Ο Νίκος Λούντος αντλεί συμπεράσματα από τις διεθνείς αντιπαραθέσεις για την προοπτική του κινήματος στην Ελλάδα.
Δεν υπήρξε έντυπο της Αριστεράς διεθνώς που να μην ασχολήθηκε με τα ζητήματα που ανέδειξαν οι ελληνικές εκλογές. Εξελίχθηκε ένας τεράστιος διάλογος που κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει.
Από μόνο του το γεγονός ότι ξετυλίχθηκε αυτός ο διάλογος έχει τεράστια σημασία. Χτυπάει καμπάνες ότι επιστρέφει η μεγάλη συζήτηση για τη στρατηγική στην Αριστερά. Οι μεγάλες επιλογές στην ιστορία της Αριστεράς διεθνώς καθορίστηκαν από τις διαχωριστικές γραμμές που χαράχτηκαν πάνω σε διεθνή γεγονότα που έθεταν διλήμματα στα οποία έπρεπε να πάρεις μια ξεκάθαρη θέση. Όχι μόνο ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ρώσικη Επανάσταση που είχαν κοσμοϊστορικό χαρακτήρα. Αλλά και η ισπανική επανάσταση του ’36, η ουγγρική επανάσταση του ’56, η άνοδος της κυβέρνησης Αλιέντε στη Χιλή και το πραξικόπημα το ’73 ήταν γεγονότα που έσπαγαν τις βεβαιότητες, ξαναέβαλαν την Αριστερά να σκεφτεί στρατηγικά και να διαλέξει δρόμους.
Ο γάλλος επαναστάτης Ντανιέλ Μπενσαΐντ1 αποκάλεσε τη δεκαετία του ’80 ως «τα χρόνια με τη στρατηγική σε μηδέν βαθμούς», εννοώντας ότι το κομβικό ερώτημα για το πώς μπορεί να ανατραπεί ο καπιταλισμός, ποιο είναι το ιστορικό σχέδιο της Αριστεράς για την αλλαγή της κοινωνίας είχε εξαφανιστεί από το προσκήνιο. Αν η προοπτική της συνολικής αλλαγής μπει στη γωνία, τότε τα «διεθνή» ερωτήματα δεν έχουν ιδιαίτερο νόημα. Ο καθένας κάνει ό,τι μπορεί στους αγώνες που συμμετέχει χωρίς τα κομμάτια του παζλ να συνδέονται. Είναι λοιπόν σημαντικό ότι με σημείο συμπύκνωσης τις εκλογές στην Ελλάδα, την Αριστερά διεθνώς διαπέρασε ένα ρίγος με την αίσθηση ότι το παζλ είναι εδώ και είναι ενιαίο.
Αν όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς έριξαν τα φώτα πάνω στην Ελλάδα για να δουν πώς εξελίσσονται τα πράγματα, με τη σειρά της η συζήτηση για την Ελλάδα έριξε φως πάνω στην κατάσταση και στο επίπεδο της στρατηγικής συζήτησης που υπάρχει σε κάθε μια από αυτές τις δυνάμεις της Αριστεράς. Μ’αυτήν την έννοια έχει σημασία να επισημάνουμε κάποια από τα στοιχεία που ήρθαν στην επιφάνεια.
Το πρώτο και θετικό είναι η ετοιμότητα για διεθνιστική αλληλεγγύη απέναντι στις πιέσεις και τους εκβιασμούς που έπεσαν πάνω στον κόσμο στην Ελλάδα από τις κυβερνήσεις Ευρώπης και Αμερικής. Η λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτή απειλή της Μέρκελ, της Λαγκάρντ ή του Ομπάμα ότι αν ο κόσμος ψηφίσει Αριστερά, η Ελλάδα θα τιμωρηθεί μετατρεπόμενη σε Γάζα της Ευρώπης, ή ότι θα υπάρξει μοντέλο Ιρλανδίας στην οποία επανέλαβαν το δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα όταν απορρίφθηκε, κινητοποίησε με ταχύτητα διανοούμενους και κόμματα της Αριστεράς.2 Ήταν αναμενόμενο αυτή η συμπαράσταση να πάρει τις περισσότερες φορές τη μορφή υποστήριξης στον ΣΥΡΙΖΑ, μιας και ο ΣΥΡΙΖΑ δέχθηκε τη μεγαλύτερη πίεση από τη μεριά του συστήματος, ειδικά στο μεσοδιάστημα των δύο εκλογών, όμως πρώτα και κύρια ήταν αλληλεγγύη στην αντίσταση απέναντι στη λιτότητα.3
Εκτός από τις απειλές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συναγερμό για την Αριστερά σήμανε και το ποσοστό της Χρυσής Αυγής. Με αρνητικό τρόπο, η άνοδος της φασιστικής απειλής λειτούργησε όπως και τη δεκαετία του ’30 σαν μαστίγιο που ξύπνησε όσους μπορεί να νόμιζαν πως αν δεν αλλάξουν τα πράγματα το πολύ πολύ να παραμείνουν ίδια. Η Ελλάδα δεν φέρνει πλέον μόνο τον συνειρμό του γαλανού και του λευκού, αλλά και του ξεχασμένου διλήμματος ανάμεσα στο κόκκινο και το μαύρο. Αυτά τα διεθνή αντιφασιστικά αντανακλαστικά είναι σημαντικό κρατούμενο για τη συνέχεια. Θα τα χρειαστούμε και στην Ελλάδα αλλά και σε κάθε χώρα όπου πάνε να σηκώσουν κεφάλι οι φασιστικές συμμορίες.
