Βιβλιοκριτική
Johann Chapoutot Ο Εθνικοσοσιαλισμός και η Αρχαιότητα

Εξώφυλλο του βιβλίου

Ναζί εναντίον επιστήμης

 

Tο μεγάλο πλεονέκτημα του βιβλίου του Σαπουτό είναι ο όγκος των τεκμηρίων που έχει συγκεντρώσει. Μέσα από την παράθεση και την οργάνωσή τους καταφέρνει να παρουσιάσει τα ψευδοεπιστημονικά θεμέλια των «θεωριών» περί της υποτιθέμενης Άριας φυλετικής ανωτερότητας.

 

Οι ναζί επένδυσαν πολύ στον μύθο της βόρειας προέλευσης του ρωμαϊκού και αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Μένουμε, ωστόσο, άφωνοι από το πλήθος και την «ποιότητα» των επιχειρημάτων τους: «το όνομα για το περίβλημα της κόρης του ματιού στην αρχαία ελληνική είναι ίρις, που σημαίνει ουράνιο τόξο. Ένας λαός με καστανά ή μαύρα μάτια δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει τη γελοία ιδέα να συγκρίνει το χρώμα των ματιών του με το ουράνιο τόξο, γιατί στο ουράνιο τόξο προφανώς δεν υπάρχει καστανό. Η ονομασία αυτή δεν έχει νόημα παρά για τα ανοιχτόχρωμα μάτια – γαλάζια, γκρίζα, πράσινα, δηλαδή χρώματα τα οποία υπάρχουν μόνο στη βόρεια φυλή»!

Βασικό αξίωμα της ναζιστικής ιδεολογίας ήταν ότι «όλη η ιστορία εκπορεύεται από τη φυλή και ότι […] οι φυλετικές ιδιότητες δημιουργούνται ανεξάρτητα από τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες». Στο βιβλίο μπορούμε να παρακολουθήσουμε πώς κινήθηκαν – ή μεταστράφηκαν – ολόκληροι επιστημονικοί κλάδοι (κλασσική φιλολογία, αρχαιολογία, μελέτη της αρχαίας ιστορίας και γλωσσολογία) ακριβώς γύρω απ’ αυτόν τον άξονα προκειμένου να στηρίξουν με διάφορα επιχειρήματα όπως το παραπάνω ένα και μοναδικό πρόταγμα: ότι τάχα η καθαρότητα και οι πολεμικές αρετές της φυλής εγγυώνται το μέλλον της.

Γι’ αυτόν το λόγο, οι ναζί προτιμούσαν τις αναφορές στην αριστοκρατική πολεμική μηχανή της αρχαίας Σπάρτης και απέφευγαν τη «μολυσμένη πολυπολιτισμική» αρχαία Αθήνα. Για τον ίδιο λόγο, ο Σωκράτης απορριπτόταν ως πολύ ατομιστής Ανατολίτης, ο Αριστοτέλης επειδή θεωρητικολογούσε άσκοπα, «πλαδαρά», ενώ υμνούσαν τον Πλάτωνα για την Πολιτεία του και το σιδερένιο σπαρτιατικό πρότυπο κράτος της.

Από το υλικό του Σαπουτό αναδεικνύεται ότι οι διάφορες ρατσιστικές θεωρίες φυλετικής ανωτερότητας επινοούνται, κατασκευάζονται, διοχετεύονται από τα πάνω.

Επειδή, λοιπόν, «αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι μιας ιδιαίτερης από ιστορική άποψη σχέσης καταπίεσης και αποσκοπούν στο να δικαιολογήσουν την ύπαρξη και την αναγκαιότητα διαιώνισής της» (Α. Καλλίνικος, Ρατσισμός, ΜΒ), απλώς αδιαφορούν όταν αποκρύπτουν, διαστρεβλώνουν και παραχαράσσουν τεκμήρια, όταν διατυπώνουν γενικεύσεις που υπολείπονται κατά πολύ των διαθέσιμων τεκμηρίων ή αντιφάσκουν με άλλες.

