Η πιο επίκαιρη ιστορία
Το βιβλίο της Ροσάνα Ροσάντα είναι βασικό διάβασμα για να καταλάβει κανένας την ιστορία της Ιταλίας. Όχι μόνο για την περίοδο που η ίδια περιγράφει, αλλά και για σήμερα.
Το βιβλίο στη πραγματικότητα ξεκινάει από το 1943 όταν στην ηλικία των 19 ετών μπήκε στο Κ.Κ. και κλείνει με το 1969, όταν διαγράφτηκε από το κόμμα, και μαζί με μια σειρά από συντρόφους της, και ηγετικά μέλη του Κ.Κ. ξεκίνησαν την έκδοση του Ιλ Μανιφέστο και δημιούργησαν την αντίστοιχη οργάνωση.
Τον Μάρτη του 1943, ξεσπάνε απεργίες στην Βόρεια Ιταλία, την ίδια περίοδο που γίνονταν οι μεγάλες απεργίες και στην Ελλάδα. Τα αιτήματα των εργατών είναι ψωμί και ειρήνη. Ήταν οι πρώτες απεργίες που ξέσπασαν στην Ευρώπη, σε μια χώρα που στην κυβέρνηση ήταν ο Μουσολίνι. Την ίδια χρονιά, ο Βασιλιάς της Ιταλίας καθαιρεί τον Μουσολίνι και ορίζει πρωθυπουργό τον στρατηγό Μπαντόλιο. Η Ιταλία σπάει στα δύο. Τον Βορρά καταλαμβάνει ο Χίτλερ (σε συνεργασία με τον Μουσολίνι) και τον Νότο οι «Σύμμαχοι». Η Ροσάνα Ροσάντα εγκαθίσταται στο Μιλάνο σαν φοιτήτρια και ταυτόχρονα μπαίνει στο Κ.Κ. και στις ομάδες αντίστασης. Το 1944 φτάνει από τη Μόσχα σαν γραμματέας του Κ.Κ. ο Τολιάτι. Ήταν μαζί με τον Γκράμσι στο Τορίνο την Κόκκινη Διετία, και μαζί έσπασαν από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και δημιούργησαν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας. Μετά την άνοδο του φασισμού ο Τολιάτι έφυγε για τη Ρωσία, την ίδια περίοδο που ο Γκράμσι σάπιζε στις φασιστικές φυλακές και πέθανε εκεί το 1937. Ο Τολιάτι ήταν στενός συνεργάτης του Στάλιν και είχε διοριστεί αναπληρωματικός γραμματέας της Κομιντέρν.
«Ο Τολιάτι πέθανε τον Αύγουστο του 1964. Ήμουν ανάμεσα στο πλήθος που περίμενε τη σωρό του στο Τσαμπίνο. Όταν είδα να εμφανίζεται από τα βόρεια ένα αεροπλάνο της Αεροφλότ, ένοιωσα ένα σφίξιμο. Το σοβιετικό περίβλημα τον κουβαλούσε και στο θάνατο. Αυτό ήταν η πιο πικρή κατηγορία, πως ήταν άνθρωπος του ΚΚΣΕ, δούλος της Μόσχας» (σελ. 325). Είναι η περιγραφή που κάνει η Ροσάνα Ροσάντα για την κηδεία του Τολιάτι και πώς για τα 20 χρόνια (1944-64) και όλα τα προηγούμενα στήριζε τις επιλογές της Μόσχας και εσωτερικά και διεθνώς.
Το 1945, μετά την απελευθέρωση το Κομμουνιστικό Κόμμα συμμετέχει στην κυβέρνηση με το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα – το κόμμα της κυρίαρχης τάξης στην Ιταλία.