Θα μπορούσαμε να διαχωρίσουμε σε τρία επίπεδα τη συζήτηση που εξελίσσεται διεθνώς σχετικά με την Ελλάδα. Ένα επίπεδο αφορά το χαρακτήρα της κρίσης και εκεί εντάσσονται και τα ζητήματα της αντιμετώπισης του χρέους και του ευρώ. Σε δεύτερο επίπεδο είναι τα ζητήματα της ίδιας της Αριστεράς και ποιος είναι ο πιο πρόσφορος τρόπος να συγκροτηθούν τα κόμματά της, η δράση της και η εκλογική της παρέμβαση. Σε αυτό το κομμάτι της συζήτησης, το μείγμα γίνεται πλουσιότερο από έναν προηγούμενο διάλογο που έχει εξελιχθεί διεθνώς την τελευταία δεκαετία σχετικά με τα λεγόμενα «πλατιά αριστερά κόμματα», με αφορμή την Κομμουνιστική Επανίδρυση της Ιταλίας, το Σκοτσέζικο Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κόμμα της Αριστεράς στη Γερμανία και άλλα. Σε τρίτο επίπεδο μπαίνει η πιο κλασική μορφή της στρατηγικής συζήτησης: επανάσταση ή κοινοβουλευτικός δρόμος; Τι ρόλο μπορούν να παίξουν αριστερές κυβερνήσεις και ποια είναι η συνολική εναλλακτική λύση απέναντι στο σύστημα;
Προσεγγίσεις
Ίσως ο πιο κατάλληλος τρόπος για να γίνει κατανοητό πόσο διαφορετικές προσεγγίσεις ξεδιπλώνονται διεθνώς είναι η συζήτηση στο εσωτερικό της 4ης Διεθνούς. Διότι, αν ήταν ούτως ή άλλως αναμενόμενο να βρούμε αποκλίνουσες απόψεις ανάμεσα σε ανοιχτά ρεφορμιστικά κόμματα, σε κόμματα με σταλινικές καταβολές και σε επαναστατικές οργανώσεις, η πόλωση των απόψεων στο εσωτερικό της πιο ιστορικής διεθνούς οργάνωσης της επαναστατικής αριστεράς είναι αποκαλυπτική για την ανάγκη ξεκαθαρίσματος.
Το Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς δημοσιοποίησε μια δήλωση στις 24 του Μάη με την οποία υιοθετούσε τα πέντε σημεία με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε τις επαφές του όταν είχε την διερευνητική εντολή, αποκαλώντας τα μάλιστα «πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης». Με βάση αυτό, έκανε έκκληση για ψήφο στην κατεύθυνση του σχηματισμού μιας κυβέρνησης «ολόκληρης της κοινωνικής και πολιτικής Αριστεράς, που θα απορρίψει τη λιτότητα, μια κυβέρνηση ικανή να επιβάλει τη διαγραφή του χρέους. Είναι σ’αυτήν την κατεύθυνση που καλούμε να ενωθούν όλες οι δυνάμεις που παλεύουν ενάντια στη λιτότητα στην Ελλάδα –ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΚΚΕ, τα συνδικάτα και τα υπόλοιπα κοινωνικά κινήματα γύρω από ένα πλάνο έκτακτης ανάγκης».4
Η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, ελληνικό τμήμα της 4ης Διεθνούς, που συμμετέχει στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, απάντησε δυναμικά στο Εκτελεστικό Γραφείο, ξεκινώντας από το προφανές ζήτημα ότι η ανακοίνωση βγήκε χωρίς καν να υπάρχει συμβυλή από τους έλληνες συντρόφους.5 Πληροφορεί επίσης το Γραφείο ότι τα «πέντε σημεία» που έγιναν «πλάνο έκτακτης ανάγκης» είχαν στο μεταξύ ξεχαστεί από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος είχε ξεκινήσει τις δεξιές του προσαρμογές.
Απέναντι στην αντίληψη της αριστερής κυβέρνησης ως το άλφα και ωμέγα των ελπίδων, η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος υπενθυμίζει την κεντρικότητα του ενιαίου μετώπου, της επαναστατικής οργάνωσης και του αντικαπιταλιστικού προγράμματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Έχει σημασία επίσης η τελευταία επισήμανση στο γράμμα, όπου τονίζεται πως σε συνθήκες κρίσης, πρόγραμμα για την επαναστατική Αριστερά σημαίνει πρόγραμμα ανατροπής του καπιταλισμού: «Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για την Ελλάδα, όπου η άνοδος του εργατικού κινήματος φέρνει στην ημερήσια διάταξη πλευρές ενός τέτοιου προγράμματος, όπως συνέβη τον περασμένο Οκτώβρη, όταν είχαμε τα πρώτα σημάδια μιας άμεσης αμφισβήτησης του διευθυντικού δικαιώματος των εργοδοτών, με όλες τις δημόσιες υπηρεσίες να βρίσκονται κατειλημμένες από έργάτες. Η 4η Διεθνής πρέπει να καλλιεργήσει την πεποίθηση πως η επανάσταση είναι σήμερα εφικτή».