Στην περίπτωση της ναζιστικής ιδεολογίας συγκεκριμένα, μπορούμε να παρακολουθήσουμε μέσα από το βιβλίο το πώς η συστηματική προσφυγή στην εξύμνηση της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας αποσκοπούσε στο να γεννήσει στον γερμανικό λαό το αίσθημα της ταύτισής του «με τις πιο λαμπρές και ένδοξες στιγμές του δημιουργικού δυτικού πολιτισμού». Στο να εμπεδώσει το αίσθημα ότι αποτελεί την καλύτερη συνέχεια αυτού του πολιτισμού και ότι αξίζει να πολεμήσει λυσσαλέα γι’ αυτόν. Για παράδειγμα, το σώμα και το πρόσωπο ανδρών των S.S. συγκρίνονταν συστηματικά προς τον Δισκοβόλο και τα αρχαιοελληνικά αγάλματα.

Βεβαίως και στο να προειδοποιήσει ότι κάθε φορά που οι ευφυέστερες και δημιουργικότερες φυλές «έβαζαν νερό στο κρασί τους» και γίνονταν πολυπολιτισμικές, ανεκτικές και φιλικές προς τις – σημιτικής ή άλλης παρόμοιας κατώτερης φυλετικά καταγωγής – ανατολικές φυλές, άρχιζε και ο «εκφυλισμός του αίματος», η τροχιά της φθοράς και, τελικώς, του χαμού τους.

Το μήνυμα ήταν σαφές: είναι τέτοιου είδους οι διαφορές στον πολιτισμό των διαφορετικής εθνικής καταγωγής κοινωνικών ομάδων ώστε, όσο και αν προσπαθήσουν μερικές απ’ αυτές, δεν μπορούν παρά να είναι κυριαρχούμενες και υποταγμένες. Είναι σαν ν’ ακούμε, για παράδειγμα, το εμετικό σύνθημα «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ!» που κραύγαζε η Γαλάζια Στρατιά, η γηπεδική εκδοχή των νεοναζιστών της «Χρυσής Αυγής», ήδη οκτώ χρόνια πριν, στο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου «Γιούρο 2004».

Σήμερα, τόσο εξαιτίας της φρίκης του Ολοκαυτώματος όσο και της προόδου της βιολογικής επιστήμης έχουν πεταχθεί στο καλάθι των αχρήστων οι πρακτικές κρανιομέτρησης, η ευγονική, όπως και ευρύτερα οι κάθε λογής βιολογικές ρατσιστικές «θεωρίες» περί υποτιθέμενων φυσικών φυλετικών χαρακτηριστικών που κατατάσσουν τα έθνη σε ανώτερα κυρίαρχα και σε κατώτερα κυριαρχούμενα.

Το κέντρο βάρους και το κύριο όχημα των ρατσιστικών θεωριών φυλετικής ανωτερότητας είναι οι, τάχα ανυπέρβλητες, πολιτισμικές διαφορές. Απ’ αυτήν την άποψη, το γεγονός ότι ο Σαπουτό επικεντρώθηκε στην πραγμάτευση του ναζιστικού πολιτισμικού εκλεκτικισμού, με τον οποίο επεδίωκε την ανάδειξη της υποτιθέμενης φυλετικής συγγένειας και συνοχής, έχει την ιδιαίτερη σημασία του.

Ωστόσο, η αναζήτηση των συστηματικών σχέσεων μεταξύ των ναζιστικών φυλετικών μύθων και των κοινωνικών δυνάμεων προς τις οποίες είχαν προνομιακά απευθύνει οι ναζί τα παραληρήματά τους δεν είναι το δυνατό σημείο του βιβλίου. Και αυτό αδυνατίζει συνολικά την προσφορά του.

Ευτυχώς, αυτό μας το εξηγεί ο Τρότσκι: «Οι Γερμανοί ναζί «[…] ανέβηκαν στην εξουσία πατώντας στη ράχη της μικροαστικής τάξης. […] Αφού την συγκόλλησαν στα συνθήματα και την ιδεολογία τους […], τη μεταμόρφωσαν σε πολιορκητικό κριό ενάντια στις οργανώσεις της εργατικής τάξης και τους θεσμούς της δημοκρατίας» («Τι είναι Εθνικοσοσιαλισμός», στο βιβλίο Η πάλη ενάντια στο φασισμό στη Γερμανία, ΜΒ, 2000).

