Οι απεργοί χαλυβουργοί διαδηλώνουν στους δρόμ
Στα πρόθυρα του τέλματος έχει φτάσει, πια, η ελληνική οικονομία. Τον Σεπτέμβρη η ανεργία είχε σκαρφαλώσει στο 17,5% – και σε αυτό το νούμερο δεν περιλαμβάνονται ούτε οι αυτοαπασχολούμενοι (οι εργαζόμενοι με "μπλοκάκι"), ούτε αυτοί που καταφέρνουν να κάνουν ένα-δυο μεροκάματα το μήνα, ούτε αυτοί που έχουν εγκαταλείψει πιά ακόμα και την ελπίδα και την προσπάθεια να βρούνε δουλειά.
Επιχειρήσεις κλείνουν, μηχανές πουλιούνται στο εξωτερικό ή σκουριάζουν, εγκαταστάσεις αραχνιάζουν και υποδομές εγκαταλείπονται και διαλύονται. Οι τελευταίες εκτιμήσεις υπολογίζουν ότι το ΑΕΠ συρρικνώθηκε μέσα στο 2011 κατά 5,5% – και η καθοδική πορεία θα συνεχιστεί και στη νέα χρονιά. Το 2012 θα είναι για την ελληνική οικονομία η πέμπτη χρονιά συνεχόμενης ύφεσης.
Τέλμα
Η οικονομία ολόκληρη κινδυνεύει να βυθιστεί σε μια κατάσταση διάλυσης και μαζικής ανεργίας. Όπως έγραφε σε μια (νεοφιλελεύθερης έμπνευσης) έκθεση τον περασμένο Μάρτη η ίδια η Στέλλα Μπαλφούσια (η Πρόεδρος του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής που εξαναγκάστηκε από τον Βενιζέλο τον Σεπτέμβρη να παραιτηθεί), η ψαλίδα ανάμεσα στο "δυνητικό" και το "πραγματικό" προϊόν – ανάμεσα σε αυτά που θα μπορούσε να παράγει η οικονομία με πλήρη απασχόληση των "παραγωγικών συντελεστών" και αυτά τα οποία πραγματικά παράγει – κινδυνεύει να κλείσει όχι με την αύξηση του πραγματικού προϊόντος στα όρια του δυνητικού αλλά με το αντίστροφο, με την διάλυση της παραγωγικής ικανότητας και την προσαρμογή της στα επίπεδα που επιτάσσει η "ελεύθερη αγορά". Με τη μονιμοποίηση της ανεργίας και της φτώχειας, δηλαδή.
Η πρώτη και κύρια αιτία που οδηγεί σε αυτή την καταθλιπτική κατάσταση είναι, προφανώς, η διεθνής κρίση. Η παγκόσμια οικονομία δεν έχει συνέλθει ούτε από την ύφεση του 2007-2008, ούτε από το σοκ που προκάλεσε η κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς, ούτε από την κρατική υπερχρέωση που την διαδέχτηκε. Και τώρα ο πλανήτης ετοιμάζεται να βυθιστεί ξανά σε μια δεύτερη ύφεση που όλοι φοβούνται ότι θα είναι, κύρια λόγω της αδυναμίας των κυβερνήσεων να προχωρήσουν σε ένα νέο γύρο διάσωσης, ακόμα πιο καταστροφική.