Με την Απελευθέρωση οι ομάδες της αντίστασης και η εργατική τάξη του Βορρά πίστευαν ότι μπορούν να πάρουν την εξουσία. Αυτή η εικόνα δεν ήταν στα μυαλά τους, αυτό πια ήταν η πραγματική δύναμη. Την Πρωτομαγιά του 1945 η Γερμανία είχε ηττηθεί και η Βόρεια Ιταλία ήταν κάτω από τον έλεγχο των εργατών που είχαν καταλάβει τα εργοστάσια και των οπλισμένων ομάδων που εξασφάλιζαν ότι στις καταλημένες πόλεις δεν μπορούσαν να μπουν ούτε φασίστες ούτε κανένας άλλος. Ο Πάολο Σπριάνο (ιστορικός και στέλεχος του ΚΚ) καταγράφει «πώς τα ιδανικά και οι ελπίδες των Παρτιζάνων δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ».
Εάν η πρώτη ευκαιρία για την Αντίσταση και το Κ.Κ. ήταν η Απελευθέρωση, η δεύτερη ήταν το 1948. Μια απόπειρα δολοφονίας του Τολιάτι ξεσηκώνει όλη την Ιταλία. Η απόπειρα έγινε στις 14 Ιούλη, και το ίδιο βράδυ οι περισσότερες πόλεις ήταν κάτω από τον έλεγχο του πλήθους που είχε καταλάβει εργοστάσια και δρόμους και δεν ήθελε να τα παραδώσει. Η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος ζήτησε από τον κόσμο να γυρίσει στα σπίτια του και τους εργάτες στις δουλειές τους. Στις 16 Ιούλη προσπαθούσαν να πείσουν τους εξεγερμένους να κατεβάσουν τα οδοφράγματα, στις 18 Ιούλη η Χριστιανοδημοκρατία και η αστυνομία αποκτούσε ξανά τον έλεγχο των πόλεων.
Το 1962 η Ροσάνα Ροσάντα μετακομίζει από το Μιλάνο στη Ρώμη όπου ήταν η έδρα του κόμματος. Της ζήτησαν να αναλάβει την καθοδήγηση των διανοουμένων κι αυτό σημαίνει ότι είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει από πιο κοντά τις εξελίξεις. Το 1963 εκλέγεται βουλευτίνα. Ήταν η χρονιά που στις εκλογές το Κ.Κ. έφτασε στο 25,3%. Από το 1962 μέχρι το 1966 είναι η περίοδος των συμμαχικών κυβερνήσεων στην Ιταλία, με πρωθυπουργό τον Άλντο Μόρο και με συμμετοχή Χριστιανοδημοκρατικού, Σοσιαλιστικού και Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (όχι πολύ διαφορετική από τη σύνθεση της κυβέρνησης Σαμαρά-Κουβέλη και Βενιζέλου στην Ελλάδα).
Τα προβλήματα μέσα στο Κ.Κ. (και οι αμφισβητήσεις από τη Ροσάνα και τους συντρόφους της) δεν δημιουργήθηκαν μόνο από τις δεξιές προσαρμογές στο εσωτερικό, αλλά και από τη θέση που πήρε στις επαναστάσεις που έγιναν στο ανατολικό μπλοκ. «Και η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία; Εκεί δεν ίσχυε η δικαιολογία της οπισθοδρόμησης. Το ΙΚΚ οχυρώθηκε: ναι, υπήρχαν λάθη, φταίξιμο των κομμουνιστικών κυβερνήσεων, μα οι εξεγέρσεις είχαν αμφιλεγόμενη σημασία, και γι’ αυτό έφταιγαν οι ίδιες» (σελ. 208).
«Μέχρι τέλους η ΕΣΣΔ ήταν για το ΙΚΚ ένας ξάδελφος όχι πολύ ευπαρουσίαστος αλλά ισχυρός με τον οποίο δεν ήταν σωστό να ανοίξει μια μετωπική σύγκρουση. Κάποια προσπάθεια του Τολιάτι να αρπάξει τον ταύρο από τα κέρατα, μεταξύ 1963 και 1964, έσβησε με τον θάνατο του… η αποδέσμευση του Μπερλιγκουέρ ήταν αργή και επιφυλακτική, και έτσι το ΙΚΚ πήγε τυφλό και βουβό μέχρι το 1991, όταν η κόκκινη σημαία κατέβηκε από το Κρεμλίνο» (σελ. 215).