Η υπενθύμιση της επικαιρότητας της επανάστασης δεν είναι σχήμα λόγου. Το ελληνικό «ζήτημα» έγινε αφορμή αποκάλυψης ότι για ολόκληρα τμήματα της αριστεράς που αυτοτοποθετούνται στην επαναστατική παράδοση, η επανάσταση παραμένει πλέον κάτι πολύ ασαφές ή και εκτός ατζέντας. Ο Τάρικ Αλί το διατύπωσε πιο ανοιχτά από τον καθένα καλεσμένος της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση στην Αθήνα, όχι απλώς γιατί έκανε ανοιχτή έκκληση σε ψήφο στο ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά γιατί συνδύασε αυτή την έκκληση με μια ρητή τοποθέτηση ότι οι επαναστάσεις δεν είναι επίκαιρες, και ότι η μόνη ελπίδα μπορεί να έρθει μέσα από μέτρα που θα πάρει μια αριστερή κυβέρνηση. Δύο γνωστά στελέχη του κινήματος στην Αγγλία, οι Andrew Burgin και Kate Hudson, έγραψαν ένα κείμενο παρέμβασης που καλούσαν το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μην κατέβουν στις εκλογές, ώστε να σιγουρευτεί η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Η Socialist Resistance, το βρετανικό τμήμα της 4ης Διεθνούς έκανε επίσης έκκληση «σε όλα τα τμήματα της ελληνικής Αριστεράς να συστρατευθούν πίσω από το ΣΥΡΙΖΑ στις επερχόμενες εκλογές».6
Αντίστοιχες τοποθετήσεις υπήρξαν και από συντρόφους που προέρχονται, αλλά έχουν πλέον εγκαταλείψει τη δική μας παράδοση. Όπως, η οργάνωση Counterfire που προέρχεται από μια μικρή διάσπαση του SWP πριν από μερικά χρόνια και ο Κρις Μπάμπερι, πρώην μέλος της ΚΕ του SWP, ο οποίος σε ένα κείμενό του7 προσπαθεί να επαναφέρει τους πειραματισμούς «εισοδισμού» σε μαζικά κόμματα που επιχείρησαν οι μικρές ομάδες επαναστατών τη δεκαετία του ’30 στο σήμερα, για να απορρίψει ως ασήμαντη προσπάθεια όχι μόνο την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA)8 της Γαλλίας. Αυτές οι τοποθετήσεις ξεκαθαρίζουν ότι οι αποχωρήσεις μελών της ηγεσίας του SWP μετά την κρίση της εκλογικής συμμαχίας Respect εξέφραζαν για αυτούς τους συντρόφους την εγκατάλειψη της επαναστατικής πολιτικής. Αν κάποιος θεωρεί ότι η οικοδόμηση επαναστατικής οργάνωσης δεν είναι τελικά εφικτή, τότε είναι λογικό να στηρίζει τις ελπίδες του εκεί που φυσάει κάθε φορά ο άνεμος. Στο μπλογκ Lenin’s Tomb9 εξελίχθηκε αρκετός διάλογος με αφορμή μια παρόμοια θέση.10
Ο χαρακτήρας της κρίσης
Όπως είπαμε παραπάνω, ένα πρώτο επίπεδο της συζήτησης εξαρτάται από το πώς γίνεται κατανοητός ο χαρακτήρας της κρίσης. Υπάρχουν τμήματα της Αριστεράς που ακόμη αντιλαμβάνονται την κρίση ως κρίση του «νεοφιλελεύθερου μοντέλου», στην πραγματικότητα όχι ως δομική κρίση, αλλά ως κρίση διαχείρισης. Με αυτό το σκεπτικό, είναι λογικό να νομίζουν ότι υπάρχει χώρος και δυνατότητα για μια κυβέρνηση που θα σταματήσει τη λιτότητα, θα ξαναδώσει ώθηση στην οικονομία και θα ανακουφίσει την εργατική τάξη και τους φτωχούς.
Με παρόμοιο τρόπο, δεν φαίνεται να έχει γίνει ακόμα κατανοητό με ποιο τρόπο στην Ελλάδα η κρίση έχει βαθύνει όχι απλά στο οικονομικό επίπεδο, αλλά στην πολιτική και στο επίπεδο των θεσμών. Όταν φτάνει η 4η Διεθνής να αποδέχεται το αίτημα για αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών που θα οδηγήσει τους «κλέφτες» στο σκαμνί, σημαίνει πως δεν έχει αντιληφθεί ότι το δικαστικό σύστημα στην Ελλάδα βυθίζεται
στον ίδιο και χειρότερο βούρκο με τα πολιτικά κόμματα και την οικονομία. Η ελπίδα ότι μια αριστερή κυβέρνηση θα είναι απάντηση απέναντι στη Χρυσή Αυγή, δείχνει να μην καταλαβαίνει ότι ένα ολόκληρο πλέγμα θεσμών, από την αστυνομία ως τα ΜΜΕ τρομπάρουν τους Χρυσαυγίτες χωρίς σταματημό, και πως η πάλη κόντρα στους φασίστες αναγκαστικά ανοίγει την προοπτική ότι αυτοί οι θεσμοί θα τσακιστούν.
