Άρθρο
Κρίση στην καρδιά του ευρώ

Εξώφυλλο του τευχους 92

Ο τραπεζικός πυρετός στην Ισπανία αποτελεί τον νέο κρίκο της κρίσης της ΕΕ. Ο Σωτήρης Κοντογιάννης επιχειρηματολογεί γιατί η αντιμετώπισή της θα χρειαστεί κάτι πολύ περισσότερο από την εκλογή του Ολάντ.

“Οι προλετάριοι πέφτουν, τα μερίσματα ανεβαίνουν”, έγραφε, σε μια από τις διάσημες φράσεις της που έχουν μείνει στην ιστορία, πριν από 100 περίπου χρόνια, η Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Στις 6 Μάη, η Ιστορία πήρε μια μικρή εκδίκηση: η ραγδαία άνοδος της Αριστεράς στις ελληνικές εκλογές έλουσε με κρύο ιδρώτα τις “αγορές”. Στην Αθήνα το Χρηματιστήριο έκλεισε τη Δευτέρα 7% κάτω, καθώς οι επενδυτές έτρεχαν αλλόφρονες να ξεφορτωθούν τις μετοχές τους όσο-όσο. Και το ξεπούλημα δεν περιορίστηκε στην Αθήνα: το Ευρώ έσπασε τη Δευτέρα το “όριο” του 1.3, τα επιτόκια των Ισπανικών δεκαετών ομολόγων ξεπέρασαν το 6% και οι ασιατικές αγορές έπεσαν στα χαμηλότερα επίπεδα του έτους. “Ο δείκτης FTSE All-World”, ένας δείκτης που παρακολουθεί τα σκαμπανεβάσματα των μεγαλύτερων χρηματιστηρίων όλου του κόσμου, έγραφε την Τετάρτη (9/5) η εφημερίδα Financial Times, “χάνει, ύστερα από μια άθλια ημέρα στην Ασία, 0.6 τοις εκατό. Ο FTSE Asia Pacific (ένας δείκτης των αγορών της Ασίας και του Ειρηνικού) καταβαραθρώθηκε, με απώλειες 1.2 τοις εκατό, στο χαμηλότερο σημείο εδώ και τέσσερις μήνες καθώς οι εξαγωγείς με μεγάλη έκθεση στην Ευρώπη έχασαν έδαφος”.

Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η σημερινή κρίση, κυβερνήσεις, άρχουσες τάξεις και διεθνείς οργανισμοί έχουν καρφώσει το πηδάλιο στην κατεύθυνση “λιτότητα”. Τον Μάρτιο η μέση ανεργία στην Ευρωζώνη έφτασε, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, στο 10.9%, ένα αρνητικό ρεκόρ δεκαπενταετίας – και αυτό παρά την αύξηση της απασχόλησης στην Γερμανία. Στην Ισπανία, την Ελλάδα και τις άλλες χώρες του “χρεοκοπημένου” νότου, ένας στους δυο νέους αδυνατεί να βρει δουλειά.

Για τα επιτελεία της άρχουσας τάξης, όμως, καμιά θυσία (δική μας, όχι δική τους εννοείται) δεν θεωρείται υπερβολική μπροστά στο “ιερό” στόχο: την διάσωση του τραπεζικού συστήματος. Το μόνο που τους τρομάζει είναι η αντίσταση – αυτό που κατέγραψαν, δηλαδή, τόσο ηχηρά οι ελληνικές εκλογές. Οι προλετάριοι ανεβαίνουν, τα μερίσματα πέφτουν.