Σε πείσμα των θεωριών της "Ψωροκώσταινας" η Ελλάδα χτυπήθηκε άγρια από την παγκόσμια αυτή κρίση όχι λόγω της "καθυστέρησης", αλλά λόγω της επιτυχίας της. Ο ελληνικός καπιταλισμός έζησε ένα μικρό "οικονομικό θαύμα" τη δεκαετία του 2000, με ρυθμούς ανάπτυξης κατά μέσο όρο δυο και τρεις φορές μεγαλύτερους από ότι οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτό το θαύμα, όμως, στηρίχτηκε – όπως όλα τα "θαύματα" του παγκόσμιου καπιταλισμού του 21 αιώνα – στην "τελευταία οικονομική τεχνολογία": στην αρπαγή, την κερδοσκοπία και τις φούσκες. Η Ελλάδα έβαλε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 κιόλας σαν στόχο να μετατραπεί στο "κεφαλοχώρι" των Βαλκανίων και το κατάφερε. Οι ελληνικές επιχειρήσεις, με πρώτες και κύριες τις τράπεζες, κατάφεραν να μετατραπούν στο κέντρο της λεηλασίας της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Αλβανίας, της Μακεδονίας. Την εξαετία 2002 - 2008, την περίοδο ανάμεσα στην εισαγωγή του Ευρώ και την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς, δεκάδες δισεκατομμύρια Ευρώ ήρθαν στην Ελλάδα από κάθε γωνιά του πλανήτη για να "επενδυθούν" σε αυτό το πανηγύρι, για να διεκδικήσουν ένα μερίδιο από τη λεία αυτής της αρπαγής. Τότε η Bild δεν θεωρούσε ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες. Ούτε μας έλεγε ο Ρέσλερ (ο αντικαγκελάριος της Μέρκελ) ότι θα πρέπει να πηγαίνουμε μια ώρα πιο νωρίς και να φεύγουμε μια ώρα πιο αργά από τη δουλειά. Όπως και στις ΗΠΑ έτσι και εδώ οι ευκαιρίες του χθες μετατράπηκαν στα τοξικά του σήμερα, μόλις η κρίση έσκασε την φούσκα της κερδοσκοπίας.
Η δριμύτητα που έχει πάρει η κρίση στην Ελλάδα όμως δεν οφείλεται μόνο στην ίδια την "αντικειμενικότητα" της κρίσης: οι επιλογές των ίδιων των καπιταλιστών και οι πολιτικές που ακολούθησαν – και ακολουθούν – οι κυβερνήσεις (του Καραμανλή στην αρχή, του Παπανδρέου στη συνέχεια και του Παπαδήμου σήμερα) έπαιξαν – και παίζουν – καταλυτικό ρόλο. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι με κάποιο άλλο "μείγμα πολιτικής", όπως λέει ο Σαμαράς, ο ελληνικός καπιταλισμός θα έβγαινε (ή θα έβγαινε πιο γρήγορα) από την ύφεση.
Η προπαγάνδα της άρχουσας τάξης προσπαθεί να μας πείσει πως ό,τι συμφέρει τον ελληνικό καπιταλισμό συμφέρει και την εργατική τάξη. Πρόκειται για χοντροκομμένα ψέματα. Τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού είναι αντιδιαμετρικά αντίθετα από τα συμφέροντα των εργατών και των φτωχών.
Η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας
Η ίδια η ιδέα της "εθνικής οικονομίας" είναι μια απάτη. Στην Ελλάδα υπήρχαν το 2010 με βάση τον αριθμό των εργαζομένων 431 "μεγάλες" επιχειρήσεις (επιχειρήσεις με περισσότερους από 250 εργαζόμενους). Με άλλα λόγια από τις 850.000 επιχειρήσεις μόνο το 0,05% είναι "μεγάλες". Τα ονόματά τους είναι γνωστά σε όλους: Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank, Euro Bank, Μότορ Όιλ, Αθηναϊκή Ζυθοποιία, Coca Cola, Τιτάν, Ηρακλής κλπ. Ο αριθμός τους μπορεί να είναι μικρός (και αυτό δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα), η "βαρύτητά" τους, όμως, στην ελληνική οικονομία είναι συντριπτική: απασχολούν 350 χιλιάδες εργαζόμενους και είναι υπεύθυνες για το 27.5% του ΑΕΠ. Μαζί με τις 3.500 περίπου μικρότερες "μεσαίες" επιχειρήσεις (50 ως 249 εργαζόμενοι) παράγουν πάνω από το μισό προϊόν της χώρας.