Με αυτήν την κεντρική διαφορά τοποθέτησης, οι διεθνείς «επικριτές» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ νομίζουν ότι ξεμπερδεύουν καταγγέλλοντας την επαναστατική αριστερά ότι υποτιμάει τη σημασία της εκλογικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ. Η πραγματικότητα είναι αντίστροφη. Γνωρίζουμε πόσο μεγάλη είναι η δυναμική των αγώνων και της ριζοσπαστικοποίησης που οδήγησε στην τεράστια άνοδο της Αριστεράς στις εκλογές, πόσο τεράστια άλματα έκανε η συνείδηση της εργατικής τάξης μέσα στα τελευταία χρόνια μέσα από τους αγώνες της,11 και γι’αυτό είναι λάθος να βλέπει κανείς αυτή την αλλαγή απλά ως ελπίδες για μια αριστερή κυβέρνηση.
Η απάντηση της Socialist Resistance σε ένα άρθρο του Μάνου Σκούφογλου12 από την ΟΚΔΕ-Σπάρτακος ο οποίος υποστήριζε πως οι αντικαπιταλιστές έχουν πρώτο καθήκον να χτίσουν και να συνεχίσουν το κίνημα στους δρόμους και τους χώρους ήταν να τον κατηγορήσει για «συνδικαλιστική παρέκκλιση τύπου SWP». Λέγοντας ότι «χάνει τελείως το ζήτημα: το κρίσιμο στοιχείο ενός επαναστατικού προγράμματος είναι μια πολιτική λύση στην καπιταλιστική κρίση. Πρέπει να περιλάβει το σχηματισμό μιας κυβέρνησης από την εργατική τάξη, μια εργατική κυβέρνηση που αν θέλει να επιβιώσει, πρέπει όλο και περισσότερο να βασιστεί σε μαζικές οργανώσεις...».13
Εδώ η σύγχυση κορυφώνεται. Η προοπτική μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΔΗΜΑΡ, ίσως και με τη στήριξη ή ανοχή ΠΑΣΟΚ και Ανεξάρτητων Ελλήνων που είχε αναδειχθεί ως εκλογικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ μεταφράζεται σε «εργατική κυβέρνηση» και εκείνος που μιλάει για την πραγματική ανάπτυξη, πολιτικοποίηση και γενίκευση των αγώνων της εργατικής τάξης αποκαλείται «συνδικαλιστής». Είναι τιμητικό αυτή η στάση που λέει ότι πάνω από όλα βρίσκεται η κίνηση της τάξης να ταυτίζεται με το SWP και με το ΣΕΚ, παρόλο που δεν διεκδικούμε κανένα προνόμιο. Για τον ίδιο λόγο έγινε κόκκινο πανί το άρθρο του Άλεξ Καλλίνικος «Οι πραγματικές μάχες στην Ελλάδα έρχονται μετά τις εκλογές» στο οποίο έπαιρνε θέση υπέρ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.14
Μια συζήτηση από τα παλιά
Όπως αναφέραμε, στη συζήτηση αντανακλάται ένας προηγούμενος διάλογος που είχε εξελιχθεί με βάση τα «πλατιά κόμματα». Με αφορμή τις πρώτες θετικές εμπειρίες της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης στην Ιταλία μετά το κίνημα της Γένοβας, αλλά και του Σκοτσέζικου Σοσιαλιστικού Κόμματος, εξελίχθηκε μια συζήτηση για την ανάγκη να υπάρξουν σχηματισμοί της Αριστεράς στους οποίους θα συνυπάρχουν δυνάμεις που σπάνε στα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας και επαναστάτες. Μια από τις διατυπώσεις για αυτά τα κόμματα ήταν «ανοιχτού στρατηγικού προσανατολισμού», δηλαδή θα άφηναν ακαθόριστο αν είναι με την μεταρρύθμιση ή την επανάσταση. Μία από τις λανθασμένες κατευθύνσεις που πήρε εκείνος ο διάλογος ήταν στην αναζήτηση του «σωστού μοντέλου» οργάνωσης. Αυτός ο τρόπος σκέψης συνάντησε αδιέξοδο όταν κάθε ένα από τα «σωστά μοντέλα» συναντούσε τα διλήμματα και τις απογοητεύσεις της πραγματικότητας. Η Κομμουνιστική Επανίδρυση οδηγήθηκε σε κατάρρευση όταν εντάχθηκε στην κυβέρνηση Πρόντι. Το Σκοτσέζικο Σοσιαλιστικό Κόμμα πέρασε μια τεράστια εσωτερική κρίση που πήρε και δικαστικό χαρακτήρα. Το Μπλόκο της Αριστεράς στην Πορτογαλία γνώρισε εκλογική εκτόξευση και στη συνέχεια σημαντική υποχώρηση. Το Respect στην Βρετανία πέρασε διαλυτική κρίση και αποχώρηση του SWP.