Ισπανία 2012 - Ελλάδα 2010

Μπορεί τα κύματα του τρόμου για τις “αγορές” να έρχονται σήμερα από την Αθήνα, όλοι όμως ξέρουν πολύ καλά ότι η Ελλάδα δεν είναι εξαίρεση. Είμαστε απλά η κορυφή του παγόβουνου. Η Ελλάδα είναι, κατ'΄αρχήν, οικονομικά η κορυφή του παγόβουνου. Στην Ισπανία παίζεται αυτές τις μέρες ξανά το παιχνίδι που παίχτηκε εδώ πριν από δυο χρόνια: το τραπεζικό σύστημα καταρρέει, οι “επενδυτές” εγκαταλείπουν τη χώρα, οι κερδοσκόποι εκβιάζουν απαιτώντας ολοένα και μεγαλύτερα επιτόκια για να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τα ελλείμματα και η “διεθνής κοινότητα” κρατάει την αναπνοή της. Η Ισπανία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης. Η “διάσωσή” της, αν ακολουθήσει τελικά τον ελληνικό δρόμο δεν θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Και αυτή τη στιγμή τίποτα δεν δείχνει ότι θα μπορέσει να τον αποφύγει.

Το τελευταίο επεισόδιο στο ισπανικό δράμα ονομάζεται Bankia. Την Δευτέρα 7 Μάη ο πρόεδρος της Bankia, ο Ροντρίγκο Ράτο, έδωσε τελικά την παραίτησή του. Δυο μέρες αργότερα η κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι, μια δεξιά κυβέρνηση που έχει τον νεοφιλελευθερισμό και τις ιδιωτικοποιήσεις στη σημαία της, προχώρησε στο αδιανόητο: την κρατικοποίησε (ή για την ακρίβεια την μισο-κρατικοποίησε, εξαγοράζοντας, με την μετατροπή της παλιάς βοήθειας σε κοινές μετοχές, το 47% της τράπεζας). Οι εφημερίδες της δεξιάς που βγάζουν αφρούς κάθε φορά που κάποιος συνδικαλιστής τολμάει να αμφισβητήσει τον ιερό θεσμό της ιδιωτικής οικονομίας δεν έβγαλαν άχνα: η αίτηση, άλλωστε, για την κρατικοποίηση ήρθε από την BFA, τον κύριο μέτοχο (μέχρι τώρα) της Bankia.

Η Bankia είναι η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της Ισπανίας. Το 10% των ιδιωτικών αποταμιεύσεων είναι κατατεθειμένες σε αυτήν. Η Bankia δημιουργήθηκε πριν από ένα μόλις χρόνο με την συγχώνευση πολλών μικρότερων τοπικών τραπεζών. Οι εφημερίδες την παρουσίαζαν τότε σαν το μοντέλο που θα έδινε λύσεις στα προβλήματα του τραπεζικού τομέα. “Η Bankia”, γράφει η Financial Times, “κατάφερε πέρσι κάτι που σχεδόν καμιά άλλη επιχείρηση στην Ευρώπη δεν θα μπορούσε να κάνει – πούλησε, την πρώτη μέρα της εισαγωγής της στο χρηματιστήριο της Μαδρίτης, εξασφαλίζοντας 3.3 δις Ευρώ στο μέσο της χειρότερης κρίσης της ευρωπαϊκής ηπείρου”. Το μοντέλο είχε τεράστια απήχηση: εδώ στην Ελλάδα είχαμε, λίγο αργότερα, τον “αρραβώνα” της Eurobank του Λάτση με την Alpha Bank του Κωστόπουλου – και με κουμπάρο τον Εμίρη του Κατάρ. Η επιτυχία της νέας τράπεζας, άλλωστε, ήταν εξασφαλισμένη: την διοίκησή της ανέλαβε, ο Ροντρίγκο Ράτο, ένας τραπεζίτης διεθνούς κύρους και προκάτοχος του (κακόφημου, βέβαια, σήμερα) Ντομινίκ Στρος Καν στο τιμόνι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, τα 3.3 δις έχουν κάνει φτερά, οι μετοχές στο χρηματιστήριο έχουν χάσει σχεδόν το μισό της αξίας τους και η Bankia καταφεύγει στην κυβέρνηση για να την σώσει – με κρατικοποίηση. Όσο για το μοντέλο, “στις 22 Μαΐου”, αντιγράφουμε από Τα Νέα, “θα συγκληθεί η επαναληπτική έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων της Alpha Bank για την παύση των εργασιών και της διαδικασίας συγχώνευσης με την Eurobank”. Ο αρραβώνας κλείνει με διαζύγιο.

