Διαχρονική μελέτη
Μπορεί οι εφημερίδες να πλημμυρίζουν με άρθρα για την «κατακόρυφη πτώση της τιμής της γης και των ακινήτων», η πραγματικότητα όμως για τη συντριπτική πλειοψηφία των απλών ανθρώπων στην Ελλάδα και σε ολόκληρο τον κόσμο είναι τραγική. Χιλιάδες άστεγοι ψάχνουν μια θέση σε ένα παγκάκι για να κοιμηθούν, εκατομμύρια χάνουν ή κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους από τις τράπεζες, δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι, στιβάζονται σε στενόχωρα διαμερίσματα-κουτάκια, ζουν σε πυκνοκατοικημένες περιοχές χωρίς ούτε έναν ελεύθερο χώρο με λίγα δένδρα, κινδυνεύουν από πλημμύρες με την κάθε νεροποντή.
Η οικονομική κρίση και οι πολιτικές των κυβερνήσεων έχουν κάνει δραματικές τις συνθήκες στέγασης για τη μεγάλη πλειοψηφία, αλλά το πρόβλημα της κατοικίας δεν είναι καινούργιο. Για την ακρίβεια, συνοδεύει το σύστημα από την αρχή της δημιουργίας του. Σε αυτό το πρόβλημα – στις αιτίες και στις λύσεις που προτείνονται – αναφέρεται το βιβλίο του Ένγκελς Το ζήτημα της κατοικίας που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε επανέκδοση από τη Σύγχρονη Εποχή.
Τη δεκαετία του 1870 άνοιξε μια συζήτηση στη γερμανική αριστερά σχετικά με τη στενότητα κατοικιών που ήταν διαθέσιμες για τους εργάτες στα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα. Η αύξηση του πληθυσμού των πόλεων από την μαζική εισροή νέων εργατών κι εργατριών προκάλεσε μια «στεγαστική κρίση».
Το καλοκαίρι του 1872 – ακριβώς πριν 140 χρόνια – ο Ένγκελς έγραψε μια σειρά από άρθρα στην εφημερίδα Volkstaat της Λειψίας που στη συνέχεια εκδόθηκαν σε μορφή βιβλίου με τον τίτλο Το ζήτημα της κατοικίας. Στην πραγματικότητα, ο Ένγκελς παίρνοντας ως αφορμή τη «στεγαστική κρίση», ασκεί μια σκληρή κριτική τόσο ενάντια στις πολιτικές που ασκούσε η άρχουσα τάξη, όσο και ενάντια στις «λύσεις» που πρότειναν οι αναρχικοί οπαδοί του Προυντόν ή οι ρεφορμιστές σοσιαλιστές μέσα στο νεοσύστατο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας του οποίου ο ίδιος ήταν ιδρυτικό μέλος.
Το πρώτο πράγμα που καταδεικνύει ο Ένγκελς είναι ότι το ‘στεγαστικό πρόβλημα’ είναι απόρροια της ίδιας της δομής και της δυναμικής του καπιταλιστικού συστήματος και επομένως δεν μπορεί να υπάρξει καμιά ουσιαστική και διαρκής λύση του στα πλαίσια του καπιταλισμού. «Από πού προέρχεται, λοιπόν, η στενότητα κατοικίας;… Είναι αναγκαίο δημιούργημα της αστικής κοινωνικής μορφής. Δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς στενότητα κατοικίας μια κοινωνία όπου η μεγάλη εργαζόμενη μάζα εξαρτιέται αποκλειστικά από το μισθό της εργασίας… όπου… ισχυρές, τακτικά επαναλαμβανόμενες βιομηχανικές διακυμάνσεις [κρίσεις] από το ένα μέρος προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας πολυάριθμης εφεδρικής στρατιάς από εργάτες άνεργους… όπου οι εργάτες συνωστίζονται κατά μάζες στις μεγάλες πόλεις… όπου επομένως θα βρίσκονται πάντα ενοικιαστές για τα πιο απαίσια χοιροστάσια».
Για να τεκμηριώσει τα επιχειρήματά του ο Ένγκελς περιγράφει αναλυτικά την κατάσταση των εργατικών κατοικιών στην ραγδαία αναπτυσσόμενη βιομηχανικά Γερμανία, αλλά και την εμπειρία που είχε ο ίδιος στο Μάντσεστερ της Βρετανίας και που έχει καταγράψει στο βιβλίο του Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία που έγραψε περίπου 30 χρόνια νωρίτερα.