Ο λόγος του εκτροχιασμού αυτής της συζήτησης είχε να κάνει με το ότι επικεντρώθηκε στο πώς είναι οργανωμένα αυτά τα κόμματα και όχι με το τι θέλουμε να κάνουν. Όσοι δεν ξεπέρασαν εκείνο το παιδικό στάδιο της συζήτησης ξαναανακαλύπτουν σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ το «σωστό μοντέλο», κλείνοντας τα μάτια τους στο ότι η εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ είναι προϊόν της οξυμένης ταξικής πάλης και όχι κάποιας μαγικής συνταγής.
Η συζήτηση για την «ανοιχτή στρατηγική» ήταν εξίσου προβληματική γιατί έβαζε στο ίδιο τσουβάλι εντελώς διαφορετικά φαινόμενα. Είναι πολύ τραβηγμένο για παράδειγμα να θεωρεί κανείς την Die Linke «κόμμα ανοιχτής στρατηγικής» όταν καθορίζεται τόσο έντονα από τις γερμανικές κοινοβουλευτικές και συνδικαλιστικές παραδόσεις. Εντελώς διαφορετική ήταν η περίπτωση του NPA, το οποίο χτίστηκε με πρωτοβουλία μιας επαναστατικής οργάνωσης, της LCR.15
Υπήρχε ωστόσο μια κοινή δυναμική στην οποία υπάκουαν όλες οι προσπάθειες συγκρότησης της Αριστεράς την προηγούμενη δεκαετία. Αφενός η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας καθώς αποδεχόταν ή εφάρμοζε από θέση κυβέρνησης τον άγριο νεοφιλελευθερισμό. Αφετέρου η εμφάνιση και ριζοσπαστικοποίηση μαζικών κινημάτων, που έφερναν στην πρώτη γραμμή μια νέα γενιά αγωνιστών οι οποίοι αναζητούσαν πολιτική οργάνωση.
Όσοι εστίασαν μόνο στο ζήτημα του εκλογικού κενού που άφηνε η δεξιά μετατόπιση της σοσιαλδημοκρατίας, κατέληξαν να αναπαράγουν έναν αριστερό ρεφορμισμό, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία. Η επιτυχία των εγχειρημάτων κρινόταν μόνο με βάση τα εκλογικά σκορ, και όταν η εκλογική καταγραφή γίνεται ο στόχος, όλων των ειδών οι προσαρμογές επιτρέπονται.
Μια τέτοια τοποθέτηση εκφράστηκε τώρα για τον ΣΥΡΙΖΑ από δυνάμεις που ενώ θεωρητικά συμφωνούν με τη ρήξη με το ευρώ, εκτίμησαν πως καλώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέτει το ζήτημα γιατί αυτό θα του έκοβε ψήφους. Εδώ, πέρα από το κλασικό φαινόμενο του «εκλογικού κρετινισμού» έχουμε μια υποτίμηση της συνείδησης του κόσμου. Η Socialist Resistance για παράδειγμα στο κείμενο που προαναφέραμε γράφει: «Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορείται για αμφισημία σε σχέση με το ευρώ διότι δεν καλεί σε αποχώρηση από αυτό. Το γεγονός ωστόσο είναι πως αντιμετωπίζουν μια αντιφατική κατάσταση μέσα στον ίδιο τον πληθυσμό».
Δίνεται έτσι συγχωροχάρτι σε μια ηγεσία που είναι δεμένη με τον «ευρωπαϊσμό» και με τη διατήρηση του ελληνικού καπιταλισμού μέσα στο ευρώ, ρίχνοντας το φταίξιμο στον κόσμο που ακόμα έχει αυταπάτες.
Αν οι επαναστάτες αντιμετωπίσουν με τέτοια υποτίμηση και εκλογικισμό το ευρώ, μπορεί να φανταστεί κανείς πού θα καταντούσαν σε πιο δύσκολα θέματα όπως το μεταναστευτικό ή τα «εθνικά» ζητήματα. Η προσαρμογή στον «ρεαλισμό» δεν είναι «ανοιχτή στρατηγική» αλλά ο κλασικός δρόμος του ρεφορμισμού που δεν οδηγεί σε επιτυχίες αλλά σε ήττες.