“Η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί”, λέει η παροιμία. Το ίδιο και η κακιά. Και η μέρα, είναι αλήθεια, είχε ξεκινήσει άσχημα για την Bankia και τον Ράτο κυριολεκτικά από τα ξημερώματα.

“Τον περασμένο Ιούλη η Bankia οργάνωσε μια τελετή στο πολυτελές, μαρμάρινο, μέγαρο του Χρηματιστηρίου της Μαδρίτης, για να γιορτάσει την πρώτη μέρα της διαπραγμάτευσης των νέο-εισηγμένων της μετοχών. Την ώρα που ο Ροντρίγκο Ράτο προσήλθε στο πόντιουμ για την πανηγυρική του ομιλία, μια γιγαντοοθόνη δίπλα του πρόβαλε τις τιμές των μετοχών, στις πρώτες στιγμές των αγοροπωλησιών τους. Μπροστά τα μάτια του συγκεντρωμένου πλήθους των επενδυτών, εκπροσώπων των μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι μετοχές άρχισαν να πέφτουν κατακόρυφα. Η οθόνη σβήστηκε βιαστικά...” (Financial Times, 7.5.2012).

Ο μεγάλος ασθενής της Ισπανίας είναι το τραπεζικό της σύστημα. Την εποχή των παχιών αγελάδων οι τραπεζίτες έριξαν δεκάδες δισεκατομμύρια στον “ελπιδοφόρο” κατασκευαστικό τομέα της Ισπανίας. Το αποτέλεσμα ήταν μια τεράστια φούσκα, στηριγμένη σε ένα δυσθεώρητο “τοξικό” χρέος – σαν αυτό ακριβώς που πυροδότησε την κρίση στις ΗΠΑ το 2007. “Μια έρευνα... του Κέντρου Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών”, μετέδιδε στις αρχές του Μάη το Πρακτορείο Ρόιτερς, “εκτιμάει ότι το συνολικό ποσό που κρέμεται πάνω από τον τομέα των κατασκευών και της γης της Ισπανίας είναι πάνω από 380 δισεκατομμύρια Ευρώ – ένα ποσό που αντιστοιχεί στο 37% του ΑΕΠ της Ισπανίας”.

Το ερώτημα δεν είναι “αν”, αλλά “πότε” λένε οι οικονομολόγοι θα αναγκαστεί η Ισπανία να ζητήσει την βοήθεια των ευρωπαϊκών μηχανισμών διάσωσης. Και όταν έρθει αυτή η στιγμή, είναι βέβαιο ότι οι μηχανισμοί είναι πολύ αδύναμοι για να σηκώσουν το βάρος αυτής της διάσωσης. Όσο για τα μέτρα που θα απαιτηθούν για να στηριχτεί αυτή η “διάσωση” κανένας δεν έχει πια (ιδιαίτερα μετά τις 6 Μάη) ότι μπορεί να βρεθεί κυβέρνηση ικανή να τα επιβάλλει.