Παρά την κρίση, οι τρεις στις τέσσερεις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις συνέχισαν να έχουν σημαντικά κέρδη τη διετία 2009-2010 (έρευνα της Public Issue σε δείγμα 2.000 επιχειρήσεων). Από τις 500 περίπου επιχειρήσεις της έρευνας που βρέθηκαν στο κόκκινο, ελάχιστες μόνο είχαν πραγματικά “μεγάλες” ζημιές. Οι περισσότερες από τις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις που έχουν βάλει λουκέτο συνέχιζαν να είναι κερδοφόρες: απλά τα κέρδη τους, είτε ήταν μικρότερα από τους τόκους των κεφαλαίων που “δέσμευαν” (είτε ανήκαν τα κεφάλαια αυτά στον ίδιο τον επιχειρηματία, είτε τα είχε δανειστεί από τις τράπεζες) είτε ήταν πολύ μικρότερα από αυτά που τα αφεντικά τους ελπίζαν να κερδίσουν αξιοποιώντας τη γη, τις εγκαταστάσεις και τα αποθεματικά σε κερδοσκοπικά παιχνίδια.
Σε αυτά τα παιχνίδια οι καπιταλιστές είχαν σταθερά την συμπαράσταση της πολιτείας. Γιατί όση είναι η βαρύτητα των επιχειρήσεων στην “εθνική οικονομία”, άλλη τόση είναι και η "βαρύτητα" των αφεντικών τους στην πολιτική σκηνή: η επιβίωσή τους ήταν – και είναι – πρώτη προτεραιότητα για όλες τις κυβερνήσεις από τις εποχές του Όθωνα και του Τρικούπη μέχρι σήμερα. Σε αυτούς αναφέρεται όταν μιλάει για "διάσωση" της χώρας ο Βενιζέλος ή ο Παπαδήμος. Στα μέτρα αυτών είναι κομμένα και ραμμένα όλα τα απάνθρωπα μέτρα που ζούμε τα τελευταία δυο χρόνια.
Στον αντίποδα αυτών των μεγάλων επιχειρήσεων υπάρχει μια θάλασσα από μικρές έως και μικροσκοπικές επιχειρήσεις. Σε επίπεδο εξαγωγών, προσανατολισμού στις διεθνείς ευκαιρίες και παραγωγικότητας είναι ασήμαντες: ο μέσος εργαζόμενος σε μια μικρή επιχείρηση παράγει σχεδόν το ένα τέταρτο από ότι ένας συνάδελφός του σε μια μεγάλη. Προφανώς αυτό δεν οφείλεται ούτε στην τεμπελιά του, ούτε στην έλλειψη ικανοτήτων: η παραγωγικότητα εξαρτάται πρώτα και κύρια από το επενδυμένο κεφάλαιο. Όσο γρήγορα και να δουλεύει ένας ράφτης σε ένα συνοικιακό κατάστημα και όσες (απλήρωτες) υπερωρίες και να του επιβάλλει το αφεντικό του, με τίποτα δεν μπορεί να “ανταγωνιστεί” έναν συνάδελφό του σε ένα μεγάλο εργοστάσιο με αυτόματες μηχανές.
Σε επίπεδο απασχόλησης και παροχής υπηρεσιών οι επιχειρήσεις αυτές είναι πολύ σημαντικές για την ίδια την εργατική τάξη. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (1-9 άτομα) απασχολούν πάνω από 1,5 εκατομμύριο εργαζόμενους. Για τον τομέα αυτό, οι πιέσεις της κρίσης είναι εξοντωτικές. Η μείωση των μισθών και της κατανάλωσης σημαίνει μείωση του τζίρου τους. Και κλείνουν, η μια μετά την άλλη, πετώντας τους εργαζόμενους στο δρόμο.
Υπάρχει λύση;
Η σημερινή κρίση είναι πραγματική απειλή για την άρχουσα τάξη. Αν η Ελλάδα αναγκαστεί να φύγει από το Ευρώ οι τραπεζίτες θα χάσουν σχεδόν τα πάντα: η “αυτοκρατορία” που με τόση απανθρωπιά και τόσες κομπίνες έχτισαν στα Βαλκάνια θα γκρεμιστεί σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Γιατί δεν μπορείς να συνεχίσεις να είσαι “χρηματοπιστωτικός κόμβος” γυρνώντας σε μια υποτιμημένη δραχμή.
Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που λυμαίνονται εδώ και μια δεκαετία κάθε είδους “ευκαιρία” στα Βαλκάνια και την Μέση Ανατολή. Η επιτυχία τους δεν στηρίχτηκε, φυσικά, σε κάποιο “επιχειρηματικό δαιμόνιο”. Στηρίχτηκε στην θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα: η 3E παράγει και πουλάει Coca Cola στην Σόφια και το Βουκουρέστι, όχι Ταμ Ταμ (το Ταμ Ταμ ήταν ένα ποτό τύπου Coca Cola που παρήγαγε η Φιξ τη δεκαετία του 1960 στην Ελλάδα). Η ελληνική άρχουσα τάξη ανέλαβε (όχι μόνο οικονομικά) τον ρόλο του διαμεσολαβητή ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις-νικητές του Ψυχρού Πολέμου και τις γειτονικές πρώην ανατολικές χώρες. Αν χάσει την “υψηλή προστασία” τους θα χάσει τα πάντα. Η διατήρηση της θέσης της σε αυτή την πυραμίδα είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.
Για την εργατική τάξη και τους φτωχούς οι προτεραιότητες είναι αντιδιαμετρικά αντίθετες. Η πρώτη προτεραιότητα είναι να κρατήσουμε τις δουλειές μας. Και αυτό σημαίνει να σπάσουμε την αλυσίδα της διαμεσολάβησης της παραγωγής από το κέρδος: χρειαζόμαστε την παραγωγή γιατί χρειαζόμαστε τα ίδια τα προϊόντα που παράγουμε και όχι γιατί ενδιαφερόμαστε για το κέρδος. Και θέλουμε τα προϊόντα να φτάνουν πραγματικά σε αυτούς που τα έχουν ανάγκη – στην ίδια την εργατική τάξη δηλαδή – χωρίς τις παραμορφώσεις των νόμων της αγοράς.
Φυσικά κανένα αφεντικό – μικρό ή μεγάλο – δεν πρόκειται να δεχτεί ένα τέτοιο “πρόγραμμα”. Είναι ένα πρόγραμμα ρήξης και σύγκρουσης: σύγκρουσης με τους τραπεζίτες, που επιμένουν να συνεχίζουν να αρπάζουν τόκους και χρεολύσια από τα δημόσια ταμεία – ακόμα και αν αυτό μεταφράζεται σε κλεισίματα νοσοκομείων και απολύσεις καθηγητών. Σύγκρουση με τους βιομήχανους που κλείνουν ή συρρικνώνουν τις επιχειρήσεις τους για να “παίξουν” τα κεφάλαιά τους στις διεθνείς χρηματαγορές και τα χρηματιστήρια. Σύγκρουση με την Τρόικα και τις δικές της προτεραιότητες – την προσπάθεια, ανάμεσα στα άλλα, να επιδείξει μέσω της σκληρότητάς της απέναντι στην εργατική τάξη της Ελλάδας την δουλικότητά της απέναντι στις αγορές. Σύγκρουση με την κυβέρνηση που δεν διστάζει να επιβάλλει οποιοδήποτε παρανοϊκό μέτρο για να παραμείνει η Ελλάδα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη. Είναι ένα “πρόγραμμα” διαδηλώσεων, απεργιών και καταλήψεων για την ανάγκη της εργατικής τάξης – και όχι ένας “άλλος δρόμος ανάπτυξης για την εθνική οικονομία”.
Ο πόλεμος έχει αρχίσει. Στην Χαλυβουργία του Μάνεση οι εργάτες έχουν κλείσει ήδη πάνω από δύο μήνες σε απεργία. Και συνεχίζουν. Οπως έκαναν και οι συνάδελφοί τους που κατέλαβαν τα εργοστάσια τους στην General Motors των ΗΠΑ τον Νοέμβρη και τον Δεκέμβρη του 1936.
Τη δεκαετία του 1930 οι εργάτες δεν κατάφεραν να νικήσουν – και η ανθρωπότητα πλήρωσε αυτή την αποτυχία πολύ σκληρά μέσα στα επόμενα χρόνια. Σήμερα οι εργάτες είναι πολύ πιο δυνατοί. Αυτή τη φορά δεν πρέπει να αποτύχουμε. Και δεν θα αποτύχουμε.