Είναι πολύ βολικό για τις ρεφορμιστικές ηγεσίες να ρίχνουν τις επιλογές τους πάνω στο επίπεδο της συνείδησης του κόσμου. Η υποστήριξη του δρόμου του «ευρώ» από τον ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσε να αποκτήσει μια ερμηνεία-λάστιχο ανάλογα με το κοινό στο οποίο απευθυνόταν, από αυτούς που το πήραν ως «μπλόφα στη μπλόφα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρι αυτούς που δηλώνουν ανοιχτά πίστη στο ευρώ, όπως τον Φρανσίσκο Λούσα του Μπλόκου της Αριστεράς της Πορτογαλίας ο οποίος στο μήνυμα συγχαρητηρίων προς το ΣΥΡΙΖΑ επιχαίρει διότι «Εκείνοι που ήθελαν η Αριστερά να αυτοκτονήσει μαχητικά με έξοδο από το ευρώ έχασαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέρριψε μια τέτοια κατεύθυνση και είχε δίκιο. Οι Έλληνες ξεκαθάρισαν απέναντι στις συμβουλές των φαντασιοκόπων οικονομολόγων[…]».16
Όσον αφορά τα «πλατιά κόμματα», το κριτήριο για τους επαναστάτες σε κάθε περίπτωση είναι όπως σε κάθε πολιτική επιλογή αν βοηθάει την εργατική τάξη να ξεδιπλώσει τους αγώνες της, αν εξυπηρετούν τις πρωτοπορίες που εμφανίζονται μέσα σε αυτούς τους αγώνες να βγάζουν συμπεράσματα και να τα γενικεύουν, αν δυναμώνουν την αυτοπεποίθηση και προετοιμάζουν για τα διλήμματα που έχει το κίνημα μπροστά του. Προφανώς ήταν προχώρημα για τη Γερμανία η δημιουργία της Die Linke, σε μια χώρα που δεν υπήρχε μαζική πολιτική έκφραση της Αριστεράς για δεκαετίες. Είναι λάθος όμως να νομίζει κανείς ότι το στρατηγικό δίλημμα επανάσταση ή ρεφορμισμός δεν είναι στην ατζέντα.
Το δίλημμα ανάμεσα στην επανάσταση και το ρεφορμισμό δεν βρίσκεται στο τέλος του δρόμου, δεν προκύπτει την τελική στιγμή –τη στιγμή της επανάστασης. Εκφράζεται μέσα σε κάθε συγκεκριμένη μάχη για την κατεύθυνση στην οποία θα πάει –στην κλιμάκωση ή στο συμβιβασμό και στην «εκλογική έκφραση»;
Ένας στρεβλός τρόπος με τον οποίο εκφράστηκε αυτή η ρεφορμιστική λογική στη συζήτηση για την Ελλάδα είναι με την κατηγορία της «υποτίμησης της πολιτικής» απέναντι στους αντικαπιταλιστές. Στις παρεμβάσεις του Στάθη Κουβελάκη, για παράδειγμα, ο οποίος μετατράπηκε σε διεθνή διαφημιστή του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει μια απαξιωτική στάση απέναντι στην «αντίσταση», η οποία αντιπαραβάλλεται με την «πολιτική» έκφραση. «Η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να έρθει σε ρήξη με την αιώνια παραμονή σε θέση μειοψηφίας – ως δύναμη που είναι αφιερωμένη σε τίποτα παραπάνω από “αντίσταση”».17 Είναι σωστή η αγωνία και η επιμονή του Κουβελάκη για την κεντρικότητα της πολιτικής. Οι αγώνες που δεν αποκρυσταλλώνονται στο πολιτικό πεδίο δεν μπορούν να λειτουργήσουν ως πολιορκητικός κριός απέναντι στον καπιταλισμό. Όμως υπάρχει πολιτική και πολιτική. Από τη συγκεκριμένη θέση που πήρε ο Στάθης Κουβελάκης φαίνεται πως η πολιτική που προτείνει είναι στην πραγματικότητα στο αποκορύφωμά της, ταυτισμένη με την κυβερνητική πολιτική ενός μαχητικού ρεφορμισμού. Ως πολιτική ο Κουβελάκης εννοεί τις πρωτοβουλίες που παίρνει η Αριστερά, εντός και εκτός θεσμών, για να εκφράσει και να προωθήσει την υλοποίηση των αιτημάτων του κινήματος.
Εδώ η επίκληση της «ηγεμονίας» και συνολικότερα της Γκραμσιανής σκέψης (όχι μόνο από τον Κουβελάκη) φέρνει στο νου τον Λένιν που (πριν από τον Γκράμσι) τόνιζε πως «Το πνεύμα του συμβιβασμού που έχει κατακτήσει μεγάλα τμήματα της αστικής τάξης, διαπότισε και το ρεύμα εκείνο που θέλει να περιορίσει την μαρξιστική θεωρία και πρακτική σε «μετριοπαθή και προσεκτικά» μονοπάτια. Αυτό που απέμεινε εδώ από το Μαρξισμό είναι η φρασεολογία, που χρησιμοποιείται για να ντύσει επιχειρήματα για την «ιεραρχία» την «ηγεμονία» και τα λοιπά, τα οποία ήταν τόσο βαθιά διαποτισμένα με το πνεύμα του φιλελευθερισμού».18
Η ηγεμονία στην επαναστατική παράδοση δεν πραγματώνεται από την Αριστερά, σε αλληλεπίδραση με το κίνημα, αλλά
από την εργατική τάξη που επιβάλλοντας τις δικές της λύσεις μπορεί και τραβάει πίσω της όλα τα υπόλοιπα κομμάτια των καταπιεσμένων και των αντιστεκόμενων. Ο εργατικός έλεγχος είναι η προϋπόθεση για να μπορούμε να μιλήσουμε για εργατικές λύσεις απέναντι στην κρίση. Ο εργατικός έλεγχος δεν είναι το τέλος του δρόμου, αλλά απαραίτητο κομμάτι της πορείας προς τα εκεί.