Γενόσημα

Δυο χρόνια μετά την “διάσωση” της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, οι ελπίδες της άρχουσας τάξης ότι θα μπορούσαν να σταματήσουν τον κατήφορο έχουν πια διαψευστεί οριστικά. Και οι δεύτερες σκέψεις έχουν αρχίσει να καταλαμβάνουν ακόμα και τα πιο σκληρά από τα γεράκια του νεοφιλελευθερισμού. Τελευταίο παράδειγμα, η ηγεσία της Bundesbank, της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας: στην αναφορά του προς το Γερμανικό Κοινοβούλιο στις 9 Μάη ο Γενς Βάιντεμαν, ο διοικητής της Bundesbank, δήλωσε ότι η Γερμανία θα μπορούσε να αποδεχτεί (κάπως) μεγαλύτερους ρυθμούς πληθωρισμού από τον στόχο του 2% που έχουν θέσει οι ευρωπαϊκές συνθήκες. Τον Δεκέμβρη και τον Γενάρη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (EKT) έριξε στο τραπεζικό σύστημα, με τη μορφή φτηνών, τριετών δανείων, πάνω από ένα τρισεκατομμύριο Ευρώ. Η Bundesbank, τότε, δεν έκρυψε την δυσφορία της: η αύξηση της ρευστότητας, λέει η θεωρία, τροφοδοτεί τον πληθωρισμό και η μοναδική “εντολή” που έχει η ΕΚΤ είναι να αποτελεί τον κέρβερο ενάντια στον κίνδυνο του πληθωρισμού. Το γεγονός ότι οι χώρες της περιφέρειας που έχουν βυθιστεί στην ύφεση βαδίζουν προς αρνητικούς πληθωρισμούς (σε καταστάσεις όπου οι τιμές των προϊόντων πέφτουν αντί να ανεβαίνουν, σε αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν αποπληθωρισμό) δεν είχε σημασία. Τώρα η Bundesbank μοιάζει έτοιμη να ρίξει λίγο νερό στο κρασί της.

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έχουν αρχίσει, ιδιαίτερα μετά την εκλογή του Ολάντ στην προεδρία της Γαλλίας, να καλλιεργούν τις ιδέες για “στροφή” στην πολιτική της λιτότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο τίτλος της εφημερίδας Τα Νέα (10 Μαϊου) είναι χαρακτηριστικός: “Πρεμιέρα Ολάντ με το βλέμμα στην Αθήνα. Ο Γάλλος πρόεδρος ξεκίνησε επαφές με τους εταίρους για τη στροφή από τη λιτότητα στην ανάπτυξη”. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται απλά για αυταπάτες. Η σημερινή κρίση δεν είναι αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών. Ούτε οφείλεται απλά και μόνο στην επιμονή της Γερμανίας και των άλλων “γερακιών” της λιτότητας στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Οι ρίζες της κρίσης είναι πολύ βαθιές. Δεν είμαστε αντιμέτωποι απλά με μια κρίση του “χρηματιστικοποιημένου νεοφιλελευθερισμού” (όπως υποστηρίζουν ακόμα και οικονομολόγοι της αριστεράς) αλλά με μια βαθιά, δομική κρίση του ίδιου του καπιταλισμού. Και αυτή η κρίση δεν μπορεί να καταπολεμηθεί με “γενόσημα”.

Πρώτα απ' όλα η προεδρική αλλαγή στη Γαλλία δεν αποτελεί με κανένα τρόπο ρήξη με το παρελθόν των Μερκοζύ. Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο Ολάντ μοίραζε υποσχέσεις για την αναθεώρηση του νέου Δημοσιονομικού Συμφώνου για μηδενικά ελλείμματα που υπέγραψαν, ύστερα από πίεση της Γερμανίας, οι χώρες της Ευρωζώνης (και μαζί τους και οι περισσότερες χώρες της ΕΕ). Μόλις εκλέχτηκε φρόντισε να ξεχάσει την “αναθεώρηση”. Αντί για αυτό το πρόγραμμά του για “στροφή στην ανάπτυξη” θα γίνει, από ό,τι φαίνεται, απλά ένα “παράρτημα” στο τέλος της συμφωνίας. “Είναι προφανές ότι χρειαζόμαστε μια πολιτική προσανατολισμένη στην ανάπτυξη”, δηλώνει τώρα η Μέρκελ, που υποδέχτηκε τον Ολάντ στη Βερολίνο “με ανοιχτές αγκάλες”. Όσο για την αναθεώρηση

του συμφώνου ή την μεταρρύθμιση των κανόνων λειτουργίας της ΕΚΤ – για να μπορεί, για παράδειγμα, να χρηματοδοτεί απευθείας τα κρατικά ελλείμματα των χωρών, μελών όπως κάνει η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα και όχι μέσω των εμπορικών τραπεζών, όπως γίνεται σήμερα – για αυτά δεν γίνεται ούτε λόγος.

Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Στην πραγματικότητα καμιά από τις άρχουσες τάξεις της Ευρωζώνης δεν θέλει χαλάρωση των σκληρών, νεοφιλελεύθερων κανόνων με τους οποίους λειτουργεί η Ευρωζώνη. Για δυο βασικούς λόγους.

Πρώτον, κανένας δεν πιστεύει – και σωστά – ότι η σημερινή κρίση μπορεί να ξεπεραστεί με την αύξηση της ρευστότητας ή κάποια άλλα μέτρα κρατικής παρέμβασης. Το πιο άμεσο παράδειγμα είναι οι ΗΠΑ: ο Μπεν Μπερνάνκε, ο διοικητής της FED (της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ) και τα πιεστήρια έχει βάλει μπροστά (έχει ρίξει τρισεκατομμύρια φρέσκα δολάρια στην αγορά) και κρατικά ομόλογα αγοράζει – χωρίς αποτέλεσμα.

Δεύτερον, για όλες τις άρχουσες τάξεις το “σκληρό Ευρώ” είναι μια στρατηγική επιλογή. Αν η ξοφλημένη αστική τάξη της Ελλάδας βγάζει τέτοιους αφρούς απέναντι στον “κίνδυνο” της επιστροφής σε ένα “μαλακό” νόμισμα όπως ήταν η δραχμή, μπορεί να σκεφτεί κανείς πως αντιμετωπίζουν τον ενδεχόμενο να μετατραπεί σε πεσέτα ή λιρέτα (για να μην πούμε σε δραχμή) το Ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ευρώ δεν έχει καταφέρει ακόμα να ανταγωνιστεί αποτελεσματικά το δολάριο σαν “παγκόσμιο νόμισμα”. Τους τελευταίους μήνες της περασμένης χρονιάς η ΕΚΤ αναγκάστηκε να ζητήσει την βοήθεια της FED για να αντιμετωπίσει το κύμα εξόδου από το Ευρώ. Μια πολιτική “ποσοτικής χαλάρωσης” σαν αυτή που εφαρμόζει η FED κινδυνεύει πραγματικά να μετατρέψει το Ευρώ σε ένα μείγμα λιρέτας, πεσέτας και δραχμής.

Γι’ αυτό παρά τις υποσχέσεις του Ολάντ (και του κάθε Ολάντ) για “ανάπτυξη”, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα παραμείνει βυθισμένη στην κρίση και την λιτότητα για πολλά-πολλά χρόνια ακόμα. Η μόνη μας ελπίδα για διέξοδο από την σημερινή κατάσταση είναι οι αγώνες μας – για να μην πληρώσουμε εμείς αλλά αυτοί τα σπασμένα της κρίσης.

Ο Αλέξης Τσίπρας πήγε να ζητήσει την στήριξη του Ολάντ στην διάρκεια της διερευνητικής εντολής. Πρόκειται για λάθος. Η δύναμη που μπορεί να αλλάξει τα πράγματα δεν βρίσκεται στους διαδρόμους του Παρισιού: βρίσκεται στον Ασπρόπυργο, στην Ελευσίνα και το Λαύριο – στην Χαλυβουργία, στον Αλτερ, στην Ελευθεροτυπία, στις εκατοντάδες χιλιάδες των απεργών που έδωσαν συνέχεια στους αγώνες τους ψηφίζοντας αριστερά στις κάλπες.