλαίων παραμένουν γιατί ο φόβος για μαζική φυγή δεν έχει ξεπεραστεί. Το ανέκδοτο της ιστορίας είναι ότι ο Αναστασιάδης διαμαρτύρεται στην επιστολή του ότι οι ηγέτες της ΕΕ δεν δείχνουν προς την Κύπρο την ίδια βοηθητική διάθεση που δείχνουν προς την… Ελλάδα.

Η ελληνική αποτυχία

Οι επιπτώσεις όλης αυτής της επιδείνωσης στην ελληνική περίπτωση είναι τραγικές. Η πιο χαρακτηριστική έκφραση ήταν η έκθεση του ΔΝΤ που ομολόγησε ανοιχτά την αποτυχία του ελληνικού προγράμματος. Η συνοπτική περιγραφή της έκθεσης λέει ότι ενώ το 2010 η Τρόικα εκτιμούσε τη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας σε 5,5% μεταξύ 2009 και 2012, το τελικό αποτέλεσμα ήταν συρρίκνωση 17%. Το τραπεζικό σύστημα έχασε το 30% των καταθέσεών του και η πραγματική συνολική ζήτηση του ιδιωτικού τομέα έπεσε κατά 33% ανάμεσα στο πρώτο τρίμηνο του 2008 και του 2013, ενώ η ανεργία ανέβηκε στο 27%.

Αλλά τα μαρτύρια δεν σταματούν εδώ. Η έκθεση ανατρέπει τις προβλέψεις που μιλούσαν για τερματισμό της ύφεσης φέτος και δίνει συνέχιση και για το 2014, έστω με μικρότερο ποσοστό –1,4%. Το “success story” του Σαμαρά αναβάλλεται, όπως και της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Και βέβαια, η έκθεση επιβεβαιώνει αυτό που η αριστερά έλεγε από την αρχή, δηλαδή ότι το μνημονιακό πρόγραμμα διευκόλυνε τις τράπεζες της ευρωζώνης να διαχειριστούν τις επιπτώσεις από το ελληνικό χρέος. Δεν ήταν πρόγραμμα «διάσωσης της ελληνικής οικονομίας», ήταν πρόγραμμα διευκόλυνσης των τραπεζιτών. Και παραμένει μέχρι σήμερα, αφού παρά τις «ομολογίες λαθών», τόσο το ΔΝΤ όσο και η ΕΕ (που αρνείται πεισματικά ότι έκανε κάποιο «λάθος»), επιμένουν στην υλοποίηση των μνημονιακών όρων μέχρι κεραίας.

Η νέα φάση χρηματοπιστωτικής αναταραχής που άνοιξε ήδη βρίσκει την ελληνική οικονομία στη μέση του πελάγους. Οι κακόφημοι οίκοι αξιολόγησης την έχουν μετατάξει πλέον στις «αναδυόμενες οικονομίες», μια κίνηση που θα ήταν κακόγουστο ανέκδοτο αν η κατάσταση δεν ήταν τόσο τραγική: πώς μπορεί να λέγεται «αναδυόμενος» κάποιος που βουλιάζει; Ωστόσο υπάρχουν πραγματικά στοιχεία σε αυτή την περιγραφή. Η φυγή κερδοσκοπικών κεφαλαίων από τις οικονομίες με μεγάλο ρίσκο είναι πλήγμα και για το ελληνικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Δεν είναι τυχαίες οι συνεχείς αποτυχίες που σημειώνονται (ΔΕΠΑ, εμπλοκή στον ΟΠΑΠ, κρίση στο ίδιο το ΤΑΙΠΕΔ). Κανένα κερδοσκοπικό κεφάλαιο δεν αγοράζει με δικά του χρήματα. Από τον Μελισσανίδη μέχρι τη Γκαζπρόμ, όλα τα αρπακτικά επωφελούνταν από το φθηνό γι’ αυτούς χρήμα της «ποσοτικής χαλάρωσης». Όταν τα επιτόκια παίρνουν την ανηφόρα, οι υπολογισμοί χρειάζεται να γίνουν από την αρχή.

Επίσης από την αρχή χρειάζεται να γίνουν οι υπολογισμοί για τη βιωσιμότητα του χρέους: αν για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία η έξοδος στις αγορές αναβάλλεται, για την Ελλάδα αυτό το σημείο γίνεται ξανά αόρατο. Η συζήτηση για ένα νέο κούρεμα επανέρχεται, αλλά γίνεται υπόγεια εξαιτίας των γερμανικών εκλογών. Κανένας, όμως, δεν πρέπει να ξεχνάει τι σήμαινε το προηγούμενο κούρεμα για τα ασφαλιστικά ταμεία, για τα νοσοκομεία, για τα πανεπιστήμια. Έχουμε μπροστά μας ένα νέο κύκλο σκληρών συγκρούσεων, όσο κι αν προσπαθούν να μας αποκοιμίσουν ότι οι θυσίες φτάνουν στο τέρμα τους. Η ανάγκη για ριζική, αντικαπιταλιστική διέξοδο από τον φαύλο κύκλο της κρίσης γίνεται όλο και πιο επιτακτική.