Μεταβατικό πρόγραμμα
Μια αντίστοιχη προσαρμογή της επαναστατικής παράδοσης, στο διεθνή διάλογο γίνεται σε σχέση με το μεταβατικό πρόγραμμα. Τα «μεταβατικά» αιτήματα από αιτήματα που παλεύει το ίδιο το κίνημα και το φέρνουν σε τροχιά σύγκρουσης με το σύστημα, γυρνάνε με το κεφάλι προς τα κάτω και γίνονται πολιτικές επιλογές που προσπαθεί να υλοποιήσει μια αριστερή κυβέρνηση και την φέρνουν σε σύγκρουση με την άρχουσα τάξη.19
Η αντιμετώπιση αυτή είναι συνταγή παθητικοποίησης του κινήματος, με την επαναστατική αριστερά να μπαίνει σε θέση αναμονής, περιμένοντας την αριστερή κυβέρνηση είτε πότε θα κάνει την κρίσιμη κίνηση ώστε να προκύψει «επαναστατική κατάσταση» είτε πότε θα κάνει συμβιβασμούς για να την πιέσει με αγώνες. Μια από τις πιο δυνατές (και ταυτόχρονα πιο πικρές) εμπειρίες μιας τέτοιας αντιμετώπισης ήταν αυτή του MIR στη Χιλή απέναντι στην κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας, με μια αντίληψη που αποκαλούσε «παρατεταμένο πόλεμο». Όπως εξηγεί σε ένα κείμενό του ο Φρανσουά Σαμπαντό: «Η αντίληψη του MIR ήταν η αντίληψη για ‘παρατεταμένο πόλεμο’, έναν πόλεμο που θα άρχιζε μετά το πραξικόπημα, το οποίο ήταν κατά το MIR, αναπόφευκτο. Έτσι, υποτίμησε την προετοιμασία των συγκρούσεων στη συγκυρία του 1970-73 υποτίμησε τη σημασία των στιγμών κρίσης, δεν κάλεσε σε γενική απεργία σε αυτές τις στιγμές κρίσης, δεν διαχώρισε αρκετά τις θέσεις του από την κυβέρνηση. Άσκησε πίεση, αλλά δεν αντιμετώπισε το ενδεχόμενο συγκεντροποίησης μιας άλλης εξουσίας».20
Αν θέλει κάποιος να αναφερθεί στο «Μεταβατικό Πρόγραμμα» που έγραψε ο Τρότσκι το 1938, πρέπει να θυμηθεί και αυτό: «Πώς εναρμονίζονται τα διαφορετικά αιτήματα και μορφές αγώνα, ακόμη και στα όρια μιας πόλης; Η ιστορία έχει ήδη απαντήσει το ερώτημα: μέσα από τα σοβιέτ. Αυτά θα ενώσουν τους αντιπροσώπους όλων των μαχόμενων τμημάτων […] Το σύνθημα των σοβιέτ, συνεπώς, είναι η κορωνίδα του προγράμματος των μεταβατικών αιτημάτων».
Στο ίδιο κείμενο ο Τρότσκι γράφει: «Η φόρμουλα «κυβέρνηση εργατών και αγροτών» πρωτοεμφανίστηκε στα συνθήματα των Μπολσεβίκων το 1917 και έγινε εντελώς αποδεκτή μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Σε τελική ανάλυση δεν έκφραζε κάτι παραπάνω από μια λαϊκή διατύπωση της ήδη εγκαθιδρυμένης δικτατορίας του προλεταριάτου. […] Όταν οι επίγονοι της Κομιντέρν προσπάθησαν να αναβιώσουν αυτή τη φόρμουλα που είχε θαφτεί από την ιστορία [..] της έδωσαν ένα περιεχόμενο τελείως διαφορετικό, εντελώς «δημοκρατικό», δηλαδή αστικό, αντιπαραθέτοντάς την με τη δικτατορία του προλεταριάτου».