Η άνοδος
του Μπερλιγκουέρ
Στο 11ο συνέδριο που έγινε μετά το θάνατο του Τολιάτι, ο πραγματικός διάδοχος ήταν ο Ενρίκο Μπερλιγκουέρ. Το δρόμο τού τον άνοιξε η νίκη της δεξιάς πτέρυγας που την ολοκλήρωσε το δίδυμο Αμέντολα-Ναπολιτάνο. Ο Ναπολιτάνο είναι ο σημερινός πρόεδρος της Ιταλίας. Αυτός που όρκισε τον Μόντι πρωθυπουργό και που συνεχίζει να πρωτοστατεί για κυβέρνηση Μπερσάνι και τεχνοκρατών. Όταν η δεξιά πτέρυγα κέρδισε στο συνέδριο του 1966, η πρώτη πρόταση που έκαναν ήταν να συνεννοηθεί το ΚΚ με το Σοσιαλιστικό Κόμμα και έτσι να ξεπεραστεί το ρήγμα του 1921, τότε που ο Γκράμσι και οι σύντροφοι του έφυγαν από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, για να δημιουργήσουν το νέο επαναστατικό κόμμα. Ο Μπερλιγκουέρ το 1973 προχώρησε αυτή τη θέση ακόμα περισσότερο, προτείνοντας τον «Ιστορικό Συμβιβασμό». Τη συνεργασία του Κομμουνιστικού Κόμματος με το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα.
Μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία, μεσολαβεί η διετία των φοιτητικών καταλήψεων και του καυτού εργατικού φθινόπωρου το 1968-1969. Η θέση της ηγεσίας του ΚΚ και στην Ιταλία ήταν εχθρική. Ο Αμέντολα μιλούσε για ανεύθυνους φοιτητές και ο Μπερλιγκουέρ για επικίνδυνους εργάτες. Αυτό ήταν η αρχή του τέλους της σχέσης όχι μόνο της Ροσάνα Ροσάντα αλλά και χιλιάδων κόσμου που εγκατέλειψαν το Κ.Κ. για να ενταχτούν στις επαναστατικές οργανώσεις . Έτσι ξεκίνησε και η έκδοση του Μανιφέστο.
«Η ιδέα ήταν πρώτα απ’ όλα του Λούτσιο Μάγκρι, κι αυτός ήταν που έδωσε τη μεγαλύτερη ώθηση, έβαλε την ψυχή και το σώμα του σ’ αυτό. Αρχικά δεν ήταν όλοι πεπεισμένοι γι’ αυτό. Σίγουρα όμως ο Πιντόρ, ο Νάτολι, η Καστελίνα, ο Μιλάνι κι εγώ. Προστέθηκαν κι άλλοι μόλις κυκλοφόρησε…
…Χάσαμε πολλές ώρες για να βρούμε το όνομα που θα δίναμε στο μηνιαίο έντυπο… και καταλήξαμε στο «Μανιφέστο». Αυτό του 1848. Θέλαμε την αναφορά στον Μαρξ, μολονότι γνωρίζαμε ότι κάθε τίτλος εντύπου, αν δεν αποτύχει αμέσως, γίνεται ένα σύμβολο που για το νόημα του δεν αναρωτιέται κανείς. Στο πρώτο τεύχος γράψαμε όλοι». (σελ 425)
Αυτή την ομάδα διέγραψε η ηγεσία του ΚΚ το φθινόπωρο του 1969. Η κυκλοφορία του Μανιφέστο όταν ξεκίνησε έφτανε τα 60 χιλιάδες τεύχη, στη συνέχεια κυκλοφόρησε και σαν καθημερινή εφημερίδα με το ίδιο όνομα. Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Όμως στο 1969 τελειώνει το βιβλίο της Ροσάνα Ροσάντα με τίτλο «Το κορίτσι του περασμένου αιώνα». Υποσχόμαστε τη συνέχεια.
Τιμή 19€, 437 σελίδες
Εκδόσεις Θεμέλιο