Αλλά δεν αρκείται μόνο στην καταγγελία της φρίκης του καπιταλισμού. Προχωράει σε μια σκληρή κριτική των απόψεων που πρόβαλαν ως λύσεις σχεδόν πανομοιότυπα οι Προυντονιστές και οι ‘αστοί σοσιαλιστές’. Αυτοί, υποστηρίζοντας ότι το να αποκτήσει ο κάθε εργάτης το δικό του σπίτι, αν είναι δυνατόν και με ένα κηπάκο όπως τα παλιά χρόνια πριν την επέλαση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, έκαναν διάφορες μεταρρυθμιστικές προτάσεις που τις έβαζαν ως προτεραιότητα για το εργατικό κίνημα, επειδή έτσι «θα λυνόταν και το κοινωνικό ζήτημα».
Δυο παραδείγματα τέτοιων προτάσεων είναι ενδεικτικά.
Πώς θα μπορούσαν οι εργάτες να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι; Προτείνουν, γράφει ο Ένγκελς, «οι ενοικιαστές να μετατραπούν σε αγοραστές που θα εξοφλούν με δόσεις… και ο ενοικιαστής ύστερα από έναν ορισμένο καιρό θα γινόταν ο ιδιοκτήτης αυτής της κατοικία. Αυτό το μέσο, που το θεωρούσε ο Προυντόν πολύ επαναστατικό, εφαρμόζεται κιόλας σε όλες τις χώρες από εταιρίες κερδοσκόπων που με αυτόν τον τρόπο ανεβάζουν τα νοίκια και δυο και τρεις φορές την αξία του σπιτιού». Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι η κερδοσκοπία με τα στεγαστικά δάνεια δεν είναι μια πρόσφατη ανακάλυψη των σύγχρονων τραπεζιτών, αλλά των προπαππούδων τους από το 19ο αιώνα!
Μια άλλη ‘λύση’ που προωθούσαν οι κυβερνήσεις της εποχής και συμμερίζονταν οι αριστεροί οπαδοί των μεταρρυθμίσεων ήταν το ‘σύστημα Οσμάν’, που ισοδυναμεί περίπου με αυτό που λένε σήμερα οι κυβερνήσεις ‘ανάπλαση’ ή και ‘ανακατάληψη’ του κέντρου των πόλεων (για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία Δένδια). Ο Οσμάν ήταν υπουργός του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στη Γαλλία που «ανοίγει μέσα στους πυκνοχτισμένους δρόμους των εργατικών συνοικιών, πλατιούς ίσιους δρόμους που τους περιβάλλει με πολυτελή μέγαρα, που εκτός από τον στρατηγικό σκοπό να δυσκολεύει τις μάχες των οδοφραγμάτων… αποσκοπεί στο να δημιουργεί ρήγματα στις εργατικές συνοικίες του κέντρου, άσχετα αν αυτό γίνεται για λόγους δημόσιας υγείας και καλλωπισμού, ή γιατί υπάρχει ζήτηση για μεγάλα κεντρικά καταστήματα κλπ. Το αποτέλεσμα είναι παντού το ίδιο: δρόμοι και δρομάκια εξαφανίζονται κάτω από μεγάλες εκδηλώσεις αυτοεκθειασμού της αστικής τάξης… αλλά ξαναγεννιούνται αμέσως κάπου αλλού και συχνά στην πιο κοντινή γειτονιά».
Όλη αυτή η κριτική που ασκεί ο Ένγκελς δεν σήμαινε ότι δεν έδινε σημασία στην ανάγκη για το δικαίωμα της εργατικής τάξης σε αξιοπρεπή κατοικία. Ακριβώς το αντίθετο. Το βιβλίο του για την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία αποτελεί ένα από τα πρώτα οικολογικά, θα λέγαμε, κείμενα. Αυτό που θέλει να τονίσει ο Ένγκελς είναι ότι το ζήτημα της κατοικίας θα λυθεί συνολικά μόνο μέσα από την επαναστατική ανατροπή του συστήματος και ότι προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να κινούνται και τα όποια αιτήματα για μεταρρυθμίσεις προς όφελος της εργατικής τάξης: «Δεν είναι η λύση του ζητήματος της κατοικίας που θα λύσει ταυτόχρονα και το κοινωνικό ζήτημα, αλλά μόνο η λύση του κοινωνικού ζητήματος, δηλαδή η κατάργηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, θα καταστήσει δυνατή και τη λύση του ζητήματος της κατοικίας».
