Βιβλιοκριτική
Αντόνιο Γκράμσι: Για την Αλήθεια ή για το να λέμε την αλήθεια στην πολιτική

Εξώφυλλο του βιβλίου

Επαναστατική μαιευτική

Το βιβλίο αποτελεί επιλογή κειμένων από διάφορα βιβλία με κείμενα του Αντόνιο Γκράμσι που έχουν εκδοθεί ήδη στα ελληνικά. Περιέχει επίσης και τρία μικρά κείμενα, ανέκδοτα μέχρι τώρα στα ελληνικά, από την περίοδο της ενεργού πολιτικής δράσης και αρθρογραφίας του.

Ιδιαιτέρως για εκείνους τους αναγνώστες που έχουν διαβάσει το βιβλίο των Chris Bambery και Chris Harman, Αντόνιο Γκράμσι: η ζωή και οι ιδέες ενός επαναστάτη (εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο) μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εμβάθυνση στη σκέψη του Γκράμσι στη βάση πλέον των ίδιων, αρκετά αντιπροσωπευτικών κειμένων του.

Αυτό είναι ιδιαιτέρως χρήσιμο καθώς στην περίπτωση του Γκράμσι δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο κλασικό βιβλίο ή ένα σώμα χαρακτηριστικών βιβλίων του ιταλού επαναστάτη, όπως στην περίπτωση του Λένιν ή του Τρότσκι.

Στην πλειονότητά τους, λοιπόν, τα κείμενα ανήκουν στην περίοδο που ο Γκράμσι ήταν πολιτικός κρατούμενος στις φυλακές του Μουσολίνι. Είναι αρκετά αντιπροσωπευτικά του μεγάλου φάσματος θεμάτων με τα οποία ασχολήθηκε ο ιταλός θεωρητικός του επαναστατικού κινήματος στην Ιταλία του Μεσοπολέμου.

Ο αναγνώστης ας έχει στο μυαλό του καταρχήν τρεις γενικές παρατηρήσεις ώστε να βοηθηθεί στην κατανόηση αυτών των κειμένων που, από το πρώτο έως το τελευταίο, κεντρίζουν και κινητοποιούν τη σκέψη και τη φαντασία κάθε επαναστάτη.

Πρώτα απ’ όλα το σημαντικότερο: ότι ο Γκράμσι γράφει υπό το άγρυπνο βλέμμα του φασίστα δεσμοφύλακά του, δηλαδή σε καθεστώς λογοκρισίας και αυτολογοκρισίας.

Αυτό σημαίνει ότι, όπως συνήθως επισημαίνεται, χρησιμοποιεί συχνότατα όρους και εκφράσεις με τις οποίες επιδιώκει συνειδητά να θολώσει την πραγματική σημασία μιας έννοιας ώστε να την αποδώσει πλαγίως, με «κώδικα». Για παράδειγμα, ο μαρξισμός αναφέρεται ως «η φιλοσοφία της πράξης» και το επαναστατικό κόμμα ως ο «σύγχρονος πρίγκιπας».

Σημαίνει επίσης ότι για τον ίδιο λόγο ο Γκράμσι πραγματεύεται ακόμα και ολόκληρα θέματα που από μια πρώτη άποψη εμφανίζονται γενικής, αφηρημένης θεματικής και παραξενευόμαστε. Ωστόσο, τα χρησιμοποιεί ή επιστρατεύει τα εργαλεία της μεταφοράς και της παραβολής, επειδή επιχειρεί να σχολιάσει τα επίκαιρα φαινόμενα της πολιτικής ή της κομματικής ζωής που τον ενδιαφέρουν να παρέμβει.

Για παράδειγμα, όταν, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης από τις πρώτες ήδη σελίδες του βιβλίου, γράφει για την αδιαφορία, την αισιοδοξία, τη φιλοδοξία, τον ενθουσιασμό, τις σχέσεις ελευθερίας και πειθαρχίας, ασφαλώς είναι σαφές ότι τις πραγματεύεται στη βάση του ιστορικού υλισμού, της ανάλυσης των οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων που αποτελούν το υπόβαθρο και το βάθος αυτής ή της άλλης συμπεριφοράς.

Δεν πρέπει, όμως, να τις απολαύσουμε μόνο ως λαμπρό δείγμα της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας και της κοινωνίας. Ο Γκράμσι παράλληλα επιδιώκει να περάσει από τη λογοκρισία την κύρια ανησυχία του για τα καθήκοντα του επαναστατικού κόμματος σε μια περίοδο που δεν φαίνεται άμεσα επαναστατική.

Για τον Γκράμσι, όπως και για όλους τους μαρξιστές θεωρητικούς του επαναστατικού κόμματος, ήταν αξίωμα ότι δεν αρκούσε η οργάνωση του εργατικού και επαναστατικού κινήματος γύρω από τον πόλο των οικονομικών αιτημάτων.

Γι’ αυτό και η επιμονή του σε όλο το εύρος θεμάτων που αφορούν στο πώς συγκροτείται η αυτογνωσία της επαναστατικής τάξης, απαραίτητη προϋπόθεση για την αυτόνομη πολιτική της δράση (από τη λογοτεχνία και την πραγμάτευση ιστορικών ζητημάτων μέχρι την επαναστατική εφημερίδα).

Για παράδειγμα, μέσα στο βιβλίο θα βρούμε πυκνότατες αναφορές σε διάφορα θέματα: από τις σχέσεις αίσθησης, κατανόησης και γνώσης, τη φύση του επιστημονικού διαλόγου και τα κριτήρια επιστημονικής αλήθειας (βλέπε το απόσπασμα για τον ιστορικό Υλισμό) μέχρι την πραγμάτευση της σύνδεσης ορθολογικότητας και παραγωγής (βλέπε το κεφάλαιο Αμερικανισμός και Φορντισμός).

Με το γεγονός της απομόνωσης της φυλακής σχετίζεται και μια δεύτερη παρατήρηση: ο αναγνώστης πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του ότι έχει αναγκαστικά μια θολή και συγκεχυμένη εικόνα των σημαντικών πολιτικών εξελίξεων εκείνης της εποχής. Πρωτίστως και κυρίως, την πραγματικότητα των συνεπειών της ανόδου του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση και του ναζισμού στη Γερμανία. Πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι και αυτή η παράμετρος συγκλίνει στην αφηρημένη μορφή αλλά και την αμφισημία που διατρέχουν τα κείμενά του.

Ωστόσο, η περίοδος της φυλακής επιτρέπει να εμβαθύνει θεωρητικά σε θέματα που άλλοι μεγάλοι θεωρητικοί του επαναστατικού κινήματος των αρχών του 20ου αιώνα, όπως ο Λένιν και ο Τρότσκυ, για παράδειγμα, δεν είχαν την αντικειμενική δυνατότητα από την άποψη του χρόνου και των υποχρεώσεων της Οκτωβριανής Επανάστασης και της προετοιμασίας της να επεκταθούν.

Αυτή είναι η τρίτη παρατήρηση σχετικά με την ανάγνωση του βιβλίου. Ο Γκράμσι έχει ως αφετηρία της σκέψης του ένα σημαντικό ερώτημα που πρέπει να κατανοήσουμε ότι διατρέχει όλο το βιβλίο: γιατί η πρόσφατη τότε επαναστατική εξέγερση στην Ιταλία απέτυχε και αντί για επανάσταση κατέληξε στην άνοδο των φασιστών στην εξουσία;

Το 1918 και το 1920, οι δυο σημαντικότερες φυσιογνωμίες του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο Σεράτι και ο Μπορντίγκα, μοιράζονταν την λαθεμένη αντίληψη ότι η δύναμη που έχει η εργατική τάξη μέσα στην οικονομία και την παραγωγή θα μεταφραζόταν αυτόματα σε πολιτική δύναμη. Απλώς έπρεπε να αφεθεί ο χρόνος να κυλήσει για να καταστεί αυτό από μόνο του δυνατό.

Ο Γκράμσι έχει ήδη κατανοήσει από τα χρόνια της ενεργού δράσης ότι η ανάγκη για αντιπαράθεση με αυτή την παθητική άποψη περνά μέσα από την ενεργητική πρακτική οικοδόμησης εκείνης της ηγεσίας που θα οδηγήσει με πρακτικά και ιδεολογικά βήματα τον αγώνα για την επαναστατική κατάληψη της πολιτικής εξουσίας. Είναι χαρακτηριστική η φράση του: «Τους μαρξιστές κομμουνιστές πρέπει να τους χαρακτηρίζει μια ψυχολογία που μπορούμε να την ονομάσουμε μαιευτική» (σελ. 197).

Η ενεργητική παρέμβαση των επαναστατών, η επαναστατική πρακτική: αυτή είναι η βάση της σημαντικότερης παρακαταθήκης του Γκράμσι, δηλαδή της πραγμάτευσης του περίφημου θέματος της ηγεμονίας και των σχετιζόμενων εννοιών της ιδεολογίας και των διαφόρων μορφών αγώνα (πόλεμος θέσεων, πόλεμος ελιγμών/τακτικής, σσ. 84-85).

Η μάχη για την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης δεν περνά μέσα από το κοινοβούλιο˙ ούτε απαραιτήτως μέσα από την οργάνωση των εργατών στα συνδικάτα γενικώς (σελ. 167 και 175, για παράδειγμα). Και οι αριστεροί βουλευτές και οι αριστεροί συνδικαλιστές ηγέτες μπορούν να λειτουργήσουν ως δίαυλοι διοχέτευσης αντιλήψεων που απλώς διαιωνίζουν την υπάρχουσα άδικη και καταπιεστική καπιταλιστική βαρβαρότητα.

Ο αγώνας για την ηγεμονία είναι ο αγώνας για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης από τις ιδέες εκείνες που την εγκλωβίζουν και την καθηλώνουν σ’ αυτή τη βαρβαρότητα. Ταυτοχρόνως είναι πρακτική δράση για την οργάνωση σε πολιτική δύναμη στην ιστορική προοπτική εξουσίας της εργατικής τάξης όλων των υπόλοιπων κινημάτων εναντίον κάθε μορφής καταπίεσης και όλων των υπόλοιπων κοινωνικών τάξεων που πλήττονται από το εκμεταλλευτικό σύστημα των τραπεζιτών και των βιομηχάνων.

Μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου γίνεται σαφές ότι ο Γκράμσι δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι ένα τέτοιο καθήκον μόνο το επαναστατικό κόμμα μπορεί να το επιχειρήσει.

Τιμή 16€, 228 σελίδες Εκδόσεις Στοχαστής