Ξαναλέμε πως είναι πολύ σημαντικό που ο διάλογος άνοιξε σε τέτοιο εύρος, παρόλο που ορισμένες από τις παρεμβάσεις μοιάζουν με πλατσουρίσματα. Δεν πρέπει να υπάρχει κανένα άγχος απέναντι σε όσους πιεσμένοι από την ταχύτητα των γεγονότων ισχυρίζονται πως η επαναστατική στρατηγική ταυτίζεται με τη «Δευτέρα Παρουσία» και ψάχνουν να κόψουν δρόμους μέσα από ελπίδες αριστερών κυβερνήσεων. Πριν από λίγο μόλις καιρό οι ίδιοι άνθρωποι θεωρούσαν άπιαστο όνειρο να φτάσουμε σε σημείο που να ανοίγεται η προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Η στρατηγική συζήτηση είναι σίγουρο ότι θα συνεχιστεί, αλλά η έκβαση δεν θα καθοριστεί μόνο από τον διαξιφισμό των επιχειρημάτων, όσο από την εξέλιξη των μαχών στην πραγματική ζωή, στην ταξική πάλη. Και εκεί είναι που θα κριθεί η ικανότητα ή μη των επαναστατών να δώσουν απαντήσεις.. n
1. Ντανιέλ Μπενσαΐντ, The Eclipse of Politics (http://criticallegalthinking.com/2011/07/24/the-eclipse-of-politics-1-of-4-intro/)
2. http://blogs.mediapart.fr/edition/article/080612/stand-greek-left-democratic-europe
3. Ο αγγλικός τίτλος της διακήρυξης ήταν «Με την ελληνική Αριστερά για μια δημοκρατική Ευρώπη». Η Αυγή επέλεξε να διακοσμήσει την ελληνική μετάφραση προσθέτοντας «Έκκληση διανοουμένων υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ» (Αυγή, 7 Ιούνη 2012).
4. «The future of the workers of Europe is being decided in Greece», (http://www.internationalview point.org/spip.php?article2626)
5. Γράμμα προς το Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς. http://www.internationalviewpoint.org/spip .php?article2643
6. Greece: 'For an anti-austerity government of the left' (http://links.org.au/node/2885#comment-130573)
7. «Trotsky’s ‘French Turn’: Lessons from crisis and radicalisation in Europe’s past» (http://internationalsocialist.org.uk/index.php/2012/05/trotskys-french-turn-lessons-from-crisis-and-radicalisation-in-europes-past/)
8. Δείτε και το άρθρο «Syriza in Greece, the Left Front in France: the same strruggle?», γραμμένο από τον Jean-Philippe Dives του NPA, ο οποίος εξηγεί με ποιον τρόπο οι επιθέσεις στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ γίνονται με παράλληλο τρόπο με τις πιέσεις πάνω στους αντικαπιταλιστές στη Γαλλία να υποταχθούν στο κελεύσματα του Μετώπου της Αριστεράς, που σχηματίστηκε από τη συνεργασία του Κομμουνιστικού Κόμματος με τον Ζαν-Λικ Μελανσόν.
9. The Challenge of SYRIZA (http://www.leninology.com /2012/06/challenge-of-syriza.html)
10. Συνολικά πρέπει να λάβει κανείς υπόψιν του τις παρεμβάσεις «The shock of the not-so-new: Or, the Greek elections & SYRIZA’s rise» του Tad Tietze, (http://left-flank.org/2012/06/08/the-shock-of-the-not-so-new-or-the-greek-elections-syrizas-rise/ ), το “Four Points on the Greek Situation” του Θανάση Καμπαγιάννη, το μεταφρασμένο άρθρο του Πάνου Γκαργκάνα «Greece: A political crisis with no easy solution» (http://left-flank.org/2012/06/11/greece-a-political-crisis-with-no-easy-solution/) και το Greece: the impossibility of realism, του Παναγιώτη Σωτήρη (http://www.thepressproject.net/detailsen.php?id=21258). Όλα από τη σκοπιά της υποστήριξης του προγράμματος και της παρέμβασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
11. Για παράδειγμα, Νίκος Λούντος, «Η Αριστερά στο στόχαστρο», Σοσιαλισμός από τα Κάτω #91
12. Manos Skoufoglou, “The pendulum”, http://www. internationalviewpoint.org/spip.php?article2651
13. Dave Packer, “We want SYRIZA to win” (http:// socialistresistance.org/3628/we-want-syriza-to-win)
14. Alex Callinicos, Greece's real battle comes after election, Socialist Worker, 2 Ιούνη 2012
15. Το καλύτερο σημείο εκείνης της συζήτησης (μετά από αρκετές εμπειρίες) είναι ο διάλογος μεταξύ Άλεξ Καλλίνικος, Φρανσουά Σαμπαντό και Πάνου Γκαργκάνα, στο International Socialism Journal (πχ Revolutionary paths: a reply to Panos Garganas and Francois Sabado, #122, http://www.isj.org.uk/?id=538).
16. «Felicitations SYRIZA”, (http://npa82.over-blog.com/article-felicitations-syriza-107523640.html)
17. http://www.opendemocracy.net/philippe-marli%C3%A8re/%E2%80%9Csyriza-is-expression-of-new-radicalism-on-left%E2%80%9D-excerpt-of-interview-with-stathis).
18. «Ορισμένα χαρακτηριστικά στην ιστορική ανάπτυξη του Μαρξισμού», 1910 (http://www.marxists.org /archive/lenin/works/1910/dec/23.htm)
19. Αυτή η κατάχρηση γίνεται σε κείμενα οργανώσεων της 4ης Διεθνούς που φαντάστηκαν το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ως πρόγραμμα μεταβατικό αντικαπιταλιστικό.
20. «Για την επαναστατική στρατηγική σήμερα» (http://www.okde.org/divers/sabado_strategie_text.pdf)