Τα παραληρήματα περί αίματος και τιμής που υποτίθεται ότι συνέχουν τη φυλή του λευκού δυτικού ανθρώπου δεν έπεσαν σαν πανούκλα που μ’ ένα μαγικό και ακαταμάχητο τρόπο πλάκωσε όλη τη γερμανική κοινωνία. Πολύ περισσότερο, δεν απευθύνονταν προς την εργατική τάξη.

Το ακριβώς αντίθετο: αποσκοπούσαν να μπουν σφήνα μεταξύ της προοπτικής της εργατικής τάξης, τη σοσιαλιστική επανάσταση, και της διάλυσης της ζωής των μεσοστρωμάτων και των αγροτών της γερμανικής κοινωνίας. Η ατομική ιδιοκτησία και το κεφάλαιο ήταν ιερά για τους ναζί και ποτέ δεν τα αμφισβήτησαν. Όπως, άλλωστε, τα υπερασπίζονται και οι σύγχρονοι ομογάλακτοί τους νεοναζί Χρυσαυγίτες, που είναι με την ευρωζώνη και τ’ αφεντικά, αλλά συνειδητά εξαπολύουν τις φονικές επιθέσεις τους σε απένταρους ή μεροκαματιάρηδες μετανάστες ή τις φραστικές επιθέσεις τους στους «πουλημένους συνδικαλιστές».

Κατά παρόμοιο τρόπο, η γενοκτονία εκατομμυρίων Εβραίων και η μέχρι θανάτου καταναγκαστική εργασία εκατομμυρίων Σλάβων, στο πλαίσιο των ανατριχιαστικών ρατσιστικών κατασκευών των Γερμανών ναζί, δεν άρχισε να ταιριάζει μόνο με το όραμα και την αναγκαιότητα της «επιβολής της τάξης πάνω στο χάος και την αναρχία της κρίσης» της Γερμανίας του Μεσοπολέμου που εκείνοι προέβαλλαν ως τη μόνη λύση στο εσωτερικό της Γερμανίας.

Άρχισε, επίσης, να ταιριάζει με την αναγκαιότητα της ιμπεριαλιστικής επέκτασης της γερμανικής άρχουσας τάξης, κυρίως «προς Ανατολάς». Κατά περίπτωση, βαπτιζόταν ως «λύτρωση εδαφών αδελφών Γερμανικών λαών» ή «προέλαση του ανώτερου δυτικού πολιτισμού», «τιτάνια μάχη» με την προαιώνια εχθρική Ανατολή. Μέσω των πολέμων της περιούσιας φυλής με την Ανατολή δεν κινούνται, άλλωστε, και οι τροχοί ολόκληρης της ιστορίας της ανθρωπότητας, κατά τη ναζιστική ανάγνωσή της;

Δεν ήταν, λοιπόν, όπως ισχυρίζεται ο Σαπουτό, η «λατρεία του θανάτου» που καλλιεργούσαν οι ναζί ούτε, πολύ περισσότερο, «η εγκατάλειψη της τάξης της ιστορίας εκ μέρους τους ώστε να ενταχθούν στην τάξη του μύθου» (!) οι δυνάμεις που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις κάθε λογής γνωστές φρικαλεότητες που επεφύλασσε ο μύθος περί Αρίας φυλής.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να συμβούν όλα τα παραπάνω ήταν η ήττα του εργατικού κινήματος στη Γερμανία, όπως και η υποχώρηση του επαναστατικού κύματος που σάρωσε ολόκληρο τον πλανήτη μετά τη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία.

Απ’ αυτή την άποψη, ο αγώνας ενάντια στους νεοναζί της Χρυσής Αυγής και τον κίνδυνο εξάπλωσης παρόμοιων ρατσιστικών πεποιθήσεων περνά μέσα από τον αγώνα για την ενότητα της εργατικής τάξης και τη νικηφόρα προοπτική της σοσιαλιστικής της επανάστασης.

Μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας

Τιμή 24€, 716 σελίδες

Εκδόσεις Πόλις

Αποστόλης Λυκούργος