Ο Ένγκελς δεν επιχειρεί να δώσει ένα τυφλοσούρτη για το πώς θα είναι η κατοικία σε μια μελλοντική κοινωνία. «Πώς θα έλυνε το ζήτημα αυτό μια κοινωνική επανάσταση;», ρωτάει. «Αυτό εξαρτάται από πολύ ευρύτερα ζητήματα που ένα από τα κυριότερα είναι η εξάλειψη της αντίθεσης ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο. Και μια που δεν πρόκειται να φτιάξουμε ουτοπικά συστήματα για τη συγκρότηση της μελλοντικής κοινωνίας θα ήταν περισσότερο από ματαιοπονία να εξετάσουμε λεπτομερώς αυτό το ζήτημα.. Στην αρχή, όμως, κάθε κοινωνική επανάσταση θα πρέπει να τα βολέψει με τα πράγματα που θα βρει… Και η στενότητα της κατοικίας μπορεί να θεραπευθεί αμέσως, με απαλλοτρίωση ενός μέρους των κατοικιών πολυτελείας που ανήκουν στις ιδιοκτήτριες τάξεις… Μόλις θα έχει κατακτήσει το προλεταριάτο την πολιτική εξουσία, ένα τέτοιο μέτρο που υπαγορεύεται από το δημόσιο καλό θα μπορούσε να εφαρμοστεί με την ίδια ευκολία που πραγματοποιούνται άλλες απαλλοτριώσεις από το σημερινό κράτος».
Το Ζήτημα της κατοικίας, αν και όχι από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του Ένγκελς, έγινε σημείο αναφοράς για πολλούς μαρξιστές. Ο Λένιν αφιερώνει σε αυτό ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο Κράτος και Επανάσταση χρησιμοποιώντας τα επιχειρήματα του Ένγκελς ενάντια στους ρεφορμιστές. Οι Μπολσεβίκοι στηρίχθηκαν σε αυτό για δώσουν τις πρώτες άμεσες λύσεις για τη στέγαση της εργατικής τάξης: «Οι εργατικές οικογένειες άδειασαν τις τρώγλες τους και εγκαταστάθηκαν στα αρχοντικά και στα διαμερίσματα της μπουρζουαζίας. Τα ενοίκια υπολογίζονταν πραγματικά με βάση τους μισθούς και οικιακός εξοπλισμός και τα έπιπλα που επιτάχθηκαν μοιράστηκαν σε όσους δεν είχαν. Πρόκειται ακριβώς για τα μέτρα που μίλαγε ο Ένγκελς», γράφει ο Ανατόλ Κοπ στο καταπληκτικό βιβλίο του Πόλη και Επανάσταση που αναφέρεται στους πολεοδομικούς και αρχιτεκτονικούς πειραματισμούς των πρώτων χρόνων της Ρώσικης επανάστασης. Πολύ πιο πρόσφατα, το βιβλίο έχει γίνει σημείο αναφοράς για μαρξιστές αναλυτές πάνω σε ζητήματα διαμόρφωσης των σύγχρονων πόλεων, κριτικής έρευνας διαφόρων στρατηγικών συσσώρευσης, κερδοσκοπικών ‘αναπτυξιακών’ πολιτικών με βάση τη γη και τη στέγαση κλπ. Για παράδειγμα, ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ σε ένα κείμενό του το 2008 στηρίζεται στο Ζήτημα της κατοικίας για να κάνει συνδέσεις ανάμεσα στις οικονομικές συνέπειες των πολιτικών στέγασης που υπήρχαν στο Παρίσι του 19ου αιώνα, τη μεσοπολεμική Νέα Υόρκη και πόλεις όπως η Μουμπάι (Βομβάη) και η Σανγκάη σήμερα.
Ο λόγος της διαχρονικότητας του μικρού αυτό βιβλίου είναι προφανής. Αν και πολλά έχουν αλλάξει από την εποχή που γράφτηκε, η αιτία που εντοπίζει ο Ένγκελς για τις αδικίες στο κρίσιμο ζήτημα της στέγης παραμένει η ίδια: τα καπιταλιστικά συμφέροντα που καθορίζουν την οικονομική πολιτική στη διαμόρφωση των πόλεων. Όπως, ίδια παραμένει και η συνολική απάντηση που πρότεινε: η εργατική επανάσταση και η κατάργηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Τιμή 8 €, 152 σελίδες
Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή